[…]Όταν άκουσε ο Κυντιανός από την Αφροδισία ότι η Αγία Αγάθη παρέμενε άκαμπτη, πλημμύρισε από οργή. Διέταξε να την οδηγήσουν μπροστά του και άρχισε πάλι τις απειλές. Στον διάλογο που ακολούθησε, η Αγία υποστήριξε με πνευματική ανδρεία και παρά το νεαρό της ηλικίας της, ότι είναι δούλη Χριστού. Κατηγόρησε ευθέως τον έπαρχο ότι πιστεύει σε ξόανα και, μάλιστα, αναρωτήθηκε, πως ένας τόσο έξυπνος άνθρωπος παρουσιάζεται με την πίστη του τόσο ανόητος. Ο έπαρχος, μόλις άκουσε αυτό, ράπισε την Αγία και διέταξε να την κρεμάσουν και να την λογχίσουν.
Παρά τους φρικτούς πόνους, η Αγία Αγάθη εξακολουθούσε να ομολογεί την πίστη της στον Χριστό και να δηλώνει ότι τα βασανιστήρια της προξενούν χαρά, γιατί είναι πρόσκαιρα. Ο Κυντιανός, έξαλλος από οργή, διέταξε να τον αποκόψουν τον μαστό. Ύστερα από την φρικώδη αυτή πράξη την οδήγησαν στη φυλακή.

Ανάγλυφο που απεικονίζει τον Απόστολο Πέτρο να θεραπεύει στην φυλακή την αγία Αγάθη. Σικελία, 9ος αιώνας.
 
Μόλις πλησίασαν τα μεσάνυκτα, επισκέφθηκαν την Αγία ο Απόστολος Πέτρος, με μορφή γέροντα και ένας Άγγελος, με μορφή παιδιού, που κρατούσε λαμπάδα. Άπλετο φως πλημμύρισε το υγρό και σκοτεινό κελί της Αγίας. Ο Απόστολος γιάτρεψε τις πληγές της και αποκατέστησε τον κομμένο μαστό. Η πόρτα της φυλακής άνοιξε και οι λοιποί κρατούμενοι ωθούσαν την Αγία να αποδράσει. Αυτή, όμως, σκεπτόμενη από τη μία ότι θα τιμωρηθούν οι δεσμοφύλακες αν δραπετεύσει και από την άλλη ότι έπρεπε να υπομείνει το μαρτύριο, δεν έφυγε από το δεσμωτήριο.[……]
https://proskynitis.blogspot.com/2022/02/blog-post_47.html