Ὅλα αὐτά λοιπόν πού μᾶς συμβαίνουν, τά καθημερινά, τά ὁποῖα μᾶς στενοχωροῦν πολλές φορές, μᾶς δυσαρεστοῦν καί μᾶς χαλοῦν τήν διάθεση, δέν εἶναι τυχαῖα, ἀπό ἁπλή σύμπτωση. Τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο, γιατί δέν ὑπάρχει τύχη. Ὑπάρχει μόνον ὁ Θεός καί ἡ στοργική Του Πρόνοια. Καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά φιλοσοφεῖ σέ κάθε στιγμή καί σέ κάθε γεγονός τῆς ζωῆς του καί νά προσπαθεῖ ἐπίσης νά μαθαίνει, ἄν θέλει, γιατί ὁ Θεός παραχώρησε καί ἐπέτρεψε τό κάθε συγκεκριμένο γεγονός, αὐτήν τήν συνάντηση, αὐτήν τήν συνομιλία, αὐτήν τήν κατάκριση καί τήν παρατήρηση πού δέχθηκε, αὐτήν τήν ζήλια καί τόν φθόνο πού ἀντιμετώπισε. Γιά ποιόν λόγο; Εἶναι σίγουρα πάντοτε γιά τό καλό του. Ἀλλά, μπορεῖ, ἄν θέλει, νά ἐρευνήσει περισσότερο καί νά μάθει τί παραπάνω μπορεῖ νά κάνει αὐτός, γιά νά ἐπωφεληθεῖ ἀπό αὐτήν τήν εὐκαιρία. Γιατί κάθε στιγμή εἶναι μία εὐκαιρία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας. Κάθε περίσταση, κάθε γεγονός, εἶναι μία πρόκληση καί μία πρόσκληση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, ὥστε νά Τόν πλησιάσουμε, νά Τόν ἀγαπήσουμε καί νά μποῦμε στήν Βασιλεία Του.

Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὅ,τι καί ἄν ἔλθει, λέει· «Ἔτσι εὐδοκεῖ ὁ Θεός», κι ἔτσι διατηρεῖται ἡ εἰρήνη στήν ψυχή καί στό σῶμα». Προσέξτε, ὑπάρχουν δύο θελήματα: τό κατά εὐδοκία καί τό κατά παραχώρηση, ὅπως λέμε θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό κατά εὐδοκία θέλημα εἶναι αὐτό στό ὁποῖο εὐαρεστεῖται ὁ Θεός ἀπόλυτα, εἶναι τό νά τηροῦμε τίς ἐντολές.
Τό κατά παραχώρηση ἤ τό δεύτερο θέλημα εἶναι αὐτό πού δέν τό εὐδοκεῖ ὁ Θεός, δέν τό θέλει θά λέγαμε «μέ ὅλη του τήν καρδιά», ἀλλά τέλος πάντων τό παραχωρεῖ, γιατί μᾶς ἔχει κάνει ἐλεύθερους. Ὅταν κάποιος ἐπιλέγει νά μήν κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά κάνει τό ἀντίθετο, ὁ Θεός τό παραχωρεῖ καί προσπαθεῖ μέσα ἀπό αὐτή τήν κακία τοῦ ἀνθρώπου νά βγάλει καλό. Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ πού ἀκόμα καί μέσα ἀπό τίς ἁμαρτίες μας βγάζει καλό.

Βλέπετε, καί ὁ λαός τό λέει πολύ σοφά: «Κάθε ἐμπόδιο γιά καλό». Ἑπομένως, δέν πρέπει νά δυσανασχετοῦμε ὅταν μᾶς ἔρχεται ἕνα ἐμπόδιο. Ἄν δυσανασχετοῦμε καί στεναχωριόμαστε ὅταν μᾶς χαλᾶνε τά σχέδια, σημαίνει πώς ἔχουμε ὑπερηφάνεια, πώς ἔχουμε θέλημα, πώς ἔχουμε ἐγωισμό καί προσκόλληση στό δικό μας θέλημα. Ἐνῶ βλέπετε πόσο σοφά τό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τό στόμα τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου; Λέμε: «Σήμερα ἤ αὔριο θά πᾶμε σέ αὐτήν ἤ τήν ἄλλη πόλη, …θά μείνω γιά ἔναν χρόνο ἐκεῖ, θά δραστηριοποιηθῶ ἐπιχειρηματικά καί θά βγάλω χρήματα». Γιατί; Ἀφοῦ δέν ξέρουμε τί μᾶς ξημερώνει αὔριο. Ἀντ’ αὐτοῦ θά ἔπρεπε νά ποῦμε: «Ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ζήσουμε καί θά κάνουμε αὐτό ἤ ἐκεῖνο» (Ἰακ. 4,13-15).
Λέμε ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; «Νά ἡ ἔνδειξη· Ἄν στενοχωριέσαι γιά κάτι, αὐτό σημαίνει πώς δέν παραδόθηκες τελείως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω καί ἄν σοῦ φαίνεται ὅτι ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ». Ἡ ἔνδειξη λοιπόν εἶναι ἡ στενοχώρια. Γιά κάτι ὁτιδήποτε ἄν στενοχωριέσαι, σημαίνει ὅτι στήν πράξη δέν ἔχεις ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὅλα τά δέχεσαι μέ χαρά, μέ εὐχαριστία καί δοξολογία καί δέν ἔχεις στενοχώρια γιά τίποτα, τότε ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα του Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος πού μέ ὅλη του τήν καρδιά ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅλα τοῦ γίνονται ὅπως τά θέλει καί δέν μπορεῖ νά στενοχωρηθεῖ γιά τίποτα ἀφοῦ ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό καί ὅλα γιά τό καλό του, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἡ αὐτοαγάπη.
Ἡ ἁμαρτία αὐτή καθεαυτή ἔχει μέσα της τήν τιμωρία. Δέν μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός. Οἱ ἴδιες οἱ πράξεις μας μᾶς τιμωροῦν, γιατί ἡ ἁμαρτία ἀπό μόνη της εἶναι μία πράξη αὐτοκαταστροφῆς, αὐτοκτονίας καί ὁ ἄνθρωπος κάνοντας τήν ἁμαρτία βασανίζεται καί ταλαιπωρεῖται καί μέσα ἀπό αὐτόν τόν βασανισμό ὁδηγεῖται στήν μετάνοια. Εἶναι τό ἔσχατο μέσο, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος, γιά νά μᾶς φέρει ὁ Θεός σέ ἐπίγνωση. Παραχωρεῖ νά ἁμαρτάνουμε γιά νά ταπεινωθοῦμε. Ἀφοῦ δέν ταπεινωθήκαμε ἑκούσια, μέ τή θέλησή μας, μέσα ἀπό τήν ἁμαρτία, τήν ἀσωτία καί τή διαφθορά, παραχωρεῖ νά ταπεινωθοῦμε γιά νά μετανοήσουμε καί νά σωθοῦμε μέσα ἀπό αὐτόν τόν τρόπο. Καί μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού δέν θά ἀπελπιστεῖ, δέν θά ὑποκύψει στίς ὑποβολές τοῦ πονηροῦ, ὁ ὁποῖος κάθε στιγμή μᾶς ψιθυρίζει καί μᾶς βάζει λογισμούς ἀπελπισίας καί στή συνέχεια αὐτοκτονίας. Ἡ μεγαλύτερη χαρά τοῦ διαβόλου εἶναι νά καταφέρει τόν ἄνθρωπο νά αὐτοκτονήσει. Ἀλλά δέν πρέπει νά ὑποκύψουμε σ’ αὐτό. Πρέπει νά μετανοήσουμε, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας, ἀνεξάρτητα πόσες ἁμαρτίες ἔχουμε κάνει. Ἀκόμα κι ἄν κάθε μέρα κάνουμε χιλιάδες ἁμαρτίες, κάθε στιγμή νά μετανοοῦμε καί σίγουρα θά σωθοῦμε γιατί ὁ Θεός τό ἔχει πεῖ: «τόν ἐρχόμενον πρός με οὐ μή ἐκβάλω ἔξω» (Ἰω. 6,37), αὐτόν πού ἔρχεται σέ Ἐμένα, δέν θά τόν διώξω.
Αρχιμ. Σάββας Αγιορείτης

Απόσπασμα από την ομιλία “Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ στενοχώρια καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία” 22-05-2011

https://www.youtube.com/watch?v=8jZzSgt65jE