Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας. Τετ. ιθ΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Φιλιπ. α΄ 12-20).
ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Α´ 12 – 20
12 Γινώσκειν δὲ ὑμᾶς βούλομαι, ἀδελφοί, ὅτι τὰ κατ’ ἐμὲ μᾶλλον εἰς προκοπὴν τοῦ εὐαγγελίου ἐλήλυθεν, 13 ὥστε τοὺς δεσμούς μου φανεροὺς ἐν Χριστῷ γενέσθαι ἐν ὅλῳ τῷ πραιτωρίῳ καὶ τοῖς λοιποῖς πᾶσι, 14 καὶ τοὺς πλείονας τῶν ἀδελφῶν ἐν Κυρίῳ πεποιθότας τοῖς δεσμοῖς μου περισσοτέρως τολμᾶν ἀφόβως τὸν λόγον λαλεῖν. 15 τινὲς μὲν καὶ διὰ φθόνον καὶ ἔριν, τινὲς δὲ καὶ δι’ εὐδοκίαν τὸν Χριστὸν κηρύσσουσιν· 16 οἱ μὲν ἐξ ἐριθείας τὸν Χριστὸν καταγγέλλουσιν, οὐχ ἁγνῶς, οἰόμενοι θλῖψιν ἐπιφέρειν τοῖς δεσμοῖς μου· 17 οἱ δὲ ἐξ ἀγάπης, εἰδότες ὅτι εἰς ἀπολογίαν τοῦ εὐαγγελίου κεῖμαι. 18 τί γάρ; πλὴν παντὶ τρόπῳ, εἴτε προφάσει εἴτε ἀληθείᾳ, Χριστὸς καταγγέλλεται, καὶ ἐν τούτῳ χαίρω. ἀλλὰ καὶ χαρήσομαι· 19 οἶδα γὰρ ὅτι τοῦτό μοι ἀποβήσεται εἰς σωτηρίαν διὰ τῆς ὑμῶν δεήσεως καὶ ἐπιχορηγίας τοῦ Πνεύματος Ἰησοῦ Χριστοῦ, 20 κατὰ τὴν ἀποκαραδοκίαν καὶ ἐλπίδα μου ὅτι ἐν οὐδενὶ αἰσχυνθήσομαι, ἀλλ’ ἐν πάσῃ παρρησίᾳ, ὡς πάντοτε, καὶ νῦν μεγαλυνθήσεται Χριστὸς ἐν τῷ σώματί μου εἴτε διὰ ζωῆς εἴτε διὰ θανάτου.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Α´ 12 – 20
12 Θελω δε, αδελφοί μου, να γνωρίζετε, ότι τα κατ’ εμέ (και αυτά τα πολλά και δυσάρεστα που μου συνέβησαν) εβοήθησαν μάλλον και συνετέλεσαν εις την επέκτασιν του Ευαγγελικού κηρύγματος, 13 διότι η φυλακή και τα δεσμά, που υπομένω εξ αιτίας της πίστεώς μου προς τον Χριστόν, έγιναν γνωστά και φανερά εις όλην την φρουράν του Πραιτωρίου και στους άλλους κατοίκους της Ρωμης. 14 Και έτσι οι πλείστοι από τους εν Κυρίω αδελφούς ενισχύθησαν εις την πίστιν και απέκτησαν θάρρος από τα δεσμά και την φυλακήν μου, ώστε να έχουν τώρα μεγαλυτέραν τόλμην, δια να κηρύττουν χωρίς φόβον τον λόγον του Ευαγγελίου. 15 Και μερικοί μεν κηρύττουν τον Χριστόν ένεκα φθόνου προς εμέ (δημιουργούντες αντιθέσεις και φιλονεικίας με τον σκοπόν να με βλάψουν) Μερικοί όμως κηρύττουν τον Χριστόν από αγαθήν διάθεσιν και καρδίαν. 16 Αλλοι, μεν, λοιπόν, από φατριασμόν και ιδιοτέλειαν κηρύττουν τον Χριστόν, όχι από αγνά και ειλικρινή ελατήρια, αλλά διότι νομίζουν ότι έτσι θα προσθέσουν μεγαλυτέραν θλίψιν εις την φυλάκισίν μου. 17 Αλλοι δε κηρύττουν από αγάπην, γνωρίζοντες ότι εγώ ζω και υπάρχω δια να απολογούμαι, να υπερασπίζω και να διαδίδω το Ευαγγέλιον. 18 Αλλά τι πειράζει; Εν πάση περιπτώσει, είτε με πρόφασιν είτε με ειλικρινή διάθεσιν, ο Χριστός κηρύττεται εις την Ρωμην. Και δι’ αυτό ακριβώς το γεγονός χαίρω, αλλά και θα χαίρω. 19 Διότι γνωρίζω καλά ότι τούτο, το να αυξάνωνται αι θλίψεις μου και να διαδίδεται εξ αιτίας μου το Ευαγγέλιον, θα μου αποβή εις πνευματικήν ωφέλειαν και σωτηρίαν δια της προσευχής σας, δια της χάριτος και των δωρεών του Αγίου Πνεύματος, το οποίον ο Χριστός μας δίδει. 20 Η πρόοδός μου δε αυτή και η αιωνία σωτηρία μου είναι σύμφωνος προς την σφοδράν και φλογεράν προσδοκίαν, την προσμονήν και ελπίδα μου, ότι εις τίποτε δεν θα εντροπιασθώ, αλλά, όπως πάντοτε, έτσι και τώρα, με κάθε παρρησίαν και αφοβίαν θα δοξασθή ο Χριστός δια του φυλακισμένου και θλιβομένου αυτού σώματός μου είτε ζήσω είτε θανατωθώ.
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας. Τετ. δ΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. η΄ 22-25).
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 22 – 25
22 Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καὶ αὐτὸς ἐνέβη εἰς πλοῖον καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν τῆς λίμνης· καὶ ἀνήχθησαν. 23 πλεόντων δὲ αὐτῶν ἀφύπνωσε. καὶ κατέβη λαῖλαψ ἀνέμου εἰς τὴν λίμνην, καὶ συνεπληροῦντο καὶ ἐκινδύνευον. 24 προσελθόντες δὲ διήγειραν αὐτὸν λέγοντες· Ἐπιστάτα ἐπιστάτα, ἀπολλύμεθα! ὁ δὲ ἐγερθεὶς ἐπετίμησε τῷ ἀνέμῳ καὶ τῷ κλύδωνι τοῦ ὕδατος, καὶ ἐπαύσαντο, καὶ ἐγένετο γαλήνη. 25 εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ποῦ ἐστιν ἡ πίστις ὑμῶν; φοβηθέντες δὲ ἐθαύμασαν λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐπιτάσσει καὶ τῷ ὕδατι, καὶ ὑπακούουσιν αὐτῷ;
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 22 – 25
22 Μιαν δε από τας ημέρας αυτάς, εμπήκε ο Ιησούς εις κάποιο πλοίον μαζή με τους μαθητάς του και είπε εις αυτούς· “ας περάσωμεν στο απέναντι μέρος της λίμνης”. Και ανοίχθησας εις την λίμνην. 23 Ενώ δε αυτοί έπλεαν, απεκοιμήθη· και κατέβη αιφνιδίως από τα γύρω βουνά άνεμος σφοδρός, θύελλα μεγάλη εις την λίμνην. Κυματα δε μεγάλα έσπαζαν στο πλοίον και νερά ολοένα περισσότερα εισωρμούσαν εις αυτό, ώστε εκινδύνευαν να πνιγούν. 24 Οι δε μαθηταί προσήλθον στον Ιησούν, τον εξύπνησαν και του είπαν· “διδάσκαλε διδάσκαλε, χανόμαστε!” Αυτός δε εσηκώθηκε, διέταξε τον άνεμον και την θαλασσοταραχήν, και έπαυσαν, και έγινε αμέσως γαλήνη. 25 Είπε δε εις αυτούς· “που είναι η πίστις σας; Τοσα και τόσα θαύματα με είδατε να κάμνω και ακόμα δεν επιστέψατε με όλην σας την καρδιά εις εμέ;” Αυτοί κατ’ αρχάς εκυριεύθησαν από φόβον και δέος εμπρός εις την δύναμιν του Κυρίου, έπειτα δε από μεγάλον θαυμασμόν και έλεγαν μεταξύ των, “ποιός άρά γε είναι αυτός; Διότι διατάσσει τους ανέμους και τα κύματα και υπακούουν εις αυτόν”!
http://www.saint.gr/index.aspx