«Καί εἰσελεύσεται καί ἐξελεύσεται, καί νομήν εὑρήσει»[1]. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀκολουθεῖ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, εὑρίσκει πλούσια νομή. Βρίσκει τήν ἄφθονη ἐκείνη πνευματική τροφή, ἡ ὁποία χρειάζεται γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει μέσα ἀπό τίς ἅγιες γραφές καί μᾶς τρέφει μέ τόν Λόγο Του. Ὡραῖα καί ἀχόρταστα εἶναι τά λόγια τοῦ Θεοῦ, τά λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων. Εἶναι ὡραῖα καί γεμάτα εὐφροσύνη καί γεμάτα ζωή.
«Νά δοξάζουμε καί νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό», λέγει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «πού ἔδωσε στούς Ἁγίους τήν χάρη Του καί τό Πνεῦμα Του καί τά ἀποτυπώνουν στή ζωή τους καί στά γραπτά τους κείμενα καί τροπάρια καί ἐμεῖς τά ἔχουμε στήν διάθεσή μας καί τά ἀπολαμβάνουμε μέ τήν ἀκοή καί μέ τήν ἀνάγνωση. Ἀλλά χρειάζεται τέχνη καί τρόπος γιά νά τό ἀφομοιώνουμε»[2]. Κι ὅλα αὐτά πού ἔχουμε μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία βασίζονται πάνω εἰς τήν Ἁγία Γραφή, εἰς τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Θά πρέπει μέ πολλή προσοχή νά καταγινόμαστε στήν μελέτη τῶν τροπαρίων καί ὅλων αὐτῶν τῶν λειτουργικῶν κειμένων.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «… καταγίνου εἰς τήν μελέτην τῶν τροπαρίων καί τῶν καθισμάτων, εἰς τήν μνήμην τοῦ θανάτου καί εἰς τήν ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Διότι ὅλα αὐτά συνάγουσι τόν νοῦν καί δέν ἀφήνουν αὐτόν νά μετεωρίζεται, ἕως ὅτου ἤθελέ σοι ἐπέλθη ἡ ἀληθής θεωρία», δηλαδή τό νά φτάσεις νά βλέπεις τόν Θεό. Ἀλλά μέχρι τότε χρειάζεται νά μελετᾶς, νά ἐμβαθύνεις εἰς τό νόημα τῶν τροπαρίων, τῶν καθισμάτων, ἀλλά καί εἰς τήν μνήμη τοῦ θανάτου καί εἰς τήν ἐλπίδα τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν. «Ἡ δύναμις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἰσχυρότερα ἀπό τά πάθη», λέει ὁ Ἄβαας Ἰσαάκ. «Καταγίνου δέ καί εἰς τήν μελέτην τῶν μελλόντων καί εἰς τήν ἐνθύμησιν τοῦ Θεοῦ καί ἐννόησον καλῶς τό νόημα τῶν τροπαρίων…»[3].
 
Καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος λέγει, ὅτι αὐτά πού λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ τά ἔλεγε καί ὁ ἴδιος. «Καταγίνου εἰς τήν μελέτην τῶν τροπαρίων καί τῶν καθισμάτων … καί ἐννόησον καλῶς τό νόημα τῶν τροπαρίων». «Αὐτά», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «μέ τή φώτιση τά λέω, δέν τά ἔχω διαβάσει. Καί τώρα πού τ’ ἀκούω ξετρελαίνομαι, γιατί δέν τά ξέρω!»[4]. Χαιρόταν δηλαδή ὁ Ἅγιος πού μέ τήν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔλεγε ἀκριβῶς αὐτά πού ἔλεγε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαακ ὁ Σύρος καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες.

«Τό μυστικό εἶναι», ἔλεγε ὁ Ὅσιος, «ὅτι μέ τή μελέτη μπορεῖς νά γίνεις ἅγιος γρήγορα, χωρίς νά τό καταλάβεις, ἀναίμακτα», δηλαδή χωρίς πολύ μεγάλους κόπους. «Ὅταν μελετᾶς μέ ζῆλο καί ὄρεξη», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «καί θεῖο ἔρωτα τά τροπάρια καί ἰδιαίτερα τόν κανόνα του κάθε ἁγίου, τό πετυχαίνεις. Τά ἐνστερνίζεσαι, τά ἐρωτεύεσαι, τ’ ἀγαπάεις, τά ζεῖς, γίνεσαι ἔνθεος. Κι ὅταν αὐτό γίνει μέ κάθε ἐπιμέλεια καί συνέπεια, ἁγιαζόμαστε. Μέ ὅ,τι κι ἄν ἀσχοληθοῦμε, εἶναι ἁγιασμός. Εἴτε μουσική, εἴτε ἁγιογραφία, εἴτε… νά αἰσθανόμαστε τή ζωή, τή χαρά, πού εἶναι ὁ Θεός, γιατί διαφορετικά μᾶς πιάνει τεμπελιά καί νωθρότης»[5]. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀσχολεῖται μέ τόν Θεό καί τά τοῦ Θεοῦ, μέ τίς λειτουργικές τέχνες, ὅπως εἶναι ἡ βυζαντινή μουσική ἤ ἡ ἁγιογραφία, ἀλλά καί ὅταν ἐμβαθύνει μέσα στά ἱερά κείμενα, τότε ἁγιάζεται, χαίρεται τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί κινεῖται δραστικά καί δραστήρια πρός τήν σωτηρία.
«Τά ἄλλα, ὅμως, πού γράφει τό κείμενο», σχολιάζει ὁ Ἅγιος, «εἰς τήν μνήμην τοῦ θανάτου καί τήν ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν», εἶναι τεχνητά πράγματα. Εἶναι καταπίεση νά σκέπτεσαι τόν θάνατο καί τί θ’ ἀπολαύσεις στή μέλλουσα ζωή, γιά νά γίνεσαι γι’ αὐτό τόν λόγο καλός. Ἐνῶ ἡ μελέτη τῶν τροπαρίων κ.λπ. σέ κάνει νά εὐφραίνεσαι, νά νιώθεις ἡδονή καί ἀγάπη στόν Θεό. Εἶναι λόγια ἐρωτικά, ἅγια, αὐτά πού περιέχονται στό Ψαλτήρι, στήν Παρακλητική, στά Μηναῖα, γιατί ἀπευθύνονται στόν Χριστό μας ἐκ μέρους ἁγίων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἐμφοροῦνται ὑπό θείου ἔρωτος καί θείας ἀγάπης»[6]. Ὁ Ἅγιος ἤθελε νά προσεγγίζουμε τόν Θεό ὄχι ἀπό συμφέρον, οὔτε γιά νά κερδίσουμε τόν Παράδεισο, οὔτε γιατί φοβόμαστε τήν κόλαση, ἀλλά γιατί Τόν ἀγαποῦμε, ἀπό θεῖο ἔρωτα.
 
«Ἔχομε τό φῶς», ἔλεγε, «καί γνωρίζομε τήν πηγή τῆς ζωῆς μας καί τῆς ἀθανασίας κι ὅμως δέν σκεπτόμαστε ν’ ἁπλώσουμε τά χέρια μέ ἐμπιστοσύνη. Πολλές φορές πλησιάζουμε τόν Θεό συγκρατημένοι, μέ κάποια ἰδέα ὅτι ἴσως κάτι χάσουμε. Ὅμως ὁ Θεός εἶναι τό πᾶν, ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς χαρᾶς.
Νά διαβάζεις πάρα πολύ», ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «γιά νά σοῦ φωτίσει ὁ Θεός τόν νοῦ. Ἐγώ διάβαζα πάρα πολύ», ἔλεγε, «καί μάλιστα γιά νά μήν μέ ἐνοχλοῦν, ἀνέβαινα πάνω σέ ἕνα δένδρο μέ μιά σκάλα πού εἶχα φτιάξει καί πού τήν τραβοῦσα πάνω ὅταν ἀνέβαινα, ὥστε νά μήν μέ βλέπουν καί μέ ἐνοχλοῦν καί ἐκεῖ ἀσχολιόμουν ὧρες μέ τήν μελέτη.
Νά ἀσχολεῖστε», ἔλεγε, «μέ τούς ὕμνους, τά τροπάρια τῶν Ἁγίων, τῶν Μαρτύρων καί τούς Ψαλμούς τοῦ Δαυίδ. Νά μελετᾶτε τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μέ αὐτό τόν τρόπο ἡ ψυχή σας θά ἁπαλύνεται, θά ἁγιάζεται, θά θεοῦται, θά εἶναι ἕτοιμη νά ἀκούσει τοῦ Θεοῦ τά μηνύματα»[7]. Πράγματι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τροφή, ἡ ὁποία ἁγιάζει τήν ψυχή.
 
«Ὅποιος δέν κοπιάζει μέ ἀγάπη στήν ὠφέλεια καί τήν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν», ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, «καί δέν τίς μελετᾶ μέ πόθο, εἶναι ἄκαρπο δέντρο. Ἐκεῖνος, ὅμως πού τίς ἐρευνᾶ», τίς Ἅγιες Γραφές, «μέ ἐνδιαφέρον, διπλασιάζει τόν καρπό, ὅπως τό δέντρο πού εἶναι φυτεμένο δίπλα στά τρεχούμενα νερά»[8].
 
«Ὅταν δεῖς τόν ἑαυτό σου νά ἐναντιώνεται στήν ἀνάγνωση τῶν θείων λόγων, καί νά ἀποφεύγει τίς πνευματικές νουθεσίες», ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, «νά καταλάβεις ὅτι ἡ ψυχή σου ἔχει πέσει σέ φοβερή ἀρρώστια. Διότι αὐτό εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀφροσύνης, ἀπό τήν ὁποίαν ὅσοι ἀρρώστησαν, τρύγησαν καρπό θανάτου». Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος δηλαδή, νά εἶναι σώφρων, νά εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος ἐάν δέν μελετᾶ τά θεῖα λόγια.
 
«Πρόσεχε καλά», λέει καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «νά μήν διαβάζεις βιβλία τῶν αἱρετικῶν. Νά ἀπέχεις ἀπό τά βιβλία τῶν ἀθέων, ὅπως ἀπέχεις ἀπό τήν φωτιά κι οὔτε κἄν νά καταδεχθεῖς ποτέ νά πιάσεις στά χέρια σου τά βιβλία αὐτά»[9].
 
«Ἡ μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης ἤ κάποιου πνευματικοῦ βιβλίου μπορεῖ νά ἀποβεῖ θεραπευτική τῆς ἀθυμίας», λέει καί ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός. «Ὅταν προσευχόμαστε μιλοῦμε ἐμεῖς στόν Θεό∙ ὅταν μελετοῦμε τόν λόγο Του μιλάει ὁ Θεός σέ μᾶς. Μέ τήν προσευχή καί τήν μελέτη γίνεται ἡ πλήρης συνομιλία μας μέ τόν Κύριο. Κάθισε, ἀδελφέ, σέ στιγμές ἀθυμίας, ἄν μπορεῖς, μόνος σου στό δωμάτιό σου, ἄνοιξε τήν Καινή Διαθήκη καί διάβασε τό κομμάτι πού θά πέσει στά μάτια σου. Πολλές φορές μιά τέτοια τακτική, ἔχει πολύ καλά ἀποτελέσματα. Μπορεῖ τό κομμάτι πού τυχαῖα θά πέσει στά μάτια σου νά δίδει ἀπάντηση στό πρόβλημα τῆς στιγμῆς σου καί νά βρεῖς ἀμέσως τό φάρμακο τῆς ἀθυμίας σου»[10].
«Δέν ὑπάρχει λόγος νά διαβάζουμε πολλά», ἐπισημαίνει καί ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, «ἀρκεῖ νά ζοῦμε αὐτά πού διαβάζουμε. Καθημερινά -ἔλεγε- νά διαβάζετε τήν Ἁγία Γραφή, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί ὄχι μόνο νά τήν διαβάζετε, ἀλλά καί νά ἐμβαθύνετε, νά μελετᾶτε τό κομμάτι πού διαλέξατε. Ἔτσι θά τρέφετε πνευματικά τήν ψυχή σας»[11].
 
«Μερικοί διαβάζουν τούς βίους τῶν Ἁγίων», ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Γαβριήλ ὁ διά Χριστόν σαλός, «καί τούς μιμοῦνται μέ ὑπερηφάνεια. Πρέπει νά διαβάζετε μόνο ἐκεῖνα τά βιβλία πού παραδέχεται ἡ Ἐκκλησία, ὄχι τά ἀπόκρυφα εὐαγγέλια, γιατί μετά μερικά γεγονότα εἶναι ἀλλοιωμένα»[12].
 
«Ἄν μελετᾶς μόνο τήν Ἁγία Γραφή καί δέν διαβάζεις τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας», παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Μακάριος τῆς Ὄπτινα, «τότε δέν θά μάθεις τόν τρόπο ζωῆς τους, πῶς διεξάγουν τόν πνευματικό πόλεμο. Θά πιστέψεις πώς μπορεῖς μόνος σου νά τά βγάλεις πέρα, καί δέν θά ταπεινωθεῖς»[13]. Εἶναι αὐτό πού παθαίνουν οἱ Προτεστάντες καί οἱ προτεσταντίζοντες. Προσπαθοῦν μόνοι τους νά καταλάβουν τήν Ἁγία Γραφή καί ὄχι μέ ὁδηγό τούς Ἁγίους Πατέρες.
 
«Ὅταν διαβάζεις τά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων, πρέπει νά προσπαθεῖς νά ἐφαρμόζεις αὐτά πού σέ διδάσκουν», λέει ὁ Ἅγιος Μακάριος. «Ἄν δέν φτάσεις στά μέτρα τους, θά πρέπει νά ὁμολογήσεις τήν ἀδυναμία σου καί νά ταπεινώνεσαι γιά νά ἀξιωθεῖς νά λάβεις τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται πλούσια στούς ταπεινούς»[14].
Διαβάστε τά πατερικά κείμενα καί ἀσχοληθεῖτε μέ τήν μελέτη τους. Αὐτά θά σᾶς χρησιμεύσουν στήν παραδοχή τῆς ἀδυναμίας σας καί στήν ἀπόκτηση τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ἀγάπης, καί θά σᾶς νουθετήσουν στήν ἀντίσταση κατά τῶν παθῶν, στόν ἐξαγνισμό τῆς καρδιᾶς ἀπό τήν σαπίλα της καί στήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς. Μάλιστα καί ἕνας ἄλλος σύγχρονος σχεδόν Ἅγιος, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, Μπριαντσιανίνωφ, δίδασκε ὅτι πρῶτα θά πρέπει νά διαβάζει ὁ ἄνθρωπος τούς Ἅγιους Πατέρες, νά ταπεινώνεται, καί μετά νά προχωρᾶ καί νά διαβάζει τήν Ἁγία Γραφή.
Διάβασε τουλάχιστον ἕνα βιβλίο, λέει καί ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος τῆς Ὄπτινα, ἔστω κι ἄν δέν ἀπομνημονεύσεις τίποτα ἐκείνη τήν στιγμή τῆς ἀναγνώσεως, θά ἔχεις ὄφελος.
 
«Ἄν δέν ἔχεις κάποιον πού νά μπορεῖ νά τροφοδοτήσει ἤ νά μπορεῖς νά τοῦ ἀνοίξεις τήν καρδιά σου, καλύτερα νά διαβάσεις βιβλία καί νά τραφεῖς μέ αὐτά, ἐπικαλούμενος τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ», δίδασκε πάλι ὁ Ἅγιος Μακάριος. Κι ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος τῆς Όπτινα ἔλεγε, «σᾶς συμβουλεύω νά μήν ἐγκαταλείψετε τήν ἀνάγνωση πνευματικῶν βιβλίων, ἐπειδή μερικές φορές, ἀκόμα καί μιά σειρά πού διαβάζετε τήν κατάλληλη στιγμή, ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὁλόκληρη ἐτήσια ἔκδοση κειμένων καί ἀποτυπώνεται διαπαντός στή μνήμη σας.
«Ἡ καλύτερη καθοδήγηση γιά ἐσᾶς», ἔλεγε καί ὁ Ὅσιος Βαρσανούφιος τῆς Ὄπτινα, «θά εἶναι ἡ ἀνάγνωση τῶν βίων τῶν Ἁγίων»[15].
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε, ὅτι «πρέπει νά μάθομε τό βάθος τῶν λέξεων αὐτῶν, γιά νά μποροῦμε νά τίς ζήσομε συναισθηματικά. Τά θεῖα λόγια τά μαθαίνομε γιά νά τά ζοῦμε. Καί ὅσο τά ζοῦμε, τόσο ἁγιαζόμαστε. Ἔπειτα ἀπό ἕνα χρονικό διάστημα, προσέχοντας καί εὐφραινόμενοι μέ τά λόγια τοῦ Ψαλτηρίου, τῶν τροπαρίων, τῶν κανόνων, ἁγιαζόμαστε. Μάλιστα -ἔλεγε- πρέπει νά μάθουμε τό βάθος τῶν λέξεων γιά νά τά ζήσουμε συναισθηματικά», νά τά ζήσουμε δηλαδή μέ τήν καρδιά μας κι ἔτσι καρδιακά νά προσευχόμαστε. «Ἀποφεύγομαι τό κακό μέ αὐτήν τήν ἁγία ἀπασχόληση, θέλομε μόνο τό καλό. Ὅ,τι ἐπιθυμοῦμε, ὅ,τι θέλομε μέσα μας, τό βρίσκομε στά τροπάρια. Ἐμεῖς ἕναν κόπο θά κάνομε, θ’ ἀγαπήσουμε τή μελέτη, κι αὐτό θά μᾶς βάλει στήν ἁγιοσύνη. Ἡ μελέτη μᾶς ἁγιάζει. Ἔτσι εἶναι, ὅταν συναναστρεφόμαστε μέ τούς Ἁγίους, γινόμαστε ἅγιοι.
 
Νά διαβάζομε, ὅμως, καί τά ἀντίθετα, γιά νά καταλάβομε καλύτερα. Βαδίζεις, γιά παράδειγμα, ἕναν δρόμο. Ἄν ἔχεις μελετήσει τήν διαδρομή, τίς δυσκολίες πού θά σέ βροῦνε, γιά τά μονοπάτια, γιά τούς κλέπτες, γιά τά θηρία, θά περπατήσεις μέ πολύ μεγάλη προσοχή καί ἔτσι ὁπωσδήποτε φεύγεις ἀκέραιος, ὅταν περάσεις αὐτά, χωρίς νά πάθεις τίποτα. Ἅμα ὅμως δέν ξέρεις, πολλά μπορεῖ νά πάθεις στόν δρόμο. Ἔτσι γίνεται καί στά πνευματικά. Ἁγνότης καί ἄγνοια δέν συνδυάζονται. Αὐτός πού ἔχει ἄγνοια, ἔχει ὀμίχλη, σκοτάδι. Γιά ν’ ἀποφύγεις τήν ἄγνοια, πρέπει νά ἔχεις πλησιάσει στόν Θεό. Ὅταν μᾶς ἐπισκιάσει ἡ Θεία Χάρις, μᾶς βοηθάει νά ἔχομε διάκριση. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἁγνός, ἐάν ἔχεις ἄγνοια, γιατί θά τήν πάθεις. Ἡ ζωή ἔχει καί δύσκολα μονοπάτια, γι’ αὐτό νά μαθαίνεις καί τ’ ἀντίθετα». Ἐννοεῖ ό Ἅγιος ὅτι θά πρέπει νά μαθαίνουμε καί τόν διάβολο, δηλαδή τήν τέχνη τοῦ διαβόλου, τόν τρόπο πού πολεμάει, τόν τρόπο πού δραστηριοποιεῖται. Αὐτό ἐννοεῖ «νά μαθαίνουμε τά ἀντίθετα», νά γνωρίζουμε ποιός εἶναι ὁ ἐχθρός μας καί πῶς ἐνεργεῖ. «Εἶδες, ἄν εἶσαι ἁγνός καί ἔχεις ἄγνοια, πρέπει νά ζεῖς μόνον ἀνάμεσα σέ ἀγγέλους»[16].
 
Ἑπομένως, ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε αὐτά πού μᾶς ἔχουν διδάξει οἱ Ἅγιες Γραφές καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἔτσι ὥστε νά ξεφεύγουμε καί τίς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ καί νά πορευόμαστε μέ ἀληθινή ἁγνότητα καί καθαρότητα πρός τόν προορισμό μας, πού εἶναι ἡ θέωση, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Ἰωάν. 10, 9.
 
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
 
[3] Ἀββᾶ Ἰσαάκ, Ἀσκητικά, Ἐπιμ. Νικηφόρου Θεοτόκη, ἐκδ. Ρηγόπουλου, 1977.
 
[4] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
 
[5] Ὅ.π.
 
[6] Ὅ.π.
 
[7] Ὅ.π.
 
 
 
 
 
 
[13] Ὅ.π.
 
[14] Ὅ.π.
 
 
 
[16] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.