Αποτέλεσμα εικόνας για Δευτέρα παρουσία

Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:

«Ἡ Κατάταξη τῶν Ψυχῶν μετά τήν Κοίμηση τῶν Ἀνθρώπων»

Εὐεργετινός, Τόμος 1, Ὑπόθεση ΙΑ΄

Ὁμιλία στίς 30-9-2017

Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, συνεχίζουμε ἀπό τόν πρῶτο τόμο τοῦ Εὐεργετινοῦ τήν ἐνδέκατη ὑπόθεση πού ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Ὅτι μετά τῶν ὁμοίων οἱ ὅμοιοι κατατάττονται μετά θάνατον»1. Δηλαδή, ὅτι μετά θάνατον οἱ ψυχές κατατάσσονται στό ἴδιο μέρος μέ τίς ψυχές ἐκείνων πού ἔζησαν μέ ὅμοιο τρόπο ἐπάνω στήν γῆ. Εἶναι κείμενα, θά λέγαμε, ἀποκαλυπτικά. Γιατί πάντοτε ἔχουμε μιά περιέργεια, γιά τό τί γίνεται μετά θάνατον. Καί ὄντως γνωρίζουμε τί γίνεται ἀπό τίς ἀποκαλύψεις τῶν Ἁγίων.

«Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου: Τό ἰερό εὐαγγέλιο λέει γιά τούς ἐκλεκτούς «Εἰς τόν οἶκον τοῦ Πατρός μου μοναί πολλαί εἰσί»2, τό λέει ὁ Κύριος αὐτό. Δηλαδή στόν οἶκο τοῦ Πατρός Μου ὑπάρχουν πολλές μονές, διαμονές. «Ἐάν λοιπόν οἱ δίκαιοι σ’ ἐκείνη τήν αἰωνία μακαριότητα ἀπελάμβαναν κατά τόν ἴδιο τρόπο τά ἀγαθά αὐτῆς, τότε θά γινόταν λόγος ὅτι ὑπάρχει μία μόνο μονή καί ὄχι πολλές». Ἀλλά ἐπειδή, ἀκριβῶς, δέν ἀπολαμβάνουν ὅλοι κατά τόν ἴδιο τρόπο τήν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ὑπάρχουν πολλές μονές. «Ὑπάρχουν ὅμως πολλές, στίς ὁποῖες θά διαμοιρασθοῦν κατά τήν ἀξία τους οἱ ἐκλεκτοί, γιά νά εὐφραίνονται καί νά ἀγάλλονται αἰωνίως ἀπό κοινοῦ»3. Κάθε μονή, κάθε διαμονή, θά «κατοικεῖται» ἀπό τούς ἀνθρώπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν κατά παρόμοιο τρόπο ἐδῶ στή γῆ, ὁπότε θά ἀπολαμβάνουν κι ἐκεῖ μαζί. Ὅπως κι ἐδῶ ἦταν μαζί κατά τόν τρόπο ζωῆς, ἔτσι κι ἐκεῖ κατά τήν τάξη τους. Θά πρέπει νά ξέρουμε ὅτι τό μέτρο τῆς ἀπόλαυσης εἶναι κατά τό μέτρο τῆς ἐδῶ μετανοίας καί καθαρότητος καί ἀγάπης πού εἶχαν στόν Θεό.

«Τό γεγονός δέ ὅτι ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί, πού διαμοιράζονται στίς διάφορες μονές, λαμβάνουν καί ἀπό ἕνα δηνάριο…»4. Θυμόμαστε τήν παραβολή τοῦ Κυρίου μέ τούς ἐργάτες τῆς ἐνδεκάτης ὥρας, οἱ ὁποῖοι παίρνουν κι αὐτοί ἕνα δηνάριο, ὅπως οἱ ἐργάτες τῆς πρώτης ὥρας. Καί παραπονιοῦνται οἱ ἐργάτες τῆς πρώτης ὥρας, γιατί ἔδωσες καί σέ μᾶς ἕνα δηνάριο; Καί ὁ Κύριος τούς εἶπε, μά αὐτή τήν συμφωνία κάναμε, νά σᾶς δώσω ἕνα δηνάριο. Ἐσεῖς, τώρα, γιατί ἐξανίστασθε, ἐπειδή δίνω τό ἴδιο καί σ’ αὐτούς πού ἦρθαν τήν ἐνδεκάτη ὥρα; Ἐγώ εἶμαι ὁ Κύριος. Δέν μπορῶ νά διαχειριστῶ ὅπως θέλω τούς ἐργάτες μου καί νά τούς δώσω τήν ἀμοιβή πού θέλω;

Ὅλοι, λοιπόν, πῆραν ἀπό ἕνα δηνάριο. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ἡ μακαριότης εἶναι μία, ἡ μετοχή στήν ἄκτιστη θεία δόξα. Σ’ αὐτή θά μετέχουν ὅλοι ὅσοι πᾶνε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά στό ποσό πού θά λαμβάνουν, στό μέτρο πού θά μετέχουν, αὐτό εἶναι πού διαφέρει. Διαφέρουν κατά τό μέτρο, κατά τήν χωρητικότητα. Ἄλλη χωρητικότητα ἔχουν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ὁ Τίμιος Πρόδρομος, οἱ μεγάλοι Ἅγιοι καί ἄλλη χωρητικότητα ἔχει ἕνας ἁπλός μετανοημένος δίκαιος. Ὅλοι, ὅμως, θά μετέχουν σ’ αὐτή τήν ἄκτιστη θεία δόξα. Ἕνας ἔχει μία δαχτυλήθρα, ὁ Θεός θά τοῦ γεμίσει αὐτή τήν δαχτυλήθρα μέ τή Χάρη Του. Ἄλλος ἔχει ἕνα ἀγγεῖο σάν δοχεῖο, θά τό γεμίσει ὁ Θεός. Ἄλλος ἔχει ἕναν ὄγκο σάν ὑπερωκεάνιο, ἕνα τάνκερ, κι αὐτό θά τό γεμίσει ὁ Θεός. Ἀνάλογα μέ τό ἄνοιγμα πού ἔκανε ἐδῶ στή γῆ, τήν ἀγάπη πού ἔδειξε ἐδῶ στή γῆ, αὐτό θά τό βρεῖ καί στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό ἄνοιγμα, πού ἀρχίζει ἀπό ἐδῶ, συνεχίζεται στήν αἰωνιότητα. Καί ὅσο κανείς θά εἶναι στή βασιλεία τόσο θά μετέχει αἰωνίως σ’ αὐτή τήν μακαριότητα καί θά ἀνοίγεται συνεχῶς πρός τόν Θεό, πού εἶναι ἄπειρος. Αὐτή ἡ μακαριότητα, αὐτό τό ἄνοιγμα καί αὐτή ἡ πορεία πρός τόν ἄπειρο Θεό, αὐτή ἡ μέθεξη τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ δέν θά ἔχει τέλος. Γι’ αὐτό δέν εἶναι σωστό αὐτό πού λένε κάποιοι, μήπως βαριόμαστε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅλο τά ἴδια καί τά ἴδια θά εἶναι;… Ὄχι, βέβαια, γιατί ἀκριβῶς θά μετέχουμε σέ κάτι πού δέν τελειώνει, στό ἄπειρο καί θά πέφτουμε ἀπό ἔκπληξη σέ ἔκπληξη.

Ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί λοιπόν θά μοιράζονται στίς διάφορες μονές κατά τήν τάξη καί κατά τόν τρόπο πού ἔζησαν ἐδῶ στή γῆ, ἀλλά ὅλοι λαμβάνουν ἀπό ἕνα δηνάριο. Μετέχουν ὅλοι, λοιπόν, στήν ἴδια μακαριότητα καί ὅλοι θά αἰσθάνονται πλήρεις, δέν θά ὑπάρχει κάποια ἔλλειψη, νά νιώθει κανείς ὅτι κάτι τοῦ λείπει. Ὅσο ἀγγεῖο προσφέρεις στόν Θεό, ὁ Θεός θά σοῦ τό γεμίσει μέ τή Χάρη Του. «Διαφέρει τό μέτρο τῆς ἀνταπόδοσης πρός ἕνα ἕκαστο τῶν ἐκλεκτῶν, πού εἶναι ἀνάλογο πρός τά διάφορα ἔργα τῆς ἀρετῆς τά ὁποῖα ἐξετέλεσαν»5. Ἀνάλογα μέ τό πόσο ἐργάστηκαν, θά ἀπολαύσουν. Γι’ αὐτό ἡ Ἁγία Εύφημία εἶχε πεῖ στόν Ἅγιο Παΐσιο, ἄν ἤξερα ἐδῶ στή γῆ τί μέ περιμένει, θά ἤθελα κι ἄλλα μαρτύρια νά περάσω, γιατί ὅσο περισσότερο κανείς ὑποφέρει γιά τόν Χριστό ἐργαζόμενος τίς ἐντολές καί ὑπομένοντας τά μαρτύρια, τούς διωγμούς, γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, τόσο περισσότερο ἀπολαμβάνει στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

«Ὅσο γιά τούς ἁμαρτωλούς, ὁ Κύριος, ἀναφερόμενος στήν ἡμέρα τῆς κρίσεώς τους, εἶπε· «Τότε θά εἴπω εἰς τούς θεριστές· μαζεύσατε πρῶτον τά ζιζάνια καί δέσατε σέ δεμάτια, διά νά τά κατακαύσετε»6»7. Τώρα, σ’ αὐτή τή ζωή -θυμάστε τήν παραβολή τῶν ζιζανίων- συναυξάνονται τά ζιζάνια μέ τόν καλό σπόρο, τόν καλό χόρτο. Δηλαδή, βλέπουμε στή γῆ μας νά ὑπάρχουνε ἀναμεμιγμένοι οἱ καλοί μέ τούς κακούς, τά πρόβατα μέ τά ἐρίφια, οἱ ἄνθρωποι τοῦ καλοῦ μέ τούς ἀνθρώπους τοῦ σκότους, καί συναντᾶς συνεχῶς στή ζωή σου, ὅπου κι ἄν πᾶς, καί καλούς καί κακούς. Δέν εἶναι διαφορετικό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέ αὐτό. Αὐτό ἀκριβῶς θέλει ὁ Θεός, σ’ αὐτή τή ζωή νά ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀνάμειξη, καί ὁ ξεχωρισμός καί ἡ καῦσις τῶν ἁμαρτανόντων ἀμετανοήτως, ἡ τιμωρία, νά τό ποῦμε πιό σωστά ἡ αὐτοτιμωρία, γιατί ὁ Θεός δέν τιμωρεῖ, μόνοι τους τιμωροῦνται οἱ ἄδικοι, ἤδη ἡ ἁμαρτία ἔχει μέσα της τήν τιμωρία καί τόν θάνατο, αὐτό ἀρχίζει ἀπό τήν παροῦσα ζωή, ἀλλά ἔχει ἐπιφυλαχθεῖ γιά νά ὁλοκληρωθεῖ καί νά βιωθεῖ μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Τότε θά γίνει αὐτό τό δέσιμο τῶν ζιζανίων σέ δεμάτια καί ἡ καῦσις, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος στήν παραβολή.

«Οἱ θεριστές λοιπόν, δηλαδή οἱ Ἄγγελοι, δένουν μαζί τούς ἁμαρτωλούς πού διέπραξαν τίς ἴδιες ἁμαρτίες, γιά νά κολάζονται ἀπό κοινοῦ, ὥστε οἱ ὑπερήφανοι νά βασανίζονται μαζί μέ τούς ὑπερηφάνους, οἱ πόρνοι μαζί μέ τούς πόρνους, οἱ φιλάργυροι μαζί μέ τούς φιλάργυρους, οἱ ψεῦστες μαζί μέ τούς ψεῦστες, οἱ φθονεροί μαζί μέ τούς φθονερούς, οἱ ἄπιστοι μαζί μέ τούς ἄπιστους». Δηλαδή, βλέπουμε κάτι ἀνάλογο μέ τούς δίκαιους. Ὅπως αὐτοί πᾶνε ὅλοι κατά τήν τάξη τους καί κατά τόν τρόπο πού ἔζησαν μαζί μέ τούς ὁμοίους τους, ἔτσι καί οἱ ἁμαρτωλοί πᾶνε οἱ ὅμοιοι μέ τούς ὅμοιους, οἱ ἄπιστοι μαζί μέ τούς ἄπιστους, οἱ φθονεροί μαζί μέ τούς φθονερούς, οἱ ψεῦστες μαζί μέ τούς ψεῦστες. «Ὅλοι αὐτοί, ἑνωμένοι μεταξύ τους, κατά τό εἶδος τῆς ἁμαρτίας, θά κατακαοῦν στούς τόπους τῶν διαφόρων βασάνων, στούς ὁποίους θά ριφθοῦν ἀπό τούς Ἀγγέλους»8. Εἶναι φοβερό, ἀδελφοί μου, ὅλο αὐτό, ἀλλά αὐτή εἶναι ἡ πραγματικότητα.

Καί λέγει τώρα ὁ Πέτρος, ὁ μαθητής τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου.

«Τοῦτο ζητῶ νά μάθω ἀπό ἐσένα πῶς κατά τά τελευταῖα αὐτά ἔτη φανερώνονται τόσα πολλά περί ψυχῶν, τά ὁποῖα προηγουμένως διέφευγαν τήν προσοχή; Μήπως συμβαίνει αὐτό γιά νά δοῦμε τόν μέλλοντα κόσμο, παρουσιαζόμενο σέ μᾶς μέ φανερές ἀποκαλύψεις;»9. Γιατί τώρα τελευταῖα Γέροντα, λέει στόν Ἅγιο Γρηγόριο, μαθαίνουμε πολλά γιά τίς ψυχές; Μήπως ἔτσι ὁ Θεός θέλει νά μᾶς προετοιμάσει μέ φανερές ἀποκαλύψεις, γιατί πλησιάζει τό τέλος τοῦ κόσμου;

Πρέπει νά ξέρουμε τό ἑξῆς, ὅτι ὁ Κύριος καί ἡ ἐνανθρώπιση σέ σχέση μέ τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καί τό τέλος, δέν ἔχει γίνει στήν ἀρχή ἀλλά πρός τό τέλος. Δηλαδή τά ἔσχατα καί τό τέλος τοῦ κόσμου εἶναι πολύ κοντά μέ τήν ἐνανθρώπιση, ἔτσι μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ἡ ἐνανθρώπιση καί ἡ σωτήριος οἰκονομία ἔγινε στό τέλος τῆς ἱστορίας, ἐκεῖ πού πλησιάζει τό τέλος τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, λίγο πρίν ἔλθει ὁ Κύριος. Βλέπουμε, καί στίς μέρες μας κατεξοχήν, νά ἐπαληθεύεται ἡ Ἀποκάλυψη καί νά ἔχει αὐξηθεῖ πάρα πολύ ἡ ἀποστασία, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα σημάδι τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Ἀντιχρίστου. Θά ἔρθει ἡ ἀποστασία, μετά θά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος καί μετά ἀμέσως ἔχουμε τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἄρα εἴμαστε, ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται, πολύ κοντά σ’ ὅλα αὐτά.

Λέει λοιπόν ὁ Πέτρος, γιατί μαθαίνουμε τόσα πολλά τώρα γιά τίς ψυχές σέ σχέση μέ τούς παλαιούς ἀνθρώπους, τούς πρό Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι δέν ἤξεραν, ἦταν μέσα στό σκοτάδι; Μήπως θέλει ὁ Θεός νά μᾶς προετοιμάσει ἐνόψει τῆς Δευτέρας Του Παρουσίας;

Καί λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος: «Ἔτσι εἶναι, ὅπως ἀκριβῶς εἶπες. Ὅσο πλησιάζει τό τέλος τοῦ παρόντος Κόσμου, τόσο καί ἡ παρουσία τοῦ μέλλοντος φανερώνεται σιγά-σιγά μέ ὁλοφάνερα σημεῖα. Ἐπειδή δηλαδή, στήν παροῦσα ζωή, δέν μποροῦμε νά διακρίνουμε ὁ ἕνας τούς διαλογισμούς τοῦ ἄλλου, ἐνῶ στήν μέλλουσα ζωή θά βλέπουμε ὅλα ὅσα ἔχουμε στήν καρδιά μας νά εἶναι καί στίς καρδίες τῶν ἄλλων, γι’ αὐτό ὁ προσωρινός αὐτός κόσμος μοιάζει μέ νύκτα, ἐνῶ ὁ μελλοντικός μοιάζει μέ ἡμέρα»10. Τώρα δέν μπορεῖ ὁ ἕνας νά καταλάβει τί ἔχει στή σκέψη του ὁ ἄλλος. Ἀλλά τότε, θά εἶναι φανερό σέ ὅλους τό τί ἔχει ὁ καθένας μέσα του. Γιατί τώρα εἴμαστε σέ μιά περιοχή, θά λέγαμε, σκοτεινή καί σέ μιά ἐποχή σκοτεινή, στήν ἐποχή τοῦ παρόντος αἰῶνος. Ὁ μέλλων αἰών εἶναι ἡ ἡμέρα, ὁ παρών εἶναι ἡ νύκτα.

«Ὅπως, λοιπόν, ὅταν τελειώνει ἡ νύκτα ἀρχίζει νά σιγοφέγγει ἡ ἡμέρα, προτοῦ δέ ἀκόμη καλά-καλά νά ἀνατείλει ὁ ἥλιος, τό σκοτάδι ἀναμιγνύεται κατά κάποιον τρόπο μέ τό φῶς», ἔχουμε τήν αὐγή, «ἕως ὅτου νά ὑποχωρήσει μέν τελείως τό σκοτάδι τῆς νυκτός καί νά ἐπικρατήσει ὁλοκληρωτικά τό φῶς τῆς ἐπερχομένης ἡμέρας», ἔχουμε μία ἀνάμιξη μέχρι νά ἐπικρατήσει τελικά τό φῶς τῆς ἡμέρας πού ἔρχεται, «ἔτσι ἀκριβῶς συμβαίνει ἐδῶ. Τό τέλος τοῦ παρόντος κόσμου ἀναμιγνύεται μέ τήν ἀνατολή τοῦ μέλλοντος, ὁπότε μερικά σκοτεινά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου διακρίνονται, ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἀναμίξεώς τους μέ τά πνευματικά, γιά αὐτό ἀκριβῶς τόν λόγο καί κατανοοῦμε πολλά ἀπό ἐκεῖνο τόν κόσμο»11. Ἐπειδή δηλαδή, τοῦ λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τοῦ Πέτρου, πλησιάζουμε στά ἔσχατα, στήν ἡμέρα τήν μεγάλη τοῦ Κυρίου τήν ἐπιφανή, τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, γι’ αὐτό καί ἀρχίζει νά ξεκαθαρίζει καί τό πράγμα αὐτό περί τῶν ψυχῶν, περί τῆς μελλούσης καταστάσεως πού θά ζήσουμε κ.λ.π. Ἀρχίζει λοιπόν νά ἀχνοφέγγει καί κατανοοῦμε περισσότερα σέ σχέση μέ τούς πιό παλαιούς ἀνθρώπους σχετικά μέ τόν μέλλοντα αἰῶνα.

«Πάντως, ὅμως, δέν τά γνωρίζουμε ἀμέσως ὅλα καί καθαρά, ἀλλ’ ἀμυδρῶς τά διακρίνουμε, ὡσάν ὁ νοῦς μας νά φωτίζεται κατά κάποιον τρόπο, ὅπως ἀκριβῶς διακρίνουμε τά διάφορα ἀντικείμενα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, λίγο πρό τῆς ἀνατολῆς τοῦ ἡλίου» τῆς δικαιοσύνης, ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἀρχίζει νά φαίνεται καί καθαρότερα ὁ πνευματικός κόσμος. Ἀπό ὅλα αὐτά πού διαβάζουμε καταλαβαίνουμε, ὅτι ἡ ψυχή ἀπό τή στιγμή πού φεύγει ἀπό τό σῶμα, πού χωρίζεται ἀπό τό σῶμα, δέν ἔρχεται σέ μία κατάσταση νάρκης, σ’ ἕναν ὕπνο, ἀλλά ἀντίθετα εἶναι ἐνεργός καί ἀπολαμβάνει ἀνάλογα μέ τόν τρόπο πού ἔζησε ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ στή γῆ. Ἄν ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἐν μετανοίᾳ καί ἐν ἐργασία τῶν ἀρετῶν ἀπολαμβάνει μέ τούς ὁμοίους του τούς κόπους του τούς πνευματικούς, μετέχει στήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἔζησε ἀμετανόητα καί εἶχε φιλία μέ τό σκότος, μέ τόν διάβολο, καταδικάζεται κι αὐτός μέ τούς ὁμοίους του, πού δούλεψαν στούς ἴδιους δαίμονες, στήν αἰώνια κόλαση.

Ἑπομένως, δέν ὑπάρχει μία νάρκη τῆς ψυχῆς καί πολύ περισσότερο μία ἐξαφάνιση τῆς ψυχῆς. Λένε μερικοί, θά πεθάνουμε καί τελειώνουν ὅλα… Δέν τελειώνουν καθόλου ὅλα! Τίποτα δέν τελειώνει. Ὅπως εἶσαι ἐδῶ, θά εἶσαι καί μετά καί μάλιστα θά εἶσαι πιό ἐνεργός γιατί δέν θά ἔχεις τό σῶμα, γιατί τό σῶμα λειτουργεῖ καί κάπως σάν ἕνα ἐμπόδιο.

Αὐτοί πού ἔχουν γυρίσει πίσω, οἱ λεγόμενες ἐπιθανάτιες ἐμπειρίες, μᾶς μαρτυροῦν ὅτι ἡ ψυχή στενοχωρεῖται μέσα στό σῶμα. Καί αὐτοί πού ἔζησαν τέτοιες καταστάσεις, μᾶς λένε ὅτι δέν θέλουν νά ξαναμποῦν μέσα στό σῶμα. Βγῆκαν καί δέν θέλουν νά ξαναμποῦν, γιατί ἐκεῖ μέσα στενοχωρεῖται ἡ ψυχή. Ἑπομένως, αὐτό τό βλέπουμε καί στούς ἁγίους Πατέρες, ἡ ψυχή εἶναι ἐνεργός καί μάλιστα περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι εἶναι τώρα.

«Ὁ μεγάλος Πατέρας τοῦ 5ου αἰῶνα Ἅγιος Ἰωάννης Κασσιανός», γράφει ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ στό βιβλίο του «Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο» σχολιάζοντας ἕνα κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Μαξίμοβιτς, πού ἦταν ὁ Γέροντάς του, «παραθέτει μέ ἀρκετή σαφήνεια», μᾶς περιγράφει μέ ξεκάθαρη γλώσσα καί παρουσίαση, «τήν ἐνεργή κατάσταση τῆς ψυχῆς μετά τόν θάνατο τοῦ σώματος, σέ ἀπάντηση τῶν αἱρετικῶν, τῶν πρώτων χρόνων, οἱ ὁποῖοι πίστευαν ὅτι ἡ ψυχή δέν ἔχει συνείδηση μετά τόν θάνατο». Λέει ὁ Ἅγιος Κασσιανός: «Οἱ ψυχές μετά τόν χωρισμό τους ἀπό τοῦτο τό σῶμα ἐξακολουθοῦν νά ζοῦν καί νά διατηροῦν τήν αὐτοσυνειδησία τους». Θά ξέρεις, δηλαδή, ὅτι ἐγώ εἶμαι ἐγώ, αὐτός πού ἤμουνα καί πρίν μέ τό σῶμα εἶμαι καί τώρα, θά ἔχεις αὐτοσυνειδησία, «ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τήν εὐαγγελική παραβολή γιά τόν πλούσιο καί τόν Λάζαρο»12. Εἶμαι ἐγώ ὁ Γιῶργος, ὁ τάδε… καί αὐτό πού ἔζησα τό ἔχω μαζί μου, ὅλες αὐτές τίς μνῆμες καί μάλιστα τίς μνῆμες τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Ὄχι αὐτά τά καθημερινά, τά τετριμμένα, ἀλλά ὅ,τι ἀγαθό ἐργάστηκες μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, θά τό θυμᾶσαι καί ὅ,τι κακό ἐργάστηκες μέ τή συνεργασία τῶν δαιμόνων καί αὐτό θά τό θυμᾶσαι, σέ ποιά παθη δούλεψες. Αὐτή ἡ μνήμη εἶναι ἀκριβῶς, ἡ ὁποία θά λειτουργήσει εἴτε κολαστικά εἴτε ὡς μία μακαριότητα.

Οἱ ψυχές μετά τόν χωρισμό τους ἀπό τό σῶμα ἐξακολουθοῦν νά ζοῦν, καί ἀποδεικνύεται ἀπό τήν εὐαγγελική παραβολή γιά τόν πλούσιο καί τόν Λάζαρο, καί «διατηροῦν ὄχι μόνο τήν αὐτοσυνειδησία τους», ξέρουν δηλαδή ποιά εἶναι καθεμιά, «ἀλλά καί τήν προδιάθεσή τους, δηλαδή ἐλπίδα καί φόβο, χαρά καί λύπη»13. Πῶς ἦταν σ’ αὐτή τή ζωή ἐδῶ; Ζοῦσαν μέ χαρά; Ζοῦσαν μέ φόβο; Ζοῦσαν μέ λύπη; Ζοῦσαν μέ ἐλπίδα; Ποιά προδιάθεση εἶχαν σ’ αὐτή τή ζωή, μ’ αὐτή θά ἐξακολουθήσουν νά ζοῦν καί μετά τήν ἔξοδο ἀπό τό σῶμα. Πόσο σημαντικό εἶναι αὐτό! Ἄν ζεῖς ἐδῶ μέ κατάθλιψη δηλαδή, καί μετά θάνατον πάλι μέ κατάθλιψη θά εἶσαι. Φοβερό δέν εἶναι; Εἶναι, αὐτό πού λέει καί ὁ λαός, ὅπως ἔστρωσες θά κοιμηθεῖς. Ἑτοίμασες τήν ἄλλη ζωή μέ τόν τρόπο πού ἔζησες ἐδῶ.

«Καί ἤδη ἀρχίζουν νά προγεύονται σέ κάποιο βαθμό», ἀφοῦ βγοῦν ἀπό τό σῶμα οἱ ψυχές, «αὐτό πού περιμένουν νά αἰσθανθοῦν κατά τήν Τελική Κρίση»14. Δηλαδή, ἀμέσως μόλις βγεῖ ἀπό τό σῶμα ἡ ψυχή προγεύεται τό τί θά ἐπακολουθήσει μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας καί τήν Κρίση.

«Γίνονται», λέει ὁ Ἅγιος Κασσιανός, «ἀκόμα περισσότερο ζωντανές -οἱ ψυχές- καί προσηλώνονται μέ ἀκόμα περισσότερο ζῆλο στή δοξολογία τοῦ Θεοῦ», ὅταν φυσικά κι ἐδῶ στή γῆ δοξολογοῦσαν τόν Θεό. «Ἡ ψυχή εἶναι τό πιό πολύτιμο κομμάτι τοῦ ἀνθρώπου, τελεῖ, σύμφωνα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο, κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ – «εἰκών καί δόξα Θεοῦ ὑπάρχων· κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν»15. Εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, λοιπόν, κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. «Καί ἐμπεριέχοντας τήν ὅλη δύναμη τῆς λογικῆς, εὐαισθητοποιεῖ μέσω τῆς παρουσίας της ἀκόμα καί τήν ἄλαλη καί ἀσύνειδη ὕλη τῆς σάρκας»16. Ἡ σάρκα εἶναι ἄλαλη καί ἀσύνειδη, ἀλλά μέ τήν ψυχή καί ἡ σάρκα ἀποκτάει ζωή. Ὅταν φεύγει ἡ ψυχή, βλέπουμε τήν σάρκα νά διαλύεται, νά ἀποσυντίθεται.

«Ἔτσι, λοιπόν, ἐάν ἔπρεπε νά ἐξαγάγουμε κάποιο λογικό συμπέρασμα ἐπί τῇ βάσει τῆς μαρτυρίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅσον ἀφορᾶ τή φύση τῆς ψυχῆς, στό μέτρο τῆς ἀνθρώπινης κατανόησής μας, δέ θά ἦταν ἄραγε ἔστω ἀνοησία, γιά νά μήν πῶ ἀκραία ἠλιθιότητα, νά ὑποπτευόμαστε ἀκόμα καί στό ἐλάχιστο ὅτι θά χάσει τήν αὐτοσυνειδησία της ἀφοῦ ἀποβάλει αὐτήν τή σαρκική παχύτητα μέ τήν ὁποία εἶναι ἐνδεδυμένη στήν παροῦσα ζωή;»17. Αὐτά ὅλα τά λέει ὁ Ἅγιος Κασσιανός.

– Ἡ ψυχή πού εἶναι κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ μετά τήν ἔξοδό της ἀπό τό σῶμα, στό ὁποῖο δίνει ζωή, χάνει τό κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση; Εἶναι ποτέ δυνατόν; Χάνει τήν αὐτοσυνειδησία της;

Ὄχι, βέβαια. «Ἕπεται, συνεπῶς, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ φύση τῆς λογικῆς ἀπαιτεῖ, ὅτι τό πνεῦμα, ἀφοῦ ἀπελευθερωθεῖ ἀπό αὐτή τή σαρκική τραχύτητα ἐξαιτίας τῆς ὁποίας εἶναι ἐξασθενημένο στήν παροῦσα ζωή, θά πρέπει νά φέρει τίς διανοητικές του δυνάμεις σέ μία καλύτερη κατάσταση καί νά τίς ἀποκαταστήσει, ὥστε νά γίνουν πιό καθαρές καί ἐκλεπτυσμένες. Δέν θά πρέπει, ὅμως, νά τίς ἀποστερηθεῖ»18. Τό πνεῦμα, ἡ ψυχή, μέ ὅλες τίς δυνάμεις της, τόν νοῦ, τή λογική, ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, βγαίνοντας ἀπό τό σῶμα καί ἐλευθερούμενη ἡ ψυχή ἀπό αὐτή τή σαρκική τραχύτητα, ἀπό τό σῶμα, τότε ἀκόμα περισσότερο ἐκλεπτύνει καί φέρνει σέ καλύτερη κατάσταση τίς δυνάμεις της. Γίνεται ἀκόμα πιό ἐνεργή ἡ ψυχή βγαίνοντας ἀπό τό σῶμα καί ὄχι μόνο δέν χάνει τήν αὐτοσυνειδησία της ἀλλά ἀκόμα περισσότερο κρατύνεται ἐλευθερούμενη ἀπό τό σῶμα.

«Οἱ σημερινές «μεταθανάτιες» ἐμπειρίες ἔχουν ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους», λέει ὁ π. Σεραφείμ, «σέ μία σκανδαλώδη ἐπίγνωση ὅσον ἀφορᾶ τήν αὐτοσυνειδησία τῆς ψυχῆς ἐκτός τοῦ σώματος». Πράγματι, ὅλοι αὐτοί πού ἔχουν πάει καί ἔχουν ἐρθεῖ πίσω ἀπό τήν ἄλλη ζωή, ὅπως λέμε ἔτσι ἁπλά, ἀκριβῶς αὐτό μαρτυροῦν, ὅτι ὑπάρχει αὐτοσυνειδησία τῆς ψυχῆς, ὅτι ξέρουνε ποιοί εἶναι, μέ τό πού βγήκανε ἀπό τό σῶμα, δέν χάνουν τήν αὐτοσυνειδησία τους. Ἔχουν ἐπίγνωση τοῦ ποιοί εἶναι βρισκόμενοι ἐκτός τοῦ σώματος καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ἡ ψυχή ἔχει «καί τήν ὀξύτερη καί ταχύτερη ἀπόδοση τῶν διανοητικῶν της λειτουργιῶν», γιατί ἀκριβῶς ἔχει βγεῖ ἀπό τό σῶμα. «Ὅμως αὐτή ἡ ἐπίγνωση δέν ἀρκεῖ ἀπό μόνη της ὥστε νά προφυλάξει τόν ἄνθρωπο πού βρίσκεται σέ μία τέτοια κατάσταση ἀπό τίς πλάνες πού προκαλοῦν οἱ ὀπτασίες τοῦ «ἐξωσωματικοῦ» κόσμου. Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νά κατέχει τήν πλήρη χριστιανική διδασκαλία σχετικά μέ τό θέμα αὐτό»19, γιά νά μήν πέσει σέ πλάνη.

– Ποιές εἶναι οἱ πλάνες;

Εἶναι οἱ δαιμονικές πλάνες. Καί αὐτοί πού βγαίνουν ἀπό τό σῶμα τους γιά λίγο καί ἐπιστρέφουν πάλι, πολλές φορές μᾶς λένε γιά ὡραῖα λιβάδια, γιά τούνελ πού περνᾶνε, τά ὁποῖα ὅλα αὐτά εἶναι καταστάσεις, εἴτε δικές τους ἀπό τή φύση τους, εἴτε δαιμονικές. Δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό. Ἐκεῖνο πού εἶναι ἀπό τόν Θεό εἶναι οἱ ἀποκαλύψεις πού μᾶς περιγράφουν οἱ Ἅγιοι, πού βλέπουν Ἀγγέλους, βλέπουν Ἁγίους… Αὐτά εἶναι τά ἀληθινά, τά πραγματικά. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πλάνες. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ π. Σεραφείμ, ἔχουν αὐτοσυνειδησία, καταλαβαίνουν ὅτι οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς γίνονται πιό ἐκλεπτυσμένες καί ὀξύτερες μέ τό πού βγαίνει ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα, ἀλλά αὐτό δέν προφυλάσσει τήν ψυχή ἀπό τούς δαίμονες, τίς ἀπάτες πού τούς κάνουν οἱ δαίμονες βγαίνοντας ἀπό τό σῶμα. Γι’ αὐτό καί βλέπετε, ὅλοι αὐτοί μιλᾶνε γιά ὡραῖα πράγματα. Δηλαδή, ὅλοι αὐτοί πού θά βγοῦνε θά πᾶνε στόν παράδεισο… Δέν εἶναι ἔτσι, εἶναι δαιμονική πλάνη αὐτό. Πρέπει κανείς νά ἔχει σωστή γνώση τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἁγίων Πατέρων, γιά νά μήν πέσει σέ τέτοια πλάνες, τίς ὁποῖες μᾶς παρουσιάζουν καί διηγοῦνται αὐτοί οἱ ἄνθρωποι μέ τίς ἐπιθανάτιες ἤ μεταθανάτιες ἐμπειρίες.

Ξαναγυρίζουμε τώρα στόν Εὐεργετινό. «Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου: Ὅταν κοιμήθηκε ὁ ὅσιος πατήρ ἡμῶν Εὐθύμιος καί τό ἀθλητικό καί πολυβασανισμένο σῶμα του κατετέθηκε μέ τούς ἁρμόζοντας ὕμνους στόν πλουσιοστολισμένο τάφο, τότε ὁ γνήσιος καί πραγματικά μεγάλος μαθητής τοῦ μεγάλου Πατρός, Δομετιανός, ὁ ὁποῖος καί τήν ζωή τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου μέ μεγάλη ἀκρίβεια εἶχε μιμηθεῖ καί ὑπηρέτησε τόν Ἅγιο περισσότερα ἀπό πενήντα χρόνια, δέν ἔφυγε ἀπό τόν τάφο, ἄλλα παρέμεινε πλησίον τοῦ μνήματος ἐπί ἕξι ἡμέρες, νομίζοντας ὅτι δέν θά μποροῦσε νά ζήσει πλέον, μετά τόν θάνατο τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου, οὔτε καί νά βλέπει ἀκόμη καί τό φῶς χωρίς ἐκεῖνον». Τόσο πολύ τόν ἀγαποῦσε. Γιά πενήντα χρόνια τόν ὑπηρετοῦσε καί τόν ἀντέγραφε. «Ὅταν ὅμως πέρασε πλέον καί ἡ ἕβδομη μέρα παρουσιάζεται στόν Δομετιανό ὁ Εὐθύμιος, κατά τήν νύκτα, μέ φαιδρό –χαρούμενο– πρόσωπο καί τοῦ λέει: – Ἔλα, νά ἀπολαύσεις τήν δόξα, πού ἔχει ἑτοιμασθεῖ γιά σένα. Διότι ὁ Θεός μᾶς χάρισε τό προνόμιο νά ζοῦμε μαζί καί ἐδῶ σέ τοῦτο τόν τόπο. Ἀμέσως ὁ Δομετιανός τρέχει καί φανερώνει ὅλα αὐτά στήν σύναξη τῶν ἀδελφῶν. Καί ἔτσι, χαρούμενος καί αὐτός, καί μέ τήν ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν ἐγκαταλείπει τόν βίο»20. Βλέπουμε πόση εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Προετοιμάζει τόν Ἅγιο Δομετιανό μέ τό ὅραμα αὐτό τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου καί φεύγει κι αὐτός, γιά νά πάει στόν ἴδιο τόπο πού ἦταν ἡ ψυχή τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου καί νά ζήσουν μαζί. Ὅπως ἦταν μαζί σ’ αὐτή τή ζωή, ἔτσι καί στήν αἰωνιότητα. Νά εἶναι πάντα μαζί.

Οἱ Ἅγιοι λοιπόν, βλέπετε, κατατάσσονται μαζί τούς ὁμοίους τους. Ἄν δεῖτε καί τίς ἁγιογραφίες πού ἔχουμε, τῆς Δευτέρας Παρουσίας κ.λ.π. ὑπάρχουν ὁμάδες. Οἱ ἱεράρχες εἶναι ὅλοι μαζί, οἱ ἀσκηταί εἶναι ὅλοι μαζί, οἱ παρθένοι εἶναι ὅλοι μαζί, οἱ μάρτυρες εἶναι ὅλοι μαζί. Ὑπάρχει αὐτή ἡ κατάταξη τῶν Ἁγίων μέ τούς ὁμοίους τους.

«Τοῦ ἀββά Ἰσαάκ τοῦ Σύρου: Ὁ Σωτήρ ἡμῶν πολλές μονές τοῦ Πατρός ὀνομάζει τά μέτρα τῆς διανοίας ἐκεῖνων οἱ ὁποῖοι διαμένουν σέ ἐκείνη τήν χώρα». Τά μέτρα τῆς διανοίας, τό πόσο ἀγάπησαν τόν Θεό, προσηλώθηκαν στόν Θεό, ἑνώθηκαν μέ τόν Θεό. Ὁ Ἅγιος ἔχει μία μονή – διαμονή ἀνάλογη μέ τό πόσο δόθηκε στόν Θεό. «Ἐννοῶ ὡς μέτρα διανοίας τόν διαφορετικό τρόπο, κατά τόν ὁποῖο ἡ διάνοια ἑκάστου ἐκ τῶν σωζομένων ἐντρυφᾶ καί ἀπολαμβάνει τήν μακαριότητα τοῦ Παραδείσου»21. Ὑπάρχει μία μέθεξη τῆς μακαριότητας διαφορετική στόν κάθε δίκαιο, στόν κάθε Ἅγιο, σέ σχέση μέ τό πόσο ἐμβάθυνε, ὅσο ἦταν σ’ αὐτή τή ζωή, στό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο ἐγκεφαλικά, διανοητικά, ἀλλά καί καρδιακά, βιωματικά. Πόσο καθάρισε τήν καρδιά του καί δέχτηκε τήν γνώση τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεός δέν γνωρίζεται μέ τόν ἐγκέφαλο ἀλλά μέ τήν καρδιά. Στό μέτρο πού κανείς καθαρίσει τήν καρδιά του, γνωρίζει τόν Θεό. Γι’ αὐτό ἡ ὁδός τῆς θεογνωσίας δέν εἶναι ὁ στοχασμός, ὅπως ἔλεγε ὁ αἱρετικός Βαρλαάμ πού ἦρθε ἀπό τή Δύση, οὔτε ἡ φιλοσοφία οὔτε τό νά μελετᾶ κανείς τούς φιλοσόφους τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, τόν Ἀριστοτέλη, τόν Πλάτωνα, καί νά λειτουργήσει μέ βάση τίς διδασκαλίες τους. Ἀλλά ἡ ὁδός τῆς θεογνωσίας εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδίας. Γι’ αὐτό καί εἶπε ὁ Κύριος «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται»22. Αὐτοί πού καθάρισαν τήν καρδιά τους, θά δοῦνε τόν Θεό. Ἑπομένως, δέν εἶναι προνόμιο τῶν μορφωμένων, τῶν φιλοσοφούντων, αὐτῶν πού γνώρισαν τήν ἀρχαία σοφία κ.λ.π. ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, εἶναι προνόμιο ἐκείνων πού ἐργάστηκαν, ἀνεξάρητα τῆς μορφώσεως πού εἶχαν, στήν καρδιά τους καί τήν καθάρισαν ἀπό τά πάθη. Κι ἕνας ἀγράμματος μπορεῖ νά προχωρήσει πάρα πολύ βαθιά στή μέθεξη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ, κατά τό μέτρο τῆς διανοίας των καί θά ἀπολαύσουν, δηλαδή τό πόσο ἐργάστηκαν καί μπῆκαν μέσα στό μυστήριο τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ.

Ὁ διαφορετικός τρόπος μέτρου τῆς διανοίας εἶναι ὁ διαφορετικός τρόπος κατά τόν ὁποῖο ἡ διάνοια ἑκάστου ἐκ τῶν σωζομένων ἐντρυφᾶ καί ἀπολαμβάνει τήν μακαριότητα τοῦ Παραδείσου. «Γιατί ὁ Κύριος δέν χαρακτήρισε ὡς μονές διαφορετικούς τόπους, ἀλλά τίς τάξεις τῶν χαρισμάτων ἐκάλεσε μονές». Κατά τό ποία χαρίσματα ἐργάστηκαν καί ἀπέκτησαν ἐδῶ, κατά τά χαρίσματα αὐτά θά καταταχθοῦν οἱ Ἅγιοι. Οἱ διάφορες μονές εἶναι οἱ διάφορες τάξεις τῶν χαρισμάτων.

«Ὅπως δηλαδή καθένας ἀπό μᾶς ἀπολαμβάνει τόν αἰσθητό ἥλιο ἀνάλογα μέ τήν δύναμη τῆς ὁράσεώς του, χωρίς ὁ ἕνας αὐτός ἥλιος νά διαμοιράζεται σέ πολλές λάμψεις, ἀλλα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους ἔχει τήν ἴδια λαμπρότητα, τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τούς δικαίους στήν μέλλουσα ζωή. Ὅλοι δηλαδή οἱ δίκαιοι διαμένουν σέ μία περιοχή, καθένας ὅμως ἀπό αὐτούς θά σύρει πρός τόν ἑαυτό του καί θά ἀπολαμβάνει τήν λαμπρότητα καί εὐφροσύνη τοῦ νοητοῦ Ἡλίου, ἀνάλογα μέ τό μέτρο τῆς δικῆς του καθαρότητος». Πόσο καθαρά θά εἶναι τά μάτια τῆς ψυχῆς, τόσο θά μετέχει περισσότερο, θά καταλαβαίνει, θά δέχεται τήν λαμπρότητα τοῦ Ἥλιου. Ὁ Ἥλιος δέν ἀλλάζει, ὁ Ἥλιος εἶναι ἕνας, ὁ Χριστός, καί λάμπει σέ ὅλους. Ἀλλά ὅλοι δέν τόν καταλαβαίνουν μέ τόν ἴδιο τρόπο. Γιατί; Γιατί δέν ἔχουν τά ἴδια μάτια. Ἄλλα μάτια ἔχει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος καί ἄλλα μάτια ἔχει ἕνας ἁπλός δίκαιος πού μετανόησε. «Τόση, δηλαδή, λαμπρότητα καί εὐφροσύνη θά ἀπολαμβάνει ὁ κάθε δίκαιος, ὅση εἶναι δυνατόν νά δεχθεῖ καί νά χωρέσει»23. Δέν κάνει δηλαδή ὁ Θεός διακρίσεις. Ἡ διάκριση γίνεται ἀπό ἐμᾶς. Ἀνάλογα μέ τό πόσο ἐμεῖς καθαρίσαμε τά μάτια μας, τά μάτια τῆς ψυχῆς καί τά καταστήσαμε ἱκανά νά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.

Λέει τώρα ὁ Πέτρος: «Ἔχω τή γνώμη, τίμιε Δέσποτα, ὅτι ἐπειδή τό ἀνθρώπινο γένος ὑπετάγη σέ πολλά καί ἀμέτρητα πάθη, γι’ αὐτό τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ἐπουρανίου Ἱερουσαλήμ θά γεμίσει ἀπό νήπια»24. Μόνο τά νήπια δηλαδή εἶναι ἄξια νά πᾶνε στόν παράδεισο, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουμε γεμίσει μέ πάθη καί ἁμαρτίες.

Καί τοῦ ἀπαντάει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος: «Δέν ἀμφιβάλλουμε ὅτι τά βαπτιζόμενα νήπια πού ἀποθνήσκουν κατά τήν νηπιακή τους ἡλικία, θά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν»25. Τά βαπτιζόμενα ἔ; Αὐτά πού ἔχουν βαπτιστεῖ, γιατί δέν νοεῖται σωτηρία χωρίς βάπτισμα. Ὁ Κύριος εἶπε «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται»26. Εἶναι δύο βασικές προϋποθέσεις. Δέν εἶναι θέμα τύχης, νά μᾶς βάλει ὁ Θεός κι ἐμᾶς σέ μιά ἀκρούλα… Εἶναι θέμα ὀντολογικό θά λέγαμε. Δηλαδή, θά πρέπει νά ἀνακαινιστεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιά νά μπορέσει νά σωθεῖ, δηλαδή νά διασωθεῖ, νά ὑπάρχει στήν αἰωνιότητα. Καί αὐτή ἡ διάσωσις στήν αἰωνιότητα, ἡ ὕπαρξις στήν αἰωνιότητα ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ὕπαρξή μας μέ Αὐτόν πού εἶναι αἰώνιος καί Αὐτός εἶναι μόνο ὁ Θεός. Ὁ Θεός εἶπε πώς μποροῦμε νά ἑνωθοῦμε μέ Αὐτόν μέ τό βάπτισμα, τήν ὀρθή πίστη καί τήν ὀρθή ζωή. Γι’ αὐτό μίλησε γιά σωτηρία μέ τίς δύο αὐτές προϋποθέσεις, τό βάπτισμα καί τήν πίστη. Τήν πίστη ὄχι τήν θεωρητική βεβαίως, ἀλλά τήν πίστη πού ἐπαληθεύεται μέ τά ἔργα, μέ τίς πράξεις.

Ὅσα νήπια λοιπόν, λέει, βαπτίζονται καί πεθαίνουν, αὐτά σίγουρα μπαίνουν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. «Δέν πρέπει ὅμως νά πιστεύουμε ὅτι θά εἰσέλθουν στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί ὅλα ἐκεῖνα τά νήπια πού εἶχαν ἀρχίσει νά ὁμιλοῦν»27. Προσέξτε τώρα! Λέει κανείς: μικρό παιδάκι – ἀγγελάκι! Δέν εἶναι πάντα ἀγγελάκι.. γιατί καί τά παιδιά ἐπηρεάζονται πάρα πολύ ἀπό τούς γονεῖς, ἀντιγράφουν τούς γονεῖς καί, ἄν δέν πάρουν σωστή ἀγωγή, μπορεῖ νά γίνουν καί διαβολάκια. «Ἡ εἴσοδος τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν θά ἀποκλεισθεῖ ἀπό πολλά νήπια, ἐξαίτιας τῶν γονέων τους, ἐάν ἔδωσαν σ’ αὐτά κακή ἀνατροφή»28.

Ἀκοῦστε παράδειγμα: «Σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν πόλη ζεῖ κάποιος ἄνθρωπος, πού εἶναι σέ ὅλους γνωστός· αὐτός λοιπόν, πρό τριῶν ἐτῶν, εἶχε ἕναν υἱό, ὁ ὁποῖος, ὅπως ὑποθέτω, θά ἦταν τότε πέντε ἐτῶν, τόν ὁποῖο ἐπειδή ὑπεραγαποῦσε σωματικά, δέν προσπαθοῦσε καθόλου νά τοῦ δώσει καλή ἀνατροφή»29, ὅπως δυστυχῶς συμβαίνει μέ πολλούς γονεῖς. Ἀγαποῦν τά παιδιά τους σωματικά, δηλαδή σαρκικά. Τά γεννοῦν κατά σάρκα, ὅπως ἔλεγε καί ὁ μακαριστός π. Σωφρόνιος, ὁ Γέροντας τοῦ Ἔσσεξ. Οἱ μητέρες λέει, σήμερα, γεννοῦν παιδιά κατά σάρκα. Δηλαδή κάνουν παιδιά κατά σάρκα καί ὄχι κατά πνεῦμα. Ἁπλῶς βιολογικά δηλαδή γεννοῦν, ὅπως γεννοῦν -συγγνώμη- τά ζῶα. Αὐτό θά πεῖ κατά σάρκα. Ἁπλῶς βιολογικά καί τό βλέπει κανείς καί τό ἀκούει κιόλας νά τό λένε, θέλω νά κάνω ἕνα παιδί, λέει ἡ κοπέλα ἄς ποῦμε… τώρα πῶς θά τό κάνει τό παιδί, δέν ἔχει καί τόση σημασία. Εἴτε ἐκτός γάμου εἴτε παιδί τοῦ σωλήνα… ὁτιδήποτε. Ἁπλῶς θέλω νά κάνω παιδί! Νά γεννήσει κατά σάρκα. Μά δέν εἶναι αὐτό πού σώζει ὅμως, οὔτε τή μάνα οὔτε τό παιδί. Θά πρέπει νά γεννήσει κατά πνεῦμα. Νά τό ἀναγεννήσεις δηλαδή. Αὐτό τό παιδί, πού θά σοῦ δώσει ὁ Θεός, νά τό βαφτίσεις, νά τό νουθετήσεις, νά τοῦ ἐμπνεύσεις τήν πίστη, τήν ἁγιότητα, τήν ὁποία φυσικά θά πρέπει νά ἔχεις κι ἐσύ γιά νά τοῦ τήν ἐμπνεύσεις, νά τοῦ τή δώσεις. Ἀλλιῶς θά τό κολάσεις καί μαζί μ’ αὐτό θά κολαστεῖς κι ἐσύ. Γιατί ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας ἔχουν τεράστια εὐθύνη μπροστά στόν Θεό καί ὁ Θεός θά τούς πεῖ, γιατί ἔκανες αὐτό τό παιδί; Γιά νά τό κολάσεις; Οὔτε βεβαίως εἶναι σωστό καί τό ἄλλο, ἀφοῦ δέν μπορῶ νά τά μεγαλώσω, δέν κάνω παιδιά, ἀποφεύγω τήν τεκνογονία. Αὐτό εἶναι μεγαλύτερη ἁμαρτία, ὅταν κανείς ἔχει σχέσεις μέσα στόν γάμο καί ἀποφεύγει τήν τεκνογονία.

Σ’ αὐτή λοιπόν τήν πόλη ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος τέτοιος, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε σαρκικά τό παιδί του καί δέν τοῦ ἔδινε καθόλου καλή ἀνατροφή. «Ἐξαίτιας αὐτοῦ, τό παιδί, ὅταν κάποιος τό ἐνοχλοῦσε, συνήθιζε – πράγμα, πού, καί νά τό πῶ ἀκόμη, εἶναι ἐπικίνδυνο – νά βλασφημεῖ τήν μεγαλοσύνη τοῦ Θεοῦ»30. Μόλις τό πείραζαν, κάτι τό ἐνοχλοῦσε, βλασφημοῦσε. Μικρό παιδί! Λόγω τῆς κακῆς ἀνατροφῆς. Γιατί, μπορεῖ τό παιδάκι κάποια στιγμή νά ἀκούσει μιά βρισιά, νά τήν ἐπαναλάβει, δέν ξέρει καί καλά-καλά τί σημαίνει, καί ἀντί ὁ πατέρας νά τό μαλώσει, μπορεῖ νά γελάσει κιόλας. Θά πεῖ καί τό παιδί, κοίταξε ὁ μπαμπάς χαίρεται μ’ αὐτό πού κάνω, ἄρα θά τό ξανακάνω. Βλέπουμε τέτοια οἰκτρά περιστατικά καθημερινά. Νά σφάλλει τό παιδί καί ὁ μπαμπάς καί ἡ μαμά νά γελᾶνε, ἀντί νά ἐπιτιμήσουν καί νά μαλώσουν τό παιδί τους.

«Τό παιδί λοιπόν αὐτό, ὅταν πρό τριῶν ἐτῶν ἔπεσε στήν περιοχή αὐτή μία θανατηφόρος ἐπιδημία, προσεβλήθη ἀπό αὐτήν καί ἦλθε στόν θάνατο. Ὅπως δέ ἐξιστοροῦν οἱ αὐτόπτες μάρτυρες, καθώς κρατοῦσε ὁ πατέρας στήν ἀγκαλιά του τό παιδί, εἶδε τό ἴδιο τό παιδί τά πονηρά πνεύματα νά ἔρχονται κοντά του»31, ἀφοῦ εἶχε συγγενέψει μ’ αὐτά… τόσες φορές βλασφημοῦσε τόν Θεό.

– Ποιός εἶναι ὁ βλάσφημος;

Ὁ κατεξοχήν βλάσφημος εἶναι ὁ διάβολος. Δέν ξέρω ἄν ποτέ ἔχετε δεῖ δαιμονισμένο ἤ δαιμονισμένη πῶς βλασφημοῦν! Μιλάει ὁ δαίμονας μέσα ἀπό αὐτόν καί βλασφημεῖ τόν Θεό.

Εἶδε, λοιπόν, τό παιδί αὐτούς μέ τούς ὁποίους εἶχε συγγενέψει, ἐξαιτίας τῆς κακῆς ἀγωγῆς τῶν γονέων. «Τότε τό παιδί ἄρχισε νά τρέμει», μέ τό πού εἶδε τούς δαίμονες νά ἔρχονται κοντά του «καί νά ἀνοιγοκλείνει τά μάτια του ἀπό φόβο, καί μέ ἀπόγνωση νά κραυγάζει πρός τόν πατέρα του: Πατέρα, σῶσε με, προφύλαξέ με. Συγχρόνως δέ, μέ τίς κραυγές αὐτές, ἔστρεφε τό πρόσωπό του πρός τό στῆθος τοῦ πατρός του, σάν νά ἤθελε νά κρυφθεῖ»32, νά πάει στήν ἀγκαλιά τοῦ πατέρα του.

«Ὅταν ὁ πατήρ εἶδε τόν υἱό του νά τρέμει, τόν ρώτησε μέ ἀγωνία, τί βλέπει. Ὁ υἱός ἀπάντησε ἦλθαν κοντά μου μαῦροι ἄνθρωποι καί θέλουν νά μέ πάρουν μαζί τους. Μόλις τελείωσε τήν φράση του αὐτή, ἀμέσως –φοβερό!– βλασφήμησε τό ὄνομα τῆς Θείας Μεγαλωσύνης καί μέ τήν βλασφημία αὐτή ξεψύχησε»33. Βλέπετε τί φοβερό πράγμα! Τί φοβερό πράγμα… Δέν εἶναι ἀστεῖα τά πάθη καί οἱ δαίμονες καί οἱ ψυχές τῶν παιδιῶν μας.

Πόσοι γονεῖς ἔρχονται καί μοῦ λένε διάφορα γιά τά παιδιά τους -κάνω μιά παρένθεση τώρα, νά μέ συγχωρέσετε- τά ὁποῖα συζοῦνε… χίλια δυό ἁμαρτήματα κάνουνε… καί τούς ρωτάω:

– Εἶπες ποτέ στό παιδί σου νά φυλάξει τήν παρθενία του;

Μέ κοιτᾶνε!

– Καλά, ἐσύ ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, εἶπες ποτέ στήν κόρη σου ὅτι πρέπει νά κρατήσει τήν ἁγνότητά της μέχρι τόν γάμο;

Ὄχι, λέει, πάτερ, δέν τό εἶπα…

– Τί περιμένεις τώρα νά θερίσεις;

Θά θερίσεις πορνεῖες, προγαμιαῖες σχέσεις, ἐξώγαμα.. κι ἄν φτάσει στόν γάμο, ἀμέσως μετά διαζύγιο. Καί θά ἔχεις καί δυό-τρία κουτσούβελα νά τά μεγαλώνεις… καί νά κλαῖς… καί νά κλαίει κι αὐτή, νά πηγαίνει ἀπό δωμάτιο σέ δωμάτιο καί νά κλαίει… Λοιπόν, δέν εἶναι ἁπλά πράγματα. Ἔχουμε τεράστια εὐθύνη, καί εἰδικά οἱ γονεῖς, γιατί δέν λέμε τά σωστά πράγματα στά παιδιά, δέν τούς κάνουμε σωστή ἀγωγή. Τά ἀφήνουν τά παιδιά ὅπως τύχει καί φυσικά τό παιδί θά πάει ἐκεῖ πού εἶναι τό πιό φαινομενικά εὔκολο. Τό πιό φαινομενικά εὔκολο εἶναι τό ἁμαρτωλό, τό ἐμπαθές. Ἡ ἀρετή φαίνεται δύσκολη, ἐνῶ εἶναι τό πιό εὔκολο, εἶναι τό φυσιολογικό μας. Ὅμως ὁ διάβολος τήν παρουσιάζει πολύ δύσκολο. Καί στήν ἐποχή μας… σοῦ λέει ἀδύνατο! Δέν ὑπάρχει τέτοια περίπτωση…

– Νά κρατήσει τό παιδί σήμερα τήν ἁγνότητά του; Πάτερ, μπορεῖ;

Δέν γίνεται… Ἔρχονται μητέρες καί πατέρες καί μοῦ λένε αὐτό τό πράγμα. Καί ὅταν τούς λέω, εἶχε τό παιδί σου προγαμιαῖες σχέσεις; Λέει, βέβαια πάτερ, φυσικά! Εἶναι φυσιολογικό, λέω, αὐτό; Λέει: Γίνεται νά μήν ἔχει;! Λέω, γίνεται! Ἐγώ ξέρω πολλά παιδιά πού δέν ἔχουν. Μέ κοιτᾶνε.. Λέω, δέν μέ πιστεύεις; Δυσκολεύεται νά μέ πιστέψει. Ὄχι, λέει, ἀφοῦ τό λέτε ἐσεῖς, σᾶς πιστεύω.

Ἀλλοίμονο, ἄν ὁ Θεός μᾶς ζητάει πράγματα πού δέν γίνονται. Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά λές ὅτι ἕνα παιδί σήμερα δέν εἶναι δυνατό νά φυλαχθεῖ ἁγνό καί καθαρό. Εἶναι σάν νά λές ὅτι ὁ Θεός μᾶς βάζει ἐντολές πού δέν μποροῦμε νά τίς τηρήσουμε καί μετά μᾶς κολάζει κιόλας. Ἄρα εἶναι ἄδικος… Φοβερή βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Καί αὐτή εἶναι πού δέν συγχωρεῖται ποτέ, ὅπως εἶπε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.

Ὅταν ὁ πατέρας, λοιπόν, εἶδε αὐτά ὅλα καί εἶδε νά τελειώνει ἔτσι τό παιδί του, τί θά ἔκανε ἄραγε; Θά λυπήθηκε φοβερά καί ὑπερβολικά. «Γιά νά δείξει, δηλαδή, ὁ παντοδύναμος Θεός γιά ποιό ἁμάρτημα παρεδόθηκε τό παιδί σέ τέτοιους ὑπηρέτες, παρεχώρησε νά πεθάνει μέ αὐτό τό ἁμάρτημα, ἀπό τό ὁποῖο δέν προσπάθησε ὁ πατέρας του νά τό ἐμποδίσει ὅταν ζοῦσε»34. Μπορεῖ νά χασκογελοῦσε κιόλας, ὅταν τό ἄκουγε νά βλαστημάει. Ὅταν τό παιδί σου ξεπορτίζει καί πορνεύει τί κάνεις; Μήπως λές: καλά πᾶμε; Κάπου θά σκαλώσει, θά παντρευτεῖ κιόλας… τόν πετύχαμε τόν σκοπό μας… Ἔτσι λές; Κάηκες!

«Αὐτό τό παιδί, πού ἀπό εὐσπλαγχνία ἀνεχόταν ὁ Θεός νά ζεῖ σάν βλάσφημος ἐπέτρεψε κατά τήν δικαία Του κρίση, νά βλασφημήσει ὅταν πέθανε, γιά νά ἐννοήσει καλῶς ὁ ἀμελής πατέρας τήν ἁμαρτία του». Βλέπετε, πῶς ὁ Θεός προσπαθεῖ νά μᾶς σώσει, ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή! Καί μέσα ἀπό τόν θάνατο τῶν παιδιῶν μας νά μετανοήσουμε, νά προσευχηθοῦμε, νά ζητήσουμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί γιά μᾶς καί γιά τά παιδιά μας, ἔστω καί μετά τόν θάνατό τους! «Γιατί ἀδιαφορώντας αὐτός ὁ πατέρας γιά τήν ψυχή τοῦ μικροῦ παιδιοῦ του, ἀνέθρεψε γιά τήν γέεννα τοῦ πυρός ὄχι ἕνα μικρό ἀλλά ἕνα μεγάλο ἁμαρτωλό»35. Γιατί ἡ βλασφημία εἶναι τρομερή ἁμαρτία!

Φοβερή ἁμαρτία εἶναι ἡ βλασφημία, μαζί μέ τίς ἐκτρώσεις καί τίς διαστροφές πού ἔχουν ἐπικρατήσει μέσα στόν γάμο σήμερα. Στήν ἐποχή μας εἶναι οἱ τρεῖς μεγαλύτερες ἁμαρτίες πού ἔχουμε: ἡ βλασφημία, οἱ ἐκτρώσεις καί οἱ διαστροφές μέσα στόν γάμο. Οἱ τρεῖς φοβερότερες ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες ἀποκάλυψε ἡ Παναγία σ΄ ἕναν Ἅγιο τοῦ καιροῦ μας καί εἶπε ὅτι γιά αὐτές τίς ἁμαρτίες θά πληρώσουμε πάρα πολύ οἱ Ἕλληνες.

«Ἔλεγαν οἱ Γέροντες, ἀδελφοί, παιδεύσατε ἐσεῖς τά παιδιά, γιά νά μή σᾶς παιδεύσουν αὐτά»36. Φοβερή ἀλήθεια! Μόλις χθές διάβαζα ἕνα ἄρθρο πού μιλοῦσε γιά τό μπούλινγκ τῶν παιδιῶν ἐναντίον τῶν γονέων. Μέχρι τώρα μιλούσαμε γιά τό μπούλινγκ τῶν παιδιῶν μεταξύ τους στά σχολεῖα. Τώρα ὑπάρχει καί αὐτό τό φαινόμενο, πού ὅλο καί αὐξάνεται, μάλιστα ἀπό τό 2005 καί μετά. Ποιό; Οἱ γονεῖς τρῶνε ξύλο ἀπ’ τά παιδιά τους. Οἱ γονεῖς σήμερα ἔχουν γίνει ἄβουλοι, φοβικοί, μή τυχόν καί πῶ κάτι καί τό παιδάκι μου τραυματιστεῖ… μή τυχόν καί τό θίξουμε τό παιδί… τό στενοχωρήσουμε. Ἔτσι εἶσαι; Μετά ἀπό λίγο ἀρχίζουν τά βρισίδια καί τό ξύλο καί εἶναι πλέον παγκόσμιο φαινόμενο αὐτό, τά παιδιά νά δέρνουν τούς γονεῖς. Ἄρχισαν ν’ ἀσχολοῦνται μ’ αὐτό τώρα οἱ ψυχολόγοι καί οἱ κοινωνιολόγοι, πού μέχρι τώρα μᾶς λέγανε μή, μή, τά παιδάκια μήν τά πληγώσετε, μήν τούς πεῖτε τίποτα.. τώρα νά δοῦμε τί θά λένε…

Λοιπόν, παιδεύσατε τά παιδία, ἵνα μή σᾶς παιδεύσουν αὐτά! Γιατί ὁ Θεός παραχωρεῖ νά παιδαγωγοῦνται οἱ γονεῖς μέσω τῶν παιδιῶν.

Ἀλλά καί κάτι ἄλλο θέλω νά δοῦμε πρίν κλείσουμε.

– Τί εἶδε αὐτό τό μωρό;

Εἶδε τούς δαίμονες. Λίγο πρίν κοιμηθεῖ εἶδε τούς δαίμονες. Καί ὄχι μόνο αὐτό τό μωρό, πάρα πολλοί ἄνθρωποι λίγο πρίν φύγουν ἀρχίζουν νά βλέπουν τόν πνευματικό κόσμο. Λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς: «Συχνά αὐτή ἡ πνευματική ὅραση ἀρχίζει νά λειτουργεῖ στόν ἀποθνήσκοντα, ἀκόμα καί πρίν τόν θάνατό του καί ἐνόσω ἐξακολουθεῖ νά βλέπει τούς γύρω του», ὅπως αὐτό τό μωρό ἔβλεπε τόν πατέρα του. Ἔβλεπε, ὅμως, καί τούς μαύρους. «Ἀκόμα καί νά μιλᾶ μαζί τους, ὡστόσο βλέπει αὐτά πού οἱ ἄλλοι δέν μποροῦν νά δοῦν»37. Οἱ ἄλλοι δέν βλέπουν οὔτε τούς δαίμονες οὔτε τούς ἀγγέλους.

«Αὐτή ἡ ἐμπειρία τῶν ἀποθνησκόντων ἔχει παρατηρηθεῖ», λέει ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ, «κατά τή διάρκεια τῶν αἰώνων, καί δέν ἀποτελεῖ κάποιο νέο σημερινό φαινόμενο». Πάντα συνέβαινε αὐτό. Πρέπει ὅμως νά ποῦμε τό ἑξῆς: «μόνο στήν περίπτωση τῶν θεόπεμπτων ὁραμάτων τῶν δικαίων, κατά τά ὁποῖα τούς ἐπισκέπτονται Ἄγγελοι καί Ἅγιοι, μποροῦμε νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι πράγματι πρόκειται γιά ὀντότητες ἀπό τόν ἄλλο κόσμο». Ἀντίστοιχα καί γιά τούς μαύρους ἀγγέλους, τούς δαίμονες, πού καί γιά αὐτούς εἴμαστε βέβαιοι. Ὑπάρχουν καί κάποιες περιπτώσεις πού βλέπουν συγγενεῖς τους, καί λένε, ἦρθε ὁ πατέρας μου, ἦρθε ἡ μάνα μου… πού ἔχουν πεθάνει. Λέει ὁ π. Σεραφείμ «ἴσως ἀποτελοῦν μόνο ἕνα εἶδος «φυσικῆς» εἰσαγωγῆς στόν ἀόρατο κόσμο στόν ὁποῖο πρόκειται νά εἰσέλθει» ἡ ψυχή. Εἶναι μιά εἰσαγωγή. «Ἡ ἀληθινή φύση τῶν ὀπτικῶν εἰκόνων τῶν κεκοιμημένων, οἱ ὁποῖες ἐμφανίζονται κατόπιν, ἴσως εἶναι γνωστή μόνο στόν Θεό – δέν χρειάζεται νά προσπαθήσουμε νά τήν ἐξιχνιάσουμε»38. Τί εἶναι αὐτό τώρα; πράγματι ἦρθε ἡ μάνα του καί ὁ πατέρας του νά τόν ὑποδεχτοῦνε; Δέν ξέρουμε. Ὁ Θεός ξέρει τί εἶναι αὐτό. Πάντως εἶναι μία εἰσαγωγή στόν πνευματικό κόσμο ὅλο αὐτό. Ἐκεῖνο ὅμως πού εἶναι σίγουρο καί βέβαιο, εἶναι αὐτές οἱ ὁράσεις πού μᾶς περιγράφουν οἱ Ἅγιοι, ἤ αὐτές οἱ δαιμονικές πού διαβάσαμε ἐδῶ στόν Εὐεργετινό, πού πάλι τίς παραχωρεῖ ὁ Θεός γιά δική μας παιδαγωγία, αὐτῶν πού εἶναι γύρω ἀπό τόν ἀποθνήσκοντα.

«Ὁ Θεός παραχωρεῖ αὐτήν τήν ἐμπειρία», τό νά ἀνοίγουν τά πνευματικά μάτια ἐκείνου πού πεθαίνει, «σάν τόν πιό ἔκδηλο τρόπο γιά νά πληροφορήσει τόν ἀποθνήσκοντα ὅτι ὁ ἄλλος κόσμος δέν εἶναι, σέ τελευταία ἀνάλυση, ἕνας τελείως ξένος τόπος, ὅτι ἡ ζωή σέ αὐτόν ἐπίσης χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἀγάπη πού αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος γιά τούς οἰκείους του»39. Γι’ αὐτό καί παραχωρεῖ ὁ Θεός νά βλέπει κάποιους δικούς του ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔρχονται ὑποτίθεται νά τόν ὑποδεχτοῦν στόν ἄλλο κόσμο.

«Ὁ Ἐπίσκοπος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος ἐκφράζει συγκινητικά αὐτήν τήν ἀλήθεια λέγοντας στήν ἀποθνήσκουσα γυναίκα: Ἐκεῖ θά σέ συναντήσουν οἱ γονεῖς σου, οἱ ἀδελφοί καί οἱ ἀδελφές σου. Ὑποκλίσου βαθιά ἐνώπιόν τους, καί δῶσε τούς χαιρετισμούς μας, καί παρακάλεσέ τους νά προσεύχονται γιά μᾶς. Τά παιδιά σου θά τρέξουν γύρω σου, χαιρετώντας σε γεμάτα χαρά. Θά εἶσαι καλύτερα ἐκεῖ παρά ἐδῶ»40.

Καί συνεχίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς: «Ὅταν ἀφήνει τό σῶμα, ἡ ψυχή βρίσκεται ἀνάμεσα σέ ἄλλα πνεύματα, ἀγαθά καί πονηρά. Συνήθως ἔχει τήν τάση νά πρόσκειται -νά πλησιάζει– σέ ἐκεῖνα πού εἶναι περισσότερο συγγενή μέ αὐτήν στό πνεῦμα»41. Ἄν εἶχε στή ζωή αὐτή σχέση μέ τά ἀγαθά πνεύματα, μέ τούς ἁγίους, καί βγαίνοντας ἀπό τό σῶμα, θά πάει πρός τά ἐκεῖ. Ἄν ἐδῶ εἶχε συγγενέψει μέ τούς πονηρούς δαίμονες καί στήν ἄλλη ζωή θά πάει πρός αὐτούς.

«Ἐάν ὅσο καιρό βρισκόταν στό σῶμα τελοῦσε ὑπό τήν ἐπιρροή ὁρισμένων ἐξ αὐτῶν, θά παραμένει ἐξαρτημένη ἀπό τά ἴδια πνεύματα ὅταν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό σῶμα, ὅσο δυσάρεστη κι ἄν εἶναι τελικά ἡ συνάντηση μαζί τους»42.

– Δούλευες στό μαῦρο ἀφεντικό σ’ αὐτή τή ζωή;

Εἶσαι ἐξαρτημένος. Καί στήν ἄλλη ζωή πρός τά ἐκεῖ θά πᾶς.

«Ἐδῶ ἔχουμε μία σοβαρή ὑπενθύμιση», λέει ὁ π. Σεραφείμ, «ὅτι ὁ ἄλλος κόσμος, παρότι δέν θά εἶναι παντελῶς ἄγνωστος γιά ἐμᾶς, δέ θά εἶναι, ὡστόσο, ἕνας τόπος «ἀνεμελιᾶς καί εὐτυχίας»43, ὅπως τόν παρουσιάζουν ὅλοι οἱ πλανεμένοι στίς λεγόμενες ἐπιθανάτιες ἐμπειρίες. Δέν εἶναι ἕνας τόπος «ὅπου θά πραγματοποιήσουμε εὐχάριστες συναντήσεις μέ ἀγαπημένους μας, ἀλλά μία συνάντηση «πνευματικῆς φύσης», ἡ ὁποία θά ἐλέγξει τήν προδιάθεση τῆς ψυχῆς μας σέ αὐτήν τή ζωή, ἐάν δηλαδή κλίνει περισσότερο πρός τούς Ἀγγέλους καί τούς ἁγίους μέσω μιᾶς ζωῆς ἀρετῆς καί ὑπακοῆς στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἤ ἐάν, μέσω τῆς ὀλιγωρίας ἤ τῆς ἀπιστίας, κλίνει περισσότερο πρός τά πεπτωκότα πνεύματα». Βλέπετε τί ὡραῖα τό λέει ἐδῶ ὁ π. Σεραφείμ; Εἶναι μιά συνάντηση πνευματικῆς φύσης, πῶς προδιατέθηκε σ’ αὐτή τή ζωή ἀπέναντι στήν ἀρετή καί στήν κακία, στόν Θεό καί στούς δαίμονες.

– Μέ ποιούς συγγένεψες; Μέ τόν Θεό καί τούς Ἁγίους καί τούς Ἀγγέλους ἤ μέ τούς δαίμονες;

Ἀνάλογα μέ τήν προδιάθεση, θά κλίνεις καί στή ζωή μετά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς σου ἀπό τό σῶμα πρός αὐτούς.

«Ὅπως ἔχει πολύ σωστά δηλώσει ὁ Ἐπίσκοπος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, ἀκόμα καί ἡ δοκιμασία στά ἐναέρια τελώνια μπορεῖ κάλλιστα νά ἀποδειχθεῖ περισσότερο μία δοκιμασία πειρασμῶν παρά κατηγοριῶν»44. Ξέρουμε ὅτι τά τελώνια εἶναι ὁμάδες δαιμόνων, οἱ ὁποῖες ἔχουν μιά εἰδικότητα ἀνάλογα μέ τήν ἁμαρτία. Ὑπάρχουν τά τελώνια τοῦ ψεύδους, τά τελώνια τῆς λύπης, τά τελώνια τῆς χρωματοπροσωπίας γιά τίς γυναῖκες πού βάφονται -καί τούς ἄντρες- τά τελώνια τῆς πορνείας κ.λ.π. Περίπου εἴκοσι ὁμάδες τελωνίων. Αὐτά, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, κατηγοροῦν τήν ψυχή καί, ἄν τήν βροῦν ἔνοχη, τήν ἁρπάζουν καί τή ρίχνουν στήν κόλαση καί δέν μπορεῖ πλέον νά προχωρήσει ἡ ψυχή στόν Θεό. Ἀλλά λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Θεοφάνης δέν εἶναι τόσο ἡ κατηγορία. Ἀλλά τί εἶναι; Εἶναι οἱ πειρασμοί. Ἡ ἴδια ἡ ψυχή ἀνάλογα μέ τό φορτίο πού ἔχει ἀπό αὐτή τή ζωή καί τήν ἐξάρτηση πού ἔχει, ἄν ἄς ποῦμε περάσει ἀπό τό δαιμόνιο μέ τό ὁποῖο εἶναι ἐξαρτημένη ἀπό αὐτή τή ζωή, θά κολλήσει, δέν θά μπορέσει νά προχωρήσει. Τό δαιμόνιο αὐτό θά τήν ἁρπάξει. Δέν θά μπορέσει νά ξεφύγει τόν πειρασμό.

Ἕνα ἁπλό παράδειγμα: Ἕνας πόρνος πού ἔχει μάθει στή ζωή νά ζεῖ ἔτσι πορνικά, ἑλκύεται ἀπό αὐτό τό δαιμόνιο καί ὅταν πάει νά προχωρήσει πρός τά πάνω ἡ ψυχή του, αὐτό τό δαιμόνιο θά τήν ἑλκύσει καί θά πάει ἐκεῖ, θά κολλήσει. Δέν θά μπορέσει νά προχωρήσει στόν Θεό. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, εἶναι πιό πολύ μιά δοκιμασία πειρασμῶν παρά κατηγοριῶν.

Καί ὁ Ἀντίχριστος, ξέρετε, τελικά θά ἔρθει, ὄχι ἀναγκαστικά καί ἐπιβλητικά, ἀλλά θά τόν ζητήσουν οἱ ἄνθρωποι. Θά ἑλκυστοῦν πρός αὐτόν καί θά τόν ἑλκύσουν, θά τόν τραβήξουν. Γι’ αὐτό καί ὁ διάβολος λέει «τί μέ κατηγορεῖτε;.. ἀφοῦ ἐσεῖς μέ κρατᾶτε σφιχτά στόν κόρφο σας.. μοῦ λέτε νά φύγω κι ἀπ’ τήν ἄλλη μέ κρατᾶτε γερά!». Ἐμεῖς λοιπόν εἶναι πού πᾶμε στόν δαίμονα, δέν εἶναι ὁ δαίμονας ὅτι μᾶς τραβάει. Ἀλλά ἔχουμε συγγενέψει μαζί του καί αὐτό θά εἶναι καί τό ἐμπόδιο κατά τήν ἔξοδό μας, ἄν δέν τό ἔχουμε ἐξαλείψει, δέν τό ἔχουμε σβήσει ἀπό ἐδῶ αὐτό τό ἐμπόδιο μέ τή μετάνοια. Δέν ἔχουμε διώξει τίς ἐξαρτήσεις μας δηλαδή. Λές σέ μιά γυναίκα, πάψε νά βάφεσαι, καί λέει, δέν μπορῶ πάτερ. Γιατί δέν μπορεῖς; Εἶναι ἐξάρτηση αὐτό. Αὐτό τό δαιμόνιο μετά θά σέ σταματήσει, τό τελώνιο τῆς χρωματοπροσωπίας, διότι θά ἔχεις τήν ἐξάρτηση. Ἀπό ἐδῶ τήν ἔχεις, ἤδη τήν ἔχεις.

– Μετά θά μπορέσεις νά τοῦ ξεφύγεις αὐτοῦ τοῦ δαίμονα;

Δέν θά μπορέσεις. Ὅπως δέν μπορεῖς ἐδῶ, δέν θά μπορέσεις καί μετά θάνατον νά προχωρήσεις στόν Θεό. Αὐτό εἶναι ἀκριβῶς πού λέει σέ πιάνει τό τάδε τελώνιο. Ἤ ὁ ἄλλος πού ἔχει μάθει νά ζεῖ πορνικά καί δέν μπορεῖ νά μαζέψει τά μάτια του, τοῦ λές πρόσεχε τά μάτια σου καί λέει, δέν μπορῶ! Μέ τό πού βλέπει ἕναν ἄνθρωπο ἑτερόφυλο, δέν μπορεῖ νά μαζέψει τά μάτια του. Γιατί; Ἔχει ἐξάρτηση. Ἔχει γίνει δοῦλος σ’ αὐτόν τόν δαίμονα. Ἔ, αὐτός ὁ δαίμονας θά τόν σταματήσει μετά, ἄν δέν τό ἐξαλείψει αὐτό σ’ αὐτή τή ζωή, δέν μετανοήσει.

«Ἄν καί καμιά ἀπολύτως ἀμφιβολία δέν ὑπάρχει περί τῆς ὕπαρξης μέλλουσας κρίσης, τόσο τῆς Μερικῆς ἀμέσως μετά τόν θάνατο, ὅσο καί τῆς Τελικῆς στό τέλος τοῦ κόσμου, ἡ ἀπόφαση πού θά ὁρίσει ὁ Θεός θά συμφωνεῖ», προσέξτε, δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός μᾶς πετάει στήν κόλαση ἄσπλαχνα, πολύ αὐστηρά, ἀλλά τί; Ὁ Θεός θά ὁρίσει καί ὁ ὁρισμός του θά συμφωνεῖ «μέ τήν ἐσωτερική προδιάθεση»45, θά τό θέλουμε κι ἐμεῖς αὐτό πού θά ὁρίσει ὁ Θεός! Δυστυχῶς… Θά πεῖς:

– Θά θέλουμε τήν κόλασή μας;

Ναί!

– Θά θέλουμε τούς δαίμονες;

Ναί!

– Γιατί τώρα πόσοι ἄνθρωποι ἐπιλέγουν τούς δαίμονες καί ὄχι τόν Χριστό; Πόσοι ἄνθρωποι ἐπιλέγουν τίς νυκτερινές διασκεδάσεις τοῦ Σαββάτου καί ἀπορρίπτουν τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς;

Ἠθελημένα τό κάνουν. Συνειδητά τό κάνουν.

Ἡ ἐσωτερική μας προδιάθεση, λοιπόν, εἶναι πού θά καθορίσει ποῦ θά πᾶμε. Δέν εἶναι ὅτι μᾶς κολάζει ὁ Θεός, μόνοι μας κολαζόμαστε. Ἡ ἐσωτερική προδιάθεση «τήν ὁποία ἔχει ἀναπτύξει μέσα της ἡ ψυχή ἀπέναντι σέ Ἐκεῖνον –τόν Χριστό– καί στά πνευματικά ὄντα»46, τούς Ἁγίους, τούς Ἀγγέλους ἤ τούς δαίμονες καί τά πάθη.

Ὁ Θεός νά μᾶς ἐλεήσει καί ἐμεῖς νά ἐλεήσουμε τήν ψυχή μας καί νά τά πάρουμε ὅλα αὐτά σοβαρά ὑπόψη. Δέν τά λέμε γιά νά καταθλιβοῦμε καί νά ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά γιά νά κινητοποιηθοῦμε ὅσο ἔχουμε καιρό. Στήν παροῦσα ζωή ἔχουμε καιρό, νά διώξουμε τίς ἐξαρτήσεις καί νά προδιατεθοῦμε σωστά. Νά ἔχουμε σωστή προετοιμασία, προδιάθεση καί νά συγγενέψουμε μέ τόν Θεό καί μέ τούς Ἁγίους. Αὐτοί νά γίνουνε φίλοι μας, ὁπότε καί μετά θάνατον θά εἴμαστε μαζί τους.

Ὑπάρχει κάτι πού θέλετε νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε;

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ἐρ. : Τίς ἁμαρτίες πού ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ νά τίς θυμόμαστε; Καί κάτι ἀκόμη, ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει ὅλη του τή ζωή μέ κατάθλιψη καί ἀντικαταθλιπτικά, ἄν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του μετανοήσει καί ἐξομολογηθεῖ, θά συνεχίσει ἡ κατάθλιψη;

Ἀπ. : Ἐφόσον ἔχουμε μετανοήσει, ἔχουμε ἐλευθερωθεῖ ἀπό τίς ἐξαρτήσεις μας, φεύγουν, σβήνουν αὐτά. Δέν τά θυμᾶται ὁ Θεός, ἄρα οὔτε κι ἐμεῖς θά τά θυμόμαστε. Ἐφόσον ἔχει μετανοήσει ὅμως… Ἕνας πού μετανοεῖ τελευταία στιγμή, μετανοεῖ;, ρωτάω. Εἶναι ἐρώτημα…

Θά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο, ὅλοι αὐτοί οἱ παπποῦδες καί οἱ γιαγιάδες πού ἔρχονται στήν ἐκκλησία εἶναι ὄντως μετανοημένοι; Ἐγώ βάζω ἕνα ἐρωτηματικό. Ξέρετε πόσα ἐμπόδια βρίσκω στήν διαπαιδαγώγηση τῶν πνευματικῶν μου παιδιῶν, ἰδίως τῶν μικρῶν παιδιῶν, ἀπό αὐτούς τούς παπποῦδες καί τίς γιαγιάδες πού ὑποτίθεται εἶναι τῆς ἐκκλησίας; Κι ὅμως λένε: Γιατί τό ἐγγονάκι μου νά μή φορέσει κανένα παντελονάκι; Λέει ὁ παππούς καί ἡ γιαγιά στό ἐγγόνι: Δέν βρῆκες ἀκόμα φίλο; Δέν ἔχεις μιά φίλη;, νά λέει στό ἀγόρι ἡ γιαγιά, πῶς θά παντρευτεῖς; Κατά τά ἄλλα πάει στήν ἐκκλησία… μπορεῖ νά ἐξομολογεῖται κιόλας. Μετανόησε; Καθόλου! Δέν μετανόησε καθόλου. Δέν εἶναι ἁπλό πράγμα ἡ μετάνοια οὔτε εὔκολο. Πρέπει νά τό πάρουμε πολύ στά σοβαρά, ὁπότε, φυσικά φεύγει καί ἡ κατάθλιψη, φεύγουν ὅλα.

Ἀλλά γιατί μιά ζωή εἶναι στήν κατάθλιψη καί τελευταία στιγμή μετάνιωσε; Καί δέν τό εἶχε καταλάβει πιό πρίν;… Μακάρι, ἐγώ δέν τό ἀποκλείω, νά γίνει κι αὐτό πού λέτε. Ἀλλά γιατί νά τό ἀφήσουμε γιά τελευταία στιγμή; Ἤ ὅπως λένε μερικοί στά παιδιά «τώρα νέα εἶσαι, τώρα νέος εἶσαι, δικαιολογεῖται..». Τό ἄκουσα καί ἀπό κάποιον… τέλος πάντων, ἄς μήν πῶ περισσότερα…

Καί τί θά πεῖ, ἐπειδή εἶσαι νέος – νέα πρέπει νά ἁμαρτάνεις σαρκικά καί νά καλλιεργεῖς πονηρούς λογισμούς καί πάθη; Ἴσα-ἴσα ἀπό νέος ν’ ἀρχίσεις νά ζεῖς τήν μετάνοια, ἀπό νέος νά ζεῖς τήν ἀγγελική ζωή καί δέν ἔχεις νά χάσεις τίποτε. Νά μπεῖς στήν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ ἐδῶ καί τώρα. Καί ὄχι ὅπως λένε κάποιοι, ζῆσε τή ζωή σου τώρα καί μετά θά πᾶς καί στήν ἐκκλησία, στά γεράματα.. Ὅ,τι περισσέψει, τά ἀποκαΐδια σου νά τά δώσεις στόν Θεό… Ἄν μπορέσεις κι αὐτά…

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

https://hristospanagia3.blogspot.com/

1 Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).

2 Ἰωάν. 14, 2.

3 Εὐεργετινός.

4 Ὅ.π.

5 Ὅ.π.

6 Ματθ. 13, 30: «συλλέξατε πρῶτον τά ζιζάνια καί δήσατε αὐτά εἰς δέσμας πρός τό κατακαῦσαι».

7 Εὐεργετινός.

8 Ὅ.π.

9 Ὅ.π.

10 Ὅ.π.

11 Ὅ.π.

12 ψυχή μετά τόν θάνατο, Ρόουζ Σεραφείμ Ἱερομόναχος, ἐκδ. ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ, 2014, (στό ἑξῆς: ψυχή μετά τόν θάνατο).

13 ψυχή μετά τόν θάνατο.

14 Ὅ.π.

15 Κολ. 3, 10.

16 ψυχή μετά τόν θάνατο.

17 Ὅ.π.

18 Ὅ.π.

19 Ὅ.π.

20 Εὐεργετινός.

21 Ὅ.π.

22 Ματθ. 5, 8.

23 Εὐεργετινός.

24 Ὅ.π.

25 Ὅ.π.

26 Μάρκ. 16, 16.

27 Εὐεργετινός.

28 Ὅ.π.

29 Ὅ.π.

30 Ὅ.π.

31 Ὅ.π.

32 Ὅ.π.

33 Ὅ.π.

34 Ὅ.π.

35 Ὅ.π.

36 Ὅ.π.

37 ψυχή μετά τόν θάνατο.

38 Ὅ.π.

39 Ὅ.π.

40 Ὅ.π.

41 Ὅ.π.

42 Ὅ.π.

43 Ὅ.π.

44 Ὅ.π.

45 Ὅ.π.

46 Ὅ.π.