Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμ. ιη΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Ἐφεσ. ε΄ 33 – ς΄ 9).
Εφ. 5,33 πλὴν καὶ ὑμεῖς οἱ καθ᾿ ἕνα ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς ἑαυτόν, ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα.
Εφ. 5,33 Παρ’ όλην την αλληγορίαν, που κρύπτουν οι λόγοι του Αδάμ, δεν παύουν να έχουν ισχύν και δια τους συζύγους. Δι’ αυτό και ο καθένας από σας ας αγαπά την γυναίκα του έτσι ακριβώς, όπως αγαπά τον εαυτόν του. Η δε γυναίκα να σέβεται και να τιμά τον άνδρα.
Εφ. 6,1 Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσιν ὑμῶν ἐν Κυρίῳ· τοῦτο γάρ ἐστι δίκαιον.
Εφ. 6,1 Τα τέκνα να υπακούετε στους γονείς σας εις κάθε τι, που είναι σύμφωνον με το θέλημα του Κυρίου· διότι τούτο είναι κατά Θεόν και κατά φύσιν δίκαιον.
Εφ. 6,2 τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα, ἥτις ἐστὶν ἐντολὴ πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ,
Εφ. 6,2 Αλλωστε η πρώτη εντολή στον δεκάλογον του Μωϋσέως, που συνοδεύεται με υπόσχεσιν αμοιβής είναι αυτή· “τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου,
Εφ. 6,3 ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἔσῃ μακροχρόνιος ἐπὶ τῆς γῆς.
Εφ. 6,3 δια να έλθουν όλα καλά εις την ζωήν σου και δια να ζήσΗς μακρόν και χαρούμενον χρόνον εις την γην”.
Εφ. 6,4 καὶ οἱ πατέρες μὴ παροργίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἀλλ᾿ ἐκτρέφετε αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.
Εφ. 6,4 Και οι πατέρες προσέχετε να μη εξερεθίζετε και να μη εξωθήτε εις θυμόν και οργήν τα τέκνα σας, αλλά ανατρέφετε αυτά με παιδαγωγίαν και συμβουλήν σύμφωνον με το θέλημα του Κυρίου.
Εφ. 6,5 Οἱ δοῦλοι ὑπακούετε τοῖς κυρίοις κατὰ σάρκα μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἐν ἁπλότητι τῆς καρδίας ὑμῶν ὡς τῷ Χριστῷ,
Εφ. 6,5 Οι δούλοι να υπακούετε στους κατά σάρκα κυρίους σας με φόβον και τρόμον, με ευθύτητα και ειλικρίνειαν της καρδίας σας, σαν να υπακούετε στον Χριστόν.
Εφ. 6,6 μὴ κατ᾿ ὀφθαλμοδουλίαν ὡς ἀνθρωπάρεσκοι, ἀλλ᾿ ὡς δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, ποιοῦντες τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐκ ψυχῆς,
Εφ. 6,6 Οχι δε με υποκριτικήν εξωτερικήν υποταγήν, που γίνεται έτσι για τα μάτια και εφ’ όσον σας βλέπουν οι κύριοί σας, όπως κάμνουν αυτοί που επιδιώκουν να αρέσουν στους ανθρώπους, αλλά να υπακούετε σαν δούλοι του Χριστού, πράττοντες το θέλημα του Θεού με όλην σας την ψυχήν·
Εφ. 6,7 μετ᾿ εὐνοίας δουλεύοντες ὡς τῷ Κυρίῳ καὶ οὐκ ἀνθρώποις,
Εφ. 6,7 με την καλήν και ευμενή διάθεσιν, σαν να υπηρετήτε τον Κυριον και όχι ανθρώπους.
Εφ. 6,8 εἰδότες ὅτι ὃ ἐάν τι ἕκαστος ποιήσῃ ἀγαθόν, τοῦτο κομιεῖται παρὰ τοῦ Κυρίου, εἴτε δοῦλος εἴτε ἐλεύθερος.
Εφ. 6,8 Να ξέρετε δε ότι εκείνο το αγαθόν, που θέλει πράξει κάθε άνθρωπος, τούτο και θα πάρη πάλιν από τον Κυριον ανταμειβόμενος δι’ αυτό, είτε δούλος είναι είτε ελεύθερος.
Εφ. 6,9 Καὶ οἱ κύριοι τὰ αὐτὰ ποιεῖτε πρὸς αὐτούς, ἀνιέντες τὴν ἀπειλήν, εἰδότες ὅτι καὶ ὑμῶν αὐτῶν ὁ Κύριός ἐστιν ἐν οὐρανοῖς, καὶ προσωποληψία οὐκ ἔστι παρ᾿ αὐτῷ.
Εφ. 6,9 Και οι κύριοι κατά τον αυτόν τρόπον να συμπεριφέρεσθε προς τους δούλους σας με καλωσύνην και με αγάπην, αφίνοντες κατά μέρος τας απειλάς και τας τιμωρίας. Να γνωρίζετε δε ότι και σεις οι ίδιοι έχετε ως εξουσιαστήν σας τον Κυριον, ο οποίος είναι στους ουρανούς και ο οποίος δεν μεροληπτεί χαριστικώς υπέρ κανενός, (αλλά θα αποδώση στον καθένα το πρέπον είτε δούλος είναι αυτός είτε ελεύθερος).
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμ. δ΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. θ΄ 7-11).
Λουκ. 9,7 Ἤκουσε δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης τὰ γινόμενα ὑπ᾿ αὐτοῦ πάντα, καὶ διηπόρει διὰ τὸ λέγεσθαι ὑπό τινων ὅτι Ἰωάννης ἐγήγερται ἐκ τῶν νεκρῶν,
Λουκ. 9,7 Επληροφορήθη δε τότε ο Ηρώδης ο τετράρχης, όλα αυτά που εγίνοντο εκ μέρους του Ιησού και ευρίσκετο εις μεγάλην απορίαν, επειδή ελέγετο από μερικούς, ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής αναστήθηκε εκ των νεκρών και κάμνει αυτά τα θαύματα.
Λουκ. 9,8 ὑπό τινων δὲ ὅτι Ἠλίας ἐφάνη, ἄλλων δὲ ὅτι προφήτης τις τῶν ἀρχαίων ἀνέστη.
Λουκ. 9,8 Από μερικούς δε ελέγετο, ότι ο Ηλίας εφάνηκε πάλιν εις την γην, από άλλους δε, ότι κάποιος μεγάλος προφήτης από τους αρχαίους ανεστήθη.
Λουκ. 9,9 καὶ εἶπεν ὁ Ἡρῴδης· Ἰωάννην ἐγὼ ἀπεκεφάλισα· τίς δέ ἐστιν οὗτος περὶ οὗ ἐγὼ ἀκούω τοιαῦτα; καὶ ἐζήτει ἰδεῖν αὐτόν.
Λουκ. 9,9 Και είπεν ο Ηρώδης· “τον Ιωάννην εγώ τον αποκεφάλισα και επομένως δεν ζη πλέον. Αλλά ποιός είναι αυτός, δια τον οποίον εγώ ακούω ότι πράττει τόσον πολλά και τόσον παράδοξα έργα;” Και εζητούσε να ίδη τον Ιησούν.
Λουκ. 9,10 Καὶ ὑποστρέψαντες οἱ ἀπόστολοι διηγήσαντο αὐτῷ ὅσα ἐποίησαν. καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ὑπεχώρησε κατ᾿ ἰδίαν εἰς τόπον ἔρημον πόλεως καλουμένης Βηθσαϊδά.
Λουκ. 9,10 Και όταν επέστρεψαν από την περιοδείαν οι Απόστολοι, διηγήθηκαν εις αυτόν όσα έκαμαν. Και ο Ιησούς τους επήρε μαζή του και ανεχώρησε ιδιετέρως με αυτούς εις ένα έρημον τόπον, πλησίον μιας πόλεως που εκαλείτο Βηθσαϊδά.
Λουκ. 9,11 οἱ δὲ ὄχλοι γνόντες ἠκολούθησαν αὐτῷ, καὶ δεξάμενος αὐτοὺς ἐλάλει αὐτοῖς περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς χρείαν ἔχοντας θεραπείας ἰάσατο.
Λουκ. 9,11 Τα πλήθη όμως, μόλις επληροφορήθησαν, τον ηκολούθησα και αυτός τους εδέχθη και εκύρηττε προς αυτούς περί της βασιλείας το Θεού, και ιάτρευε όσους είχαν ανάγκην θεραπείας.
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm