Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Τρ. γ´ ἑβδ. ἐπιστ. (Ῥωμ. ζ´ 14 – η´ 2).

Ρωμ. 7,14 οἴδαμεν γὰρ ὅτι ὁ νόμος πνευματικός ἐστιν· ἐγὼ δὲ σαρκικός εἰμι, πεπραμένος ὑπὸ τὴν ἁμαρτίαν.

Ρωμ. 7,14 Διότι γνωρίζομεν ότι ο νόμος είναι πνευματικός, δώρον δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, δια να εξυπηρετή την ιδικήν μας πνευματικήν ζωήν. Εγώ όμως είμαι δούλος της σαρκός, σαν πουλημένος σκλάβος υπό την κυριαρχίαν της αμαρτίας.

Ρωμ. 7,15 ὃ γὰρ κατεργάζομαι οὐ γινώσκω· οὐ γὰρ ὃ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ᾿ ὃ μισῶ τοῦτο ποιῶ.

Ρωμ. 7,15 Κυριευμένος και σκοτισμένος από το πάθος δεν γνωρίζω καλά αυτό το κακόν που πράττω. Διότι δεν πράττω αυτό το οποίον εσωτερικώς θέλω, αλλά κάμνω εκείνο το οποίον μισώ.

Ρωμ. 7,16 εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω τοῦτο ποιῶ, σύμφημι τῷ νόμῳ ὅτι καλός.

Ρωμ. 7,16 Εάν δε, παρασυρόμενος από την εσωτερικήν μου αμαρτωλότητα και τους εξωτερικούς πειρασμούς, πράττω αυτό που δεν θέλω, τότε με την θέλησίν μου και αντίθετα προς τα έργα μου συμφωνώ με τον Νομον και ομολογώ ότι είναι καλός.

Ρωμ. 7,17 νυνὶ δὲ οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ᾿ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία.

Ρωμ. 7,17 Τωρα δε δεν πράττω εγώ το κακόν, αλλά η αμαρτία, η οποία κατοικεί μέσα μου και με εξουσιάζει.

Ρωμ. 7,18 οἶδα γὰρ ὅτι οὐκ οἰκεῖ ἐν ἐμοί, τοῦτ᾿ ἔστιν ἐν τῇ σαρκί μου, ἀγαθόν· τὸ γὰρ θέλειν παράκειταί μοι, τὸ δὲ κατεργάζεσθαι τὸ καλὸν οὐχ εὑρίσκω·

Ρωμ. 7,18 Διότι γνωρίζω καλά ότι δεν κατοικεί μέσα μου, δηλαδή εις την διεφθαρμένην ανθρωπίνην φύσιν, το αγαθόν· αυτό δε φαίνεται καθαρά και εκ του γεγονότος, ότι το να θέλω μεν το καλόν είναι τούτο κοντά μου, το να πραγματοποιώ όμως το καλόν δεν το ευρίσκω κοντά μου και εύκολον.

Ρωμ. 7,19 οὐ γὰρ ὃ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ᾿ ὃ οὐ θέλω κακὸν τοῦτο πράσσω.

Ρωμ. 7,19 Διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον εσωτερικώς με όλην μου την θέλησιν επιθυμώ, αλλά το κακόν, που δεν θέλω, αυτό πράττω.

Ρωμ. 7,20 εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω ἐγὼ τοῦτο ποιῶ, οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ᾿ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία.

Ρωμ. 7,20 Εάν δε εγώ πράττω το κακόν, που εις την πραγματικότητα δεν το θέλω, αυτό σημαίνει ότι δεν το πραγματοποιώ πλέον εγώ, αλλ’ η αμαρτία, που κατοικεί μέσα μου και η οποία με έχει κάμει δούλον της.

Ρωμ. 7,21 εὑρίσκω ἄρα τὸν νόμον τῷ θέλοντι ἐμοὶ ποιεῖν τὸ καλόν, ὅτι ἐμοὶ τὸ κακὸν παράκειται·

Ρωμ. 7,21 Αρα ευρίσκω τον Νομον του Θεού βοηθόν και σύμφωνον με την θέλησίν μου, η οποία και θέλει να πράττω το καλόν. Δεν ημπορώ όμως να τηρήσω αυτόν, διότι υπάρχει κοντά μου και έντος μου το κακόν, η δύναμις της αμαρτίας.

Ρωμ. 7,22 συνήδομαι γὰρ τῷ νόμῳ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν ἔσω ἄνθρωπον,

Ρωμ. 7,22 Διότι ευχαριστούμαι και ευφραίνομαι στον νόμον του Θεού με όλην μου την ψυχήν, την καρδίαν και τον νουν.

Ρωμ. 7,23 βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου.

Ρωμ. 7,23 Βλέπω όμως να κυριαρχή εις τα μέλη μου άλλος νόμος, η δύναμις της αμαρτίας, που αντιστρατεύεται και μάχεται όσα ο νους μου και η συνείδησις μου υποδεικνύουν ως ορθά, και με υποδουλώνει στον νόμον της αμαρτίας, ο οποίος κυριαρχεί εις την αμαρτωλήν ανθρωπίνην μου φύσιν.

Ρωμ. 7,24 Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;

Ρωμ. 7,24 Δυστυχισμένος και ταλαιπωρημένος εγώ άνθρωπος! Ποιός θα με ελευθερώση και θα με γλυτώση από το σώμα τούτο, μέσα στο οποίον κυριαρχεί η αμαρτία και δια της αμαρτίας ο θάνατος;

Ρωμ. 7,25 εὐχαριστῷ τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν· ἄρα οὖν αὐτὸς ἐγὼ τῷ μὲν νοΐ δουλεύω νόμῳ Θεοῦ, τῇ δὲ σαρκὶ νόμῳ ἁμαρτίας.

Ρωμ. 7,25 Ευχαριστώ τον Θεόν, ο οποίος με ηλευθέρωσε και με έσωσε δια του Ιησού Χριστού, του Κυρίου ημών. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι εγώ δουλεύω εις δύο κυρίους· με τον νουν και την συνείδησιν δουλεύω στον νόμον του Θεού, με τα μέλη όμως της σαρκός μου δουλεύω στον νόμον της αμαρτίας.

Ρωμ. 8,1 Οὐδὲν ἄρα νῦν κατάκριμα τοῖς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μὴ κατὰ σάρκα περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ πνεῦμα.

Ρωμ. 8,1 Επομένως δεν υπάρχει τώρα καμμία καταδίκη στους πιστεύοντας και τους ηνωμένους με τον Ιησούν Χριστόν, οι οποίοι ζουν και πολιτεύονται όχι σύμφωνα με τας αμαρτωλάς επιθυμίας της σαρκός, αλλά σύμφωνα με τας εντολάς του Πνεύματος.

Ρωμ. 8,2 ὁ γὰρ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἠλευθέρωσέ με ἀπὸ τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.

Ρωμ. 8,2 Διότι ο Νομος του Πνεύματος, η χάρις, ο φωτισμός και η δύναμις του Αγίου Πνεύματος, που μεταδίδει και καλλιεργεί και αναπτύσσει την κατά Χριστόν ζωήν, με απηλευθέρωσε από τον νόμον και την κυριαρχίαν της αμαρτίας και του θανάτου.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Τρ. γ´ ἑβδ. Ματθ. (Μτθ. ι´ 9-15).

Ματθ. 10,9 μὴ κτήσησθε χρυσὸν μηδὲ ἄργυρον μηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς ζώνας ὑμῶν,

Ματθ. 10,9 Μη αποκτήσετε και μη φυλάσσετε εις την ζώνην σας χρυσά νομίσματα, ούτε αργυρά, ούτε χάλκινα.

Ματθ. 10,10 μὴ πήραν εἰς ὁδὸν μηδὲ δύο χιτῶνας μηδὲ ὑποδήματα μηδὲ ῥάβδον· ἄξιος γάρ ἐστιν ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ.

Ματθ. 10,10 Μη παίρνετε ούτε σακκούλι, δια να βάζετε τα τρόφιμα, που θα σας χρειασθούν στον δρόμον· ούτε δύο υποκάμισα ούτε υποδήματα, εκτός από αυτά που φορείτε, ούτε ράβδον. Διότι ο κάθε εργάτης δικαιούτε την τροφήν του. (Σεις δε είσθε οι πνευματικοί εργάται, στους οποίους οι άνθρωποι θα δώσουν ο,τι χρειάζεται, αφού άλλωστε δι’ αυτούς κοπιάζετε).

Ματθ. 10,11 εἰς ἣν δ᾿ ἂν πόλιν ἢ κώμην εἰσέλθητε, ἐξετάσατε τίς ἐν αὐτῇ ἄξιός ἐστι, κἀκεῖ μείνατε ἕως ἂν ἐξέλθητε.

Ματθ. 10,11 Εις όποιαν δε πόλιν η χωρίον εισέλθετε, πληροφορηθήτε ποιός είναι μεταξύ των κατοίκων ο ευϋπόληπτος και άξιος να σας φιλοξενήση. Και στο σπίτι αυτού μείνετε, έως ότου αναχωρήσετε από εκεί.

Ματθ. 10,12 εἰσερχόμενοι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν ἀσπάσασθε αὐτὴν λέγοντες· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ.

Ματθ. 10,12 Οταν δε εισέρχεσθε στο σπίτι αυτό, να χαιρετίσετε όλους και να ευχηθήτε λέγοντες· Η ειρήνη του Θεού ας έλθη στο σπίτι τούτο.

Ματθ. 10,13 ἐὰν μὲν ᾖ ἡ οἰκία ἀξία, ἐλθέτω ἡ εἰρήνη ὑμῶν ἐπ᾿ αὐτήν· ἐὰν δὲ μὴ ᾖ ἀξία, ἡ εἰρήνη ὑμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐπιστραφήτω.

Ματθ. 10,13 Και αν μεν το σπίτι αυτό είναι άξιον να δεχθή την ειρήνην, ας έλθη η ειρήνη σας εις αυτό· εάν όμως δεν είναι άξιον, η ειρήνη σας ας γυρίση πάλιν εις σας.

Ματθ. 10,14 καὶ ὃς ἐὰν μὴ δέξηται ὑμᾶς μηδὲ ἀκούσῃ τοὺς λόγους ὑμῶν, ἐξερχόμενοι ἔξω τῆς οἰκίας ἢ τῆς πόλεως ἐκείνης ἐκτινάξατε τὸν κονιορτὸν τῶν ποδῶν ὑμῶν.

Ματθ. 10,14 Και όποιος δεν θα σας δεχθή και δεν θα θελήση να ακούση το κήρυγμά σας, όταν βγαίνετε από το σπίτι εκείνο η από την πόλιν εκείνην, τινάξατε τελείως την σκόνην που έχει καθίσει εις τα πόδια σας (δια να δείξετε έτσι ότι δεν έχετε πλέον καμμίαν επικοινωνίαν με αυτούς).

Ματθ. 10,15 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ.

Ματθ. 10,15 Σας διαβεβαιώνω ότι περισσότερον επιεικής θα είναι η τιμωρία, κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν της κρίσεως, δια τους κατοίκους της χώρας των Σοδόμων και Γομόρρας, παρά δια τους κατοίκους της πόλεως εκείνης, που αρνήθηκε να σας δεχθή.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/01.%20Math.htm