Μελέτες στήν Φιλοκαλία
Ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μέ τήν βούληση τοῦ παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Θεός, παρατηρεῖ ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ συντάκτης τῆς Φιλοκαλίας, ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήν εἰκόνα Του καί τόν ἔπλασε ὡς «τί ἄλλο βέβαια παρὰ πράγματι (ὡς) ἄγαλμα καὶ εἰκόνα θεοποίητη γεμάτη ἀπό ὅλες τὶς χάριτες»[1]. Κατ’ ἐξοχήν προικίστηκε ὁ ἄνθρωπος, σέ κτιστό ἐπίπεδο, μέ δύο στοιχεῖα, πού εἶναι ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ καί συνιστοῦν τό κατ’ εἰκόνα. Τά δύο αὐτά στοιχεῖα εἶναι τό νοερό καί τό αὐτεξούσιο[2].
Τό γεγονός αὐτό κάνει τόν ἅγιο Νεῖλο τόν ἀσκητή νά ὁμολογεῖ ὅτι «μακάριος εἶναι ὁ Μοναχός, ὁ ὁποῖος λογαριάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους σάν Θεό, μετά ἀπό τόν Θεό»[3].
Στό πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνθρώπου οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες βλέπουν τόν Θεό, ἀφοῦ κάθε ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ πλασμένος. Ἡ σωστή ἔνταξη καί παραμονή τοῦ ἀνθρώπου μέσα στό ἐκκλησιαστικό σῶμα ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα καί τήν ἀλλαγή στόν τρόπο θέασης τῶν ἄλλων καί τήν ἀπόδοση τιμῶν σ’ αὐτούς.Αὐτή ἡ ἀπόδοση τιμῆς στό «κατ’ εἰκόνα» τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πηγάζει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τήν Εἰκόνα τοῦ «Πατρός τοῦ ἀοράτου»[4], πού εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ὁ πολύ φιλόξενος ἀββᾶς Ἀπολλώς «εἶπε γιά τήν ὑποδοχή τῶν ἀδελφῶν ὅτι πρέπει νά προσκυνοῦμε τούς ἀδελφούς πού ἔρχονται· διότι δέν προσκυνοῦμε αὐτούς ἀλλά τό Θεό. Διότι λέγει, εἶδες τόν ἀδελφόν σου, εἶδες τόν Κύριο τό Θεό σου· καί αὐτό, λέγει, τό ἐπήραμε ἀπό τόν Ἀβραάμ. Καί ὅταν δέχεσθε ἐπισκέπτες, νά τούς ἐξαναγκάζετε σέ ἀνάπαυσι· διότι καί τοῦτο τό ἐμάθαμε ἀπό τό Λώτ πού ὑποχρέωσε τούς ἀγγέλους»[5].
Ὁ ἄνθρωπος, κατά τά φιλοκαλικά κείμενα, ὀφείλει νά τιμᾶ τούς συνανθρώπους του, γιατί φέρουν τό κατ’ εἰκόνα. Ἐπίσης, πρέπει νά νιώθει εὐγνωμοσύνη γιά τόν Τριαδικό Θεό πού τόν ἔφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία –τό μή εἶναι, στήν ὕπαρξη –τό εἶναι καί τοῦ χάρισε ἐπίσης τήν Βασιλεία Του-τό εὖ εἶναι, διά τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Τόν πλούτισε-προίκισε μέ ὅλες τίς χάριτες καί πρό πάντων μέ τό θεῖο ἐμφύσημα, διά τοῦ ὁποίου ὁ Ἀδάμ ἐγένετο «εἰς ψυχήν ζῶσαν»[6], δηλαδή ἀπέκτησε ψυχή ζωογονουμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1]Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Προοίμιον εἰς τήν παροῦσαν βίβλον, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Α΄, σελ. 55-56.
[2] Βλ. Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, κεφ. 26, Κείμενο, Μετάφραση, Εἰσαγωγή, Σχόλια, τοῦ Νίκου Ματσούκα, ἔκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 150-151.
[3] Ἁγ. Νείλου Ἀσκητοῦ, Λόγος Περί προσευχῆς, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, Κεφ. 121, σελ. 157.
[4] Πρβλ. Κολ. 1, 15.
[5] Ἀββᾶ Ἀπολλώ, Ἀποφθέγματα, ΕΠΕ, σειρά Φιλοκαλία, τόμ. 1, σελ. 157.
[6] Γεν.β΄, 7