Ἕνας πού καμώνονταν τόν πολύ σοφό συνάντησε κάποτε στό δρόμο του ἕναν ἁπλοϊκό χωρικό πού πήγαινε στήν ἐκκλησία.

 -Γιά ποῦ μέ τό καλό; τόν ρώτησε.

 -Πάω στήν ἐκκλησία, τοῦ ἀπάντησε ὁ χωρικός.

 -Καί δέ μου λές, τοῦ λέει εἰρωνικά ὁ σοφός. Μήπως ξέρεις νά μοῦ πεῖς, ὁ Θεός σου εἶναι μεγάλος ἡ μικρός; -Κι ἀπό τά δύο.

 -Δέ γίνεται νά εἶναι καί τά δύο!

 -Γίνεται, κύριε. Νά, εἶναι τόσο μεγάλος, πού δέν τόν χωροῦν

οὔτε οἱ οὐρανοί, ἀλλά καί τόσο μικρός, πού μπορεῖ νά κατοικεῖ

μέσα στήν καρδιά μου.

 Κι ὁ σοφός τα ᾿χασε μέ τή σοφή ἀπάντηση τοῦ ἁπλοϊκοῦ μά

πιστοῦ χωρικοῦ.

  http://iliaxtida.wordpress.com