Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης
 
Ὁ τίτλος εἶναι, σαφῶς καθοριστικός, ὡς χρονικὸς προσδιορισμὸς τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα καὶ ὡς διαστολὴ ἀπὸ τὸ χθές. Δηλαδή, ὑπὸ τὴν σύγχρονη ὀπτικὴ γωνία, τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, ποιό εἶναι τὸ μήνυμά της, ποιά στοιχεῖα τὴ συγκροτοῦν, πόσον ἀπηχεῖ σήμερα, τί παλαιὸ ἀπὸ τὸ σῶμα της πρέπει ν’ ἀποβληθεῖ, τί νέο μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ προσλάβει, τέλος, πόσο ἀνήκει στοὺς καιρούς μας ἢ ποιές πρόσαρμογές ἐπιβάλλονται;
Βέβαια, οἱ προτάσεις καὶ τὰ ἐρωτήματα περιορίζονται στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ὅσο καὶ ἂν ἡ Ὀρθοδοξία δὲν γνωρίζει ὅρια, οὔτε ἐποχές, οὔτε ἱστορικὲς μεταβολὲς τοῦ κόσμου, γιατί εἶναι ὑπέρχρονη κατὰ τὴ θεανθρώπινη δομή της. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μεταβάλλεται, ὑπόκειται σὲ ἀλλοιώσεις, εἶναι ὄχι ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ… οἱ ὀρθόδοξοι, ὡς ἐλεύθερες καὶ τρεπτὲς προσωπικότητες.
 
Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ Χριστός, ὀρθοδόξως ἑρμηνευθεὶς καὶ βιωθεῖς, παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες. Εἶναι, κατὰ τὸν Παῦλο, «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἔβρ. 13,8), ποὺ ἀποτελεῖ τὴ Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας=μέλη. Χριστολογικὼς «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν…» (Ἰωάν. ἄ, 14). Καί, κατὰ τὴν 4η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὁ Χριστὸς εἶναι μιὰ ὑπόσταση μὲ δύο φύσεις ἀσύγχυτες, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος ποὺ μὲ τὴν ἀντίδοση τῶν ἰδιωμάτων, θέωσε τὴ σάρκα .Ἡ Ἐκκλησία «σημαίνεται ἐν τοῖς Μυστηρίοις». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι πηγὴ χάριτος, ποὺ ἀναβλύζει μὲν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, χορηγεῖται ὅμως διὰ τοῦ ἱερατείου. Ἡ χάρις παίρνει πρόσωπα κακοποιημένα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ θεοποιεῖ. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτή, ἡ Ἐκκλησία εἶναι Θεοτόκος. Τὰ πάντα στὴν Ἐκκλησία πλέουν μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος.

 
Ἡ Ἐκκλησία =μέλη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη πλευρά της. Οἱ πιστοὶ εἶναι ἕνα σῶμα,-«αλλὰ καὶ πολλὰ πρόσωπα. Ὅσο πιὸ ἅγια εἶναι, τόσο-καὶ πιὸ ἑνιαῖο εἶναι τὸ σῶμα. Ὁ Χριστός-Κεφαλή καὶ τὰ ἅγια μέλη Του ἀποτελοῦν τὴν αἰώνια Ἐκκλησία, ποὺ δὲν ἔχει «σπίλον ἢ ρυτίδα ἢ ἕνα τῶν τοιούτων». Αὐτὴ εἶναι ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ποὺ περιλαμβάνει ἄπειρα πλήθη Ἁγίων. Ὅσον ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται στὴ παροῦσα ζωή, εἶναι στρατευόμενη. Τὰ μέλη της τελοῦν σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ στὴ φροντίδα τοῦ ἁγιασμοῦ τους, ἀλλὰ οὔτε ὅλα ἁγιάζοντας οὔτε ὅλα σώζονται.
 
Στὴ διαδρομὴ τῶν αἰώνων, ἀπὸ τὴ γενέθλια ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας, τὴ Πεντηκοστή, οἱ χριστιανοὶ πάλευαν μὲ κάθε μορφὴ κακοῦ, μὲ κάθε νοθεία, μὲ κάθε ἐχθρὸ ὁρατὸ καὶ ἀόρατο. Στὴν πάλη αὐτή, στὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἡ διδάσκαλος καὶ ἡ βοηθός, ἄλλοι ἀναδεικνύονταν νικητὲς καὶ ἄλλοι ξέπεφταν ἀπὸ τὴ σωτηρία σὰν νικημένοι. Τὸ φαινόμενο αὐτό, σὲ κάθε ἀγῶνα, νικητῶν καὶ ἡττημένων, διαρκοῦσε σ ὅλη τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας.
 
Σήμερα, στὸ συγκεκριμένο ἐνεστῶτα χρόνο καὶ χῶρο τῆς στρατευόμενης ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἀγῶνας συνεχίζεται. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἴδιος, ἡ χάρις ἡ ἴδια, οἱ ἄνθρωποι οἱ ἴδιοι, ὁ σατανᾶς ὁ ἴδιος, τὸ ἱερατεῖο τὸ ἴδιο, ἀλλὰ οἱ συνθῆκες διαφορετικές, ἄλλες εὐνοϊκὲς καὶ ἄλλες ὄχι. Διλήμματα, προκλήσεις, δοκιμασίες, πειρασμοὶ δὲν ἔλειψαν ἀπὸ κάθε ἐποχὴ μὲ ποικίλες μορφές. Ἡ προαίρεση ὅμως εἶναι ἐλεύθερη.
 
Καὶ στὸ ἐρώτημα· ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, τί εἶναι, τί ἔχει νὰ πεῖ; ἡ ἀπάντηση εἶναι αὐτονόητη: ὅ,τι ἦταν καὶ ὅ,τι ἔλεγε, «ὅ,τι πάντοτε, πανταχοῦ, ὑπὸ πάντων ἐπιστεύθη», κατὰ τὸν ὁρισμὸ τοῦ ἐκ Λειρίνης ἁγίου Βικέντιου. Ἡ ἴδια Ὀρθοδοξία μὲ τὶς δόξες της καὶ τὰ στίγματα τῶν πταισμάτων τῶν τέκνων της. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ποὺ ἔχει «τὸν κρατῆρα τῶν ἀκένωτων δωρεῶν». Ἡ ἴδια διδασκαλία τοῦ Κυρίου, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων. «Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τὴ Ἐκκλησία μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγησαν, ἡ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τον ὑφαυτόν, ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεὶ καὶ δοξάζει τῆς εὐσέβειας τὸ μέγα μυστήριον»,
 
Σήμερα ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει ἀνάγκη προσλήψεως συγχρόνων στοιχείων, ν’ ἀποβάλει παλαιὲς «δόξες», νὰ προβεῖ σὲ κάποιες ἀναθεωρήσεις γιὰ νὰ μιλήσει στὸ σύγχρονο ἄνθρωπο; Αὐτὸ εἶναι ἕνα συνηθισμένο ἐρώτημα. Ἀλλὰ σ’ αὐτὸ μιὰ ἀπάντηση ὑπάρχει: «Γεύσασθε καὶ ἴδετε». Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἄκτιστες ἐνέργειές του. Ὅσοι τὸν δέχονται, μὲ ποιά ὄργανα τὸν πιστεύουν; Μὲ ἐξωτερικὰ τεκμήρια, θαύματα. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶπε: «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Ποιοί εἶναι αὐτοί; Εἶναι οἱ «οὐ βλεφάροις ἰδόντες, ἀλλὰ καρδίας πόθῳ πεπιστευκότες». Ἑπομένως, ὅταν ἡ ψυχὴ φθάσει στὴ μέθεξη τοῦ Θεοῦ, τότε θὰ καταλάβει, ὅτι στὴν Ὀρθοδοξία ὑπάρχουν ἀπ’ ἀρχῆς ὅλα, τίποτε δὲν εἶναι περιττό, τίποτε δὲν λείπει, τίποτε δὲν χρειάζεται σὰν ἀναμόρφωση χωρὶς νὰ τὴν βλάψει.
 
Τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δὲν πείθει, ὄχι μόνο τοὺς μὴ πιστεύοντες, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς τοὺς «ὀρθοδόξους», ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα εἶναι ἡ μοναδικὴ ὁδὸς σωτηρίας, γι αὐτὸ καὶ δὲν ἑλκύει; Ἡ ἀπάντηση δόθηκε· γιατί δὲν βιώθηκε γνήσια. Ὅσο καθαρίζουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς, τόσο καὶ βλέπουν τὸ θεῖο φῶς. Καὶ ὅσο ἀπαγκιστρώνεται ἡ αἴσθηση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἡδονὲς καὶ ἀπὸ τὶς αἰσθητικὲς ἀπολαύσεις, ἐρήμην τοῦ Θεοῦ, τόσο αἰσθάνεται τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία, γιὰ νὰ γεμίσει τὴ ψυχὴ μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, προϋποθέτει ὀρθοπραξία. Καὶ ἡ ὀρθόδοξη ὀρθοπραξία εἶναι ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν στὶς ἔσχατες συνέπειές τους, μὲ βάση τὴ θεολογικὴ καὶ Πνεύματι κὴ παράδοση.
 
Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα παρουσιάζει ἀδύνατα σημεῖα; Ναί, ὄχι ὅμως κατὰ τὴν ὀντολογική της δομή, ὄχι κατὰ τὴν ἄχραντη ἁγιότητα τῆς Κεφαλῆς καὶ τῶν Ἁγίων μελῶν Της, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἀσθενῆ ἀνθρώπινη πλευρὰ τῆς Ἐκκλησίας. «Ὁμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν σαγήνη βληθείση εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἐκ παυτὸς γένους συναγαγούση…». Καὶ ἡ Ἐκκλησία περιλαμβάνει «καλὰ καὶ σαπρά». Ὅσο στρατεύεται στὴ γῆ, θὰ συνυπάρχουν στὴν Ἐκκλησία, πρὸς σκανδαλισμὸ τῶν ἀδυνάτων στὴν πίστη καὶ ὡς λεία γιὰ ἐκμετάλλευση ἀπὸ τοὺς πονηρούς. Οἱ δυνατοὶ ὅμως, δηλαδὴ οἱ ὑγιεῖς καὶ ἅγιοι, δὲν σκανδαλίζονται γιατί, σὰν ταπεινοὶ ποὺ εἶναι, θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς των ὡς «σαπροὺς» καὶ τοὺς ἄλλους ὅλους καλούς. Βέβαια διαπιστώνουν τὶς ἀτοπίες, ἀλλὰ λυποῦνται καὶ ἀγαποῦν τοὺς ἁμαρτωλούς, ἀφοῦ βλέπουν ὅτι αὐτοὶ εἶναι, μεταξύ τους, οἱ πρῶτοι.
 
Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα παρουσιάζεται μὲ ἐλαττωμένη ἀκτινοβολία στὸ ἐπίπεδο τῶν ὀργάνων της, τοὺς Κληρικούς. Καὶ ἐνῷ, χωρὶς αὐτοὺς δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία, ἀφοῦ αὐτοὶ μετοχετεύουν τὴ θεία χάρη στοὺς πιστούς, ὅμως, ἀναλογικὰ μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκπροσωποῦν, δημιουργοῦν θλιβερὴ δυσαρμονία. Καὶ ὅτι μὲν ποτέ, σὲ καμιὰ περίοδο τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, δὲν ὑπῆρχε αὐτάξια ἐκπροσώπηση, πλὴν ἐλαχίστων μονάδων, σήμερα ἀποβαίνει ἀπελπιστική, σὲ μιὰ κλίμακα. Καὶ ἐνῷ ἡ χαμηλὴ στάθμη ἁγιότητας ὀφείλεται στὴν ἐγκατάλειψη τοῦ παραδοσιακοῦ τρόπου ἀναδείξεως τοῦ ἱεροῦ Κλήρου, μὲ τὴν καθιέρωση τοῦ προτεσταντικῆς προελεύσεως Καταστατικοῦ Χάρτου, ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ὁποίου τὸν καθιστᾶ κάπως συμπαθῆ καὶ ἀνεύθυνο, ὅμως, ἡ ἀρνητικὴ ἐπιρροὴ ποὺ ἀσκεῖ στὶς ἀδύνατες ψυχές, πιστὲς καὶ ἄπιστες, εἶναι καταλυτική, προστιθεμένων καὶ τῶν ἐκ κακῆς προαιρέσεως σκανδάλων. Ἀλλά, ὅσο καὶ ἂν λειτουργεῖ ἐπιζήμια ἡ μὴ ἁγία παρουσία τοῦ Κλήρου, ὅμως, γιὰ αὐτοὺς ποὺ αἰσθάνονται τοὺς ἑαυτούς τους ἁμαρτωλούς, δὲν ἀποτελεῖ ἐμπόδιο ἀντλήσεως θείας χάριτος. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μειώνεται.
 
Ὁ μοναχισμὸς σήμερα, ἀλλὰ καὶ πάντοτε, ἀποτελεῖ τὴ δυναμικὴ ἔκφραση τῆς Ὀρθοδοξίας. Μὲ τὸ μοναχισμό, ἡ Ὀρθοδοξία ἐκπροσωπεῖται πιὸ γνήσια, γιατί ἐμφανίζει ἐντονότερα τὴν ἁγιότητα της. Σὰν χριστιανικὴ ἰδιότυπη ἐκπόρευση, ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔχει αὐξημένες δυνατότητες ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὶς ἐπιδράσεις τοῦ «κόσμου», ἑνοποιήσεως τῶν διαχυμένων δυνάμεων τῆς ψυχῆς, καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ ἁγιασμοῦ, προσεγγίσεως καὶ ἑνώσεως μὲ τὸ Θεό. Τὸ πλῆθος τῶν Ἁγίων, ποὺ προῆλθαν ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τὰ αἰθέρια ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι συγγράμματά τους, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπίδραση ποὺ ἄσκησαν στὴ διαμόρφωση τοῦ ἤθους τῆς Ἐκκλησίας, δίνουν τὸ μέτρο τῆς σημασίας του. Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, προβάλλεται μὲ τὸν κάπως ἀνθοῦντα μοναχισμό της καὶ δίνει τὴ μάχη διὰ τῆς μοναστικῆς Πνεύματι κότητάς της. Βέβαια ἡ διδασκαλία τοῦ μοναχισμοῦ περὶ Ὀρθοδόξου ζωῆς καὶ θεολογίας ἀποτελεῖ κτῆμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ αἰῶνες τώρα, Ἀλλὰ μέσα στὴν ἱστορικὴ ζωή της, παρουσιάζονται ἐξάρσεις καὶ καταπτώσεις, ὁπότε ἡ στάθμη τῆς θεολογίας καὶ τῆς Πνεύματι κότητας, πότε ἀνεβαίνει καὶ πότε κατέρχεται, χωρὶς νὰ βλάπτεται ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ οὔτε νὰ λαμπρύνεται. Ἁπλῶς, ὁ λαός, ἢ εὐεργετεῖται ἢ ζημιώνεται. Ἑπομένως, σήμερα ἡ Ὀρθοδοξία ἐκφράζεται πιὸ γνήσια καὶ ἡ εὐχὴ εἶναι νὰ ἀναδειχθοῦν μέσα ἀπὸ τὰ σπλάχνα της ἀναστήματα πατερικὰ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἂλλ αὐτὸ προϋποθέτει ἁγιασμό.
 
Μαζὶ μὲ τὴν πατερικὴ θεολογία, ποὺ προσφέρεται ἀπὸ ἐλάχιστους ταπεινόφρονες θεολόγους, ἐμφανίζονται καὶ κρούσματα νοθείας. Καλοπροαίρετοι, σὲ κάποιο μέτρο, ἀκαδημαϊκοὶ θεολόγοι, ἐπιχειροῦν νὰ ἑρμηνεύσουν τὴν Ὀρθόδοξη θεολογία, καρπὸ αγιοΠνεύματι κὴς ἐμπειρίας, μὲ τὴν αὐθαίρετη ἀνθρώπινη σκέψη. Ἀλλὰ δὲν σταματᾶ τὸ κακὸ ἐδῶ. Δέσμιοι κάποιων ἁμαρτωλῶν ὁρμέμφυτων, κάποιων ἐρωτικῶν τάσεων, στὰ πλαίσια τοῦ πάνδημου ἔρωτα, ἔχουν παρασυρθεῖ σὲ διατυπώσεις ἀντορθόδοξες. Τὸ ἀνησυχητικὸ προκειμένω εἶναι, ὅτι πλήθη νέων «ὀρθοδόξων» ἀποδέχονται τὶς ἑρμηνεῖες αὐτές, ἀφοῦ τόσο ὑπηρετοῦν τὰ μικρὰ συναισθήματα ἀγάπης καὶ λαγνείας. Ἀλλὰ ἔτσι δὲν ὑπηρετεῖται ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, ὅσο καὶ ἂν φαίνονται οἱ τάσεις αὐτὲς λυτρωτικὲς ἀπὸ τὸν ἐρωτισμὸ τῆς ψυχῆς.
 
Κατ’ ἀρχὴν θὰ πρέπει νὰ ξεκαθαριστεῖ ἕνα σημαντικὸ σημεῖο. Αὐτὰ εἶναι ἡ ὁρολογία τῆς Ὀρθοδοξίας. Οὐδέποτε χρησιμοποίησε τὸν ὅρο ἔρωτας στὶς μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων σχέσεις, ἀλλὰ τὸν ὅρο ἀγάπη, Τὸν πρῶτο χρησιμοποιεῖ καὶ μάλιστα ἀφειδῶς, προκειμένου γιὰ τὶς σχέσεις χριστιανοῦ-Θεού. Οἱ Πατέρες, ἀναφερόμενοι στὶς ἁμαρτωλὲς σχέσεις ἑτερόφυλων δὲν μεταχειρίζονται τὸν ὅρο ἀγάπη, ἀλλὰ ἔρωτα καὶ μάλιστα, «δυσέρωτα», γιὰ νὰ ὑπογραμμίσουν τὴ κακὴ ποιότητά του. Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρω μιὰ φράση τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ: «Πρόσεχε νὰ μὴ δεχθεῖς ἐνέργεια ἀγάπης στὴ καρδιά σου, ἂν προηγουμένως δὲν ἐνεργήσει ὁ ἀγνιστικὸς φόβος, γιατί θὰ γίνει ἔχιδνα καὶ θὰ σὲ καταφάει». Πάντως, ὅσο καὶ ἂν προβάλλεται ἡ ὀθνεία αὐτὴ θεωρία σὰν ὀρθόδοξη, ὅμως εὔκολα μπορεῖ νὰ ἐλεγχτεὶ καὶ ν ἀποκαλυφθεῖ ἡ ἀκάθαρτη πηγή της. Ἐκεῖνοι ποὺ δοκίμασαν τὴν ποιότητα τῆς θείας ἀγάπης, χωρὶς δυσκολία ἀντιλαμβάνονται γευστικὰ τὴ σαρκικὴ προέλευση τῆς ἀνθρώπινης. Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, βέβαια, δὲν χάνει τίποτε ἀπὸ τὴν καθαρότητά της, μὲ τὶς τόσο ἀποδεκτές, ἀπὸ τοὺς ἄγευστους τοῦ πραγματικοῦ ἔρωτα, νοσηρὲς θεωρίες. Ἁπλῶς, πλανοῦν τοὺς ἀδύνατους ὀρθόδοξους καί, ἐκτὸς ὅτι τοὺς ὠθοῦν νὰ ἁμαρτάνουν, τοὺς φράζουν τὸ δρόμο πρὸς τὸ θεῖο ἔρωτα.
 
Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, ὅπως πάντοτε, «σημαινομένη ἐν τοῖς μυστηρίοις» προσφέρει τὰ θεῖα Μυστήρια της, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, ποὺ μεταβάλλει ὀντολογικὰ τὴ ψυχὴ τοῦ βαπτιζόμενου, ἀπαλλάσσοντάς την ἀπὸ τὶς κληρονομικὲς ἐπήρειες τοῦ σατανᾶ καὶ μεταδίδοντας τὴ θεία χάρη, ποὺ καθαρίζει τὸ «κατ εἰκόνα» καὶ ἐνισχύει τὸ «καθ ὁμοίωσιν», γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ τὴ θέωση. Καὶ σὰν μέλος τοῦ Χριστοῦ, γίνεται κοινωνὸς τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματός Του, συνεχῶς «ζωογονούμενος καὶ θεούμενος». Καὶ ὅταν, στὴ πάλη μὲ τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις, τὴ σάρκα καὶ τὸν κόσμον, ὑποκύπτει σὲ ποικίλες ἁμαρτίες, ποὺ διασποῦν τὴν ἑνότητα μὲ τὸ Χριστό, τότε ἔχει «παράκλητον» τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως καὶ μετανοίας, ποὺ ἀνασυνδέει τις διακοπτόμενες σχέσεις μὲ τὸ Θεό.
 
Τροφὴ ψυχῆς καὶ νοῦ προσφέρει ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, πλὴν τῶν Μυστηρίων της, τὴν ἀγγελικὴ Λατρεία, ποὺ μυσταγωγεὶ καὶ πτερώνει μὲ τὴ θεόπνευστη Ὑμνολογία, τὴν ἐξαίσια βυζαντινὴ μουσικὴ καὶ τὶς εἰρηνόχυτες βυζαντινὲς εἰκόνες, ποὺ ὅλα ἀποτελοῦν ἀπηχήματα καὶ ἀνταύγειες τῆς καθολικῆς αγιοΠνεύματι κὴς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ μαζὶ μὲ τὰ μέσα αὐτὰ τῆς πνευματοποιημένης αἰσθητικῆς, γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας, χορηγεῖται ἡ χάρις καὶ ὁ φωτισμὸς καὶ οἱ Πνεύματι κὲς ἡδονὲς μὲ τὶς θεόπνευστες Γραφές, τὰ συγγράμματα τῶν Ἁγίων, ἀληθινὰ ἀριστουργήματα καὶ καλλιστεύματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῆς «κατ ἄνθρωπον» τέχνης τοῦ λόγου. Καὶ σὰν ἀρχέτυπα ζωῆς, ἀγώνων, ἁγιασμοῦ καὶ θεώσεως, προβάλλονται οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων, ὅλων τῶν μορφῶν καὶ τῶν κλίσεων, ὥστε καθένας νὰ ἐπιλέγει ὅ,τι ἀναλογεῖ πρὸς τὶς ἐπιθυμίες του.
 
Ἀνακεφαλαιώνοντας, τὰ παραπάνω, ποὺ συγκροτοῦν τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἐπαναλαμβάνω, «ἑπόμενος τοῖς Ἁγίοις Πατράσιν», ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, εἶναι ἀπαράλλακτη ὅπως παραδόθηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ Πατέρες, «πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» καὶ ὅπως θὰ παραμείνει «μέχρι τερμάτων αἰώνων»: θεανδρική, θεοίδρυτη, Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική, πάμφωτη, παντοδύναμη, πάγκαλλη. Χριστοφόρα, θεοφόρα, Πνευματοφόρα, χριστοτόκος, Θεοτόκος, πνευματοτόκος.
 
Μονάχα μέσα στὴν Ὀρθοδοξία ὑπάρχει αἰώνια σωτηρία, αἰώνια ζωή, αἰώνια θέωση τῶν «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωση» πλασθέντων ἀνθρώπων. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία δὲν ὑπάρχει σωτηρία, ἀλλὰ ἀπώλεια καὶ ἔρεβος ψηλαφητό. Μακάριοι οἱ ἄνθρωποι πού, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, μπόρεσαν νὰ δοῦν τὸ ἀναστάσιμο φῶς ποὺ ἀκτινοβολεῖ στὴν Ὀρθοδοξία. Μακαριότεροι ἐκεῖνοι, ποὺ φωτίζονται ἀπ’ αὐτό. Ἀλλὰ μακαριότατοι ἐκεῖνοι, ποὺ ἔγιναν σκεύη τοῦ θείου φωτὸς καὶ μαρτυροῦν μὲ ὅλη τὴν Ὀρθοδοξία, ὅτι «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον, ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας», ὁ Νυμφίος καὶ ἡ Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας-Ορθοδοξίας, ποὺ δὲν τὴν λυμαίνεται ὁλόκληρη ἡ στρατιὰ δαιμόνων καὶ δαιμονιζόμενων πολὺ λιγότερο ἡ ἄθεη Πολιτεία.
 
(Ἀπὸ τὸ Περιοδικὸ “ΕΥΘΥΝΗ – diakonima.gr)
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/09/blog-post_67.html#more