Ἡ νεοορθοδοξία-μεταπατερική θεολογία

εἶναι ἀναβίωση τῆς αἵρεσης τοῦ Νικολαϊτισμοῦ

 

Ἡ μεταπατερική-νεοορθόδοξη θεολογία οὐσιαστικά εἶναι μία ἀντιπατερική θεολογία, εἶναι μία «θεολογία τοῦ γραφείου», πού δέν πηγάζει ἀπό τήν πράξη καί τό ὀρθόδοξο βίωμα τῆς ἄσκησης καί τῆς κάθαρσης ἀπό τά πάθη. Ὁ ἀληθινός θεολόγος εἶναι αὐτός πού προσεύχεται ἀληθινά[1], δηλαδή ἔχει προχωρήσει ἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί ἔχει φθάσει στήν θέωση-θεοπτία. Μόνον ὁ θεόπτης ἔχει ἀληθινό, πρωτογενή λόγο γιά τόν Θεό. Μπορεῖ, ἐπίσης, νά θεολογήσει ἀληθινά καί αὐτός πού ἀκολουθεῖ τούς Ἁγίους Πατέρες, εἶναι δηλαδή «ἑπόμενος τοῖς Ἁγίοις Πατράσι»[2]. Οἱ νεοορθόδοξοι-μεταπατερικοί θεολόγοι στεροῦνται καί τῶν δύο αὐτῶν προϋποθέσεων τῆς ἀπλανοῦς θεολογίας, ἀφοῦ ἀπορρίπτουν τήν μεθοδολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων, δηλαδή τήν ἀσκητική-ἠθική διδασκαλία καί τήν «πράξη» πού, ὅταν ἐφαρμοσθεῖ, ὁδηγεῖ στόν φωτισμό-θέωση-«θεωρία».

Ἡ νεοορθοδοξία-μεταπατερικότητα μέ τήν ἀντισταυρική καί ἡδονιστική διδασκαλία της δέν εἶναι παρά ἡ ἀναβίωση τῆς ἀρχαιότερης αἵρεσης τοῦ Νικολαϊτισμοῦ. «Νικολαϊτισμός, ἀποκαλεῖται ἡ γνωστική αἵρεση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ λύτρωση-γνώση γιά τόν ἄνθρωπο ἐπέρχεται κατά τήν ἀπαλλαγή τῆς σαρκός[3], μέσα ἀπό ἀκολασία, βρώση εἰδωλόθυτων καί γενικά καταχρήσεων, καταφθορᾶς τῆς σαρκός[4]. Οἱ Νικολαΐτες ἀποτέλεσαν τήν πλέον ἀντινομική[5] αἵρεση τῶν πρώτων χρόνων τοῦ χριστιανισμοῦ, οἱ ὁποῖοι, μέ τό πρόσχημα τῆς χριστιανικῆς ἐλευθερίας, ἐπιθυμοῦσαν ἐπιστροφή στόν ἠθικό ἔκλυτο βίο τῶν ἐθνικῶν[6]. Τό ὄνομα τῆς αἱρέσεως αὐτῆς γιά πρώτη φορά ἀπαντᾶ στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου[7], συνάμα μέ τό ὄνομα Βαλααμίτες[8](2,14). Στό ἱερό κείμενο γίνεται μνεία πῶς ὁ γγελος τῆς Ἀποκάλυψης μισεῖ τά ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἐνῶ χαρακτηρίζονται καί ὡς «βαθέα τοῦ Σατανᾶ»[9]. Ἐπίσης, μία ἀκόμα ἀναφορά βρίσκουμε στήν Ἐπιστολή Ἰούδα[10]»[11]. Ἀναβίωση τοῦ Νικολαϊτισμοῦ ἔχουμε στίς ἡμέρες μας.

Ἡ ἀρχαία αὐτή αἵρεση σήμερα ὀνομάζεται νεοορθοξία-μεταπατερική θεολογία. Διδάσκει, μεταξύ τῶν ἄλλων, ὅτι ἐπιτρέπονται οἱ προγαμιαῖες σχέσεις, ὅτι πορνεία εἶναι μόνο ἡ ἐπί χρήμασι ἀνηθικότητα καί ὅτι ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας εἶναι τρόπος γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ[12]. Μέ βάση αὐτά καλοῦνται οἱ ἄνθρωποι, καί μάλιστα οἱ νέοι, νά ἀπολαύσουν τήν «χαρά τοῦ ἔρωτα», τήν ἐλευθερία ἀπό τίς ἀγκυλώσεις τοῦ παρελθόντος, τήν ἀπροϋπόθετη ἀγάπη κ.λ.π. Ὅλα τά ἀνωτέρω βέβαια ἀντιτίθενται στήν Ἁγία Γραφή καί τούς Ἁγίους Πατέρες. Οἱ κύριοι ἐκπρόσωποι τοῦ Νεονικολαϊτισμοῦ εἶναι ὁ καθ. Χρ. Γιανναρᾶς καί ὁ π. Φιλόθεος Φάρος.

Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο:Ἐν Χριστῷ ἀγάπη ἤ Μεταπατερική θεολογία (Ἀρχ. Σάββα Ἁγιορείτου) – Νέο βιβλίο

 

[1]               Πρβλ. Ὁσίου Νείλου ἀσκητοῦ, Λόγος περί Προσευχῆς, Φιλοκαλία τόμ. Α΄, ἔκδ. Ἀστήρ 1982, σελ. 182: «Εἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς. Καί εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ». Δηλ. Ἄν εἶσαι θεολόγος θά προσεύχεσαι ἀληθινά καί ἄν προσεύχεσαι ἀληθινά τότε εἶσαι θεολόγος.

[2]               Βλ. Τελικός ὅρος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.).

[3]               Βλάσιου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. Α΄, σελ. 168.

[4]               ΘΗΕ, τ. 9, σελ. 509.

[5]               Δηλαδή ἔπραττε τά ἀκριβῶς ἀντίθετα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου.

[6]               Κ. Σκουτέρη, Ἱστορία Δογμάτων, σελ. 283.

[7]           Ἀποκ. 2,6 κ.ἑξ.

[8]               Ἀποκ. 2, 14.

[9]               Ἀποκ. 2, 24.

[10]             Ἰούδ. Κεφ. 11.

[11]             Βλ. ἄρθρο τῆς Orthodoxwiki Νικολαΐτες,

https://el.orthodoxwiki.org/%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%B1%CE%90%CF%84%CE%B5%CF%82.

[12]                    Κύριοι ἐκπρόσωποι – φορεῖς αὐτῶν τῶν ἀπόψεων εἶναι ὁ καθ. Χρ. Γιανναρᾶς καί ὁ π. Φιλόθεος Φάρος.