Όσιομάρτυς Μαργαρίτα, η ηγουμένη μάρτυρας του Μενζελίνσκ
Hμητέρα Μαργαρίτα (κατά κόσμον Μαρία) Μιχαήλοβνα ήταν ηγουμένη της μονής του Προφήτου Ήλιου στο Μενζελίνσκ, της επισκοπής της Ουφας. Προτού γίνει μοναχή η Μαρία Μιχαήλοβνα ζούσε στο Κίεβο. Εξομολόγος της ήταν ο πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Κορσακόβσκι, προϊστάμενος του ναού της Κιεβο-Γεωργιέβσκαγια, στην ενορία όπου έμενε η Μαρία.
Στ’ απομνημονεύματα του ο πρίγκιπας Ν. Ζεβαχώφ, πού τη γνώριζε πολύ προτού γίνει μοναχή, έγραφε:
«Στο πρόσωπο της Μαρίας έβλεπε την ενσάρκωση της ένθερμης πίστης και της αγάπης της για το Θεό. Ήταν κοντή κι αδύνατη, μια γυναίκα πού έκαιγε πάντα σαν κερί μπροστά στο Θεό.
Όλοι όσοι την ήξεραν, γνώριζαν πώς γεννήθηκε μόνο και μόνο για να θερμαίνει τους άλλους με την αγάπη της.»
Ο πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Κορσακόβσκι έβλεπε τη διάθεση της Μαρίας, ότι υπόφερε και μελαγχολούσε ζώντας στον κόσμο.Η συνείδησή της δεν συμβιβαζόταν, δεν είχε «μισή» καρδιά. Σε κάθε της πρόβλημα συμβουλευόταν τον πνευματικό της. Η αμέτρητη αγάπη πού είχε για τούς συνανθρώπους της, την ωθούσε ν’ αναζητά ευκαιρίες για να βοηθήσει. Η απέραντη συγκαταβατικότητα στην ανθρώπινη αδυναμία όμως δεν την οδηγούσε σε συμβιβασμούς με τη συνείδησή της. Δεν ήταν δίψυχη, δεν είχε τίποτα πού να κρύβεται δήθεν από ευσέβεια, ενώ στην πραγματικότητα εκφράζει μόνο αδιαφορία στο χριστιανικό καθήκον… Τέτοιοι άνθρωποι πού δίνουν τα πάντα στους άλλους χωρίς να ζητάνε τίποτα, μοιάζουν να είναι μόνοι…Κανένας δέ θα τούς ρωτήσει αν χρειάζονται κι αυτοί κάτι, κάποια υποστήριξη ή φροντίδα. Πηγαίνουν κοντά τους μόνο όταν έχουν την ανάγκη τους και τούς αγνοούν όταν δεν τούς χρειάζονται…Στήν πραγματικότητα όμως ποτέ δέ νιώθουν μοναξιά».
Μετά τη μοναχική κουρά της η μοναχή Μαργαρίτα έζησε αρχικά σ’ ένα γυναικείο κοινόβιο, όπου υπήρχε κι η εικόνα της Παναγίας «Χαρά και Παρηγοριά», στην περιοχή Σέρπουχωφ της επαρχίας της Μόσχας. Ηγουμένη εκεί ήταν μια ηλικιωμένη κοντέσα, η Όρλόβα-Νταβίντοβα. Αυτή η περίοδος ήταν μια πολύ σκληρή δοκιμασία για τη Μαργαρίτα, πού απαιτούσε μεγάλη ανδρεία, υπομονή και ταπείνωση.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1917, με διάταγμα της Ιεράς Συνόδου, η μοναχή Μαργαρίτα διορίστηκε ηγουμένη της Ιεράς Μονής του Προφήτη Ηλία, στο Μενζελίνσκ της επισκοπής Ούφας. Η τελετή ενθρόνισης έγινε στη Μόσχα και παραστάθηκε επίσης η Μεγάλη Δούκισσα Ελισάβετ Φιοντόροβνα, πού αγαπούσε πολύ την ηγουμένη Μαργαρίτα. Το 1917 στο μοναστήρι ζούσαν 50 μοναχές και 248 δόκιμες.
Όπως γράφει ο π. Νεκτάριος Αντωνόπουλος στο βιβλίο του «Νεομάρτυρες της Ρωσίας», «η ηγουμένη Μαργαρίτα διακρινόταν για την εξαίρετη μόρφωσή της, τη σύνεση, αλλά και την αυστηρή ασκητική ζωή της. Οργάνωσε το μοναστήρι της κατά τα πρότυπα των παλαιών μοναστηριών της Ελλάδος. Μια από τις μοναχές πού επέζησε ως τις μέρες μας, η μοναχή Αλεφτίνα, τυφλή στα τελευταία της χρόνια, διέσωσε τις πληροφορίες πού καταγράφουμε. Οι μοναχές, με την έμπνευση και καθοδήγηση της ηγουμένης Μαργαρίτας, ζούσαν αυστηρή μοναχική ζωή, τελώντας ανελλιπώς τις ακολουθίες και το μοναχικό τους κανόνα. Όλες εργάζονταν με πνεύμα θυσίας και πολύ φιλότιμο στα διακονήματά τους. Το μοναστήρι είχε πολλούς κήπους με οπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, χωράφια, μελίσσια κλπ. Διέθετε ακόμα και εργαστήριο καλλιτεχνικών φωτογραφιών, κάτι σπάνιο και πρωτοποριακό για εκείνη την εποχή».
Προς το τέλος του 1918 ό Λευκός Στρατός εγκατέλειψε το Μενζελίνσκ και τις γειτονικές πόλεις κι η μητέρα Μαργαρίτα αποφάσισε να μη μείνει στην κυριαρχία των μπολσεβίκων. Βρισκόταν στην αποβάθρα, έτοιμη να φύγει, όταν της παρουσιάστηκε σε όραμα ό άγιος Νικόλαος και της είπε: – Γιατί αποφεύγεις και αρνείσαι το στεφάνι σου;
Ξαφνιασμένη από το όραμα η ηγουμένη Μαργαρίτα γύρισε στο μοναστήρι και διηγήθηκε στον ιερέα αυτό πού είδε.
Με την αίσθηση ότι σύντομα θα έπρεπε να δοκιμαστεί για την πίστη της, ζήτησε να της ετοιμάσουν ένα φέρετρο κι έδωσε εντολή να την ενταφιάσουν την ίδια μέρα του θανάτου της, αμέσως μετά την κηδεία.
Την άλλη μέρα την ηγουμένη Μαργαρίτα την συνέλαβαν ως «αντεπαναστάτρια». Την τράβηξαν βίαια από την εκκλησία στην αυλή του μοναστηριού την ώρα της ακολουθίας. Ζήτησε να την αφήσουν να κοινωνήσει, μα εκείνοι αρνήθηκαν. Την πυροβόλησαν αμέσως εκεί, στον αυλόγυρο. Μετά οι αδελφές του μοναστηριού της έψαλαν την κηδεία κι έπειτα την ενταφίασαν πίσω από το Ιερό της εκκλησίας, εκεί ακριβώς πού την πυροβόλησαν.
Ο ιερέας είχε παραξενευτεί πολύ με την απαίτηση της ηγουμένης να ενταφιαστεί την ίδια μέρα του θανάτου της. Μόνο την επόμενη μέρα έγινε κατανοητό το αίτημά της. Τότε οι ίδιοι τσεκάδες πού είχαν θανατώσει την ηγουμένη Μαργαρίτα έφεραν στο μοναστήρι έναν μουσουλμάνο μουλά για να τον θανατώσουν και ζήτησαν να ταφεί σ’ έναν τάφο, μαζί με την ηγουμένη Μαργαρίτα. Η ηγουμένη όμως είχε ήδη ενταφιαστεί κι έτσι οι τσεκάδες δεν μπόρεσαν να εκτελέσουν το σκοπό τους. Έτσι πήραν τον μουλά κι έφυγαν.
Ένας μεγάλος Ρώσος γέροντας, μάλλον ό σταρετς Αμβρόσιος της Οπτινα θα πρέπει να ήταν, είχε προφητέψει πώς στη διάρκεια διοίκησης μιας ηγουμένης στο μοναστήρι θα οικοδομηθεί μια εκκλησία, στη διάρκεια διοίκησης της δεύτερης η ίδια ή ηγουμένη θα γίνει μάρτυρας και στη διάρκεια ηγουμενίας της τρίτης, θα πέσουν οι καμπάνες. Η προφητεία εκπληρώθηκε. Η ηγουμένη Μαργαρίτα έγινε μάρτυρας. Στην ηγουμενία της επόμενης μονάχης, της τρίτης, οι μπολσεβίκοι πήραν τις καμπάνες της εκκλησίας κι έκλεισαν το μοναστήρι.
Τη δεκαετία του 1970, πού το μοναστήρι ήταν ακόμα κλειστό, κάποιοι άνθρωποι αποφάσισαν να σκάψουν ένα λάκκο πίσω από το ιερό του ναού. Ξαφνικά έπεσαν πάνω σ’ ένα φέρετρο. Μέσα στο φέρετρο βρήκαν το άφθαρτο λείψανο της ηγουμένης Μαργαρίτας, μ’ ένα σταυρό στο στήθος. Από σεβασμό δεν πείραξαν το φέρετρο, αλλά βρήκαν άλλον τόπο για να σκάψουν το λάκκο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ Γ -ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΡΙΕΣ.
ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ. ΑΘΗΝΑ 2012
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2013/12/blog-post_4483.html