Ὅταν θέλεις ν’ ἀρχίσεις κάποια θεάρεστη ἐργασία, πρῶτα νὰ ἑτοιμασθεῖς ἐνάντια στοὺς πειρασμοὺς ποὺ θὰ σὲ βροῦν, καὶ μὴ διστάσεις καθόλου. Γιατί ὁ ἐχθρὸς ἔχει συνήθεια, ὅταν δεῖ κάποιον νὰ ξεκινᾶ μὲ θερμὴ πίστη ἕνα καλὸ καὶ σωτήριο ἔργο, νὰ τὸν ἐμποδίζει μὲ ποικίλους καὶ φοβεροὺς πειρασμούς, γιὰ νὰ φοβηθεῖ ἀπ’ αὐτούς, καὶ νὰ ψυχρανθεῖ ἡ καλὴ προαίρεσή του, ὥστε νὰ μὴν ἔχει πιὰ καμιὰ ἐπιθυμία νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὴ θεάρεστη ἐργασία. Ὄχι βέβαια, διότι ἔχει τέτοια δύναμη ὁ ἐχθρός –γιατί, ἂν εἶχε, κανεὶς δὲ θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ κάνει τὸ καλό– ὅμως τὸ ἐπιτρέπει ὁ Θεός, ὅπως ἔχουμε μάθει ἀπὸ τὴν περίπτωση τοῦ δίκαιου Ἰώβ.
Σὺ λοιπὸν ἑτοίμασε τὸν ἑαυτό σου, ὥστε νὰ συγκρουσθεῖς μὲ γενναιότητα μὲ τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἀντίκεινται στὶς ἀρετές, καὶ τότε μόνο νὰ ξεκινήσεις τὴ θεάρεστη ἐργασία σου. Ἂν δὲν προετοιμασθεῖς καλὰ γιὰ τὴν ἀπόκρουση τῶν… πειρασμῶν, μὴν ξεκινήσεις τὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν. (19)
Ὅπως πλησιάζουν τὰ βλέφαρα τὸ ἕνα τὸ ἄλλο, ἔτσι καὶ οἱ πειρασμοὶ εἶναι κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ αὐτὸ τὸ οἰκονόμησε ὁ Θεὸς νὰ εἶναι ἔτσι, μὲ σοφία, γιὰ νὰ ἔχουμε ὠφέλεια• γιὰ νὰ κρούεις δηλαδὴ ἐπίμονα, ἐξ αἰτίας τῶν θλίψεων, τὴ θύρα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ μπεῖ μέσα στὸ νοῦ σου, μὲ τὸ φόβο τῶν θλιβερῶν πραγμάτων, ὁ σπόρος τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ πᾶς κοντά του μὲ τὶς δεήσεις, καὶ νὰ ἁγιασθεῖ ἡ καρδιά σου μὲ τὴ συνεχῆ ἐνθύμησή του. Καὶ ἐνῶ ἐσὺ θὰ τὸν παρακαλεῖς, αὐτὸς θὰ σὲ ἀκούσει. (25)
Γιὰ νὰ μὴ χάσεις τὴν ἐμπιστοσύνη σου καὶ τὴν ἀφοσίωσή σου στὸ Θεό, γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς οἰκονόμησε νὰ εἶσαι στὶς θλίψεις καί, ἀκόμη, γιὰ νὰ μὴν ξεστρατίσεις ἀπὸ τὸ δρόμο του καὶ προκαλέσεις τὴ δίκαιη ὀργή Του, ὁπότε θὰ σὲ τιμωρήσει καί, ἅμα δὲ μετανοήσεις, θὰ σὲ ἐξολοθρέψει καὶ θὰ χάσεις τη χάρη τῆς παρουσίας Του. Σκέψου ἀκόμη τι ἀσέβεια καὶ τί πολλὲς βλάσφημες καὶ ἀκατονόμαστες ἐνέργειες φέρνει στὴ ζωή μας ἡ εὐημερία καὶ ἡ καλοπέραση καὶ ἡ ἔλλειψη τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ λοιπόν, καὶ μὲ τὰ παθήματά μας καὶ μὲ τὰ διάφορα λυπηρὰ πράγματα ποὺ ἔρχονται, ἐπαυξάνει τὴν ἐνθύμησή Του στὴν καρδιά σου, καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τῶν δυσάρεστων σὲ ξυπνάει γιὰ νὰ κρούσεις τὴν πύλη τῆς εὐσπλαχνίας Του• καὶ μ’ αὐτὴ τὴν αἰτία σὲ ἀπολυτρώνει ἀπὸ τὰ θλιβερὰ καὶ σπέρνει μέσα στὴν καρδιά σου τὴ θεϊκὴ ἀγάπη. Καὶ ἀφοῦ βάλει μέσα σου τὴν ἀγάπη, σὲ φέρνει κοντὰ καὶ σὲ τιμᾶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς υἱοθεσίας, καὶ σοῦ φανερώνει τὴν πλούσια χάρη Του.
Πῶς ἀλλιῶς θὰ γνώριζες ὅτι προνοεῖ καὶ νοιάζεται γιὰ σένα μὲ ἀγάπη καὶ σὲ φροντίζει, ἂν δὲν ἔρχονταν καταπάνω σου οἱ θλίψεις; Διότι κυρίως μὲ τὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη εἶναι δυνατὸ νὰ πληθυνθεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχή σου καὶ νὰ τὴ γεμίσει. Αὐτὰ σὲ κάνουν νὰ γνωρίσεις τὰ χαρίσματά Του καὶ φέρνουν στὴ μνήμη σου τὴν πολλὴ πρόνοια ποὺ ἔχει γιὰ σένα. Ὅλα αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ γεννιοῦνται ἀπὸ τὰ λυπηρά, γιὰ νὰ μάθεις νὰ εὐγνωμονεῖς γιὰ ὅλα τὸ Θεό.
Λοιπόν, νὰ θυμᾶσαι τὸ Θεό, γιὰ νὰ σὲ θυμᾶται καὶ Αὐτὸς πάντοτε. Καὶ ἀφοῦ σὲ θυμηθεῖ καὶ σὲ σώσει ἀπὸ τὶς θλίψεις, θὰ λάβεις ἀπ’ Αὐτὸν κάθε εὐλογία καὶ θὰ εἶσαι μακάριος. Μὴν Τὸν ξεχάσεις λοιπόν, σκορπίζοντας τὸ νοῦ σου στὶς ματαιότητες, γιὰ νὰ μὴ σὲ ξεχάσει τότε, ποὺ θὰ ἔχεις πόλεμο μὲ τὸ κακό. Ὅταν ὅλα πᾶνε καλὰ στὴ ζωή σου, νὰ ὑπακούεις στὸ Θεὸ καὶ νὰ τηρεῖς τὶς ἐντολές Του, γιὰ νὰ ἔχεις κοντὰ Του παρρησία στὶς θλίψεις σου μὲ τὴν καρδιακὴ καὶ ἐπίπονη προσευχὴ καὶ παράκληση. (25-6)
Ἅμα χτυπήσει ὁ πειρασμὸς τὸν ἄδικο, δὲν ἔχει κουράγιο καὶ θάρρος νὰ ἐπικαλεσθεῖ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, οὔτε νὰ περιμένει ἀπ’ Αὐτὸν τὴ σωτηρία. Διότι τὸν καιρὸ ποὺ δὲν εἶχε θλίψεις καὶ ἦταν ἀναπαυμένος, ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ θέλημά Του. Προτοῦ ν’ ἀρχίσεις τὸν πόλεμο, ζήτησε ἐπίμονα νὰ συνάψεις συμμαχία, καὶ προτοῦ νὰ ἀρρωστήσεις, ζήτησε νὰ μάθεις ποιός εἶναι καλὸς γιατρός. Ἔτσι, καὶ προτοῦ νὰ ἔρθουν κατεπάνω σου τὰ θλιβερά, νὰ προσεύχεσαι, ὁπότε στὸν καιρὸ τῶν δυσάρεστων πληγμάτων θὰ βρεῖς τὸ Θεὸ βοηθό, καὶ θὰ σὲ ἀκούσει μὲ προσοχή. Προτοῦ νὰ γλιστρήσεις καὶ πέσεις στὴν ἀπόγνωση, νὰ ἐπικαλεῖσαι καὶ νὰ παρακαλεῖς τὸ Θεὸ• καὶ προτοῦ νὰ προσευχηθεῖς, νὰ ἔχεις φυλάξει τὶς μοναχικές σου ὑποσχέσεις, ποὺ εἶναι τὰ ἐφόδιά σου στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ κιβωτὸς τοῦ Νῶε σὲ καιρὸ εἰρήνης κατασκευάσθηκε, καὶ τὰ δέντρα γιὰ τὴν ξυλεία της εἶχαν φυτευθεῖ πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια. Ἔτσι, τότε ποὺ ξέσπασε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀμετανοησία τῶν ἀνθρώπων, οἱ ἄδικοι καὶ ἀμελεῖς χάθηκαν, ἐνῶ γιὰ τὸν δίκαιο καὶ προνοητικὸ Νῶε ἔγινε ἡ κιβωτὸς σκέπη σωτηρίας.
Ὅσοι νεκρώθηκαν γιὰ τὸν κόσμο, αὐτοὶ ὑπομένουν τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὰ δυσάρεστα μὲ χαρά, ἐνῶ αὐτοὶ ποὺ ζοῦν κοσμικὰ δὲν ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ὑποφέρουν τὴν ἀδικία• αὐτοὶ ἢ νικιοῦνται ἀπὸ τὴν κενοδοξία τους καὶ ὀργίζονται καὶ ταράσσονται, φερόμενοι μὲ τρόπο παράλογο, ἢ κυριεύονται ἀπὸ τὴ λύπη καὶ τὴν ἀπόγνωση. (27-8)
(Οἱ ἀριθμοὶ στὸ τέλος κάθε λήμματος ἀντιστοιχοῦν στὶς σελίδες τοῦ ἑλληνικοῦ κειμένου: «Τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἰσαάκ, Ἐπισκόπου Νινευΐ, τοῦ Σύρου, Τὰ Εὑρεθέντα Ἀσκητικά», Λειψία 1770, Ἀνατυπούμενα ἐπιμελεία Ἰωακεὶμ Σπετσιέρη, Ἱερομονάχου. Ἀθῆναι)
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/04/blog-post_51.html#more