Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Τῆς ἑορτῆς (Α´ Κορ. α´ 18-24).

Α Κορ. 1,18 Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι.

Α Κορ. 1,18 Διότι το περί σταυρού θείον κήρυγμα εις εκείνους μεν, που απιστούν και επιμένουν να βαδίζουν τον δρόμον της απωλείας, φαίνεται και θεωρείται μωρία· εις ημάς όμως, που το εδέχθημεν και ευρισκόμεθα στον δρόμον της σωτηρίας, είναι, όπως και η προσωπική μας πείρα βεβαιώνει, δύναμις Θεού.

Α Κορ. 1,19 γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω.

Α Κορ. 1,19 Οι άπιστοι, σκοτισμένοι από τα πάθη της αμαρτίας, δεν ημπορούν να εννοήσουν το ύψος της ευαγγελικής αληθείας, τα έχουν κυριολεκτικώς χαμένα, διότι έχει γραφή δι’ αυτούς από τον προφήτην Ησαΐαν· “θα καταστρέψω και θα εξαφανίσω, λέγει ο Θεός, την σοφίαν αυτών, που παρουσιάζονται ως σοφοί και θα εκτοπίσω ως ανόητον την φρόνησιν εκείνων, οι οποίοι παρουσιάζονται ως συνετοί”.

Α Κορ. 1,20 ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;

Α Κορ. 1,20 Που είναι, λοιπόν, τώρα σοφός; Που είναι Εβραίος γραμματεύς ο οποίος κατέχει και διδάσκει τον Νομον; Που είναι ικανός συζητητής και απολογητής της πλάνης, που επικρατεί κατά την εποχήν αυτήν; Δια των πραγμάτων δεν απέδειξεν ο Θεός μωράν και ανωφελή την σοφίαν, την οποίαν εμπνέει και καλλιεργεί ο κόσμος, που ευρίσκεται μακράν από την θείαν αλήθειαν;

Α Κορ. 1,21 ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας.

Α Κορ. 1,21 Ακριβώς επειδή δεν κατώρθωσαν και δεν ηθέλησαν δια μέσου της σοφίας του Θεού, που διαλαλείται με όλην την δημιουργίαν, να γνωρίσουν οι άνθρωποι του κόσμου με την σοφίαν των τον Θεόν, απεφάσισεν ο πανάγαθος Θεός να σώση τους καλοπροαιρέτους και τους προθύμους να πιστεύσουν ανθρώπους με το κήρυγμα του Ευαγγελίου, το οποίον στους σκοτισμένους από την αμαρτίαν ανθρώπους φαίνεται μωρόν.

Α Κορ. 1,22 ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν,

Α Κορ. 1,22 Φαίνεται δε μωρόν, επειδή ο καθένας από αυτούς το κρίνει με τα ιδικά του κριτήρια. Οι Ιουδαίοι π.χ. ζητούν υπερφυσικόν σημείον δια να παραδεχθούν την αλήθειαν του κηρύγματος και πιστεύσουν εις αυτό. Οι δε Ελληνες ζητούν φιλοσοφικούς συλλογισμούς και ακλονήτους αποδείξεις.

Α Κορ. 1,23 ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν,

Α Κορ. 1,23 Ημείς όμως κηρύσσομεν εις όλον τον κόσμον Χριστόν, που έχει σταυρωθή. Και αυτός ο εσταυρωμένος Χριστός και σωτήρ, δια μεν τους Ιουδαίους, που επερίμεναν ένδοξον βασιλέαν τον Μεσσίαν των, είναι σκάνδαλον, επάνω στο οποίον σκοντάπτουν· δια δε τους Ελληνας είναι μωρία και αδυναμία, αφού δεν κατώρθωσε να αντιπαραταχθή και νικήση τους εχθρούς του.

Α Κορ. 1,24 αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν·

Α Κορ. 1,24 Εις αυτούς όμως, τους οποίους ο Θεός δια την καλήν των διάθεσιν τους έχει καλέσει εις σωτηρίαν, είτε Ιουδαίοι είναι είτε Ελληνες, ημείς οι Απόστολοι κηρύττομεν Χριστόν, ο οποίος είναι Θεού δύναμις εις σωτηρίαν και Θεού σοφία, που κάμνει τον πιστόν ανώτερον από όλους τους σοφούς.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Τῆς ἑορτῆς (Ἰω. ιθ´ 6-11, 13-20, 25-28, 30-35).

Ιω. 19,6 καὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ὁ ἄνθρωπος. ὅτε οὖν εἶδον αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται, ἐκραύγασαν λέγοντες· σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν.

Ιω. 19,6 Και λέγει εις αυτούς ο Πιλάτος· “ιδού, ο άνθρωπος. Ιδετε εις ποίαν τραγικήν κατάστασιν τον έφερα προς χάριν σας με το μαστίγωμα και τους εμπαγμούς των στρατιωτών”. Οταν όμως τον είδαν οι αρχιερείς και οι υπηρέται του συνεδρίου, ασυγκίνητοι από το θέαμα του πάσχοντος αθώου, εφώναξαν δυνατά με μανίαν λέγοντες· “σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον”. Τους απήντησε ο Πιλάτος· “πάρτε τον σεις και σταυρώστε τον, διότι εγώ δεν ευρίσκω καμμίαν ενοχήν, ώστε να τον καταδικάσω εις σταυρικόν θάνατον”.

Ιω. 19,7 ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι· ἡμεῖς νόμον ἔχομεν, καὶ κατὰ τὸν νόμον ἡμῶν ὀφείλει ἀποθανεῖν, ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν.

Ιω. 19,7 Του απήντησαν οι Ιουδαίοι· “ημείς έχομεν νόμον, τον οποίον και αυτό το ρωμαϊκόν κράτος σέβεται, και σύμφωνα με τον νόμον μας πρέπει αυτός να πεθάνη, διότι έκαμε τον ευατόν του Υιόν Θεού και έδειξε έτσι θανάσιμον ασέβειαν κατά του Θεού”.

Ιω. 19,8 Ὅτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον, μᾶλλον ἐφοβήθη,

Ιω. 19,8 Ο Πιλάτος, ειδωλολάτρης καθώς ήτο και επίστευεν εις πολλούς θεούς και τέκνα θεών, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά των Εβραίων, εφοβήθη ακόμη περισσότερον.

Ιω. 19,9 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ Ἰησοῦ· πόθεν εἶ σύ; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ.

Ιω. 19,9 Και εισήλθεν πάλιν στο πραιτώριον και λέγει στον Ιησούν· “από που είσαι συ; Είσαι πράγματι παιδί θεού;” Ο Ιησούς όμως δεν του έδωσε απάντησιν.

Ιω. 19,10 λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε;

Ιω. 19,10 Λεγει τότε εις αυτόν ο Πιλάτος· “εις εμέ δεν ομιλείς; Δεν ξεύρεις ότι έχω εξουσίαν να σε σταυρώσω και εξουσίαν έχω να σε αφήσω ελεύθερον;”

Ιω. 19,11 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ᾿ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει.

Ιω. 19,11 Απήντησεν ο Ιησούς· “Δεν θα είχες καμμίαν εξουσίαν εναντίον μου, εάν το δικαστικόν αξίωμα που κατέχεις σήμερα, δεν σου ήτο δοσμένο από τον Θεόν. Η ανοχή του Θεού σε αφίνει δικαστήν κατά τας ημέρας αυτάς και είσαι υποχρεωμένος να με δικάσης, αφού με έφεραν εμπρός σου ως κατηγορούμενον οι Ιουδαίοι. Δι’ αυτό ο Καϊάφας και το συνέδριον των Εβραίων, που από φθόνον με παρέδωκαν εις τα χέρια σου, έχουν μεγαλυτέραν ενοχήν από σε, ο οποίος δεν τολμάς να αποδώσης δικαιοσύνην”.

Ιω. 19,13 ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον ἤγαγεν ἔξω τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος εἰς τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ·

Ιω. 19,13 Ο Πιλάτος τότε, όταν ήκουσε τα λόγια αυτά των Ιουδαίων, που αποτελούσαν έμμεσον απειλήν εναντίον του, έφερε πάλιν έξω τον Ιησούν και αυτός εκάθισεν εις την δικαστικήν έδραν, που είχε τοποθετηθή την ώραν εκείνην εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον και εις την εβραϊκήν γλώσσαν Γαββαθά, δηλαδή ύψωμα.

Ιω. 19,14 ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη· καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις· ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν.

Ιω. 19,14 Η ημέρα δε εκείνη ήτο παραμονή δια την προπαρασκευήν και προετοιμασίαν του πάσχα. Η ώρα ήτο εξ περίπου από την ανατολήν του ηλίου, δηλαδή μεσημέρι. Και λέγει ο Πιλάτος στους Ιουδαίους· “ιδού, πως κατήντησεν ο βασιλεύς σας”.

Ιω. 19,15 οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω; ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα.

Ιω. 19,15 Αυτοί δε, σκληροκάρδιοι και με φονικόν μίσος εις την καρδιάν των, εκραύγασαν· “πάρε τον από εδώ! Παρε τον από τα μάτια μας, να μην τον βλέπωμε, σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον”. Λεγει εις αυτούς ο Πιλάτος· “τον βασιλέα σας να σταυρώσω;” Απήντησαν οι αρχιερείς καταπατούντες την θρησκευτικήν των πίστιν και την εθνικήν των αξιοπρέπειαν· δεν έχομεν άλλον βασιλέα, παρά μόνον τον Καίσαρα”.

Ιω. 19,16 τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ.

Ιω. 19,16 Τοτε ο Πιλάτος υπεχώρησε στο τυφλόν μίσος εκείνων και παρέδωκεν εις αυτούς τον Ιησούν, δια να σταυρωθή.

Ιω. 19,17 Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ,

Ιω. 19,17 Επήραν οι στρατιώται τον Ιησούν και τον ωδήγησαν στον τόπον της σταυρώσεως· και αυτός βαστάζων στον ώμον του τον σταυρόν του εβγήκεν έξω από την πόλιν και ήλθε στοποθεσίαν, που λέγεται Κρανίου τόπος, Εβραϊκά δε Γολγοθά.

Ιω. 19,18 ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν Ἰησοῦν.

Ιω. 19,18 Εκεί εσταύρωσαν αυτόν και μαζή του εσταύρωσαν δύο άλλους, ένα από το ένα μέρος και τον άλλον από το άλλο, στο μέσον δε των δύο κακούργων έβαλαν τον Ιησούν, δια να τον εξευτελίσουν περισσότερον.

Ιω. 19,19 ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.

Ιω. 19,19 Εγραψε δε ο Πιλάτος και επιγραφήν και την έβαλε στο επάνω μέρος του σταυρού. Ητο δε γραμμένον εις αυτήν· “Ιησούς ο Ναζωραίος, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.

Ιω. 19,20 τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ἑβραϊστί, ἑλληνιστί, ῥωμαϊστί.

Ιω. 19,20 Αυτήν, λοιπόν, την επιγραφήν πολλοί από τους Εβραίους την εδιάβασαν, διότι ήτο κοντά εις την πόλιν ο τόπος όπου εσταυρώθη ο Ιησούς. Και ήτο γραμμένη εβραϊκά, ελληνικά και ρωμαϊκά.

Ιω. 19,25 Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή.

Ιω. 19,25 Οι μεν στρατιώται αυτά έκαμαν. Εστάθηκαν δε πλησίον στον σταυρόν του Ιησού η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία η Μαγδαληνή.

Ιω. 19,26 Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου.

Ιω. 19,26 Ο Ιησούς τότε, όταν είδε την μητέρα του και τον μαθητήν, τον οποίον ιδιαιτέρως αγαπούσε, να στέκη εκεί κοντά, είπεν εις την μητέρα του· “γύναι, αυτός θα είναι ο υιός σου απ’ εδώ και πέρα”.

Ιω. 19,27 εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια.

Ιω. 19,27 Επειτα λέγει στον μαθητήν· “ιδού η μητέρα σου”. Και από εκείνην την ώρα επήρεν αυτήν ο μαθητής στο σπίτι του.

Ιω. 19,28 Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ.

Ιω. 19,28 Επειτα από το συμβάν αυτό ο Ιησούς, αφού εγνώρισε καθαρώτατα ότι όλα όσα είχαν προείπει οι προφήται και όσα άλλα είχε προαποφασίσει η αγαθότης και η δικαιοσύνη του Θεού εξεπληρώθησαν τελείως, δια να επαληθεύση η Γραφή εξ ολοκλήρου, μέχρι και της τελευταίας λεπτομερείας είπε· “διψώ”.

Ιω. 19,30 ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα.

Ιω. 19,30 Οταν, λοιπόν, ο Ιησούς επήρε το ξύδι, είπε· “όλα έχουν πλέον τελειώσει· το άγιον σχέδιον του Θεού και όλαι αι προφητείαι έχουν εκπληρωθή. Η σωτηρία των ανθρώπων είναι πλέον γεγονός βεβαιότατον”. Και αφού έκλινεν την κεφαλήν, παρέδωσε μόνος του, με την εξουσίαν που είχε, το πνεύμα στον Πατέρα.

Ιω. 19,31 Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν.

Ιω. 19,31 Οι Ιουδαίοι, εφρόντισαν εν τω μεταξύ να μη μείνουν επάνω στον σταυρόν τα σώματα των κρεμασθέντων κατά την διάρκειαν του Σαββάτου. Διότι η ημέρα αυτήν της σταυρώσεως ήτο ημέρα προπαρασκευής δια το αυριανόν Πασχα. Ητο δε μεγάλη και επίσημος η ημέρα εκείνη του Σαββάτου, που θα ήρχιζεν αμέσως μόλις εβασίλευεν ο ήλιος, διότι συνέπιπτε με την πρώτην ημέραν του πάσχα. Παρεκάλεσαν, λοιπόν, τον Πιλάτον να σπάσουν οι στρατιώται τα σκέλη των σταυρωθέντων, δια να συντομευθή έτσι ο θάνατός των, και να τους πάρουν απ’ εκεί πριν δύση ο ήλιος, δια να μη βεβηλωθή η εορτή του πάσχα.

Ιω. 19,32 ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ·

Ιω. 19,32 Ηλθαν πράγματι οι στρατιώται στον Γολγοθάν κατά διαταγήν του Πιλάτου και του μεν πρώτου ληστού έπασαν τα σκέλη, όπως επίσης και του άλλου, που είχε σταυρωθή μαζή με τον Ιησούν.

Ιω. 19,33 ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη,

Ιω. 19,33 Οταν όμως ήλθαν στον Ιησούν, επειδή είδαν, ότι αυτός είχεν ήδη πεθάνει, δεν του έσπασαν τα σκέλη,

Ιω. 19,34 ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ.

Ιω. 19,34 αλλά ένας στρατιώτης, δια κάθε ενδεχόμενον, του ετρύπησε την πλευράν με την λόγχην· και αμέσως έτρεξε από εκεί αίμα και νερό καθαρόν, πράγμα παράδοξον και πρωτοφανές δια νεκρόν.

Ιω. 19,35 καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε.

Ιω. 19,35 Αυτό το μέγα και συμβολικόν γεγονός, εκείνος που το είδε με τα ίδια του τα μάτια (δηλαδή ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής) το εβεβαίωσε κατά τον πλέον επίσημον τρόπον και η μαρτυρίαν του αυτή είναι απολύτως αληθινή. Και εκείνος γνωρίζει πολύ καλά ότι λέγει την αλήθειαν δια το θαυμαστόν αυτό γεγονός, ώστε και σεις να πιστεύσετε.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/04.%20Ioan.htm