Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Πέμπτης κ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Φιλιπ. γ΄ 1-8).
Φιλιπ. 3,1 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, χαίρετε ἐν Κυρίῳ. τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλές.
Φιλιπ. 3,1 Λοιπόν, αδελφοί, επειδή τώρα έχετε μαζή σας τον Επαφρόδιτον, εμάθετε δε ότι και τα κατ’ εμέ συντελούν εις την διάδοσιν του Ευαγγελίου εδώ εις την Ρωμην, χαίρετε με την αληθινήν και πλήρη χαράν, που δίδει ο Κυριος. Το να σας απευθύνω πάλιν γραπτήν αυτήν την προτροπήν της χαράς, όπως σας την είπα και προφορικώς, όταν ήμην μαζή σας, δι’ εμέ μεν δεν είναι ενοχλητικόν, δια σας δε είναι ασφαλές, διότι σας στηρίζει εις την ορθήν πίστιν και ζωήν.
Φιλιπ. 3,2 Βλέπετε τοὺς κύνας, βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, βλέπετε τὴν κατατομήν·
Φιλιπ. 3,2 Προσέχετε τους ψευδοδιδασκάλους, οι οποίοι είναι σαν αδέσποτοι και ύπουλοι σκύλοι· προσέχετε τους κακούς εργάτας, οι οποίοι κάμνουν ψεύτικη εργασία η και κρημνίζουν την εργασίαν των άλλων· και αυτοί είναι οι ψευδάδελφοι Ιουδαίοι, που νοθεύουν την ευαγγελικήν αλήθειαν με την περιτομήν, και τας άλλας τυπικάς διατάξστου Νομου· προσέχετε αυτούς, οι οποίοι προσπαθούν να κατακομματιάσουν την Εκκλησίαν.
Φιλιπ. 3,3 ἡμεῖς γάρ ἐσμεν ἡ περιτομή, οἱ Πνεύματι Θεοῦ λατρεύοντες καὶ καυχώμενοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ οὐκ ἐν σαρκὶ πεποιθότες,
Φιλιπ. 3,3 Διότι όχι αυτοί, αλλ’ ημείς είμεθα η αληθινή πνευματική περιτομή, οι οποίοι, φωτιζόμενοι και θερμαινόμενοι από το Πνεύμα του Θεού, λατρεύομεν με την αληθινήν λατρείαν τον Κυριον και καυχώμεθα, ότι πιστεύομεν και ανήκομεν στον Ιησούν Χριστόν και δεν βασίζομεν την πεποίθησίν μας εις τας διατάξστου μωσαϊκού Νομου, που αναφέρονται εις την σάρκα, όπως είναι και η περιτομή.
Φιλιπ. 3,4 καίπερ ἐγὼ ἔχων πεποίθησιν καὶ ἐν σαρκί. εἴ τις δοκεῖ ἄλλος πεποιθέναι ἐν σαρκί, ἐγὼ μᾶλλον·
Φιλιπ. 3,4 Μολονότι εγώ ημπορώ να έχω και πεποίθησιν εις τας τυπικάς αυτάς περί της σαρκός διατάξστου μωσαϊκού Νομου. Εάν κανείς άλλος νομίζη, ότι ημπορεί να έχη μια τέτοια πεποίθησι, εγώ ημπορώ πολύ περισσότερον.
Φιλιπ. 3,5 περιτομῇ ὀκταήμερος, ἐκ γένους Ἰσραήλ, φυλῆς Βενιαμίν, Ἑβραῖος ἐξ Ἑβραίων, κατὰ νόμον Φαρισαῖος,
Φιλιπ. 3,5 Επεριτμήθηκα οκτώ ημέρας μετά την γέννησίν μου· κατάγομαι από το γένος του Ισραήλ και από την φυλήν Βενιαμίν· είμαι γνήσιος Εβραίος από γονείς Εβραίους και με ανατροφήν εβραϊκήν· ως προς δε τον Νομον ήμουν Φαρισαίος και προσπαθούσα να τον τηρώ με πολλήν ακρίβειαν.
Φιλιπ. 3,6 κατὰ ζῆλον διώκων τὴν ἐκκλησίαν, κατὰ δικαιοσύνην τὴν ἐν νόμῳ γενόμενος ἄμεμπτος.
Φιλιπ. 3,6 Από ζήλον δια την πατροπαράδοτον θρησκείαν κινούμενος, κατεδίωκα την Εκκλησίαν του Χριστού. Ως προς δε την δικαιοσύνην, που προήρχετο από την πιστήν τήρησιν του Νομου, υπήρξα άμεμπτος, χωρίς κανείς να ημπορή εις κάτι να με κατηγορήση.
Φιλιπ. 3,7 ἀλλ᾿ ἅτινα ἦν μοι κέρδη, ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν.
Φιλιπ. 3,7 Αλλ’ αυτά, τα οποία ήσαν τότε δι’ εμέ ηθικά κέρδη και προσόντα, φωτισμένος τώρα από την αλήθειαν του Ευαγγελίου τα έχω θεωρήσει ζημίαν και μειονέκτημα και τα έχω απαρνηθή, δια να αρέσω στον Χριστόν και να εύρω δι’ αυτού μόνου την σωτηρίαν.
Φιλιπ. 3,8 ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι᾿ ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω
Φιλιπ. 3,8 Αλλά βεβαίως και τώρα ακόμη περισσότερον θεωρώ όλα γενικώς όσα είναι ξένα προς τον Χριστόν ζημίαν, εν συγκρίσει προς την υπεροχήν και το μεγαλείον της γνώσεως του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, δια τον οποίον τα πάντα θεληματικώς απέρριψα και επεριφρόνησα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα και ανάξια λόγου, δια να κερδήσω τον Χριστόν,
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμπτης η΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. ιγ΄ 1-9).
Λουκ. 13,1 Παρῆσαν δέ τινες ἐν αὐτῷ τῷ καιρῷ ἀπαγγέλλοντες αὐτῷ περὶ τῶν Γαλιλαίων, ὧν τὸ αἷμα Πιλᾶτος ἔμιξε μετὰ τῶν θυσιῶν αὐτῶν.
Λουκ. 13,1 Κατά την ώραν δε που ωμιλούσε ο Κυριος, παρουσιάσθησαν μερικοί και του ανήγγειλαν δια τους Γαλιλαίους, των οποίων το αίμα ο Πιλάτος, όταν με τους στρατιώτας του τους έσφαξε μέσα εις την αυλήν του ναού, το ανέμιξε με τας θυσίας, που εκείνοι προσέφεραν την ώραν αυτήν.
Λουκ. 13,2 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας τοὺς Γαλιλαίους ἐγένοντο, ὅτι τοιαῦτα πεπόνθασιν;
Λουκ. 13,2 Και αποκριθείς ο Ιησούς τους είπε· “εκ του γεγονότος ότι έπαθαν αυτά, βγάζετε σστο συμπέρασμα ότι οι Γαλιλαίοι αυτοί υπήρξαν αμαρτωλοί περισσότερον από όλους τους Γαλιλαίους;
Λουκ. 13,3 οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἐὰν μὴ μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε.
Λουκ. 13,3 Οχι σας λέγω· διότι και οι άλλοι Γαλιλαίοι είναι επίσης αμαρτωλοί. Εάν δε δεν μετανοήσετε και σεις όλοι, κατά τον ίδιο τρόπον θα χαθήτε.(Τα ρωμαϊκά στρατεύματα είναι έτοιμα να ορμήσουν και να σας κατασφάξουν).
Λουκ. 13,4 ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτώ, ἐφ᾿ οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Ἱερουσαλήμ;
Λουκ. 13,4 Η νομίζετε ότι οι δέκα οκτώ, επάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ και τους εθανάτωσεν, αυτοί υπήρξαν ενώπιον του Θεού αμαρτωλοί και χρεώσται περισσότερον από όλους τους ανθρώπους, που κατοικούν εις την Ιερουσαλήμ;
Λουκ. 13,5 οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἐὰν μὴ μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως ἀπολεῖσθε.
Λουκ. 13,5 Οχι σας λέγω· αλλ’ έπαθαν εκείνοι, δια να συνέλθετε σεις. Εάν όμως δεν μετανοήσετε, όλοι κατά τον ίδιον τρόπον θα χαθήτε, διότι θα ταφήτε κάτω από τα ερείπια των πόλεών σας”.
Λουκ. 13,6 Ἔλεγε δὲ ταύτην τὴν παραβολήν· συκῆν εἶχέ τις ἐν τῷ ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, καὶ οὐχ εὗρεν.
Λουκ. 13,6 Ελεγε δε αυτήν την παραβολήν· “κάποιος είχε μια συκιά, φυτευμένη στο αμπέλι του και ήλθε ζητών καρπόν εις αυτήν και δεν ευρήκε.
Λουκ. 13,7 εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· ἰδοὺ τρία ἔτη ἔρχομαι ζητῶν καρπὸν ἐν τῇ συκῇ ταύτῃ, καὶ οὐχ εὑρίσκω· ἔκκοψον αὐτήν· ἱνατί καὶ τὴν γῆν καταργεῖ;
Λουκ. 13,7 Είπε δε στον αμπελουργόν· Ιδού, τρία χρόνια έρχομαι και ζητώ καρπόν εις την συκιάν αυτήν και δεν ευρίσκω. Κοψε την και ξερρίζωσέ την. Διατί να αχρηστεύη την γην;
Λουκ. 13,8 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἄφες αὐτὴν καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω περὶ αὐτὴν καὶ βάλω κόπρια.
Λουκ. 13,8 Εκείνος όμως απεκρίθη και είπε· Κυριε, άφησέ την και τούτο το έτος, έως ότου σκάψω γύρω από αυτήν και ρίψω λίπασμα.
Λουκ. 13,9 κἂν μὲν ποιήσῃ καρπόν· εἰ δὲ μήγε, εἰς τὸ μέλλον ἐκκόψεις αὐτήν.
Λουκ. 13,9 Και εάν μεν κάμη καρπόν, την αφίνομεν, εάν όμως δεν κάμη, τότε θα την κόψης στο μέλλον”. (Ο Θεός δεχόμενος παράκλησιν του Υιού του παριμένει την μετάνοιαν του αμαρτωλού και τα καλά του έργα ως πνευματικήν καρποφορίαν. Εάν όμως ο αμαρτωλός μείνη σκληρυμμένος και αμετανόητος, τότε ο Θεός θα τον τιμωρήση. Αυτό συνέβη με τους αμετανοήτους Εβραίους, τους οποίους εσυμβόλιζε η άκαρπος συκή).
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/KD/03.%20Louk.htm