ΤΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ
Γ΄. ΕΚΚΛΗΣΙΑ – ΕΝΟΡΙΑ : ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
Η ΕΝΟΡΙΑ ΩΣ ΚΥΤΤΑΡΟ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Τό κύτταρο τοῦ μυστηριακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Μίας, Ἁγίας, Ὀρθόδοξης καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐνορία.
«Ἡ Ἐνορία», εἶναι «ἡ συγκεκριμένη ἐν χρόνῳ καί τόπῳ πραγματικότητα», ἡ ὁποία «καθιστᾶ στόν κάθε χριστιανό ἁπτό καί παρόν τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Στήν Ἐνορία του ὁ Χριστιανός λαμβάνει πεῖρα ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι κάτι τό γενικό, ἀόριστο κι ἀφηρημένο, ἀλλά ἡ συγκεκριμένη εὐχαριστιακή σύναξη, ἡ ὁποία ποιμαίνεται ἀπό συγκεκριμένους ποιμένες καί ἑνώνεται μέ τήν καθολική Ἐκκλησία»59.
Ἡ Ἐνορία, μοναστική ἤ κοσμική, εἶναι ὁ χῶρος ὅπου ἀποκαθίσταται στήν κατάσταση τῆς πνευματικῆς ὑγείας ἡ νοσοῦσα ἀνθρώπινη ὑπόσταση καί δημιουργεῖται ἡ ἀληθής κοινωνικότητα διά τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἑνώσεως τῶν μελῶν της.
«Ἡ Ἐνορία, ὡς ἀπηρτισμένη κοινότητα-κοινωνία» παρατηρεῖ ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός «ὑπῆρξε πάντα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τό Ἐκκλησιαστικό μοντέλο (πρότυπο) κοινωνικῆς διάρθρωσης καί ζωῆς. Ὁ κοινοβιακός μοναχισμός ὡς μοναστική ἀδελφότητα-Ἐνορία δέν εἶναι παρά ἡ δυναμική προσπάθεια διασώσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὑπαρκτικοῦ προτύπου ὅταν ἄρχισε ἡ ἐκκοσμίκευσή του, ἡ προσαρμογή του δηλαδή στό κοσμικό πρότυπο τῆς μή-χριστιανικῆς κοινωνίας. Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅλων τῶν αἰώνων –μέ πρώτους τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν ἱερό Χρυσόστομο– ἐπέμειναν στήν διάσωση τῆς ἑνότητας, τῆς πνευματικότητας-κοινωνικότητας, μέσα στό ἐνοριακό πλαίσιο μέ τήν ὀργάνωση καί στερέωση τοῦ μοναστικοῦ κοινοβίου, ὥστε νά μή χαθεῖ ὁ ἀποκεκαλυμμένος θεοκεντρικός τρόπος ζωῆς τῶν Χριστιανῶν μέσα στόν κόσμο»60.