Μελέτες στήν Φιλοκαλία 
Ἡ ὑπεράσπιση τοῦ δίκαιου, τῆς ἀρετῆς, καί τῆς πίστεως μετ’ ὀργῆς ἀναμαρτήτου[1] εἶναι ἐπίσης ἕνα βασικό χαρακτηριστικό τοῦ ἐνάρετου ἀνθρώπου.
Ὅποιος ἐπιτίθεται καί ἀλλοιώνει τήν πίστη ἤ τήν ζωή ἐμποδίζει τήν πνευματική θεραπεία μέσα στήν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό «πρέπει μέ θυμό δίχως ὀργή», διδάσκει ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς, «νά προστατεύωμε τό δίκαιο ἀπό ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι τολμοῦν νά τό ἐξυβρίζουν. Διότι ὁ ζῆλος τῆς εὐσεβείας, ἀποδεικνύει τήν ὑπεροχή ὄχι μισώντας, ἀλλά ἀποδεικνύοντας (ἐλέγχοντας)»[2] .
Ὅταν ἡ ἀλήθεια δέν νοθεύεται, ὅταν ἡ πίστη καί ἡ ζωή, ἡ σύνολη δικαιοσύνη διαφυλάσσεται ἀκέραιη, μακρυά ἀπό ἑτεροδιδασκαλίες καί διαστρεβλώσεις, τότε ἡ θεραπεία ἐντός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐφικτή γι’ αὐτούς, πού τήν θέλουν καί τήν ἀναζητοῦν.
Ἡ ὀρθή πίστη λειτουργεῖ ὡς ἀλάνθαστο κριτήριο γιά τήν διάκριση καλοῦ καί κακοῦ.
Ὅταν ὑπάρχει «ἡ ἀλάνθαστη διάκρισι τοῦ καλοῦ ἀπό τό κακό», τότε «ἡ ὁδός τῆς δικαιοσύνης [τῆς σύνολης ἀρετῆς], ὁδηγώντας πάλι τόν νοῦ πρός τόν Θεό τῆς δικαιοσύνης, εἰσάγει μυστικά αὐτόν [τόν νοῦ] στόν ἄπειρο φωτισμό τῆς γνώσεως, ὥστε νά ζητᾷ εἰς τό ἑξῆς μέ παρρησία τήν ἀγάπη»[3].
Εἶναι ἑπομένως ὑποχρέωση τοῦ πιστοῦ, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Διάδοχο, νά ὑπερασπίζεται τό δίκαιο, τήν πίστη καί τή ζωή, ὄχι μόνο χάριν τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλά καί χάριν τῶν ἄλλων, χάριν τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅταν διαστρεβλώνεται ἡ πίστη ἤ ἡ ζωή, χάνεται «ἡ θεραπευτική συνταγή» καί ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα μένει ἀφώτιστη, μέσα στήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει στήν αἵρεση. Ἐκεῖ, ὁ ἐπίδοξος θεραπευτής-Πνευματικός «ἐπειδή εἶναι αἱρετικός», παρατηρεῖ ὁ Πρωτοπρ. Ἰωάννης Ρωμανίδης, «δέν γνωρίζει, δέν μπορεῖ νά θεραπεύη»[4].

Ἡ ὑπεράσπιση τοῦ δικαίου καί ὁ ἔλεγχος τῶν ἐναντιουμένων στήν πίστη καί τήν ὀρθή ζωή, χωρίς μίσος πρός αὐτούς, εἶναι ἀπόδειξη τοῦ κατά Θεόν ζήλου. Πρέπει νά προστατεύουμε τήν ἀλήθεια, τήν σύνολη ἀρετή, αὐτή, πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τόν ἅγιο Διάδοχο ὡς δικαιοσύνη, μέ ἀόργητο θυμό, δηλαδή μέ ἀναμάρτητη κίνηση τοῦ θυμικοῦ,.
Τότε ἐφαρμόζεται ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ: «ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε»[5] χάριν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Διότι τότε μόνο καί ὡς μεμονωμένα μέλη καί ὡς Ἐκκλησία ἔχουμε τό φῶς τῆς ἀληθινῆς γνώσης καί μποροῦμε νά «διακρίνουμε ἀλάνθαστα τό καλό ἀπό τό κακό»[6].
Τότε προφυλασσόμεθα ἀπό τήν ἀποσύνδεση-διάσπαση, τόσο μέ τόν Χριστό, ὅσο καί μεταξύ μας, ἀφοῦ ἐκεῖνο πού μᾶς ἑνώνει τόσο μεταξύ μας ὅσο καί μέ τόν Χριστό εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού εἶναι τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας[7] καί τῆς Δικαιοσύνης καί τῆς σύνολης ἀρετῆς.
Ὅταν καταπατεῖται καί ὑβρίζεται ἡ Ἀλήθεια, τό δίκαιο, ἡ ἀρετή, τό ὀρθό δόγμα καί τό ὀρθό ἦθος, τότε ὑβρίζεται τό Πανάγιον Πνεῦμα καί ὑποσκάπτεται ὁ σύνδεσμος μας μέ τόν Χριστό, ἀλλά καί ὁ μεταξύ μας.
Ἄν ἀδρανοῦμε ἀπέναντι στίς ποικίλες αἱρέσεις καί πλάνες, πού ἐξυβρίζουν τήν Ἀλήθεια, τότε ἀποκοπτόμαστε ἀπό τόν Χριστό καί τούς ἄλλους. Ἐπίσης γινόμαστε συνένοχοι στήν ἀποκοπή καί ὅλων ἐκείνων, πού ἐν γνώσει ἤ ἐξ ἀγνοίας θά παρασυρθοῦν ἀπό τίς ἀλλότριες ἀντί-Χριστες διδασκαλίες.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑπερασπίζεται μέ σθένος τήν ἀλήθεια ὅτι τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως εἶναι ἄκτιστο καί ἔγινε ὁρατό ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους.
«Εἶδαν λοιπόν, καί εἶδαν ἀληθινά τήν ἄκτιστη καί θεία ἐκείνη ἔλλαμψη», παρατηρεῖ, «ἐνῶ ὁ Θεός παρέμεινε ἀόρατος σύμφωνα μέ τήν ὑπερούσια κρυφιότητά Του, κι ἄς ἐκραγοῦν οἱ ἀρχηγοί τῆς αἱρέσεως καί οἱ ὁμόφρονές τους. Ὅταν ἐρωτήσει κανείς αὐτούς τούς αἱρετικούς, πού λένε ὅτι τό φῶς ἐκεῖνο ἦταν ἡ οὐσία τῆς θεότητας: «Φαίνεται λοιπόν ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ;», τότε ἀναγκάζονται νά φανερώσουν τό δόλο, λέγοντας πώς εἶπαν ὅτι αὐτό ἦταν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή διά μέσου του φάνηκε ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ”, γιατί αὐτή βλέπεται διά μέσου τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ. Καί ἔτσι κάνουν καί πάλι κτίσμα, οἱ ταλαίπωροι, τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου. Αὐτό πού βλέπεται ὅμως διά μέσου τῶν κτισμάτων δέν εἶναι ἡ οὐσία, ἀλλά ἡ δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὥστε μιλάνε μέ δυσσέβεια καί σέ συμφωνία μέ τόν Εὐνόμιο, ὅταν λένε ὅτι διά μέσου τῶν κτισμάτων βλέπεται ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Τόσο γόνιμο εἶναι τό χωράφι τῆς δυσσέβειάς τους. Ἄς ἀποφεύγομε λοιπόν αὐτούς καί τήν ἐπικοινωνία μαζί τους, σάν μία θανάσιμη γιά τήν ψυχή καί πολυκέφαλη ὕδρα καί σάν πολυποίκιλη φθορά τῆς εὐσέβειας»[8].
Ὁ χριστιανός εἶναι ὑπεύθυνος γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία[9] ἐπειδή τήν ἀγαπᾶ. Ἀφοῦ ἀγαπᾶ τήν Κεφαλή της τόν Χριστό, ἀγαπᾶ καί κάθε μέλος της, ὡς μέλος τοῦ Χριστοῦ[10] καί ἀγωνιᾶ γιά τή σωτηρία του. Γι’ αὐτό σύμφωνα μέ τά φιλοκαλικά κείμενα ἀγωνίζεται ἐναντίον κάθε παραχάραξης τῆς ὀρθοδοξίας καί τῆς ὀρθοπραξίας.
Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Κατά τό «ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε» (Ψαλμ. 4, 5)
[2] Ἅγίου Διαδόχου Φωτικῆς, Λόγος Ἀσκητικός,κεφ. 6, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, σελ. 329.
[3] Ἅγίου Διαδόχου Φωτικῆς, Λόγος Ἀσκητικός,κεφ. 6, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, σελ. 329.
[4] Πρωτοπρ. Ἰωάννου Ρωμανίδου, Πατερική θεολογία, Ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν, ἐκδ. Παρακαταθήκη, Θεσ/νίκη 2004, σελ. 203.
[5] Ἐφ. 4, 26.
[6] Πρβλ. Ἅγίου Διαδόχου Φωτικῆς, Λόγος Ἀσκητικός,κεφ. 6, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, σελ. 329.
[7] Ἰω. 14, 17.
[8] Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ , Δεκάλογος 150 φυσικά, θεολογικά, ἠθικά καί πρακτικά κεφάλαια, Φιλοκαλία μετ. Γαλίτη, Τόμος Δ΄, σελ. 350-351. Τό πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στό: Φιλοκαλία, ἐκδ. Ἀστέρος, τόμος Δ΄, σελ. 187.
[9] Πρβλ. καί τή θέση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Μαξίμοβιτς, ἐπισκόπου Σαγγάης καί Σάν Φρανσίσκο, ὁ ὁποῖος, ἐπιτιμώντας ἐλαφρά πνευματικό του παιδί, τοῦ εἶπε: «Δέν διδάχθηκες, ὅτι σέ δύσκολους καιρούς ὁ κάθε Χριστιανός εἶναι ὁ ἴδιος ὑπεύθυνος γιά τή Χριστιανοσύνη στό σύνολό της; Ὅτι κάθε μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἔχει εὐθύνη γιά ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία; Καί ὅτι σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἐχθρούς καί διώκεται ἀπό ἔξω ἀλλά καί ἀπό μέσα»; (Ἀπό τό βιβλίο: «π. Σεραφείμ Ρόουζ». Ἡ ζωή καί τά ἔργα του. Τόμος Α΄, ἔκδοση Α΄ 2005, σελ. 488). http://www.imdleo.gr/diaf/files/gen01/agIw-esxata.htm (Προσβάθηκε στίς 20-1-2016).
[10] Πρβλ. Α΄Κορ. 12, 27.