Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μᾶς δίδαξε σήμερα στό Εὐαγγέλιο, «νά ἀποδίδουμε τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ»[1]. Καί τί εἶναι αὐτό πού κατεξοχήν πρέπει νά ἀποδίδουμε εἰς τόν Θεόν; Δέν εἶναι ἄλλο παρά ἡ ἀγάπη εἰς τόν Θεόν, ὅπως λέει ἡ πρώτη ἐντολή «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου»[2]. Καί πῶς μπορεῖ κανείς νά ἐκπληρώσει αὐτή τήν ἐντολή; Δηλαδή μέ ὅλη του τήν καρδιά, τήν διάνοια, τήν σκέψη, τή δύναμη, τήν ψυχή, νά ἀγαπήσει τόν Θεό; Αὐτό κατεξοχήν ἐκπληρώνεται μέ τήν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν, οἱ ὁποῖες ὅμως μποροῦν νά τηρηθοῦν μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνεργαστεῖ μέ τήν θεία Χάρη.
Ὅταν ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου συνεργήσει καί συγκατατεθεῖ καί ἀποδεχθεῖ τήν προσφορά τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τοῦ δίδεται μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅταν ὁ ἄνθρωπος τηρήσει της ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί κατεξοχήν τήν ἀδιάλειπτο προσευχή, τήν νοερά προσευχή, τότε ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά δεχθεῖ τίς θεῖες δυνάμεις, οἱ ὁποῖες θά τόν βοηθήσουν νά τηρήσει καί ὅλες τίς ὑπόλοιπες ἐντολές. Ἄλλωστε ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στόν Θεό, τότε καί δέν ἁμαρτάνει. Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή λοιπόν, ἐπιτυγχάνει ὁ ἄνθρωπος νά ἀγαπήσει τόν Θεό, νά τηρήσει τίς ἐντολές καί νά μήν ἁμαρτάνει.
«Τόν νοῦ νά ἔχεις στόν Θεό», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «καί ἡ καρδιά αὐθόρμητα σκιρτάει ἀπό χαρά», γιατί μέσα στήν καρδιά ἐναποτίθεται καί βλαστάνει καί αὐξάνει ἡ ἀγάπη στόν Θεό, ὁ θεῖος ἔρωτας, καί κατοικεῖ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος φέρνει καί τήν χαρά. Ἀκοῦστε νά σᾶς πῶ καί κάτι», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «πού μοῦ συνέβηκε. Εἶχε ἔρθει ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος ἕνας μοναχός πού ἀσχολεῖται μέ τήν νοερά προσευχή. Μοῦ λέει λοιπόν:
– Πῶς κάνεις τήν νοερά προσευχή; Κάθεσαι σέ χαμηλό σκαμνάκι καί σκύβεις τό κεφάλι σου καί συγκεντρώνεσαι;
– Ὄχι, μές στόν νοῦ μου λέω τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, καθαρά καί προσέχω τίς λέξεις. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με. Κύριε Ἰησοῦ. Ἔτσι τό κάνω, μές στόν νοῦ μου καί προσέχω μόνο τίς λέξεις.
– Γέροντα δέν τά λέεις καλά. Πολύ πλανεμένα τά λέεις. Πρέπει ὁ νοῦς νά εἶναι μές στήν καρδιά. Γι’ αὐτό λέγεται καρδιακή προσευχή.
Ὁ Γέροντας ὅμως τοῦ εἶπε:
– Νά σοῦ πῶ καί κάτι ἄλλο; Μερικές φορές πού τύχαινε νά ἔχω πειρασμό, ἔβαζα στόν νοῦ μου τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ τοῦ Ἐσταυρωμένου μέ καρφωμένα τά χέρια καί τά πόδια νά στάζουν αἷμα καί τό ἀκάνθινο στεφάνι νά Τοῦ τρυπάει τό μέτωπο κι ἐγώ γονατισμένος στά πόδια Του ἔλεγα, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
– Καί δέν ἔβαζες τόν νοῦ στήν καρδιά;
– Ὄχι, τοῦ λέω.
– Ἔχεις πλάνη, μοῦ λέει. Πρέπει ὁ νοῦς νά εἶναι στήν καρδιά. Γι’ αὐτό καί λέγεται καρδιακή προσευχή. Πλάνη! Ἐπῆγε νά φύγει.
– Γέροντα, τοῦ λέω, ἄκου νά σοῦ πῶ. Ἐκεῖ πού λέω τήν εὐχή στόν νοῦ μου καμιά φορά, ἡ χαρά μου δυναμώνει καί ὅταν δυναμώσει ἡ χαρά μου, λέγοντας τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» αἰσθάνομαι τόν νοῦ μου νά σκιρτάει μαζί μέ τήν καρδιά. Δηλαδή αἰσθάνομαι τόν νοῦ μου νά πέφτει στήν καρδιά καί ἐκεῖ νιώθω ὅλη αὐτή τήν χαρά, λέγοντας τήν εὐχή. Ἀρχίζω νοερά καί μετά πηγαίνει μόνος του ὁ νοῦς μου ὅταν ἔλθει ἡ χαρά.
– Ἄ, ἔτσι, αὐτό εἶναι! μοῦ λέει. Μέ συγχωρεῖς πού εἶπα πλάνη.
Ὁ νοῦς εἶναι πού σκέπτεται. Ἡ καρδιά δέν σκέπτεται. Τόν νοῦ νά ἔχετε στόν Θεό καί ἡ καρδιά σκιρτάει ἀπό χαρά αὐθόρμητα. Κατανύσσεται. Γιά νά ἔλθει ὁ Χριστός στήν καρδιά, πρέπει νά Τόν ἀγαπήσετε. Γιά νά Τόν ἀγαπήσετε», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «πρέπει νά σᾶς ἀγαπήσει πρῶτα Ἐκεῖνος. Πρέπει πρῶτα ὁ Θεός νά σᾶς γνωρίσει καί μετά ἐσεῖς. Θά ἐγκύψει καί Αὐτός, ἄν ἐσεῖς πρῶτα Τοῦ τό ζητήσετε. Γιά νά σᾶς ἀγαπήσει, πρέπει νά εἶστε ἄξιοι. Γιά νά εἶστε ἄξιοι, πρέπει νά κάνετε προετοιμασία»[3]. Προφανῶς ἐδῶ ὁ Ἅγιος μιλάει γιά τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται πνευματικά, ὁπότε καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ παραμένει μέσα στόν ἄνθρωπο. Τότε ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, τοῦ γνωρίζεται, ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Ἅγιος, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει κάποιες προϋποθέσεις, ἔχει τήν κατάλληλη προετοιμασία.
«Καί πρῶτα ἀπό ὅλα», λέει ὁ Ἅγιος, «μακριά ἡ ἰδιοτέλεια. Πρέπει ἡ προσευχή νά εἶναι ἀνιδιοτελής. Ὅλα νά γίνονται μυστικά, ἀνιδιοτελῶς. Δηλαδή νά μήν σκέφτεστε πώς ἄν συγκεντρωθεῖτε μέ τόν νοῦ, ἡ Χάρις θά ἔλθει στήν καρδιά καί θά ἔχετε καί σκίρτημα. Νά μήν προσεύχεστε μέ αὐτό τόν ὑπολογισμό, ἀλλά μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση»[4]. Εἶναι αὐτό πού ἔλεγε καί ὁ ἄλλος σύγχρονος Ὅσιος, ὁ Ὅσιος Παΐσιος, ὅτι δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά σκέφτεται τήν χαρά καί τήν ἀπόλαυση πού δίνει ἡ προσευχή, ἀλλά νά πηγαίνει ἀπό καθαρή ἀγάπη στόν Θεό. Γιατί διαφορετικά ὁ ἄνθρωπος δουλεύει πάλι στόν ἑαυτό του καί στό ἐγώ του.
«Νά ἀποβλέπεται πάντοτε στή δόξα τοῦ Θεοῦ», λέει ὁ Ἅγιος. «Τί σᾶς εἶπα γιά τό ἀηδόνι; Ἐκεῖνο ψάλλει χωρίς νά τό βλέπει κανείς. Ἔτσι νά εἶστε, ἀνιδιοτελεῖς. Νά δίδεστε στήν λατρεία τοῦ Θεοῦ μυστικά. Προσέχετε ὅμως, ὅπως εἴπαμε: «Μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου»[5]. Νά μήν παίρνει εἴδηση ὁ κακός ἑαυτός. Νά ζεῖτε τόν παράδεισο καί νά μήν τό γνωρίζει ὁ κακός ἑαυτός σας καί τό φθονήσει. Μήν τό ξεχνᾶτε ὅτι ὑπάρχει καί ὁ φθόνος τοῦ ἀντιθέτου.
Προετοιμασία εἶναι ἀκόμα», ἐκτός ἀπό τήν ἀνιδιοτέλεια καί τήν ἁπλότητα, «νά μάθετε νά τηρεῖτε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Νά διώχνετε τά πάθη, κατάκριση, θυμό κλπ, μέ ἕναν τρόπο μαλακό. Δηλαδή νά μήν χτυπᾶτε ἀπευθείας τό κακό, ἀλλά περιφρονώντας τό πάθος, νά στρέφεστε μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό. Νά ἀσχολεῖστε μέ τούς ὕμνους, τά τροπάρια τῶν Ἁγίων, τῶν μαρτύρων καί τούς ψαλμούς τοῦ Δαβίδ. Νά μελετᾶτε τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἡ ψυχή σας θά ἁπαλύνεται, θά ἁγιάζεται, θά θεοῦται, θά εἶναι ἕτοιμη νά ἀκούσει τοῦ Θεοῦ τά μηνύματα. Σιγά σιγά θά σᾶς ἐπισκέπτεται ἡ Χάρις. Θά μπαίνετε μές στή χαρά, θά ἀρχίσετε νά ζεῖτε στήν εἰρήνη, ὁπότε μετά θά γίνετε πιό δυνατοί μέ τήν θεία Χάρη. Δέν θά θυμώνετε, δέν θά ἐκνευρίζεστε, δέν θά παρεξηγεῖτε, δέν θά κατακρίνετε, θά τούς δέχεστε ὅλους μέ ἀγάπη»[6].
Ἐδῶ ὁ Ἅγιος ἀναπτύσσει αὐτό πού καί ἄλλῃ φορά ἔχει πεῖ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά ἀσχολεῖται μέ τά πάθη, ἀλλά νά τά καταφρονεῖ. Νά μήν ἀσχολεῖται μέ τό κακό, ἀλλά νά κάνει τό ἀντίθετο καλό. Καί ὅταν ἔρθει τό φῶς τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή, αὐτόματα φεύγει τό σκοτάδι τῶν παθῶν.
«Θά ἔχετε ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ χαίρει ἐπί τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δέ τῇ ἀληθείᾳ, πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει∙ ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει»[7]. Ἡ εὐχή καθαρίζει τήν ψυχή καί κρατάει τόν νοῦ. Τό τελειότερο ἔργο γίνεται στά ἄδυτα τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι κλεισμένα ἑρμητικά, γνωστά μόνο στόν Θεό. Ἔτσι βλέπουμε κάτι τό συγκλονιστικό ἀνθρώπους πού μεταβάλλονται σέ παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἄν καί ἔφτασαν στά βάθη τῆς αὐτοκαταστροφῆς τους. Κι ἐγώ ὁ καημένος, σαράβαλο εἶμαι, ὅμως», λέει ὁ Ἅγιος, «αὐτή τήν προσπάθεια κάνω. Δέν ἀναλύομαι σέ προσευχές ἔτσι φανερά, ἀλλά μυστικά προσεύχομαι. Ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἐπισκιάζει καί ἐσᾶς. Δίνει μιά δροσιά, μιά Χάρη καί σέ σᾶς πού μέναμε μαζί, πού τρῶμε, πού συζητοῦμε, πού προσευχόμαστε, πού ἀναστρεφόμαστε ἁπλά. Μόνο ἕνας ἀπερίσκεπτος, ἕνας χονδρός, πού δέν μπόρεσε ἡ προσευχή νά τόν συγκινήσει, μένει ξένος ὡς πρός τήν Χάρη. Νά προσεύχεστε νά σᾶς φανερώσει ὁ Θεός τά ἄδηλα. Εἶναι πολλά πού δέν τά ξέρουμε. Νά λέτε στόν Χριστό, «ὅ,τι θέλεις Ἐσύ∙ ὅ,τι θέλει ἡ ἀγάπη Σου, Κύριε! Ἐκεῖνος θά σᾶς ὁδηγήσει. Σέ Αὐτόν νά ἀτενίζετε»[8]. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνεργαστεῖ μέ αὐτή, κάνει τόν ἄνθρωπο νά σκιρτάει ἀπό χαρά. Γεμίζει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Καί κατεξοχήν ὁ ἄνθρωπος συνεργάζεται μέ τήν Χάρη, ὅταν μυστικά προσεύχεται στό ἐσωτερικό του, στήν ψυχή του, στήν διάνοιά του, ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Ἅγιος, καί στήν καρδιά του.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ματθ. 9, 28.
[2] Μᾶρκ. 12, 30.
[3] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[4] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου.
[5] Ματθ. 6, 3.
[6] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου.
[7] Α΄Κορ. 13, 4-8.
[8] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου.