Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Παρ. κε´ ἑβδ. ἐπιστ. (Β´ Θεσ. γ´ 6-18).

Β Θεσ. 3,6 Παραγγέλλομεν δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ᾿ ἡμῶν.

Β Θεσ. 3,6 Παραγγέλλομεν δε εις σας, αδελφοί, εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να κρατήτε τον εαυτόν σας εις απόστασιν από κάθε αδελφόν, ο οποίος συμπεριφέρεται άτακτα και δεν πορεύεται σύμφωνα με την παράδοσιν, την οποίαν και αυτοί που ατακτούν έχουν παραλάβει από ημάς.

Β Θεσ. 3,7 αὐτοὶ γὰρ οἴδατε πῶς δεῖ μιμεῖσθαι ἡμᾶς, ὅτι οὐκ ἠτακτήσαμεν ἐν ὑμῖν,

Β Θεσ. 3,7 Σεις δε οι ίδιοι γνωρίζετε καλά, πως πρέπει να μας μιμήσθε, διότι δεν εφέρθημεν ποτέ με αταξίαν ανάμεσά σας.

Β Θεσ. 3,8 οὐδὲ δωρεὰν ἄρτον ἐφάγομεν παρά τινος, ἀλλ᾿ ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, νύκτα καὶ ἡμέραν ἐργαζόμενοι, πρὸς τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν·

Β Θεσ. 3,8 Ούτε και δωρεάν εφάγαμεν το ψωμί μας ούτε και συντηρηθήκαμεν από κανένα, αλλ’ επρομηθευόμεθα αυτά, που μας εχρειάζοντο δια την συντήρισίν μας, με κόπον και μόχθον, εργαζόμενοι νύκτα και ημέραν δια να μη επιβαρύνωμεν κανένα από σας.

Β Θεσ. 3,9 οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ᾿ ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τὸ μιμεῖσθαι ἡμᾶς.

Β Θεσ. 3,9 Και τούτο, όχι διότι δεν είχαμεν εξουσίαν και δικαίωμα να ζητήσωμεν από σας τα μέσα της συντηρήσεώς μας, αλλά δια να δώσωμεν τον ευατόν μας παράδειγμα, ώστε να μας μιμήσθε.

Β Θεσ. 3,10 καὶ γὰρ ὅτε ἦμεν πρὸς ὑμᾶς, τοῦτο παρηγγέλλομεν ὑμῖν, ὅτι εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω.

Β Θεσ. 3,10 Διότι, και όταν ήμεθα μεταξύ σας, αυτήν την εντολήν και νουθεσίαν σας εδίδαμεν, ότι, εάν κανείς δεν θέλη να εργάζεται, δεν πρέπει ούτε και να τρώγη.

Β Θεσ. 3,11 ἀκούομεν γάρ τινας περιπατοῦντας ἐν ὑμῖν ἀτάκτως, μηδὲν ἐργαζομένους, ἀλλὰ περιεργαζομένους·

Β Θεσ. 3,11 Σας υπενθυμίζομεν πάλιν αυτήν την εντολήν, διότι ακούομεν, ότι μερικοί φέρονται μεταξύ σας κατά τρόπον άτακτον, ότι δε κάμνουν καμμίαν εργασίαν, αλλά περιεργάζονται τους άλλους και τας υποθέσεις των άλλων.

Β Θεσ. 3,12 τοῖς δὲ τοιούτοις παραγγέλλομεν καὶ παρακαλοῦμεν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα μετὰ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τὸν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσιν.

Β Θεσ. 3,12 Εις αυτούς παραγγέλλομεν και τους παρακαλούμεν εξ ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να εργάζωνται με ησυχίαν και τρώγουν ειρηνικοί το ψωμί που θα κερδίζουν με την εργασίαν των.

Β Θεσ. 3,13 Ὑμεῖς δέ, ἀδελφοί, μὴ ἐκκακήσητε καλοποιοῦντες.

Β Θεσ. 3,13 Σεις δε, αδελφοί, να μη αποκάμνετε ποτέ, πράττοντες το καλόν προς όλους.

Β Θεσ. 3,14 εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς, τοῦτον σημειοῦσθε, καὶ μὴ συναναμίγνυσθε αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ·

Β Θεσ. 3,14 Εάν δε κανείς δεν υπακούη στους λόγους μας, που περιέχει η επιστολή αυτή, αυτόν να τον έχετε υπ’ όψιν σας και να μη τον συναναστρέφεσθε, δια να αισθανθή το σφάλμα του, δια να εντραπή και διορθωθή.

Β Θεσ. 3,15 καὶ μὴ ὡς ἐχθρὸν ἡγεῖσθε, ἀλλὰ νουθετεῖτε ὡς ἀδελφόν.

Β Θεσ. 3,15 Και μη τον θεωρείτε ως εχθρόν, αλλά να τον συμβουλεύετε με αγάπην ως αδελφόν.

Β Θεσ. 3,16 Αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος τῆς εἰρήνης δῴη ὑμῖν τὴν εἰρήνην διὰ παντὸς ἐν παντὶ τρόπῳ. Ὁ Κύριος μετὰ πάντων ὑμῶν.

Β Θεσ. 3,16 Αυτός δε ο Κυριος, η πηγή και ο χορηγός της ειρήνης, είθε να σας δώση την ειρήνην παντοτεινήν και με κάθε τρόπον, ώστε να είσθε σαν άτομα και σαν κοινωνία, ειρηνικοί. Είθε ο Κυριος να είναι μαζή με όλους σας.

Β Θεσ. 3,17 Ὁ ἀσπασμός τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου, ὅ ἐστι σημεῖον ἐν πάσῃ ἐπιστολῇ· οὕτω γράφω.

Β Θεσ. 3,17 Ο χαιρετισμός αυτός εγράφη με το δικό μου το χέρι, του Παύλου· αυτό δε είναι σημείον γνησιότητος εις κάθε επιστολήν μου. Ετσι γράφω πάντοτε τας επιστολάς μου.

Β Θεσ. 3,18 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

Β Θεσ. 3,18 Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είθε να είναι μαζή με όλους σας. Αμήν.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Παρ. ιβ´ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. κα´ 37 – κβ´ 8).

Λουκ. 21,37 Ἦν δὲ τὰς ἡμέρας ἐν τῷ ἱερῷ διδάσκων, τὰς δὲ νύκτας ἐξερχόμενος ηὐλίζετο εἰς τὸ ὄρος τὸ καλούμενον ἐλαιῶν·

Λουκ. 21,37 Τας ημέρας δε εκείνας εδίδασκε όπως πρώτα ο Κυριος στο ιερόν, κατά δε την νύκτα έβγαινεν από την Ιερουσαλήμ και έμενε στο όρος, που εκαλείτο “όρος των Ελαιών”.

Λουκ. 21,38 καὶ πᾶς ὁ λαὸς ὤρθριζε πρὸς αὐτὸν ἐν τῷ ὄρει ἀκούειν αὐτοῦ.

Λουκ. 21,38 Και όλος ο λαός πρωϊ-πρωϊ ήρχετο εις αυτόν μέσα προς τας αυλάς του ναού, δια να τον ακούη.

Λουκ. 22,1 Ἤγγιζε δὲ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀζύμων ἡ λεγομένη πάσχα.

Λουκ. 22,1 Επλησίαζε δε η εορτή, κατά την οποίαν οι Ισραηλίται επί επτά ημέρας έτρωγαν ψωμί άζυμο και η οποία ελέγετο πάσχα.

Λουκ. 22,2 καὶ ἐζήτουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς τὸ πῶς ἀνέλωσιν αὐτόν· ἐφοβοῦντο γὰρ τὸν λαόν.

Λουκ. 22,2 Και εζητούσαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς, με ποιόν τρόπον να τον φονεύσουν, χωρίς να εκτεθούν· διότι εφοβούντο τον λαόν.

Λουκ. 22,3 Εἰσῆλθε δὲ ὁ σατανᾶς εἰς Ἰούδαν τὸν ἐπικαλούμενον Ἰσκαριώτην, ὄντα ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δώδεκα,

Λουκ. 22,3 Εμπήκε δε ο σατανάς στον Ιούδα, τον επονομαζόμενον Ισκαριώτην, ο οποίος ήτο ένας από τους δώδεκα Αποστόλους.

Λουκ. 22,4 καὶ ἀπελθὼν συνελάλησε τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι καὶ στρατηγοῖς τὸ πῶς αὐτὸν παραδῶ αὐτοῖς.

Λουκ. 22,4 Και αυτός επήγε και συνενοήθηκε με τους αρχιερείς και τους γραμματείς και τους στρατηγούς της φρουράς του ναού, πως θα παρέδιδε εις αυτούς ασφαλώς τον Χριστόν.

Λουκ. 22,5 καὶ ἐχάρησαν, καὶ συνέθεντο αὐτῷ ἀργύρια δοῦναι·

Λουκ. 22,5 Και εχάρησαν αυτοί, διότι ένας από τους δώδεκα σαν προδότης θα τους βοηθούσε στο έγκλημά των, και συνεφώνησαν να του δώσουν χρήματα.

Λουκ. 22,6 καὶ ἐξωμολόγησε, καὶ ἐζήτει εὐκαιρίαν τοῦ παραδοῦναι αὐτὸν αὐτοῖς ἄτερ ὄχλου.

Λουκ. 22,6 Και αυτός τους διαβεβαίωσε με όλην του την καρδιά, να τους βοηθήση. Και εζητούσε κατάλληλον ευκαιρίαν να παραδώση εις αυτούς τον Χριστόν κρυφά από τον λαόν.

Λουκ. 22,7 Ἦλθε δὲ ἡ ἡμέρα τῶν ἀζύμων, ἐν ᾗ ἔδει θύεσθαι τὸ πάσχα,

Λουκ. 22,7 Ηλθε η ημέρα των αζύμων, η οποία ήρχιζε από την δύσιν της Μ.Πεμπτης και ετελείωνε με την δύσιν της Μ.Παρασκευής. Κατ’ αυτήν έπρεπε οι Εβραίοι να ετοιμάσουν τα άζυμα ψωμιά, να θυσιάσουν δε και να ψήσουν τον πασχάλιον αμνόν, ώστε να είναι έτοιμος μετά την δύσιν της Παρασκευής, που θα ήρχιζε η μεγάλη ημέρα του Πασχα.

Λουκ. 22,8 καὶ ἀπέστειλε Πέτρον καὶ Ἰωάννην εἰπών· πορευθέντες ἑτοιμάσατε ἡμῖν τὸ πάσχα ἵνα φάγωμεν.

Λουκ. 22,8 Και έστειλε ο Ιησούς κατά το απόγευμα της Μ.Πεμπτης τον Πετρον και τον Ιωάννην και τους είπε· “πηγαίνετε και ετοιμάσατέ μας το Πασχα, δια να φάγωμεν”.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm