Αφηγήθηκαν κάποτε οι πατέρες για έναν αδελφό ότι «Όταν μια Κυριακή γινόταν ακολουθία ξεκίνησε να έλθει στην εκκλησία σύμφωνα με τη συνήθεια αλλά τον κορόιδεψε ο διάβολος λέγοντάς του:
«Πηγαίνεις στην εκκλησία για να μεταλάβεις άρτο και οίνο και για να σου πουν ότι αυτά είναι σώμα και αίμα Χριστού; Μην κοροϊδεύεσαι».
Ο αδελφός υπάκουσε στον λογισμό του και δεν πήγε σύμφωνα με την συνήθεια στην εκκλησία, ενώ οι αδελφοί του τον περίμεναν γιατί έτσι είναι η συνήθεια σε κείνη την έρημο, να μην τελούν την ακολουθία μέχρις ότου έλθουν όλοι. Αφού τον περίμεναν αρκετά και κείνος δεν ερχόταν, μερικοί απ’ αυτούς πήγαν στο κελί του σκεπτόμενοι-«Μήπως είναι άρρωστος ή πέθανε ο αδελφός;».
Όταν ήλθαν στο κελί τον ρωτούσαν:
«Γιατί αδελφέ δεν ήλθες στην εκκλησία;

Αυτός ντρεπόταν να τους απαντήσει. Όταν όμως αντιλήφτηκαν το φαύλο τέχνασμα του διαβόλου, οι αδελφοί τον υποχρέωσαν να τούς ομολογήσει την επιβουλή του διαβόλου. Αυτός τούς απάντησε•
«Συγχωρήστε με, αδελφοί, γιατί ενώ ξεκινούσα όπως πάντα να έλθω στην εκκλησία, ο λογισμός μου, μου λέγει ότι δεν είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού αυτό πού πας να μεταλάβεις, αλλ’ είναι απλώς άρτος και οίνος. Αν λοιπόν θέλετε να έλθω μαζί σας, διορθώστε μου τον λογισμό για τη θεία λειτουργία».
Αυτοί του είπαν:
«Σήκω, έλα μαζί μας και θα παρακαλέσουμε τον Θεό να σου δείξει ζωντανά την θεϊκή δύναμη».
Αυτός πήγε στην εκκλησία και εκεί αφού ικέτευσαν πάρα πολύ τον Θεό για τον αδελφό, δηλαδή να του αποκαλυφθεί η δύναμη των μυστηρίων, άρχισαν αμέσως τη θεία λειτουργία, αφού τοποθέτησαν τον αδελφό στη μέση της εκκλησίας, ενώ αυτός ως την απόλυση δεν σταμάτησε να βρέχει με τα δάκρυα του το πρόσωπο του.
Μετά το τέλος της λειτουργίας παρακάλεσαν οι πατέρες τον αδελφό να τούς απαντήσει:
«Πες μας αν σου έδειξε κάτι ο Θεός για να ωφεληθούμε και μείς».
Αυτός κλαίγοντας άρχισε να λέγει:
«Όταν τέλειωσε ο κανόνας της ψαλμωδίας και αναγνώστηκε η διδαχή των αποστόλων και ετοιμάστηκε ο διάκονος να αναγνώσει το ευαγγέλιο, τότε είδα να ανοίγει η στέγη της εκκλησίας και να φαίνεται ο ουρανός και κάθε λόγος του αγίου ευαγγελίου να γίνεται φωτιά μέχρι τον ουρανό. Όταν τελείωσε η ανάγνωση του ευαγγελίου, ήλθαν οι κληρικοί από το διακονικό κρατώντας την μετάληψη των αγίων μυστηρίων.
Τότε είδα να ανοίγουν οι ουρανοί και να κατεβαίνει φωτιά και μαζί της ένα πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων και πάνω απ’ αυτούς δύο πρόσωπα ενάρετα των οποίων την ομορφιά δεν μπορώ να περιγράψω — γιατί η φεγγοβολή τους ήταν σαν αστραπή — και ανάμεσα τους υπήρχε ένα μικρό παιδί. Τότε οι άγγελοι παρατάχτηκαν γύρω από την αγία Τράπεζα και το παιδί βρισκόταν ανάμεσα τους. Όταν τελείωσαν οι θεϊκές ευχές και άρχισαν οι κληρικοί να τεμαχίζουν τούς άρτους της προθέσεως, είδα τα δύο πρόσωπα πάνω στην αγία Τράπεζα να κρατούν τα χέρια και τα πόδια του παιδιού, πού ήταν πάνω στην άγια Τράπεζα, και με το μαχαίρι πού κρατούσαν έσφαξαν το παιδί και άδειασαν το αίμα του στο Ποτήριο πού βρίσκονταν πάνω στην άγια Τράπεζα. Αφού έκοψαν σε μικρά τεμάχια το σώμα του παιδιού τα τοποθέτησαν πάνω από τούς άρτους και έγιναν και οι άρτοι σώμα. Τότε ήρθε στο μυαλό μου ο Απόστολος πού λέει- Γιατί η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για χάρη μας. Όταν όμως πλησίασαν οι αδελφοί να μεταλάβουν την αγία προσφορά, τους προσφέρονταν ζωντανό σώμα.
Μόλις όμως χρησιμοποιούσαν την επίκληση αμήν γινότανε άρτος στα χέρια τους. Όταν όμως πήγα και εγώ να μεταλάβω μου δόθηκε σώμα και δεν μπορούσα να μεταλάβω. Τότε άκουσα μια φωνή στα αυτιά μου να μου λέει- Άνθρωπε γιατί δεν μεταλαβαίνεις, αυτό δεν είναι αυτό πού ζήτησες; Τότε είπα- Λυπήσου με, Κύριε, δεν μπορώ να μεταλάβω σώμα. Πάλι μου είπε αν μπορούσε ο άνθρωπος να μεταλάβει σώμα, σώμα θα υπήρχε όπως το βρήκες. Κανείς όμως δεν μπορεί να φάγει σώμα, γι’ αυτό όρισε ο Κύριος τούς άρτους της προθέσεως.
Γιατί όπως από την αρχή ο Αδάμ με τα χέρια του Θεού έγινε σάρκα και μετά της έδωσε πνεύμα ζωής ο Θεός, κατόπιν η σάρκα χωρίστηκε στη γη, το πνεύμα όμως παρέμεινε, έτσι και τώρα ο Χριστός προσφέρει τη σάρκα του μαζί με το άγιο Πνεύμα. Και η σάρκα δεν είναι τέλεια στον άνθρωπο, το πνεύμα όμως εγκαθίσταται στην καρδιά. Αν λοιπόν πίστεψες, μετάλαβε αυτό πού έχεις στο χέρι σου. Και μόλις είπα- Πιστεύω Κύριε, έγινε το σώμα πού είχα στο χέρι μου άρτος. Αφού ευχαρίστησα λοιπόν τον Θεό μετέλαβα την αγία προσφορά. Όταν προχώρησε η λειτουργία και ξαναγύρισαν οι κληρικοί είδα πάλι το μικρό παιδί ανάμεσα στα δύο πρόσωπα και ενώ οι κληρικοί συμμάζευαν τα δώρα, είδα πάλι τη στέγη να ανοίγει και οι θείες δυνάμεις να ανυψώνονται στον ουρανό».
Αυτά αφού άκουσαν οι αδελφοί και αφού ένιωσαν βαθιά κατάνυξη, αναχώρησαν στα κελιά τους.
ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι .Μ. ΤΟΥ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ.
πηγή: https://fdathanasiou.wordpress.com/
http://epanosifi.blogspot.gr/2016/12/blog-post_779.html