Ἅγιος Σπυρίδων Ὁ Θαυματουργός,
Ἐπίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου
ΥΠΟΘΕΣΗ ΛΗ΄(38)
Ἀπό τό βίο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος
Πῆγε κάποτε ἕνας στόν ἅγιο Συρίδωνα γιά νά ἀγοράσει ἑκατό κατσίκες ἀπό τό κοπάδι του. Ὁ ὅσιος τοῦ ζήτησε πρῶτα τά χρήματα, καί αὐτός τοῦ ἔδωσε μόνο γιά τίς ἐνενήντα ἐννιά καί κράτησε τό ἀντίτιμο τῆς μίας, νομίζοντας ὅτι θά διαφύγει τοῦτο ἀπό ἐκεῖνον τόν ἁπλοϊκό καί φιλήσυχο.
Καθώς ὁ ἀγοραστής μέ τόν τρόπο αὐτό τίποτε δέν πετύχαινε, τήν ἅρπαξε ἀπό κάτω καί τήν ἔβαλε στούς ὤμους γιά νά τήν πάρει. Ἡ κατσίκα τότε ἄρχισε νά βελάζει δυνατά καί ἄγρια καί νά τόν χτυπᾶ μέ τά κέρατα στό κεφάλι, διαλαλώντας ἔτσι φανερά τή βίαιη ἀπαγωγή καί τιμωρώντας, θά λέγαμε, τόν πλεονέκτη γιά τήν ἀδικία. Τό ἀξιοθαύμαστο αὐτό θέαμα ἄφησε κατάπληκτους ὅσους ἦταν ἐκεῖ, γιατί δέν μποροῦσαν νά τό ἐξηγήσουν.
- «Κοίταξε, παιδί μου, μήπως τό ζῶο δέν τά κάνει αὐτά ἄσκοπα καί δέν δυσαρεστεῖται γιά τήν ἀπαγωγή χωρίς λόγο, ἀλλά ἐπειδή ξέχασες νά δώσεις καί τό δικό του ἀντίτιμο».
Ἐκεῖνος τότε ἔνιωσε τύψεις καί συλλογίστηκε καί συναισθάνθηκε τί ἔκανε· τό ὁμολόγησε λοιπόν καί ζήτησε συγγνώμη. Ἔπειτα πλήρωσε καί τῆς μίας κατσίκας τό ἀντίτιμο, ὁπότε ἐκείνη ἔπαψε νά βελάζει καί νά ἀντιστέκεται καί ἀκολούθησε ἥσυχα τίς ἄλλες. Γιατί, καθώς λένε, ὁ ἅγιος, μέ τό νά εἶναι πολύ ἐνάρετος καί ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀσκοῦσε θεάρεστα τά ἐπισκοπικά καθήκοντα, συγχρόνως ὅμως φρόντιζε καί τά ζῶα του.
-
«Γιά νά μήν πάει χαμένο τό ξενύχτι σας».
Κάποιος ἄλλος ἀπό τήν Τριμυθοῦντα, ἰδιοκτήτης πλοίου, χρειάστηκε χρήματα γιά τό ἐμπόριο καί πῆγε νά ζητήσει ἀπό τόν ἅγιο. Αὐτός, γιά νά ἐκπληρώσει, μαζί μέ τίς ἄλλες ἐντολές, καί ἐκείνη πού λέει: «Ἄν κάποιος θέλει νά τοῦ δανείσεις, μήν τοῦ τό ἀρνηθεῖς»1, τοῦ ἔδωσε πρόθυμα τά λίγα πού εἶχε γιά τίς ἀνάγκες τῆς Ἐπισκοπῆς. Ὁ ἄνθρωπος τά πῆρε, ταξίδεψε καλά, γύρισε μέ κέρδος καί πῆγε στόν ἅγιο νά ἀποδώσει τό χρέος. Αὐτός, χωρίς νά ἐλέγξει καθόλου καί χωρίς νά τά μετρήσει, ὅπως κάνουν οἱ πολλοί, τόν πρόσταξε νά πάει ὁ ἴδιος καί νά τά βάλει στό χρηματοκιβώτιο ἐκεῖνο ἀπό τό ὁποῖο τά εἶχε πάρει προηγουμένως.
- «Ἀφότου τά ἄφησες ἐσύ, δέν τά πῆραν ἄλλα χέρια».
Αὐτός προσποιήθηκε πάλι ὅτι ψάχνει, ἐπειδή ὅμως εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρχει τό ἀνύπαρκτο, ἔκανε τόν ἀνήξερο καί εἶπε ὅτι δέν βρίσκει ἀπολύτως τίποτε. Τότε ὁ καλός καί πράος ἐκεῖνος ἄνθρωπος τοῦ ἀπάντησε:
- «Ἄν τά εἶχες πραγματικά βάλει στή θέση τους, ἀγαπητέ μου, εὔκολα θά τά ἔβρισκες. Ἄν ὅμως, αὐτά πού κράτησες ἐσύ, τά ζητᾶς τώρα ἀπό ἐμένα, νά τό ξέρεις ὅτι τόν ἑαυτό σου μᾶλλον κοροϊδεύεις καί ὄχι ἐμένα».
Ὅταν τό ἄκουσε αὐτό ὁ ἔμπορος καθώς εἶχε ταυτόχρονα καί τόν κρυφό ἔλεγχο τῆς συνείδησης, δέν ἄντεξε πιά, ἀλλά ἔπεσε ἀμέσω στά πόδια τοῦ ἁγίου καί ζήτησε συγγνώμη. Ἐκεῖνος τόν συγχώρησε πρίν ὁλοκληρώσει τόν λόγο του, καί τόν συμβούλεψε, ἀπό ἐκεῖ καί πέρα νά μήν ἐπιθυμεῖ μέ τέτοιον τρόπο τά ξένα καί νά μή μολύνει τή συνείδησή του μέ ἀπάτες καί ψέματα. Γιατί αὐτό πού βγαίνει ἀπό αὐτά, ὅπως εἶπε, καθόλου δέν εἶναι κέρδος ἀλλά καθαρή ζημιά.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ
ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»
Εὐεργετινός τόμος β΄
Ἐκδόσεις:«ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ»
1Ματθ. Ε΄ : 42.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτηςhttp://