1. Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
 
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
 
«Ταῦτα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε(:αυτά είπε ο Ιησούς στους μαθητές Tου κaι έπειτα σήκωσε τα μάτια Tου στον ουρανό και είπε: “Πατέρα, ήλθε η ώρα που η σοφία Σου όρισε για να πάθω και να θυσιαστώ. Δέξου τη θυσία του Πάθους μου και δόξασε τον Υιό Σου και ως προς την ανθρώπινη φύση Του˙ για να σε δοξάσει και ο Υιός Σου με την απολύτρωση και τη σωτηρία των ανθρώπων, η οποία θα ολοκληρωθεί με τη θυσία Του αυτή και με την αιώνια αρχιερατική μεσιτεία Του που θα ακολουθήσει μετά από αυτήν”)»[Ιω.17,1].
 
«Ὅς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ(:Εκείνος που θα εφαρμόσει όλες ανεξαιρέτως τις εντολές και θα διδάξει και τους άλλους να τις τηρούν, Εκείνος που θα αγωνιστεί να τηρήσει όλες τις εντολές και να διδάξει την τήρησή τους στους ανθρώπους)», λέγει ο Κύριος, «οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(:αυτός θα ανακηρυχτεί μέγας στη βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ.5,17]. Και πολύ ορθά· διότι το να εκφράζει κανείς φιλόσοφες σκέψεις με τα λόγια είναι εύκολο, ενώ το να παρουσιάζει με έργα αυτά που λέγει, είναι γνώρισμα ανθρώπου γενναίου και μεγάλου.
 
Για τον λόγο αυτό και ο Χριστός, όταν ομιλεί περί ανεξικακίας, φέρει ως πρότυπο ενώπιον όλων τον εαυτό Του, προτρέποντας τους ακροατές να λαμβάνουν από Αυτόν παράδειγμα. Για τον λόγο αυτό και μετά τη συμβουλή αυτή καταφεύγει σε προσευχή, διδάσκοντάς μας κατά τις δοκιμασίες αφού τα αφήσουμε όλα κατά μέρος, να καταφεύγουμε στον Θεό. Διότι αφού είπε: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε(:στον κόσμο αυτό θα έχετε θλίψη)» και αναστάτωσε τις ψυχές τους με την ανησυχία, πάλι δια της προσευχής αναπτερώνει το φρόνημά τους· διότι μέχρι τότε έστρεφαν την προσοχή τους οι Μαθητές προς Αυτόν, σαν να ήταν ένας άνθρωπος.
 
Και για τους Μαθητές ο Κύριος πράττει τα ίδια, όπως ακριβώς και στην περίπτωση του Λαζάρου, και λέγει την αιτία, δηλαδή ότι «διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς. Αλλά είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Κι έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουστώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα)»[Ιω.11,42].
 
Ναι, θα μπορούσε να πει κανείς· «για τους Ιουδαίους ευλόγως μεν γίνονταν αυτά, για τους Μαθητές όμως για ποιο λόγο;» Και για τους μαθητές ορθά γίνονταν· διότι εκείνοι, οι οποίοι κατόπιν τόσων έργων και λόγων, έλεγαν «νῦν οἴδαμεν ὅτι οἶδας πάντα (:τώρα καταλαβαίνουμε ότι χωρίς να σου πει κανείς κάτι, γνωρίζεις τις απορίες μας και τους μυστικούς προβληματισμούς μας. Και έτσι πληροφορούμαστε και εμείς ότι τα ξέρεις όλα, και αυτές ακόμη τις απόκρυφες σκέψεις των ανθρώπων. Δεν έχεις ανάγκη να ακούσεις αυτό που θέλει κάποιος να σε ρωτήσει, αλλά τον προλαβαίνεις και δίνεις απάντηση στις απορίες του. Εξαιτίας της υπερφυσικής αυτής γνώσεώς Σου πιστεύουμε ότι κατάγεσαι από τον Θεό και ότι Αυτός σε απέστειλε στον κόσμο)»[Ιω.16,30],περισσότερο από όλους είχαν ανάγκη να βεβαιωθούν.
 
Άλλωστε μάλιστα ούτε «προσευχή» την ονομάζει ο Ευαγγελιστής την ενέργεια αυτήν του Κυρίου, αλλά λέγει: «ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν(:σήκωσε τους οφθαλμούς Του προς τον ουρανό)» και αποκαλεί αυτό μάλλον συνομιλία με τον Πατέρα. Και αν σε άλλη περίπτωση την ονομάζει «προσευχή» και δείχνει τον Κύριο άλλοτε να γονατίζει και άλλοτε να υψώνει τους οφθαλμούς Του προς τον ουρανό, να μη θορυβηθείς· διότι δια τούτων διδασκόμαστε το αδιάλειπτο της προσευχής, ώστε και όταν στεκόμαστε, να βλέπουμε προς τον Ουρανό όχι μόνο με τους σωματικούς μας οφθαλμούς, αλλά και με τους οφθαλμούς της διανοίας, και όταν γονατίζουμε, να συντρίβουμε έτσι την καρδιά μας· διότι ήλθε ο Χριστός, όχι μόνο για να μας παρουσιάσει τον Εαυτό Του, αλλά και για να μας διδάξει την ανέκφραστη αρετή. Εκείνος ο οποίος διδάσκει, δεν πρέπει μόνο με λόγια, αλλά και με έργα να διδάσκει.

 
Ας ακούσουμε λοιπόν τι λέγει εδώ: «Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε(:Πατέρα, ήλθε η ώρα, την οποία η σοφία Σου όρισε για να πάθω και να θυσιαστώ κατ’ αυτήν. Δέξου τη θυσία του Πάθους μου και δόξασε τον Υιό Σου και κατά την ανθρώπινη φύση Του, για να σε δοξάσει και ο Υιός σου με την απολύτρωση και τη σωτηρία των ανθρώπων, η οποία θα αχθεί εις πέρας με τη θυσία Του αυτή και την αιώνια αρχιερατική Του μεσιτεία μετά από αυτήν)»[Ιω. 17,1]. Πάλι δείχνει σε εμάς ότι δεν έρχεται προς τον Σταυρό χωρίς τη θέλησή Του. Διότι πώς δεν θα ερχόταν με τη θέλησή Του, Αυτός που ευχόταν τούτο να συμβεί και το πράγμα τούτο το αποκαλεί «δόξα», όχι μόνο Αυτού, ο οποίος θα σταυρωνόταν, αλλά και του Πατρός; Και πράγματι έτσι έγινε· διότι δεν δοξάστηκε μόνο ο Υιός, αλλά και ο Πατέρας· διότι πριν από τη σταύρωση ούτε οι Ιουδαίοι Τον γνώριζαν· διότι λέγει: «Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω(:ο ισραηλιτικός λαός δεν με γνώρισε, ούτε με αναγνώρισε ως Κύριό του)»[Ησ. 1,3], μετά όμως από τη σταύρωση όλη η οικουμένη προσέτρεξε κοντά Του.
 
Έπειτα λέγει και τον τρόπο της δόξας και πώς θα δοξάσει ο Πατήρ τον Υιό: «καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον(:Δόξασε τον Υιό Σου σύμφωνα με την εξουσία που Του έδωσες πάνω σε όλη την ανθρωπότητα, για να δώσει ζωή αιώνια ως αιώνιος αρχιερέας καθισμένος στα δεξιά Σου σε όλο το πλήθος εκείνο που Του έδωσες και οι οποίοι πίστεψαν σε Αυτόν)»[Ιω.17,2]· διότι πάντοτε το να ευεργετεί είναι δόξα για τον Θεό.
 
Και τι σημαίνει το «καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός»; Κατ’ αρχάς δείχνει ότι τα κηρύγματά Του δεν έχουν περιοριστεί μόνο στους Ιουδαίους, αλλά επεκτείνονται και σε όλη την οικουμένη και προετοιμάζει την κλήση των εθνικών. Διότι, όταν είπε: «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε(:Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες)»[Ματθ. 10,5], και πρόκειται στη συνέχεια μετά από αυτά να πει: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)»[Ματθ.28,19], δείχνει ότι και ο Πατήρ το επιθυμεί αυτό· διότι αυτό πολύ σκανδάλιζε τους Ιουδαίους, αλλά και τους μαθητές· διότι ούτε μετά από αυτά δέχονταν με ευκολία να έρχονται σε επικοινωνία με τους εθνικούς, έως ότου έλαβαν τη διδασκαλία από το Άγιο Πνεύμα· καθόσον δεν γινόταν αυτό μικρό σκάνδαλο για τους Ιουδαίους. Μετά λοιπόν από αυτήν την τόσο μεγάλη εμφάνιση και επίδειξη του Αγίου Πνεύματος, όταν ο Πέτρος έφτασε στα Ιεροσόλυμα, με δυσκολία κατόρθωσε να αποφύγει τις κατηγορίες, όταν είπε εκείνα τα σχετικά με το σινδόνι [:που είδε σε όραμά του από τον Θεό και του υποδείκνυε και ότι και στους εθνικούς έπρεπε να διδάξει και ότι και σε αυτούς έδωσε ο Θεός τη χορηγηθείσα στους Ιουδαίους μετάνοια, για να λάβουν και αυτοί δια του Μεσσία τη σωτηρία και την αιώνια ζωή][ βλ.Πράξ. κεφ. 11].
 
Τι σημαίνει λοιπόν το «ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός»; Πότε λοιπόν την πήρε αυτήν την εξουσία; Θα ρωτήσω τους αιρετικούς: πριν τους πλάσει ή κατόπιν; Διότι ο ίδιος ο Κύριος λέγει ότι την έλαβε μετά τη Σταύρωση και την Ανάσταση. Τότε λοιπόν λέγει: «ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς(:δόθηκε και στην ανθρώπινη φύση μου κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη)»[Ματθ. 28,18]· «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)»[Ματθ.28,19].
 
Τι λοιπόν; Δεν είχε εξουσία επί των δικών Του έργων, αλλά δημιούργησε μεν αυτούς, ο Ίδιος όμως μετά από αυτό το γεγονός της δημιουργίας δεν είχε εξουσία επ’ αυτών; Και όμως φαίνεται ότι όλα ο Ίδιος τα επιτελεί και κατά την παλαιά εποχή, και άλλους μεν να τους τιμωρεί επειδή αμάρταναν, ενώ άλλους οι οποίοι επέστρεφαν, να τους διορθώνει· διότι λέγει: «Οὐ μὴ κρύψω ἐγὼ ἀπὸ Ἁβραὰμ τοῦ παιδός μου, ἃ ἐγὼ ποιῶ(:δεν θα κρύψω εγώ από τον Αβραάμ τον δούλο μου, αυτά που εγώ θα κάνω)»[Γέν.18,17], και άλλους πάλι να τους τιμά επειδή εκτελούσαν τις εντολές Του· έπειτα τότε μεν είχε εξουσία, έπειτα όμως την απώλεσε, και τώρα την έλαβε και πάλι; Και ποιος δαίμονας θα ήταν δυνατό να ξεστομίσει τέτοια πράγματα;
 
Εάν επίσης είναι η ίδια εξουσία τότε και τώρα -διότι λέγει: «ὥσπερ γὰρ ὁ πατὴρ ἐγείρει τοὺς νεκροὺς καὶ ζωοποιεῖ, οὕτω καὶ ὁ υἱὸς οὓς θέλει ζωοποιεῖ(:ο Υιός ακόμη και νεκρούς θα αναστήσει. Διότι, όπως ο Πατήρ ανασταίνει τους νεκρούς και τους δίνει ζωή, έτσι και ο Υιός έχει απεριόριστη εξουσία και δύναμη ώστε να δίνει ζωή όχι μόνο φυσική, αλλά και πνευματική. Και την πνευματική αυτή ζωή τη μεταδίδει σε όποιον θέλει και σε όποιον κρίνει άξιο να την μεταδώσει)»[Ιω.5,21],τι σημαίνει ο λόγος Του εκείνος; Επρόκειτο να στείλει τους Μαθητές Του στα έθνη· για να μη νομίζουν λοιπόν ότι αυτό αποτελεί καινοτομία, επειδή έλεγε: «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ.15,24], δείχνει ότι αυτό φαίνεται καλό και στον Πατέρα.
 
Και αν πάλι το λέγει αυτό με ταπεινά και ευτελή λόγια, καθόλου απορίας άξιο δεν είναι· διότι με αυτόν τον τρόπο κατήρτιζε και εκείνους που ζούσαν εκείνη την εποχή και αυτούς που έζησαν μετά από αυτά, και -εκείνο το οποίο είπα- πάντοτε με τις πιο ταπεινές και απλοϊκές εκφράσεις έπειθε ότι οι λόγοι Του προσαρμόζονταν, από συγκατάβαση, στην αντιληπτική ικανότητα που διέθεταν ακόμη τότε.
 
Αλλά τι σημαίνει: «πάσης σαρκός»; Διότι βέβαια δεν πίστεψαν όλοι. Και όμως, όσο εξαρτάται από Αυτόν, όλοι πίστεψαν· εάν όμως δεν πρόσεχαν στα λόγια Του, δεν ανήκει στον Διδάσκαλο η κατηγορία, αλλά σε εκείνους οι οποίοι δεν δέχονταν τα λόγια Του.
 
«Ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον(:αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι άνθρωποι συνεχώς όλο και περισσότερο Εσένα, τον μόνο αληθινό Θεό, και τον Ιησού Χριστό, τον οποίο απέστειλες στον κόσμο, έχοντας ζωντανή επικοινωνία με Εσένα και απολαμβάνοντας τις άπειρες τελειότητές Σου)»[Ιω.17,2]. Εάν πάλι και εδώ ομιλεί κατά τρόπο περισσότερο προσαρμοσμένο στα ανθρώπινα μέτρα, να μην απορήσεις· διότι πράττει τούτο και για τις αιτίες που αναφέρθηκαν προηγουμένως και διότι αποφεύγει ο Ίδιος να λέγει κάτι σπουδαίο για τον Εαυτό Του, γιατί κάτι τέτοιο θα προσέκρουε στο αίσθημα και τη σκέψη των ακροατών Του, εφόσον μέχρι τότε δεν είχαν σχηματίσει καμία υψηλή γνώμη περί Αυτού.
 
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης βέβαια, όταν ομιλεί από μόνος του, δεν ομιλεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά χρησιμοποιεί υψηλότερες εκφράσεις, λέγοντας τα εξής: «Πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν(:όλα τα δημιουργήματα δημιουργήθηκαν δι’ Αυτού, σε συνεργασία με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα˙ και χωρίς Αυτόν δεν έγινε το παραμικρό απ’ όλα όσα έχουν γίνει)»[Ιω.1,3] και ότι «ζωὴ ἦν (:είχε μέσα Του τη ζωή, και Αυτός, ως πηγή της ζωής που είναι, δημιούργησε και συντηρεί κάθε ζωή. Και για τους ανθρώπους, που είναι λογικά όντα, ήταν από την αρχή και το πνευματικό φως, που φωτίζει τον νου τους και τους οδηγεί στην αλήθεια)»[Ιω.1,4] και ότι «ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν(:ως Λόγος και ως δεύτερο πρόσωπο της Θεότητος ήταν πάντοτε ο Χριστός το απολύτως τέλειο φως, η μοναδική πηγή του φωτός, που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο)»[Ιω.1,9] και ότι «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε(:ήλθε απ’ τον ουρανό και έζησε ως άνθρωπος στη γη της επαγγελίας, που ήταν ξεχωρισμένη πριν από πολλούς αιώνες από τον Θεό ως ιδιαιτέρως δική Του)»[Ιω.1,11] και όχι ότι δεν θα είχε εξουσία, εάν δεν την έπαιρνε από τον Πατέρα, αλλά ότι και σε άλλους έδωσε «ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι(:τους έδωσε το δικαίωμα και τη χάρη να γίνουν τέκνα του Θεού)» [Ιω.1,12].
 
Και ο απόστολος Παύλος ομοίως αποκαλεί Αυτόν ίσο με τον Θεό[βλ. Φιλιπ.2,6: «ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ(:ο Ιησούς Χριστός δηλαδή, αν και είχε την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και ως απαράλλακτη και ζωντανή εικόνα του Θεού είχε τη μορφή και τη φύση του Θεού, δεν θεώρησε την ισότητά Του με τον Θεό Πατέρα αποτέλεσμα αρπαγής· διότι εάν ήταν αποτέλεσμα αρπαγής, δεν θα τολμούσε να το αποθέσει, από φόβο μήπως το χάσει)»]. Ο Ίδιος όμως ο Κύριος παρακαλεί τον Πατέρα κατά τρόπο περισσότερο ταιριαστό και κατανοητό από τους ανθρώπους, ομιλώντας ως εξής: «ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν(:αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι άνθρωποι συνεχώς όλο και περισσότερο εσένα, τον μόνο αληθινό Θεό, και τον Ιησού Χριστό, τον Οποίο απέστειλες στον κόσμο, έχοντας ζωντανή επικοινωνία με Εσένα και απολαμβάνοντας τις άπειρες τελειότητές Σου)»[Ιω.17,2-3].
 
Λέγει «τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν» προς διάκριση από τους μη πραγματικούς «θεούς»· διότι επρόκειτο να στείλει τους μαθητές στα έθνη. Αλλά εάν τούτο δεν το δεχθούν, με αυτό και μόνο αρνούνται οι εθνικοί ότι ο Υιός είναι αληθινός Θεός, τότε περαιτέρω θα αρνηθούν και την ύπαρξη του Θεού· καθόσον λέγει: «τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου Θεοῦ οὐ ζητεῖτε;(: αλλά πώς είναι δυνατόν να πιστέψετε εσείς, αφού επιδιώκετε να παίρνετε δόξα και επαίνους ο ένας από τον άλλο και δεν ζητάτε τη δόξα που πηγάζει από τον ένα και μόνο Θεό;)»[Ιω.5,44].
 
Τι λοιπόν; Δεν θα είναι Θεός ο Υιός; Εάν όμως είναι Θεός ο Υιός και ονομάζεται μόνος του Πατρός, είναι φανερό ότι είναι και αληθινός και ονομάζεται «μόνος αληθινός».
 
Αλλά τι; Όταν λέγει ο Παύλος: «ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας(:ή μόνος εγώ και ο Βαρνάβας)»[Α΄Κορ.9,6], άραγε αποκλείει τον Βαρνάβα; Καθόλου· διότι το «μόνος» χρησιμοποιείται προς διάκριση από άλλους. Εάν λοιπόν δεν είναι αληθινός ο Θεός, πώς ο Ιησούς είναι αλήθεια[Ιω.14,6:«ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή»]; Διότι η αλήθεια δεν διαφέρει πολύ του αληθινού.
 
Για τον μη αληθινό άνθρωπο, τι θα πούμε; Πες μου, τι θα πούμε, ότι δεν είναι καν αληθινός άνθρωπος; Κάτω από αυτές τις συνθήκες, αν δεν είναι αληθινός Θεός ο Υιός, πώς είναι Θεός; Πώς επίσης καθιστά εμάς θεούς και υιούς, όταν δεν είναι αληθινός;
 
Αλλά για αυτά έχω ομιλήσει σε σας ακριβέστερα και λεπτομερέστερα σε άλλους λόγους· γι’αυτό, ας προχωρήσουμε στη συνέχεια: «Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς(:εγώ γνωστοποίησα το όνομά Σου στους ανθρώπους και υπάκουσα τελείως στο θέλημά Σου, κι έτσι Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία μου, την οποία θα προσφέρω σε λίγο πάνω στον σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω)»[Ιω.17,4]. Καλώς είπε: «ἐπὶ τῆς γῆς»· διότι στον ουρανό είχε δοξαστεί, δεδομένου ότι και στη φύση Του είχε τη δόξα, και εκ μέρους των αγγέλων προσκυνούνταν. Δεν ομιλεί λοιπόν για τη δόξα εκείνη, η οποία ανήκει στη φύση Του (διότι και αν ακόμη κανείς δεν δοξάσει Αυτόν κατ’ εκείνη τη δόξα, μονίμως τη διατηρεί πλήρη), αλλά εννοεί αυτήν, η οποία προέρχεται από τη λατρεία των ανθρώπων.
 
Λοιπόν και το «δόξασόν με», αυτή τη σημασία έχει. Και για να μάθεις ότι αυτόν τον τρόπο της δόξης εννοεί, άκουσε τα εξής: «ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω(:εγώ γνωστοποίησα το όνομά Σου στους ανθρώπους και υπάκουσα τελείως στο θέλημά Σου, κι έτσι Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία μου, την οποία θα προσφέρω σε λίγο πάνω στον σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω)»[Ιω.17,4]· αν και βέβαια η υπόθεση ακόμη αυτή είχε αρχή, μάλλον δε ούτε αρχή.
 
Πώς λέγει λοιπόν «ἐτελείωσα»; Ή σημαίνει: «επιτέλεσα οτιδήποτε εξαρτάται από εμένα» ή εκείνο, το οποίο πρόκειται να γίνει, το αναφέρει ως τετελεσμένο, ή εκείνο, το οποίο κυρίως μπορούμε να πούμε, εννοεί ότι το παν είχε πλέον επιτελεστεί με την τοποθέτηση της ρίζας των αγαθών, εκ της οποίας οπωσδήποτε αναγκαίως θα παράγονταν οι καρποί, και ότι σε εκείνους, οι οποίοι επρόκειτο μετά από αυτά να έλθουν, ο Ίδιος θα ήταν παρών και θα τους ακολουθούσε ενωμένος με αυτούς.
 
Γι’ αυτό και πάλι λέγει κατά ανθρώπινη έκφραση: «ὃ δέδωκάς μοι». Διότι, βεβαίως, εάν περίμενε ο Κύριος να ακούσει και να μάθει, θα απείχαν αυτά πολύ από τη δόξα Του· διότι ότι οικειοθελώς ενσαρκώθηκε και ήλθε στο σταυρικό πάθος για τη σωτηρία των ανθρώπων είναι από πολλές πηγές φανερό. Π.χ. όταν λέγει ο Παύλος ότι «καὶ περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμὴν εὐωδίας(: και να συμπεριφέρεστε με αγάπη, όπως και ο Χριστός μάς αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μας και για τη σωτηρία μας ως προσφορά και θυσία στον Θεό, για να είναι μπροστά Του η θυσία αυτή σαν οσμή που εωδιάζει)»[Εφ.5,2] και «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών(:αλλά κένωσε τον εαυτό Του συγκαλύπτοντας και κρύβοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητάς Του. Πήρε μορφή δούλου και έγινε όμοιος με τους ανθρώπους)»[Φιλιπ.2,7]· και πάλι: «καθὼς ἠγάπησέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς(:ο σύνδεσμος που μας ενώνει όπως τα κλήματα με την κληματαριά είναι σύνδεσμος αγάπης. Πράγματι. Όπως με αγάπησε ο Πατέρας μου, όταν έγινα άνθρωπος και του έδειξα τέλεια υπακοή, έτσι και εγώ σας αγάπησα. Εξακολουθήστε να μένετε στην αγάπη μου, με το να αποδεικνύεστε άξιοι αυτής της αγάπης)»[Ιω.15,9].
 
«Καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί (:και τώρα που η επίγεια αποστολή μου τελείωσε, ανάδειξέ με με την Ανάσταση και την Ανάληψή μου αιώνιο Αρχιερέα και δόξασέ με και ως άνθρωπο Εσύ, Πάτερ, δίπλα Σου, με τη δόξα που είχα κοντά Σου προτού να δημιουργηθεί ο κόσμος)»[Ιω.17,5].Και πού είναι η δόξα εκείνη; Διότι έστω ότι πλησίον των ανθρώπων ήταν άνευ δόξης λόγω της ενδυμασίας Του· πώς ζητεί να δοξασθεί και πλησίον του Θεού; Ο λόγος εδώ είναι περί της οικονομίας· δηλαδή λέγει το εξής ότι θα Τον δοξάσει τώρα ο Πατήρ, επειδή δεν είχε ακόμη δοξαστεί η φύση της σαρκός, ούτε είχε ακόμη απολαύσει την αφθαρσία, ούτε είχε μετάσχει του βασιλικού θρόνου. Γι’ αυτό δεν είπε: «ἐπί τῆς γῆς» αλλά «παρά σοί».
 
«Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι(:φανέρωσα το όνομά Σου και έκανα γνωστές τις άπειρες τελειότητές Σου στους ανθρώπους που απέσπασες από τους κόλπους του κόσμου και τους έδωσες σε Εμένα. Η πρόθεσή τους ήταν αγαθή και γι’ αυτό ήταν δικοί Σου. Εσύ τους έδωσες σε Εμένα, και αυτοί τήρησαν τον λόγο Σου, τον οποίο τους αποκάλυψα)»[Ιω.17,6].
 
«Μεγάλης βουλής Άγγελος» λέγεται ο Υιός του Θεού και για όλα τα άλλα, τα οποία δίδαξε και κυρίως διότι παρουσίασε τον Πατέρα στους ανθρώπους· τούτο ακριβώς και τώρα λέγει: «Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις (:εγώ γνωστοποίησα το όνομά σου στους ανθρώπους και υπάκουσα τελείως στο θέλημά Σου, κι έτσι Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία μου, την οποία θα προσφέρω σε λίγο πάνω στον σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω)»[Ιω.17,4], επεξηγεί πάλι αυτό, λέγοντας ποιο έργο ήταν· και όμως, ήταν φανερό το όνομα του Θεού· διότι και ο Ησαΐας λέγει: «οἱ ὀμνύοντες ἐπὶ τῆς γῆς ὁμοῦνται τὸν Θεὸν τὸν ἀληθινόν (:και όσοι από τους κατοίκους της γης βρίσκονται στην ανάγκη να ορκίζονται, θα ορκιστούν στον αληθινό Θεό)»[Ησ. 65,16])· αλλά εκείνο, το οποίο πολλές φορές είπα, αλλά και τώρα λέγω, δηλαδή ότι αν και ήταν φανερό το όνομα, ήταν όμως φανερό μόνο στους Ιουδαίους και όχι πάλι σε όλους αυτούς· τώρα όμως ομιλεί περί των εθνών. Και δεν δείχνει αυτό μόνο, αλλά ότι και τον ίδιο τον Πατέρα γνώρισαν. Και δεν είναι όμοιο να μάθει κανείς ότι είναι Δημιουργός με το να μάθει ότι έχει και Υιό. Φανέρωσε μάλιστα το όνομα Αυτού και με λόγια και με έργα.
 
«οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου (:τους οποίους Εσύ πήρες από τον κόσμο και μου τους έδωσες ως μαθητές μου)».Όπως ακριβώς λέγει στην αρχή: «Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐὰν μὴ ᾖ δεδομένον αὐτῷ ἐκ τοῦ πατρός μου(:επειδή γνώριζα ότι μερικοί από σας θα κλονίζονταν στην πίστη και δεν θα παρέμεναν μέχρι τέλους μαθητές μου, γι’ αυτό σας είπα ότι κανείς δεν μπορεί να αισθανθεί μέσα του ότι είμαι ο Σωτήρας και ο Λυτρωτής και με την πίστη αυτή να έλθει κοντά μου, εάν δεν του έχει δοθεί αυτό από τον Πατέρα μου)»[Ιω.6,65], έτσι και εδώ λέγει: «οὓς δέδωκάς μοι».
 
Και όμως ο ίδιος ο Κύριος λέγει για τον Εαυτό Του ότι είναι η οδός: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή (:εγώ είμαι ο μοναδικός δρόμος, από τον οποίο μπορεί να φτάσει κανείς στον ουρανό. Διότι συγχρόνως είμαι και η απόλυτη αλήθεια και η πραγματική και πηγαία ζωή. Κανείς δεν είναι δυνατόν να έλθει προς τον Πατέρα και να μετάσχει στη μακαρία ζωή Του, παρά μόνο αν περάσει από Εμένα˙ διότι εγώ με τη διδασκαλία μου σας γνωρίζω τον Πατέρα μου και την αλήθεια Του. Και με τη θυσία μου ως αιώνιος αρχιερέας σας συμφιλιώνω με Αυτόν)» [Ιω.14,6].
 
Από αυτό είναι φανερό ότι με τα λόγια Του δύο πράγματα εδώ αποδεικνύει, δηλαδή και ότι δεν είναι αντίθετος προς τον Πατέρα και ότι θέλημα του Πατρός είναι να πιστέψουν οι Μαθητές στον Υιό.
 
«Σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας». Εδώ θέλει να διδάξει ότι σε μεγάλο βαθμό Τον αγαπάει ο Πατήρ. Διότι, ότι δεν είχε ανάγκη να λάβει αυτούς, είναι φανερό από το εξής: ο Ίδιος δημιούργησε αυτούς, ο Ίδιος και φροντίζει για αυτούς συνεχώς. Πώς λοιπόν έλαβε αυτούς; Αλλά, πράγμα το οποίο είπα εγώ, αυτό δείχνει τη συμφωνία προς τον Πατέρα.
 
Εάν πάλι κανείς ήθελε να εξετάσει τα παραπάνω λόγια με τον ανθρώπινο τρόπο, και με αυτόν τον τρόπο, κατά τον οποίο έχει λεχθεί, δεν θα είναι πλέον του Πατρός· διότι εάν, όταν ο Πατήρ είχε αυτούς, δεν είχε αυτούς ο Υιός, είναι ευνόητο ότι, και όταν έδωσε ο Πατήρ αυτούς στον Υιό, παραιτήθηκε από την εξουσία Του σε αυτούς· και το πλέον παράλογο πάλι είναι τούτο· δηλαδή από τη μια πλευρά θα βρεθούν να είναι ατελείς, όταν ήσαν υπό την εξουσία του Πατρός, και από την άλλη να καθίστανται τελειότεροι, όταν περιήλθαν υπό την εξουσία του Υιού. Αλλά αυτά είναι γελοία ακόμη και να τα πει κανείς.
 
Τι δείχνει λοιπόν με τον λόγο αυτό; Ότι και στον Πατέρα φαινόταν καλό να πιστεύουν στον Υιό.
 
«Καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν(:φανέρωσα το όνομά Σου και έκανα γνωστές τις άπειρες τελειότητές Σου στους ανθρώπους που απέσπασες από τους κόλπους του κόσμου και τους έδωσες σε Εμένα. Η πρόθεσή τους ήταν αγαθή και γι’ αυτό ήταν δικοί Σου. Εσύ τους έδωσες σε μένα, κι αυτοί τήρησαν τον λόγο Σου, τον οποίο τους αποκάλυψα. Τώρα έμαθαν τελειότερα και πείστηκαν ότι η διδασκαλία μου και τα έργα μου και όλα γενικότερα όσα μου έδωσες προέρχονται από Εσένα)»[Ιω.17,6-7].
 
Πώς τήρησαν τον λόγο Σου; Με το να πιστέψουν σε Εμένα και να μην προσέχουν στους Ιουδαίους· διότι εκείνος, ο οποίος πιστεύει σε Αυτόν, λέγει: «ὁ λαβὼν αὐτοῦ τὴν μαρτυρίαν ἐσφράγισεν ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστιν(:εκείνος που πίστεψε στη μαρτυρία Του και εγκολπώθηκε τη διδασκαλία Του, αυτός έβαλε τη σφραγίδα Του κάτω από τα λόγια αυτά του Υιού και απεσταλμένου του Θεού και επιβεβαίωσε επίσημα ότι ο Θεός είναι αληθινός και δεν ψεύδεται)»[Ιω.3,33]. Διότι μερικοί λέγουν ότι «νῦν ἔγνων [δηλαδή όχι “ἔγνωκαν”] ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν(: τώρα γνώρισα εγώ ότι όλα όσα μου έχεις δώσει προέρχονται από εσένα)», αλλά αυτό δεν δύναται να έχει καμία δικαιολογία και υπόσταση· διότι πώς επρόκειτο ο Υιός να αγνοεί τα σχετικά με τον Πατέρα; Αλλά τούτο έχει λεχθεί για τους Μαθητές. Δηλαδή: «από τότε που είπα αυτά», λέγει, «έμαθαν ότι όλα όσα μου έχεις δώσει προέρχονται από Εσένα»· «τίποτα δεν είναι ιδιαίτερο, τίποτα δεν είναι ξένο εκ μέρους μου απέναντί Σου· διότι το ιδιαίτερο τα παρουσιάζει τα περισσότερα σαν να ανήκουν σε ξένο. Έμαθαν λοιπόν ότι όλα όσα διδάξω, είναι δικά Σου, και τα διδάγματα και τα δόγματα».
 
Και πώς τα έμαθαν; «Από τους λόγους μου· διότι κατά τον τρόπο αυτό και δίδασκα». Και όχι μόνο αυτό, αλλά και ότι «ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον(:και απόδειξη ότι έλαβαν την πληροφορία και τη γνώση αυτή είναι ότι τους λόγους που μου έδωσες για να τους αποκαλύψω στους ανθρώπους, εγώ τους παρέδωσα σε αυτούς με τη διδασκαλία μου, και αυτοί τους παρέλαβαν και τους αποδέχθηκαν. Και απέκτησαν πράγματι τη βεβαιότητα και την πεποίθηση ότι γεννήθηκα και βγήκα από τους κόλπους Σου, και πίστεψαν ότι Εσύ με απέστειλες στον κόσμο)»[Ιω.17,8]· διότι αυτό φρόντισε να αποδείξει από την αρχή έως το τέλος του Ευαγγελίου.
 
«Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ(:εγώ, που τόσο εργάστηκα για να τους οδηγήσω στην αληθινή αυτή γνώση και πίστη, σε παρακαλώ γι’ αυτούς ως μέγας αρχιερέας και μεσίτης. Δεν σε παρακαλώ τη στιγμή αυτή για τον κόσμο της απιστίας και της αμαρτίας, αλλά σε παρακαλώ για κείνους που μου έδωσες˙ διότι, ενώ μου τους έδωσες, δεν παύουν να είναι δικοί Σου)»[Ιω.17,9]. Τι λέγεις; Διδάσκεις τον Πατέρα σαν να το αγνοεί; Συνομιλείς με Αυτόν σαν με άνθρωπο που δεν γνωρίζει; Τι σημαίνει λοιπόν αυτή η διάκριση; Βλέπεις ότι η προσευχή γίνεται όχι για άλλο λόγο, αλλά για να μάθουν οι μαθητές την αγάπη, την οποία έχει προς αυτούς; Διότι Εκείνος, ο Οποίος όχι μόνο τις δικές Του δωρεές παρείχε, αλλά παρακαλεί και Άλλον για τον σκοπό αυτό, δείχνει μεγαλύτερη την αγάπη Του.
 
Τι σημαίνει λοιπόν το «περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ»; «Οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι(:εγώ, που τόσο εργάστηκα για να τους οδηγήσω στην αληθινή αυτή γνώση και πίστη, σε παρακαλώ γι’ αυτούς ως μέγας αρχιερέας και μεσίτης. Δεν σε παρακαλώ τη στιγμή αυτή για τον κόσμο της απιστίας και της αμαρτίας, αλλά σε παρακαλώ για κείνους που μου έδωσες˙ διότι, ενώ μου τους έδωσες, δεν παύουν να είναι δικοί Σου)»[Ιω.17,9].Συνεχώς θέτει το «δέδωκας», για να μάθουν ότι τούτο είναι γνώμη του Πατρός.
 
Έπειτα, επειδή κατ’ επανάληψη είπε: «Σοί εἰσί καί σύ μοι αὐτούς δέδωκας», για να καταρρίψει την πονηρή γνώμη, δηλαδή για να μη νομίσει κανείς ότι είναι πρόσφατη η εξουσία Αυτού, και ότι τώρα έχει παραλάβει αυτούς, τι λέγει; «Καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς(:και όλα όσα ανήκουν σε μένα δικά σου είναι, όπως και τα δικά σου είναι δικά μου. Κι αυτοί λοιπόν δικοί σου ήταν και έγιναν δικοί μου˙ αλλά και ως δικοί μου εξακολουθούν να είναι δικοί σου. Κι εγώ έχω δοξαστεί από αυτούς, διότι αναγνώρισαν τη θεϊκή μου φύση και πίστεψαν σε Εμένα)»[Ιω.17,10].
 
Είδες ισοτιμία; Δηλαδή για να μην νομίσεις όταν ακούς «δέδωκάς μοι», ότι οι Μαθητές παύουν να ανήκουν στην εξουσία του Πατρός, ή προηγουμένως δεν ανήκαν στην εξουσία του Υιού, ο Κύριος και τα δύο τα κατέρριψε, αφού είπε εκείνα τα οποία είπε· ισοδυναμούν αυτά με το να έλεγε: «Ούτε, ακούγοντας ότι ‘’εμένα αυτούς έχεις δώσει’’ να νομίσεις ότι αυτοί είναι ξένοι ως προς τον Πατέρα(διότι τα δικά μου είναι και δικά Του),ούτε να νομίσεις ακούγοντας το ‘’ήσαν δικοί Σου’’ ότι είναι ξένοι ως προς Εμένα· διότι τα δικά Του είναι και δικά Μου».
 
Ώστε το «δέδωκας» έχει λεχθεί μόνο λόγω προσαρμογής του λόγου στα ανθρώπινα μέτρα· διότι εκείνα τα οποία έχει ο Πατήρ είναι του Υιού και εκείνα τα οποία έχει ο Υιός, είναι του Πατρός. Και αυτό, δηλαδή το «καί τά σά ἐμά», ούτε επί του Υιού δύναται να λέγεται με την ανθρώπινη έννοια, αλλά επειδή ο λόγος είναι περί Ανωτέρου των ανθρώπων, γι’ αυτό λέγεται έτσι. Διότι εκείνο μεν, το οποίο έχει ο μικρότερος είναι βέβαια καθ’ ολοκληρίαν φανερό ότι είναι του μεγαλύτερου, καθόλου όμως δεν συμβαίνει το αντίστροφο.
 
Αλλά εδώ ο Κύριος τα αντιστρέφει, η δε αντιστροφή δηλώνει την ισότητα. Δείχνοντας αυτό και σε άλλη περίπτωση ο Κύριος λέγει: «Πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμά ἐστι(:προηγουμένως σας είπα ότι ο Παράκλητος θα σας πει όσα θα ακούσει από τον Πατέρα μου. Όλα όμως όσα έχει ο Πατέρας μου είναι δικά μου. Γι’ αυτό σας είπα στη συνέχεια ότι ο Παράκλητος θα πάρει από τη δική μου γνώση και σοφία και θα την αποκαλύψει σε σας)»[Ιω.16,15], ομιλώντας περί γνώσεως· το δε «δέδωκάς μοι» και όσα παρόμοια λέγει, τα λέει, για να δείξει ότι προσείλκυσε αυτούς όχι ως ξένος, αφού ήλθε, αλλά έλαβε τους δικούς Του.
 
Έπειτα εκθέτει και την αιτία και την απόδειξη λέγοντας: «καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς(:και όλα όσα ανήκουν σε Εμένα δικά Σου είναι, όπως και τα δικά Σου είναι δικά μου. Και αυτοί λοιπόν δικοί Σου ήταν και έγιναν δικοί μου˙ αλλά και ως δικοί μου εξακολουθούν να είναι δικοί Σου. Και εγώ έχω δοξαστεί από αυτούς, διότι αναγνώρισαν τη θεϊκή μου φύση και πίστεψαν σε Εμένα)»[Ιω.17,10]· δηλαδή: ή «ότι έχω εξουσία επ’ αυτών», ή «ότι θα με δοξάσουν ομοίως». Εάν όμως δεν δοξάστηκε από αυτούς κατά όμοιο τρόπο, δεν είναι τότε δικά Του τα του Πατρός· διότι κανείς δε δοξάζεται με εκείνα επί των οποίων δεν έχει εξουσία.
 
Πώς λοιπόν έχει δοξαστεί με όμοιο τρόπο; Όλοι ομοίως αποθνήσκουν υπέρ Αυτού, όπως και υπέρ του Πατρός και κηρύσσουν Αυτόν, όπως και τον Πατέρα· και όπως στο όνομα του Πατρός λέγουν ότι τα πάντα γίνονται, έτσι και στο όνομα του Υιού.
 
«Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί(:εγώ βέβαια δεν θα είμαι πλέον στον κόσμο, όπως μέχρι τώρα, με τη σωματική μου παρουσία, για να τους ενθαρρύνω και να τους ενισχύω με αυτή. Αυτοί όμως θα είναι στον κόσμο, διότι δεν επιτέλεσαν ακόμη την αποστολή τους. Εγώ έρχομαι σε σένα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική Σου προστασία και δύναμη, την οποία έδωσες και σε Εμένα˙ έτσι ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους και να είναι με την αγάπη και την ομοφροσύνη ένα πνευματικό σώμα, όπως είμαστε ένα και εμείς που έχουμε την ίδια ουσία και φύση)»[Ιω.17,11]· αυτό σημαίνει «και αν δε φαίνομαι κατά σάρκα, δια των μαθητών μου δοξάζομαι».
 
Γιατί άραγε συνεχώς λέγει ότι «οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ(:στον κόσμο πια δεν είμαι)» και ότι «επειδή αφήνω αυτούς, θέτω αυτούς υπό την προστασία Σου» και «ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς (:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία Σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε κι έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12];
 
Διότι εάν λάβει κανείς αυτούς τους λόγους με την καθ’ αυτό σημασία τους, θα προκύψουν πολλά παράλογα· διότι πώς δύναται να έχει λογική εξήγηση το να μη βρίσκεται ο Ίδιος στον κόσμο, και όταν απέρχεται να εμπιστεύεται τους Μαθητές σε Άλλον; Διότι αυτοί ήταν ως λόγοι ενός ανθρώπου που συνεχώς χωριζόταν από αυτούς. Βλέπεις ότι κατά ανθρώπινο τρόπο εκφράζεται κατά το πλείστον, σύμφωνα με τη νοοτροπία και την πνευματική τους ωριμότητα, επειδή νόμιζαν ότι είχαν κάπως περισσότερη ασφάλεια από την παρουσία Αυτού;
 
Γι’ αυτό λέγει: «ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς (:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία Σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε κι έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12]. Και όμως λέγει ότι «ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς»[Ιω.14,28] και «μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος(:και ιδού, εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου)»[Ματθ.28,20]. Πώς τώρα λέγει αυτά, σαν να πρόκειται να χωρισθεί; Αλλά, πράγμα το οποίο είπα, τα λέγει σύμφωνα με την νοοτροπία τους, για να αναπνεύσουν ανακουφισμένοι λίγο, ακούγοντας Αυτόν να λέει αυτά και να εμπιστεύεται αυτούς στον Πατέρα.
 
Διότι, επειδή ενώ άκουγαν από Αυτόν πολλούς παρηγορητικούς λόγους, δεν πείστηκαν, στο εξής συνομιλεί με τον Πατέρα, δείχνοντας τη στοργή Του απέναντι σε αυτούς· οι λόγοι Του ισοδυναμούν με το να έλεγε: «Εφόσον με καλείς προς Εσένα, κατάστησε αυτούς ασφαλείς».
 
«Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι(:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία Σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε κι έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12]. Τι λες; Και δεν μπορείς να διατηρήσεις αυτούς ασφαλείς; «Ναι, μπορώ». Για ποιο λόγο λοιπόν λες αυτά; «ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς(:τώρα όμως έρχομαι σε Σένα. Και τα λέω αυτά μπροστά τους, ενώ βρίσκομαι ακόμη στον κόσμο αυτόν, για να τα ακούσουν και αυτοί, ώστε, έχοντας τη βεβαιότητα ότι εσύ πλέον θα τους προστατεύεις, να έχουν μέσα τους τέλεια τη χαρά που αισθάνομαι τώρα και εγώ διότι επανέρχομαι κοντά Σου)»[Ιω.17,13], δηλαδή «για να μην ταράσσονται, επειδή είναι ατελέστεροι». Αυτά λοιπόν αφού είπε, έδειξε ότι όλα αυτά τα έλεγε κατ’ αυτόν τον τρόπο για την ανακούφιση και τη χαρά τους· διότι φαίνεται ότι ο λόγος παρουσιάζει αντίθεση.
 
«Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί(:εγώ βέβαια δεν θα είμαι πλέον στον κόσμο, όπως μέχρι τώρα, με τη σωματική μου παρουσία, για να τους ενθαρρύνω και να τους ενισχύω με αυτή. Αυτοί όμως θα είναι στον κόσμο, διότι δεν επιτέλεσαν ακόμη την αποστολή τους. Εγώ έρχομαι σε Εσένα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική Σου προστασία και δύναμη, την οποία έδωσες και σε Εμένα˙ έτσι ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους και να είναι με την αγάπη και την ομοφροσύνη ένα πνευματικό σώμα, όπως είμαστε ένα κι εμείς που έχουμε την ίδια ουσία και φύση)»[Ιω.17,11]·αυτό δηλαδή υπέθεταν εκείνοι· κατ’ αρχήν λοιπόν εκφράζεται σε αυτούς με τον ανθρώπινο τρόπο· διότι εάν έλεγε: «εγώ φυλάσσω αυτούς», δεν θα πίστευαν τότε· για τον λόγο αυτόν λέγει: «Πατέρα μου άγιε, φύλαξε αυτούς με τη δύναμη του ονόματός Σου»· δηλαδή «με τη δική Σου βοήθεια».
 
«ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου (:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία Σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε και έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12]. Πάλι ως άνθρωπος ομιλεί και ως προφήτης· διότι σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται να έπραξε κάτι εν τω ονόματι του Θεού.
 
«οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ(:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε κι έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12]. Και σε άλλη περίπτωση λέγει: «Τοῦτο δέ ἐστι τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκέ μοι μὴ ἀπολέσω ἐξ αὐτοῦ(:και το θέλημα του Πατρός, που με έστειλε στον κόσμο, είναι αυτό ακριβώς: να μη χάσω ούτε ελάχιστους απ’ όσους μου έχει δώσει, αλλά να τους αναστήσω όλους ένδοξα την τελευταία ημέρα του κόσμου αυτού, τότε που θα γίνει η δευτέρα μου παρουσία και η παγκόσμια Κρίση)»[Ιω.6,39].
 
Και όμως δεν χάθηκε εκείνος μόνο, αλλά και πολλοί κατόπιν· πώς λοιπόν λέγει: «οὐ μὴ ἀπολέσω(:δε θα τους χάσω)»; Εννοεί: «δε θα τους χάσω, όσο εξαρτάται από εμένα» (δηλαδή όσον εξαρτάται από εμένα, δεν θα γίνω αίτιος απωλείας) πράγμα το οποίο και σε άλλο μέρος δείχνοντάς το έλεγε σαφέστερα ως εξής: «τὸν ἐρχόμενον πρός με οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω(:αλλά εάν εσείς δεν πιστεύετε σε Εμένα, υπάρχουν άλλοι που θα πιστέψουν. Κάθε λογικό πλάσμα, κάθε άνθρωπος που μου δίνει ο Πατέρας μου για να γίνει δικός μου και να σωθεί από μένα, θα πιστέψει και θα έλθει οπωσδήποτε σε Εμένα. Και αυτόν που έρχεται κοντά μου δεν θα τον πετάξω έξω με περιφρόνηση, αλλά θα τον δεχτώ με μεγάλη στοργή)»[Ιω.6,37], «δε θα αποχωρήσει κανείς εξαιτίας μου, ούτε επειδή τον ωθώ(πράγμα που δεν κάνω), ούτε επειδή θα τον εγκαταλείψω εγώ· εάν όμως από μόνοι τους απομακρύνονται, εγώ δεν θα τους σύρω δια της βίας».
 
«Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι(:τώρα όμως έρχομαι σε Σένα. Και τα λέω αυτά μπροστά τους, ενώ βρίσκομαι ακόμη στον κόσμο αυτόν, για να τ’ ακούσουν και αυτοί, ώστε, έχοντας τη βεβαιότητα ότι Εσύ πλέον θα τους προστατεύεις, να έχουν μέσα τους τέλεια τη χαρά που αισθάνομαι τώρα και εγώ διότι επανέρχομαι κοντά Σου)»[Ιω.17,13]. Παρατηρείς ότι ο διάλογος διεξάγεται κατά ανθρωπινότερο τρόπο; Ώστε εάν κανείς ήθελε να παρουσιάζει κατώτερο τον Υιό από τα λόγια αυτά, θα παρουσιάσει κατώτερο και τον Πατέρα.
 
Παρατηρεί λοιπόν εξαρχής ότι ο Κύριος ομιλεί άλλοτε μεν ως κάποιος που διδάσκει και διευκρινίζει αυτά στον Πατέρα και άλλοτε σαν να δίνει παραγγελίες· ως κάποιος που διδάσκει ομιλεί όταν π.χ. λέγει: «Οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ(:εγώ, που τόσο εργάστηκα για να τους οδηγήσω στην αληθινή αυτή γνώση και πίστη, σε παρακαλώ γι’ αυτούς ως μέγας αρχιερέας και μεσίτης. Δεν σε παρακαλώ τη στιγμή αυτή για τον κόσμο της απιστίας και της αμαρτίας, αλλά σε παρακαλώ για κείνους που μου έδωσες˙ διότι, ενώ μου τους έδωσες, δεν παύουν να είναι δικοί Σου)»[Ιω.17,9], ενώ ως κάποιος που δίνει παραγγελίες, ομιλεί όταν λέγει: «ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου», «οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο» και «πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου» · και πάλι: «σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας» και «ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς».
 
Όλων ωστόσο η εξήγηση είναι ότι οι λόγοι έχουν λεχθεί εξαιτίας της πνευματικής ακόμα αδυναμίας τους και έχουν προσαρμοστεί κατά συγκατάβαση προς το επίπεδό τους να κατανοούν τα υψηλά εκείνα νοήματα.
 
Όταν είπε ότι «οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας(:κανένας από αυτούς τους μαθητές δεν χάθηκε, παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης)» πρόσθεσε «ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ(:όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους φύλαγα με την πατρική και ισχυρή προστασία Σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα και κανείς απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο υιός της απωλείας, ο προδότης Ιούδας, ο οποίος χάθηκε κι έτσι εκπληρώθηκαν και επαληθεύθηκαν οι προφητείες της Αγίας Γραφής)»[Ιω.17,12].
 
Ποια Γραφή εννοεί; Εκείνη, η οποία προλέγει περί του Ιούδα. Δεν χάθηκε βέβαια για τον λόγο αυτό, δηλαδή για να πραγματοποιηθεί αυτό που λέει η Γραφή. Και για την έκφραση αυτή πολλά είπαμε και προηγουμένως, ότι δηλαδή αυτός ο τρόπος εκφράσεως είναι ιδιάζων τρόπος της Γραφής, δια του οποίου εκθέτει τα συμβαίνοντα από τα αποτελέσματά τους[δηλαδή όταν λέγει «ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ» δεν σημαίνει ότι συνέβη «με τον σκοπό να πραγματοποιηθεί η Γραφή», αλλά συνέβη «με αποτέλεσμα να επαληθευτούν οι λόγοι της Γραφής»]. Και πρέπει με ακρίβεια όλα να τα εξετάζει κανείς, και τον λεκτικό τρόπο του ομιλούντος, και την υπόθεση, και τους νόμους της Γραφής, εάν βεβαίως δεν έχουμε την πρόθεση να καταλήξουμε σε παραλογισμούς· διότι λέγει: «Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν(:αδελφοί, μη συμπεριφέρεστε σαν να είστε ακόμη παιδιά στο μυαλό, ανίκανοι να σκεφτείτε σοβαρά και συνετά, αλλά να γίνεστε μόνο ως προς την κακία σαν τα νήπια, απονήρευτοι και αθώοι. Στο μυαλό όμως και στη σκέψη φροντίζετε πάντοτε να γίνεστε τέλειοι άνδρες)»[Α΄Κορ.14,20].
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
 
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
 
 
 
ΠΗΓΕΣ:
 
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
 
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλίες Π΄και ΠΑ΄(κατ’ επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2011, τόμος 14, σελίδες 552-563 και 570-581 .
 
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 75, σελ. 139-144 και 148-155 .
 
 
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
 
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
 
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
 
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
 
 
 
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
 
 
2. Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
 
ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,
 
σύμφωνα με το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον
 
«Τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ. Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν(:τότε λοιπόν ο Πιλάτος τούς παρέδωσε τον Ιησού για να σταυρωθεί. Παρέλαβαν τότε οι στρατιώτες τον Ιησού και άρχισαν να Tον οδηγούν προς τον τόπο όπου θα Tον σταύρωναν. Και Aυτός, βαστάζοντας επάνω στον ώμο τον σταυρό Tου, βγήκε έξω από τα τείχη της πόλεως μέχρι κάποια τοποθεσία που λέγεται ‘’Κρανίου τόπος’’ και στην εβραϊκή γλώσσα λέγεται ‘’Γολγοθά’’. Εκεί Tον σταύρωσαν)»[Ιω.19.16-17].
 
Οι περίοδοι ευημερίας είναι ικανές να καταβάλουν και να παρασύρουν εκείνους που δεν προσέχουν· έτσι και οι Ιουδαίοι ενώ από την αρχή απολάμβαναν τη Χάρη του Θεού, επιζητούσαν τον νόμο της βασιλείας των εθνών και όχι της ουράνιας βασιλείας, καθώς επίσης και στην έρημο, μετά το μάννα με το οποίο ο Θεός καθημερινά τους έτρεφε από τον ουρανό, έφερναν νοσταλγικά στη μνήμη τους και αναπολούσαν τα κρεμμύδια που έτρωγαν ως υπόδουλοι στην Αίγυπτο· κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν και εδώ, αρνούμενοι τη ουράνια βασιλεία του Χριστού, επικαλούνταν για τον εαυτό τους τη βασιλεία του Καίσαρος. Και πράγματι για τον λόγο αυτό ο Κύριος έδωσε σε αυτούς βασιλέα, σύμφωνα με τη θέλησή τους.
 
Όταν λοιπόν ο Πιλάτος άκουσε αυτά, παρέδωσε Αυτόν για να σταυρωθεί· πάρα πολύ απερίσκεπτα· διότι ενώ έπρεπε να ρωτήσει, εάν ο Χριστός πράγματι επιχείρησε να εγκαταστήσει τυραννική εξουσία, εξέδωσε την απόφαση μόνο από τον φόβο· αν και βέβαια, για να μην το πάθει αυτό ο Πιλάτος, τον προλαμβάνει ο Χριστός και του λέγει : «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου (:η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται από τον κόσμο αυτό, ούτε στηρίζεται πάνω σε κάποια ανθρώπινη θέληση ή κοσμική δύναμη)»[Ιω.18,36] .Αυτός όμως, παραδίδοντας ολοκληρωτικά τον εαυτό του στα κοσμικά πράγματα, δεν θέλησε να κάνει καμία απολύτως ανώτερη πνευματικά σκέψη· αν και βέβαια το όνειρο της γυναίκας του ήταν ικανό να του προκαλέσει κατάπληξη και φόβο. Αλλά με τίποτα από αυτά ο Πιλάτος δεν έγινε καλύτερος, ούτε έστρεψε το βλέμμα του προς τον ουρανό, αλλά παρέδωσε τον Ιησού για να Τον σταυρώσουν.
 
Οι Ιουδαίοι λοιπόν έθεσαν επί του Ιησού τον σταυρό, ως καταδίκου πλέον· διότι και το ξύλο αποστρέφονταν ως κακό σημείο και ούτε να το αγγίξουν δεν ήθελαν. Έτσι συνέβη και κατά την προτύπωση του πάθους· καθόσον και ο Ισαάκ κράτησε και κουβάλησε τα ξύλα που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για τη θυσία του πάνω στο βουνό. Αλλά τότε η υπόθεση σταμάτησε μέχρι τη λήψη της απόφασης από τον πατέρα του Ισαάκ, τον Αβραάμ, να θυσιάσει το μονάκριβο υιό του, εκπληρώνοντας το θέλημα του Θεού, χωρίς όμως τελικά να γίνει η θυσία(διότι ήταν προτύπωση),τώρα όμως προχώρησε και σε υλοποίηση· διότι η σταυρική θυσία του Θεανθρώπου Ιησού αποτελούσε πλέον πραγματικότητα.
 
«Καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον(:και Αυτός βαστάζοντας στον ώμο Του τον σταυρό Του, βγήκε έξω από την πόλη και ήλθε σε μία τοποθεσία, που λέγεται ‘’Κρανίου τόπος’’)». Μερικοί λένε ότι στον τόπο εκείνο είχε πεθάνει και ταφεί ο Αδάμ, και ο Ιησούς, στον τόπο όπου βασίλευσε ο θάνατος, εκεί έστησε και το τρόπαιο· διότι εξερχόταν από την πόλη βαστάζοντας τον σταυρό ως τρόπαιο κατά της τυραννίδας του θανάτου· και όπως οι νικητές, έτσι και Αυτός έφερε επάνω στους ώμους Του το σύμβολο της νίκης· διότι, τι και αν οι Ιουδαίοι με άλλη πρόθεση διέταζαν να γίνουν αυτά;
 
Σταυρώνουν μάλιστα Αυτόν μαζί με ληστές, εκπληρώνοντας και με τον τρόπο αυτόν χωρίς να το θέλουν την προφητεία· διότι εκείνα που αυτοί έπρατταν εξυβρίζοντας τον Ιησού, αυτά συντελούσαν στην επικράτηση της αλήθειας, για να μάθεις πόση είναι η δύναμή της· διότι και τούτο εξαρχής το προείπε ο προφήτης Ησαΐας : «καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη·(:κaι κατατάχθηκε μεταξύ των παρανόμων και ως τέτοιος άνθρωπος θεωρήθηκε)» [: Ησ. 53,12].
 
Ήθελε βέβαια ο δαίμονας να συγκαλύψει ως προς τη σπουδαιότητά του αυτό που συνέβαινε, αλλά δεν το μπόρεσε· διότι σταυρώθηκαν μεν οι τρεις, όμως μόνο ο Ιησούς έλαμψε, για να μάθεις ότι η δύναμή Του επιτέλεσε τα πάντα. Παρά το ότι και οι τρεις ήταν καρφωμένοι πάνω στο σταυρό, όμως και έτσι τα θαύματα γίνονταν· ωστόσο κανένας δεν απέδωσε τίποτα από όσα συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της Σταύρωσης σε κανέναν από εκείνους τους δύο ληστές, παρά μόνο στον Ιησού.
 
Τόσο ανίσχυρη κατέστη η επιβουλή του διαβόλου και στράφηκε εξ ολοκλήρου ενάντια στη δική του κεφαλή· διότι και από τους δύο αυτούς ληστές, ο ένας διασώθηκε [βλ. Λουκ.23,39-43: «Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ(:στο μεταξύ ένας από τους κακούργους που κρεμάστηκαν στον σταυρό, Τον χλεύαζε με βλασφημίες και Του έλεγε: ‘’Εάν εσύ είσαι ο Χριστός, σώσε τον εαυτό σου και εμάς’’. Τότε ο άλλος στράφηκε προς αυτόν και Τον επέπληττε λέγοντας: ‘’Σε λίγο θα εμφανιστείς ενώπιον του Θεού. Ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι; Ο φόβος του Θεού δεν σε συγκρατεί να μην προσθέτεις και τώρα νέες αμαρτίες στον εαυτό σου; Δεν θυμάσαι το παρελθόν σου και τα τόσα σου εγκλήματα; Διότι και εσύ υφίστασαι την ίδια καταδίκη και την ίδια ποινή του σταυρού που υφίσταται και Αυτός· και εμείς βέβαια δίκαια τιμωρούμαστε, διότι παίρνουμε αυτά που μας αξίζουν για όσα κάναμε. Αυτός όμως δεν έκανε τίποτε το άτοπο και απρεπές. Πολύ περισσότερο δεν έκανε τίποτε το εγκληματικό. Και στον Ιησού έλεγε: ‘’Θυμήσου με, Κύριε, όταν θα ξαναέλθεις με τη δόξα και τη δύναμη της βασιλείας Σου και ανάστησέ με για να την απολαύσω και εγώ’’. Ο Ιησούς τότε του απάντησε: ‘’Αληθινά σε βεβαιώνω ότι σήμερα, απ’ τη στιγμή που θα πεθάνουμε, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο’’)»].
 
Όχι μόνο λοιπόν δεν έβλαψε τη δόξα του Εσταυρωμένου, αλλά και συντέλεσε πολύ υπέρ αυτής · διότι από το να κλονίσει τις πέτρες με τον σεισμό που έγινε την ώρα της Σταύρωσης, δεν ήταν καθόλου κατώτερο και ευκολότερο το να μεταβάλει τον ληστή εν ώρα σταυρώσεως και να τον εισαγάγει στον Παράδεισο.
 
«Ἒγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων (:ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μία επιγραφή και την τοποθέτησαν στο επάνω μέρος του σταυρού. Στην επιγραφή αυτή ήταν γραμμένο το εξής: ‘’Ιησούς ο Ναζωραίος, ο βασιλεύς των Ιουδαίων’’)» [Ιω.19,19], αφενός μεν για να τιμωρήσει τους Ιουδαίους, αφετέρου όμως απολογούμενος υπέρ του Χριστού. Επειδή δηλαδή Τον παρέδωσαν ως ένα φαύλο άνθρωπο και την απόφαση αυτή επιχειρούσαν να την επιβεβαιώσουν και να την περιβάλουν με κύρος δια της θανατικής εκτέλεσής Του μαζί με δύο ληστές, για να μην μπορεί κανείς στο εξής να διατυπώνει πονηρές κατηγορίες και να Τον κατηγορεί ως κάποιο φαύλο και πονηρό άνθρωπο, φράζοντας τα στόματα αυτών και όλων εκείνων που ήθελαν να Τον κατηγορούν, και για να δείξει ότι επαναστάτησαν ενάντια του δικού τους βασιλέα, έθεσε την επιγραφή όπως ακριβώς ως κάποιο τρόπαιο, ως να άφηνε η επιγραφή αυτή περίλαμπρη φωνή και ως να δήλωνε τη νίκη και να διακήρυττε τη βασιλεία, αν και όχι ολόκληρη.
 
Και αυτό το δήλωσε η επιγραφή του Πιλάτου όχι με μία γλώσσα, αλλά με τρεις: «Τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ἑβραϊστί, ἑλληνιστί, ῥωμαϊστί (:αυτή λοιπόν η επιγραφή, που διεκήρυττε ότι ο Ιησούς ήταν βασιλιάς του νέου Ισραήλ της χάριτος, τη διάβασαν πολλοί απ’ τους Ιουδαίους, διότι ο τόπος που σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη. Το κείμενο της επιγραφής ήταν γραμμένο σε τρεις γλώσσες: στην εβραϊκή, που ήταν η εθνική γλώσσα των Εβραίων, στην ελληνική, που ήταν διεθνής γλώσσα, και στη ρωμαϊκή, που ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους. Έτσι δόθηκε στο περιεχόμενο της επιγραφής όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα)»[Ιω.19,20].
 
Διότι, επειδή ήταν φυσικό να βρίσκονταν, λόγω της εορτής και πολλοί αλλόφυλοι μεταξύ των Ιουδαίων, για να μην αγνοεί κανένας την απολογία Του, στιγμάτισε την μανία των Ιουδαίων σε όλες τις γλώσσες. Διότι και ενώ είχε σταυρωθεί, πάλι Τον φθονούσαν· και όμως σε τι σας έβλαπτε αυτή η επιγραφή; Σε τίποτα· διότι αν ήταν θνητός και ανίσχυρος και επρόκειτο να εξαφανιστεί με τον θάνατό Του, για ποιον λόγο φοβάστε τα γράμματα που λένε ότι είναι βασιλεύς των Ιουδαίων;
 
Και τι λένε; «Μὴ γράφε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν Ἰουδαίων(:επειδή όμως οι αρχιερείς των Ιουδαίων θεωρούσαν προσβολή και ατίμωση γι’ αυτούς να λέγεται βασιλιάς τους ένας σταυρωμένος, διαμαρτύρονταν και έλεγαν στον Πιλάτο: «Μη γράφεις ‘’Ο βασιλεύς των Ιουδαίων’’, αλλά γράψε ότι εκείνος είπε ‘’είμαι βασιλεύς των Ιουδαίων’’»)», διότι τώρα μεν η καταδίκη Του είναι γνώμη και κοινή απόφαση, αν όμως προστεθεί στην επιγραφή ότι «εκείνος το είπε», αποδεικνύεται ότι η κατηγορία ήταν αποτέλεσμα της δικής του αυθάδειας και αλαζονείας.
 
Όμως ο Πιλάτος δεν άλλαξε γνώμη, αλλά έμεινε σταθερός στην προηγούμενή του γνώμη[Ιω.19,22: «ἀπεκρίθη ὁ Πιλᾶτος· ὃ γέγραφα, γέγραφα(:ο Πιλάτος όμως τους αποκρίθηκε: Ό,τι έγραψα, το έγραψα πλέον. Δεν το ξεγράφω)»].Και αυτού του γεγονότος η σημασία δεν είναι μικρή ως προς το σχέδιο της οικονομίας του Θεού, αλλά είναι πάρα πολύ μεγάλη· διότι, επειδή καταχώθηκε το ξύλο του σταυρού μέσα στη γη, δεν φρόντισε να το βγάλει κανένας, και εξαιτίας του φόβου που δημιουργήθηκε και εξαιτίας της φροντίδας των πιστών για άλλα κατεπείγοντα ζητήματα, επρόκειτο δε μετά από πολλά χρόνια να αναζητηθεί· φυσικό επίσης ήταν να ήταν και οι τρεις σταυροί μαζί, για να μην αγνοείται ποιος ήταν ο σταυρός του Κυρίου, αλλά έγινε γνωστός σε όλους, πρώτα μεν από το ότι αυτός βρισκόταν στο μέσο των δύο άλλων, έπειτα επίσης και από τον τίτλο που αναγραφόταν στην επιγραφή που ήταν καρφωμένη επάνω στο σταυρό του Χριστού· διότι οι σταυροί των ληστών δεν είχαν τίτλους.
 
Και οι στρατιώτες μοιράστηκαν μεταξύ τους τα ενδύματά Του, όχι όμως και τον χιτώνα. Πρόσεχε ότι σε κάθε περίπτωση εκπληρώνονται οι προφητείες με όλες εκείνες τις πονηρές ενέργειες που επινοούσαν και υλοποιούσαν οι Ιουδαίοι και οι Ρωμαίοι· καθόσον και αυτό είχε εξαρχής προλεχθεί[Ψαλμός 21,19: «διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον(:μοιράστηκαν μεταξύ τους τα ενδύματά μου και για το κυριότερο και ακριβότερο ένδυμά μου- [τον άρραφο χιτώνα]- έβαλαν κλήρο για να δουν ποιος θα το πάρει)» και Ιω.19, 23-24:«Οἱ οὖν στρατιῶται ὅτε ἐσταύρωσαν τὸν Ἰησοῦν, ἔλαβον τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἐποίησαν τέσσαρα μέρη, ἑκάστῳ στρατιώτῃ μέρος, καὶ τὸν χιτῶνα· ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄῤῥαφος, ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς δι᾿ ὅλου. εἶπον οὖν πρὸς ἀλλήλους· μὴ σχίσωμεν αὐτόν, ἀλλὰ λάχωμεν περὶ αὐτοῦ τίνος ἔσται· ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ ἡ λέγουσα· διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς, καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρο (:στο μεταξύ, όταν οι στρατιώτες σταύρωσαν τον Ιησού, πήραν τα ρούχα Του και τα μοίρασαν σε τέσσερα μερίδια, από ένα μερίδιο για κάθε στρατιώτη. Το εσωτερικό Του όμως ένδυμα, τον χιτώνα Του, το έκαναν ξεχωριστό μερίδιο. Ο χιτώνας αυτός ήταν χωρίς καμία ραφή, υφασμένος ολόκληρος από πάνω ως κάτω. Είπαν λοιπόν μεταξύ τους: ‘’Ας μην τον σχίσουμε, αλλά ας ρίξουμε κλήρο γι’ αυτόν, κι όποιος τον πάρει’’. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Μοίρασαν μεταξύ τους τα διάφορα εξωτερικά μου ενδύματα, και για το εσωτερικό μου ένδυμα έβαλαν κλήρο’’)»].
 
Επίσης, η λεπτομέρεια για τον χιτώνα του Κυρίου ότι ήταν «ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς(:υφαντός ολόκληρος από επάνω έως κάτω)» δεν αναφέρθηκε τυχαία, αλλά άλλοι μεν λένε ότι είναι αλληγορική η σημασία του, ότι δηλαδή δεν ήταν απλώς ένας άνθρωπος Αυτός που σταυρώθηκε, αλλά και είχε τη θεότητα από τον ουρανό, μερικοί πάλι λένε ότι ο ευαγγελιστής εξιστορεί αυτό το είδος του χιτωνίσκου· διότι επειδή στην Παλαιστίνη υφαίνουν τα ιμάτια συναρμολογώντας δύο τεμάχια υφάσματος, δηλώνοντας ο Ιωάννης ότι τέτοιος ήταν ο χιτώνας, λέει: «ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς». Αυτό, ωστόσο, κατά τη δική μου γνώμη, μου φαίνεται ότι το λέει ο Ευαγγελιστής υπαινισσόμενος το ευτελές των ενδυμάτων του Κυρίου, και ότι όπως ακριβώς σε όλα τα άλλα, έτσι και στην ενδυμασία Του, επιδίωκε τη λιτή περιβολή.
 
Και οι μεν στρατιώτες έκαναν αυτά, Αυτός όμως ενώ σταυρωνόταν, αναθέτει τη μητέρα Του στον μαθητή Του[ βλ. Ιω.19,26-27: « Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια(:ο Ιησούς τότε, όταν είδε την μητέρα Του και τον μαθητή, τον οποίο ιδιαιτέρως αγαπούσε, να στέκει εκεί κοντά, λέει στη μητέρα Του: “γυναίκα, αυτός θα είναι ο υιός σου από τώρα και πέρα” .Έπειτα λέγει στον μαθητή· “ιδού η μητέρα σου”. Και από εκείνη την ώρα πήρε αυτήν ο μαθητής στο κατάλυμά του)»], διδάσκοντάς μας ότι μέχρι την τελευταία μας πνοή πρέπει να καταβάλλουμε κάθε φροντίδα για τους γονείς μας.
 
Όταν βέβαια σε παράκαιρη στιγμή Τον είχε αναζητήσει η μητέρα Του και είχε ενοχληθεί γι’ αυτό, είπε: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου(:τι κοινό υπάρχει, γυναίκα, ανάμεσα σε εμένα που ως Μεσσίας και Υιός του Θεού ενεργώ τώρα με τη θεϊκή μου δύναμη, και σε εσένα που με γέννησες ως άνθρωπο; Δεν ήλθε ακόμη η ώρα να επιτελέσω θαύματα μπροστά στους ανθρώπους και να αποκαλύψω δημοσίως ότι είμαι ο Μεσσίας)»[Ιω.2,4] και «τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου;(:ποια είναι η μητέρα μου;)»[ Ματθ.12,48], εδώ δείχνει πολλή φιλοστοργία και την αναθέτει στον μαθητή που ιδιαιτέρως τον αγαπούσε. Πάλι κρύβει τον εαυτό του ο Ιωάννης από μετριοφροσύνη· διότι εάν ήθελε να καυχηθεί, θα εξέθετε και την αιτία για την οποία τον αγαπούσε ο Κύριος· και διότι ήταν εύλογο αυτή η αιτία να είναι σπουδαία και θαυμαστή.
 
Γιατί όμως τίποτε άλλο δεν λέγει στον Ιωάννη, ούτε τον παρηγορεί που ήταν λυπημένος; Διότι δεν ήταν καιρός για λόγους παρηγορίας. Εξάλλου δεν ήταν μικρό πράγμα το να τιμηθεί αυτός με τέτοια τιμή και να λάβει τον μισθό της παραμονής του κοντά στον Κύριο, τη στιγμή που βρισκόταν επάνω στον Σταυρό[και ενώ οι άλλοι μαθητές φοβισμένοι είχαν είτε κρυφτεί, είτε διασκορπιστεί, είτε παρακολουθούσαν από μακριά].Εσύ όμως πρόσεχε ότι ο Ιησούς ενώ ήταν επάνω στον Σταυρό, όλα τα έκανε ατάραχος, συνομιλώντας με τον μαθητή για τη μητέρα Του, εκπληρώνοντας προφητείες και παρέχοντας καλές ελπίδες σωτηρίας στον ληστή· και όμως, τουλάχιστον πριν σταυρωθεί, φαίνεται να περιρρέεται από ιδρώτα, να αγωνιά, να φοβείται. Τι σημαίνει αυτό λοιπόν, τέλος πάντων;
 
Καθόλου δεν είναι απορίας άξιο, καθόλου δεν είναι ασαφές· διότι στη δεύτερη περίπτωση φάνηκε η αδυναμία της ανθρώπινης φύσεως, ενώ στην πρώτη εδώ περίπτωση γινόταν εμφανής η υπεροχή της θεϊκής δυνάμεώς Του. Εξάλλου ωστόσο και εμάς μας διδάσκει με αυτά τα δύο, και αν ακόμη θορυβούμαστε και ταρασσόμαστε μπροστά σε δεινά που μας βρίσκουν, να μην τα αποφεύγουμε, και όταν εισέλθουμε στον αγώνα ως μία δοκιμασία, όλα να τα θεωρούμε ευχερέστατα και εύκολα και με θάρρος να αναλαμβάνουμε αυτόν τον αγώνα, προτιμώντας αντί της παρούσης, τη μέλλουσα ζωή.
 
«Εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή»(:εκεί όμως κοντά στο σταυρό του Ιησού στεκόταν επίσης και η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία τη Μαγδαληνή)»[Ιω.19,25].
 
Το ασθενέστερο φύλο φάνηκε τότε ανδρειότερο· τόσο πολύ πλέον μεταβάλλονταν όλα. Ο ίδιος μάλιστα ο Κύριος αναθέτοντας τη μητέρα Του στον μαθητή Του, λέγει: «Ιδού, ο υιός σου». Πω πω μέγεθος τιμής! Με πόσο μεγάλη τιμή τίμησε τον μαθητή! Διότι, επειδή ο Ίδιος έφευγε πλέον από αυτόν τον κόσμο, παρέδωσε τη φροντίδα της στον μαθητή Του, διότι επειδή όπως ήταν φυσικό ως Μητέρα Του να πονάει και να επιζητεί την προστασία, εύλογα εμπιστεύεται αυτήν σε εκείνον τον μαθητή που ιδιαιτέρως αγαπούσε. Σε αυτόν λέει: «ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου(:Να η μητέρα σου)». Και αυτά τα έλεγε, για να τους συνδέσει στην αγάπη· κάτι που βέβαια όταν το αντιλήφθηκε ο μαθητής, «ἔλαβεν αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια(:Και από εκείνη την ώρα την πήρε ο μαθητής στο κατάλυμά του)».
 
Γιατί όμως δεν θυμήθηκε καμία άλλη γυναίκα, παρά το ότι βέβαια και άλλη βρισκόταν εκεί; Για να μας διδάξει να απονέμουμε κάτι περισσότερο στις μητέρες μας· διότι όπως όταν οι γονείς αντιτίθενται σε πνευματικά ζητήματα, δεν πρέπει ούτε να τους γνωρίζουμε, έτσι και όταν δεν μας εμποδίζουν σε τίποτε, πρέπει να απονέμουμε σε αυτούς όλη την πρέπουσα τιμή, και απέναντι των άλλων να θέτουμε αυτούς σε πρώτη μοίρα, διότι μας γέννησαν, μας ανέθρεψαν και υπέστησαν μύρια δεινά. Έτσι και του αιρεσιάρχη Μαρκίωνα την αναισχυντία αποστομώνει[ μεγάλος αιρετικός του 2ου αιώνος,οπαδός του Γνωστικισμού· δίδασκε, μεταξύ άλλων,ότι ο Χριστός δε γεννήθηκε πράγματι εκ της Μαρίας],διότι εάν δεν γεννήθηκε κατά σάρκα, ούτε μητέρα είχε, για ποιο λόγο δείχνει τόση πρόνοια μόνο γι’αυτήν;
 
«Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, λέγει: διψῶ (:ύστερα απ’ αυτό, αφού βεβαιώθηκε ο Ιησούς ότι είχαν πλέον συντελεστεί όλα όσα θα πάθαινε και είχαν τελείως εκπληρωθεί σύμφωνα με τις προφητείες, για να επαληθευτεί σε όλα και μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια η Αγία Γραφή, είπε: ’’Διψώ’’)», δηλαδή αφού βεβαιώθηκε ότι δεν απομένει τίποτε που να μην έχει εκπληρωθεί σύμφωνα με το σχέδιο της θείας οικονομίας(διότι με όλα φρόντιζε να δείξει τον θάνατο αυτόν ως κάτι το πρωτοφανές, εφόσον το παν εξαρτιόταν από την εξουσία Εκείνου που πέθαινε, και προηγουμένως δεν επερχόταν ο θάνατος στο σώμα, παρά μόνο έως ότου ήθελε Εκείνος και ήθελε να πεθάνει μετά την εκπλήρωση όλων όσων είχε ορίσει η Θεία Οικονομία.
 
Για τον λόγο αυτό και έλεγε: «Οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου(:κανείς δεν έχει τη δύναμη να πάρει τη ζωή μου και να με θανατώσει, εάν δεν το θελήσω εγώ. Αλλά εγώ από μόνος μου την παραδίδω. Έχω εξουσία να προσφέρω τη ζωή μου και έχω εξουσία πάλι να την πάρω πίσω. Αυτή την εντολή πήρα από τον Πατέρα μου, να θυσιάσω τη ζωή μου πάνω στον σταυρό και να την πάρω πάλι με την Ανάσταση. Έτσι θα αναδειχθώ ο αιώνιος αρχιερέας και μεσίτης για τη σωτηρία των προβάτων μου)»[Ιω.10,18]), γνωρίζοντας λοιπόν ότι τα πάντα είχαν εκπληρωθεί, λέγει «διψῶ», εκπληρώνοντας εδώ και πάλι μια άλλη σχετική προφητεία[ Ψαλμ. 68,22: «καὶ ἔδωκαν εἰς τὸ βρῶμά μου χολὴν καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος(:και όταν ζήτησα να φάω κάτι, αντί για φαγητό μου έδωσαν αντί χολή, και όταν δίψασα και ζήτησα κάτι να πιω, αντί για νερό μου έδωσαν να πιω ξίδι)».
 
Εσύ όμως σε παρακαλώ, σκέψου και την βδελυγμία των όσων παρευρίσκονταν εκεί διότι και αν ακόμη έχουμε απείρους εχθρούς και πάθαμε από αυτούς ανεπανόρθωτα κακά, βλέποντάς τους να θανατώνονται, τους λυπούμαστε, αυτοί όμως ούτε έτσι κατευνάστηκε η εμπάθειά τους για Αυτόν, ούτε ηρέμησαν κάπως με τα όσα έβλεπαν να γίνονται, αλλά εξαγριώνονταν περισσότερο και επαύξαναν την ειρωνεία και προσφέροντας σε Αυτόν ξύδι με ένα σφουγγάρι[Ιω.19,29: «Σκεῦος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν· οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι(:ήταν λοιπόν εκεί κάτω κάποιο πήλινο δοχείο γεμάτο ξίδι. Εκείνοι τότε που άκουσαν τον λόγο αυτόν του Ιησού, γέμισαν με ξίδι ένα σφουγγάρι και αφού το στήριξαν πάνω σε ένα κλωνάρι υσσώπου, το έφεραν κοντά στο στόμα Του)»], αυτό Του έδιναν να πιει, όπως το προσφέρουν αυτό στους καταδίκους, διότι και το ύσσωπο για τον σκοπό αυτό παρέχεται.
 
«Ὃτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα(:όταν λοιπόν γεύθηκε το ξίδι ο Ιησούς είπε: ‘’Όλα πια έχουν τελειώσει. Οι προφητείες όλες ολοκληρώθηκαν, και το έργο μου πήρε αίσιο τέλος. Όλα όσα έπρεπε να πάθω τελείωσαν, και η σωτηρία των ανθρώπων εξασφαλίστηκε πλήρως’’. Και αφού άφησε μόνος Του το κεφάλι Του να γείρει προς τα κάτω, παρέδωσε εξουσιαστικά την ψυχή Του στον Πατέρα Του, όταν Αυτός θέλησε)»[Ιω.19,30].
 
Είδες ότι όλα τα κάνει ατάραχος και με εξουσία και κύρος; Και αυτό το φανερώνει και αυτό που ακολουθεί. Όταν δηλαδή όλα τακτοποιήθηκαν, «κλίνας τὴν κεφαλὴν»(διότι το κεφάλι δεν είχε διαπεραστεί με καρφιά, όπως το υπόλοιπο σώμα), «παρέδωκε τὸ πνεῦμα», δηλαδή εξέπνευσε. Και όμως, η τελευταία εκπνοή δεν αφήνεται μετά την κλίση της κεφαλής, εδώ όμως συνέβη το αντίθετο· διότι δεν έκλινε την κεφαλή επειδή εξέπνευσε, πράγμα που συμβαίνει με εμάς, αλλά αφού πρώτα έκλινε την κεφαλή, τότε εξέπνευσε· με όλα αυτά έδειξε ο ευαγγελιστής ότι ο Ιησούς ήταν Κύριος του παντός.
 
Αλλά οι Ιουδαίοι πάλι, «οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες(:που στράγγιζαν από το κρασί το κουνούπι ως ακάθαρτο σύμφωνα με τον νόμο, κατάπιναν όμως την καμήλα, που κι αυτή σύμφωνα με τον νόμο ήταν ακάθαρτη)»[Ματθ.23,24],ενώ διέπραξαν ένα τόσο μεγάλο τόλμημα, εξετάζουν με ακρίβεια το ποια ημέρα της εβδομάδας ήταν.
 
Πιο συγκεκριμένα:«Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ(:στο μεταξύ οι Ιουδαίοι έπαιρναν τα μέτρα τους για να μη μείνουν πάνω στο σταυρό νεκρά τα σώματα των καταδίκων και κατά τη διάρκεια του Σαββάτου· διότι η ημέρα που έγινε η σταύρωση ήταν ημέρα έκτακτης προπαρασκευής και εξαιρετικής προετοιμασίας, καθώς η ημέρα του Σαββάτου εκείνου που θα άρχιζε από τη δύση του ηλίου ήταν μεγάλη και επίσημη· διότι, εκτός απ’ το ότι ήταν Σάββατο, συνέπιπτε ακόμη και με την πρώτη ημέρα της μεγάλης εορτής του Πάσχα. Εξάλλου απαγορευόταν ρητά στο Δευτερονόμιο να μείνουν άταφα τα σώματα τη νύχτα πάνω στον σταυρό. Παρακάλεσαν λοιπόν τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη των καταδίκων, για να συντομευτεί έτσι ο θάνατός τους και να τους σηκώσουν το συντομότερο από εκεί. Ήλθαν λοιπόν οι στρατιώτες για να σπάσουν τα κόκκαλα των καταδίκων˙ και έσπασαν τα σκέλη του ληστή τον οποίο πλησίασαν πρώτο, όπως και του άλλου ληστή που σταυρώθηκε μαζί με τον Ιησού. Όταν όμως ήλθαν στον Ιησού, σαν Τον είδαν ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν του έσπασαν τα σκέλη, αλλά ένας από τους στρατιώτες, για να διαπιστώσει με μεγαλύτερη βεβαιότητα τον θάνατό Του, Του τρύπησε την πλευρά με λόγχη, κι αμέσως βγήκε από το σημείο που τρυπήθηκε αίμα και ύδωρ. Αυτό όμως ήταν ένα φαινόμενο πρωτοφανές και παράδοξο˙ διότι σε κάθε νεκρό το αίμα πήζει, και όσο κι αν τον τρυπήσει κανείς, δεν βγαίνει ποτέ καθαρό αίμα και διαυγές ύδωρ)»[Ιω.19,31-34· ερμηνευτική απόδοση Παν. Τρεμπέλα].
 
Βλέπεις πόσο ισχυρή είναι η αλήθεια; Με εκείνα που εκείνοι διαπράττουν, με αυτά εκπληρώνεται η προφητεία· καθόσον με αυτές τις ενέργειες εκείνων, άλλη μία προφητεία εκπληρώνεται· διότι αφού ήλθαν οι στρατιώτες, των μεν δύο ληστών έθραυσαν τα σκέλη, του Χριστού όμως όχι. Ωστόσο αυτοί, για να ευχαριστήσουν τους Ιουδαίους, τρύπησαν την πλευρά Του με τη λόγχη και, αν και νεκρό πλέον το σώμα, το εξύβριζαν. Ω, πόσο μιαρή και επικατάρατη ήταν η προαίρεσή τους!… Όμως μη θορυβηθείς, ούτε να γίνεις κατηφής από αυτό, αγαπητέ· διότι εκείνα που εκείνοι έπρατταν από την κακή τους πρόθεση, αυτά απέβαιναν προς όφελος της αλήθειας· καθόσον και γι’ αυτήν την ενέργειά τους υπήρχε προφητεία που έλεγε: «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν(:θα στρέψουν τα βλέμματά τους προς εκείνον, τον οποίο λόγχισαν)»[Ζαχ.12,10].Και όχι μόνο αυτό, αλλά το τόλμημα αυτό έγινε απόδειξη ενίσχυσης της πίστεως σε εκείνους που δεν επρόκειτο να πιστέψουν, όπως δηλαδή στον Θωμά και όσους έδειξαν παρόμοια δυσπιστία.
 
Συγχρόνως με αυτό διενεργείτο και ένα απόρρητο μυστήριο· διότι από τη λογχισμένη πλευρά του Ιησού, «ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ». Και αυτές οι πηγές αίματος και ύδατος που ανέβλυζαν από το νεκρό σώμα του Ιησού δεν δημιουργήθηκαν απλά και ως έτυχε, αλλά επειδή από αυτά τα δύο συστήθηκε η Εκκλησία. Και γνωρίζουν όσοι μετέχουν στα μυστήριά της, ότι δια ύδατος αναγεννιούνται μέσω του Βαπτίσματος,ενώ δι’ αίματος και σαρκός του Ιησού, τρέφονται και ενισχύονται μέσω του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Από εδώ λαμβάνουν αρχή τα μυστήρια, ώστε όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι έτσι, έχοντας δηλαδή την επίγνωση ότι πίνεις από αυτήν την ίδια τη λογχισμένη πλευρά του Κυρίου.
 
«Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει· ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν(:Το γεγονός όμως αυτό είναι αληθινό, και είναι πραγματικά αυτά που υποδηλώνει, δηλαδή η κάθαρση του βαπτίσματος και ο αγιασμός από το αίμα του Κυρίου. Και εκείνος που το είδε με τα μάτια του έδωσε μαρτυρία γι’ αυτό, και η μαρτυρία του είναι αληθινή. Ο ίδιος δεν έχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά ξέρει καλά ότι λέει την αλήθεια. Και έδωσε μαρτυρία τόσο για τι γεγονός αυτό, όσο και για το ότι οι στρατιώτες δεν έσπασαν τα σκέλη του Ιησού, αλλά μόνο την πλευρά Του τρύπησαν. Και έδωσε τη μαρτυρία του αυτή, για να πιστέψετε και εσείς ότι ο Ιησούς που βρίσκεται επάνω στο σταυρό είναι ο Μεσσίας, που προκήρυξαν οι προφήτες·διότι πράγματι όλα αυτά έχουν προφητευτεί και έγιναν, και επαληθεύτηκε έτσι το χωρίο της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Δεν θα συντριβεί κανένα κόκκαλό του’’. Και πάλι σε άλλο σημείο η Αγία Γραφή λέει: ‘’Όταν η χάρις επισκεφθεί και τους Ιουδαίους, θα δουν συντετριμμένοι και μετανοημένοι Εκείνον που τρύπησαν με τη λόγχη, όπως θα Τον δουν περίφοβοι και όσοι επέμειναν στην απιστία’’)»[Ιω.19,35-37].
 
«Ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε(:εκείνος που το είδε με τα μάτια του έδωσε μαρτυρία γι’ αυτό, και η μαρτυρία του είναι αληθινή. Ο ίδιος δεν έχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά ξέρει καλά ότι λέει την αλήθεια)»[Ιω.19,35]. Δηλαδή λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης εδώ ότι «δεν το άκουσα από άλλους, αλλά ο ίδιος το είδα με τα μάτια μου, παρευρισκόμενος εκεί, και η μαρτυρία μου είναι αληθινή». Πολύ εύλογα· διότι περιγράφει μία ύβρη που διέπραξαν απέναντι στον Κύριο· δεν περιγράφει κάτι το θαυμαστό, ώστε να σου δημιουργήσει υποψία η περιγραφή, αλλά ο ίδιος, φράζοντας τα στόματα των αιρετικών και προλέγοντας τα μελλοντικά μυστήρια και διαβλέποντας τον θησαυρό που υπάρχει σε αυτά, περιγράφει με ακρίβεια το συμβάν.
 
Εκπληρώνεται επίσης και εκείνη η προφητεία, ότι «ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ(:δεν θα συντριβεί κανένα από τα οστά του)»[Ψαλμ.33,21]· διότι, αν και ειπώθηκε αυτό, κατά τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, για τον αμνό των Ιουδαίων, όμως στην πραγματικότητα ο τύπος αυτός προειπώθηκε και βρήκε εφαρμογή περισσότερο σε αυτό το γεγονός.
 
Για τον λόγο αυτό ανέφερε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και τον προφήτη. Επειδή δηλαδή αναφέροντας συνεχώς τον εαυτό του, ίσως δεν φαινόταν ότι είναι αξιόπιστος, αναφέρει τον Μωυσή, λέγοντας ότι ούτε αυτό συνέβη τυχαία, αλλά προελέχθη ευθύς εξαρχής: «ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ(:διότι πράγματι όλα αυτά έχουν προφητευτεί και έγιναν, και επαληθεύτηκε έτσι το χωρίο της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Δεν θα συντριβεί κανένα κόκαλό του’’)»[: Ιω.19,36].
 
Και πάλι στον προφήτη αποδίδει την αξιοπιστία των γεγονότων που διηγείται. «Αυτά λοιπόν τα είπα», λέγει, «για να μάθετε ότι είναι μεγάλη η σχέση του τύπου προς την αλήθεια». Βλέπεις πόση φροντίδα καταβάλλει, ώστε να γίνει πιστευτό εκείνο που θεωρείται επονείδιστο και που προξενεί ντροπή; Καθόσον και το να εξυβρίσει ο στρατιώτης το σώμα ήταν πολύ πιο χειρότερο από το να σταυρωθεί. «Αλλά όμως και αυτά, λέγει, τα είπα, και τα είπα μάλιστα με πάρα πολλή προθυμία», «ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε (:με σκοπό και εσείς να πιστέψετε )»[Ιω.19,35]. Κανείς λοιπόν να μην απιστεί, ούτε από ντροπή να υποτιμά όσα ανήκουν σε εμάς· διότι εκείνα που θεωρούνται τα κατεξοχήν ατιμωτικά, αυτά αποτελούν το καύχημα των δικών μας αγαθών.
 
 
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
 
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
 
 
 
ΠΗΓΕΣ:
 
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
 
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΕ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2011, τόμος 14, σελίδες 663- 679.
 
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 75, σελ.203-213.
 
 
· Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
 
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
 
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
 
 
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
 
 
 
3.Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
 
σύμφωνα με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
 
[Υπομνηματισμός στα εδάφια Ματθ.27,24-44]
 
«Τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος παραλαβόντες τὸν ᾿Ιησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον συνήγαγον ἐπ᾿ αὐτὸν ὅλην τὴν σπεῖραν· καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν περιέθηκαν αὐτῷ χλαμύδα κοκκίνην, καὶ πλέξαντες στέφανον ἐξ ἀκανθῶν ἐπέθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ κάλαμον ἐπὶ τὴν δεξιὰν αὐτοῦ, καὶ γονυπετήσαντες ἔμπροσθεν αὐτοῦ ἐνέπαιζον αὐτῷ λέγοντες· χαῖρε ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων(:Τότε οι στρατιώτες του ηγεμόνα, αφού πήραν τον Ιησού και Τον οδήγησαν στην εσωτερική αυλή του παλατιού, όπου έμενε ο επίτροπος της Ρώμης, μάζεψαν τριγύρω Του όλη τη φρουρά. Και αφού Τον έγδυσαν, επειδή ήθελαν να διακωμωδήσουν τις βασιλικές Του αξιώσεις, Τον έντυσαν με κόκκινο μανδύα. Επιπλέον, έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν πάνω στο κεφάλι Του αντί για στέμμα, και στο δεξί Του χέρι Τού έδωσαν ένα καλάμι αντί για βασιλικό σκήπτρο. Κι αφού γονάτισαν μπροστά Του, Τον ενέπαιζαν και Του έλεγαν: “Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων”)»[Ματθ.27,27-29].
 
Σαν από κάποιο σύνθημα χόρευε σε όλους ο διάβολος. Διότι ότι έστω οι Ιουδαίοι κατακυριευμένοι από φθόνο και κακεντρέχεια φέρονταν προς Aυτόν με απρέπεια και βιαιότητα, οι στρατιώτες όμως από πού και για ποια αιτία; Δεν είναι ολοφάνερο ότι τότε ο διάβολος ήταν εκείνος ο οποίος είχε εμβάλει σε όλους με βακχική μανία; Γι’ αυτό και διασκέδαζαν με τις ύβρεις που απηύθυναν οι άγριοι και απάνθρωποι. Διότι έπρεπε να ντραπούν, έπρεπε να δακρύσουν, όπως έκανε το πλήθος, ενώ αυτοί όχι μόνο αυτό δεν έκαναν, αλλά αντιθέτως έβριζαν και χοροπηδούσαν, ίσως για να ευχαριστήσουν τους Ιουδαίους, ή προβαίνοντας σε όλα αυτά από τον δικό τους κακότροπο χαρακτήρα. Και οι ύβρεις τους ήταν πολλές και διάφορες. Διότι άλλοτε μεν εξευτέλιζαν την θεϊκή εκείνη κεφαλή, άλλοτε την μεταχειρίζονταν υβριστικά με το ακάνθινο στεφάνι, άλλοτε την κτυπούσαν με το καλάμι, άνδρες αχρείοι και δολοφόνοι.
 
Ποιoν λόγο λοιπόν μπορούμε να κάνουμε εμείς όταν οδηγούμαστε σε εξευτελισμούς, ύστερα από αυτά που υπέστη ο Χριστός; Διότι αυτό που έγινε ήταν το έσχατο όριο εξευτελισμού. Δεν εξευτελιζόταν, βλέπετε, ένα μέλος, αλλά ολόκληρο το σώμα και καθ’ ολοκληρίαν· η κεφαλή με το στεφάνι, το καλάμι και τους κολαφισμούς· το πρόσωπο, το οποίο υφίσταται εμπτύσματα· οι σιαγόνες οι οποίες ραπίζονταν· ολόκληρο το σώμα με τις μαστιγώσεις, με την ένδυση της χλαμύδας και με την προσποιητή προσκύνηση· το χέρι με το καλάμι, το οποίο το έδωσαν να κρατάει αντί σκήπτρου· το στόμα πάλι με την προσφορά του ξυδιού.
 
Τι θα μπορούσε να αποδειχθεί φοβερότερο από αυτά; Τι περισσότερο ταπεινωτικό; Διότι αυτά που έχουν γίνει υπερβαίνουν κάθε περιγραφή. Έκαναν τα πάντα σαν να φοβόντουσαν μήπως δώσουν την εντύπωση ότι παραλείπουν κάτι από την παράτολμη πράξη τους, αφού φόνευσαν τους μεν προφήτες με τα ίδια τους τα χέρια, Αυτόν δε με δικαστική απόφαση και από τον εαυτό τους και από τον Πιλάτο λέγοντας: «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν (:Η ενοχή και η ευθύνη για το χύσιμο του αίματός του ας πέσει πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας)»[Ματθ. 27,25] και χοροπηδούν και φέρονται υβριστικά οι ίδιοι, δένοντας και οδηγώντας τον Ιησού· και γίνονται αίτιοι των ύβρεων των στρατιωτών· και Τον καρφώνουν στον σταυρό και βλασφημούν και φτύνουν και διακωμωδούν· διότι τίποτα δεν πρόσφερε εδώ ο Πιλάτος, αλλά όλα τα έκαναν αυτοί. Έγιναν και κατήγοροι και δικαστές και δήμιοι και όλα.
 
Και αυτά αναγιγνώσκονται από εμάς όταν είναι όλοι συγκεντρωμένοι. Διότι για να μην λένε οι εθνικοί, ότι τα μεν ωραία και εξαίρετα, όπως είναι τα σημεία και τα θαύματα, τα επιδεικνύουμε στα πλήθη και τους λαούς, αυτά δε τα υβριστικά τα αποκρύπτουμε, κανόνισε η Χάρη του Αγίου Πνεύματος να αναγιγνώσκονται όλα αυτά στην πάνδημο εορτή, όταν είναι παρόντες μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών και γενικά όλοι κατά την μεγάλη νύχτα του Πάσχα. Όταν είναι παρούσα ολόκληρη η οικουμένη, τότε αυτά διακηρύσσονται με δυνατή φωνή. Και μολονότι αυτά αναγιγνώσκονται και γίνονται σε όλους γνωστά, ο Χριστός πιστεύεται ότι είναι Θεός και μαζί με όλα τα άλλα, προσκυνείται και για αυτά, επειδή καταδέχθηκε να ταπεινωθεί τόσο πολύ προς χάρη μας, ώστε να υποστεί και αυτά, για να μας διδάξει όλη την αρετή.
 
Αυτά λοιπόν τα γνωρίζουμε πάντοτε, διότι είναι πολύ μεγάλο το κέρδος και η ωφέλεια από αυτά. Διότι όταν τον βλέπεις να περιπαίζεται και με χειρονομίες και με πράξεις και να προσκυνείται με τόση γελοιοποίηση και να ραπίζεται και να υφίσταται τα χείριστα, και μονόλιθος εάν είσαι, θα γίνεις πιο μαλακός από κάθε κερί και θα βγάλεις από την ψυχή κάθε ερεθισμό.
 
Άκου λοιπόν και τα παρακάτω. Όταν Τον ενέπαιξαν, «ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι (:τον οδήγησαν για να Τον σταυρώσουν)», λέει, και αφού Τον γύμνωσαν, πήραν τα ενδύματά Του και κάθισαν περιμένοντας πότε θα εκπνεύσει. Και μοιράζονται τα ενδύματα Του, πράγμα που γίνεται στους πολύ ευτελείς και εγκαταλελειμμένους καταδίκους, οι οποίοι δεν έχουν κανένα και ζουν τελείως έρημοι. Μοίραζαν τα ενδύματα με τα οποία τόσο μεγάλα θαύματα είχαν γίνει. Αλλά τίποτα δεν έκανε τότε, αν και ο Χριστός κατείχε την μυστική δύναμη. Δεν ήταν δε και αυτό μικρό δείγμα μέθης. Διότι αποτολμούσαν τα πάντα σαν να πρόκειται περί άτιμου και εγκαταλελειμμένου, όπως είπα, και του πλέον ευτελούς. Στους ληστές λοιπόν τίποτα τέτοιο δεν έκαναν, ενώ στον Χριστό τα αποτόλμησαν όλα. Και Τον σταύρωσαν ανάμεσα σε αυτούς για να συνδεθεί με την φήμη εκείνων.
 
«Καί ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον(:του έδωσαν να πιεί ξίδι ανακατεμένο με χολή)»[Ματθ.27,34], και αυτό για να Τον περιπαίξουν· Εκείνος όμως δεν το θέλησε. Άλλος δε ευαγγελιστής λέει ότι αφού το γεύθηκε είπε: «Τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα (:’’Όλα πια έχουν τελειώσει. Οι προφητείες όλες ολοκληρώθηκαν, και το έργο μου πήρε αίσιο τέλος. Όλα όσα έπρεπε να πάθω τελείωσαν, και η σωτηρία των ανθρώπων εξασφαλίσθηκε πλήρως’’. Και αφού άφησε μόνος Του το κεφάλι Του να γείρει προς τα κάτω, παρέδωσε εξουσιαστικά την ψυχή Του στον Πατέρα του, όταν Αυτός θέλησε)»[Ιω. 19,30]. Και τι σημαίνει «τετέλεσται»; Ότι εκπληρώθηκε η περί Αυτού προφητεία, η οποία λέει: «Καὶ ἔδωκαν εἰς τὸ βρῶμά μου χολὴν καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος (: Και όταν ζήτησα να φάω και να πιω κάτι, μου έδωσαν αντί φαγητού χολή και αντί ύδατος, όταν διψούσα, με πότισαν ξίδι)»[Ψαλμ. 68,22]. Ούτε αυτός όμως ο ευαγγελιστής δείχνει ότι ήπιε· διότι δεν διαφέρει σε τίποτε το ότι απλώς γεύθηκε από το ότι δεν ήπιε, αλλά σημαίνει ένα και αυτό το πράγμα.
 
Αλλά όμως ούτε εδώ δεν σταματούν οι παρανοϊκές ενέργειές τους, αλλά αφού Τον γύμνωσαν και Τον σταύρωσαν και του πρόσφεραν ξύδι, προχωρούν περαιτέρω, και καθώς Τον βλέπουν καρφωμένο πάνω στον σταυρό, Τον χλευάζουν και αυτοί και οι διερχόμενοι· αυτά ήταν χειρότερα από όλα, το ότι αυτά τα έπασχε με τη δικαιολογία ότι είναι πλάνος και απατεώνας και ως υπερόπτης, ο οποίος αλόγιστα υπερηφανεύονταν για όσα έλεγε. Γι’ αυτό και Τον σταύρωσαν δημοσίως για να Τον διαπομπεύσουν υπό τα μάτια όλων· γι’ αυτό και Τον σταύρωσαν με τα στρατιωτικά χέρια, για να παρατείνουν τις παρανοϊκές ενέργειές τους, αποτολμώντας αυτά και σε δημόσιο δικαστήριο.
 
Αν και ποιον δεν θα έκανε να λυγίσει ο όχλος που Τον ακολουθεί και θρηνεί; Όχι όμως και τα θηρία αυτά. Γι’ αυτό μεν και Αυτός, εκείνους μεν τους θεωρεί άξιους αποκρίσεως, ενώ αυτούς όχι. Διότι αφού έκαναν ό,τι ήθελαν, σπεύδουν να μολύνουν και τη φήμη Του, επειδή φοβούνταν την ανάσταση. Γι’ αυτό τα λένε αυτά δημοσίως και γι’ αυτό σταύρωσαν μαζί τους και τους ληστές, θέλοντας δε να δείξουν ότι είναι απατεώνας, έλεγαν: «Ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ(:Εσύ που θα γκρέμιζες τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναέκτιζες, σώσε τώρα τον εαυτό σου. Εάν είσαι Υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρό)»[Ματθ.27,40]. Διότι επειδή δεν εισακούσθηκαν όταν είπαν στον Πιλάτο να σβήσει την αιτία της σταυρώσεως (η οποία ήταν το ότι έβαλε να γράψουν το «ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων»), και εκείνος αρνήθηκε λέγοντας: «ὃ γέγραφα, γέγραφα(:Ό,τι έγραψα, το έγραψα πλέον. Δεν το ξεγράφω)», προσπαθούσαν με τους χλευασμούς να δείξουν ότι δεν είναι βασιλιάς. Γι’ αυτό έλεγαν τα προηγούμενα, αλλά και τα εξής: «Εἰ βασιλεὺς ᾿Ισραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ(:εάν είναι βασιλιάς του Ισραήλ, του ευλογημένου δηλαδή λαού του Θεού, ας κατεβεί απ’ τον σταυρό και θα τον πιστέψουμε)», και, «ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι (:Άλλους έσωσε με τα αγύρτικά του θαύματα˙ τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει)», και «πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ῥυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός(:Έχει στηρίξει τις ελπίδες του και την πεποίθησή του στον Θεό. Ας τον γλυτώσει λοιπόν τώρα, εάν πράγματι τον θέλει ο Θεός· διότι είπε ότι ‘’είμαι Θεού υιός’’)»[Ματθ.27,43].
 
Βδελυροί και αχρειότατοι! Γιατί τάχα; Οι προφήτες δεν ήταν προφήτες ούτε οι δίκαιοι δίκαιοι, επειδή δεν τους ανάρπαζε από τους κινδύνους ο Θεός; Και βέβαια ήταν και όταν υφίσταντο αυτά. Τι μπορούσε λοιπόν να γίνει ισάξιο της μωρίας σας; Διότι αν η πρόκληση επικίνδυνων περιστάσεων δεν μόλυνε τη φήμη εκείνων, αλλά παρέμεναν προφήτες και όταν έπασχαν, πολύ περισσότερο δεν έπρεπε να σκανδαλιστείτε στην περίπτωση Αυτού με όσα έκανε και είπε, ανασκευάζοντας διαρκώς την γνώμη σας.
 
Αλλά όμως και με αυτά που λέγονταν και γίνονταν δεν κατόρθωσαν τίποτα, ούτε εκείνο τον καιρό. Έτσι εκείνος που κυριολεκτικά είχε σαπίσει μες στην πονηριά και είχε καταναλώσει ολόκληρο τον βίο του σε φόνους και ληστείες, ακριβώς όταν λέγονταν αυτά, τότε Τον ομολόγησε Θεό και θυμήθηκε την βασιλεία. Και το πλήθος Τον θρηνεί με οδυρμούς, αν και φαινόταν ότι όσα γίνονταν θα επιβεβαίωναν, αντίθετα σε εκείνους οι οποίοι δεν γνωρίζουν την ενέργεια του μυστηρίου, ότι ήταν αδύνατος και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα· και όμως η αλήθεια και για τους αντίθετους επικράτησε.
 
Ακούγοντας λοιπόν αυτά, ας οπλίζουμε τους εαυτούς μας εναντίον κάθε θυμού και οργής. Και αν ακόμα δεις την καρδιά σου να φλογίζεται, σφράγισε το στήθος σου τοποθετώντας πάνω τον σταυρό· θυμήσου κάτι από εκείνα που συνέβησαν τότε και σαν σκόνη θα αποβάλλεις κάθε θυμό με την ανάμνηση των όσων είχαν γίνει. Σκέψου τα λόγια και τις ενέργειες· σκέψου ότι Εκείνος ήταν Δεσπότης, ενώ εσύ είσαι δούλος· ότι Εκείνος έπασχε προς χάρη σου, ενώ εσύ για τον εαυτό σου· εκείνος χάριν αυτών που είχαν ευεργετηθεί και Τον σταύρωσαν, ενώ εσύ για τον εαυτό σου· Εκείνος χάριν αυτών που Τον έβρισαν, ενώ εσύ πολλές φορές από αυτούς που έχουν αδικηθεί· Εκείνος έπαθε υπό τα μάτια ολόκληρης της πόλης, ή μάλλον όλου του πλήθους των Ιουδαίων, και των ξένων και των ντόπιων, προς τους οποίους είχε απευθύνει τα φιλάνθρωπα λόγια Του, ενώ εσύ ενώπιον λίγων· και το ακόμη χειρότερο, ότι Τον εγκατέλειψαν και οι μαθητές Του· διότι εκείνοι μεν οι οποίοι προηγουμένως Τον σέβονταν, αποσκίρτησαν, ενώ οι εχθροί και πολέμιοί Του, αφού Τον παρέλαβαν καρφωμένο στο μέσο, Τον έβριζαν, Τον βλασφημούσαν, Τον διακωμωδούσαν, Τον περιέπαιζαν, Τον χλεύαζαν· από κάτω Ιουδαίοι και στρατιώτες· από πάνω και από τις δύο πλευρές, ληστές· διότι και οι δύο ληστές Τον έβριζαν και Τον περιέπαιζαν.
 
Πώς λοιπόν ο Λουκάς λέει ότι Τον επιτιμά ο ένας ληστής μονάχα; «Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς(:Στο μεταξύ ένας από τους κακούργους που κρεμάστηκαν στο σταυρό τον χλεύαζε με βλασφημίες και του έλεγε: ‘’Εάν εσύ είσαι ο Χριστός, σώσε τον εαυτό σου κι εμάς’’)»[Λουκάς 23,39] Και τα δύο έγιναν. Διότι στην αρχή Τον χλεύαζαν και οι δύο, κατόπιν όμως όχι. Για να μην νομίζεις δε ότι τα πράγματα έγιναν με κανένα σύνθημα, και ότι ο ληστής παρέμενε ληστής, από την ύβρη σού δείχνει ότι επάνω στον σταυρό ήταν ληστής και εχθρός και ότι μεταμελήθηκε διαμιάς. Σκεπτόμενος λοιπόν όλα αυτά αντιμετώπιζε με καρτερικότητα τις αντιξοότητες. Διότι τι έπαθες από αυτά που υπέστη ο Δεσπότης σου; Βρίστηκες δημοσίως; Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού. Χλευάζεσαι; Αλλά όχι ολόκληρο το σώμα σου, ούτε με μαστιγώσεις και γυμνός. Εάν πάλι ραπίστηκες, δεν είναι ακριβώς έτσι.
 
Κάνε μου δε την χάρη να προσέξεις και από ποιους υφίσταται όλα αυτά και γιατί και ποιος, και το ακόμη χειρότερο, ότι ενόσο γίνονταν κανείς δεν διαμαρτυρόταν, κανείς δεν κατέκρινε αυτά που γίνονταν· αντιθέτως μάλιστα όλοι Τον επαινούσαν και Τον χλεύαζαν από κοινού και Τον πείραζαν και Τον βλασφημούσαν ως αλαζόνα και απατεώνα και πλάνο και μη δυνατό να αποδείξει έμπρακτα αυτά τα οποία είχε πει. Εκείνος δε σιωπά σε όλα, κατασκευάζοντας για χάρη μας δραστικότατα φάρμακα μακροθυμίας.
 
Εμείς όμως οι οποίοι ακούμε αυτά, ούτε προς τους δούλους δεν δείχνουμε υπομονή, αλλά τιναζόμαστε και λακτίζουμε περισσότερο από τους άγριους όνους. Για όσα αφορούν εμάς γινόμαστε σκληροί και απάνθρωποι, ενώ για όσα αφορούν τον Θεό δεν δίνουμε πολύ σημασία. Και έναντι των φίλων συμπεριφερόμαστε καθ’ όμοιο τρόπο. Και όταν ακόμα μας λυπήσει κανείς δεν τον ανεχόμαστε. Και αν μας βρίσει, γινόμαστε άγριοι περισσότερο από τα θηρία, εμείς οι οποίοι αναγιγνώσκουμε αυτά καθημερινά. Τον Χριστό ο μαθητής Του, Τον πρόδωσε, οι άλλοι Τον εγκατέλειψαν και έφυγαν, εκείνοι που ευεργετήθηκαν Τον έφτυσαν, ο δούλος του αρχιερέα Τον ράπισε, οι στρατιώτες Τον κολάφιζαν, οι διερχόμενοι Τον κορόιδευαν και Τον βλασφημούσαν, οι ληστές Τον κατηγορούσαν, και σε κανένα δεν απεύθυνε λόγο, αλλά τους αντιμετώπιζε όλους με σιωπή, διδάσκοντας εσένα έμπρακτα, ότι όσο ήρεμα υποφέρεις, τόσο περισσότερο θα νικήσεις όσους σε κακοποιούν και θα εκτιμηθείς από όλους.
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
 
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
 
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
 
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΖ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 318-331.
 
 
· Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία,εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
 
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
 
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
 
 
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
 
4.Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
 
σύμφωνα με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
 
[Υπομνηματισμός στα εδάφια Ματθ.27,45-56]
 
«Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης. περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ ᾿Ιησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· ἠλὶ ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί; τοῦτ᾿ ἔστι, Θεέ μου Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες; τινὲς δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστώτων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι ᾿Ηλίαν φωνεῖ οὗτος. καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν. οἱ δὲ λοιποὶ ἔλεγον· ἄφες ἴδωμεν εἰ ἔρχεται ᾿Ηλίας σώσων αὐτόν(:και από τις δώδεκα το μεσημέρι έγινε σκοτάδι σ’ όλη τη γη έως τις τρεις το απόγευμα. Και στις τρεις το απόγευμα φώναξε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη και είπε: “Ηλί, ηλί, λιμά σαβαχθανί;”. Η φράση αυτή σημαίνει: “Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;” Μερικοί μάλιστα από εκείνους που στέκονταν εκεί και δεν γνώριζαν την αραμαϊκή γλώσσα, όταν το άκουσαν αυτό έλεγαν ότι αυτός φωνάζει τον Ηλία. Κι αμέσως ένας απ’ αυτούς έτρεξε και πήρε ένα σφουγγάρι, κι αφού το βούτηξε στο ξίδι, το τύλιξε σ’ ένα καλάμι και προσπαθούσε να του δώσει να πιει Οι υπόλοιποι όμως έλεγαν: Άφησε να δούμε εάν θα έλθει ο Ηλίας να τον σώσει.)»[Ματθ.27,45-49].
 
Αυτό είναι το σημείο, το οποίο όταν στο παρελθόν ζητούσαν υποσχέθηκε να τους δώσει λέγοντας: «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰμὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου(:Γενιά πονηρή και μοιχαλίδα, που πρόδωσε την πίστη της προς τον ουράνιο Νυμφίο, επιμένει να ζητά θαύμα που να δείχνει ξεκάθαρα την αποστολή μου. Αλλά τέτοιο θαύμα δεν θα της δοθεί, παρά το θαύμα που προτυπωνόταν και προεικονιζόταν από το θαύμα του Ιωνά του προφήτη)»[Ματθ.12,39], εννοώντας τη σταύρωση και τον θάνατο και την ταφή και την ανάσταση.
 
Άλλος πάλι φανερώνοντας τη δύναμη του σταυρού έλεγε: «ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατήρ μου, ταῦτα λαλῶ(:όταν υψώσετε πάνω στον σταυρό τον υιό του ανθρώπου, τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο μόνος Σωτήρας, και ότι τίποτε απολύτως δεν κάνω από τον εαυτό μου, αλλά συμφωνώ απολύτως με τον Πατέρα μου. Και για να σας μιλήσω σύμφωνα με όσα συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων, ώστε να με καταλάβετε καλύτερα, σας προσθέτω: Όπως με δίδαξε ο Πατέρας μου, έτσι μιλάω και αυτά ακριβώς λέω)» [Ιω.8,28]. Αυτό λοιπόν που εννοεί είναι το εξής: «όταν με σταυρώσετε και νομίσετε ότι μου έχετε επιβληθεί, τότε ακριβώς θα γνωρίσετε τη δύναμή μου»· διότι μετά τη σταύρωση καταστράφηκε η πόλη, καταργήθηκαν τα ιουδαϊκά ήθη και έθιμα, έχασαν τη ζωή και την ελευθερία τους, το κήρυγμα ήκμασε, στα πέρατα της οικουμένης εξαπλώθηκε ο λόγος του σταυρού. Η ξηρά και η θάλασσα, τόσο η κατοικούμενη όσο και η ακατοίκητη, διακηρύσσουν διαρκώς τη δύναμή Του.
 
Και αυτά λοιπόν εννοεί και εκείνα που συνέβησαν κατά τη στιγμή της σταυρώσεως· διότι πράγματι αυτά έγιναν κατά πολύ πιο θαυμαστό τρόπο όταν καρφωνόταν επάνω στον σταυρό παρά όταν βάδιζε στη γη. Και δεν ήταν μόνο γι΄αυτό το παράδοξο, αλλά και διότι έγινε από τον ουρανό, αυτό το οποίο ζητούσαν, και μάλιστα σε ολόκληρη την οικουμένη, πράγμα το οποίο ουδέποτε άλλοτε στο παρελθόν είχε συμβεί, παρά μόνο στην Αίγυπτο, όταν επρόκειτο να τελεστεί το Πάσχα. Και τούτο διότι και εκείνα ήσαν προτύπωση αυτών. Και πρόσεξε πότε γίνεται. Στο μέσο της ημέρας, για να το μάθουν όλοι όσοι κατοικούν στη γη· όταν σε ολόκληρη την οικουμένη ήταν μέρα, πράγμα το οποίο ήταν αρκετό να τους επιστρέψει, όχι μόνο με το μέγεθος του θαύματος, αλλά και διότι συνέβη στην κατάλληλη στιγμή.
 
Διότι έγινε μετά από όλες τις πράξεις της μέθης και της παράνομης διακωμωδήσεως, όταν απέβαλαν τον θυμό, όταν έπαψαν να γελούν, όταν χόρτασαν να κοροϊδεύουν και είπαν όλα όσα ήθελαν να πουν. Παρουσιάζει το σκοτάδι τότε, μήπως έστω και έτσι, αφού άφησαν την οργή, ωφεληθούν από το θαύμα· διότι από το να κατεβεί από τον Σταυρό, αυτό ήταν περισσότερο άξιο θαυμασμού, το να κάνει αυτά ευρισκόμενος επάνω στον Σταυρό· διότι, είτε πίστευαν ότι τα έκανε Εκείνος, έπρεπε να πιστέψουν και να φοβηθούν, είτε πίστευαν ότι δεν τα έκανε Εκείνος, αλλά ο Πατήρ, και πάλι έπρεπε να συγκινηθούν βαθέως· διότι το σκοτάδι εκείνο ήταν ενέργεια οργής για όσα είχαν αποτολμηθεί.
 
Και το ότι δεν ήταν έκλειψη, αλλά οργή και αγανάκτηση, δεν φαίνεται μόνο από αυτά, αλλά και από τη διάρκεια· διότι παρέμεινε για τρεις ώρες, ενώ η έκλειψη γίνεται εντός ελαχίστου χρονικού διαστήματος· και τη γνωρίζουν εκείνοι που την είδαν, διότι συνέβη και στη δική μας γενεά. «Και πώς δεν θαύμασαν όλοι», θα ρωτήσει κανείς, «ούτε πίστεψαν ότι είναι Θεός;». Επειδή το γένος των ανθρώπων τότε διακατεχόταν από πολλή νωθρότητα και κακία. Και το θαύμα αυτό ένα ήταν και αφού έγινε, αμέσως πέρασε και κανείς δεν φρόντισε να ερευνήσει την αιτία, διότι είναι μεγάλη η πρόληψη στην ασέβεια και η συνήθεια. Έτσι, ούτε γνώριζαν ποια ήταν η αιτία του φαινομένου, ίσως μάλιστα και να νόμιζαν ότι τούτο είχε γίνει από έκλειψη ή από κάποια άλλη αιτία φυσική.
 
Και γιατί απορείς για τους εθνικούς οι οποίοι δεν γνώριζαν τίποτε, ούτε επιδίωξαν να μάθουν εξαιτίας της πολλής αδιαφορίας τους, τη στιγμή κατά την οποία εκείνοι που βρίσκονταν σε αυτήν την ίδια την Ιουδαία, ύστερα από τόσα θαύματα, εξακολουθούσαν να Τον υβρίζουν, μολονότι τους έδειχνε καθαρά ότι Εκείνος το είχε κάνει αυτό; Για τον λόγο αυτόν άλλωστε ομιλεί και μετά από αυτό, για να μάθουν ότι ακόμη ζει και ότι Αυτός το έκανε για να γίνουν και από αυτό επιεικέστεροι. Και λέγει: «Ἠλὶ ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;», για να δουν ότι μέχρι την τελευταία πνοή Του τιμά τον Πατέρα και δεν είναι αντίθεος. Για τον λόγο αυτόν και έβγαλε αυτήν την προφητική φωνή, επιβεβαιώνοντας μέχρι την τελευταία ώρα την Παλαιά Διαθήκη. Μάλιστα όχι μόνο προφητική, αλλά και εβραϊκή φωνή, για να τους φανεί γνωστή και καταφανής. Και γενικά με όλα δείχνει τη συμφωνία Του προς Εκείνον που Τον γέννησε.
 
Αλλά κοίτα και από αυτό την ασέλγεια και την ακολασία και τη μωρία τους. Νόμισαν, λέγει ο ευαγγελιστής, ότι καλεί τον Ηλία και αμέσως Τον πότισαν ξύδι. Ενώ άλλος προσήλθε και τρύπησε την πλευρά Του με λόγχη. Τι άλλο θα μπορούσε να γίνει περισσότερο παράνομο και θηριώδες, από αυτούς των οποίων η μανία έφτασε μέχρι τέτοιου σημείου, ώστε να εξυβρίζουν ακόμη και νεκρό σώμα; Εσύ όμως κάνε μου τη χάρη να προσέξεις τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί τις παρανομίες τους για τη δική μας σωτηρία· διότι μετά από την πληγή Εκείνου, ανέβλυσαν από εκεί οι πηγές της σωτηρίας μας.
 
«Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τὸ πνεῦμα(:και ο Ιησούς, αφού πάλι φώναξε με δυνατή φωνή, άφησε μόνος Του και θεληματικά την ψυχή Του να φύγει από το σώμα Του)»[Ματθ.27,50]. Αυτό είναι εκείνο που έλεγε ότι «οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου(:κανείς δεν έχει τη δύναμη να πάρει τη ζωή μου και να με θανατώσει εάν δεν το θελήσω Εγώ. Αλλά εγώ από μόνος μου την παραδίδω. Έχω εξουσία να προσφέρω τη ζωή μου, και έχω εξουσία πάλι να την πάρω πίσω. Αυτή την εντολή πήρα από τον Πατέρα μου, να θυσιάσω τη ζωή μου πάνω στον σταυρό και να την πάρω πάλι με την Ανάσταση. Έτσι θα αναδειχθώ ο αιώνιος αρχιερεύς και μεσίτης για τη σωτηρία των προβάτων μου)» [Ιω.10,18]. Γι’αυτό άλλωστε φώναξε, για να φανεί ότι ο θάνατος γίνεται με τη δική Του εξουσία. Ο ευαγγελιστής Μάρκος λοιπόν λέγει ότι ο Πιλάτος απόρησε πώς πέθανε τόσο γρήγορα[Μάρκ. 15,44: «ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε(:Ο Πιλάτος μάλιστα έμεινε έκπληκτος κι απόρησε που τόσο γρήγορα είχε κιόλας πεθάνει ο Ιησούς. Κι αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε εάν είχε ώρα πολλή που πέθανε)»και ότι ο εκατόνταρχος για τον λόγο αυτόν κυρίως πίστεψε, διότι πέθανε με εξουσία[Μάρκ.15,39: «Ἰδὼν δὲ ὁ κεντυρίων ὁ παρεστηκὼς ἐξ ἐναντίας αὐτοῦ ὅτι οὕτω κράξας ἐξέπνευσεν, εἶπεν· ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος υἱὸς ἦν Θεοῦ(:και ο εκατόνταρχος που στεκόταν απέναντί Του, όταν είδε μαζί με τα άλλα έκτακτα σημεία που συνέβησαν και ότι ο Ιησούς ξεψύχησε όχι από εξάντληση, όπως πέθαιναν οι σταυρωμένοι, αλλά αφού έβγαλε δυνατή φωνή, που δεν έδειχνε κανένα σημείο θανάτου, είπε: “Αληθινά, ο άνθρωπος αυτός ήταν Υιός Θεού”)»].
 
Αυτή η φωνή έσχισε το παραπέτασμα του ναού και άνοιξε τα μνημεία και έκανε έρημο τον ναό. Το έκανε δε αυτό όχι για να δείξει ασέβεια προς τον ναό- διότι πώς θα το έκανε αυτό, Αυτός που λέγει: «καὶ τοῖς τὰς περιστερὰς πωλοῦσιν εἶπεν· ἄρατε ταῦτα ἐντεῦθεν· μὴ ποιεῖτε τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου οἶκον ἐμπορίου(:και σ’ εκείνους που πουλούσαν τα περιστέρια είπε: “Σηκώστε τα από εδώ. Μην μετατρέπετε το σπίτι του Πατέρα μου σε εμπορικό κατάστημα”)»; [Ιω.2,16], αλλά για να δείξει ότι αυτοί είναι ανάξιοι ακόμη και του να μένουν εκεί, όπως ακριβώς και όταν παρέδωσε τον ναό στους Βαβυλωνίους. Αλλά αυτά δεν έγιναν μόνο για τον λόγο αυτόν. Ό,τι έγινε ήταν και μια προφητεία της μελλοντικής ερημώσεως του ναού, και της μεταθέσεώς Tου προς τα ανώτερα και υψηλότερα, και της δυνάμεώς Tου.
 
Μαζί δε με αυτά, φανέρωνε τον εαυτό Του και με εκείνα που ακολούθησαν, με την ανάσταση των νεκρών, με τη συσκότιση του φωτός, με την αλλοίωση των στοιχείων της φύσεως. Διότι επί μεν της εποχής του Ελισαίου ένας νεκρός όταν ήλθε σε επαφή με νεκρό αναστήθηκε[Δ΄Βασιλ. 13,21], αυτούς δε τώρα τους ανέστησε φωνή, ενώ το σώμα βρισκόταν επάνω στον Σταυρό. Άλλωστε και εκείνα ήσαν προτυπώσεις αυτού· διότι εκείνο έγινε για να πιστευτεί αυτό. Και δεν ανίστανται μόνο, αλλά σχίζονται και οι πέτρες και σείεται η γη, για να αντιληφθούν ότι και αυτός μπορούσε να τους ακρωτηριάσει και να τους σχίσει· διότι Εκείνος που έσχισε τις πέτρες και σκότισε την οικουμένη, πολύ περισσότερο θα μπορούσε να κάνει τα ίδια σε εκείνους, εάν βέβαια ήθελε. Δεν θέλησε όμως, αλλά αφού εκδήλωσε την οργή του στα στοιχεία της φύσεως, εκείνους θέλησε να τους σώσει από επιείκεια.
 
Αλλά δεν ελάττωσαν τη μανία τους· διότι ο φθόνος και η ζήλεια, δεν υποχωρούν εύκολα. Τότε μεν λοιπόν συμπεριφέρονταν με αναισχυντία προς τα ίδια τα φαινόμενα. Έπειτα δε από αυτά, όταν αναστήθηκε ενώ ο τάφος ήταν εσφραγισμένος και τον φύλασσαν στρατιώτες, έδωσαν και αργύρια, για να διαφθείρουν και άλλους και να διαψεύσουν το κήρυγμα της Αναστάσεως.
 
Μην απορείς λοιπόν, αν και τότε έδειχναν αγνωμοσύνη, αφού ούτως ή άλλως ήσαν διατεθειμένοι να δείχνουν αναισχυντία προς όλα. Πρόσεξε μόνο εκείνο, πόσο μεγάλα θαύματα έκανε, άλλα μεν από τον ουρανό, άλλα δε επάνω στη γη και άλλα μέσα στον ναό, δείχνοντας αφενός μεν την αγανάκτησή Του, αφετέρου δε ότι τα άβατα θα γίνουν βατά και ο ουρανός θα ανοίξει και τα πράγματα θα μετατεθούν στα αληθινά Άγια των Αγίων.
 
Και εκείνοι μεν έλεγαν: «Εάν είναι βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί από τον Σταυρό», ενώ Αυτός δείχνει ότι είναι ολόκληρης της οικουμένης βασιλιάς. Επίσης εκείνοι έλεγαν: «Εσύ που γκρεμίζει τον ναό αυτόν και σε τρεις μέρες τον ανοικοδομείς», Αυτός δε δείχνει ότι ο ναός θα ερημωθεί ολοκληρωτικά. Πάλι, αυτοί μεν έλεγαν: «Άλλους έσωσε, αλλά δεν μπορεί να σώσει τον εαυτό του», Αυτός δε παραμένοντας επάνω στον Σταυρό, έδειχνε αυτό με πολλή αφθονία στα σώματα των δούλων· διότι εάν το να εξέλθει ο Λάζαρος από τον τάφο μετά από τέσσερις ημέρες ήταν σπουδαίο, πολύ σπουδαιότερο ήταν να εμφανιστούν ζωντανοί όλοι μαζί οι νεκροί από πολλών ετών, πράγμα το οποίο ήταν σημείου της μελλοντικής αναστάσεως· διότι «καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη(:και τα μνημεία που ήταν στους βράχους που σχίσθηκαν, άνοιξαν, και από τα μνημεία που άνοιξαν τη στιγμή εκείνη, πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων αναστήθηκαν, όταν μετά από τρεις ημέρες αναστήθηκε πρώτος ο Χριστός)», λέγει, «καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς (:κι αφού βγήκαν από τα μνημεία μετά την ανάστασή Του, μπήκαν στην αγία πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς)»[Ματθ.27,52].Για να μη νομιστεί δηλαδή ότι το γεγονός είναι φανταστικό, εμφανίζονται ενώπιον πολλών στην πόλη.
 
Ακόμη και ο εκατόνταρχος τότε δόξαζε τον Θεό λέγοντας: «Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ τηροῦντες τὸν ᾿Ιησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος(:ο εκατόνταρχος εξάλλου κι εκείνοι που μαζί του φύλαγαν τον Ιησού, όταν είδαν το σεισμό και όσα έγιναν, φοβήθηκαν πολύ κι έλεγαν: Πράγματι αυτός ήταν υιός Θεού)». «Και τα πλήθη δε που είχαν έλθει για να δουν το θέαμα, επέστρεφαν χτυπώντας τα στήθη τους». Τόσο μεγάλη ήταν η δύναμη του Εσταυρωμένου, ώστε ύστερα από τόσους χλευασμούς και διακωμωδήσεις και πειράγματα, και ο εκατόνταρχος να συγκινηθεί βαθιά και ο όχλος. Μερικοί μάλιστα λένε ότι και μαρτύρησε ο εκατόνταρχος αυτός, αφού ανδρώθηκε στην πίστη ύστερα από αυτά[Λουκά 23,47-48: «ἰδὼν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος τὸ γενόμενον ἐδόξασε τὸν Θεὸν λέγων· ὄντως ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος ἦν. καὶ πάντες οἱ συμπαραγενόμενοι ὄχλοι ἐπὶ τὴν θεωρίαν ταύτην, θεωροῦντες τὰ γενόμενα, τύπτοντες ἑαυτῶν τὰ στήθη ὑπέστρεφον(:όταν ο εκατόνταρχος είδε αυτό που έγινε, το σκοτάδι δηλαδή και το σεισμό, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ο Χριστός ως άνθρωπος που όριζε τη ζωή του παρέδωσε το πνεύμα Του στον Πατέρα Του, δόξασε τον Θεό με την ομολογία αυτή και είπε: “Πραγματικά αυτός ο άνθρωπος ήταν δίκαιος και ήταν αληθινό αυτό που έλεγε ότι είναι ο Υιός του Θεού”. Αλλά και όλα τα πλήθη του λαού που είχαν μαζευτεί εκεί από περιέργεια για να δουν το θέαμα αυτό της θανατικής εκτελέσεως, όταν είδαν αυτά που έγιναν, γύριζαν πίσω στην πόλη χτυπώντας τα στήθη τους, για να εκδηλώσουν έτσι τη λύπη τους και τη μετάνοιά τους)».
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
 
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
 
ΠΗΓΕΣ:
 
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
 
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΘ΄(επιλεγμένα απόσπασματα), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 375-381 αντίστοιχα.
 
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 176-177 και σελ.190-193:
 
http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika_keimena/Eurethrio/Agios_Iwannhs_o_Xrusostomos_Apanta.htm
 
 
· Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία,εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
 
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
 
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
 
 
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm