Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΦΡΟΝΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥ

                Τήν παραβολή τού άφρονος πλουσίου τήν είπε ο Κύριος με αφορμή τήν διένεξη μεταξύ δύο αδελφών για τό μοίρασμα τής περιουσίας. Συγκεκριμένα, καθώς ο Κύριος δίδασκε τόν λαό, κάποιος από τό πλήθος τού ζήτησε να μιλήσει στόν αδελφό του, ώστε να μοιραστούν τήν περιουσία τους. Τότε ο Κύριος τού αποκρίθηκε ότι τό έργο του εδώ στήν γή δεν ήταν να δικάζει τούς ανθρώπους και να τούς διαμοιράζει τις περιουσίες τους. Επιπροσθέτως, επέστησε τήν προσοχή και σ’ αυτόν και σε όλο τόν λαό, ώστε να προφυλάσσονται με κάθε τρόπο από τήν πλεονεξία, επειδή τό μάκρος και τό νόημα τής ζωής δεν εξαρτάται από τήν περίσσεια τών υλικών αγαθών. Για να κάνει σαφή αυτόν τόν λόγο του, είπε τήν παραβολή τού άφρονος πλουσίου. Από αυτήν, όπως σημειώνει ο Ευθύμιος ο Ζιγαβηνός, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η πλεονεξία, ενώ προξενεί μέριμνες και λύπες, δεν μπορεί να προσθέσει ζωή, και επίσης ότι όχι μόνον είναι μάταιος κόπος τό να πλεονεκτεί κάποιος, αλλά και τόν ζημιώνει αιώνια.
                Είναι όντως αξιοπρόσεκτη η όλη στάση τού Κυρίου. Ο Χριστός αποφασιστικά αρνήθηκε να αναμιχθεί στήν φιλονικία τών δύο αδελφών για τά περιουσιακά θέματα. Αντίθετα, τούς τόνισε ότι όλη η φροντίδα τους θα πρέπει να στραφεί στο πώς να γίνουν πλούσιοι στα πνευματικά αγαθά τού Θεού και όχι στά υλικά υπάρχοντα τής πρόσκαιρης ζωής. Αν τα δύο αδέλφια τόν άκουγαν και προσανατόλιζαν τήν ζωή και τήν καρδιά τους προς τήν κατεύθυνση που τούς υποδείκνυε, αυτομάτως θα έπαυαν οι μεταξύ τους φιλονικίες, αδικίες και εχθρικές διαθέσεις.
                Με αφορμή τήν παραπάνω διαπίστωση, αξίζει να σημειωθούν οι εξής σπουδαίες παρατηρήσεις τού αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ.Τόνιζε ο μακαριστός γέροντας ότι η εντολή τού Χριστού που λέει «Αγαπάτε τούς εχθρούς ημών» δεν επιτρέπει καθόλου να υποβιβάσουμε τό Ευαγγέλιο στό επίπεδο τής αδελφοκτόνου διαιρέσεως τών υλικών αγαθών. Είναι τελείως λάθος να εισέρχονται οι επίσκοποι, οι θεολόγοι, οι πιστοί χριστιανοί γενικά, στίς τάξεις τών μαχητών για τήν επικράτηση τής κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο Κύριος δεν εισήλθε στόν πειρασμό να πορευθεί αυτήν τήν οδό. Γι αυτό και εμείς ως μιμητές του οφείλουμε να τήν αποφύγουμε. Η αποφυγή μας υπαγορεύεται από τήν συνείδηση ότι κάθε αλλαγή καταστάσεως στίς κοινωνικές σχέσεις με επαναστατικό, δηλαδή εκβιαστικό τρόπο, θα αποδειχθεί τελικά αντικατάσταση τής μιάς βίας από τήν άλλη. Δεν έχουμε τό δικαίωμα να πραγματοποιήσουμε εκβιαστικές πράξεις –ακόμη και επάνω στούς εκβιαστές- στό όνομα τού Χριστού. Να ελέγξουμε όμως τήν αδικία, ζώντας με ένταση, για να φυλάξουμε τήν δικαιοσύνη προς όλους, μπορούμε και τό κάνουμε, όταν βλέπουμε όφελος από τόν λόγο μας.

                Ελέγχοντας ο Κύριος τήν αδικία και τήν πλεονεξία παρουσιάζει μέσα από τήν παραβολή τόν τύπο τού υλόφρονα και εγωιστού ανθρώπου. Ο άφρονας πλούσιος φαινομενικά δεν αδίκησε κανένα. Είχε πλούσια σοδειά, επειδή ο Θεός ευλόγησε τά χωράφια του. Χωρίς όμως να περάσει από μέσα του η παραμικρή σκέψη ευγνωμοσύνης προς τόν Θεό και έχοντας τό φρόνημα «δικά μου είναι και ό,τι θέλω τα κάνω», εισήλθε σε πολλές μέριμνες και σκέψεις για τό πού να συγκεντρώσει τούς καρπούς του, ώστε να διαφυλαχθούν για πολύ καιρό. Αυτό που τόν ενδιέφερε μόνο ήταν η συσσώρευση άφθονου πλούτου, για να ζεί πολλά χρόνια άνετα τρώγοντας και πίνοντας και διασκεδάζοντας.

                Η πραγματικότητα όμως αποδείχθηκε τελείως διαφορετική από ό,τι αυτός νόμιζε. Ο πλούτος του, τόν οποίο θεωρούσε πηγή χαράς και ευτυχίας, έγινε πηγή άγχους, ταραχής και περιττών φροντίδων. Και η ζωή, τήν οποία θεωρούσε δεδομένη και εξασφαλισμένη, σαν καπνός διαλύθηκε μέσα σε μια νύκτα. Και τό χειρότερο, ενώ αυτόν δεν σκεφτόταν κανένα, τόν σκέφτονταν συνεχώς οι δαίμονες, οι οποίοι , κατά τό βιβλίο τής Αποκαλύψεως, μέρα και νύκτα κατηγορούν τούς ανθρώπους ενώπιον τού θρόνου τού Θεού, και, όπως μαρτυρεί ο Κύριος στήν παραβολή, απαιτούν τίς ψυχές τών αδίκων και αμαρτωλών. Έτσι, ό,τι θεωρούσε ολόδικό του και αναφαίρετο κτήμα του, πλούτος, ζωή, ευτυχία, όλα χάθηκαν σε μια αναπάντεχη στιγμή.

                Αυτά παθαίνουν όσοι δεν ελπίζουν στόν Θεό, αλλά στόν εαυτό τους, δίχως να νοιάζονται καθόλου για κανέναν άνθρωπο. Γι αυτό αποτελεί βασικό γνώρισμα συνέσεως και επιγνώσεως τής πραγματικότητας τό να κατανοήσουμε ότι όλα τά αγαθά ανήκουν στόν Θεό. Ό,τι καλό έχουμε πηγάζει από τόν Θεό. Ως εκ τούτου, οφείλουμε να ευγνωμονούμε και να δοξάζουμε συνεχώς τόν Κύριο για όλα και να μη θεωρούμε τόν εαυτό μας ιδιοκτήτη κανενός πράγματος, ούτε ακόμη και τής ζωής μας. Σε όλα τά αγαθά είμαστε διαχειριστές και ταμίες, και ως τέτοιοι οφείλουμε να τα διαχειριζόμαστε όπως αναπαύεται ο Κύριος και Θεός τών απάντων.  Και αφού ο Θεός είναι αγάπης, μόνο στήν αγάπη όπως μας τήν δίδαξε ο Κύριος Ιησούς μπορούμε να βρούμε τήν ορθή διαχείριση όλως τών επίγειων αγαθών.

                Ζώντας με αυτό τό θείο φρόνημα –με άλλα λόγια, έχοντας νούν Χριστού – όχι μόνο δεν θα αδικήσουμε και δεν θα πλεονεκτήσουμε εις βάρος κανενός ανθρώπου, αλλά πολύ περισσότερο θα προτιμούμε να αδειάζουμε συνεχώς τόν εαυτό μας, για να γεμίζουμε τούς άλλους και να αναπαύουμε τόν Θεό. Σε αυτό τό αυτοπροαίρετο άδειασμα είναι κρυμμένη η λύση όλων τών κοινωνικών προβλημάτων, η ευτυχία, ο αληθινός πλούτος και η αιώνια ζωή.
Αρχιμ. Π.Κ.
http://elekklesia.blogspot.gr/2012/11/blog-post_1663.html