Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου

Οἱ Πατέρες, πού μετῆλθαν στήν πρᾶξι τῆς ζωῆς τους τούς πνευματικούς τρόπους τῆς νήψεως, ὠνομάσθησανν ΝΗΠΤΙΚΟΙ καί ὅλοι τους ὤργωσαν μέ τό ἄροτρο τῆς συνεχοῦς μετανοίας «τάς ἀγόνους ἐρήμους» τῆς καρδιᾶς. Τίς πότισαν δέ καί τίς καθάρισαν ἀπό τά πάθη «ταῖς τῶν δακρύων των ροαῖς». Καί μέ τήν ἀδιάλειπτη Νοερά καρδιακή προσευχή, τήν προσοχή καί νῆψι, μεγάλωσαν τό δένδρο τῆς ἀγάπης στίς καρδιές τους, τό πλήρωμα δηλαδή τῆς Χάριτος. Αὐτοῦ τοῦ ἀναιμάκτου μαρτυρίου- ἀγῶνος καρποί εἶναι, ὅπως τό ἔχουμε ἐπισημάνει:

  • ἡ κάθαρσις,
  • ὁ φωτισμός,
  • ἡ ἀπάθεια,
  • ὁ ἁγιασμός, ἡ θέωσις!

Λέγει λοιπόν ὁ Ἀββᾶς Φιλήμων ὅτι ἄνευ τῆς τελείας ἡσυχίας καί τοῦ πνεύματος τῆς ἀμεριμνησίας εἶναι ἀδύνατον νά εὐαρεστήση κανείς, ὅπως πρέπει, τόν Θεόν.

Ἡ ἡσυχία γεννᾶ τήν ἄσκησιν1 ὄχι μόνον τοῦ σώματος ἀλλά ἰδιαιτέρως τήν τοῦ πνεύματος. Ἡ ἐργασία τοῦ πνεύματος εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, ἤτοι ἡ συνεχής μνήμη τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με», εἶναι ἡ προσοχή τοῦ νοῦ μέσα στήν καρδιά, εἶναι ἡ πυκνή μελέτη τοῦ θανάτου καί τῆς κολάσεως, εἶναι ἡ διαρκής αὐτομεμψία, εἶναι ἡ φυλακή τῶν πέντε αἰσθήσεων.Ὅλα αὐτά, μαζί μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησία, συμβάλλουν στήν ἀποτελεσματική κάθαρσι τῆς ψυχῆς τοῦ ἀγωνιζομένου πιστοῦ χριστιανοῦ. Γι᾿ αὐτό πολύ σοφά εἶπε καί ὁ Μέγας Βασίλειος:

«ἀρχή καθάρσεως ἡ ἡσυχία».

Οἱ πνευματικές ἀσκήσεις καί ἡ ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς γεννοῦν τούς πιό γλυκούς κλαυθμούς καί τά ἀείρροα-ἀείρρυτα δάκρυα. Αὐτά γεννοῦν τόν φόβο καί ὁ φόβος τήν ταπείνωσιν·

ἡ δέ ταπείνωσις «τίκτει τό προορᾶν·

τό δέ προοράν τήν ἀγάπην·

ἡ δέ ἀγάπη ποιεῖ τήν ψυχήν ἄνοσον καί ἀπαθῆ» καί τότε ὁ χριστιανός βιώνει ὅτι δέν εἶναι μακρυά ἀπό τόν Θεό. Καί ὅσο ὁ πιστός ἡσυχάζει ἀπό τά πάθη καί τίς ἄτακτες κινήσεις τοῦ σώματος, τόσον καί γνωρίζει ὅτι ντύνεται μέ τόν πάλλευκο χιτῶνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ καρδιά του γίνεται κατοικία καί ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔχει δηλαδή τόν Θεό μέσα του καί ὁ ἴδιος εἶναι ἐντός τοῦ Θεοῦ. Ἔχει θεωθῆ! Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ὡδήγησε τόν ἑαυτόν του μέ τήν δύναμι τοῦ θείου ἐλέους στήν κατάστασιν τῆς ἁπλότητος, στό «ἀρχαῖον ἁπλοῦν»…

Καί ὁ ὅσιος Φιλήμων συνεχίζοντας καταλήγει:

Γι᾿ αὐτό ὀφείλει ὁ χριστιανός διά μέσου τῆς ἡσυχίας νά καθαρίσῃ τελείως τόν νοῦ, δίδοντάς του μέρα καί νύκτα τήν πνευματική ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, τῆς νήψεως καί τῆς προσοχῆς. Διότι, ὅπως ὁ ὑγιής σωματικός ὀφθαλμός ἀντικρύζοντας τά αἰσθητά τῆς κτίσεως τά θαυμάζει γιά τήν τελειότητα τῆς κατασκευῆς, τό κάλλος καί τήν ἐν γένει θέα τους, ἔτσι καί ὁ νοῦς, ἐφ᾿ ὅσον εἶναι καθαρός, τότε, καθ᾿ ὅν χρόνον μελετᾶ τά νοητά καί ἐπουράνια, συναρπάζεται ὑπό τῆς πνευματικῆς θεωρίας καί ἐρχόμενος σέ ἔκστασι γεμίζει ἀπό οὐράνιο θαυμασμό καί ἀγαλλίασι. Καί ὅσο ὁ νοῦς διά τῆς ἡσυχίας γυμνώνεται ἀπό τά πάθη καί καθαρίζεται, τόσον ἀξιώνεται καί τῆς θείας Γνώσεως.

…….

Ἡ συνεχής ἐγρήγορσις, ἡ προσοχή καί ἡ νῆψις στήν ἀδιάλειπτη προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, διατηροῦν τόν νοῦ καθαρό καί ἀλώβητο μέσα στήν καρδιά, σέ μιά ἀδιαίρετη ἑνότητα, ὅπου μελετᾶ καί ἀπολαμβάνει τούς ἀνασασμούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ νοῦς πλέον ἀγαπᾶ καί ΘΕΛΕΙ νά μένη μέσα στήν καρδιά, ἀφοῦ ἐκεῖ “βλέπει” καί βιώνει τά ἀπόρρητα τοῦ Θεοῦ καί ἀπολαμβάνει τό μέλι τῆς θείας εὐφροσύνης, γι᾿ αὐτό καί μέ πολλή εὐκολία διώχνει μακρυά του κάθε ἡδονική προσβολή, ἀκόμη καί τόν ἁπλό μετεωρισμό!

Μέγας Βασίλειος κάνει συγκεκριμένη ἀναφορά, λέγοντας τά ἑξῆς:

«Νοῦς μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισι μέν πρός ἑαυτόν, δι᾿ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν τοῦ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει»2. Δηλαδή:

Ὁ νοῦς πού δέν σκορπίζεται στά ἐξωτερικά πράγματα καί δέν διαχέεται καί δέν περιπλανιέται ἀπό τίς αἰσθήσεις στόν ἔξω κόσμο, ἐπανέρχεται στόν ἑαυτό του καί, μέ τήν παντοδύναμη βοήθεια τῆς θείας Χάριτος, ἀνέρχεται πρός τόν οὐράνιο θρόνο τοῦ Ἁγίου Θεοῦ γιά νά ἑνωθῆ μαζί Του!

Γι᾿ αὐτό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος κατορθώση, μέ τήν συνεργασία τῶν δύο θελήσεων -τῆς δικῆς του καί τοῦ Χριστοῦ- νά ἑνώση τόν νοῦ μέ τήν καρδιά του, νοιώθει ὁλόκληρο τόν ἐσωτερικό του κόσμο σάν κατοικία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δηλαδή, αἰσθάνεται τήν καρδιά του σάν θυσιαστήριο καί ἁγία Τράπεζα, τόν νοῦ του σάν ἱερέα, πού προσφέρει ὁλόψυχα πνευματική Λατρεία στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτή δέ ἀναπέμπεται μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς θυσία καί ὀσμή οὐρανίου εὐωδίας στόν πανάγιο Τριαδικό Θεό!… Ἔ! γι᾿ αὐτόν τόν θεῖο καρπό ἀξίζει νά κάνουμε κάθε θυσία!

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος λέγει:

«Ἰδού ὁ οὐρανός ἐν τῇ καρδίᾳ σου, εἰ καθαρός ἔσῃ. Καί ἐν ἑαυτῷ ὄψῃ τούς Ἀγγέλους σύν τῷ φωτί αὐτῶν καί τόν Δεσπότην Ἰησοῦν Χριστόν ἐν μέσῳ αὐτῶν»3. Δηλαδή, ἰδού ὅλος ὁ οὐρανός εἶναι ἐντός σου, ἐάν εἶναι καθαρός. Καί σ᾿ αὐτόν τόν οὐρανό τῆς ψυχῆς σου θά δῆς τούς Ἀγγέλους μέ τό δικό τους φῶς καί τόν Δεσπότη Χριστό ἀνάμεσά τους.

Αὐτόν τόν Οὐρανό ἔβλεπε καί μιά 24χρονη κοπέλα, πού καλλιεργοῦσε μέ ζῆλο τήν Εὐχή, στήν Νεάπολι τῆς Καππαδοκίας. (Πρόκειται γιά τήν ὁσία Φωτεινή τήν Νεαπολίτιδα (1804) ).

Ἔλεγε ἐξομολογητικά κάποτε ἡ ὁσία στόν Γέροντά της, τόν πρεσβύτερο Γεώργιο:

  • Ἐγώ, ἡ ταπεινή σου κόρη Φωτεινή, φλεγομένη ἀπό τόν θείο ἔρωτα

τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, πολλές φορές, κατά τό παράδειγμα τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ μου, κατέφευγα σέ ἥσυχους τόπους καί σέ βουνά, γιά νά βρῶ στά μέρη ἐκεῖνα Αὐτόν πού ποθοῦσε Ἡ ψυχή μου. Μέ τό πού ἄρχιζα τήν προσευχή μου, μέσα στό στόμα μου ἔνοιωθα μιά ἀνέκφραστη γλυκύτητα καί ὁ νοῦς μου ἁρπαζόταν στούς οὐρανούς κι ἐκεῖ θεωροῦσα τά τάγματα τῶν Ἀσωμάτων καί ἀύλων Δυνάμεων καί τά πνεύματα τῶν Ἁγίων. Ὅλοι μέ τά χέρια σταυροειδῶς στό στῆθος παρίσταντο μέ ἁρμονία, τάξι καί ἡσυχία μπροστά στόν θρόνο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αἰσθανόμουν μιά γλυκύτητα πανεύοσμη εὐωδία καί ἄκουγα τίς μελίρρυτες ψαλμωδίες τους.

Σ᾿ αὐτήν τήν θεωρία ἁρπαζόμουν ὄχι μόνο ὅταν ἤμουν σέ ἥσυχους τόπους καί στά βουνά, ἀλλά καί μέσα στήν ἐκκλησία, τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας καί καθόλου δέν ἄκουγα τίς ψαλμωδίες τῶν ψαλτῶν. Τήν ὥρα ἐκείνη, ἄν μοῦ μιλοῦσε κανείς, καθόλου δέν καταλάβαινα κι ἄν ἤθελα νά ἔλθω στόν ἑαυτό μου γιά νά μήν ἀντιληφθοῦν καί οἱ ἄλλοι τήν ἔκστασι καί θεωρία μου, καθόλου δέν μποροῦσα νά ἐπιβληθῶ καί νά ἀποσπάσω τόν νοῦ μου ἀπό τήν θεωρία, ἕως ὅτου αὐτή ἀπό μόνη της ὑποχωροῦσε. Κι ὅσα ἔβλεπα ἤ ἄκουγα κι ὅσες ἀνέκφραστες εὐωδίες αἰσθανόμουν, ἀποτελοῦν γιά μένα «ἄρρητα ρήματα» καί μοῦ εἶναι ἀδύνατον νά τά ἐκφράσω.

Τό μόνο πού μπορῶ νά πῶ εἶναι ὅτι, μετά τήν ἐκστατική αὐτή θεωρία, ὅποιο μέλος τοῦ σώματός μου ἄγγιζα, ἀνέπεμπε τήν ἴδια γλυκύτατη εὐωδία. Τήν αἰσθανόμουν σ᾿ ὅλο τό σῶμα μου διάχυτη. Δέν ἔμοιαζε μέ καμμιά εὐωδία πάνω στήν γῆ. Εἴθε ὁ πανοικτίρμων Θεός νά χαρίση σέ ὅλους τούς πιστούς νά αἰσθανθοῦν αὐτή τήν εὐωδία.

«Γεύσασθε καί ἴδετε ὅτι χρηστός ὁ Κύριος»4.

Πῶς λοιπόν ὁ προσευχόμενος νοερῶς νά μήν ἔχη ἀξιοθαύμαστη καρτερία καί ἀγόγγυστη ὑπομονή στά θλιβερά καί τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς;

Πῶς κάθε μέρα νά μήν εὐλογῆται καί χαριτώνεται;

Ἡ καθαρότης τοῦ νοῦ καί ἡ ἁγνότης τῆς καρδιᾶς εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, ὅταν τά πάθη κατευνάσουν. Καί αὐτά κατευνάζουν ἐντός τῆς ἡσυχίας. Διότι ὅταν τά πάθη ἐρεθίζονται ἀπό τήν ἁμαρτωλή πρόκλησι αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού εἶναι αἰσχρός καί πονηρός, τότε, ὅπως εἶναι ἑπόμενο, ἐξεγείρονται ἀκόμη περισσότερο καί ἐπαναστατοῦ καί ἀπαιτοῦν πιέζοντας καί βιάζοντας τήν αἰχμάλωτη ψυχήν νά γευθοῦν τήν ἁμαρτία καί ἀπ᾿ αὐτήν νά τραφοῦν καί ἔτσι νά καταστοῦν οἱ τύραννοι καί οἱ δεσμοφύλακές της. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τροφή στά πάθη. Τρεφόμενα τά πάθη, τρέφουν καί συντηροῦν τόν σατανᾶ, τοῦ δίνουν δηλαδή δικαιώματα ἐξουσίας!

Ἄν προσέξη κάποιος ἕνα σωματικό τραῦμα, θά διαπιστώση ὅτι, ὅσο τρίβεται μέ ἀντικείμενα καί “σκαλίζεται” μέ τά χέρια, τόσο πυορροεῖ καί δυσκολοθεράπευτο καθίσταται, μέ κίνδυνο μάλιστα καί νά μολυνθῆ. Τό αὐτό συμβαίνει καί μέ τά πάθη:

ὅσο σκαλίζονται μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόσο καί ἐξεγείρονται. Ἀπαιτοῦν τά τραύματα προσοχή καί φύλαξι καί θεραπεία;

Τό αὐτό ἀπαιτοῦν καί τά πάθη:

προσοχή τοῦ νοῦ, φυλακή τῶν αἰσθήσεων, ἀδιάλειπτη ἐπίκλησι τοῦ Ἰησοῦ – Ἰατροῦ καί ἰδιαιτέρως ἡσυχία. Ἔτσι δέν θά ὑπάρξη κίνδυνος ἐπεκτάσεως τῆς ἀσθενείας καί θ᾿ ἀρχίση διά μέσου τῶν “φαρμάκων” – ἀρετῶν ἡ θεραπεία.

συνεχίζεται……

Τέλος καί τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων

ἀφθάρτῳ ἀοράτῳ μόνῳ σοφῷ Θεῷ

τιμή καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ἀμήν.

Ἀπό τό βιβλίο: Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Ἐκδόσεις:Γ. Γκέλμπεσης

Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου

1Ἀββᾶ Φιλήμονος, Λόγος περί τοῦ Ἀββᾶ Φιλήμονος, Φιλοκαλία…., τ. Β΄, σελ. 312

2Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως προηγουμένως, P.G. 32, 228.

3Ἱερομονάχου Ἰω., Νήψη καί προσευχή… σελ. 138.

4Ἡ νέα ὁσία Φωτεινή ἡ Νεαπολῖτις, ἐκδ. Σ. Γιούλη 1978, σ. 78