Συνεχίζουμε καί σήμερα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τόν Ἅγιο. Σιλουανό. Καί ἡ σειρά σήμερα εἶναι νά ποῦμε κάτι πού ἴσως ἀκουστεῖ λίγο δύσκολο. Ἀλλά χρειάζεται νά λέμε καί κάτι δύσκολο καί νά ξεκαθαρίζουμε κάποιες ἔννοιες. Θά ἔχετε ἀκούσει γιά τόν «Θεῖο γνόφο». Τί εἶναι αὐτός ὁ Θεῖος γνόφος; Διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή, ὅτι ὁ Μωυσῆς ἤτανε 40 ἡμέρες ἐπάνω στήν κορυφή τοῦ Χωρήβ καί ἐκεῖ συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό καί ἤτανε μέσα στόν Θεῖο γνόφο, μέσα στό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ.
Λέει ὁ π. Σωφρόνιος, λοιπόν: «Στόν Χριστό», στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, ««κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» ». Αὐτό τό παίρνει ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ἀπό τήν Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του. Στόν Χριστό κατοικεῖ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικά. Ὀ Χριστός εἶναι δηλαδή τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. «Καί ὁ Χριστός, μετά τήν ἀνάληψή Του, κάθισε στόν θρόνο Του στά δεξιά τοῦ Πατέρα, ὡς ἄνθρωπος πλέον» καί ὄχι μόνο ὡς Θεός πού ἦταν πάντα. Ὡς τέλειος Θεός καί ὡς τέλειος ἄνθρωπος τώρα ὁ Χριστός μας εἶναι στά δεξιά τοῦ Πατρός. Καί αὐτό βεβαίως μᾶς θυμίζει αὐτό πού λέει στήν Ἀποκάλυψη στό 3ο κεφάλαιο, «ὁ νικῶν, δώσω αὐτῷ καθίσαι μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ θρόνῳ μου» . Λέει ὁ Χριστός, αὐτός πού θά νικήσει στόν πνευματικό ἀγώνα, θά νικήσει τά πάθη του, ἑπομένως θά νικήσει τόν διάβολο, σ’ αὐτόν, λέει ὁ Χριστός, θά δώσω νά καθίσει μαζί Μου στόν θρόνο Μου. Δηλαδή ὅπως ὁ Ἴδιος κάθεται στόν θρόνο, στά δεξιά τοῦ Πατρός, αὐτό θά τό δώσει καί σέ κάθε χριστιανό, ἐφόσον θά ζήσει σωστά. Καί συνεχίζει στήν Ἀποκάλυψη καί λέει: «ὡς κἀγώ ἐνίκησα καί ἐκάθισα μετά τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ» . Ὅπως καί Ἐγώ, λέει ὁ Χριστός, νίκησα ὡς ἄνθρωπος. Νίκησε τόν διάβολο, δέν ἁμάρτησε ποτέ, νίκησε τήν ἁμαρτία, νίκησε τήν φθορά μέ τήν ἀνάστασή Του καί νίκησε καί τόν θάνατο. «Ἐνίκησα κἀγώ καί ἐκάθισα μετά τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ» . Καί κάθισα μαζί μέ τόν Πατέρα Μου στόν θρόνο Του. Αὐτό πού ἔγινε στόν Χριστό, τό ἴδιο ἔχει προοριστεῖ νά γίνει καί στόν κάθε ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος, ὅπως εἴπαμε, θά ζήσει μιμούμενος τόν Χριστό.
«Ὁ κάθε ἄνθρωπος», λέει ὁ π. Σωφρόνιος, «κλήθηκε στό ἴδιο μέτρο ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ», νά φτάσει καί ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτό πού ἔφτασε ὁ Χριστός. Σέ τί δηλαδή; Στό νά καθίσει στά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός, στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Πού σημαίνει τί; Θέωση. Ὅτι καί ὁ ἄνθρωπος ἔχει κληθεῖ νά γίνει θεός, ὄχι βέβαια κατά φύσιν, ἀλλά κατά χάριν. «Ἄν αὐτό ἦταν ἀδύνατο», ἄν δέν μποροῦσε νά γίνει αὐτό, τό νά γίνουμε κι ἐμεῖς θεοί δηλαδή, «τότε δέν θά μᾶς ἔδινε ὁ Θεός τήν ἐντολή «ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» » . Ἡ τελειότητα δέν εἶναι μία ἄς ποῦμε προαιρετική δυνατότητα, πού ἄν θέλουμε, ἄς προσπαθήσουμε νά γίνουμε τέλειοι.. Πολλοί λένε, τί τέλειοι θά γίνουμε; Τό λένε.. Ἅγιοι θά γίνουμε; (Ἀκόμα χειρότερα λένε ἔτσι). Ναί ἀκριβῶς, πρέπει νά γίνουμε ἅγιοι, γιατί δέν εἶναι αὐτό στήν προαίρεσή μας, δηλαδή ἄν θέλουμε. Ὀφείλουμε νά γίνουμε τέλειοι καί ἅγιοι. Εἶναι ἐντολή. Δέν εἶναι προαιρετικό, ὅπως ἄς ποῦμε ὁ μοναχισμός. Ὁ μοναχισμός δέν εἶναι ἐντολή. Ὅποιος θέλει. Οὔτε ὁ γάμος εἶναι ἐντολή, ἄν καί ὁ κόσμος τό περνάει ὡς ἐντολή καί σοῦ λέει, τί θά κάνεις ἄν δέν παντρευτεῖς;.. Δέν εἶναι ἐντολή οὔτε τό ἕνα οὔτε τό ἄλλο. Εἶναι στήν προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος οὔτε τό ἕνα νά κάνει οὔτε τό ἄλλο καί νά σωθεῖ, ἐφόσον θά ζήσει σωστά, θά τηρήσει τίς ἐντολές. Τό νά τηρήσουμε τίς ἐντολές, αὐτό εἶναι ὑποχρεωτικό ὅμως. Καί οἱ ἐντολές δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς ἤ μόνο γιά τούς ἐγγάμους, ἀλλά εἶναι γιά ὅλους, ὅλες οἱ ἐντολές. Μία ἀπό τίς ἐντολές εἶναι ἡ τελειότης. Ὀφείλουμε νά γίνουμε τέλειοι. Εἴτε εἶσαι ἔγγαμος, εἴτε εἶσαι μοναχός, εἴτε δέν εἶσαι τίποτα ἀπ’ αὐτά, ὀφείλεις νά εἶσαι τέλειος. «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» . Γιά ὅποιον ἀμφιβάλλει, ἄς τό δεῖ στό κατά Ματθαῖον εὐαγγέλιο, στό 5ο κεφάλαιο, στόν 48ο στίχο. Εἶναι ἡ ἐντολή τῆς τελειότητος. Καί ἐφόσον μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός αὐτή τήν ἐντολή, σημαίνει ὅτι μποροῦμε νά τό κάνουμε. Γιατί ἀλλοίμονο ἄν μᾶς ἔδινε ὁ Θεός ἐντολές πού δέν μποροῦμε νά τηρήσουμε! Τότε θά ἦταν ἀπάνθρωπος.. Γιατί μᾶς λέει, ὅτι ἄν δέν τηρήσουμε τίς ἐντολές, θά μᾶς περιμένει ἡ αἰώνια κόλαση. Ἄν ὅμως μᾶς δίνει μία ἐντολή πού δέν μποροῦμε νά τήν τηρήσουμε, γιατί μᾶς τή δίνει, γιά νά μᾶς βάλει στήν κόλαση; Ὄχι, βέβαια. Ὅ,τι μᾶς λέει ὁ Θεός λοιπόν ὡς ἐντολή, εἶναι μέσα στά μέτρα μας. Ἡ παρθενία, καί ὁ μοναχισμός πού συνδέεται μέ τήν παρθενία, ἐπειδή ὁ Θεός γνωρίζει ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι δέν μποροῦν νά τό κρατήσουν, δέν τό ἔδωσε ὡς ἐντολή (τήν παρθενία καί τόν μοναχισμό). Ἀλλά τήν ἀγάπη, τήν συγχωρητικότητα, τήν ἐλεημοσύνη, τήν ταπεινοφροσύνη, αὐτά εἶναι ἐντολές. Καί ἡ τελειότητα, ὅπως εἴπαμε.
«Στούς Ἁγίους, πού θεώθηκαν πλήρως ἀπό τήν δωρεά τῆς Χάριτος, στούς «εἰσελθόντας εἰς τό ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος» μεταδίδονται τά προσόντα τῆς Θεότητας, ἀκόμα καί σέ βαθμό ταυτότητας». Δηλαδή, οἱ Ἅγιοι γίνονται ὅ,τι εἶναι ὁ Θεός! «Ταυτότητος ὅμως ὡς πρός τήν Ἐνέργεια καί ὄχι ὡς πρός τήν οὐσία». Δηλαδή, οἱ Ἅγιοι εἶναι ὅ,τι καί ὁ Θεός, ἐκτός τῆς κατ’ οὐσίαν ταυτότητος. Δέν ἔχουνε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὅμως ἔχουνε τίς Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί βλέπουμε ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός, τά βλέπουμε καί στή ζωή τῶν Ἁγίων. Ὁ Χριστός μας θεράπευε ἀρρώστους καί οἱ Ἅγιοι θεραπεύουν ἀρρώστους. Ὁ Χριστός μας ἀνιστοῦσε νεκρούς καί οἱ Ἅγιοι ἀνιστοῦν νεκρούς. Ὁ Χριστός μας ἔδιωχνε τούς δαίμονες καί οἱ Ἅγιοί μας διώχνουν δαίμονες. Ὁ Χριστός μας εἶχε ἄπειρη ἀγάπη καί οἱ Ἅγιοι, βλέπουμε, ὅτι ἔχουνε μιά ἀπέραντη ἀγάπη! Αὐτά ὅλα εἶναι ἀκριβῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά γίνει ὅ,τι καί ὁ Θεός, ἐκτός τῆς κατ’ οὐσίαν ταυτότητας, ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος. Δέν μπορεῖ νά πάρει τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι, ὅπως λέμε στήν θεολογική γλώσσα, ἀμέθεκτη. Δέν μετέχει δηλαδή, δέν μπορεῖ νά μετέχει στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλά μπορεῖ νά μετέχει στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Νά μοιάζει δηλαδή στόν Θεό ὡς πρός τίς ἐνέργειες. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός μᾶς λέγει, ὅτι Ἐγώ εἶμαι Ἀγάπη καί μετά μᾶς λέει ὅτι κι ἐσεῖς ὀφείλετε ν΄ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Δηλαδή αὐτό πού εἶμαι Ἐγώ, νά γίνετε κι ἐσεῖς.
«Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἤ μᾶλλον ἡ Ὑπερουσιότητά Του..», γιατί λέμε Ὑπερουσιότητα; Γιατί ὁ Θεός θά λέγαμε δέν ἔχει οὐσία. Μέ ποιά ἔννοια δέν ἔχει οὐσία; Δέν ξέρουμε τί εἶναι ὁ Θεός. Ὁπότε ὅταν λέμε ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, πάλι δέν ξέρουμε τί εἶναι ἡ οὐσία. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι λένε, εἶναι καί ὑπέρ τήν οὐσία καί τό λένε Ὑπερουσιότητα. Γιατί δέν ἔχουμε λέξεις γιά νά ποῦμε τί εἶναι ὁ Θεός καί νά περιγράψουμε τόν Θεό. Γι’ αὐτό λέει «ἡ Ὑπερουσιότητά Του παραμένει αἰωνίως ἀπολύτως ἀμέθεκτη καί ἀκατάληπτη». Οὔτε μετέχουμε οὔτε μποροῦμε νά καταλάβουμε τί εἶναι στήν οὐσία Του ὁ Θεός. «Ἡ Ἁγία Γραφή λέει: «ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα Φῶς» » . Μέσα στό Φῶς Σου, Θέε μου, θά δοῦμε τό Φῶς τό ἀληθινό. Δηλαδή χρειάζεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός νά μᾶς δώσει τό Φῶς Του γιά νά Τόν δοῦμε.
«Καί αὐτό, γιατί ἡ θεωρία τοῦ Ἀκτίστου Θείου Φωτός εἶναι ἀδύνατη, ἄν δέν βρίσκεται κανείς σέ κατάσταση φωτισμοῦ ἀπό τή Χάρη, κατάσταση πού κάνει τήν πράξη τῆς θεωρίας καθ’ ἑαυτήν νά εἶναι κυρίως κοινωνία μέ τόν Ζωντανό Θεό, μετοχή στήν Θεία Ζωή» . Δηλαδή, ὅταν κανείς θεωρεῖ τόν Θεό, βλέπει τόν Θεό, τί βλέπει; Βλέπει τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, τό Ἄκτιστο Φῶς. Ἀλλά πότε τό βλέπει; Ὅταν ὁ Θεός εἶναι μέσα του, δηλαδή ὅταν ὑπάρχει ὁ Θεός ἑνωμένος μαζί του. Ἄρα, ὅταν βλέπαμε ὅτι οἱ Ἅγιοι βλέπανε τό Ἄκτιστο Φῶς, τί ἐννοοῦμε; Ὅτι κοινωνοῦσαν μέ τόν Θεό, εἴχανε πλέον γίνει ἕνα μέ τόν Θεό, καί ὁ Θεός ἦταν μέσα τους καί αὐτοί μέσα στόν Θεό. Γι’ αὐτό καί πάλι χθές ἀκούσαμε τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο πού λέει στήν πρώτη του ἐπιστολή, «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» . Γι’ αὐτό τό κύριο χαρακτηριστικό τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἀγάπη, ὅπως καί τοῦ Θεοῦ. Καί ὅποιος ἔχει τήν ἀγάπη, μένει μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα του καί βλέπει τό Ἄκτιστο Φῶς τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος δέν ἔχει φτάσει στήν ἀγάπη, εἶναι ἀκόμα ἀτελής. Μπορεῖ νά κάνει ἀσκήσεις, νηστεῖες, νά κοινωνεῖ, νά ἐξομολογεῖται, νά προσεύχεται κλπ. κλπ., ἀλλά ἄν δέν ἔχει φτάσει στήν ἀγάπη, ἀκόμα δέν ἔχει φτάσει στόν σκοπό, σ’ αὐτό πού θέλει ὁ Θεός. Καί ὅλα αὐτά δέν ὠφελοῦν, ἄν δέν φτάσουμε στήν ἀγάπη. Ὅλα πρέπει νά ὁδηγοῦν στήν ἀγάπη. Βλέπετε στήν παραβολή τῶν δέκα παρθένων, πέντε μωρές καί πέντε συνετές. Οἱ μέν συνετές μπήκανε μέσα στόν νυμφώνα, φτάσανε στόν παράδεισο, γιατί εἴχανε, λέει, ἔλαιον. Τί εἶναι τό ἔλαιον; Τό ἔλαιον ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀγάπη. Οἱ ἄλλες οἱ πέντε οἱ μωρές ἤτανε παρθένες κι αὐτές, εἴχανε δηλαδή ἀρετή μεγάλη, καί προφανῶς καί κάποιες ἄλλες, ἀλλά δέν εἴχανε ἔλαιον, ἀρκετό ἔλαιον! Τί δέν εἶχαν δηλαδή; Δέν εἶχαν ἀγάπη. Δέν εἶχαν εὐσπλαχνία ἀρκετή, ὁπότε δέν μπόρεσαν νά περάσουν στή βασιλεία, παρόλη τήν παρθενία τους! Αὐτό σημαίνει δηλαδή, ὅτι τελικά γιά νά κοινωνήσουμε μέ τόν Θεό, χρειάζεται νά φτάσουμε στήν ἀγάπη. Ἀλλά σέ ποιά ἀγάπη; Σ’ αὐτήν τήν ἀγάπη γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Χριστός, τήν ὁποία ἀναλύσαμε χτές καί εἴπαμε τά χαρακτηριστικά της, ὅτι πρέπει νά εἶναι ἀνιδιοτελής, πρέπει νά μήν βάζει ὅρια, πρέπει νά μήν κάνει διακρίσεις καί πρέπει νά μήν ἐκπίπτει ποτέ. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη, πού εἶναι ἐνέργεια θεϊκή πλέον, δέν εἶναι κατόρθωμα ἀνθρώπινο. Ἄν δέν φτάσουμε σ’ αὐτή τήν ἀγάπη, δέν μποροῦμε νά δοῦμε τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν βλέπουμε αὐτό τό Φῶς, σημαίνει ὅτι ἔχουμε φτάσει σ’ αὐτή τήν ἀγάπη καί κοινωνοῦμε μέ τόν Θεό.
«Ὅταν ὁ νοῦς πού βλέπει τόν Θεό, βρίσκεται στή Θεία θεωρία, ἐπιχειρήσει νά πάει καί πιό πέρα, νά γνωρίσει καί τόν Θεό στήν οὐσία Του», ὄχι μόνο νά βλέπει τό Φῶς, τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τόν Θεό ὡς ἐνέργεια, ἀλλά νά δεῖ καί τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, «τότε συναντάει τό ἀπόλυτα ἀδιείσδυτο μυστήριο τοῦ Καθαροῦ Γεγονότος, καί αὐτό ἀποτελεῖ τόν λεγόμενο «Θεῖο γνόφο»» . Δέν μπορεῖ νά προχωρήσει∙ εἶναι ἐκεῖ πού ἀρχίζει ὁ Θεῖος γνόφος, δηλαδή τό Θεῖο σκοτάδι θά λέγαμε. Γιατί αὐτό θά πεῖ γνόφος, ἕνα πυκνό σύννεφο. Ἀπό τό πάρα πολύ φῶς, πού ἐμεῖς τό βλέπουμε σκοτάδι, καί αὐτό εἶναι ἐκεῖ πού κατοικεῖ ὁ Θεός. Θά λέγαμε εἶναι ἐκεῖ πού εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Τί εἶναι αὐτό δέν ξέρουμε. Σταματᾶμε ἐκεῖ. Καί ὅταν κάποιος προσπαθήσει νά προχωρήσει, δέν μπορεῖ. Αὐτός εἶναι ὁ Θεῖος γνόφος.
«Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκφράζει ὡς ἑξῆς τό ἄφθαστο, τό ἀπόλυτα ὑπερβατικό τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ», λέει στήν πρώτη πρός Τιμόθεον ἐπιστολή: «Ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων…φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον» . Αὐτός πού εἶναι ὁ Βασιλιάς ὅλων τῶν βασιλέων καί ὁ Κύριος ὅλων τῶν κυρίων, Αὐτός εἶναι ὁ Θεός! Ἄς φαίνονται σήμερα ὅτι κάποιοι εἶναι πλανητάρχες καί δέν ξέρω πόσα ἀστεῖα ὀνόματα ἔχουνε.. Ὁ κύριος ὅλων εἶναι ὁ Θεός! Καί ὅλοι τελικά γι’ Αὐτόν ἐργάζονται, θέλουνε καί δέν θέλουνε. Αὐτός -τί λέει;- Φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον. Κατοικεῖ (οἰκῶν) στό ἀπρόσιτο φῶς. Αὐτός εἶναι ὁ Θεῖος γνόφος. «Ὄν εἶδεν οὐδείς ἀνθρώπων» , τόν ὁποῖο αὐτό οἶκο τοῦ Θεοῦ δέν εἶδε κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους, «οὐδέ ἰδεῖν δύναται» » , οὔτε μπορεῖ νά δεῖ. Δέν μπορεῖ νά δεῖ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ δηλαδή.
«Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος λέει: «Θεόν οὐδείς ἑώρακεν πώποτε» ». Τόν Θεό κανένας δέν Τόν ἔχει δεῖ ποτέ. Ἐννοεῖ στήν οὐσία, τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Μονογενής Υἱός ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός, Ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» » . Ποιός μᾶς ἀποκάλυψε γιά τόν Θεό; Ὁ Μονογενής Υἱός πού εἶναι στόν κόλπο τοῦ Πατρός, Ἐκεῖνος ἐξηγήσατο.
«Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής καί ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, ὀνομάζουν αὐτόν τόν γνόφο «ὑπέρφωτο»», πάνω ἀπό τό φῶς δηλαδή, «δείχνοντας τήν ὑπεροχή του, ὄχι μόνο σέ σχέση μέ τήν θεωρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, ἀλλά σέ σχέση μέ τό φῶς τῆς φυσικῆς γνώσης» . Ὑπάρχει καί ἕνα φῶς, ὄχι τό Ἄκτιστο Φῶς, τό φῶς τῆς φυσικῆς γνώσης, πού τό ἔχει δώσει ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουνε στήν ψυχή τους ἕνα φῶς. Δέν εἶναι αὐτό τό Ἄκτιστο Φῶς, εἶναι τό φῶς τῆς φυσικῆς γνώσης. Κι αὐτό τό φῶς ὅμως ὁ γνόφος τό ξεπερνάει. Ὅπως ξεπερνάει καί τό Ἄκτιστο Φῶς. Γι’ αὐτό λέγεται «ὑπέρφωτος».
«Ὁ Μονογενής Υἱός, παρά τήν ὑποστατική Του Ἐπιφάνεια, ἀνέλαβε τήν ἀνθρωπίνη φύση χωρίς σύγχυση στήν οὐσία, καί παραμένει αἰωνίως μέ δύο φύσεις» . Ὁ Χριστός ἦρθε ὡς σαρκωμένος Υἱός καί Λόγος. Δηλαδή τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἦρθε καί κυκλοφόρησε ἀνάμεσά μας καί πῆρε καί τή δική μας φύση, χωρίς νά ὑπάρξει σύγχυση μέ τή Θεία Του φύση. Δέν μπερδεύτηκαν, νά τό ποῦμε ἔτσι πολύ ἁπλά, οἱ δύο φύσεις, οἱ δύο οὐσίες, ἡ θεϊκή καί ἡ ἀνθρώπινη, στόν Χριστό. Ὑπάρχουν καί οἱ δύο ἀκέραιες, ξεχωριστές, ἀλλά καί ἑνωμένες ἀδιαιρέτως. Καί θά εἶναι πάντοτε ἑνωμένες καί ποτέ δέν θά διαιρεθοῦν στούς αἰῶνας τῶν αἰώνων! Ἀλλά ἑνώθηκαν χωρίς νά πάθουνε καμία ἀλλοίωση καί καμία σύγχυση. Γι’ αὐτό λέμε ὅτι ἑνώθηκαν ἀτρέπτως καί ἀναλλοιώτως.
«Καί ἐξηγήσατο», ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ «τόν Θεό», μᾶς φανέρωσε δηλαδή ὁ Χριστός ὅτι ὁ Θεός, «εἶναι Ἀγάπη καί εἶναι καί Φῶς, στό Ὁποῖο οὐδεμία σκοτία ὑπάρχει», στό ὁποῖο Φῶς δέν ὑπάρχει κανένα σκοτάδι. Δηλαδή «ὡς πρός τήν ἐνέργεια, καί ὄχι ὡς πρός τήν οὐσία» . Γιατί εἴπαμε γιά τήν οὐσία δέν γνωρίζουμε τίποτα. Ἀλλά ὡς πρός τήν ἐνέργεια, ὁ Θεός εἶναι Φῶς καθαρό, χωρίς καθόλου σκοτάδι. Γι’ αὐτό καί ὅταν οἱ Ἅγιοι βλέπουν τό Ἄκτιστο Φῶς, μᾶς λένε ὅτι αὐτό τό Φῶς δέν ἔχει σχῆμα. Ἐνῶ τά δαιμονικά φῶτα ἔχουνε σχῆμα. Ἐπίσης εἶναι ἕνα Φῶς, τό ὁποῖο ἔρχεται ἀπό παντοῦ. Ἔρχεται καί ἀπό μέσα τους καί ἀπ’ ἔξω τους. Γι’ αὐτό, λέγαμε κι ἄλλη φορά, ὅτι στίς ἁγιογραφίες γιά νά ἀπεικονίσει ὁ ἁγιογράφος πού ξέρει θεολογία, τό Ἄκτιστο Φῶς, δέν φτιάχνει σκιές. Γιατί οἱ σκιές δημιουργοῦνται ὅταν τό φῶς ἔρχεται ἀπό μία πηγή ὁρισμένη, ἀπό ἕνα σημεῖο. Ὅταν ἔρχεται ἀπό παντοῦ, δέν ὑπάρχει σκιά. Γι’ αὐτό καί οἱ εἰκόνες δέν ἔχουνε σκιές.
Ὑπάρχει καί ἕνας γνόφος ὅμως τώρα ἄλλος, ἐκτός ἀπό τόν Θεῖο γνόφο, στόν ὁποῖο εἴπαμε δέν μποροῦμε νά μποῦμε καί δέν ξέρουμε τί εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει ἐκεῖ, ὑπάρχει ἕνας γνόφος, πού τόν λέει ὁ π. Σωφρόνιος, «γνόφος τῆς ἀπεκδύσεως». Θά ἐξηγήσουμε τί θά πεῖ ἀπέκδυση. Ἀπέκδυση θά πεῖ ξέντυμα, ξεντύνομαι, ἀπεκδύομαι. Τί ἔννοια θέλει νά μᾶς περάσει ὁ π. Σωφρόνιος; Ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται σωστά, ἀπεκδύεται, ξεντύνεται καθετί πού ἐμποδίζει τήν προσευχή, δηλαδή κάθε φαντασία, κάθε σκέψη, ὁτιδήποτε πάει νά ἐμποδίσει τήν προσευχή καί νά μολύνει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό λοιπόν τό λέει ὁ π. Σωφρόνιος «ἀπέκδυση». Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ καί προσεύχεται ἔτσι σωστά, ξεντύνεται ἀπ’ ὅλα, δέν ἔχει τίποτε, καμιά σκέψη πού νά τόν διασπᾶ, νά παίρνει τόν νοῦ του. Καί μπαίνει σέ μιά κατάσταση πού τήν λέει «γνόφο τῆς ἀπεκδύσεως». Ὄχι στόν Θεῖο γνόφο, ἀλλά σέ μία κατάσταση ὅπου ἔχει ξεντυθεῖ ἀπό κάθε ἄλλη σκέψη καί φαντασία. Θυμάστε, ὅταν μιλούσαμε γιά τήν φαντασία πού λέγαμε ὅτι ὄντως οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε, προσοχή στήν φαντασία, ἡ ὁποία μπορεῖ νά μολύνει καί τήν προσευχή καί διαμέσου τῆς ὁποίας περνοῦν δαιμονικές ἐνέργειες στόν ἄνθρωπο! Δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἐνεργοποιεῖ ποτέ τήν φαντασία, οὔτε στήν ὥρα τῆς προσευχῆς οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη ὥρα. Νά διώχνει δηλαδή ἀπό τόν νοῦ του κάθε σχῆμα, κάθε εἰκόνα, κάθε χρῶμα.
«Στόν γνόφο -αὐτό τῆς ἀπεκδύσεως- ἡ ψυχή τοῦ ἀσκητοῦ», καί κάθε χριστιανοῦ, «βυθίζεται ἐσωτερικά ὅταν αὐτός ξεντυθεῖ ἑκουσίως μέ τή χρήση εἰδικῶν μεθόδων», πού μᾶς ἔχουν παραδώσει οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Μέ τήν ἀναπνοή, μέ τόν εἰδικό τρόπο πού θά πεῖ κανείς τήν νοερά προσευχή, μπαίνει λοιπόν σ’ αὐτό τόν γνόφο ὁ πιστός, ὅταν ξεντυθεῖ ἑκούσια κάθε «παράσταση καί φαντασία τῶν ὁρατῶν πραγμάτων καί τῶν λογικῶν συλλογισμῶν καί ἐννοιῶν». Ξεντύνεται ἀπ’ ὅλα, καί ἀπό συλλογισμούς καί ἀπό φαντασίες πραγμάτων, «ὅταν «καθηλώνει» τόν νοῦ του καί τήν φαντασία του» . Καθηλώνω θά πεῖ καρφώνω. Ὅταν καρφώσει τόν νοῦ του, τόν καρφώσει στόν Χριστό καί καθηλώσει καί τήν φαντασία, τήν σταυρώσει καί τήν ἀκινητοποιήσει. Δέν κινεῖται πλέον ἡ φαντασία.
«Γι’ αὐτό μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ αὐτή ἡ κατάσταση «γνόφος ἀπεκδύσεως»», ξεντύματος δηλαδή ἀπό κάθε φαντασία καί παράσταση. «Καί αὐτήν τήν προσευχή τήν ἀποκαλοῦν συνήθως «ἐπιστημονική», γιατί γίνεται ἐπί τούτῳ μέ εἰδική μέθοδο» . Τώρα ποιά εἶναι ἡ μέθοδος, δέν μᾶς τή λέει ὁ π. Σωφρόνιος, ἀλλά ὑπάρχει καταγεγραμμένη στή Φιλοκαλία. Ἀλλά ὁπωσδήποτε χρειάζεται νά ἔχει κανείς καί ἔμπειρο πνευματικό ὁδηγό. Δέν θά πάρει τή Φιλοκαλία νά τήν διαβάσει, νά προσπαθήσει νά τήν ἐφαρμόσει μόνος του, αὐτά πού λέει ἐκεῖ. Ἀλλά εἶναι κρίμα νά μήν τά ξέρουμε αὐτά, ἔστω θεωρητικά, καί νά πηγαίνουνε οἱ νέοι μας καί μεγάλοι ἄνθρωποι στίς Ἰνδίες, τάχατες γιά νά ἀνακαλύψουν κάποιους τρόπους κ.λ.π. γιά νά καθαρίσουνε τόν νοῦ τους καί τήν καρδιά τους. Καί ἐνῶ τά ἔχουμε αὐτά στήν Ὀρθοδοξία μας στόν τέλειο βαθμό καί ἀπό μᾶς τά ἔχουνε πάρει αὐτοί, ὅμως μπερδευόμαστε καί νομίζουμε ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖ κάτι καλύτερο ἀπ’ ὅ,τι ἔχουμε ἐμεῖς στήν παράδοσή μας.
«Ἄν ἀναζητήσουμε ὁρισμό τῆς πνευματικῆς «θέσεως» αὐτοῦ τοῦ γνόφου, μποροῦμε νά ποῦμε πώς βρίσκεται στά σύνορα τῆς θεωρίας τοῦ Φωτός» . Δηλαδή δέν εἶναι αὐτός ὁ γνόφος τῆς ἀπέκδυσης, αὐτή ἡ κατάσταση πού ξεντύνεσαι ἀπό κάθε παράσταση καί φαντασία, ἡ ὅραση τοῦ Φωτός, ἀλλά εἶσαι στά σύνορα! Ἀπό ἐκεῖ καί μετά προχωράει κανείς νά δεῖ τό Ἄκτιστο Φῶς. Δηλαδή δέν μπορεῖς, ἄν ἔχεις φαντασίες καί ἔχεις συλλογισμούς, τόν νοῦ σου μολυσμένο μέ αὐτά τά πράγματα, νά προχωρήσεις νά δεῖς τό Ἄκτιστο φῶς. Πρέπει νά ξεντυθεῖς ἀπ’ αὐτά καί τότε εἶσαι στά σύνορα.
«Ὅταν ὅμως ἡ ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς γίνεται χωρίς βαθειά μετάνοια καί ἔφεση γιά τόν Θεό, τότε ἡ γυμνή ἀπό κάθε παράσταση ψυχή μπορεῖ νά παραμείνει μέσα σ’ αὐτόν τόν γνόφο», τῆς ἀπεκδύσεως ὅπως εἴπαμε, νά μήν ἔχει δηλαδή τίποτε, σκέψη, φαντασία κ.λ.π. ἀλλά νά μένει ἐκεῖ μετέωρη. Νά μήν προχωράει νά δεῖ τόν Θεό. Γιατί; Γιατί δέν ὑπάρχει μετάνοια. Ἔτσι αὐτό γίνεται μέ τούς ἀνατολικούς, τούς γκουροῦδες κ.λ.π. Αὐτοί ἔχουνε τόν τρόπο νά ἀπεκδύονται, νά ἐλευθερώνουν τόν νοῦ τους δηλαδή ἀπό κάθε φαντασία καί παράσταση, ἀλλά ἐπειδή δέν ὑπάρχει μετάνοια, δέν ὑπάρχει δηλαδή ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τί παθαίνουνε μετά; Κυριεύονται ἀπό δαιμονικές ἐνέργειες. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει βαθειά μετάνοια καί ἔφεση γιά τόν Θεό, τότε ἡ ψυχή παραμένει σ’ αὐτόν τόν γνόφο «γιά ἀπροσδιόριστο χρονικό διάστημα χωρίς νά βλέπει τόν Θεό, γιατί ὁ Θεός δέν ἐμφανίζεται μέσα στόν γνόφο αὐτό καθεαυτό. Μέσα στόν γνόφο αὐτό τῆς ἀπεκδύσεως μένοντας ἡ ψυχή δοκιμάζει μιά ἰδιόμορφη εὐχαρίστηση καί ἀνάπαυση, καί ἄν ποτέ στρέψει τό βλέμμα στόν ἑαυτό του ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ κάτι πού μοιάζει μέ φῶς· αὐτό ὅμως δέν εἶναι τό Ἄκτιστο Φῶς τῆς Θεότητας, ἀλλά ἕνα φυσικό ἰδίωμα τοῦ νοῦ, πού κτίστηκε κατ’ εἰκόνα τοῦ Πρώτου Νοῦ, δηλαδή τοῦ Θεοῦ» . Δέν εἶναι τό Ἄκτιστο Φῶς, εἶναι τό φῶς πού ἔχει ὁ νοῦς τοῦ κάθε ἀνθρώπου ἐπειδή εἶναι φτιαγμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
«Σάν ἔξοδος πέρα ἀπό τά ὅρια τοῦ χρόνου, ἡ θεωρία αὐτή μπορεῖ νά πλησιάσει τόν νοῦ στό νά διαισθανθεῖ τήν ἄχρονη διάσταση καί κάνει τόν ἄνθρωπο κάτοχο νέας γνώσης. Ἀλλοίμονο ὅμως σ’ ἐκεῖνον πού θεωρεῖ αὐτή τήν σοφία σάν γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καί νομίζει τήν θεωρία αὐτή σάν μετοχή στήν θεία ὕπαρξη. Ἀλλοίμονο, γιατί σέ μιά τέτοια περίπτωση ὁ γνόφος της ἀπεκδύσεως, πού στέκεται στά ὅρια τῆς ἀληθινῆς θεοπτίας, καταντᾶ ἀδιαπέραστο κάλυμμα τῆς Θεότητας καί μεσότοιχος πού χωρίζει ἀπό τόν Θεό περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι τά βάναυσα ὑλιστικά πάθη, ἤ ὁ σκοτισμός ἀπό τίς φανερές δαιμονικές ὑποβολές, ἤ ἡ συσκότιση ἀπό τήν ἀπώλεια τῆς Χάρης καί τήν ἐγκατάλειψη. Ἀλλοίμονο, γιατί θά ἤτανε ἀπάτη, «πλάνη». Στόν γνόφο τῆς ἀπεκδύσεως δέν βρίσκεται ἀκόμα ὁ Θεός. Ὁ Θεός ἐμφανίζεται στό φῶς καί σάν Φῶς εἰσάγει τόν ἄνθρωπο στό ἄδυτο Φῶς τῆς Θείας ὑπάρξεως» . Δηλαδή ὁ Θεός θά μᾶς πάρει, ὅταν ἐμεῖς ἐλευθερώσουμε τόν νοῦ μας ἀπό κάθε σκέψη καί φαντασία, μέ τό φῶς Του καί θά μᾶς δείξει τό Ἄκτιστο Φῶς. Ἀλλά πότε μᾶς παίρνει ὁ Θεός; Ὅταν μαζί μέ τήν προσπάθεια γιά νά ξεντυθοῦμε ἀπό κάθε παράσταση καί φαντασία, ὑπάρχει καί ταπεινό φρόνημα, ὑπάρχει μετάνοια. Ἄν δέν ὑπάρχει μετάνοια, δέν μᾶς δείχνει ὁ Θεός τόν ἑαυτό Του, τό Φῶς Του, τό Ἄκτιστο Φῶς. Τό πολύ-πολύ νά δεῖς τό φῶς τοῦ νοῦ σου. Αὐτά μέ ἁπλά λόγια λέει ἐδῶ ὁ συγγραφέας. Ἀλλά αὐτό τό φῶς τοῦ νοῦ σου μπορεῖ νά γίνει καί μέγιστο ἐμπόδιο, ὅταν δέν ὑπάρχει μετάνοια καί ταπείνωση, ἀλλά ὑπάρχει ὑπερηφάνεια, ὑπάρχει ἔπαρση.
Πολλοί ἀπ΄ αὐτούς πού κάνουνε γιόγκα, διαλογισμό κ.λ.π. ἔχουνε φτάσει νά δοῦν τήν ψυχή τους, νά δοῦνε αὐτό τό φῶς πού λέγαμε, πού εἶναι ἀπό τό φυσικό φῶς πού ἔχει δώσει ὁ Θεός, ἐπειδή εἴμαστε κατ’ εἰκόνα Του. Καί κάποιοι, πού ἤτανε βαφτισμένοι ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἔβλεπαν μέσα στήν ψυχή τους ἕνα ἐκκλησάκι. Καί πήγανε σ’ ἔναν ἀπ’ αὐτούς τούς γκουρού καί τούς ρώτησε «τί εἶστε ἐσεῖς;» Καί λέει, ἐμεῖς εἴμαστε Ἕλληνες ὀρθόδοξοι. Ἄ τότε, λέει, ἐσεῖς θά πᾶτε στό Ἅγιον Ὄρος! Αὐτοί ξέρουνε γι’ αὐτό τό πράγμα! Γιατί τοῦ εἴπανε ὅτι βλέπουνε αὐτό τό ἐκκλησάκι. Αὐτό τό ἐκκλησάκι τί εἶναι; Προσέξτε, εἶναι ἡ Χάρις τοῦ βαφτίσματος. Τό ἔχουνε μόνο οἱ βαφτισμένοι. Δηλαδή ὁ Θεός τούς ἔδειχνε τό δῶρο Του μέσα στήν ψυχή τους. Γιά νά τούς παρακινήσει δηλαδή νά φύγουν ἀπ’ αὐτούς ἐκεῖ τούς πλανεμένους καί νά βροῦνε τήν ἀλήθεια μέσα στήν Ὀρθόδοξη νηπτική παράδοση.
«Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θείου Φωτός στόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο καταφλέγει τά πάθη καί γιά αὐτό σέ ὁρισμένες περιόδους μπορεῖ νά γίνει αἰσθητό ὡς πῦρ φλέγον». Σάν μιά φωτιά πού καίει αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος τήν ἐνέργεια τοῦ Θεἱκοῦ Φωτός μέσα στήν ψυχή του. «Κάθε χριστιανός ἀσκητής πού ποθεῖ «εὐσεβῶς ζῆν», περνᾶ ἀπαραιτήτως ἀπό τό κάψιμο σ’ αὐτό τό πῦρ» . Δηλαδή, τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅσο κανείς ἐπικαλεῖται τόν Θεό, κάνει τήν νοερά προσευχή, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, ἀνάβει μέσα στήν καρδιά του ἡ θέρμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί αὐτή ἡ θέρμη καίει τά πάθη. Ὅπως ὅταν θέλει κανείς νά καθαρίσει τόν χρυσό, τόν βάζει στή φωτιά, σέ πολύ ὑψηλή θερμοκρασία, ὁπότε ὁτιδήποτε προσμίξεις ὑπάρχουνε, ὀξείδια κλπ., καίγονται ἀπό τήν ὑψηλή θερμοκρασία πού ὑπάρχει καί παραμένει ὁ καθαρός χρυσός, ἔτσι ὅταν ἡ ψυχή μπεῖ στήν διαδικασία νά ἐπικαλεῖται συνέχεια τόν Θεό, ἀνάβει ἡ θέρμη ἡ θεϊκή μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί καίγονται ὅλα τά σκουπίδια, ὅλα τά πάθη, ὅλες οἱ σκουριές. Καθαρίζεται ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη ψυχή.
«Ὁ γνόφος τῆς ἀσκητικῆς ἀπεκδύσεως», ααὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, νά ξεντυθοῦμε ἀπό ὅλα, τίς παραστάσεις, τίς φαντασίες κ.λ.π., «δέν εἶναι ἀπαραίτητος γιά τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Ὁ Θεός μπορεῖ νά ἐμφανισθεῖ σέ κάθε ὁδό, σέ κάθε ἄνθρωπο, ἀκόμα καί στούς διῶκτες Του» . Ἄς θυμηθοῦμε τόν Σαῦλο, τόν μετέπειτα Ἀπόστολο Παῦλο, πού εἶδε τό Φῶς τό Ἄκτιστο τοῦ Θεοῦ τήν ὥρα πού πήγαινε στήν Δαμασκό γιά νά συλλάβει τούς χριστιανούς! Ἦταν ἀκόμα διώκτης τοῦ Χριστοῦ καί ὁ Θεός τοῦ ἐμφανίστηκε!
«Φυσικά μέ τήν ἐπιφάνειά Του ὁ Θεός ἁρπάζει τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτόν τόν κόσμο καί μέ τήν ἔννοια αὐτή ἀκολουθεῖ ἡ γύμνωση ἤ ἡ ἀπέκδυση τῶν αἰσθητῶν εἰκόνων καί τῶν λογικῶν ἐννοιῶν, ἀλλά μέ ἄλλη τάξη καί ἀκολουθία» . Αὐτό δηλαδή πού δέν ἔχει κάνει ὁ ἄνθρωπος, ἴσως γιατί δέν ἤξερε ἤ γιατί δέν πρόλαβε, τοῦ τό κάνει ἐκείνη τή στιγμή ὁ Θεός. Τόν παίρνει ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, μέ τήν ἔννοια ὅτι ξεντύνεται ἐκεῖ, ἀκαριαία θά λέγαμε, ἀπό κάθε ἔννοια καί φαντασία -τό κάνει ὁ Θεός γι’ αὐτόν- καί μετά ὁ Θεός τοῦ δίνει καί τό Ἄκτιστο Φῶς.
Ἕνα τέτοιο παράδειγμα σύγχρονο ἔχει ὁ π. Παΐσιος μέ ἕναν ἔγγαμο -τό ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά- τοῦ ὁποίου ἡ γυναίκα εἶχε καταντήσει σχεδόν πόρνη. Ἐκεῖνος συνέχισε νά τήν ἀγαπᾶ καί ἀξιώθηκε νά δεῖ τό Ἄκτιστο Φῶς, παρόλο πού δέν ἤτανε πολύ ἔτσι θά λέγαμε «τῆς ἐκκλησίας»! Κι ὅμως, ἐπειδή εἶχε αὐτή τήν καλή διάθεση στήν ψυχή του καί δέν εἶχε ἄς τό ποῦμε μίσος γιά τήν γυναίκα του, ἡ ὁποία τόσο τόν εἶχε ἀπατήσει καί προσβάλλει, τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά δεῖ τό Ἄκτιστο Φῶς! Προφανῶς ὁ Θεός τόν πῆρε ἀπ’ αὐτόν τόν κόσμο ἐκείνη τήν στιγμή, ξέντυσε καί τόν νοῦ του ἀπό κάθε ἔννοια καί φαντασία καί τοῦ ἔδειξε καί τό φῶς Του. Ἄν ὅμως ὁ ἄνθρωπος πού ἀγωνίζεται καί ξεντύνεται τίς εἰκόνες καί τίς παραστάσεις, παραμένει σ’ αὐτόν τόν γνόφο τῆς ἀπεκδύσεως καί δέν ὑπάρχει μετάνοια, τότε ὁδηγεῖται στήν πλάνη, ἄν δέν ταπεινωθεῖ. Καί ἔτσι, ἀντί νά βρεῖ τόν Θεό, βρίσκει ἄλλα φῶτα δαιμονικά. Καί ἔχουμε καί τέτοιες περιπτώσεις καί σύγχρονες, καί μέ τόν π. Παΐσιο, πού ὁ διάβολος προσπάθησε νά τόν πλανήσει καί τοῦ ἔδειχνε δικά του φῶτα. Ἀλλά ὁ γέροντας εἶχε τήν διάκριση καί τά ἔβλεπε.
Τήν πλάνη τήν παθαίνει -προσέξτε- ποιός παθαίνει τήν πλάνη στήν προσευχή; Αὐτός ὁ ὁποῖος ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του καί δέν ἀκολουθεῖ τούς Ἅγιους Πατέρες. Αὐτός πού προχωρεῖ μόνος του στήν προσευχή χωρίς νά συμβουλεύεται διακριτικό πνευματικό ὁδηγό, αὐτός θά πλανηθεῖ. Θά δεῖ ἄλλα φῶτα, θά νομίζει ὅτι εἶναι τό Φῶς τό Ἄκτιστο καί θά εἶναι δαιμονικά φῶτα.
«Τό ἀληθινό Φῶς», τό Ἄκτιστο Φῶς, «ὅταν φανερωθεῖ στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος μετά -πού θά φύγει τό Φῶς- τό ἀναζητάει πάλι μέ δίψα καί μέ ὅλους τούς τρόπους, μεταξύ τῶν ὁποίων καί μέ τήν ἐπιστημονική νοερά προσευχή. Ἡ προσφυγή σ’ αὐτή τήν ἀσκητική τέχνη εἶναι τελείως νόμιμη, ἀλλά δέν πρέπει νά ὑπερτιμᾶται ἡ σημασία της», δηλαδή ἡ σημασία τῆς τεχνικῆς. «Ὅπως καί ἀντιστρόφως, δέν πρέπει νά ἀπορρίπτεται ἡ τεχνική, ὅπως κάνουν μερικοί ἄφρονες πού τήν ἀπορρίπτουν. Ἡ μέθοδος αὐτή εἶναι προαιρετική γιά τήν σωτηρία, καί ἁπλῶς ὑποβοηθεῖ σέ ἐκεῖνες τίς περιπτώσεις, ὅταν ἐλαττώνεται ἡ ἐνέργεια τῆς Χάρης πού ἑνώνει εὔκολα τόν νοῦ μέ τήν καρδιά» . Ἀφοῦ οἱ ἀσκητές χρησιμοποίησαν ἕνα χαμηλό σκαμνί, καθόντουσαν ἔτσι μέ τό κεφάλι νά εἶναι σκυμμένο καί νά βλέπει πρός τό στῆθος ὁ ἄνθρωπος, στό μέρος τῆς καρδιᾶς καί ἐκεῖ νά ἐπικαλεῖται, ρυθμίζοντας καί τήν προσευχή του, τόν Κύριο. Αὐτή ἡ τεχνική οὔτε πρέπει νά ὑπερτιμᾶται, ἀλλά οὔτε καί νά ὑποτιμᾶται καί νά μήν τήν χρησιμοποιοῦμε καθόλου, ὅπως λένε κάποιοι. Ἀλλά χρειάζεται διάκριση καί φυσικά πάντα ὁ πνευματικός ὁδηγός.
«Κανονικά ἡ ἐπιστημονική προσευχή ὀφείλει νά συμβαδίζει μέ τό θετικό περιεχόμενό της, δηλαδή πρέπει νά πηγάζει ἀπό τό αἴσθημα μετανοίας καί προσηλώσεως πρός τόν Θεό» . Νά μήν τήν θεωροῦμε αὐτή καθεαυτή ὡς τεχνική. Θυμηθεῖτε αὐτό πού εἴπαμε καί στό κήρυγμα, ὅτι καθετί πού αὐτονομεῖται, φθείρεται, καταστρέφεται καί καταστρέφει τόν ἄνθρωπο. Ὅταν αὐτονομήσουμε τήν τεχνική καί τήν προσευχή καί τήν θεωρήσουμε καί τήν τεχνική καί τήν προσευχή σάν ἕνα «κόλπο» γιά νά νιώσουμε καλά, νά περάσουμε καλά, τότε πλανώμαστε καί ὁδηγούμαστε στήν καταστροφή καί στόν θάνατο. Ἡ προσευχή πρέπει νά πηγάζει ἀπό τήν μετάνοια, ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἀπό τήν ἔφεση γιά τόν Θεό. Στήν προσευχή δέν ἀναζητοῦμε μιά προσωπική εὐχαρίστηση, ἀναζητοῦμε τόν Θεό. Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ παγίδα, νά κάνω προσευχή γιά νά νιώσω καλά. Ἄρα δουλεύω πάλι στόν ἑαυτό μου καί ὄχι στόν Θεό. Ἄν λοιπόν ξεκινᾶμε ἀπό τόν ἑαυτό μας καί γιά ἑαυτό μας, ὁπωσδήποτε εἴμαστε στή διαδικασία νά πλανηθοῦμε.
Ὅταν ξεκινᾶμε σωστά, ξεκινᾶμε ἀπό τήν μετάνοια καί τήν διάθεση προσήλωσης στόν Θεό. «Ἄν λείπουν αὐτά, ἀπομένει μόνο ἡ ἀρνητική ἐνέργεια, ἡ ὁποία ὅμως, ἐξαιτίας τοῦ ἀρνητικοῦ χαρακτήρα της, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς σκοπός, ἀλλά σάν μέσον στήν κατάσταση πού ζοῦμε, κατάσταση πτώσεως, ὅταν δηλαδή ἡ ἁμαρτία πού ἐνεργεῖ μέσα μας γίνει σχεδόν νόμος τῆς ἐπίγειας ὕπαρξής μας». Ἑπομένως, τό λέμε καί πάλι, ἡ ὁρθόδοξη ἡσυχία, ἡ κατάσταση δηλαδή τῆς θέας τοῦ Θεοῦ, τῆς προσευχῆς, πηγάζει ἀπό τήν βαθειά μετάνοια. Θεμέλιό της, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σιλουανός, εἶναι ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου» » . Γι’ αὐτό προσπαθοῦμε νά μάθουμε τήν νοερά προσευχή, γιά νά ἐφαρμόσουμε τήν πρώτη ἐντολή, ἡ ὁποία λέει ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό μέ ὅλες σου τίς δυνάμεις, δίνοντας ὅλες σου τίς δυνάμεις. Μέ ὅλη σου τή δύναμη, ὅλη σου τήν διάνοια, ὅλη σου τήν καρδιά, ὅλη σου τήν ψυχή στόν Θεό! Πού σημαίνει ὅλες σου οἱ σκέψεις νά εἶναι γιά τόν Θεό, ὅλα σου τά συναισθήματα νά εἶναι γιά τόν Θεό, ὁτιδήποτε ἔχεις καί κάνεις νά εἶναι γιά τόν Θεό.
«Ὁ γέροντας ἀγαποῦσε τήν ἄσκηση τῆς νοερᾶς ἡσυχίας καί κατέφευγε συνεχῶς σ΄ αὐτήν». Ὁ γέροντας ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος Σιλουανός. «Ἦταν εὔκολο γι’ αὐτόν, γιατί ἡ καρδιακή του προσευχή δέν διεκόπηκε ποτέ, ἀπό τότε πού τήν δέχθηκε ὡς δῶρο ἀπό τήν Παναγία Θεοτόκο» . Πρέπει νά τό ποῦμε κι αὐτό, ὅτι ἡ νοερά προσευχή δέν εἶναι κατόρθωμα τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι κι αὐτή ἕνα ἀπό τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά ὁποῖα ὅλα δίδονται στόν ἄνθρωπο διά τῆς Θεοτόκου∙ καί μάλιστα αὐτό τό χάρισμα, τό δῶρο τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι παρακαλοῦσαν τήν Παναγία νά τούς δώσει αὐτή τή Χάρη νά προσεύχονται ἀδιάλειπτα. Καί ἡ Παναγία εἶχε δώσει καί στόν Ἅγιο Σιλουανό αὐτή τή Χάρη.
«Ἐξωτερικές εὐνοϊκές συνθῆκες γιά τήν «ἐπιστημονική» νοερά προσευχή εἶναι ἡ τελεία δυνατή ἀποφυγή οἰουδήποτε ἐρεθισμοῦ τῶν αἰσθήσεων, καί πρό παντός τό σκότος καί ἡ σιωπή» . Δηλαδή μέ ἁπλά λόγια, γιά νά βοηθηθεῖς στήν προσευχή, στήν νοερά προσευχή, χρειάζεται νά μήν ἐρεθίζονται οἱ αἰσθήσεις. Γι’ αὐτό καί βοηθάει πολύ τό σκότος (τό σκοτάδι) καί ἡ σιωπή. Γιατί δέν ἐρεθίζονται οἱ αἰσθήσεις, οἱ ἐξωτερικές αἰσθήσεις. Λένε οἱ Ἅγιοι, ὅσο κανείς κλείνει τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις, τόσο ἀνοίγουν οἱ ἐσωτερικές. Ὅσο κανείς ἐνεργοποιεῖ τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις, καί ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι συνέχεια μέ ἐνεργοποιημένες, καί φροντίζει γι’ αὐτό καί ὁ διάβολος μέσω τῆς τεχνολογίας, νά μή μένει δευτερόλεπτο πού νά μήν ἐρεθίζεται, τά μάτια, τά αὐτιά καί οἱ ἐξωτερικές αἰσθήσεις.. τόσο κλείνουν οἱ ἐσωτερικές! Καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι συνέχεια σέ μιά διαρκή ἐξωστρέφεια καί χάνει τόν ἑαυτό του καί χάνει καί τόν Θεό φυσικά.
«Ὁ Ἅγιος Σιλουανός, ὅπως καί ὅλοι γενικῶς οἱ ἡσυχαστές, ἦταν ὑπεχρεωμένος νά ἀναζητεῖ αὐτές τίς ἐξωτερικές διευκολύνσεις», δηλαδή τό σκοτάδι καί τήν σιωπή, γιά νά βοηθηθεῖ στήν προσευχή. «Ὅταν ἦταν σχετικά νεαρός κατάφερε, γιά χάρη τῆς ἡσυχίας, ὕστερα ἀπό παράκλησή του, νά τόν στείλει ὁ Ἡγούμενος στό Παλαιό Ρωσικό, ὅπου ἔκτισε μία μικρή ἀπομεμονωμένη «καλύβα», ὄχι μακριά ἀπό τό κύριο κτίριο» . Ὅσοι ἔχουν πάει στό Ἅγιον Ὄρος, θά ξέρουν ὅτι τό Παλαιό Ρωσικό εἶναι λίγο πιό πάνω ἀπό τό σημερινό μοναστήρι, τό ρώσικο πού λέμε, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Ἐκεῖ εἶχε πάει γιά ἕνα διάστημα ὁ Ἅγιος Σιλουανός γιά περισσότερη ἡσυχία, καί μάλιστα σ’ ἕνα καλυβάκι ἔξω καί ἀπό αὐτό τό μεγάλο κτίριο.
«Ἐκεῖ δέχθηκε καί τόν πατέρα Στρατόνικο. Πάντως ἔζησε γιά λίγο στό Παλαιό Ρωσικό, γιατί τόν ξανακάλεσαν στό μοναστήρι καί τόν ἔκαναν οἰκονόμο. Τότε κλεινόταν στό κελλί του καί ἔκρυβε τό ρολόι του στό βάθος τοῦ ἑρμαρίου, γιά νά μήν ἀκούει τούς κτύπους του. Καμιά φορά κατέβαζε καί τόν χονδρό του μάλλινο σκοῦφο, ἔτσι πού νά σκεπάζει μάτια καί αὐτιά. Ὅταν ἄρχθσε νά διευθύνει τό κατάστημα ἐπισιτισμοῦ, πού βρισκόταν ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Μονῆς, βρῆκε ἐκεῖ μιά γωνιά κατάλληλη γιά τήν ἡσυχία, τήν διερρύθμισε κατάλληλα καί ἐκεῖ περνοῦσε τίς νύχτες του. Στόν ναό ἐρχόταν γιά τόν ὄρθρο, πού πρίν νά ἀρχίσει, ἄνοιγαν οἱ πύλες τῆς μονῆς.
Στό κατάστημα κρυολόγησε ἀκόμα περισσότερο καί ὑπέφερε πολύ ἀπό ρευματισμούς. Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ἡ ἀσθένεια τόν ὑποχρέωνε νά μένει τόν χειμώνα μέσα στή μονή, στό κελλί του, πού τό θέρμαινε καλά. Τό τελευταῖο του κελλί ἦταν στόν ἴδιο ὄροφο μέ τό Ἡγουμενεῖο. Τήν νύκτα πήγαινε συνήθως σέ ἕνα ἄλλο μικρό κελλί, πού τό χρησιμοποιοῦσε σάν ξυλαποθήκη. Βρίσκεται στόν ἴδιο ὄροφο στή σειρά μέ ἄλλα ὅμοια κελλιά, τά ὁποῖα μέ τή μείωση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἀδελφῶν μετετράπηκαν σέ ξυλαποθήκες στό ἀπόμερο καί βαθύ ἀδιέξοδο διάδρομο μέ τούς πολύ παχεῖς πέτρινους τοίχους. Σ’ αὐτή τήν «εἱρκτῇ»», σ’ αὐτή τή φυλακή δηλαδή, «ἔβρισκε μεγαλύτερη ἀπομόνωση καί πλήρη σιγή καί σκότος» . Νά γιατί βλέπουμε τούς ἀσκητές νά ἀπομονώνονται. Ἀναζητοῦν σπηλιές ἀπόκρυμνες, σκοτάδι, σιωπή, ἡσυχία. Δέν εἶναι, ἄς τό ποῦμε, μία ἰδιορρυθμία αὐτό, ἀλλά εἶναι ἡ προσπάθεια νά ἔχουνε τίς ἐξωτερικές συνθῆκες εὐνοϊκές, ὥστε νά μποροῦνε νά συνομιλοῦνε ἀνετότερα μέ τόν Θεό διά τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
«Γιά ὅποιον βλέπει μόνο τό ἐξωτερικό, ὁ γέροντας», ὁ Ἅγιος Σιλουανός, «παρέμεινε ἕως τοῦ τέλους τῆς ζωῆς του ὁ «συνηθισμένος» ἄνθρωπος. Ζοῦσε, ὅπως ζοῦνε γενικά οἱ καλοί μοναχοί. Ἐξεπλήρωνε τό διακόνημά του, τηροῦσε σέ ὅλα ἐγκράτεια, κρατοῦσε τά μοναχικά τυπικά καί τίς διατάξεις, κοινωνοῦσε δύο φορές τήν ἑβδομάδα, καί σέ καιρό νηστείας τρεῖς. Ἡ ἐργασία του στό κατάστημα ἦταν ἁπλή καί εὔκολη γιά τίς δυνάμεις του. Τόν ἀπασχολοῦσε σχετικά λίγο χρόνο, ἄν καί ἀπαιτοῦσε τήν παρουσία του στό κατάστημα ὅλη τήν ἡμέρα.
Ἔμεινε ἕως τέλους ἤρεμος καί εὐπροσήγορος. Καμιά ἐμπαθής παραμόρφωση δέν ὑπῆρχε στήν ἐσωτερική καί ἐξωτερική του μορφή. Σάν ἀληθινά ἔμπειρος ἀσκητής, ἤξερε νά μήν ἐκδηλώνεται ἐξωτερικά, ἀλλά σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου παρουσιαζότανε ἐνώπιον τοῦ Πατέρα στά κρυφά» . Αὐτό πού μᾶς εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι «ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τόν ταμιεῖόν σου, καί κλεῖσον τήν θύραν σου» . Ὅταν θέλεις νά προσευχηθεῖς, λέει, νά μπεῖς στό δωμάτιό σου τό ἰδιαίτερο, νά κλειδώσεις τήν πόρτα καί νά μιλήσεις στόν Πατέρα σου ἐν τῷ κρυπτῷ, «καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ» . Νά μιλήσεις κρυφά στόν Πατέρα σου καί ὁ Πατέρας σου θά σοῦ ἀποδώσει στά φανερά. Βλέπουμε δηλαδή, πόσο ὁ Θεός θέλει τήν ἀφάνεια στά πνευματικά ἔργα. Νά μήν καταλαβαίνει δυνατόν κανένας ὅτι προσευχόμαστε. Αὐτό ἐφάρμοζε καί ὁ Ἅγιος Σιλουανός.
«Ἔμεινε ὡς τοῦ τέλους μακρυσμένος ἀπό τά κοσμικά ἐνδιαφέροντα, ἀδιάφορος γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά ἔχοντας ὅμως ἀδιαλείπτως στά βάθη τῆς καρδίας του τό πῦρ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ» . Ζοῦσε καί τόν γνόφο τῆς ἀπεκδύσεως -γιά νά θυμηθοῦμε αὐτά πού λέγαμε προηγουμένως-, δηλαδή εἶχε ξεντύσει τόν νοῦ του ἀπό ὅλες τίς φαντασίες, παραστάσεις, σκέψεις, λογισμούς κλπ., ἀλλά καί ἤτανε στά ὅρια, θά λέγαμε, τοῦ Θείου γνόφου, ἀφοῦ ἔβλεπε τό Ἄκτιστο Φῶς, μέ τή συνεχή ἀδιάλειπτη προσευχή πού ἔκανε.
Αὐτά ἤθελα νά πῶ στήν ἀγάπη σας. Τώρα δέν ξέρω ἄν θέλετε κάποια ἐρωτήματα νά θέσετε, γιά λίγη ὤρα μποροῦμε ἄν ὑπάρχει κάτι.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Μᾶς δίνεται, ὅταν τήν θέλουμε καί τήν προσπαθοῦμε καί τήν καλλιεργοῦμε. Καί γενικά αὐτό ἰσχύει, νά ξέρετε, μέ ὅλα τά δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός δηλαδή δίνει σ’ αὐτούς πού βλέπει ὅτι τά θέλουν τά χαρίσματά Του.
Λέει ἄς ποῦμε γιά τήν ταπεινοφροσύνη ὁ Ἅγιος Δωρόθεος, ὅτι προσπαθοῦμε καί κάνουμε τίς λεγόμενες «μηχανές», χρησιμοποιοῦμε «μηχανές» γιά νά ταπεινωθοῦμε. Ποιές εἶναι οἱ μηχανές; Μιλᾶμε ταπεινά, ντυνόμαστε ταπεινά, τρῶμε ταπεινά, ζοῦμε σέ ταπεινό σπίτι. Αὐτό εἶναι ταπείνωση; Ὄχι. Εἶναι μηχανές γιά ταπείνωση. Εἶναι τρόποι δηλαδή πού προσπαθοῦμε νά ταπεινωθοῦμε. Τό βλέπει ὁ Θεός αὐτό καί σοῦ δίνει τήν τέλεια ταπείνωση, πού εἶναι κι αὐτή δῶρο Θεοῦ.
Τήν ἀγάπη. Βλέπει ἄς ποῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά ἀγαπήσει. Πῶς προσπαθεῖ; Πολύ ἁπλά, κάνει προσευχή γιά ὅλους, καί γι’ αὐτούς πού δέν τόν ἀγαπᾶνε καί γι’ αὐτούς πού τόν ἐχθρεύονται καί τοῦ ἔχουνε φερθεῖ ἄσχημα καί τόν ἀδίκησαν κλπ. Αὐτός κάνει προσευχή! Θά πεῖς, δύσκολα.. δέν τοῦ βγαίνει! Ναί. Βλέπει ὅμως ὁ Θεός ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσπαθεῖ, ὁπότε θά τοῦ δώσει τό δῶρο, σιγά-σιγά, τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρητικότητας.
Βλέπει ὁ Θεός ὅτι ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά ξεπεράσει τήν φιλαυτία του. Ἐκεῖ πού ἤτανε τσιγγούνης, προσπαθεῖ νά δώσει λίγη ἐλεημοσύνη. Αὐτό δείχνει τήν διάθεση πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Καί αὐτό ἀκριβῶς θέλει ὁ Θεός νά κάνουμε. Ἐμεῖς νά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε, νά δείξουμε τήν προαίρεσή μας καί ὁ Θεός θά μᾶς δώσει μετά καί τή θέληση νά προχωρήσουμε καί τό δῶρο τό τελικό. Ἡ προαίρεση εἶναι ἡ ἀρχική θέληση. Πρό-αἱροῦμαι. Αἱροῦμαι θά πεῖ ἐκλέγω. Ἡ πρώτη ἐκλογή. Αὐτό εἶναι δικό μας θέμα, τί θά διαλέξουμε ἐμεῖς. Τήν πρώτη ἐκλογή πού θά κάνουμε, τήν ἀρχική ἐκλογή τήν βλέπει ὁ Θεός καί μετά, κατά τήν προαίρεσή μας, μᾶς δίνει τή θέληση καί τό χάρισμα τό ἀνάλογο. Βλέπετε Ἅγιοι οἱ ὁποῖοι εἴχανε, ἄς ποῦμε, διάθεση ν’ ἀγαπήσουν τόν ἄνθρωπο πολύ, τούς ἔδωσε ὁ Θεός καί τό χάρισμα τῆς θεραπείας καί γίνανε θαυματουργοί! Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἄς ποῦμε, πάρα πολλά θαύματα σέ ἀρρώστους! Γιατί ἀγαποῦσε πολύ καί ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε αὐτό τό χάρισμα. Ἦταν ἄλλοι Ἅγιοι οἱ ὁποῖοι εἶχαν τραβήξει πολλά ἀπό τούς δαίμονες καί ὁ Θεός τούς ἔδωσε τό χάρισμα νά διώχνουν δαίμονες, νά καῖνε τούς δαίμονες! Ἀνάλογα λοιπόν μέ τήν προαίρεσή μας -καί συγγνώμη ἄν εἶπα πολλά- ὁ Θεός μᾶς δίνει καί τό χάρισμα. Πρέπει δηλαδή κι ἐμεῖς κάτι νά κάνουμε. Μήν τά περιμένουμε ὅλα ἕτοιμα καί ἄς τό ποῦμε χωρίς νά κάνουμε τίποτε!
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Δέν ἦταν ἀκόμα ἕτοιμος. Ἡ Χάρις, ὅταν λέμε Χάρις, ἡ Θεία Χάρις εἶναι ἡ Θεία ἐνέργεια. Καί οἱ Ἅγιοι μᾶς λένε, ὑπάρχουνε ἄπειρες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ! Ὑπάρχει ἡ Χάρις ἡ ὁποία λέγεται οὐσιοποιός Χάρις. Εἶναι ἡ Χάρις αὐτή ἡ ὁποία δίνει οὐσία στά πάντα. Πῶς ὑπάρχουν τά πάντα; Ἀπό μόνα τους; Ὄχι. Κάποιος, ὁ Θεός, τούς ἔδωσε τήν δυνατότητα νά ὑπάρχουν. Πῶς; Διά τῆς ἐνεργείας Του, πού λέγεται οὐσιοποιός. Ἡ οὐσιοποιός ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἤ ἀλλιῶς οὐσιοποιός Χάρις, εἶναι αὐτή ἡ Χάρις ἡ ὁποία δίνει στά ὄντα τήν δυνατότητα νά ὑπάρχουν. Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ Χάρις, δέν θά ὑπῆρχε τίποτε, οὔτε δέντρα οὔτε ἄνθρωποι, τίποτε. Δέν φτιάξαμε ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας, ὁ Θεός μᾶς ἔφτιαξε καί μᾶς ἔδωσε τό χάρισμα χωρίς νά μᾶς ρωτήσει. Αὐτή ἡ Χάρις δίνεται χωρίς νά μᾶς ρωτήσει ὁ Θεός, τή Χάρη νά ὑπάρχουμε. Ἀπό ποῦ ὑπήρξαμε; Ἀπό τό πουθενά. Δέν προϋπήρξαμε, οὔτε ὑπάρχει προΰπαρξη σωμάτων οὔτε ψυχῶν, πού ἔλεγε ὁ Πλάτωνας. Ἤρθαμε ἀπό τό πουθενά. Ἀλλά ἤρθαμε ἐξαιτίας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε τήν ὕπαρξή μας στόν Θεό, στήν οὐσιοποιό Χάρη.
Μετά ὑπάρχει μιά ἄλλη Χάρις, ἡ ὁποία λέγεται ζωοποιός. Εἶναι ἡ Χάρις τῆς ζωῆς. Γιατί ὑπάρχουνε πολλά πράγματα -ὅλα ὅσα ὑπάρχουν- πού δέν ἔχουν ὅλα ζωή. Ὑπάρχουν καί ἄλλα πού πράγματα πού δέν ἔχουν ζωή, πέτρες κλπ. Αὐτά πού ἔχουν ζωή, τά ἔμβυα ὄντα, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, φυτά, ζῶα, ἄνθρωπος, ἔχουνε ἀκόμα μία Χάρη, πού λέγεται ζωοποιός, ἡ Χάρη πού δίνει ζωή.
Τώρα ὑπάρχει ἀκόμα μιά Χάρις, ἡ ὁποία λέγεται σοφοποιός. Ἀπό αὐτά τά ὄντα πού ἔχουνε οὐσία καί ζωή, ὑπάρχουνε κάποια πού ἔχουνε καί μία σοφία, μιά ἐξυπνάδα. Κι αὐτά εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἄγγελοι, οἱ δαίμονες. Αὐτοί ἔχουνε τήν σοφοποιό Χάρη. Οἱ δαίμονες τήν χρησιμοποιοῦνε κακῶς, κάκιστα. Οἱ ἄγγελοι καλῶς καί οἱ ἄνθρωποι ὅπως θέλουν, ἄλλοι καλῶς καί ἄλλοι κακῶς, ἀνάλογα ἄν εἶναι καλοί ἤ ἄν εἶναι κακοί. Χρησιμοποιοῦνε τήν σοφοποιό Χάρη. Κι αὐτή τή Χάρη μᾶς τήν ἔδωσε ὁ Θεός χωρίς νά μᾶς ρωτήσει, ὅπως καί τή ζωοποιό.
Ὑπάρχει τώρα ἀκόμα μιά Χάρις, ἡ ὁποία λέγεται θεοποιός. Αὐτή τή Χάρη τήν δίνει ὁ Θεός ρωτώντας μας. Δηλαδή δέν τήν δίνει, ἄν δέν τήν θέλουμε. Βλέπει τήν διάθεσή μας, βλέπει ἄν ἔχουμε θέληση νά τήν πάρουμε αὐτή τή Χάρη καί τότε μᾶς τήν δίνει. Καί πῶς ἐκφράζουμε τήν θέλησή μας ὅτι θέλουμε τήν θεοποιό Χάρη; Δηλαδή ὅτι θέλουμε νά γίνουμε θεοί, αὐτό θά πεῖ θεοποιός Χάρη, ἡ δυνατότητα δηλαδή νά γίνεις ὅπως ὁ Θεός. Κι αὐτή Χάρις εἶναι, ἀλλά τή δίνει ὁ Θεός σ’ αὐτούς πού ζοῦνε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, ζοῦνε μέ μετάνοια, ζοῦνε μέ προσευχή, μέ ἐγκράτεια, μέ ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
Αὐτές εἶναι τέσσερις Χάρες. Ὑπάρχουνε καί ἄλλες, ἄπειρες. Μιά ἄλλη Χάρις πού ὑπάρχει, πού εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ κι αὐτή, εἶναι ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ φροντίδα πού ἔχει ὁ Θεός γιά τά πάντα. Νά σᾶς πῶ ἕνα, πού εἶναι ἐπιστημονικό κι αὐτό. Ὑπάρχει ἕνα ἀξίωμα στήν Θερμοδυναμική πού λέει ὅτι σ’ ἕνα σύστημα, ἄς ποῦμε ἐδῶ πέρα τώρα ὅλοι εἴμαστε ἕνα σύστημα, εἶναι μιά αἴθουσα καί εἴμαστε ἐμεῖς, οἱ καρέκλες κλπ. Ὅσο περνάει ὁ χρόνος, σ’ ἕνα κλειστό σύστημα, αὐξάνει ἡ ἀταξία. Ἀπό τάξη πᾶμε στήν ἀταξία. Λοιπόν, ἄν θεωρήσουμε καί στό σύμπαν εἶναι ἕνα σύστημα! Κανονικά τό σύμπαν δηλαδή στή διάρκεια τῶν ἑκατομμυρίων ἐτῶν πού ὑπάρχει, θά ἔπρεπε νά ἔχει διαλυθεῖ. Δέν διαλύεται ὅμως! Δέν διαλύεται, γιατί ὑπάρχει ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καί ὄχι μόνο δέν διαλύεται, λειτουργεῖ σταθερά, ὁμοιόρφα, μέ πολύ μεγάλη τάξη! Αὐτό σημαίνει ὅτι κάποιος παρεμβαίνει. Ἤ βλέπετε καί στή γῆ, πόσες φορές ἔχουνε προφητεύσει ὅτι ἡ γῆ μας εἶναι στά πρόθυρα τῆς καταρρεύσεως λόγω τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος κλπ. Κι ὅμως δέν καταστρέφεται! Γιατί; Γιατί λέει ἐκεῖ, ὅτι «ὁ Θεός τήν ἐστερέωσε εἰς τόν αἰῶνα» τήν κτίση Του, τήν Δημιουργία Του, καί ὅταν θέλει ὁ Θεός θά ἀνακαινιστεῖ, ὄχι ὅταν θέλουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὅσο κι ἄν προσπαθοῦμε! Γιατί ὁ Θεός παρεμβαίνει μέ τήν Πρόνοιά Του, μέ τούς Ἁγίους ἀγγέλους καί συντηρεῖ τά πάντα καί συνέχει τά πάντα καί συγκροτεῖ τά πάντα! Αὐτές οἱ ἄπειρες λοιπόν ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ λέγονται καί Θεία Χάρις. Καί τό Ἄκτιστο Φῶς βέβαια εἶναι πάλι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καί ἡ ἀγάπη εἶναι Θεία ἐνέργεια, ὅπως καί ἡ ταπείνωση, ἡ τέλεια ταπείνωση καί ἡ τέλεια ἀγάπη. Εἶναι Θεῖες ἐνέργειες. Ὅπως καί ἡ εἰρήνη εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό λέει ὁ Χριστός ὅτι ἐγώ εἶμαι ἡ εἰρήνη. «Ὁ Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» .
Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, ἄν θέλετε νά τό ποῦμε ἔτσι ἐπιγραμματικά, πρέπει νά κυνηγήσει τήν θεοποιό Χάρη, νά ἀναζητήσει αὐτή τήν Θεία Χάρη καί νά τήν ἐγκολπωθεῖ ὅσο γίνεται περισσότερο. Γιατί ὑπάρχουν βαθμίδες. Ὅπως ὑπάρχουν βαθμίδες δηλαδή ἁγιότητας. Ὑπάρχουν μικροί ἅγιοι, ὑπάρχουν καί μεγάλοι ἅγιοι! Πῶς καθορίζεται αὐτό; Ἀνάλογα μέ τήν μετοχή πού ἔχουνε στήν Θεία Χάρη. Καί στήν κορυφή ὅλων τῶν Ἁγίων βέβαια εἶναι ἡ Παναγία. Καί πῶς ἄς ποῦμε θά πάρουμε μεγαλύτερη Χάρη; Ἄν ἀνοιχτοῦμε στόν Θεό -θά λέγαμε- μέ μεγάλη γωνία. Μέ ὅσο πιό μεγάλη γωνία θά ἀνοιχτεῖς στόν Θεό, αὐτό θά συνεχιστεῖ στό ἄπειρο. Γιατί καί μετά θάνατον ὁ ἄνθρωπος θά συνεχίσει νά παίρνει Χάρη! Ἀνάλογα μέ τό πῶς ξεκίνησε ἀπό ἐδῶ, ἔτσι θά ἐπεκτείνεται στήν αἰωνιότητα καί θά δέχεται ὅλο καί περισσότερο φῶς. Δέν θά σταματήσουμε δηλαδή μετά θάνατον. Θά ἐξελισσόμαστε. Ἐφόσον ἀξιωθοῦμε φυσικά νά πᾶμε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά μήν πᾶμε στήν ἄλλη κατάσταση…
Τώρα πῶς ἀνοιγόμαστε μέ μεγαλύτερη γωνία στόν Θεό; Αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τόν καθένα μας, πόσο δηλαδή θά ταπεινωθοῦμε καί θά μετανοήσουμε. Ὅσο μεγαλύτερη συντριβή καί μετάνοια δείξουμε, τόσο μεγαλύτερο ἄνοιγμα ἔχουμε πρός τόν Θεό, τόσο περισσότερη Χάρη θά πάρουμε. Γιατί ὁ Θεός εἶπε: «Σέ ποιούς θά δώσω Χάρη; Στούς ταπεινούς» . Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη λέει: «Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δίδωσιν χάριν» . Ὅσο πιό μεγάλη ταπείνωση, τόσο πιό μεγάλη Χάρη. Ὅσο πιό μεγάλη ὑπακοή, τόσο πιό πολύ φῶς.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Εἶχε προαίρεση, εἶχε προαίρεση… Ἀκριβῶς, ναί.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Ἀκριβῶς. Εἶχε προαίρεση. Αὐτό εἶπα καί προηγουμένως καί ἰσχύει αὐτό πάντα. Ὅταν λέω νά ἔχουμε ταπείνωση, ἐννοῶ νά ἔχουμε προαίρεση γιά ταπείνωση καί ὁ Θεός θά μᾶς δώσει τήν τέλεια ταπείνωση.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν μιά πολύ δυνατή ψυχή. Καί ἔφτασε νά γίνει διώκτης τῶν χριστιανῶν, ὄχι γιατί ἤτανε δέσμιος τῶν παθῶν. Ἀγαποῦσε πολύ τόν Θεό, ἀλλά εἶχε λάθος κατεύθυνση καί θεωροῦσε ὅτι προσβάλλουν οἱ χριστιανοί, εἶχε ἐξαπατηθεῖ.. ὅτι οἱ χριστιανοί προσβάλλουν τόν Θεό του! Ἀγαποῦσε τόν Θεό καί ἀπό αὐτή τήν καλή σκέψη, λέει ἐγώ πρέπει νά ὑπερασπιστῶ τόν Θεό μου καί ἔφτασε νά γίνει διώκτης. Δέν ἤτανε ὅπως οἱ ἄλλοι γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι οἱ ὁποῖοι καταδίωξαν τόν Χριστό, ὄχι γιατί τά ἔβαζε μέ τόν Θεό τους, ἀλλά γιατί τά ἔβαζε μ’ αὐτούς. Γι’ αὐτό τόν καταδίωξαν! Τούς ἔπαιρνε τό πουγκί, τούς ἔπαιρνε τόν κόσμο! Ὁ κόσμος γι’ αὐτούς σήμαινε δόξα καί χρῆμα! Ὁπότε, σοῦ λέει, νά τόν βγάλουμε ἀπ’ τή μέση, μᾶς χαλάει τήν πιάτσα.. νά τό ποῦμε λαϊκά. Γι’ αὐτό τόν σκότωσαν. Ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν ἦταν γι’ αὐτό, ἦταν «ζηλωτής -τό λέει ὁ ἴδιος- τῶν πατρικῶν παραδόσεων» καί σοῦ λέει, πᾶνε αὐτοί, οἱ χριστιανοί, νά μᾶς χαλάσουν τήν πίστη μας, τήν θρησκεία μας! Λοιπόν, πρέπει νά τούς ἐξολοθρεύσουμε! Γι’ αὐτό ὁ Θεός εἶδε τήν ψυχή του καί τοῦ ἔδωσε αὐτή τή Χάρη.
Βλέπετε, πῶς ὁ Θεός βλέπει τό βάθος τῆς καρδιᾶς μας! Δέν μποροῦμε νά Τόν ἐξαπατήσουμε τόν Θεό! Καί ἀνάλογα μέ τό βάθος τῆς καρδιᾶς μας, τήν προαίρεσή μας, μᾶς δίνει. Γι’ αὐτό, ἄς ἀποκτήσουμε προαίρεση καλή, ἀληθινή, καθαρή, γιά τόν Θεό καί ὄχι γιά νά ἀρέσουμε στούς ἀνθρώπους καί μετά ὁ Θεός θά δώσει ὅλα τά ἄλλα. Αὐτή ἡ προαίρεση θά μᾶς κάνει νά προχωρήσουμε στή μετάνοια. Βασικά αὐτό πρέπει νά ζητᾶμε. Καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος αὐτό ἔλεγε, «νά εὔχεσθε -λέει- νά μοῦ δίνει ὁ Θεός καλή μετάνοια. Γιατί ἁμαρτίες ὅλοι κάνουμε. Τό πρόβλημα δέν εἶναι ἡ ἁμαρτία, τό πρόβλημα εἶναι ἡ μετάνοια. Ἄν ὄντως τό ἔχουμε καταλάβει ὅτι ἁμαρτάνουμε, πόσο τό συναισθανόμαστε, καί ἔτσι ὁδηγούμαστε στή μετάνοια. Ἄν δέν τό καταλαβαίνουμε, δέν μετανοοῦμε πραγματικά. Μπορεῖ καί νά ἐξομολογιέσαι, ἀλλά νά ἐξομολογιέσαι χαμογελαστός. Δηλαδή σάν νά μήν ἔκανες τίποτα, ἤ ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, τό ἔκανα κι ἐγώ, πάτερ.. Αὐτό δέν εἶναι μετάνοια. Καί βλέπεις ὁ ἄλλος ἔρχεται, κλαίει, χτυπιέται καί λέει.. ἐντάξει, βρέ παιδί μου, σταμάτα, ἐντάξει.. δέν τόν ἀντέχει καί ὁ πνευματικός δηλαδή.. τόση μετάνοια ἔχει! Πόση διαφορά ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον! Ἐντάξει, σταμάτα, φτάνει!
Ὅπως λέει καί στό Γεροντικό μιά ἱστορία μέ κάποιον πού ἔκλαιγε συνέχεια καί στό τέλος τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός καί τοῦ λέει, παιδί μου, τί κλαίς; Νά, λέει, δέν θέλεις, Χριστέ μου, νά κλαίω ἀφοῦ ἁμάρτησα; Ἐντάξει, λέει, φτάνει! Καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τοῦ εἶπε νά σταματήσει μετά! Καταλάβατε; Νά ἔχουμε τέτοια προαίρεση γιά τόν Θεό.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Πῶς δέν κάνει; Αὐτό εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἀγωγῆς!
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Ὄχι, βέβαια. Θά τό ἐμπνεύσουμε. Τά παιδιά διδάσκονται ὄχι τόσο μέ τά λόγια μας, ὅσο μέ τό παράδειγμά μας, μέ τή ζωή μας. Σᾶς ἀντιγράφουν. Ἰδίως τούς γονεῖς τά παιδιά τούς ἀντιγράφουν. Ἄν βλέπει τό παιδάκι τή μητέρα νά κάνει μετάνοιες, νά προσεύχεται, δέν χρειάζεται νά πεῖ τίποτα στό παιδάκι. Μόλις θά ξαπλώσει ἡ μαμά, θά σηκωθεῖ τό παιδάκι νά κάνει προσευχή. Ἔτσι γινόταν μέ τόν Ἅγιο Ἰάκωβο τόν Τσαλίκη. Ἔκανε ἡ μαμά του προσευχή 10-12 κάθε βράδυ καί τό παιδάκι πού τήν ἔβλεπε, ἐκεῖ κάτω ἀπό τίς κουβέρτες πού ἤτανε, ἔβλεπε καί τό φῶς πάνω ἀπό τό κεφάλι της, πού ἡ μάνα δέν τό ἔβλεπε! Τί φῶς ἦταν αὐτό; Τό Φῶς τοῦ Θεοῦ ἦταν! Τό Ἄκτιστο Φῶς. Τό παιδάκι πού ἤτανε καθαρό, τό ἔβλεπε. Καί μόλις πήγαινε ἡ μαμά νά κοιμηθεῖ, μετά σηκωνόταν αὐτός καί ἔκανε προσευχή. Ἔτσι ἁγιάζονται τά παιδιά! Καί ἔτσι ἁγιάζονται καί οἱ γονεῖς!
Καί φυσικά θά τό καλλιεργήσετε καί μέ λόγια. Θά τό πεῖτε καί μέ λόγια. Δέν ἀπαγορεύονται τά λόγια, ἀλλά κυρίως μέ τό δικό μας τό βίωμα θά τό περάσουμε στά παιδιά.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Σᾶς εἶπα, γνόφος εἶναι ἐκεῖ πού κατοικεῖ ὁ Θεός. Τό ἀπρόσιτο Φῶς. Ἀπρόσιτο θά πεῖ πού δέν μποροῦμε νά τό πλησιάσουμε. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ποιά εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ; Δέν ξέρουμε. Δέν ξέρουμε τί εἶναι στήν οὐσία Του ὁ Θεός. Τό πολύ φῶς τό ὁποῖο φαίνεται σάν σκοτάδι. Ἄν δεῖτε καί στήν εἰκόνα τῆς Μεταμορφώσεως φαίνεται αὐτό, πῶς βγαίνει τό Φῶς ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Ἄς τό ποῦμε, καί τά δύο γίνονται, καί ποσότητα καί Χάρη. Τώρα, κοιτάξτε, εἶναι πνευματικά τά πράγματα αὐτά καί δέν μποροῦμε νά τά ποῦμε μέ λέξεις. Πόσο παίρνεις.. ἕνα κιλό Χάρη ἄς ποῦμε; Ἤ μία ὥρα Χάρη; Ἐντάξει, λίγο μπορεῖς νά τό μετρήσεις. Ἔλεγε ἄς ποῦμε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, δοκίμασα -λέει- τήν προσευχή ἐν χάριτι. Τί θά πεῖ προσευχή ἐν χάριτι; Μιά προσευχή, λέει, πού δέν ἔφευγε καθόλου ὁ νοῦς του. Ἦταν μέσα στήν κατάνυξη, στήν κοινωνία μέ τόν Θεό πού τό ἔνιωθε! Καί λέει, τό ἔχω ζήσει μέχρι τρεῖς ὧρες, ἄς ποῦμε. Δέν ἄντεχε παραπάνω, συνεχῶς νά εἶσαι σ’ αὐτή τήν κατάσταση, νά μή φεύγει ὁ νοῦς σου καθόλου!
Ὁ Μωυσῆς ἔκανε σαράντα μέρες σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς θέωσης, ἄς ποῦμε! Καί ἄλλοι Ἅγιοι τό ζήσανε αὐτό. Μπορεῖ νά κρατήσει καί παραπάνω. Ἀνάλογα. Εἶναι τοῦ Θεοῦ πράγματα αὐτά. Ἐμεῖς ἄς κυνηγᾶμε τήν ταπείνωση, τήν ὑπακοή, τήν σιωπή, τήν ἐγκράτεια σέ ὅλα, ὅπως λέει ἐδῶ γιά τόν Ἅγιο Σιλουανό, γιατί αὐτά βοηθᾶνε στήν προσευχή. Καί ἀπό ἐκεῖ καί μετά τό θέμα τό πόσο Χάρη καί πόσο ψηλά θά μᾶς δώσει ὁ Θεός, εἶναι τοῦ Θεοῦ πράγμα αὐτό. Ὁ Θεός θέλει νά μᾶς δώσει τά πάντα στήν πλήρη τους μορφή, ἀλλά δέν ἀντέχουμε. Δέν ἀντέχουμε, γιατί δέν ἔχουμε ταπείνωση. Θά πάρει ἀέρα τό μυαλό μας.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Ναί, μπορεῖς καί στό κρεβάτι σου, μπορεῖς καί περπατώντας, μπορεῖς καί στήν ἀγορά, μπορεῖς καί στό μαγαζί, παντοῦ μπορεῖς νά προσεύχεσαι. Αὐτό θέλει νά πεῖ ὁ Ἅγιος. Ὄχι μόνο γονατιστός, τή συνηθισμένη στάση προσευχῆς πού ἔχουμε ὅταν εἴμαστε στό δωμάτιό μας ἤ ὄρθιος. Κάθε στιγμή μπορεῖς νά προσεύχεσαι, αὐτό λέει ὁ Ἅγιος. Καί ὁ τόπος. Παντοῦ, σέ ὁποιοδήποτε τόπο μπορεῖς. Ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ, ἀκόμα καί στήν τουαλέτα. Παντοῦ, δέν σταματοῦσε νά προσεύχεται.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Καί καιρούς, ὁποτεδήποτε. Βρέχει, χιονίζει, εἴτε σεισμός εἴτε καταποντισμός, ὁτιδήποτε. Κάθε στιγμή, κάθε στιγμή.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Νηφάλιος θά πεῖ αὐτός πού εἶναι σέ ἐγρήγορση, πού δέν κοιμᾶται. Εἶναι ξύπνιος, προσεκτικός.
Ἐρ. : …………………….
Ἀπ. : Εἶναι μιά προσευχή πού δέν ξεκινάει ἀπό σωστή βάση. Ἡ μετάνοια εἶναι ἡ βάση. Καί πρέπει μέ τήν μετάνοια νά προχωρᾶμε πάντα. Ὄχι ὅτι εἶναι ἀναγκαστικά πλανεμένη. Μπορεῖ νά εἶναι καί σωστή.. νά πεῖς τό Πάτερ ἡμῶν. Ἀλλά δέν θά ἔχεις καρπό. Δέν θά ἔχεις καρπό. Μπορεῖ νά ὁδηγηθεῖς σέ πλάνη μετά. Ὅταν δέν ὑπάρχει ταπεινό φρόνημα καί δέν ξεκινᾶμε ἀπό τόν Θεό, ὅλα εἶναι ἐπικίνδυνα. Καί τά καλά μας ἔργα εἶναι ἐπικίνδυνα. Βλέπετε, τί εἶπε ὁ Κύριος; Ὅτι πρέπει νά κάνεις τήν ἐλεημοσύνη σου κρυφά, λέει. Τήν προσευχή σου κρυφά. Γιατί τά εἶπε αὐτά; Τήν νηστεία σου κρυφά. Γιατί ἄν τήν κάνεις φανερά, μπαίνει μέσα ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ἡ κενοδοξία. Ὁπότε, ἀπό καλό γίνεται κακό τό ἔργο. Ὁ ἄλλος ἔχει ἄς ποῦμε τούς ντελάληδες καί βγάζει φωτογραφίες του κ.λ.π. καί ἱκανοποιεῖ τήν κενοδοξία του μέ αὐτό τόν τρόπο. Ἐσύ τό κάνεις μέ τήν προσευχή! Οὐσιαστικά τό ἴδιο κάνεις κι ἐσύ, ἁπλῶς μέ ἄλλο τρόπο! Καταλάβατε; Ὁπότε παίρνεις κατάκριμα. Αὐτό κάνανε καί οἱ Φαρισαῖοι. Ὅταν κάνανε ἐλεημοσύνη, βάζανε κάποιον καί ἔπαιζε τήν τρομπέτα! Καί καταλάβαιναν ὅτι αὐτή τήν ὥρα ὁ Φαρισαῖος κάνει ἐλεημοσύνη. Καί τούς εἶπε ὁ Θεός, «τόν πήρατε τόν μισθό σας ἀπό τούς ἀνθρώπους» . Δέν θά πάρετε ἀπό Μένα μισθό.
Δηλαδή τό καλό, ὅταν δέν τό κάνουμε γιά τόν Θεό, δέν εἶναι καλό. Προσέξτε, αὐτό εἶναι πολύ βασικό. Δέν ὑπάρχει ἀγαθό χωρίς τόν Θεό! Ὅπως δέν ὑπάρχει ἀγαθός, παρά μόνο ὁ Θεός. Καί αὐτός πού εἶναι συνδεδεμένος μέ τόν Θεό, μόνο αὐτός εἶναι ἀγαθός. Ἔτσι καί ἀγαθό, ἀληθινά ἀγαθό πράγμα δέν ὑπάρχει. Μᾶς λένε στίς εἰδήσεις, στά βιβλία, «τά ἀγαθά» λέει. Ποιά ἀγαθά; Τά χρήματα, ξέρω’γώ.. τά κότερα, οἱ ἠλεκτρονικές συσκευές εἶναι ἀγαθά. Εἶναι ἀγαθά; Δέν εἶναι ἀγαθά, ἄν δέν εἶναι συνδεδεμένα μέ τόν Χριστό. Δηλαδή ἄν δέν γίνονται, δέν ὑπηρετοῦν τόν Χριστό καί τή σωτηρία, τότε εἶναι κακά! Βλέπετε; Ἀλλά ἡ ἁμαρτία μας ἡ μεγάλη εἶναι αὐτή, ὅτι τά αὐτονομοῦμε. Καί σοῦ λέει, ἀγαθά, νά ἔχεις ἀγαθά.. Ποιά ἀγαθά; Νά ἔχεις νά τρῶς, νά περνᾶς καλά.. αὐτό τό θεωροῦν ἀγαθό. Δέν εἶναι ἀγαθό, ἄν δέν εἶναι μέ τόν Χριστό, συνδεδεμένα μέ τόν Χριστό. Γιατί ὁ μόνος ἀγαθός εἶναι ὁ Χριστός. Τίποτα δέν εἶναι ἀγαθό χωρίς τόν Χριστό.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης