«Πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τόν βίον αὐτῆς»1. Αὐτή ἡ μακαρία χήρα ἡ πτωχοτάτη, ἔβαλε περισσότερο ἀπό ὅλους ἐλεημοσύνη εἰς τό ταμεῖον τοῦ ναοῦ, τό γαζοφυλάκιον, προσφέροντας στόν Θεό ὅλη της τήν περιουσία. Ὅπως εὐφυῶς ἔχει λεχθεῖ, στήν ἐλεημοσύνη τό μέγεθός της κρίνεται ὄχι ἀπό τά πόσα δίνει κανείς, ἀλλά ἀπό πόσα τοῦ μένουν, ἀφοῦ θά κάνει τήν ἐλεημοσύνη. Αὐτή ἡ χήρα, λοιπόν, ἔδωσε περισσότερο ἀπό ὅλους, γιατί δέν τῆς ἔμεινε τίποτε. Ἔδωσε ὅλο της τόν βίο, ὅλη της τήν περιουσία. Ὁ Θεός θέλει νά δώσουμε ὅλη μας τήν ψυχή, ὅλη μας τήν καρδιά, ὅλη μας τήν ἰσχύ, ὅλη μας τήν δύναμη σέ Αὐτόν, ἔτσι ὥστε νά καταξιωθοῦμε καί νά ἁγιαστοῦμε ὁλοτελῶς, καί ψυχικά καί σωματικά. Καί ἔτσι νά εὐαρεστήσουμε ἐνώπιόν Του καί νά ἑνωθοῦμε μαζί Του. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσφέρει κάτι στόν Θεό, θά πρέπει νά μήν τοῦ μένει τίποτα. Ὅταν κάνει προσευχή, θά πρέπει νά τήν κάνει μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς του, μέ ὅλη τήν καρδιά του, μέ ὅλη τήν ἰσχύ του.
Γι’ αὐτό, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «στήν προσευχή σημασία ἔχει ἡ ἔνταση∙ ὄχι ἡ χρονική διάρκεια ἀλλά ἡ ἔνταση. Νά προσεύχεσθε», ἔλεγε ὁ Ὅσιος, «ἔστω καί πέντε λεπτά, ἀλλά δοσμένα στόν Θεό μέ ἀγάπη καί λαχτάρα. Μπορεῖ ἕνας μιά ὁλόκληρη νύχτα νά προσεύχεται καί ὁ ἄλλος μονάχα πέντε λεπτά καί αὐτή ἡ προσευχή τῶν πέντε λεπτῶν νά εἶναι ἀνώτερη. Μυστήριο εἶναι αὐτό βέβαια, ἀλλά ἔτσι εἶναι. Ἀκοῦστε με παιδιά μου νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Ἕνας μοναχός βάδιζε στήν ἔρημο καί ἐκεῖ ἀπάντησε ἕναν ἄλλον μοναχό. Χαιρετίστηκαν. – Ἀπό ποῦ ἔρχεσαι; τοῦ λέει. – Ἀπό τό χωριό τάδε. – Πῶς περνᾶτε ἐκεῖ πέρα; – Ἔχουμε φοβερή ἀνομβρία, ἔχουμε στενοχώρια. – Ἔ, καί τί κάνατε; Προσευχηθήκατε; – Ναί. – Ἔβρεξε; – Δέν ἔβρεξε. – Φαίνεται, λέει, δέν θά προσευχηθήκατε ἐκτενῶς»2. Δηλαδή, ἐννοεῖ ὁ Ὅσιος, μέ ἔνταση, μέ τό ὁλοκληρωτικό αὐτό δόσιμο, πού θέλει ὁ Θεός νά ἔχουμε στήν προσευχή.
«- Ἄς κάνουμε καί μιά προσευχούλα ἐδῶ στόν Θεό νά βοηθήσει», λέει ἐκεῖνος ὁ μοναχός. «Κι ὅπως ἤτανε ἐκεῖ, ἄρχισαν νά προσεύχονται. Ἀμέσως ἦλθε ἕνα μικρό σύννεφο πού μεγάλωσε, μαύρισε, κατέβηκε κάτω καί, νά, ἔριξε πολλή βροχή! Τί ἔγινε ἐδῶ; Ἔγινε ἐκτενής προσευχή. Λίγη προσευχή ἐκάνανε καί ἔβρεξε! Ἀλλά σημασία εἶχε ἡ ἔνταση.
Ἐμπόνως καί ἐντόνως, πού λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος. Ὁ Ἅγιος Μακάριος προσευχόταν ἐκτενῶς, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας. Εἶχε δοθεῖ ψυχῇ τε καί σώματι στήν λατρεία. Μπορεῖ ἔτσι νά σήκωνε τό χέρι του καί νά ἔμενε ξερό ἀπό τήν ὑπερένταση. Τό ἴδιο καί αὐτός πού κάνει μία κατάρα καί σηκώνει τό χέρι ἐναντίον κάποιου, μπορεῖ νά μεταδώσει τό κακό.
Κάποιος μοῦ εἶπε: – Θέλουμε νά μᾶς κάνεις προσευχή. Τοῦ ἀπάντησα: – Θά προσευχηθῶ μέ τήν καρδιά μου, μέ ταπείνωση στόν Κύριο. Θά προσευχηθῶ “συνετῶς”. Καί ἐκεῖνος ἀπόρησε: – Τί θά πεῖ “συνετῶς”; – Δηλαδή προσευχή ἐνσυνείδητη, μέ συγκεντρωμένο τόν νοῦ. Αὐτό εἶναι πού κατεξοχήν θέλει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο, τόν συγκεντρωμένο νοῦ.
Νά», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος, «μιά φορά εἶχε μαζευτεῖ κόσμος σέ μία πλατεία καί ζητοῦσαν τόν προφήτη Δαβίδ νά τούς μιλήσει, γιατί εἶχε συμβεῖ κάποιο γεγονός σπουδαῖο κι ὅλος ὁ κόσμος ἐφώναζε.
Κι ἐβγῆκε ὁ προφήτης καί τούς λέγει: «Ψάλατε τῷ Θεῷ ἡμῶν, ψάλατε∙ ψάλατε τῷ Βασιλεῖ ἡμῶν, ψάλατε∙ ὅτι Βασιλεύς πάσης τῆς γῆς ὁ Θεός∙ ψάλατε συνετῶς»3». Εἶναι ἀπό τόν 46ο ψαλμό, στίχοι 7 καί 8. «Εὐχαριστήθηκε καί μοῦ εἶπε», λέει ὁ Ὅσιος Πορφύριος. «- Ποῦ βρίσκεται στήν Ἁγία Γραφή, νά πάω νά τό βρῶ; Ποιός ψαλμός εἶναι; – Νομίζω, τοῦ λέω, ὅτι ἀρχίζει ἔτσι: «Πάντα τά ἔθνη κροτήσατε χεῖρας, ἀλαλάξατε τῷ Θεῷ ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως…»4»5. Πράγματι ἔτσι ἀρχίζει ὁ 46ος Ψαλμός.
«Ὅταν προσεύχεσαι νοερῶς», ἔλεγε καί ὁ Ὅσιος Παΐσιος, «δέν πρέπει νά φέρνεις στόν νοῦ σου μέ τήν φαντασία σου εἰκόνες, γιατί μπορεῖ νά τό ἐκμεταλλευτεῖ τό ταγκαλάκι καί νά στά παρουσιάσει σάν ὁράματα, γιά νά σέ πλανήσει καί νά σοῦ κάνει κακό». Ἡ προσευχή γενικῶς, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, πρέπει νά εἶναι ἀνεικονική, νά εἶναι καθαρή, μέ συγκεντρωμένο τοῦ νοῦ στήν ἔννοια τῶν λέξεων. «Ἰδίως ἡ εὐχή», λέει ὁ Ὅσιος Παΐσιος, «καλά εἶναι νά γίνεται μέ καθαρό νοῦ, χωρίς λογισμούς, ἤ παραστάσεις ἔστω καί ἄν εἶναι εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, ἤ παραστάσεις ἀπό τήν Ἁγία Γραφή», γιατί αὐτό εἶναι ἐπικίνδυνο, ἰδιαίτερα γιά ὅσους ἔχουν πολλή φαντασία καί ὑπερηφάνεια. «Μόνον ὅταν ἔρχονται ρυπαροί ἤ βλάσφημοι λογισμοί, μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε παραστάσεις ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ καλύτερη ὅμως «παράσταση» εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ἀμαρτωλότητάς μας καί τῆς ἀχαριστίας μας.
«Ὁ διάβολος», ἔλεγε πάλι ὁ Ὅσιος Παΐσιος, «εἶναι πονηρός». Προσπαθεῖ κάθε στιγμή νά ἐκτρέψει τόν νοῦ μας, νά πάψουμε νά εἴμαστε συγκεντρωμένοι στόν Θεό. «Ξέρει», ἔλεγε ὁ Ὅσιος, «ὅτι ἄν τήν ὥρα τῆς προσευχῆς σοῦ φέρει βρώμικο λογισμό, θά τόν τινάξεις πέρα. Γι’ αὐτό σοῦ δίνει λύσεις σέ κάποιο πρόβλημά σου. Ὁπότε λές ἀφοῦ τήν ὥρα τῆς προσευχῆς τό σκέφτηκα ἄρα εἶναι ἔμπνευση. Ἄν ἤθελε ὁ διάβολος τό καλό σου, ἄλλες ὧρες θά σοῦ τά ἔφερνε αὐτά στόν νοῦ, ὄχι τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Μπαίνει ὅμως ἐνδιάμεσος καί πιάνει μαζί σου τήν κουβεντούλα. Γι’ αὐτό νά μήν δίνεις καθόλου σημασία. Εὐχαριστῶ γιά τό ἐνδιαφέρον σου, νά τοῦ λές ἀλλά νά μοῦ λείπει. Πάει βλέπεις μέ πονηριά νά ξεγελάσει τόν πνευματικό ἄνθρωπο μέ πνευματικές σκέψεις, ὁπότε ἡ προσευχή αὐτοῦ, ὅπως λέει ὁ Δαυίδ, «γενέσθω ἐν ἁμαρτίᾳ»6. Περισσότερο ἀπό ὅλα ὁ διάβολος δέν θέλει νά προσευχόμαστε. Ὅταν δεῖ κάποιον νά προσεύχεται, ἄν δέν μπορεῖ νά τόν ἐμποδίσει, προσπαθεῖ τοὐλάχιστον νά παρασύρει τόν νοῦ σέ φαντασίες ἤ σέ λογισμούς. Ἄν δέν τά καταφέρει μέ αὐτόν τόν τρόπο, τότε παρουσιάζεται καί ὁ ἴδιος ἀκόμα, μόνο καί μόνο γιά νά σέ ταράξει καί νά σέ βγάλει ἔστω καί λίγο ἀπό τήν προσευχή»7.
«Νά, μιά φορά», διηγεῖται ὁ Ὅσιος Παΐσιος, «ἤμουν ἔξω, δίπλα στόν τάφο τοῦ παπα-Τύχωνα. Ἐνῶ ἔλεγα τήν δοξολογία μέ μετάνοιες, ὅταν ἔφτασα στόν στίχο «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς», ξαφνικά ἕνα φῶς δυνατό σάν προβολέας ξεχύθηκε πίσω μου καί φώτισε ὅλη τήν περιοχή. Κατάλαβα ὅτι ἦταν κάτι δαιμονικό αὐτό τό φῶς καί δέν ἔδωσα σημασία. Συνέχισα ἀτάραχος τήν προσευχή μο. Ἀφοῦ εἶδε ὁ διάβολος ὅτι δέν ταράχτηκα ἀπό τό φῶς, ἔκανε κάτι ἄλλο. Λίγα μέτρα ἀριστερά μου παρουσιάστηκαν δύο διαβολάκια, περίπου 1,5 μέτρο ὕψος, πού ἔπαιζαν καί χτυπιοῦνταν μεταξύ τους μέ τά χέρια καί τά πόδια καί γελοῦσαν. Σωστός κινηματογράφος! Ἔ, δέν μποροῦσα νά κρατηθῶ.. ξέσπασα σέ γέλια! Εἶδες τί ἔκανε ὁ πειρασμός; Δέν τόν πρόσεξα μέ τό φῶς, ἔστειλε μετά τά διαβολάκια»8.
«Πῶς νά δουλέψει ἡ καρδιά σου στήν προσευχή», ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «ὅταν μέσα σου ἔχεις πάθη; Νά, πάρε ἕνα σκουριασμένο καλώδιο καί σύνδεσέ το μέ τό τηλέφωνο. Μπορεῖς νά συνεννοηθεῖς; Βραχυκυκλώνεται, βουίζει. Καί ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἔχει μέσα του σκουριές, πάθη, ἔχει βραχυκυκλώματα στήν πνευματική ζωή. Μόνος του βραχυκυκλώνεται. Χρειάζεται νά προσέξει τήν ὑπερηφάνεια, τόν ἐγωισμό, τό θέλημα, τήν ἀναίδεια. Ὅταν εἶναι κυριευμένος ἀπό αὐτά, δέν εἶναι δυνατό νά τόν ἐπισκεφτεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μπορέσει νά προσευχηθεῖ»9. Αὐτά τά ἴδια τά πάθη, παράγουν λογισμούς, οἱ ὁποῖοι παρεμβάλλονται καί ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά κάνει συγκεντρωμένος προσευχή. Δέν μπορεῖ νά ἔχει καθαρή προσευχή καί προσευχή μέ τήν δέουσα ἔνταση. Πρέπει νά καθαρίσει τά σκουριασμένα του καλώδια γιά νά γίνει καλός ἀγωγός καί νά μπορεῖ νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Θεό. Καί ὅσο περισσότερο θά καθαρίζεται ἀπό τά πάθη, τόσο περισσότερο θά προχωράει στήν προσευχή.
«Τά πάθη εἶναι παράσιτα πού ἐμποδίζουν τήν θεία ἐπικοινωνία. Ἄν δέν φύγουν τά παράσιτα, πῶς θά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά ἐπικοινωνήσει μέ τόν Θεό;
Μιά εὐχή καλή καρδιακή, ἔλεγε πάλι ὁ Ὅσιος, «ἔχει περισσότερη δύναμη ἀπό χιλιάδες λόγια, ὅταν οἱ ἄλλοι δέν παίρνουν ἀπό λόγια. Παρόλο πού λένε ὅτι βοηθῶ τόν κόσμο πού ἔρχεται καί μέ βρίσκει, ὡς θετική προσφορά μου στόν κόσμο, βλέπω τήν μιάμιση ὥρα πού διαβάζω τό Ψαλτήρι. Τό ἄλλο τό θεωρῶ ψυχαγωγία∙ νά ποῦν οἱ καημένοι τόν πόνο τους, νά τούς δώσω καμιά συμβουλή. Γι’ αὐτό τήν βοήθεια δέν τήν θεωρῶ προσφορά δική μου. Ἡ προσευχή εἶναι πού βοηθάει. Ἄν εἶχα ὅλο τόν χρόνο γιά προσευχή, περισσότερο θά βοηθοῦσα τόν κόσμο. Ἄς ποῦμε ὅτι θά δῶ τήν ἡμέρα διακόσιους πονεμένους. Μόνο διακόσιοι πονεμένοι ὑπάρχουν στόν κόσμο; Ἄν δέν δῶ κανένα καί προσευχηθῶ γιά ὅλο τόν κόσμο, τότε βλέπω ὅλο τόν κόσμο. Γι’ αὐτό λέω στόν κόσμο, ἐγώ θέλω νά μιλῶ γιά ἐσᾶς στόν Θεό καί ὄχι σέ σᾶς γιά τόν Θεό. Αὐτό εἶναι καλύτερο γιά ἐσᾶς ἀλλά δέν μέ καταλαβαίνετε»10.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά μᾶς δίνει αὐτή τήν ἐπιθυμία καί τήν προθυμία γιά τήν ἔντονη καί ἔμπονη προσευχή, τήν προσευχή μέ συντετριμμένο νοῦ, ὥστε καί ἐμεῖς, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, νά καθαριστοῦμε ἀπό τά πάθη μας, νᾶ βοηθήσουμε τήν ψυχή μας ὥστε νά ὁδηγηθεῖ στή σωτηρία καί, πάλι μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, νά βοηθηθοῦν καί ἄλλοι ἄνθρωποι.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
1 Μᾶρκ. 12, 44.
2 Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
3 Ψαλμ. 46, 7-8.
4 Ψαλμ. 46, 2.
5 Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
6 Ψαλμ. 108, 7.
7 Περί Προσευχῆς, Ἁγίου Παϊσίου Ἀγιορείτου, Λόγοι Στ΄, Ἱ. Ἡ. “Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος”, Σουρωτή Θεσ/νικης, (στό ἑξῆς: Περί Προσευχῆς, Ἁγίου Παϊσίου).
8 Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, ἔκδ. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Μεταμόρφωσις Χαλκιδικῆς.
9 Περί Προσευχῆς, Ἁγίου Παϊσίου.
10 Πνευματική Ἀφύπνιση, Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Β΄, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/κης.