Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Τρίτης ιβ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. ε΄ 15-21).

Β Κορ. 5,15 κρίναντας τοῦτο, ὅτι εἰ εἷς ὑπὲρ πάντων ἀπέθανεν, ἄρα οἱ πάντες ἀπέθανον· καὶ ὑπὲρ πάντων ἀπέθανεν, ἵνα οἱ ζῶντες μηκέτι ἑαυτοῖς ζῶσιν, ἀλλὰ τῷ ὑπὲρ αὐτῶν ἀποθανόντι καὶ ἐγερθέντι.

Β Κορ. 5,15 Εσχηματίσαμεν δε ακλόνητον το φρόνημα και την πεποίθησιν, ότι εάν ένας, ο Χριστός, απέθανεν υπέρ όλων και ως αντιπρόσωπος όλων, άρα όλοι απέθανον και απέθανεν υπέρ όλων ίνα, όσοι ζουν και ευρίσκονται ακόμη εις την παρούσαν ζωήν, μη ζουν πλέον δια τον εαυτόν των, αλλά δι’ εκείνον, ο οποίος εθυσιάσθη επί του σταυρού και ανεστήθη προς χάριν αυτών.

Β Κορ. 5,16 Ὥστε ἡμεῖς ἀπὸ τοῦ νῦν οὐδένα οἴδαμεν κατὰ σάρκα· εἰ δὲ καὶ ἐγνώκαμεν κατὰ σάρκα Χριστόν, ἀλλὰ νῦν οὐκέτι γινώσκομεν.

Β Κορ. 5,16 Ωστε ημείς από τότε που εσχηματίσαμεν αυτήν την πεποίθησιν, δεν αναγνωρίζομεν και δεν εκτιμώμεν κανένα, κατά τα εξωτερικά του προσόντα (όπως είναι η ευγενής κατά σάρκα καταγωγή του η τα αξιώματα του και η σοφία του). Εάν δε και κάποτε είχαμεν γνωρίσει τον Χριστόν, εις την ταπείνωσιν και ασημότητα της ανθρωπίνης του σαρκός, τώρα όμως δεν τον γνωρίζομεν πλέον έτσι, αλλά ως τον Θεάνθρωπον λυτρωτήν.

Β Κορ. 5,17 ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα.

Β Κορ. 5,17 Κατά συνέπειαν όποιος είναι αναγεννημένος και ενωμένος με τον Χριστόν είναι νέα δημιουργία, νέος άνθρωπος. Η αρχαία κατάστασις της αμαρτίας και της καταδίκης επέρασεν. Ιδού όλα έχουν γίνει νέα.

Β Κορ. 5,18 τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ τοῦ καταλλάξαντος ἡμᾶς ἑαυτῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ δόντος ἡμῖν τὴν διακονίαν τῆς καταλλαγῆς,

Β Κορ. 5,18 Ολαι δε αυταί αι δωρεαί πηγάζουν από τον Θεόν, ο οποίος μας συνεφιλίωσε με τον εαυτόν του δια του Ιησού Χριστού και έδωσεν εις ημάς τους Αποστόλους το τιμητικόν έργον να υπηρετούμεν εις αυτήν την συνδιαλλαγήν και συμφιλίωσιν του Θεού με τους ανθρώπους.

Β Κορ. 5,19 ὡς ὅτι Θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ, μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐτῶν, καὶ θέμενος ἐν ἡμῖν τὸν λόγον τῆς καταλλαγῆς.

Β Κορ. 5,19 Διότι ο Θεός ήτο ενωμένος με τον Χριστόν, εις μίαν θεανδρικήν υπόστασιν, συνδιαλλάσσων και συμφιλιώνων προς τον εαυτόν του τον κόσμον, μη καταλογίζων πλέον στους ανθρώπους τα αμαρτήματα των, και αναθέσας εις ημάς το ευαγγελικόν κήρυγμα της συμφιλιώσεως προς τον Θεόν.

Β Κορ. 5,20 Ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι᾿ ἡμῶν· δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ·

Β Κορ. 5,20 Είμεθα, λοιπόν, ημείς οι Απόστολοι πρεσβευταί του Χριστού προς τους άλλους ανθρώπους· διότι ο Θεός δια μέσου ημών παρακαλεί. Παρακαλούμεν, λοιπόν, και ημείς εξ ονόματος του Χριστού, συμφιλιωθήτε με τον Θεόν. (Ο Απόστολος είναι θεόθεν εντεταλμένος να συνεχίζη το έργον του Χριστού ως εκπρόσωπος αυτού. Οταν δε ομιλή είναι ως να ομιλή δι’ αυτού ο Χριστός).

Β Κορ. 5,21 τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ.

Β Κορ. 5,21 Και είναι πλέον έργον εύκολον αυτή η συμφιλίωσις, διότι τον Χριστόν, ο οποίος δεν εγνώρισε ποτέ από προσωπικήν πείραν καμμίαν απολύτως αμαρτίαν, τον έκαμεν υπέρ ημών αμαρτίαν ο Θεός, του εφόρτωσε τας ιδικάς μας αμαρτίας και τον αφήκε να κατακριθή ως αμαρτωλός χάριν ημών, δια να δικαιωθώμεν ημείς δι’ αυτού ενώπιον του Θεού.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Προεόρτιον, Τρίτης β΄ ἑβδ. Ἰωάννου (Ἰω. γ΄ 16-21).

Ιω. 3,16 οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.

Ιω. 3,16 Διότι τόσον πολύ ηγάπησεν ο Θεός τον βυθισμένον εις τας αμαρτίας κόσμον, ώστε παρέδωκεν εις σταυρικόν θάνατον τον μονογενή του Υιόν· δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κάθε ένας που θα πιστεύη εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.

Ιω. 3,17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ᾿ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ.

Ιω. 3,17 Διότι δεν έστειλεν ο Θεός τον Υιόν του στον κόσμον δια να κρίνη και καταδικάση τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος με την θυσίαν αυτού.

Ιω. 3,18 ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται, ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ιω. 3,18 Καθε ένας που πιστεύει εις αυτόν, εις οποιοδήποτε έθνος και αν ανήκη, δεν καταδικάζεται. Οποιος όμως δεν πιστεύει, έχει καταδικασθή από τώρα, ακριβώς διότι δεν επίστεψε στο όνομα του μονογενούς Υιού του Θεού, και με την απιστίαν του απέκλεισεν αυτός μόνος τον εαυτόν του από την σωτηρίαν.

Ιω. 3,19 αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα.

Ιω. 3,19 Αυτή δε είναι και η αιτία της καταδίκης των απίστων· ότι δηλαδή το φως, ο Υιός του Θεού, ήλθεν στον κόσμον, αλλά οι άνθρωποι ηγάπησαν και έδωσαν μάλλον την καρδιά τους στο σκοτάδι και όχι στο φως. Και τούτο, διότι τα έργα των ήσαν πονηρά.

Ιω. 3,20 πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ·

Ιω. 3,20 Διότι κάθε ένας που αμετανοήτως πράττει έργα κακά και διεστραμμένα, αντιπαθεί και αποστρέφεται το φως και δεν έρχεται στο φως, δια να μη φανερωθούν τα φαύλα έργα του.

Ιω. 3,21 ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα.

Ιω. 3,21 Καθένας δε που ζη και πράττει σύμφωνα με την αλήθειαν του Θεού, έρχεται στο φως, πλησιάζει με εμπιστοσύνην στον Κυριον Ιησούν, δια να φανερωθή η ποιότης και η αξία των έργων του, να πληροφορηθή δε και ο ίδιος ότι πράγματι αυτά έχουν γίνει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού”.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/04.%20Ioan.htm