Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ[:Εβρ.7,7-17]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Μέρος πρώτο: υπομνηματισμός των εδαφίων Εβρ.7,6-10]
«Ὃ δὲ μὴ γενεαλογούμενος ἐξ αὐτῶν δεδεκάτωκε τὸν Ἀβραάμ(:Ο Μελχισεδέκ όμως, ο οποίος δεν γενεαλογείται και δεν κατάγεται από τη γενεά του Λευί, έχει πάρει το ένα δέκατο από τον Αβραάμ)»[Εβρ.7,6].Στη συνέχεια δεν το προσπέρασε έτσι απλά, αλλά και πρόσθεσε: «καὶ τὸν ἔχοντα τὰς ἐπαγγελίας εὐλόγηκε (: και έχει ευλογήσει αυτός τον Αβραάμ που είχε δεχθεί τις θείες επαγγελίες)». Επειδή αυτό ήταν παντού το καύχημα των Ιουδαίων, δείχνει και από την κοινή κρίση όλων ότι ο Μελχισεδέκ ήταν σπουδαιότερος από τον Αβραάμ.
Και συνεχίζει λέγοντας: «χωρὶς δὲ πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται (:και βέβαια είναι αναντίρρητο και ομολογημένο ότι το μικρότερο και κατώτερο ευλογείται από το μεγαλύτερο και ανώτερο. Για να ευλογήσει λοιπόν ο Μελχισεδέκ τον Αβραάμ, σημαίνει πως ήταν ανώτερός του)»[Εβρ.7,7].Δηλαδή, όλοι πιστεύουν ότι το κατώτερο ευλογείται από το ανώτερο. Επομένως ο τύπος του Χριστού είναι ανώτερος και από εκείνον που είχε τις επαγγελίες.
«Καὶ ὧδε μὲν δεκάτας ἀποθνήσκοντες ἄνθρωποι λαμβάνουσιν, ἐκεῖ δὲ μαρτυρούμενος ὅτι ζῇ(:κι εδώ βέβαια στον μωσαϊκό νόμο παίρνουν δεκάτες άνθρωποι που πεθαίνουν. Εκεί όμως στην περίπτωση του Αβραάμ πήρε δεκάτη ο Μελχισεδέκ, ο οποίος μαρτυρείται ότι ζει, διότι η Αγία Γραφή δεν μιλάει για θάνατο του Μελχισεδέκ)»[Εβρ.7,8]. Αλλά για να μην πουν τα εξής λόγια: «Γιατί επανέρχεσαι στα προηγούμενα; Τι σημασία έχει για τους ιερείς μας, αν ο Αβραάμ έδωσε το ένα δέκατο; Πες αυτά που ενδιαφέρουν εμάς», προσθέτει και λέγει: «καὶ ὡς ἔπος εἰπεῖν (:και με λίγα λόγια, θα μπορούσε να πει κανείς)»· -σωστά το είπε αυτό και δεν μίλησε φανερά, για να μην τους πλήξει-· «διὰ Ἀβραὰμ καὶ Λευΐ ὁ δεκάτας λαμβάνων δεδεκάτωται (:ότι δίνοντας ο Αβραάμ τη δεκάτη στον Μελχισεδέκ, στο πρόσωπο του Αβραάμ έχει δώσει δεκάτη στον Μελχισεδέκ και ο ίδιος ο Λευί, που εισπράττει δεκάτες από τους αδελφούς του)»[Εβρ.7,9].
Με ποιον τρόπο; «ἔτι γὰρ ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς ἦν ὅτε συνήντησεν αὐτῷ ὁ Μελχισεδέκ(:έχει δώσει λοιπόν και ο Λευί δεκάτη στον Μελχισεδέκ, διότι, παρόλο που δεν ήταν τότε ακόμη γεννημένος, ήταν όμως στη μέση, δηλαδή στο κέντρο της γενετησίου λειτουργίας του παππού του του Αβραάμ, όταν τον συνάντησε ο Μελχισεδέκ και πήρε από αυτόν τη δεκάτη. Αφού λοιπόν έδωσε στον Μελχισεδέκ δεκάτη και ο Λευί, σημαίνει ότι ο Μελχισεδέκ ήταν ανώτερος από τους ιερείς και αρχιερείς που κατάγονται από τον Λευί)»[Εβρ.7,10]. Δηλαδή, μέσα του ήταν ο Λευί, αν και δεν είχε γεννηθεί ακόμη, και μέσω του Αβραάμ έδινε τη δεκάτη. Πρόσεχε, δεν είπε: «οι λευίτες», αλλά «ο Λευί»· συμπεραίνοντας από εδώ, όπως ήθελε, το ανώτερο, που αποδεικνύει την υπεροχή.
Είδες πόση είναι η διαφορά μεταξύ του Αβραάμ και του Μελχισεδέκ που έφερε τον τύπο του δικού μας αρχιερέα; Και δείχνει ότι η υπεροχή έχει γίνει από εξουσία και όχι από ανάγκη. Γιατί εκείνος έδωσε τη δεκάτη, πράγμα που ανήκει σε ιερέα· εκείνος ευλόγησε, πράγμα που ανήκει σε ανώτερο. Με θαυμαστό τρόπο και με επιτυχία έριξε έξω τα ιουδαϊκά πράγματα. Άρα γι’ αυτό έλεγε «ἐπεὶ νωθροὶ γεγόνατε ταῖς ἀκοαῖς(:κι αυτά διότι έχετε γίνει δυσκίνητοι και απρόθυμοι να ακούτε με τα αυτιά της ψυχής σας, ώστε να κατανοείτε τις υψηλές αλήθειες)»[Εβρ.5,11],επειδή ήθελε να θέσει αυτά τα θεμέλια, ώστε να μην απομακρυνθούν αυτοί. Τέτοια δηλαδή είναι η σοφία του Παύλου· πρώτα προετοιμάζει και ύστερα οδηγεί σε αυτά που θέλει· γιατί το ανθρώπινο γένος δύσκολα πείθεται και χρειάζεται πολλή φροντίδα, και μάλιστα περισσότερη από τα φυτά· γιατί εκεί υπάρχει η φύση των σωμάτων και της γης που πειθαρχεί στα χέρια των γεωργών, ενώ εδώ η προαίρεση, που μεταβάλλεται πολλές φορές και προτιμά άλλοτε αυτό και άλλοτε εκείνο, καθόσον ρέπει πολύ εύκολα προς την κακία.
Γι’ αυτό πρέπει πάντοτε να επαγρυπνούμε μήπως νυστάξουμε. Γιατί λέγει, «ἰδοὺ οὐ νυστάξει οὐδὲ ὑπνώσει ὁ φυλάσσων τὸν Ἰσραήλ(:να, δεν θα νυστάξει, ούτε θα κοιμηθεί αυτός που προφυλάσσει τον ισραηλιτικό λαό)» [Ψαλμ.120,4] και «μὴ δῴης εἰς σάλον τὸν πόδα σου(:μην αφήσεις να σαλευθεί το πόδι σου)»[Ψαλμ.120,3]. Δεν είπε «να μη σαλευθείς», αλλά «να μην αφήσεις». Άρα από μας εξαρτάται να αφήσουμε να σαλευθεί, και όχι από κάποιον άλλο. Αν θέλουμε δηλαδή να σταθούμε σταθεροί και αμετακίνητοι, δεν θα σαλευθούμε. Γιατί με το να μιλήσει έτσι, αυτό υπαινίχτηκε. Τι λοιπόν; Τίποτε δεν εξαρτάται από τον Θεό; Όλα βέβαια εξαρτώνται από τον Θεό, αλλά όχι έτσι, ώστε να βλάπτεται το αυτεξούσιό μας. «Αν λοιπόν», λέγει ίσως κάποιος, «εξαρτώνται από τον Θεό, γιατί μας κατηγορεί;» Γι’ αυτό είπα: «όχι έτσι, ώστε να βλάπτεται το αυτεξούσιό μας». Από μας λοιπόν εξαρτάται και από Αυτόν. Εμείς πρέπει πρώτα να διαλέξουμε τα αγαθά, και όταν τα διαλέξουμε εμείς, τότε προσφέρει και Αυτός τα δικά Του. Δεν ενεργεί πριν από τη δική μας θέληση, για να μην καταστρέψει το αυτεξούσιό μας. Όταν όμως διαλέξουμε τα αγαθά, τότε μας προσφέρει μεγάλη τη βοήθειά Του.
Πώς λοιπόν, αν εξαρτάται και από μας, ο Παύλος λέγει: «ἄρα οὖν οὐ τοῦ θέλοντος οὐδὲ τοῦ τρέχοντος, ἀλλὰ τοῦ ἐλεοῦντος Θεοῦ(: το συμπέρασμα λοιπόν από τη μαρτυρία αυτή είναι ότι και στην περίπτωση του Ιακώβ και του Ησαύ ενήργησε ο Θεός, σύμφωνα με την αρχή την οποία εφαρμόζει γενικά. Σύμφωνα με αυτήν, το έλεος του Θεού δεν εξαρτάται τελείως και αποκλειστικώς από τον άνθρωπο εκείνον που θέλει, ούτε από όποιον επιδιώκει το έλεος αυτό, αλλά από τον Θεό που ελεεί)»;[Ρωμ. 9,16]. Πρώτον, δεν το παρουσίασε σαν δική του γνώμη, αλλά το συμπέρανε από εκείνο που συζητούσε και που είχε προηγηθεί. Γιατί, αφού είπε «τῷ γὰρ Μωϋσῇ λέγει· ἐλεήσω ὃν ἂν ἐλεῶ, καὶ οἰκτειρήσω ὃν ἂν οἰκτείρω(:πάντοτε έτσι ενεργεί ο Θεός, και αυτό αποδεικνύεται από το ότι και σε άλλο σημείο βεβαιώνει η Αγία Γραφή ότι ο δίκαιος Θεός κάνει την εκλογή Του απολύτως ελεύθερα, ανάλογα με τη διάθεση του ανθρώπου. Είπε δηλαδή ο Θεός στον Μωυσή: “Θα ελεήσω οποιονδήποτε εγώ ο απροσωπόληπτος και δίκαιος κρίνω άξιο του ελέους μου και θα δείξω τους οικτιρμούς μου σε οποιονδήποτε εγώ βρίσκω άξιο της ευσπλαχνίας μου”)»[Ρωμ.9,15], πρόσθεσε: «ἄρα οὖν οὐ τοῦ θέλοντος οὐδὲ τοῦ τρέχοντος, ἀλλὰ τοῦ ἐλεοῦντος Θεοῦ (: άρα λοιπόν το έλεος του Θεού δεν εξαρτάται τελείως και αποκλειστικώς από τον άνθρωπο εκείνον που θέλει, ούτε από όποιον επιδιώκει το έλεος αυτό, αλλά από τον Θεό που ελεεί)». Θα μου πεις όμως «γιατί κατηγορεί ακόμη;». Δεύτερον, μπορούμε να πούμε εκείνο, ότι δηλαδή σε εκείνον που ανήκει το περισσότερο, σε Αυτόν λέμε ότι ανήκει το παν· σε εμάς δηλαδή ανήκει η απόφαση και η θέληση, αλλά στον Θεό η εκπλήρωση και η πραγματοποίηση. Αφού λοιπόν στον άνθρωπο ανήκει το περισσότερο, λέγει πως το όλο ανήκει στον Θεό, λέγοντας αυτό κατά τη συνήθεια των ανθρώπων.
Το ίδιο ακριβώς κάνουμε και εμείς. Εννοώ το εξής με αυτό που λέγω· βλέπουμε να κτίζεται καλά μία οικία και λέμε «το παν είναι του τεχνίτη»· αν και βέβαια δεν είναι το παν δικό του, αλλά και των εργατών και του ιδιοκτήτη που πρόσφερε τα υλικά και πολλών άλλων· αλλά όμως, επειδή εκείνος πρόσφερε το περισσότερο, λέμε ότι το παν είναι δικό του. Το ίδιο συμβαίνει και εδώ. Και πάλι στην περίπτωση πλήθους, όπου είναι οι περισσότεροι, λέμε ότι είναι όλοι, όπου όμως είναι λίγοι, λέμε ότι δεν είναι κανείς. Έτσι και ο Παύλος λέγει εδώ ότι «όλα εξαρτώνται από το έλεος του Θεού, και όχι από την ανθρώπινη θέληση και προσπάθεια». Και λέγοντας αυτό, κατορθώνει δύο πολύ μεγάλα πράγματα· το ένα, να μην υπερηφανευόμαστε γι’ αυτά που κατορθώνουμε, και το δεύτερο, όταν κατορθώνουμε κάτι, να αναθέτουμε στον Θεό την αιτία των κατορθωμάτων μας. «Είτε αγωνίζεσαι λοιπόν, είτε προσπαθείς», λέγει, «να μη νομίζεις πως είναι δικό σου κατόρθωμα, γιατί αν δεν έχεις την ενίσχυση από τον Θεό, τα πάντα γίνονται άσκοπα».
Αλλά το ότι θα επιτύχεις στην προσπάθειά σου με τη βοήθεια του Θεού είναι ολοφάνερο, αρκεί όμως και εσύ να προσπαθείς και να θέλεις. Δεν είπε λοιπόν αυτό, ότι δηλαδή αγωνιζόμαστε άσκοπα, αλλά ότι αγωνιζόμαστε άσκοπα αν νομίζουμε πως όλα είναι δικά μας, αν δεν αποδίδουμε το περισσότερο στον Θεό. Ούτε βέβαια θέλησε ο Θεός τα πάντα να είναι δικά Του, για να μην φανεί ότι μας στεφανώνει χωρίς λόγο· ούτε πάλι θέλησε να είναι δικά μας, για να μην εκπέσουμε σε αλαζονεία. Γιατί αν, έχοντας το μικρότερο μέρος, έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, τι θα συνέβαινε αν ήταν όλο στη δική μας εξουσία; Πολλά δηλαδή έκαμε ο Θεός για να αποκόψει την αλαζονεία μας. «ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή(: και ακόμη)», λέγει, «το χέρι Του είναι υψωμένο για να τιμωρήσει όσους δεν μετανόησαν)»[Ησ.5,25].Με πόσα πάθη μάς περιέβαλε, ώστε να αποκόψει την υπερηφάνειά μας; Με πόσα θηρία μάς κύκλωσε; Γιατί και όταν λένε μερικοί «γιατί αυτό; Σε τι αποβλέπει αυτό;», τα λένε αυτά αντίθετα προς το θέλημα του Θεού. Σε έβαλε σε τόσο μεγάλο φόβο, και ούτε έτσι ταπεινοφρονείς, αλλά αν κάποτε κάνεις μία μικρή καλή πράξη, φτάνεις με την υπερηφάνειά σου στον ίδιο τον ουρανό.
Γι΄αυτό υπάρχουν οι απότομες μεταβολές και μεταπτώσεις, και ούτε έτσι διδασκόμαστε. Γι’ αυτό συμβαίνουν θάνατοι συχνοί και πρόωροι, εμείς όμως σκεπτόμαστε σαν αθάνατοι και σαν να μην πρόκειται να πεθάνουμε ποτέ. Έτσι αρπάζουμε, έτσι γινόμαστε πλεονέκτες, σαν να μην πρόκειται να δώσουμε ποτέ λόγο. Έτσι οικοδομούμε σαν να πρόκειται να μένουμε πάντοτε εδώ, και ούτε ο λόγος του Θεού που καθημερινά ηχεί στα αυτιά μας, ούτε τα ίδια τα πράγματα μάς διδάσκουν. Δεν υπάρχει ημέρα, δεν υπάρχει ώρα, που είναι δυνατό να μη δούμε πολλές κηδείες. Όλα λοιπόν γίνονται άσκοπα και τίποτε δεν αγγίζει τη σκληρότητά μας. Ούτε με τις συμφορές των άλλων μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι, ή καλύτερα, δεν θέλουμε. Αλλά όταν πενθούμε μόνοι μας, τότε συστελλόμαστε· και αν ο Θεός χαλαρώσει το χέρι, πάλι εμείς σηκώνουμε το χέρι.
Κανείς δεν φρονεί τα ουράνια, κανείς δεν περιφρονεί τα γήινα, κανείς δεν βλέπει προς τον ουρανό. Όπως οι χοίροι κλίνουν το κεφάλι προς τα κάτω και σκύβουν προς την κοιλιά και κυλίονται στον βούρκο, έτσι και οι περισσότεροι από τους ανθρώπους μολύνοντας τον εαυτό τους με τον χειρότερο βούρκο, δεν αισθάνονται. Γιατί είναι προτιμότερο να μολύνεται κανείς με ακάθαρτη λάσπη, παρά με αμαρτήματα. Εκείνος δηλαδή που μολύνθηκε από τη λάσπη, καθαρίζεται πολύ γρήγορα και γίνεται όμοιος με εκείνον που από την αρχή δεν έπεσε καθόλου σε εκείνο το τέλμα. Εκείνος όμως που έπεσε στο βάραθρο της αμαρτίας, μολύνθηκε με ακαθαρσία, που δεν καθαρίζεται με νερό, αλλά χρειάζεται πολύ καιρό και ειλικρινή μετάνοια και δάκρυα και κοπετούς και θρήνο περισσότερο και θερμότερο από αυτόν που δείχνετε γι΄ αυτούς που αγαπάτε.
Αυτή η ακαθαρσία(:της λάσπης) μάς έρχεται από έξω, και γι’ αυτό την αποβάλλουμε γρήγορα. Εκείνη όμως(:της αμαρτίας) γεννιέται από μέσα, και γι’ αυτό με δυσκολία την εξαλείφουμε όταν την καθαρίζουμε. Γιατί λέγει ο Κύριος: «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι (:διότι απ’ την καρδιά βγαίνουν σκέψεις πονηρές, φόνοι, μοιχείες, πορνείες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, βλασφημίες. Όλες αυτές οι παραβάσεις αρχικώς φυτρώνουν στην καρδιά ως λογισμοί και επιθυμίες και αποφάσεις, κι από εκεί πηγάζουν)» [Ματθ.15,19].
Γι’ αυτό και ο προφήτης Δαβίδ έλεγε: «καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός(:κτίσε μέσα μου καθαρή καρδιά, Θεέ μου)» [Ψαλμ. 50,12]· και άλλος, ο προφήτης Ιερεμίας, έλεγε: «ἀπόπλυνε ἀπὸ κακίας τὴν καρδίαν σου, Ἱερουσαλήμ, ἵνα σωθῇς(: Ιερουσαλήμ, καθάρισε την καρδιά σου από την κακία, για να σωθείς)» [Ιερ.4,14]. Βλέπεις ότι το κατόρθωμα είναι και δικό μας και του Θεού; Και πάλι: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται(:Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας, διότι αυτοί θα δουν τον Θεό)» [Ματθ.5,8]. Λοιπόν ας γίνουμε καθαροί, όσο επιτρέπουν οι δυνάμεις μας· ας καθαρίσουμε τα αμαρτήματά μας.
Πώς όμως μπορούμε να τα καθαρίσουμε; Ο προφήτης διδάσκει λέγοντας: «Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν(:Λουστείτε λοιπόν στο λουτρό της μετανοίας, γίνεται εσωτερικά καθαροί, αφαιρέσετε τις πονηρίες και τα αμαρτωλά πάθη από τις ψυχές σας, ώστε να είστε καθαροί ενώπιόν μου)» [Ησ. 1,16]. Τι σημαίνει «ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου»; Επειδή μερικοί φαίνονται ότι δεν είναι κακοί, στους ανθρώπους όμως, ενώ στον Θεό είναι φανεροί τάφοι ασβεστωμένοι, γι’ αυτό λέγει: «έτσι αφαιρέστε αυτές, όπως εγώ βλέπω». «Μάθετε καλὸν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ῥύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρφανῷ καὶ δικαιώσατε χήραν· καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος(:”να μάθετε και να συνηθίσετε να κάνετε το καλό, να επιδιώξετε με όλη σας την καρδιά το δίκαιο, να σώσετε από τα χέρια του άδικου αυτόν ο οποίος αδικείται, αποδώστε το δίκαιο στο ορφανό, δώστε δικαιοσύνη στην αδικούμενη χήρα ·και με αυτήν την μετάνοια και τις καλές αποφάσεις σας, ελάτε να συζητήσουμε”, λέγει ο Κύριος)· καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ (:”και αν οι ψυχές σας εξαιτίας των αμαρτιών σας είναι ερυθρές, θα τις καταστήσω λευκές σαν το χιόνι· αν όμως είναι ακόμη περισσότερο κόκκινες, θα τις κάνω λευκές σαν το μαλλί των προβάτων”)» [Ησ. 1,17-18].
Βλέπεις ότι πρέπει πρώτα εμείς να καθαρίζουμε τον εαυτό μας και ύστερα μας καθαρίζει ο Θεός. Γιατί, αφού πρώτα είπε «λουστείτε, γίνετε καθαροί», ύστερα πρόσθεσε: «εγώ θα τις κάνω λευκές». Κανείς λοιπόν από αυτούς που έφτασαν στη χειρότερη κακία, ας μην απελπίζεται. «Γιατί και αν ακόμη», λέγει, «φτάσεις στη συνήθεια και σχεδόν στη φύση της κακίας αυτής, να μη φοβηθείς». Γι’ αυτό παίρνοντας χρώματα όχι τέτοια που ξεβάφουν εύκολα, αλλά σχεδόν ενωμένα με την ουσία των πραγμάτων, είπε ότι θα τα μεταβάλει στην αντίθετη κατάσταση. Γιατί δεν είπε ότι θα τις πλύνει απλώς, αλλά ότι θα τις κάνει λευκές σαν το χιόνι και σαν το μαλλί των προβάτων, για να μας δώσει αγαθές ελπίδες. Επομένως είναι μεγάλη η δύναμη της μετάνοιας, εφόσον μας κάνει σαν το χιόνι και μας λευκαίνει σαν το μαλλί, έστω και αν προλάβει η αμαρτία και βάψει τις ψυχές μας. Ας φροντίσουμε λοιπόν να γίνουμε καθαροί. Δεν έδωσε καμία ενοχλητική εντολή. «Αποδώστε», λέγει, «το δίκαιο στο ορφανό και δώστε δικαιοσύνη στη χήρα». Βλέπεις πως παντού ο Θεός μιλάει πολύ για την ευσπλαχνία και την προστασία των αδικουμένων;
Ας επιδιώκουμε αυτό το κατόρθωμα και θα μπορέσουμε με τη χάρη του Θεού να επιτύχουμε και τα μελλοντικά αγαθά, τα οποία εύχομαι να αξιωθούμε όλοι μας με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. [Συνεχίζεται]
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Εβραίους επιστολήν, ομιλία ΙΒ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 500-511.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm