Οἱ Ἅγιοι Αὖκτος, Ταυρίων καὶ Θεσσαλονίκη οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν στὴν Ἀμφίπολη τῆς Μακεδονίας, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν Καβάλα.
Ἡ Θεσσαλονίκη ἦταν κόρη ἐνὸς ἱερέα τῶν εἰδώλων, ποὺ ὀνομαζόταν Κλέων καὶ ἦταν ἀρκετὰ πλούσιος. Ὅταν ἔμαθε ὅτι ἡ κόρη του ἔγινε χριστιανή, θερμὰ τὴν παρακάλεσε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, πράγμα ποὺ δὲν κατόρθωσε.
Τότε τὴν γύμνωσαν καὶ τὴν μαστίγωσαν μὲ μαστίγια ἀπὸ ὠμὰ δέρματα, τέσσερις ἄνδρες.
Ἔπειτα ἔσπασαν τὰ πλευρά της καὶ ἀφοῦ πῆραν τὴν περιουσία της τὴν ἐξόρισαν, ὅπου ὀμολογώντας τὸν Χριστὸ ἀπεβίωσε.
Οἱ δὲ Αὖκτος καὶ Ταυρίων, ἀφοῦ κατηγόρησαν τὸν ὠμὸ βασανιστὴ καὶ φονιὰ τῆς Θεσσαλονίκης, καταγγέλθηκαν στὸν ὑπατικὸ Θορύβιο. Αὐτὸς διέταξε τὸν λιθοβολισμό τους καὶ κατόπιν μιὰ σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων.
Ἐπειδὴ ὅμως οἱ Ἅγιοι μὲ θαυματουργικὸ τρόπο βγῆκαν ἀπ’ ὅλα αὐτὰ σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς, διατάχθηκε ὁ ἀποκεφαλισμός τους καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ ἔνδοξα στεφάνια τοῦ μαρτυρίου.
Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες οἱ ἐν Μελιτινῇ
Ὁ πρῶτος ἀπ’ αὐτούς, ὁ Ἰέρων, ἦταν ἀπὸ τὰ Τύανα τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του πέθανε γρήγορα καὶ τὴν ἀνατροφή του, καθὼς καὶ τῶν δύο ἀδελφῶν του, Ματρωνιανοῦ καὶ Ἀντωνίου, ἀνέλαβε ἐξ ὁλοκλήρου ἡ μητέρα τους Στρατονίκη. Παρ’ ὅλο ποὺ ὁ Ἰέρων πῆρε ἀρκετὴ μόρφωση, ἀσχολήθηκε μὲ τὸ γεωργικὸ ἐπάγγελμα.
Οἱ εἰδωλολάτρες τέτοιες ἐνασχολήσεις τὶς θεωροῦσαν ὑποτιμητικές. Ἀλλὰ οἱ χριστιανοὶ ἤξεραν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπαξίωσε τὸν ἱδρώτα τοῦ ταπεινοῦ ἐργάτη. Καὶ ὅτι κάθε τίμια ἐργασία εἶναι ἀρετὴ καὶ μόνο ἡ ἀργία, ποὺ φέρνει τὴν ἁμαρτία, ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἄνθρωπο στίγμα.
Ἄλλωστε, ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς περιγράφοντας τὴν ζωὴ τῶν Ἀποστόλων καὶ κατ’ ἐπέκτασιν, ὅλων τῶν χριστιανῶν, λέει: «κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταὶς ἰδίοις χερσί». Κοπιάζουμε, δηλαδή, ἐργαζόμενοι μὲ τὰ ἴδια μας τὰ χέρια.
Όταν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀγρικόλας συνέλαβε τὸν Ἰέρωνα. Τὸν συνέλαβε μὲ τὴν κατηγορία ὅτι τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς ἄλλες γιορτὲς περιφερόταν καὶ κήρυττε τὸν Χριστὸ στοὺς ἐργάτες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποσπάσει πολλοὺς ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Μαζί του συνελήφθησαν οἱ δυὸ ἀδελφοί του καὶ τριάντα ἀκόμα συνεργάτες του στὴν διακονία τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀφοῦ φυλακίστηκαν καὶ φρικτὰ βασανίστηκαν, τελικὰ ὁ ἔπαρχος Ἀγρικόλας τοὺς ἀποκεφάλισε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη Μελιτινῆ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, συντεταγμένοι, δῆμος ὤφθητε, τροπαιοφόρος, Ἀθλοφόροι τοῦ Σωτῆρος πανθαύμαστοι· ὁμοφροσύνῃ γὰρ γνώμης ἑνούμενοι, μαρτυρικῶς τὸν ἐχθρὸν ἐτροπώσασθε. Ἀλλ’ αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Χορὸς Μαρτύρων τηλαυγὴς καὶ φωσφόρος, ἐξανατείλας νοητῶς καταυγάζει, τὴν Ἐκκλησίαν σήμερον θαυμάτων βολαῖς· ὅθεν ἑορτάζοντες, τὴν σεπτὴν αὐτῶν μνήμην, αἰτοῦμέν σε Σωτὴρ ἡμῶν, ταὶς αὐτῶν ἱκεσίαις, ἐκ τῶν κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ὡς ἐλεήμων Θεὸς καὶ φιλάνθρωπος.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις οὐρανία παρεμβολή, Μάρτυρες Κυρίου, οἱ τριάκοντα πρὸς τρισίν, οἱ τὰς μυριάδας, ἐχθρῶν τῶν νοουμένων, ἀθλήσεως τοῖς ὅπλοις, καταπαλαίσαντες.
Οἱ Ἅγιοι Ματρωνιανὸς καὶ Ἀντώνιος
Ἦταν ἀδέλφια τοῦ Ἁγίου μάρτυρα Ἰέρωνα – τοῦ πρώτου ἀπὸ τοὺς 33 μάρτυρες ἐν Μελιτινῇ ποὺ ἑορτάζουν σήμερα – καὶ μαρτύρησαν καὶ αὐτοὶ διὰ ἀποκεφαλισμοῦ στὴν πόλη Μελιτινῆ.
Οἱ Ἅγιοι Μελάσιππος, Κασσίνη καὶ Ἀντώνιος
Οἱ Ἅγιοι Μελάσιππος, Κασσίνη καὶ Ἀντώνιος ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἄγκυρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου. Ὁ Ἀντώνιος ἦταν γιὸς τοῦ Μελασίππου καὶ τῆς Κασσίνης.
Ὄντως σωστοὶ χριστιανοί, ἀνάθρεψαν τὸν γιό τους μὲ μεγάλη ἐπιμέλεια καὶ τὸν ἀνέδειξαν σὲ ἄξιο μέλος τῆς κοινωνίας καὶ δόκιμο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν ὁ δούκας Ἀγριππῖνος πληροφορήθηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη τους, πρόσταξε τὴν σύλληψή τους. Τοὺς μὲν γονεῖς προσπάθησε νὰ τοὺς νικήσει λέγοντάς τους ὅτι ἀπὸ αὐτοὺς ἐξαρτᾶται ἡ ζωὴ τοῦ παιδιοῦ τους καὶ ὅτι ἂν ἀπαρνιόντουσαν τὸν Κύριο θὰ χάριζε τὴν ζωὴ στὸν γιό τους. Τὸν δὲ Ἀντώνιο τὸν πίεζε ψυχολογικά, λέγοντάς του ὅτι μπορεῖ νὰ σώσει τοὺς γονεῖς του. Ἐκεῖνοι ὅμως δὲν φοβήθηκαν τὸν μαρτυρικὸ θάνατο καὶ ἡ καρδιά τους ἦταν ἕτοιμη νὰ πάει στὸν Κύριο.
Ὁ δούκας Ἀγριππῖνος θύμωσε ἀκούγοντάς τους νὰ ἐξυμνοῦν τὸν Ἰησοῦ, παρόλο τὶς ἀπειλές του καὶ διέταξε τὸν βασανισμό τους. Τὸν Μελάσσιπο καὶ τὴν Κασσίνη τοὺς θανάτωσε κρεμασμένους πάνω σὲ ξύλο.
Τὸν δὲ Ἀντώνιο τὸν βασάνισαν φρικτὰ καὶ μετὰ τὸν ἔβαλαν μέσα σὲ ἀναμμένο κλίβανο.
Ὅμως μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος, ὁ Ἅγιος ἔμεινε ἀβλαβής. Βλέποντας τὸ θαῦμα αὐτὸ πολλοὶ ἦλθαν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἔπειτα ἔριξαν τὸν Ἅγιο σὲ πυρακτωμένη κάμινο, πάλι ὅμως χάρη στὴ Θεία ἐπέμβαση ἔμεινε ἄφλεκτος. Ὕστερα ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ πολλοὶ προσχώρησαν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Τελικὰ οἱ δήμιοι τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐτελειώθη καὶ κοσμήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο, ὅπως οἱ γονεῖς του, τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀθηνόδωρος
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος
Τὸ μόνο ποὺ γνωρίζουμε γι’ αὐτὸν εἶναι ὅτι ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Μάρτυρας ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (298) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη.
Ὁδηγήθηκε στὸ βῆμα τοῦ τυράννου, ἐπειδὴ κλώτσησε τὸν βωμὸ τῶν εἰδώλων καὶ σκόρπισε τὰ εἰδωλόθυτα ποὺ ἦταν πάνω σ’ αὐτόν. Ἀμέσως τότε διατάχθηκε ὁ ἀποκεφαλισμός του καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Λάζαρος ὁ Θαυματουργός ὁ Γαλλησιώτης
Ὁ Ὅσιος Λάζαρος ἦταν ἀπὸ τὴν Μ. Ἀσία. Γεννήθηκε τὸν 11ο αἰώνα σ’ ἕνα χωριὸ κοντὰ στὴ Μαγνησία (πρὸς τὸν Νέανδρο Ποταμό), ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Νικήτα καὶ τὴν Εἰρήνη.
Ὅταν ἀκόμα ἦταν ἕξι χρονῶν, ἐπιδόθηκε στὸν πνευματικὸ στίβο μέσα στὸ μοναστήρι τῶν Ὀρόβων. Ἐκεῖ ἔμεινε ἐπὶ πέντε χρόνια διδασκόμενος. Ὅμως, ἀπὸ θεῖο ζῆλο κινούμενος, θέλησε νὰ προσκυνήσει τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἔτσι ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὴ Μονὴ καὶ πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα. Μετὰ τὴν προσκύνηση τῶν ἐκεῖ Ἱερῶν, ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου κοινοβίασε ἀφοῦ ἔγινε μοναχὸς καὶ κατόπιν ἱερέας.
Κατὰ τὴν ἐπανάσταση τῶν Ἀράβων, ποὺ βεβήλωναν τὰ ἱερά, ἀναγκάστηκε καὶ ἔφυγε στὴν Ἔφεσο, σ’ ἕνα ἔρημο ὄρος ἀντίκρυ τῆς πόλης, ποὺ ὀνομαζόταν Γαλλήσιο. Ἐκεῖ, στὴν ἀρχὴ μόνος ζοῦσε σ’ ἕνα κελί, ἀλλὰ ἀργότερα μαζεύτηκαν γύρω του καὶ ἄλλοι μοναχοί. Ὁ δὲ Μονομάχος Κωνσταντῖνος (1042 – 1054), ἐξόριστος τότε στὴ Μυτιλήνη, ἄκουσε γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου καὶ ἔκτισε ὡραιότατο ναὸ τῆς Ἀναστάσεως στὸ Γαλλήσιο ὄρος, καὶ τὸν προίκισε μὲ πολλὰ ἱερὰ κειμήλια.
Ὁ δὲ Ὅσιος Λάζαρος, ἀνήγειρε κοντὰ στὸ ναὸ στυλό, ὅπου ἐγκαταστάθηκε στὴν κορυφή του καὶ ἀσκήτευε χειμώνα – καλοκαίρι, ἐκτεθειμένος σὲ καύσωνες καὶ παγωνιές. Ὁ Θεὸς ἐπίσης, ἔδωσε στὸν Ὅσιο Λάζαρο καὶ τὸ χάρισμα νὰ θαυματουργεῖ.
Ἔτσι αὐστηρὰ ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε τὴν ζωή του, πέθανε μὲ ἁγιότητα σὲ βαθιὰ γεράματα (1054).
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ταῖς τῶν δακρύων σου.
Ταῖς ἐπαγρύπνοις προσευχαῖς, ἐν ὀχετοῖς δακρύων τὸν στῦλον κατέβρεχες, καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας ποιμήν, τοῖς προσιοῦσι νέμων συγχώρησιν, Λάζαρε Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Τοὺς ὑπὲρ φύσιν σου σοφὲ πόνους καὶ σκάμματα
Αὐτοὶ οἱ Ἄγγελοι ἰδόντες κατεπλάγησαν,
Δι’ ὧν εἴληφας θεόθεν καὶ τοὺς στεφάνους.
Ἀλλ’ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον,
Ἐκ παντοίων ἡμᾶς σῶζε περιστάσεων,
Ἵνα κράζωμεν, χαίροις Πάτερ ποιμὴν ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Ὕλην ἀπορρίψας τὴν γεηράν, ἔσοπτρον ἐδείχθης, τῆς ἀΰλου μαρμαρυγῆς, Λάζαρε παμμάκαρ, ἐν Γαλησίῳ Ὄρει, ὡς ἄϋλος βιώσας, Χριστοῦ τῷ ἔρωτι.
Ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Ὁ Ἅγιος Willibrord (Ὀλλανδία)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων’, τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Πληροφορίες ἀπό Saint καί Μέγα Συναξαριστή