Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΥΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ, Η ΔΕ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ
πρ. Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου
III. Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ
Το συνοδικό σύστημα προήλθε 1) από την ομάδα των προφητών σε κάθε Εκκλησία, και 2) από τους αποστόλους οι οποίοι επόπτευαν τις υπ’ αυτών ιδρυόμενες Εκκλησίες.
Οι επίσκοποι και πρεσβύτεροι των αποστολικών εκκλησιών προέρχονταν από τους προφήτες και διδασκάλους. Η γενική επίβλεψη από τους αποστόλους των τοπικών ομάδων εκκλησιών συνεχίσθηκε, μετά τον θάνατό τους, από την συλλογική επίβλεψη αυτών από τους ενοριακούς που εκπροσωπούσαν τους φωτισμένους και θεουμένους επισκόπους που είχαν συγκροτηθεί σε συνόδους. Ακριβώς με την ιδιότητα αυτή οι συνοδικοί επίσκοποι είναι κατά κυριολεξία, οι διάδοχοι των αποστόλων.
Σε κάποιο σημείο, εκκλησίες, όπως εκείνη της Λαοδικείας (Αποκ. 3:14-22), αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε έγιναν δεκτές ως ημιφυσιολογικές, όσον έμειναν υπό εποπτία. Φαίνεται ότι εξαιτίας μιας τέτοιας συγκυρίας, αρχίζουν να εμφανίζονται Εκκλησίες, όπου προΐστανται πρεσβύτεροι αντί επισκόπων, διότι δεν υπήρχαν αρκετοί θεούμενοι, για τον βαθμό του επισκόπου.Ότι οι επίσκοποι πρέπει να εκλέγονται από τους θεουμένους, έμεινε βασική προϋπόθεση της Ορθόδοξης Παραδόσεως, ιδιαιτέρως υποστηριζόμενη από τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, μέχρι τον 19ο αιώνα. Με την πάροδο του χρόνου οι θεούμενοι αποσυνδέθηκαν από τον ενοριακό κλήρο και άρχισαν να εμφανίζονται στο επίκεντρο των αναχωρητών και μοναχών, οι οποίοι γίνονται εν συνεχεία τα φυτώρια για την προετοιμασία υποψηφίων Ιεραρχών και κυρίως προέδρων συνόδων. Η κυρία ευθύνη των επισκοπικών συνόδων ήταν η προαγωγή της θεραπείας της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς και της θεώσεως καθώς και η πλήρης υποστήριξη όλων των προγραμμάτων εφαρμογής των αποτελεσμάτων της εν λόγω θεραπείας για την εξύψωση του συνόλου της κοινωνίας. Πάντα αυτά προϋπέθεταν την χειροτονία γνησίων γιατρών και την απόρριψη των κομπογιαννιτών, των οποίων οι αφηρημένοι στοχασμοί ή απεμάκρυναν απ’ αυτήν την θεραπεία και τελείωση ή έφθαναν μέχρι πριν τη θεραπεία και βούλιαζαν εν συνεχεία στο τέλμα της ηθικολογίας.
Ακριβώς λόγω της ταυτότητας της θεραπείας και της τελειώσεως σε όλους τους φωτισμένους και θεουμένους, δεν κατανόησαν ποτέ οι Ορθόδοξοι την δογματική αυθεντία ως επιβαλλομένη από ψηλά, αλλ’ ως υπάρχουσα στους φωτισμένους και θεουμένους εσωτερικά. Επειδή δε η κοινή αυτή εμπειρία καταξιώνει την πραγματικότητα, ότι “Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον,” δεν ήταν δυνατόν οι δοξασμένοι να διαφωνήσουν μεταξύ τους στην χρήση διαφορετικών όρων, αρκεί να οδηγούν στον φωτισμό και δοξασμό. Το σχίσμα μεταξύ των Ορθοδόξων και των Ανατολικών Ορθοδόξων είναι ένα παράδειγμα αποδοχής διαφορετικών τρόπων διατυπώσεως από την μία πλευρά και ενός μόνο τρόπου διατυπώσεως από την άλλη.
1. Σύνοδοι και Ορθόδοξος πολιτισμός
Η δύναμη του φωτισμού και της θεώσεως όχι μόνο υπέμεινε και βάσταξε τους διωγμούς, αλλά και κατέκτησε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και έγινε η καρδιά του Ελληνικού της Πολιτισμού. Μη οικείοι με την πραγματικότητα αυτή ιστορικοί, δεν έχουν κανένα τρόπο, να κατανοήσουν την έκταση της μεταμορφώσεως που υπέστη το Ρωμαϊκό κράτος από την θεραπεία του φωτισμού και της θεώσεως. Το κριτήριο με το οποίο η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έκανε την Ορθόδοξη πίστη και πράξη και το συνοδικό της σύστημα μέρος της νομοθεσίας και της διοικήσεώς της δεν διέφερε πολύ από την σημερινή νομική υποστήριξη της γνήσιας ιατρικής και της προστασίας των πολιτών από κομπογιαννίτες. Θρησκείες και δόγματα, που απομακρύνουν από τον φωτισμό και την θέωση, δεν θεωρούνταν μόνο επικίνδυνα για την σωτηρία, αλλά και ως μη συντελεστικά στην παραγωγή πολιτών, που θα μπορούσαν να συντελέσουν στην θεραπεία και μεταμόρφωση της κοινωνίας.
Η συμβολή των φωτισμένων και δοξασμένων στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόσο στο Ανατολικό όσο και στο Δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ήταν πολύ μεγαλύτερη, από όσο ήταν δυνατόν οι μη γνώστες της Ορθοδοξίας ιστορικοί να φαντασθούν, έστω και αν πολλές από τις αυτοκρατορικές προσδοκίες αποδείχθηκαν ουτοπικές.
Ο ισχυρισμός, ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο Ελληνικός της Πολιτισμός αντικαταστάθηκαν από κάποια “Βυζαντινή” αυτοκρατορία και κάποιο “Βυζαντινό” πολιτισμό, είναι καθαρά καρικατούρα. Ο φωτισμός και ο δοξασμός είχαν γίνει η καρδιά και ο πυρήνας τόσο του Ανατολικού όσο και του Δυτικού μέρους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτή η παράδοση της θεραπείας και της τελειώσεως δεν ενδιέφερε τους Τεύτονεςς κατακτητές των Δυτικών Ρωμαίων. Αλλ’ οι Ανατολικοί Ρωμαίοι διατήρησαν και συνέχισαν την παράδοση αυτή, η οποία δεν είναι “Βυζαντινή” αλλά Αποστολική.
2. Φραγκο-Λατινικός πολιτισμός
Οι Μεροβίγγιοι ρήγες των Φράγκων σφετερίσθηκαν πρώτα το δικαίωμα αρνησικυρίας στις εκλογές των επισκόπων. Κατόπιν σφετερίσθηκαν το δικαίωμα διορισμού των επισκόπων. Εν συνεχεία ανακάλυψαν την οικονομική ωφέλεια από την πώληση των θέσεων των επισκόπων μέσω της πλειοδοσίας. Σε αυτό το σημείο οι Ρωμαίοι επίσκοποι της Φραγκίας έχασαν την επαφή τους με τον φωτισμό και τον δοξασμό, που επιβίωσαν ανάμεσα στον μοναχισμό, κλήρο και λαό, όπως φαίνεται σαφώς στους βίους των αγίων. Εν συνεχεία αυξήθηκε ο αριθμός των Φράγκων επισκόπων μέχρις ότου οι Καρολίγγειοι Φράγκοι έδιωξαν τους εναπομείναντες Ρωμαίους επισκόπους και επέβαλαν τους εαυτούς τους ως επισκόπους στην Εκκλησία, με ιδιαίτερη φροντίδα αστυνομεύσεως των Ρωμαίων, που είχαν μεταβληθεί στα διάφορα είδη της δουλοπαροικίας. Έτσι οι Φραγκο-Λατινικές βασιλείες και ευγένειες έκαναν την αποστολική διαδοχή ιδιοκτησία της φυλής τους. Η απείθεια των δούλων και δουλοπαροίκων σε αυτήν την αποστολική διαδοχή διορθωνόταν από τον επισκοπικό στρατό.
Ούτε μία από τις δογματικές πρωτοβουλίες των Φράγκων κατά τον 8ο και 9ο αιώνα υπήρξε το αποτέλεσμα αναζητήσεως πληροφοριών και επεξηγήσεων από τους Ρωμαίους, των οποίων τις δογματικές διατυπώσεις διέστρεφαν. Οι Φράγκοι δεν ήταν σε θέση να κάνουν διάλογο, απλώς γιατί ήταν αμαθείς βάρβαροι, με μία απίστευτη αυτοπεποίθηση, ότι είναι η εκλεκτή φυλή του Θεού και ότι ο Αυγουστίνος είναι ο καλύτερος οδηγός σε όλα τα ουσιώδη ζητήματα της πίστεως. Δυστυχώς ο επίσκοπος Ιππώνος δεν είχε κατανοήσει τον βιβλικό φωτισμό και δοξασμό.
Μερικούς αιώνες αργότερα άρχισαν οι Φράγκοι να πληροφορούνται για τους Πατέρες και τις Ρωμαϊκές Οικουμενικές Συνόδους. Αλλ’ απλώς υπέταξαν και αυτές στην δική τους παράδοση και ανέδειξαν τον Αυγουστίνο στο κατ’ εξοχήν κλειδί της ερμηνείας τους. Έτσι, οι Φράγκοι ουδέποτε είδαν, και οι Λατίνοι ακόμη δεν βλέπουν, την κάθαρση και τον φωτισμό της καρδιάς και τον δοξασμό ούτε στην Π. ούτε στην Κ. Διαθήκη, ούτε στους Πατέρες. Ουδέποτε είδαν, και ούτε ακόμη βλέπουν, την ανάγκη θεραπείας της αναζητούσας νόσου την ευδαιμονία και της μεταμορφώσεως της ιδιοτελούς αγάπης σε αγάπη, η οποία “ου ζητεί τα εαυτής.” Συνεχίζουν να πιστεύουν, ότι η θέα του Θεού είναι ο παράδεισος και η ευδαιμονία, και ότι η έλλειψη της θέας του Θεού είναι η κόλαση. Δηλαδή απορρίπτουν το θεμέλιο της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, ότι όλοι οι άνθρωποι θα δουν την δόξα του Θεού εν Χριστώ, αλλ’ όλοι δεν θα μετάσχουν.
3. Δυτικός πολιτισμός
Τμήματα της Μεταρρυθμίσεως ήλθαν σε σαφέστερη ρήξη με τον Φραγκο-Λατινικό Χριστιανισμό από άλλα τμήματα και επανήλθαν, μέχρις ορισμένου σημείου, στην δικαίωση μέσω της πίστεως εκείνης, η οποία είναι χάρισμα του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά. Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Λουθηρανών και Ορθοδόξων περί του Κανόνος της Αγίας Γραφής και της Θεοπνευστίας συμπεριλαμβάνει την από κοινού αποδοχή της αλήθειας, ότι η δικαίωση (φωτισμός) ολοκληρώνεται σε αυτήν την ζωή με τον δοξασμό. Αυτό θα πρέπει να αποδειχθεί ουσιαστικό βήμα προς την ορθή κατεύθυνση, όχι μόνο με την ένωση των Εκκλησιών, αλλά, επίσης, με την εξύψωση του εν εξελίξει ακόμη υπάρχοντος Δυτικού Πολιτισμού.
http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/nevrobiolog1.htm#IIb