Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
 
Α΄επιστολή Ιωάννου, κεφάλαιο Δ΄, εδάφια 12-19
 
12 Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. 13 ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. 14 Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν Υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου. 15 ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. 16 Καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν. ῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. 17 ᾿Εν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ᾿ ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ. 18 φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. 19῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς.
 
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
 
12 Κανείς βέβαια δεν έχει δει ποτέ Ποιος είναι στη φύση και στην ουσία Του ο Θεός. Κι όμως, εάν αγαπάμε ο ένας τον άλλον, ο Θεός που είναι αόρατος και ανώτερος από κάθε κατανόηση, μένει μέσα μας˙ και αισθανόμαστε την αγάπη Του τέλεια και πλήρη στην ψυχή μας.13 Απ’ αυτό το σημείο γνωρίζουμε ότι μένουμε σε Αυτόν και Αυτός μένει μέσα σε μας, από το ότι μας έχει δώσει από τη χάρη του Πνεύματός Του. Αυτό το Πνεύμα μας κατέστησε ναούς και κατοικητήριά Του. 14 Και επιπλέον εμείς οι Απόστολοι έχουμε δει με τα μάτια μας και ως αυτόπτες μάρτυρες δηλώνουμε ότι ο Πατήρ απέστειλε τον Υιό του ως σωτήρα του κόσμου, και εκδήλωσε έτσι την τέλεια αγάπη Του σε μας.
15 Όποιος ομολογήσει με όλες του τις δυνάμεις ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος, ο Θεός μένει μέσα του, και αυτός μένει ενωμένος με τον Θεό. 16 Και εμείς έχουμε γνωρίσει με τη χριστιανική μας πείρα και έχουμε πιστέψει την αγάπη που μας έχει ο Θεός. Και τρανό δείγμα της αγάπης Του είναι η ενανθρώπηση του Υιού Του. Ο Θεός, είναι αγάπη, και εκείνος που μένει στην αγάπη και την ασκεί συνεχώς, μένει ενωμένος με τον Θεό, και ο Θεός μένει μέσα σ’ αυτόν. 17 Και σημάδι ότι η αγάπη έφθασε στον ανώτερο βαθμό μέσα μας και προοδεύσαμε σε αυτήν στον τέλειο βαθμό, είναι το να περιμένουμε με θάρρος και αφοβία την ημέρα της Κρίσεως. Και θα έχουμε το θάρρος αυτό και την παρρησία την ημέρα εκείνη, διότι με την αγάπη γινόμαστε όμοιοι με τον Κριτή που θα μας κρίνει. Όπως δηλαδή είναι τώρα ο Χριστός στον ουρανό γεμάτος αγάπη, έτσι είμαστε κι εμείς στον κόσμο. Γεμάτοι δηλαδή αγάπη μέσα στον κόσμο αυτόν που στερείται και δεν έχει την αγάπη. 18 Όποιος αγαπά δεν φοβάται τον Κριτή, νιώθοντας ένοχος για τις αμαρτίες του, για τις οποίες θα δώσει λόγο. Αντιθέτως η αγάπη, όταν είναι τέλεια, απομακρύνει και βγάζει έξω από την ψυχή τον φόβο· διότι ο φόβος είναι βασανιστικός και προκαλεί ταλαιπωρία στον ένοχο λόγο της ποινής που με τρόπο περιμένει να του επιβάλει ο Κριτής για τις αμαρτίες του. Εκείνος λοιπόν που φοβάται επειδή αισθάνεται ένοχος, δεν έχει γίνει τέλειος στην αγάπη. 19 Εμείς οι Χριστιανοί αγαπάμε τον Θεό, επειδή Αυτός πρώτος μας αγάπησε και προηγήθηκε στην αγάπη Του για μας.