ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΥΛΟΣ

 ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

 Λίγες ἡμέρες μετά τήν ἀναχώρηση τῆς φρουρᾶς ἀποφασίστηκε νά γίνη μιά νυκτερινή Θεία Λειτουργία μέ μερικούς ἀπό τούς εὐλαβέστερους. Ὁ θεῖος Παῦλος “ἐπιθυμίαν ἐπεθύμησεν” νά ζήση τήν ἱερή μυσταγωγία τῆς Θεῖας Λειτουργίας καί νά κοινωνήση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, γιατί κι αὐτό ἀκόμη τοῦ τό εἶχαν στερήσει οἱ ἐχθροί του. Βρέθηκε κι ἕνας ἁπλός ἀλλά σεβάσμιος ἱερέας, φερμένος ἀπό τά νότια μέρη τῆς Μ. Ἀσίας καί μερικοί καλοί χριστιανοί τοῦ χωριοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀποτέλεσαν τό ὀλιγάριθμο ἐκκλησίασμα.

Ἐκεῖνο τό βράδυ ὁ ἅγιος ἔζησε τίς χαρές τ᾿ Οὐρανοῦ καί τήν ἀγαπητική ἀγαλλίαση τῆς Μυστηριακῆς ἕνωσης μέ τό Σωτῆρα Χριστό. Ἐκεῖνο τό εὐλογημένο βράδυ ἔφυγε ψυχικά ἀπ᾿ τόν κόσμο αὐτό. Μέσα σ᾿ αὐτή τή Θεία Λειτουργία ὁ θεῖος Παῦλος διήνυσε τό τελευταῖο τμῆμα τῆς μαρτυρικῆς του πορείας. Ἡ Θεία Λατρεία τμῆμα τῆς μαρτυρικῆς του πορείας. Ἡ Θεία Λατρεία τοῦ ἄνοιγε ἤδη τίς πῦλες τῆς αἰωνιότητας. Ἴσως καί νά εἶχε πληροφορία γιά τήν ἐκδημία του. Ὁ Κύριος πολλές φορές προετοιμάζει καί πληροφορεῖ τούς δικαίους γιά τήν ἀναχώρησή τους.

Ἐνῶ ὁ Πατριάρχης καί ἡ σεβαστή ὁμήγυρις εἶχαν ἤδη κοινωνήσει Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ καί ἡ ἱερή Μυσταγωγία βρισκόταν πρός τό τέλος της, μέσα στήν παρθενική ἡσυχία τῆς Φθινοπωρινῆς νύχτας ἀκούστηκαν ξαφνικά καλπασμοί ἀλόγων.

Οἱ πιστοί πού ἦσαν παρόντες, ἀλληλοκοιτάχτηκαν ἀνήσυχοι. Δέν εἶχαν συνηθίσει στό ἐρημικό τους χωριό νυκτερινούς ἐπισκέπτες.

Ὁ Πατριάρχης μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα ἀφοσιωμένος στίς προσευχές του, λουσμένος μέσα στό ὑπερκόσμιο φῶς τῆς Χάριτος, ἴσως ἄκουσε τόν θόρυβο, ἴσως καί ὄχι.

Δέν πρόλαβαν νά προβληματιστοῦν περισσότερο οἱ εὐσεβεῖς καί ἡ πόρτα τῆς ἀγροικίας παραβιάστηκε ἀπότομα καί ἄνοιξε. Μέ τρόμο τό λιγοστό ἐκκλησίασμα εἶδε νά εἰσορμᾶ μέσα, σάν τόν ἄνεμο, μιά ὁμάδα ἀνδρῶν ὁπλισμένων, οἱ ὁποῖοι ἔκρυβαν ἐπιμελῶς τά πρόσωπά τους.

Χωρίς νά μιλήσουν καθόλου, μερικοί ἄρχισαν νά βγάζουν μέ χτυπήματα τούς πιστούς ἔξω, ἐνῶ ταυτόχρονα οἱ ὑπόλοιποι δήμιοι ἐπήδησαν σάν τίγρεις πρός τό μέρος τοῦ Θείου Παύλου, πού βρισκόταν ἀκόμη ὄρθιος μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα. Οἱ μέν τόν ἀκινητοποίησαν, οἱ δέ ἔπιασαν βάρβαρα τό ὁλόμαλλο ὠμόφορό του καί τὄσφιξαν μέ ἀβυσσαλέο μίσος γύρω ἀπό τό λαιμό τοῦ Μάρτυρος1! Τό μόνο πού πρόλαβε ὁ ἅγιος, ἦταν νά ἐπικαλεστῆ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου:

Χριστέ μου!…

Ἐκείνες τίς μεγάλες στιγμές ἔζησε καί τά δύο. Καί τό θάνατο καί τή ζωή. Μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα, πού λίγο πρίν θυσιάστηκε ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, τώρα ἀντιπροσφερόταν ὡς θυσία ἄμωμη ὁ ἐκλεκτός Του. Ἡ τελευταῖα του πνοή βγῆκε μαζί μέ τή θεωμένη ψυχή του. Τά γόνατά του λύγισαν καί τό μαρτυρικό σῶμα ἔγειρε κι ἀκούμπησε μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα.

Μέσα στό μυστήριο τοῦ μαρτυρίου ἔφθασε στό ὁριακό καί ἀνεξερεύνητο σημεῖο, πού συναντᾶται ὁ θάνατος μέ τή ζωή καί συντρίβεται ὁ θάνατος.

Συναντᾶται ὁ ἄνθρωπος μέ τό Θεό του.

Μέχρι ποῦ ὑπάρχει ὁ πόνος καί ποῦ σταματᾶ, μέχρι ποῦ φθάνει ἡ ὀδύνη καί ποῦ ἀρχίζει ἡ θεία εὐφροσύνη γιά τόν ἀριστέα τῆς ἀγάπης, ἄγνωστο. “Οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευναν”. Ἴσως καί ἀμέσως μετά τήν ἀπόφαση τῆς θυσίας νά ἐρχεται ἡ Χάρις. Ἴσως νά ἔρχεται, ἀφοῦ ἐξαντληθοῦν πρῶτα οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις τοῦ Μάρτυρος. Ὁ ἀλάνθαστος Θεός ρυθμίζει τόν ἀγῶνα κατά τίς δυνάμεις καί τήν προαίρεση τοῦ ἀθλλητοῦ. Ποτέ δέν ἐπιτρέπει τό “ὑπέρ δύναμιν”.

Ἄν εἶχε κανείς μάτια ἁγίου, θά μποροῦσε νά δῆ ἐκείνη τή νύχτα στήν ἀπόμακρη Κουκουσό ν᾿ ἀνοίγουν τά Οὐράνια καί πλῆθος Οὐρανίων Στρατιῶν Ἀγγέλων καί Ἁγίων νά κατεβαίνουν τιμητικά, γιά νά ὑποδεχτοῦν μέ θείους διθυράμβους νίκης τό μεγάλο Ἀθλητή τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ δήμιοί του, μόλις τελείωσαν τό ἐγκληματικό ἔργο τους, κατελήφθησαν ἀπό παράξενο τρόμο. Χαρακτηριστικό φαινόμενο γιά τούς “κακοπραγούντας”. Ἐνῶ εἶχαν ἀποφασίσει νά πάρουν τό νεκρό σῶμα γιά νά τό ἐξαφανίσουν, τό ἐγκατέλειψαν καί τρέμοντας ἀνέβηκαν στά ἄλογά τους καί ἐξαφανίστηκαν μέ τρελό καλπασμό, σάν κάτι νά τούς κυνηγοῦσε. Ἦταν ἀκόμη βαθειά νύχτα…

Οἱ πιστοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κρυφτεῖ ἀπό τό φόβο τῶν δολοφόνων στά γύρω μέρη, ὅταν τούς ἄκουσαν νά φεύγουν καί νά χάνονται μές στή νύχτα, βγῆκαν καί πλησίασαν προσεκτικά. Ἀφοῦ βεβαιώθηκαν ὅτι ἐπικρατοῦσε ἀπόλυτη ἡσυχία καί δέν εἶχε ἀπομείνει κανείς, μπῆκαν μέσα στήν οἰκία καί ἔφθασαν στό δωμάτιο πού ἐτελεῖτο ἡ Θεία Λειτουργία.

Ἐκεῖ τό θέαμα τούς συγκλόνισε. Οἱ καρδιές χτύπησαν γοργά, τά μάτια γέμισαν δάκρυα καί ἐπικαλούμενοι μέ πόνο τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γονάτισαν κοντά στόν πεσμένο μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα Ἱερομάρτυρα. Τά κεριά ἔκαιγαν ἀκόμη ἐπάνω στό ἁπλό Θυσιαστήριο καί ἀχνοφώτιζαν τό ἱερό πρόσωπό του.

Παρ᾿ ὅλο τό μαρτυρικό θάνατο πού ὑπέστη, ἡ γαλήνη καί τό φῶς πού εἶχε, προκαλοῦσε δέος καί συγκίνηση. Ὅλη ἡ ὀμορφιά τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου του στήν αἰωνιότητα, κοντά στό Θεό, ἀντανακλοῦσε στή θεία μορφή του.

Μέ πολλή εὐλάβεια οἱ σεβασμιώτεροι τῶν ἀνδρῶν μαζί μέ τόν γηραιό ἱερέα, τοῦ ὁποῖου τά δάκρυα ἔτρεχαν ἀκατάπαυστα, σήκωσαν τό ἱερό σκῆνος τοῦ Ἱερομάρτυρος καί τό τοποθέτησαν σέ μιά μικρή κλίνη, γιά νά τό εὐτρεπίσουν. Εἶχε ὅμως προλάβει ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός καί τό εἶχε εὐτρεπίσει μέ φῶς καί οὐράνια μῦρα. Ἐκεῖνοι δέν ἔκαναν τίποτε ἄλλο, παρά νά προσφέρουν ὅ,τι προσφέρει ἡ Ἐκκλησία στούς κεκοιμημένους.

Τό γεγονός μαθεύτηκε γρήγορα στό τόσο μικρό μέρος. Τήν ἄλλη μέρα μέ τιμή ἐνταφίασαν τό ἅγιο σκῆνος του. Οἱ χριστιανοί θρήνησαν, οἱ εἰδωλολάτρες λυπήθηκαν οἱ περισσότεροι καί ἀγανάκτησαν μέ τούς ἄγνωστους δολοφόνους.

Ὁ Πατριάρχης Παῦλος, ἄν καί λίγες φορές τόν εἶχαν δεῖ, εἶχε κερδίσει τή συμπάθειά τους. Μετά ἀπό αὐτό τό συγκλονιστικό γεγονός ἄρχισαν νά διακρίνουν μέσα στό σκοτάδι τῆς ἄγνοιάς τους, ἀμυδρά στήν ἀρχή, τό ἑλκυστικό φῶς τῆς ἁγιότητας. Τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινούπολης στόν τόπο τους ἄνοιξε “ ὁδούς σωτηρίας”.

Πενῆντα τρία χρόνια ἀργότερα ὁ δεύτερος μεγάλος ἐξόριστος τῆς Κουκουσοῦ, ὁ Ἱερός Χρυσοστόμος, σέ μία ἀπό τίς ἐπιστολές, πού ἔστειλε ἀπό τήν ἐξορία του, ἔγραφε:

“… τόν κύριον μου, τόν ἐπίσκοπον ἑνταῦθα… ὥστε εἰ δυνατόν καί τόν θρόνον αὐτοῦ παρεχώρησεν ἡμῖν”.

Γιά νά ἀποκτήση ἡ Κουκουσός Ἐπίσκοπο, σημαίνει ὅτι ὁ Ὀρθοδοξία ἐθριάμβευσε ἐκεῖ. Ἡ θυσία του ἁγίου καρποφόρησε ἑκατονταπλασίως. Ὁ ἀπέριττος τάφος τοῦ Ἱερομάρτυρα ἀπετέλεσε τό θησαυροφυλάκιο τῶν Ὀρθοδόξων ὁλόκληρης τῆς νοτιοανατολικῆς Μ. Άσίας.

Οἱ δήμιοί του τελικά παρέμειναν ἄγνωστοι. Ἦσαν ἀπεσταλμένοι ἀπό τάς “βασιλείους αὐλάς” τῶν ἀρειανοφρόνων, ἤ ἀπό τά ἄντρα τῶν ἀρειανῶν καί πνευματομάχων; Ὁ Θεός γνωρίζει. Πάντως οἱ βιογράφοι του στά Συναξάρια καθώς καί στήν ἐξιστόρηση τῶν τότε γεγονότων ἀπό συγγράμματα τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Μ. Φωτίου ἀναγράφουν ὅτι ἐπρόκειτο γιά σχεδιασμένη ἐγκληματική ἐνέργεια τῶν ἀρειανῶν.

Ὕστερα ἀπό μερικές ἡμέρες, ἕνα ἀπομεσήμερο τρεῖς ἱππεῖς λεβεντόκορμοι μέ φωτεινά πρόσωπα περνοῦσαν κάτω ἀπό τίς πύλες τῶν τειχῶν τῆς Κουκουσοῦ. Ἦσαν οἱ τρεῖς ἀπεσταλμένοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Μερικοί χριστιανοί φρουροί τῶν τειχῶν, ὅταν ἔμαθαν τί τούς ἔφερε στήν Κουκουσό, τούς προώθησαν μέ κατάλληλο τρόπο πρός τά μέρη ἐκεῖνα τοῦ χωριοῦ, πού κατοικοῦσαν τά σεβαστά πρόσωπα πού συμπαραστάθηκαν στόν ἅγιο Παῦλο καί ἐκήδευσαν τό ἱερό του σκῆνος.

Ἡ σκηνή ἦταν συγκλονιστική, ὅταν οἱ τρεῖς ἐκλεκτοί ἄνδρες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βασιλεύουσας πληροφορήθηκαν τό μαρτυρικό τέλος τοῦ Πατριάρχη. Δάκρυ ἄφθονα αὐλάκωσαν τά εὐγενικά τους πρόσωπα καί ἡ συγκίνησή τους μεταδόθηκε καί στούς ντόπιους.

Ὅταν τούς ὑπέδειξαν τόν τάφο τοῦ Ἱερομάρτυρα, γονάτισαν καί προσευχήθηκαν ἐπί ὥρα χύνοντας δάκρυα πόνου καί ἀγάπης ἀλλά καί ἁγίας χαρᾶς γιά τόν προσωπικό του θρίαμβο στόν ἀγῶνα τῆς Πίστεως.

Ὅταν ἀργότερα συζήτησαν μέ τούς εὐσεβεῖς τῆς περιοχῆς, ἔμαθαν ἀρκετά γιά τίς τελευταῖες ἡμέρες καί ὧρες τοῦ Πατριάρχη στήν ἐξορία καί μέ τή σειρά τους τούς ἐνημέρωσαν γιά τούς πολυετεῖς ἀγῶνες τοῦ ἁγίου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Μάζεψαν τά λιγοστά πράγματά του καί προσκύνησαν γιά τελευταῖα φορά τόν τάφο του, ἐνῶ οἱ εὐσεβεῖς τῆς Κουκουσοῦ τούς διαβεβαίωσαν πώς τόν τάφο τοῦ Ἱερομάρτυρα Παύλου θά τόν φύλαγαν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. “Θά εἶναι ὁ θησαυρός καί ἡ παρηγοριά μας στήν ἐρημιά αὐτή πού ζοῦμε”, εἶπαν οἱ πιστοί τῆς Κουκουσοῦ καί τούς ἀποχαιρέτησαν συγκινημένοι.

Ἐκεῖνοι ἀνεβαίνοντας στά ἄλογά τους ἔκαναν τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἐπικαλέστηκαν τίς πρεσβεῖες τοῦ Ἱερομάρτυρα καί πῆραν τό δρόμο τοῦ γυρισμοῦ. Σέ λίγο εἶχαν χαθεῖ στόν ὁρίζοντα ἀφήνοντας στούς χριστιανούς τῆς Κουκουσοῦ μιά γλυκειά ἀδελφική γεύση ἀγάπης ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Βασιλεύουσας.

συνεχίζεται….

 Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι

 κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

 Ἀμήν.

  Ἀπό τό βιβλίο: “ΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ”

Διατίθεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν

Παναγίας Βαρνάκοβας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φωκίδος

Εὐπάλιον – Δωρίδος

1“Καί ὑπερορίζεται Παῦλος ἐν Κουκουσῷ τῆς Ἀρμενίας, ὁ τῆς εὐσεβείας ὑπέρμαχος, καί τῷ δι᾿ ἀγχόνης, τῶν δυσεβῶν νύκτωρ ἐπεισπεσόντων, τελειοῦται μαρτυρίῳ” J. P. Migne, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Μ. ΦΩΤΙΟΥ, ΣΝΖ, στήλη 128, τόμος 104.