Ἀπόσπασμα ὁμιλίας 1/6/20
…Εἶναι καὶ ἐπίκαιρο τὸ θέμα τοῦ ἀφορισμοῦ, ἄν εἶναι βαρύτατη ποινή, εἶναι ἐκδίκηση, εἶναι σκληρότητα. Ἤ μήπως εἶναι φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη; Ὅ,τι κάνει ὁ Χριστός μας, ὅ,τι κάνει ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη. Δὲν λέμε Ἐκκλησία κάποιους ποὺ παρεκτρέπονται γιατὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν καὶ κάποιοι -μπορεῖ καὶ νὰ εἶναι καὶ ἀρχιερεῖς ποὺ παρεκτρέπονται- καὶ μᾶς λένε «κοιτάξτε τί θὰ πεῖ ἡ Ἐκκλησία», καὶ ἐννοοῦν «τί θὰ πῶ ἐγὼ» ἤ «ἐγὼ καὶ κάποιοι φίλοι μου». Ὄχι! Ἀλλὰ τί λέει διαχρονικὰ ἡ Ἐκκλησία 2.000 χρόνια μέσῳ τῶν Ἁγίων Πατέρων!
Λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μας μέσῳ τῶν Ἁγίων Πατέρων ἔχει καὶ αὐτὸ τὸ μέτρο· δὲν θὰ τό ‘λεγα ποινή, δὲν εἶναι ποινή. Εἶναι παιδαγωγία, ὅπως καὶ τὸ ἐπιτίμιο ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὸν πνευματικό μας. Δὲν εἶναι ποινή, δὲν εἶναι τιμωρία δηλαδὴ τὸ ἐπιτίμιο ποὺ σοῦ λέει ὁ πνευματικός: «παιδί μου, δὲν σὲ συμφέρει τώρα νἀ κοινωνήσεις, θὰ κοινωνήσεις -γιὰ παράδειγμα- τῆς Παναγίας, Δεκαπενταύγουστο· νὰ ἑτοιμαστεῖς τότε». Εἶναι παιδαγωγία καὶ φιλανθρωπία. Ὅπως, νὰ ποῦμε ἕνα ἰατρικό ἀνάλογο, πᾶς στὸν γιατρὸ καὶ ἔχεις τρύπιο τὸ στομάχι σου, ἔχεις πάθει γαστρορραγία, ἄς ποῦμε, καὶ σοῦ λέει ὁ γιατρὸς «παιδί μου, δὲν κάνει νὰ τρῶς τώρα κρέας». Δὲν σὲ τιμωρεῖ νὰ σοῦ πεῖ «δὲν πρόσεξες, τρύπησε τὸ στομάχι σου; Τιμωρία!» Εἶναι θεραπευτικὴ ἀγωγὴ γιατὶ ξέρει ὁ γιατρὸς ἄν φᾶς κρέας, θὰ πεθάνεις. Δὲν μπορεῖς νὰ τὸ χωνέψεις, ἀφοῦ εἶναι τρύπιο τὸ στομάχι σου. Ἔτσι καὶ στὰ πνευματικά. Χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις, ἔτσι ὥστε ἡ Θεία Κοινωνία νὰ μᾶς ὠφελήσει. Ποιά εἶναι ἡ βασικὴ προϋπόθεση; Νὰ ἔχουμε μετάνοια! Πραγματικὴ μετάνοια. Ἐπειδὴ βλέπει λοιπὸν ὁ πνευματικὸς ὅτι δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ μετάνοια πολλὲς φορές, γι’ αὐτὸ σοῦ λέει «παιδί μου δὲν σὲ συμφέρει ἀκόμα νὰ κοινωνήσεις», καὶ σοῦ βάζει αὐτὸ τὸ ἐπιτίμιο καὶ σοῦ λέει θὰ κάνεις κάποιες προσευχές, μπορεῖ νὰ κάνεις λίγες μετάνοιες, κάποιες νηστεῖες. Γιατί; Γιὰ νὰ σὲ βοηθήσει νὰ μετανοήσεις πραγματικά. Νὰ συναισθανθεῖς δηλαδὴ τὸ σφάλμα σου καὶ νὰ κλάψεις, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν τὸ ξανακάνεις. Γιὰ νὰ θεραπευτεῖς δηλαδή, γιατὶ ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ κοινωνήσουμε, ὁ σκοπὸς εἶναι νὰ πᾶμε στὸν Παράδεισο, στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τί νὰ τὸ κάνω ‘γὼ νὰ κοινωνήσεις καὶ ἀμέσως μετὰ νὰ πᾶς πάλι νὰ κάνεις τὰ ἴδια. Καὶ δὲν θὰ κάνεις τὰ ἴδια, θὰ κάνεις χειρότερα! Γιατὶ βρίζεις τὸν Χριστὸ ποὺ ἦρθε μέσα σου, ἀφοῦ δὲν ἔχεις μετανοήσει πραγματικά. Καταφρονεῖς τὸν Χριστὸ καὶ σὲ κυριεύει ὁ πονηρὸς μετὰ καὶ κάνεις πολὺ χειρότερα.
Ἀπὸ ἀγάπη λοιπὸν καὶ φιλανθρωπία ὁ πνευματικὸς σὲ ἀφορίζει. «Μὲ ἀφορίζει, δηλαδὴ κι ἐγὼ εἶμαι ἀφορισμένος ὅταν πάρω ἐπιτίμιο;» Ναί! Εἶναι μικρὸς ἀφορισμός. Τί θὰ πεῖ ἀφορίζω; Ξεχωρίζω. Καὶ σοῦ λέει, «κοίταξε παιδί μου, ἀκόμα δὲν θὰ κοινωνήσεις», ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι τιμωρία, εἶναι παιδαγωγία καὶ θεραπεία γιὰ νὰ μὴν πάθεις χειρότερα. Γι’ αὐτὸ στὸ λέει.
Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία κάνει τὸν ἀφορισμό, τὸν ὁποιονδήποτε ἀφορισμό. Καὶ ὅπως ἔγινε πρόσφατα καὶ αὐτὸς στὰ πολὺ ἐπίσημα πρόσωπα ποὺ γνωρίζετε ὅλοι, στὸν πρωθυπουργὸ καὶ σὲ κάποιους δύο ἀκόμα, ἔγινε ὄχι ἀπὸ ἐκδίκηση οὔτε ἀπὸ σκληρότητα οὔτε γιὰ νὰ τοὺς τιμωρήσουμε ἀλλὰ ἀπὸ παιδαγωγία, ἀπὸ φιλανθρωπία, ἔτσι ὥστε νὰ συναισθανθοῦν τὸ μεγάλο τους λάθος. Γιατὶ αὐτοὶ τί ἔκαναν; Χτύπησαν τὸν Χριστό, χτύπησαν τὴν Ἐκκλησία, χτύπησαν τὴν καρδιὰ τῆς Ἐκκλησίας ποὺ εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία. Ὅ,τι χειρότερο! Λοιπόν, καὶ δὲν βλέπουμε νὰ μετανοοῦν! Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ ἀρχιερέως εἶπε «εἶστε ἀφορισμένοι ἐφόσον δὲν μετανοεῖτε». Αὐτὸ γιατὶ τὸ εἶπε ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ ἀρχιερέως; Γιὰ νὰ μετανοήσουν. Γιἀ νἀ ἔρθουν σὲ συναίσθηση. Ὄχι γιὰ νὰ τοὺς πετάξει στὴν κόλαση. Ὄχι, ἡ Ἐκκλησία δὲν βάζει κανένα στὴν κόλαση. Μόνοι μας πᾶμε στὴν κόλαση! Προσέξτε το αὐτό! Πῶς πᾶμε; Ἐπειδὴ δὲν θέλουμε νὰ μετανοήσουμε. Ἡ Ἐκκλησία κάνει τὸ πᾶν γιὰ νὰ μὴν πᾶμε στὴν κόλαση. Ἐκεῖ μᾶς βάζει τὸ ἐπιτίμιο ὁ πνευματικὸς ἤ ἀκόμα καὶ αὐτὸν τὸν ἐπίσημο ἀφορισμό. Σᾶς εἶπα ὅμως, καὶ τὸ ἐπιτίμιο εἶναι ἕνας μικρὸς ἀφορισμός ὅταν σοῦ λέει γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα δὲν θὰ κοινωνήσεις. Ἀλλὰ αὐτὸ ξαναλέω εἶναι θεραπεία καὶ ὄχι τιμωρία. Σύμφωνοι; Ὑπάρχει κάποια ἀπορία σ’ αὐτό; Μὴν ἀκοῦτε λοιπὸν αὐτοὺς ποὺ δὲν ξέρουν τὶ λένε ὅταν λένε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀκραῖο, ὅτι εἶναι σκληρότητα, ὅτι εἶναι ἐκδίκηση, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀγάπη. Ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἔχει ἀγάπη τὸ κάνει αὐτό. Γιατὶ ἐπιτέλους, ἄν ἐσὺ δὲν θέλεις νὰ μετανοήσεις, δὲν μπορεῖ νὰ σὲ ἀναγκάσει ἡ Ἐκκλησία νὰ μετανοήσεις. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους, γιατὶ θὰ χαλάσεις καὶ τοὺς ἄλλους μετά. Ἄν ἕνα μῆλο εἶναι σάπιο καὶ εἶναι μέσα στὸ καλάθι μὲ τὰ ἄλλα μῆλα ποὺ εἶναι ὑγιῆ, σιγὰ-σιγὰ ἄν δὲν τὸ πάρεις ἀπὸ ἐκεῖ, ἄν δὲν τὸ ἀφορίσεις, δὲν τὸ ξεχωρίσεις δηλαδή, θὰ σαπίσουν ὅλα τὰ μῆλα. Τί θὰ πεῖς; Νὰ δείξω ἀγάπη στὸ σάπιο μῆλο, ἄστο ἐκεῖ στὴ θέση του, καλὰ εἶναι; Εἶναι ἀνοησία. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία λοιπόν, γιὰ νὰ προφυλάξει τοὺς ἄλλους, ἀφορίζει. Καὶ μἀλιστα προσέξτε, ὅταν αὐτὸς ποὺ ἁμαρτάνει καὶ δὲν μετανοεῖ εἶναι πρωθυπουργός, εἶναι βασιλέας, εἶναι πρόεδρος Δημοκρατίας, ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνας λόγος παραπάνω. Γιατί; Γιατὶ αὐτὸς εἶναι στὴν κορυφὴ καὶ τὸν βλέπουν ὅλοι καὶ τὸν ἔχουν ὡς πρότυπο, ὡς παράδειγμα τὸν πολιτικὸ ἄρχοντα. Καὶ ἕνας λόγος παραπάνω νὰ πεῖ, «προσέξτε, αὐτὸς δὲν ἀνήκει πλέον στὴν Ἐκκλησία. Τὸν βγάζω ἀπ’ ἔξω γιὰ νὰ μὴν μολυνθεῖτε κι ἐσεῖς». Γιατὶ ἄν ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ κάνει, ὁ Ἅγιος Παῒσιος τὸ ἔλεγε αὐτό, πολλὲς φορὲς ἔλεγε – ὑπάρχει κείμενό του δηλαδὴ- δὲν ἀφορίζει, λέει, καὶ ἡ Ἐκκλησία κανένα! Δηλαδή, αὐτὸ εἶναι ἀπουσία ἀγάπης πρὸς τὸ ποίμνιο. Εἶναι σὰν νὰ ἔχει μπεῖ ὁ λύκος δηλαδὴ μέσα στὸ μαντρὶ – νὰ τὸ ποῦμε λαϊκὰ τώρα- καὶ ὁ τσοπάνος νὰ μὴ μιλάει, νὰ μὴ λέει τίποτα! Νὰ μὴν πεῖ «προβατάκια μου προσέξτε, ἔχει μπεῖ λύκος». Νὰ μὴν παίρνει τὸν λύκο νὰ τὸν βγάζει ἔξω. Εἶναι τσοπάνος αὐτός; Ἔχει ἀγάπη γιὰ τὰ πρόβατά του; Ὄχι βέβαια! Εἶναι ἐγκληματίας, οὐσιαστικά.
Αὐτὸ εἶναι ὁ ἀφορισμός, λοιπόν. Βγάζουμε τὸν λύκο ἔξω ἀπὸ τὸ μαντρὶ γιὰ νὰ προστατέψουμε τὰ πρόβατα. Καὶ ἄν θέλει καὶ ὁ λύκος, νὰ γίνει καὶ αὐτὸς πρόβατο.
Ἐρώτηση: Ὑπάρχει ὅμως ἀφορισμὸς ποὺ νὰ ἀκολουθεῖ τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸν θάνατο.
π.Σ. : Βεβαίως! Ἀκολουθεῖ μέχρι νὰ πεθάνει ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος δὲν μετανοήσει.
Ἐρώτηση: Παράδειγμα ὁ Καζαντζάκης.
π.Σ.: Ὁ Καζαντζάκης καὶ πολλοὶ ἄλλοι καὶ ἔχουμε παραδείγματα ποὺ βγῆκαν ἄλιωτοι. Βεβαίως, βεβαίως! Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε αὐτὴν τὴν ἐξουσία. Καὶ δὲν τὴν ἔδωσε σὲ Σύνοδο, σὲ ἀνθρώπους τὴν ἔδωσε. Γιατὶ λένε ὅτι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ κάνει Σύνοδος. Ποιός τὸ εἶπε αὐτό; Ὁ Χριστὸς ἔδωσε στοὺς Ἀποστόλους τὴν ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν· στὸν κάθε Ἀπόστολο καὶ στοὺς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων ποὺ εἶναι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἱερεῖς. Καὶ ἕνας ἱερέας νὰ κάνει ἀφορισμό, πιάνει ὁ ἀφορισμός. Γιατὶ λένε, πιάνει; Πῶς δὲν πιάνει! Δὲν ἔχετε ἀκούσει τόσες ἱστορίες ποὺ λέει τὸν εἶχε καταραστεῖ ἕνας παπὰς καὶ βγῆκε ἄλιωτος. Βέβαια! Ἔτσι εἶναι. Ἀλλὰ σᾶς ξαναλέω, δὲν εἶναι αὐτὸ κακία καὶ ἐπιθετικότητα καὶ σκληρότητα καὶ ἀσπλαχνία. Ἀντίθετα, εἶναι ἀγάπη, ἀφ’ ἑνὸς μὲν γιὰ νὰ μετανοήσει αὐτὸς ὁ ἀφορισμένος, καὶ νὰ ἀρθεῖ ὁ ἀφορισμὸς ἅμα μετανοήσει, πάει καὶ νὰ ἀρθεῖ ὁ ἀφορισμὸς ἅμα μετανοήσει, πάει καὶ ὁ ἀφορισμός. Ἀλλὰ ἄν αὐτὸς θέλει νὰ κολαστεῖ, τοὐλάχιστον νὰ σωθοῦν οἱ ἄλλοι.
Ἐρώτηση: Ἐδῶ σ’αὐτὰ βλέπουμε ὅτι ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει ὅτι τοὺς δημοσίως ἁμαρτάνοντας, δημοσίως ἔλεγχε.
π.Σ.: Βέβαια. «Τοὺς δημοσίως ἁμαρτάνοντας δημοσίως ἔλεγχε»(Α’ Τιμ. 5, 20). Καὶ βέβαια, κατ’ ἐξοχὴν αὐτό, προσέξτε, εἶναι ἔργο τῶν ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, καὶ μετὰ καὶ τῶν ἱερέων, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν τῶν ἀρχιερέων. Ὅταν κάποιος ἁμαρτάνει δημόσια καὶ εἶναι καὶ σὲ ἐξουσία, εἶναι ἐπιφανής, ὁπότε ἔχει ἐπιρροὴ στὸν λαὸ καὶ σφάλλει δημόσια καὶ δὲν μετανοεῖ, ὀφείλει νὰ τὸν ἐλέγξει. Ἀλλιῶς, ἁμαρτάνει.