ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ
3) ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ
Ἡἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μᾶς παρακινεῖ σέ ἱεραποστολή.
Ὁ χριστιανός, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τοῦ π. Πορφυρίου, πρέπει νά πονᾶ, νά ἐνδιαφέρεται γιά ὅλους. Ὀφείλει νά μεριμνᾶ καί γιά ἐκείνους τούς ἀδελφούς του, πού δέν εἶναι ἀκόμη ἐνεργά, ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Διά τοῦτο καί πρέπει νά δραστηριοποιεῖται ἱεραποστολικά.
Ὁ Γέροντας θεωροῦσε τήν ἱεραποστολική διάθεση καί δράση, ὡς ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς ταυτότητάς μας ὡς χριστιανῶν. Ἐπεσήμαινε ὅμως, ὅτι ἡ καλλίτερη ἱεραποστολή γίνεται μέ τό καλό μας παράδειγμα, τήν ἀγάπη μας, τήν πραότητά μας.Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὅτι, ὅπως ὁ Χριστός στέκεται στήν πόρτα τῆς καρδιᾶς τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί χτυπάει, χωρίς ὅμως νά τήν παραβιάζει· ἀντίθετα περιμένει τήν κάθε ψυχή νά Τοῦἀνοίξει μόνη της, ἐλεύθερα… ἔτσι καί μεῖς πρέπει νά στεκόμαστε μπροστά σέ κάθε ψυχή.
Στήν ἱεραποστολική προσπάθεια, τόνιζε ὅτι, σημασία ἔχει ὁ λεπτός μας τρόπος. Τόν κυριώτερο ρόλο παίζει ἡ προσευχή καί ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας. Δέν ἔχουν οὐσιαστικό ἀποτέλεσμα τά λόγια μας, ὅταν δέν συνοδεύονται ἀπό τόν ἀνάλογο ὀρθό βίο. Τότε συνήθως μένουν ἄκαρπα.
Δέν πρέπει, παρατηροῦσε, κατά τήν ἱεραποστολική προσπάθεια νά ὑπάρχει φανατισμός, ἀλλά ἀντίθετα ἀγάπη καί σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦἄλλου.
Θά πρέπει ὁ Χριστιανός νά τιμᾶ τούς πάντες, ἀνεξάρτητα ἀπό τό σέ ποιό θρήσκευμα ἀνήκουν, ἀφοῦ εἶναι εἰκόνες τοῦἀγαπημένου μας Χριστοῦ.
Ὁ φανατισμός δέν ἔχει σχέση μέ τόν κατά Θεόν ζῆλο.
Ὁἀληθινά ζηλωτής, εἶναι αὐτός, πού φλέγεται ἀπό ἀγάπη γιά τόν Θεό καί γιά τόν ἄνθρωπο. Ἄν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ διπλῆἀγάπη, καί ἄν ἡἀγάπη πρός τόν ἀδελφό, δέν ἔχει σάν αἰτία της, τήν ἀγαπη πρός τόν Θεό, τότε δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀληθινή.
Ἡἀληθινή ἀγάπη εἶναι πάντα διπλῆ, ἔχει δύο σκέλη: ἕνα κάθετο (ἀγάπη πρός τόν Θεό) καί ἕνα ὁριζόντιο (ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο).
Ἐπίσης ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι πάντα εὐγενική, λεπτή, ἀνιδιοτελής, χωρίς ὅρια, θυσιαστική, χωρίς διακρίσεις. Οἱἀληθινοί Χριστιανοί, οἱ ἅγιοι, ἀγαποῦν τούς πάντες καί μάλιστα ἐξ’ ἴσου. Αὐτήν τήν ἀγάπη, τή γνήσια, δίδασκε ὁ Γέροντας.
Διά τοῦτο δέν πιέζε τούς ἄλλους νά γίνουν καλοί, ἀλλά προσευχόταν μυστικά γι’ αὐτούς, χωρίς νά τούς κατακρίνει. Συμβούλευε νά κάνουμε προσευχή γιά νά καταστήσουμε τούς ἄλλους ἄξιους τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἡ δική μας προσευχή καί ἀφοσίωση στόν Θεό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα, τό νά ἐνεργήσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στίς ταλαιπωρημένες ψυχές, ἐκείνων πού δέν Τόν ἀγάπησαν ἀκόμη. Τότε γίνεται ἡ ἀληθινή ἱεραποστολή.
Πρέπει νά ἀγαπᾶμε τήν Ἐκκλησία διότι εἶναι ἡ Μητέρα Μας.
Πρέπει νά ἀγαπᾶμε πολύ τήν Ἐκκλησία, τόνιζε ὁ Γέροντας, ἀφοῦ εἶναι ἡ πραγματική καί ἀληθινή Μητέρα μας. Αὐτή μᾶς ἀναγέννησε πνευματικά, αὐτή μᾶς τρέφει, αὐτή μᾶς σώζει. Ὅποιος Τήν ἀγαπᾶ, συμπεριφέρεται ὅπως ὁ Χριστός, ὁὉποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει»1.
Ὅποιος ἀγαπᾶ τήν Ἐκκλησία ἀγκαλιάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους, καλούς καί κακούς, ἁγίους καί ὑποκριτές, αὐθεντικούς καί πλανεμένους. Τούς ἀγκαλιάζει μέ τήν προσευχή του, τούς ἔχει στήν καρδιά του καί «καθ’ ἡμέραν ἀποθνήσκει» γιά τήν σωτηρία τους.