Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
[Υπομνηματισμός των χωρίων Λουκά 2,1-11]
«Ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. αὕτη ἡ ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο ἡγεμονεύοντος τῆς Συρίας Κυρηνίου. καὶ ἐπορεύοντο πάντες ἀπογράφεσθαι, ἕκαστος εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν(:Τις ημέρες εκείνες μετά τη γέννηση του Ιωάννη εκδόθηκε από τον Καίσαρα Αύγουστο διάταγμα να εγγραφούν στους δημόσιους φορολογικούς καταλόγους όλοι οι κάτοικοι του κόσμου που βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία των Ρωμαίων. Η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη που έγινε στην Ιουδαία, την εποχή που ηγεμόνας της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος (και διακρίνεται έτσι από τη δεύτερη απογραφή, την οποία έκανε αργότερα πάλι ο ίδιος). Και όλοι πήγαιναν να εγγραφούν στους φορολογικούς καταλόγους, καθένας στην πόλη από την οποία καταγόταν η οικογένειά του)»[Λουκά 2, 1-3]
Κατά τρόπο ωφέλιμο και αναγκαίο ο ευαγγελιστής επισήμανε τον χρόνο της γέννησης του Σωτήρα μας. Για να μάθουμε δηλαδή ότι δεν υπήρχε στους Ισραηλίτες βασιλιάς από τη φυλή του Δαβίδ, αλλά είχαν εκλείψει άρχοντες που να προέρχονταν από αυτούς, δικαιολογημένα αναφέρει τα θεσπίσματα του Καίσαρα, επειδή είχε στην εξουσία του μεταξύ άλλων και την Ιουδαία. Έτσι λοιπόν διέταξε να γίνει απογραφή.
«Ἀνέβη δὲ καὶ ᾿Ιωσὴφ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐκ πόλεως Ναζαρὲτ εἰς τὴν ᾿Ιουδαίαν εἰς πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται Βηθλεέμ, διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ(:Ανέβηκε λοιπόν και ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία, από την πόλη της Ναζαρέτ όπου έμενε, στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαβίδ που ονομάζεται Βηθλεέμ, επειδή καταγόταν από το γένος και την οικογένεια του Δαβίδ)»[Λουκά 2,4]
Το ιερό Ευαγγέλιο βέβαια, κατεβάζοντας τη γενεαλογία στον Ιωσήφ, ο οποίος είχε τη γενεαλογία του από τη γενεά του Δαβίδ-ο οποίος Δαβίδ καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα-, έδειξε με αυτό ότι και η Παρθένος ανήκε στη φυλή του Δαβίδ, γιατί ο θείος νόμος όριζε οι γάμοι να γίνονται από την ίδια φυλή. Αλλά και ο εξάγγελος των ουρανίων δογμάτων, ο μέγας απόστολος Παύλος, διασαφηνίζει ολοφάνερα την αλήθεια, βεβαιώνοντας ότι ο Κύριος ανέτειλε από τη φυλή του Ιούδα[Εβρ.7,14: «Πρόδηλον γὰρ ὅτι ἐξ Ἰούδα ἀνατέταλκεν ὁ Κύριος ἡμῶν(:διότι είναι φανερό ότι ο Κύριός μας σαν ήλιος της δικαιοσύνης ανέτειλε από τη φυλή του Ιούδα)»].
Και είναι βέβαια διαφορετικές οι φύσεις που ενώθηκαν σε ενότητα πραγματική, όμως ένας είναι ο Θεός και Υιός που προήλθε από τις δύο, χωρίς βέβαια να καταργείται η διαφορά των φύσεων εξαιτίας της ενώσεώς τους· διότι έγινε ένωση δύο φύσεων. Γι’ αυτό ομολογούμε έναν Χριστό, ένα Υιό, ένα Κύριο. Σύμφωνα με αυτήν την ασύγχυτη έννοια της ενώσεως, κηρύσσουμε Θεοτόκο και την αγία Παρθένο, επειδή από αυτήν ο Θεός Λόγος έλαβε σάρκα[Ιω. 1,14: «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας(:Για να εντυπωθεί περισσότερο στον καθένα Ποιος επιτέλεσε την υπερφυσική αυτή γέννηση και υιοθεσία, επαναλαμβάνω ότι ο Λόγος έγινε μέσα στον χρόνο άνθρωπος. Και έχοντας ως σκηνή και ως ναό άγιο την ανθρώπινη φύση, παρέμεινε με πολλή οικειότητα μεταξύ μας σαν ένας από μας. Κι εμείς χορτάσαμε να βλέπουμε με τα μάτια μας την υπέρλαμπρη και θεοπρεπή δόξα Του, η οποία φανερωνόταν με τα θαύματά Του και τη διδασκαλία Του και τη λαμπρότητα της αναμάρτητης και ολοκληρωτικά αγίας ζωής Του. Ήταν δόξα που δεν πήρε ως χάρισμα και δωρεά, όπως την παίρνουν τα λογικά δημιουργήματα, αλλά την είχε φυσική από τον Πατέρα Του, ως Υιός μονάκριβος που ήταν˙ Υιός γεμάτος χάρη, με την οποία τότε θαυματουργούσε και τώρα μας αναγεννά, και γεμάτος αλήθεια, με την οποία μας φωτίζει και μας διδάσκει)»] και έγινε άνθρωπος και από τη στιγμή της σύλληψης ένωσε στον εαυτό Του τον ναό που έλαβε από αυτήν. Γιατί βλέπουμε ότι δύο φύσεις ενώθηκαν μεταξύ τους με ένωση αδιάσπαστη, κατά τρόπο ασύγχυτο και αδιαίρετο. Γιατί η σάρκα είναι σάρκα, και όχι θεότητα, αν και έγινε σάρκα του Θεού, όμοια και ο Λόγος είναι Θεός και όχι σάρκα, αν και κατ’ οικονομία έκανε δική Του τη σάρκα. Και μολονότι οι φύσεις που συνήλθαν σε ενότητα είναι διαφορετικές και άνισες μεταξύ τους, όμως είναι και μοναδικός Αυτός που γεννήθηκε και από τις δύο, και δεν πρέπει να διαιρούμε τον ένα Κύριο Ιησού Χριστό σε άνθρωπο χωριστά και σε Θεό χωριστά, αλλά λέμε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ένας και ο αυτός, ο οποίος γνωρίζει τη διαφορά των φύσεων και τις διαφυλάσσει ασύγχυτες μεταξύ τους.
«ἀπογράψασθαι σὺν Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένῃ αὐτῷ γυναικί, οὔσῃ ἐγκύῳ(:Και πήγε εκεί για να απογραφεί μαζί με τη Μαρία, τη γυναίκα που ήταν αρραβωνιασμένη με αυτόν, η οποία ήταν έγκυος. Και δηλώθηκε ως έγκυος, έτσι ώστε και ο Κύριος, τον οποίο βάσταζε στους κόλπους της, να καταγραφεί ως φορολογούμενος από τον ρωμαϊκό νόμο)»[:Λουκά 2,5].
Ο ιερός ευαγγελιστής λέγει ότι ο Ιωσήφ είχε μνηστευθεί τη Μαρία, δείχνοντας ότι μόνο με τη μνηστεία έγινε η σύλληψη και η παράδοξη γέννηση του Εμμανουήλ και ότι δεν ακολούθησε τους νόμους της φύσεως. Γιατί η αγία Παρθένος δεν γέννησε με την καταβολή ανθρωπίνου σπέρματος. Και για ποιο λόγο άραγε έγινε αυτό; Ο Χριστός που είναι η αρχή όλων, ο δεύτερος Αδάμ, σύμφωνα με τις Γραφές, γεννήθηκε από το Πνεύμα, για να παραπέμψει τη χάρη και σε μας. Γιατί επρόκειτο και εμείς να είμαστε παιδιά όχι ανθρώπων, αλλά μάλλον του Θεού, αφού τη μέσω του Πνεύματος αναγέννηση την αποκτήσαμε με πρώτο τον Χριστό, ώστε ο ίδιος να γίνει πρώτος σε όλα, όπως λέγει ο πάνσοφος Παύλος[Κολ.1,18: «Καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων(:και Αυτός από τον Οποίο τα πάντα συγκρατούνται είναι η κεφαλή του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτός είναι η αρχή της Εκκλησίας και ο ιδρυτής της, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να γίνει Αυτός και ως προς την ανθρώπινη φύση Του πρώτος σε όλα˙ πρώτος δηλαδή και στην Εκκλησία και στην Ανάσταση)»].
Με πάρα πολύ μεγάλη πρόνοια ο καιρός της απογραφής έστειλε την αγία Παρθένο στη Βηθλεέμ, για να δούμε να πραγματοποιείται και άλλη προφητεία. Γιατί, όπως είπαμε, έχει γραφεί: «Καὶ σύ, Βηθλεέμ, οἶκος τοῦ Ἐφραθά, ὀλιγοστὸς εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ μοι ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος(:και εσύ Βηθλεέμ, που αλλιώς ονομάζεσαι και οίκος Εφραθά, μικρή είσαι μεταξύ των πόλεων του Ιούδα. Δεν έχεις ούτε χιλίους κατοίκους. Αλλά από εσένα θα προέλθει προς δόξα δική μου ένας άντρας ο οποίος θα γίνει άρχοντας του ισραηλιτικού λαού. Η αρχή και η ενέργεια Αυτού ξεπερνά την αρχή των ημερών της δημιουργίας)» [Μιχ.5,1].
Προς αυτούς όμως που λένε ότι, εάν η Παρθένος ήρθε σε σαρκική μείξη, είχε διαφθαρεί, αν πάλι δεν ήρθε σε σαρκική μείξη, τότε γεννήθηκε κατά φαντασία, λέμε: Ο προφήτης λέγει ότι ο Κύριος και Θεός του Ισραήλ θα εισέλθει, θα εξέλθει και η πύλη θα παραμείνει κλεισμένη[Ιεζ.44,2: «Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη(:και μου είπε εκείνη τη στιγμή ο Κύριος: “Η πύλη αυτή θα παραμείνει κλειστή· δεν πρόκειται να ανοιχτεί και κανείς δεν θα περάσει άλλοτε μέσα από αυτήν, διότι θα διέλθει δι’ αυτής ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, και θα μένει πλέον κλειστή”)»]. Και εφόσον ο Λόγος έγινε σάρκα κατά τρόπο ασύγχυτο, αφού οπωσδήποτε συνελήφθη χωρίς ανθρώπινο σπέρμα, γεννήθηκε με τρόπο αμόλυντο.
«Καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι(:και γέννησε τον πρώτο και μονογενή υιό της και Τον περιτύλιξε με σπάργανα και Τον έβαλε μέσα στη φάτνη, διότι δεν υπήρχε γι’ αυτούς τόπος στο πανδοχείο που στάθμευσαν για να περάσουν τη νύχτα, λόγω της συρροής πολλών ξένων που ήλθαν να απογραφούν)»[Λουκά 2,7].
Ποιον «πρωτότοκο» άραγε; «Πρωτότοκο» ονομάζει εδώ, όχι αυτόν που είναι πρώτος μεταξύ αδελφών, αλλά τον και πρώτο και μόνο· γιατί υπάρχει και κάποιο τέτοιο είδος με τη σημασία του πρωτοτόκου. Καθόσον και πρώτος είναι, όταν η Γραφή Τον αποκαλεί τον Μόνο, όπως το: «Οὕτως λέγει ὁ Θεὸς ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραὴλ ὁ ῥυσάμενος αὐτὸν Θεὸς σαβαώθ· ἐγὼ πρῶτος καὶ ἐγὼ μετὰ ταῦτα· πλὴν ἐμοῦ οὐκ ἔστι Θεός(:Έτσι λέγει ο Θεός, ο βασιλεύς του Ισραήλ, ο Οποίος τον ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο Θεός των ουρανίων δυνάμεων: “Εγώ είμαι πρώτος και πριν από Εμένα δεν υπήρχε κανείς, διότι είμαι άναρχος. Και Εγώ θα είμαι μετά από αυτά αιωνίως, διότι είμαι ατελεύτητος. Εκτός από Εμένα δεν υπάρχει άλλος Θεός και οι λεγόμενοι ως θεοί είναι ψευδείς και ανύπαρκτοι”)»[Ησ.44,6].Για να δείξει λοιπόν ότι η Παρθένος δεν γέννησε απλό άνθρωπο, πρόσθεσε και -το επίθετο- «τόν πρωτότοκον»· γιατί δεν είχε άλλο υιό, μένοντας παρθένος, αλλά μόνο εκείνον του Πατέρα, για τον οποίο και ο Θεός και Πατέρας με τη φωνή του Δαβίδ φωνάζει: «Κἀγὼ πρωτότοκον θήσομαι αὐτόν, ὑψηλὸν παρὰ τοῖς βασιλεῦσι τῆς γῆς(: και Εγώ θα Τον καταστήσω πρωτότοκο να απολαμβάνει εξαιρετικά προνόμια και θα Τον αναδείξω ενδοξότατο και μέγα μεταξύ των βασιλέων της γης)»[Ψαλμ.88,28].
Αυτόν τον αναφέρει και ο πάνσοφος Παύλος λέγοντας: «Ὃταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην, λέγει· καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ(:Και όταν θα εισαγάγει με δόξα και δύναμη τον Υιό που γεννήθηκε από τον Πατέρα πριν δημιουργηθεί όλη η κτίση, για να κρίνει την οικουμένη, λέει: “Να Tον προσκυνήσουν όλοι οι άγγελοι του Θεού”. Ο Υιός λοιπόν που έγινε άνθρωπος είναι Κύριος και των αγγέλων)» [Εβρ.1,6]. Έπειτα πώς εισήλθε στην οικουμένη; Γιατί βρίσκεται έξω από αυτήν, όχι βέβαια τοπικά, αλλά κατά τρόπο φυσικό. Γιατί ως προς τη φύση Του είναι διαφορετικός από τους άλλους σε ολόκληρη την οικουμένη. Και εισήλθε σε αυτήν όταν έγινε άνθρωπος, και διετέλεσε μέρος της λόγω της σάρκωσής Του. Γιατί, αν και ήταν μονογενής ως Θεός, επειδή έγινε αδελφός μας, γι’ αυτό και ονομάστηκε πρωτότοκος, ώστε, έχοντας γίνει αρχή της υιοθεσίας των ανθρώπων, να μας προετοιμάσει να γίνουμε και εμείς υιοί του Θεού.
Να πιστεύεις λοιπόν ότι ο χαρακτηρισμός «πρωτότοκος» ειπώθηκε εξαιτίας της οικονομίας. Γιατί ως προς τη θεότητα είναι μονογενής. Επίσης είναι μονογενής, επειδή είναι Λόγος προερχόμενος από τον Πατέρα, και δεν έχει φυσικούς αδελφούς, ούτε συντάσσεται με κάποιον άλλον, γιατί είναι ένας και μόνος ο ομοούσιος με τον Πατέρα Υιός του Θεού· πρωτότοκος βέβαια λέγεται λόγω της συγκατάβασής Του με τα κτίσματα. Όταν λοιπόν ονομάζεται μονογενής, χωρίς να παρουσιάζεται γι’ Αυτόν καμία αιτιολογία, για την οποία είναι μονογενής, αυτό λέγεται βέβαια, αλλά αόριστα, επειδή είναι Μονογενής Θεός στον κόλπο του Πατέρα [Ιω. 1,18: «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε· ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο(:Και ήταν φυσικό από τον Χριστό να λάβουμε την τέλεια αποκάλυψη της αλήθειας· διότι τον Θεό δεν Τον έχει δει κανείς ποτέ. Ο Υιός, που μόνο Αυτός γεννήθηκε από την ουσία του Πατρός και είναι μέσα στους κόλπους του αχώριστος πάντοτε από Αυτόν, Εκείνος μας εξήγησε και μας γνώρισε τον Θεό)»].
Και όταν οι άγιες Γραφές Τον ονομάζουν πρωτότοκο, αμέσως προσθέτουν και ποιων είναι πρωτότοκος, και την αιτία για την οποία έχει την προσωνυμία αυτή· γιατί Τον λέγουν «πρωτότοκο μεταξύ πολλών αδελφών»[ βλ. Ρωμ.8,29: «ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς(:αυτοί δεν είναι τυχαία πρόσωπα· διότι εκείνους, που με την παγγνωσία Του προγνώρισε ο Θεός ως αξίους, αυτούς και προόρισε για να γίνουν όμοιοι και να αποκτήσουν την ίδια ηθική και πνευματική τροφή προς την ένδοξη κατάσταση του Υιού του Θεού, για να είναι Αυτός πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών)»], και «πρωτότοκο από τους νεκρούς» [ βλ. Κολ.1,18: «Καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων(:και Αυτός από τον Οποίο τα πάντα συγκρατούνται είναι η κεφαλή του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτός είναι η αρχή της Εκκλησίας και ο ιδρυτής της, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να γίνει Αυτός και ως προς την ανθρώπινη φύση Του πρώτος σε όλα˙ πρώτος δηλαδή και στην Εκκλησία και στην Ανάσταση)»], το ένα βέβαια επειδή έγινε όμοιος με εμάς σε όλα, εκτός από την αμαρτία, και το άλλο επειδή πρώτος Αυτός ανέστησε τη δική Του σάρκα με αφθαρσία.
Και είναι μονογενής βέβαια κατά φύση, επειδή είναι μόνος Θεός από Πατέρα Θεό, και μόνος από μόνον, Θεός που ανέλαμψε από Θεό, και φως από φως, ενώ πρωτότοκος για μας είναι, ώστε, επειδή ονομάζεται πρωτότοκος των δημιουργημάτων, εξαιτίας αυτού να σώζονται αυτά που έχουν σχέση με Αυτόν. Γιατί, εάν πρέπει Αυτός να είναι οπωσδήποτε πρωτότοκος, θα μένουν οπωσδήποτε και αυτοί των οποίων είναι πρωτότοκος, εάν, όμως, σύμφωνα με τον Ευνόμιο[: ηγετική μορφή της ριζοσπαστικής αρειανικής αίρεσης των Ανομοίων], λέγεται πρωτότοκος από τον Θεό, επειδή γεννήθηκε πρώτος από τους πολλούς, είναι όμως πρωτότοκος και από την Παρθένο, θα μπορούσε να είναι και από αυτήν, ως πρώτος από άλλον. Εάν πάλι είναι μόνος, αλλά δεν γεννήθηκε πριν από άλλους, ονομάστηκε από τη Μαρία πρωτότοκος, άρα είναι πρωτότοκος και από τον Θεό, όχι ως πρώτος από τους πολλούς, αλλά ως μόνος που γεννήθηκε.
Επίσης, εάν τα πρώτα ομολογούνται αίτια των δεύτερων, και πρώτο αίτιο ήταν ο Θεός και ο Υιός του Θεού, τότε αίτιος αυτών που λέγονται υιοί είναι ο Υιός, επειδή την ονομασία την έλαχαν από Εκείνον. Άρα ο αίτιος των δευτέρων υιών θα μπορούσε δίκαια να ονομάζεται πρωτότοκος, όχι επειδή υπήρξε πριν από εκείνους, αλλά επειδή έγινε πρώτος αίτιος της ονομασίας του υιού σε αυτούς. Και όπως το να λέγεται πρώτος ο Πατέρας [γιατί λέγει μέσω του Ησαΐα: «Οὕτως λέγει ὁ Θεὸς ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραὴλ ὁ ῥυσάμενος αὐτὸν Θεὸς σαβαώθ· ἐγὼ πρῶτος καὶ ἐγὼ μετὰ ταῦτα· πλὴν ἐμοῦ οὐκ ἔστι Θεός(:Έτσι λέγει ο Θεός, ο βασιλεύς του Ισραήλ, ο Οποίος τον ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο Θεός των ουρανίων δυνάμεων: “Εγώ είμαι πρώτος και πριν από Εμένα δεν υπήρχε κανείς, διότι είμαι άναρχος. Και Εγώ θα είμαι μετά από αυτά αιωνίως, διότι είμαι ατελεύτητος. Εκτός από Εμένα δεν υπάρχει άλλος Θεός και οι λεγόμενοι ως θεοί είναι ψευδείς και ανύπαρκτοι”)»:Ησ.44,6], δεν θα αναγκάσει οπωσδήποτε τους μετά από Αυτόν να Τον θεωρούν συγγενή, έτσι, ακόμα και αν λέγεται πρώτος της κτίσεως ο Υιός, δηλαδή πρωτότοκος πριν από όλη την κτίση, δεν θα είναι οπωσδήποτε ένας από τα δημιουργήματα, αλλά, όπως ο Πατέρας δείχνοντας ότι ο εαυτός Του είναι η αρχή των όλων, έλεγε: «Εγώ είμαι πρώτος» [Ησ.44,6], έτσι και ο Υιός λέγεται πρώτος της κτίσεως, γιατί μέσω Αυτού έγιναν όλα, και Αυτός είναι η αρχή όλων των κτισμάτων, ως Κτίστης και Δημιουργός.
«καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι(:και τον περιτύλιξε με σπάργανα και τον έβαλε μέσα στη φάτνη, διότι δεν υπήρχε γι’ αυτούς τόπος στο πανδοχείο που στάθμευσαν για να περάσουν τη νύχτα, λόγω της συρροής πολλών ξένων που ήλθαν να απογραφούν)»[Λουκά 2,7].
Βρήκε τον άνθρωπο αποκτηνωμένο, γι΄αυτό τοποθετήθηκε στη φάτνη αντί τροφής, ώστε, μεταβάλλοντας την κτηνώδη ζωή μας, να επανέλθουμε στη φρόνηση που ταιριάζει στον άνθρωπο, και όσοι είμαστε κτηνώδεις στην ψυχή, αφού προσέλθουμε στη δική μας τράπεζα, δηλαδή στη φάτνη, να μη βρούμε πια χόρτο, αλλά τον ουράνιο άρτο, το σώμα της ζωής.
«καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν (:και τον περιτύλιξε με σπάργανα)»[Λουκά 2,7]
Όταν βλέπεις βρέφος σπαργανωμένο, να μην περιορίσεις τον νου σου μόνο στη σαρκική γέννησή Του, αλλά ανέβα υψηλότερα για να δεις τη θεοπρεπή δόξα Του· ανέβα στον ουρανό. Έτσι θα Τον δεις στα ανώτατα ύψη νε έχει την υπέρτατη δόξα, θα Τον δεις να κάθεται πάνω σε υψηλό και μετέωρο θρόνο, θα ακούσεις τα Σεραφείμ να Τον υμνολογούν και να λένε ότι ο ουρανός και η γη είναι γεμάτα με τη δόξα Του. Αυτό όμως έχει γίνει και στη γη. Γιατί δόξα του Θεού περιέβαλε με λάμψη τους ποιμένες και πλήθος αγγέλων της ουράνιας στρατιάς δοξολογούσαν τον Χριστό. Πάρα πολλοί βέβαια άγιοι προφήτες είχαν γεννηθεί κατά καιρούς, όμως κανένας από εκείνους δεν δοξολογήθηκε ποτέ με τη φωνή αγγέλων. Γιατί ήταν άνθρωποι και στα δικά μας μέτρα, γνήσιοι δούλοι του Θεού. Ο Χριστός όμως δεν γεννήθηκε έτσι. Γιατί είναι Θεός και Κύριος και εκείνος που έστειλε τους προφήτες, και όπως λέγει ο Ψαλμωδός: «ὅτι τίς ἐν νεφέλαις ἰσωθήσεται τῷ Κυρίῳ; καὶ τίς ὁμοιωθήσεται τῷ Κυρίῳ ἐν υἱοῖς Θεοῦ;(: γιατί ποιος στις νεφέλες και στα υπερνέφελα ύψη του ουρανού άγγελος ή αρχάγγελος θα εξισωθεί ή θα τολμήσει να παραβληθεί προς τον Κύριο; Ή ποιος μεταξύ των ουράνιων αγγέλων και των κατά χάριν υιών του Θεού θα εμφανίσει τον εαυτό του όμοιο προς τον Κύριο;)»[Ψαλμ.88,7]. Γιατί σε εμάς που είμαστε κάτω από ζυγό και φυσική δουλεία, απονέμεται από Αυτόν υπό μορφή χάριτος το όνομα της υιότητας, ο Χριστός όμως είναι η Αλήθεια, δηλαδή ο κατά φύση Υιός του Θεού και Πατέρα, ακόμα και όταν έγινε άνθρωπος· γιατί έχει μείνει αυτό που ήταν, αν και προσέλαβε αυτό που δεν ήταν.
Ότι όμως είναι αλήθεια αυτό που λέγω, θα το επιβεβαιώσει πάλι ο προφήτης Ησαΐας λέγοντας: «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται Υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ. Βούτυρον καὶ μέλι φάγεται, πρὶν ἢ γνῶναι αὐτόν, ἢ προελέσθαι πονηρά, ἐκλέξεται τὸ ἀγαθόν· διότι πρὶν ἢ γνῶναι τὸ παιδίον ἀγαθὸν ἢ κακόν, ἀπειθεῖ πονηρίᾳ τοῦ ἐκλέξασθαι τὸ ἀγαθόν(:Να, η παρθένος, που δεν γνώρισε άνδρα, θα συλλάβει υπερφυώς στη γαστέρα της και θα γεννήσει υιό, και όσοι θα πιστεύουν σε Αυτόν, θα Τον ονομάσουν Εμμανουήλ, όνομα εβραϊκό που σημαίνει ’’O Θεός είναι μαζί μας”. Θα φάει βούτυρο και μέλι, όπως και τα συνηθισμένα νήπια των ανθρώπων, και με αυτά θα τραφεί. Προτού όμως έλθει στην ηλικία αυτήν κατά την οποία θα μπορεί να γνωρίσει ή να προτιμήσει τα πονηρά, θα εκλέγει το αγαθό, διότι δεν θα υπάρχει σε αυτό πονηρή κλίση, όπως σε εμάς τους άλλους, αλλά θα είναι αναμάρτητος. Ναι· βέβαια το παιδί αυτό, προτού να έλθει σε ηλικία κατά την οποία θα διακρίνει το αγαθό ή το κακό, λόγω της αγαθότητάς του θα απειθεί στην πονηρία, για να εκλέγει και να προτιμά το αγαθό)»[Ησ. 7,14-16]. Αν και βέβαια πώς δεν είναι σε όλους φανερό ότι παιδί νεογέννητο και που μόλις αρχίζει να αναπτύσσεται, και δεν έχει από τον χρόνο και την ηλικία την ικανότητα να σκεφτεί, είναι ανίκανο να διακρίνει το κακό και το καλό πράγμα; Γιατί δεν γνωρίζει απολύτως τίποτε. Όμως στην περίπτωση του Σωτήρα όλων Χριστού ήταν θαύμα μεγάλο και εξαίσιο· γιατί έτρωγε βέβαια σαν βρέφος που ήταν ακόμα βούτυρο και μέλι. Βούτυρο ασφαλώς ονομάζει ο προφήτης το γάλα της Παρθένου, επειδή αυτό δεν γινόταν με γυναικείο τρόπο και από ηδονή και ελεύθερη ροή, αλλά ήταν πηγμένο και στερεό, μη έχοντας την πίκρα της αμαρτίας, αλλά τη γλυκύτητα του μελιού, αφού όλα τα του Θεού είναι γλυκύτερα από το μέλι και την κηρύθρα.
Μόλις γεννήθηκε ο Χριστός καταλεηλατήθηκε και η δύναμη του διαβόλου. Λατρευόταν βέβαια στη Δαμασκό και είχε πολλούς που τον προσκυνούσαν, αλλά τον καιρό του τοκετού της αγίας Παρθένου συντρίφτηκε και η δύναμη της τυραννικής εξουσίας εκείνου· καθόσον οι εθνικοί σαγηνεύονταν για να γνωρίσουν την αλήθεια. Γιατί η θεόπνευστη Γραφή συνηθίζει να ονομάζει τον Θεό των όλων με διάφορα ονόματα και να επινοεί τις ονομασίες Του πολλές φορές ανάλογα με αυτά που συμβαίνουν κατά καιρούς. Αυτό έχει τηρηθεί και στην περίπτωση του ίδιου του Χριστού. Γιατί είναι Θεός αληθινός και θα μπορούσε να το αποδείξει η ρήση: «Ταχέως σκύλευσον, ὀξέως προνόμευσον(: Γρήγορα λαφυραγώγησε, με πολλή ορμή λεηλάτησε)»[Ησ. 8,3]. Γιατί εξουσία Του υπήρξε ο σταυρός, με τον οποίο βασίλευσε στη γη, αφού είναι αλήθεια ότι έγινε υπάκουος στον Πατέρα μέχρι θανάτου σταυρικού.
Πρόσεξε, αγαπητέ μου, και κατανόησε, ότι αυτοί που αγιάστηκαν με την πίστη δεν κατέληξαν στις συνήθειες των εθνικών, αλλά μάλλον στις δικές τους συνήθειες προσαρμόστηκαν εκείνοι που κλήθηκαν. Τα θηρία βέβαια, ο λύκος και το λιοντάρι, η αρκούδα και η λεοπάρδαλη τρώγουν κρέατα, ενώ τα ήμερα ζώα, τα ερίφια, τα αρνιά και τα μοσχάρια τρώνε χόρτο. Αλλά όμως λέγει ότι τα θηρία θα βοσκήσουν μαζί με τα ήμερα, και θα τρώγουν τις δικές τους τροφές. Δεν κατέληξαν δηλαδή τα ήμερα στις συνήθειες των αγρίων, αλλά μάλλον εκείνα μεταπήδησαν, όπως είπα, στις δικές τους. Γιατί μετακινήθηκαν από την άγρια πίστη τους στην ημερότητα που ταιριάζει στους αγίους. Μεταβλήθηκαν μέσω του Χριστού και οι λύκοι έγιναν αρνιά. Γιατί αυτός ήταν εκείνος που εξημέρωνε και συνένωνε, όπως είπα, τους δύο λαούς στο θεοφιλές φρόνημα. Αυτό το διακήρυξε παλαιά και ο ιεροφάντης Μωυσής λέγοντας: «Εὐφράνθητε, ἔθνη μετὰ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ»(:Γεμίστε από ευφροσύνη και τα άλλα έθνη μαζί με τον ισραηλίτικο λαό Του)» [Δευτ.32,43] και «δότε μεγαλωσύνην Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν(:δοξολογήστε και μεγαλύνετε Κύριο τον Θεό μας)»[Δευτ.32,3].
Επειδή δηλαδή ο Θεός ήταν σαρκωμένος με τρόπο ανέκφραστο, ήταν ο μόνος που γνώριζε το αγαθό, και ήταν απαλλαγμένος από την κακία των ανθρώπων. Και αυτό ήταν γνώρισμα της ουσίας, της πάνω από όλες. Γιατί αυτό που από τη φύση του και σταθερά και αμετάβλητα είναι αγαθό, ταιριάζει αποκλειστικά και μόνο σε αυτήν· γιατί σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Σωτήρα: «Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός(:Κανείς δεν είναι πραγματικά αγαθός από τη φύση του και από τον εαυτό του, παρά μόνον ένας, ο Θεός)»[Μάρκ.10,18].
Λοιπόν, μη δεις απλώς σαν βρέφος αυτόν που βρίσκεται ξαπλωμένος στη φάτνη, αλλά με τη δική μας πτωχεία τον πλούσιο ως Θεό, και γι΄αυτό δοξολογούμενο ακόμα και από αυτούς τους άγιους αγγέλους, τέτοιος που ήταν και ο ύμνος: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία(:Δοξασμένος ας είναι ο Θεός στα ύψιστα μέρη του ουρανού απ’ τους αγγέλους που κατοικούν εκεί˙ και στη γη ολόκληρη, που είναι ταραγμένη απ’ την αμαρτία και τα βίαια πάθη της, ας βασιλεύσει η θεία ειρήνη· διότι ο Θεός εκδήλωσε τώρα εξαιρετικά την εύνοια και την ευαρέσκειά Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού Του)»[Λουκά 2,14]. Γιατί οι άγγελοι βέβαια και όλες οι ανώτερες δυνάμεις, διατηρώντας την τάξη που έχει απονεμηθεί σε αυτές, έχουν ειρήνη με τον Θεό· γιατί με κανένα τρόπο δεν παραμελούν αυτό που αρέσει σε Αυτόν, αλλά είναι σταθεροί στη δικαιοσύνη και τον αγιασμό. Εμείς όμως οι ταλαίπωροι, προβάλλοντας στα θελήματα του Κυρίου τις δικές μας επιθυμίες, καταντήσαμε στη θέση των εχθρών Του. Αυτό όμως έχει καταργηθεί με τον Χριστό, γιατί Αυτός είναι η ειρήνη μας, και μας ένωσε μέσω του εαυτού Του με τον Θεό και Πατέρα, βγάζοντας από τη μέση την αμαρτία που μας κάνει εχθρούς Του και δικαιώνοντάς μας με την πίστη, αλλά και καλώντας κοντά Του αυτούς που βρίσκονται μακριά.
Και με άλλον τρόπο, ένωσε τους δύο λαούς σε ένα καινούργιο άνθρωπο, κάνοντας ειρήνη και συμφιλιώνοντας και τους δύο σε ένα σώμα με τον Πατέρα[πρβ. Εφ. 2,14-16: «Αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ(:Πλησιάστε και τον Θεό και τις διαθήκες Του με το αίμα του Χριστού, διότι Αυτός είναι η ειρήνη μας. Αυτός έκανε και τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους, τον Ιουδαϊσμό και τον Εθνισμό, ένα. Αυτός γκρέμισε και κατέλυσε τον τοίχο που δημιουργούσε ο φραγμός του νόμου που ορθωνόταν ανάμεσα στους δύο λαούς και τους χώριζε. Κατέλυσε δηλαδή την έχθρα των δύο λαών, αφού κατάργησε με το αίμα Του τον νόμο των εντολών, ο οποίος, ενώ περιείχε επιβλητικές προσταγές, δεν έδινε όμως και τη χάρη για την εφαρμογή και την τήρηση των προσταγμάτων αυτών. Και κατήργησε τον νόμο, έτσι ώστε ενώνοντας τους δύο λαούς με τον εαυτό Του να δημιουργήσει ένα νέο άνθρωπο, μια νέα ανθρωπότητα, και έτσι να φέρει ειρήνη μεταξύ τους˙ και με τον σταυρικό Του θάνατο να συμφιλιώσει και τους δύο λαούς με τον Θεό, ενωμένους τώρα σε ένα σώμα, αφού προηγουμένως θα θανάτωνε την έχθρα με τον θάνατό Του)»]. Γιατί θέλησε ο Θεός να συνάψει τα πάντα στον εαυτό Του, ενώνοντας τα κάτω με τα ουράνια, και να κάνει ένα ποίμνιο αυτούς που είναι στον ουρανό και στη γη[βλ. Εφ.1,10: «εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ(:Σκοπός του σχεδίου αυτού ήταν η τακτοποίηση του οίκου Του, δηλαδή της Εκκλησίας Του. Η τακτοποίηση και οικονομία αυτή θα πραγματοποιούνταν όταν θα συμπληρώνονταν οι καθορισμένοι χρόνοι και θα ερχόταν ο κατάλληλος καιρός για να συνενώσει τα πάντα στο πρόσωπο του Χριστού φέροντάς τα σε κοινωνία μαζί Του˙ δηλαδή και τους αγγέλους του ουρανού και τους ανθρώπους της γης, που εξαιτίας των αμαρτιών τους ήταν τελείως χωρισμένοι από τον ουράνιο κόσμο. Και έκανε την ένωση αυτή διαμέσου του ίδιου του Χριστού)»]. Έγινε λοιπόν ο Χριστός για μας ειρήνη και ευδοκία.
«Καὶ ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ τῇ αὐτῇ ἀγραυλοῦντες καὶ φυλάσσοντες φυλακὰς τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην αὐτῶν(:Στην περιοχή εκείνη υπήρχαν μερικοί ποιμένες, οι οποίοι έμεναν έξω στην ύπαιθρο και φύλαγαν το κοπάδι τους παραμένοντας με τη σειρά τους άγρυπνοι ορισμένες ώρες τη νύχτα)»[Λουκά 2,8].
Στους ποιμένες λοιπόν πρώτα αποκαλύπτεται το μυστήριο που υμνούσαν οι άγγελοι, οι οποίοι προτύπωναν εκείνους που επρόκειτο να ποιμάνουν την Εκκλησία· γιατί αυτοί πρώτοι έπρεπε να ακούσουν το «ἐπὶ γῆς εἰρήνη», γιατί και οι πνευματικοί ποιμένες επρόκειτο να αναφωνούν την ειρήνη σε όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας. Επίσης, το πρόσωπο των ποιμένων και η χαρά που προκλήθηκε σε αυτούς με την αποκάλυψη, σημαίνει ολοκάθαρα ότι ο ποιμήν ο καλός ήρθε στο πλανώμενο πρόβατο. Γιατί τους ποιμένες συνήθως τίποτε δεν τους ευχαριστεί τόσο πολύ, όσο η ανεύρεση του προβάτου που χάθηκε, πράγμα που δεν θα μπορούσε να το βρει κάποιος άλλος, παρά μόνο ο αρχιποιμένας ο Χριστός. Έπειτα, επειδή η Βηθλεέμ σημαίνει «οίκος άρτου», πού έπρεπε να μεταβούν γρήγορα μετά το κήρυγμα της ειρήνης, παρά στον πνευματικό οίκο του ουράνιου άρτου, δηλαδή στην Εκκλησία, στην οποία μυστικά καθημερινά ιερουργείται ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο;
Οι ποιμένες έχουν γίνει η αρχή αυτών που μυούνται στα μυστήρια. Ο τύπος λοιπόν αποβλέπει πάλι στην αλήθεια. Γιατί στους πνευματικούς ποιμένες ο Χριστός αποκαλύπτει τον εαυτό Του, για να Τον κηρύξουν στους άλλους, όπως ακριβώς και οι τότε ποιμένες, διδάχτηκαν βέβαια από τους αγίους αγγέλους, τρέχοντας όμως πληροφόρησαν τους άλλους. Δηλαδή άγγελοι κάνουν αρχή των κηρυγμάτων σχετικά με Αυτόν και δοξολογούν ως Θεό Αυτόν που κατά σάρκα γεννήθηκε από γυναίκα με τρόπο παράδοξο. Γιατί ήταν Θεός με τη δική μας μορφή ο Κύριος των όλων, για να καταργήσει την κατάρα που είχε επιβληθεί στην πρώτη γυναίκα. Γιατί ειπώθηκε προς αυτήν: «Ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα(:Με πόνους θα γεννάς παιδιά)» [Γέν.3,16]. Όσο λοιπόν γεννούσαν ανθρώπους για τον θάνατο, έφεραν το κεντρί του πόνου της κατάρας, όταν όμως γυναίκα γέννησε κατά σάρκα τον Εμμανουήλ, ο Οποίος είναι ζωή, καταργήθηκε η δύναμη της κατάρας, και μαζί με τον θάνατο αποσβέστηκε και το να γεννούν με λύπες οι επίγειες μητέρες.
Θέλεις να μάθεις και άλλην αιτία του πράγματος; Θυμήσου τον σοφότατο Παύλο που είχε γράψει για τον Χριστό: «Τὸ γὰρ ἀδύνατον τοῦ νόμου, ἐν ᾧ ἠσθένει διὰ τῆς σαρκός, ὁ Θεὸς τὸν ἑαυτοῦ υἱὸν πέμψας ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας καὶ περὶ ἁμαρτίας, κατέκρινε τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ σαρκί, ἵνα τὸ δικαίωμα τοῦ νόμου πληρωθῇ ἐν ἡμῖν τοῖς μὴ κατὰ σάρκα περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ πνεῦμα(: και με ελευθέρωσε διότι εκείνο που δεν μπορούσε να κατορθώσει ο νόμος, όχι διότι ήταν ατελής, αλλά διότι δεν παρείχε και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και γι’αυτό δεν μπορούσε να κατανικήσει την αντίσταση του σαρκικού μας φρονήματος, το έφερε σε αίσιο πέρας ο Θεός. Ο Θεός δηλαδή, για να εξαλείψει την αμαρτία, έστειλε τον Υιό Του με σάρκα, η οποία έμοιαζε μόνο, αλλά δεν ήταν και πραγματικά σάρκα της αμαρτίας και έτσι καταδίκασε και κατανίκησε την αμαρτία μέσω της σάρκας του Υιού Του, η οποία, αν και αναμάρτητη, υπέστη τις συνέπειες της αμαρτίας, αφού παραδόθηκε σε θάνατο. Επομένως, όλα όσα απαιτούσε από μας ο νόμος ως δίκαιο, εφαρμόστηκαν πλήρως από μας, οι οποίοι πολιτευόμαστε τώρα όχι σύμφωνα με τις επιθυμίες της σάρκας, αλλά σύμφωνα με τις υπαγορεύσεις των ανώτερων πνευματικών μας δυνάμεων, όπως τις φωτίζει και τις ενισχύει το Άγιο Πνεύμα)» [Ρωμ.8,3-4]. Τι εννοεί λοιπόν όταν λέγει ότι ο Υιός στάλθηκε «με τη μορφή της αμαρτωλής σάρκας»; Φωλιάζει βέβαια στα μέλη του σώματός μας ο νόμος της αμαρτίας και η παράνομη ορμή των έμφυτων επιθυμιών, ο Θεός Λόγος όμως όταν έγινε άνθρωπος, είχε σάρκα άγια και πραγματικά πάναγνη, και όμοια βέβαια με τη δική μας σάρκα, αλλά όχι πια και σαν αυτήν. Γιατί ήταν εξ ολοκλήρου απαλλαγμένη από τους μολυσμούς τους έμφυτους στα δικά μας σώματα, επειδή η ορμή και η κλίση μας οδηγεί σε αυτά που δεν είναι επιτρεπτά. Αυτή λοιπόν ήταν η αιτία της σάρκωσης του Σωτήρα.
«Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ ἄγγελος· μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ(:Όμως ο άγγελος τους είπε: “Μη φοβάστε˙ χαρείτε· διότι, να, σας αναγγέλλω μια χαρμόσυνη είδηση που θα φέρει μεγάλη χαρά και σε σας και σε όλο τον λαό του Θεού. Και θα είναι χαρά όλου του λαού, διότι γεννήθηκε σήμερα για σας Σωτήρας, ο οποίος ως άνθρωπος βέβαια είναι όμοιος με σας, αλλά είναι και χρισμένος με το πλήρωμα της θεότητος˙ ως Θεός όμως είναι και Κύριός σας. Και γεννήθηκε στην πόλη του Δαβίδ, προς τον οποίο δόθηκαν οι υποσχέσεις ότι από το γένος του θα προέλθει ο Χριστός”)»[Λουκά 2,10-11].
Μπορούμε να σκεφτούμε ότι ήταν αρχάγγελος εκείνος που έφερε το ευχάριστο μήνυμα στους ποιμένες, κατεβαίνοντας μαζί με την κάτω από την εξουσία του στρατιά, για να φέρει την ευχάριστη είδηση της σωτηρίας των ανθρώπων, έστω και αν τότε συνομιλούσε με αυτούς εντελώς μόνος, χωρίς να φαίνεται με τα μάτια τους η υφιστάμενή του στρατιά, επειδή από τη φύση της είναι αόρατη.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»
· Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», τόμος 25, κεφάλαιο 2ο, σελ. 171-187.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm