Θά σᾶς πῶ μιά ἱστορία καί μετά θά σᾶς ρωτήσω κάτι. Ἦταν σέ ἕνα χωριό οἱ ἄνθρωποι καλοί, πολύ καλοί καί ζοῦσαν μιά σωστή ζωή, ὅπως θέλει ὁ Θεός καί χαιρόντουσαν τήν ζωή τους. Ὅμως κάποια στιγμή ἕνας ἀπ’ αὐτούς τούς καλούς ἀνθρώπους ἄρχισε νά μήν ζεῖ καλά. Νά ζεῖ ἄτακτα καί ὄχι ὅπως θέλει ὁ Θεός. Νά ζεῖ μιά ζωή πού πιό πολύ θά ταίριαζε στά ζῶα παρά στούς ἀνθρώπους… κακή ζωή… ἁμαρτωλή ζωή. Τότε ἔγινε κάτι παράξενο. Ἀνάμεσα στά μάτια του ἐμφανίστηκε ἕνα καρούμπαλο, τό ὁποῖο ὅλο καί μεγάλωνε. Μεγάλωνε.. μεγάλωνε.. μεγάλωνε καί στό τέλος ἔγινε σάν ἕνα κέρατο. Τό ἔβλεπαν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι καί ἔλεγαν: «γιά κοίταξε αὐτός, ἔχει γίνει σάν ρινόκερος»!
– Ἔχετε δεἶ ρινόκερο; Ξέρετε τί εἶναι ὁ ρινόκερος;
Εἶναι ἕνα ζῶο πού ἔχει ἕνα μεγάλο κέρατο. Τό ξέρετε.. Καί ὅλοι ἔλεγαν: «Γιά κοίταξε αὐτός πῶς εἶναι ἔτσι ἄσχημος; Ἀλλά γιατί εἶναι ἔτσι; Γιατί δέν κάνει καλή ζωή. Κάνει μιά ζωή πού μοιάζει μέ τά ζῶα… γι’ αὐτό μοιάζει κι αὐτός μέ ζῶο». Πέρασε λίγος καιρός καί ἄρχισε κι ἄλλος ἄνθρωπος νά μήν κάνει καλή ζωή, νά κάνει κακή ζωή, νά κάνει ἁμαρτίες καί νά μή θέλει νά ἀλλάξει. Ὁπότε ἔγινε καί σ’ αὐτόν τό ἴδιο. Ἐμφανίστηκε ἕνα καρούμπαλο καί μεγάλωσε.. μεγάλωσε… καί ἔβγαλε κι αὐτός ἕνα κέρατο. Ὁπότε ἦταν δύο πού ἔμοιαζαν μέ ρινόκερο στό χωριό. Οἱ ἄλλοι πού ἦταν ὅμως καλοί ἄνθρωποι, τούς εἶχαν δακτυλοδεικτούμενους, ὅπως λέμε. (Δηλαδή τούς ἔδειχναν) καί ἔλεγαν: κοίταξε αὐτοί γιά νά μήν κάνουν καλή ζωή, νά μήν ἀκοῦνε τόν Θεό καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πάθανε αὐτό πού πάθανε. Τό ἔλεγαν καί στά παιδιά τους: «προσέξτε μήν γίνετε σάν κι αὐτούς, μήν μοιάσετε μ’ αὐτούς καί γίνετε κι ἐσεῖς σάν ρινόκεροι.. Ἀλλά τί ἔγινε στή συνέχεια; Καί τρίτος ἔβγαλε κέρατο… καί τέταρτος… καί πέμπτος… καί τελικά σιγά-σιγά σχεδόν ὅλοι στό χωριό ἔβγαλαν ἀπό αὐτό τό κέρατο. Πού τί σημαίνει; Ὅτι ὅλοι αὐτοί ἔκαναν καλή ζωή ἤ κακή;
– Κακή ζωή…
Καί ἔμειναν τώρα μόνο λίγοι, δυό-τρεῖς, πού δέν εἶχαν βγάλει κέρατο. Ὁπότε μετά ξέρετε τί ἔγινε; Ὅλοι αὐτοί πού εἶχαν βγάλει κέρατο, ἔλεγαν σ’ αὐτούς πού δέν εἶχαν: «Γιατί ἐσεῖς δέν ἔχετε;» καί κατά κάποιο τρόπο τούς μάλωναν καί τούς κορόιδευαν γιατί δέν εἶχαν βγάλει κέρατο! Ἐνῶ πρῶτα ἔλεγαν ὅλοι: «κοίταξε αὐτόν πού ἔγινε σάν τά ζῶα», τώρα ὅλοι εἶχαν γίνει σάν τά ζῶα καί εἰρωνευόντουσαν καί κοροϊδεύανε τούς λίγους πού εἶχαν μείνει καλοί.
– Σᾶς θυμίζει αὐτό τίποτα; Μοιάζει αὐτό τίποτα μέ μᾶς
Μοιάζει μέ τήν ἐποχή μας. Σήμερα οἱ πιό πολλοί κάνουν τό καλό ἤ τό κακό; Τί φαίνεται; Μᾶλλον τό κακό κάνουν. Μπορεῖ νά εἶναι ὅμως καί πολλοί καλοί πού δέν τούς ξέρουμε, ὅπως καί στά χρόνια τοῦ Προφήτη Ἠλία. Ξέρετε, ὁ Προφήτης Ἠλίας ἦταν ἕνας μεγάλος Προφήτης καί νόμιζε ὅτι ἦταν μόνος του, πού κάνει τό καλό. Ἀλλά δέν ἦταν μόνος του. Τοῦ λέει ὁ Θεός: «δέν εἶσαι μόνος σου ὑπάρχουν ἀκόμα ἄλλες ἑπτά χιλιάδες»[1]. Ἔτσι κι ἐμεῖς σήμερα, μήν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε μόνοι μας. Εἶναι κι ἄλλοι καλοί ἀλλά δέν φαίνονται. Ἀλλά φαίνονται ὅμως καί πολλοί πού φαίνονται σάν ρινόκεροι.
– Ἐμεῖς τώρα θά πρέπει μήπως νά δειλιάζουμε καί νά ντρεπόμαστε ἐπειδή δέν ἔχουμε βγάλει κέρατο;
Ὄχι, δέν πρέπει νά ντρεπόμαστε. Γιατί σήμερα αὐτό γίνεται. Ὅλοι οἱ κακοί ἔχουν ξεσαλώσει καί ἄν εἶναι καί κανένας καλός πέφτουν ὅλοι πάνω του. Νά σᾶς πῶ τί ἔλεγε ἕνας μεγάλος Ἅγιος, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος. Αὐτός ὁ Ἅγιος ἦταν ἀγράμματος ἀλλά ἦταν σοφός. Εἶχε τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ. Ξέρετε τί ἔλεγε; Ἔλεγε: «Θά ’ρθεῖ μιά ἐποχή πού ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θά τρελαθοῦν καί θά κάνουν τό κακό. Καί ἄν ὑπάρχει καί κανένας πού δέν ἔχει τρελαθεῖ καί κάνει τό καλό, θά τοῦ λένε: εἶσαι τρελός!». Τό καταλάβατε; Τό καταλαβαίνετε;
Αὐτή δέν εἶναι ἡ ἐποχή μας; Ἄν θέλει ἕνα παιδί τώρα νά εἶναι καλό, νά διαβάζει, νά εἶναι ταπεινό, νά εἶναι ἥσυχο, νά εἶναι ὑπάκουο… τί τοῦ λένε τά ἄλλα παιδιά στό σχολεῖο; Εἶσαι σπασίκλας… εἶσαι φυτό… Τό λένε, δέν τό λένε; Τόν κοροϊδεύουνε. Ἐνῶ αὐτός εἶναι ὁ σωστός. Ἤ εἶσαι μαμάκιας.. παιδί τῆς μαμᾶς σου, ἐπειδή κάνεις αὐτά πού πρέπει νά κάνεις, πού σοῦ λέει ἡ μαμά σου, ὁ μπαμπάς σου. Ἔτσι δέν κάνουν; Ἀλλά ἐμεῖς δέν πρέπει νά ἐπηρεαζόμαστε, γιατί ἰσχύει αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος. Ἐπειδή οἱ πιό πολλοί ἔχουν γίνει τρελοί, ἄν μείνει κανένας πού δέν εἶναι τρελός καί κάνει τό καλό, πέφτουν ὅλοι πάνω του καί τόν κοροϊδεύουν. Ἤ ἅμα ἕνα παιδί δέν κάνει ἁμαρτίες… αὐτά πού λέμε τά χαζά πού λένε μέ τά κορίτσια… τοῦ λένε: – Ἐσύ τί εἶσαι; Τόν κοροϊδεύουν.
Θά σᾶς πῶ καί μιά ἱστορία ἀπ’ τήν Παλαιά Διαθήκη. Ὑπάρχει ἕνας Ἅγιος στήν Παλαιά Διαθήκη πού τόν ἔλεγαν Τωβίτ. Τόν ἔχετε ἀκούσει ἄλλη φορά; Αὐτός ἦταν στά χρόνια πού οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν τρελαθεῖ. Δηλαδή μέ ποιά ἔννοια εἶχαν τρελαθεῖ; Ὄχι ὅτι ἦταν σχιζοφρενεῖς καί ἔπρεπε νά πᾶνε στόν ψυχίατρο νά πάρουν χάπια, ἀλλά δέν ἔκαναν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ὅλοι εἶχαν πέσει στήν ἁμαρτία. Αὐτός ὅμως ἀντιστεκόταν. Κι ἐνῶ ὅλοι τότε δέν πήγαιναν στήν Ἐκκλησία, στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος πού ἦταν τότε, νά προσευχηθοῦν, αὐτός πήγαινε. Κάθε μέρα ἔπρεπε νά πάει νά κάνει τίς ὑποχρεώσεις του ἀπέναντι στόν Θεό. Ἐπίσης ἔκανε ἐλεημοσύνες, ὅλα αὐτά πού ἔλεγε ὁ νόμος. Οἱ ἄλλοι Ἑβραῖοι τόν κορόιδευαν. Ἔλεγαν «σιγά τώρα… τί εἶναι αὐτά;… εἶσαι τρελός… εἶσαι τυπολάτρης… γιατί κι ἐμεῖς δέν πιστεύουμε στόν Θεό;». Ἀλλά πίστευαν ἔτσι μόνο κατά φαντασία… θεωρητικά… Στήν πράξη, στήν ζωή τους, δέν ἔκαναν αὐτά πού λέει ὁ Θεός. Ἄρα δέν πίστευαν πραγματικά στόν Θεό.
– Γιατί πιστεύω στόν Θεό τί σημαίνει;
Τόν ἐμπιστεύομαι, Τόν παίρνω ὁδηγό στήν ζωή μου καί κάνω αὐτά πού λέει. Ἀλλιῶς, ἅμα λέει ὁ Θεός π.χ. μήν κλέβεις καί ἐσύ κλέβεις, Τόν πιστεύεις τόν Θεό; Δέν Τόν πιστεύεις στήν πράξη γιατί κάνεις τά ἀντίθετα. Ἅμα λέει ὁ Θεός μήν θυμώνεις κι ἐσύ θυμώνεις, μήν βρίζεις κι ἐσύ βρίζεις.. στήν πράξη Τόν ἀρνεῖσαι τόν Θεό. Ὁ Τωβίτ δέν ἦταν ἔτσι. Ὅταν ὅμως πολλοί ἄνθρωποι σ’ ἕναν λαό κάνουν ἁμαρτία, ξέρετε τί γίνεται μετά; Ἔρχεται μετά ὁ Θεός καί γιά νά βοηθήσει τόν λαό πού ἔχει ξεφύγει καί ἔχει πάει στήν ἁμαρτία, παραχωρεῖ νά ἔρθει ἕνας ἐχθρός, ὁ ὁποῖος τούς ὑποδουλώνει, τούς κάνει δούλους. Ἔτσι λοιπόν καί στούς Ἑβραίους ἤρθε ἕνας λαός ἐχθρικός, πού λεγόταν Ἀσσύριοι. Αὐτοί ἦταν βάρβαροι, ἄπιστοι καί τούς ἔπιασαν καί τούς πῆραν καί αἰχμαλώτους σέ μία πόλη πού λεγόταν Νινευί. Ἔπιασαν καί τόν Τωβίτ. Τόν πῆραν λοιπόν αἰχμάλωτο σάν αὐτή τήν πόλη πού λεγόταν Νινευί καί πολλούς ἄλλους Ἑβραίους.
– Γιατί τό ἔκανε τώρα αὐτό ὁ Θεός;
Σάν νά λέγαμε ἐμεῖς τώρα πού ζοῦμε στήν ἁμαρτία νά παραχωρήσει ὁ Θεός νά ἔρθουν ἐδῶ Τοῦρκοι καί νά μᾶς κάνουν ὑπόδουλους. Νά μήν μποροῦμε ἐμεῖς νά πᾶμε στήν ἐκκλησία, νά μήν μποροῦμε νά πᾶμε στήν Λειτουργία, νά μήν μποροῦμε νά κοινωνᾶμε ἐλεύθερα. Νά εἴμαστε ὅλο κάτω ἀπό φόβο. Νά μήν μποροῦμε νά πᾶμε στό χωράφι νά κάνουμε τίς ἐργασίες μας ἐλεύθερα γιατί ἀπό πάνω θά εἶναι ὁ Τοῦρκος καί θά σοῦ λέει: «δέν θά κάνεις ὅ,τι θέλεις ἐσύ, ὅ,τι θέλω ἐγώ θά κάνεις». Γιά σκεφτεῖτε… νά μήν εἴμαστε ἐλεύθεροι… Μπορεῖ νά τό παραχωρήσει ὁ Θεός, ἄν δέν μετανοοῦμε… Λοιπόν, αὐτό τό ἔκανε στούς Ἑβραίους.
– Ἐκεῖ πού πῆγαν στήν Νινευί, ὁ Τωβίτ τί λέτε νά ἔκανε; Ἄφησε τόν Θεό ἤ συνέχισε νά προσεύχεται καί νά κάνει αὐτά πού λέει ὁ Θεός;
Συνέχισε. Καί μάλιστα ἔκανε καί κάτι πολύ ὡραῖο. Ὁ βάρβαρος αὐτός βασιλιάς ἔβγαλε μιά διαταγή καί ἔλεγε: «ὅσοι ἀπό τούς Ἑβραίους πεθαίνουν, δέν θά τούς θάβει κανένας», θά τούς ἀφήνετε νά τούς τρῶνε τά σκυλιά. Αὐτό εἶναι μεγάλη ἀσέβεια καί ἀπέναντι στόν Θεό καί ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους. γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου λοιπόν τό τιμᾶμε. Γι’ αὐτό καί ὅταν πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος, κοιμᾶται, τόν βάζουμε στήν γῆ, τόν θάβουμε. Εἶναι μεγάλη ἀσέβεια νά τόν ἀφήσεις ἔτσι τόν ἄνθρωπο. Ἐκτός ἄν εἶναι μεγάλος ἅγιος καί στό ζητήσει μόνος του. Ὑπῆρχαν καί τέτοιοι ἅγιοι, ἀλλά δέν λέμε γι’ αὐτά τώρα.
Ὁ Τωβίτ λοιπόν, ἐνῶ εἶχε βγάλει διαταγή ὁ βασιλιάς καί ἔλεγε μήν τούς θάβετε, αὐτός πήγαινε τήν νύχτα καί τούς ἔθαβε. Δέν ὑπολόγισε τί ἔλεγε ὁ βασιλιάς, ἀλλά τί ἔλεγε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἔκανε ὑπακοή στόν Θεό καί ὄχι στόν βασιλιά μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς του. Καί ξέρετε μετά ὁ Θεός πόσα καλά τοῦ ἔκανε καί πόσα καλά τοῦ ἔδωσε; Πάρα πολλά.. Τά λέει ἐκεῖ μέσα στήν ἱστορία αὐτή. Ξέρετε γιατί τά λέω ὅλα αὐτά; Γιατί σήμερα λένε μερικοί: «δέν πρέπει νά ξεχωρίζουμε, πρέπει νά κάνουμε ὅ,τι κάνουν οἱ πολλοί». Εἶναι σωστό αὐτό;
– Πρέπει νά ξεχωρίζουμε ἤ δέν πρέπει;
Δέν εἶναι σωστό. Πρέπει νά ξεχωρίζουμε. Ὁ Τωβίτ ξεχώριζε. Ἐνῶ ὅλοι ἔκαναν ὑπακοή στόν βασιλιά -κακή ὑπακοή ὅμως- καί δέν τολμοῦσαν νά βγοῦν ἔξω νά πᾶνε νά θάψουν τούς νεκρούς τους ὁ Τωβίτ τό τολμοῦσε. Ἐνῶ ὅλοι δέν πήγαιναν στήν Ἐκκλησία, στόν Ναό, ὁ Τωβίτ πήγαινε. Ἐνῶ ὅλοι εἶχαν ἀφήσει τήν προσευχή καί ζοῦσαν μέσα στήν ἁμαρτία, στήν χλιδή καί στήν ἀκολασία, ὁ Τωβίτ δέν τά ἔκανε αὐτά.
Καί γιά νά μήν πεῖτε ὅτι αὐτά γινόντουσαν τότε καί σήμερα μήπως δέν μποροῦμε νά τά κάνουμε, θά σᾶς πῶ μιά σύγχρονη ἱστορία. Κοιτάξτε τί ἔκανε ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας χριστιανός, πού βρέθηκε σ’ ἕνα συμπόσιο, σ’ ἕνα τραπέζι. Ἐκεῖ, ἐνῶ ἦταν ἡμέρα νηστείας, Παρασκευή, πού νηστεύουμε ὅλοι οἱ χριστιανοί, εἶχαν φαγητά ἀρτύσιμα κι ἐνῶ ἦταν ὅλοι ὀρθόδοξοι χριστιανοί… τρώγανε σάν νά μήν συμβαίνει τίποτα… Αὐτός λοιπόν, λέει: «μέ συγχωρεῖτε μήπως ὑπάρχει μιά σαλάτα;». Ὁπότε ἄρχισαν ὅλοι νά τόν κοιτᾶνε ἔτσι εἰρωνικά… νά τόν κοροϊδεύουν… Γιατί νηστεύεις;… καί ἐμεῖς χριστιανοί εἴμαστε… Τί μᾶς παριστάνεις; Ἄ, εἶναι τοῦ κατηχητικοῦ… χριστιανούλης… Αὐτός ὅμως σταθερά, λέει: «Ἐσᾶς τί σᾶς ἐνοχλεῖ αὐτό; Ἐγώ θέλω νά εἶμαι συνεπής μέ τίς ἀρχές μου». Ὁπότε ἄρχισαν λίγο νά μαζεύονται καί νά λένε: γιά δές, αὐτός εἶναι σταθερός, δέν φοβᾶται τίς εἰρωνεῖες μας, δέν κάνει πίσω… καί σταμάτησαν νά μιλᾶνε. Καί ὄχι μόνο σταμάτησαν νά μιλᾶνε, ἀλλά καί ἕνας ἀκόμα ἀπό ὅλους αὐτούς ἐκεῖ σηκώθηκε πάνω καί εἶπε: «καί ἐγώ μαζί μ’ αὐτόν τόν κύριο θέλω νηστίσιμο φαγητό… καί σᾶς συγχαίρω γιά τό θάρρος σας». Τόν συνεχάρη δημόσια. Καταλάβατε; Ἐνῶ ὅλοι ἔτρωγαν ἡμέρα νηστείας, αὐτός λέει ἐγώ δέν θά φάω, δέν θέλω νά φάω. Καί ὄχι μόνο δέν πτοήθηκε ἀπό τίς εἰρωνεῖες ἀλλά τράβηξε ἀκόμα ἕναν. Καί ἔδειξε στόν πολύ κόσμο τί σημαίνει συνέπεια στίς ἀρχές σου, στήν πίστη στόν Θεό.
Ἡ πίστη στόν Θεό σημαίνει ζωή σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἁπλῶς νά λέμε ὅτι πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός… Ὑπάρχει ὁ Θεός, ἐντάξει… Αὐτό τό πιστεύει καί ὁ διάβολος. Ἀλλά:
– Ὁ διάβολος θά πάει στόν Παράδεισο ἤ στήν κόλαση;
Στήν κόλαση θά πάει γιατί δέν κάνει αὐτά πού λέει ὁ Θεός. Γι’ αὐτό προσέξτε, ἄλλο πιστεύω καί ἄλλο κάνω αὐτό πού λέει ὁ Θεός. Θά πρέπει νά κάνουμε κιόλας αὐτό πού λέει ὁ Θεός. Πόσες φορές πᾶμε στόν παππούλη καί λέμε: «πάτερ, ἔβρισα, εἶπα κακές λέξεις, εἶπα ψέματα, ζηλεύω, δέν τήρησα τήν νηστεία». Ὡραῖα τά εἶπες. Ὁ παππούλης σοῦ διάβασε τήν συγχωρητική εὐχή. Μετά ἐσύ τί πρέπει νά κάνεις;
– Πρέπει νά τά ἐπαναλάβεις αὐτά πού ἐξομολογήθηκες ἤ πρέπει νά σταματήσεις;
Πρέπει νά σταματήσεις, ἀλλιῶς δέν εἶσαι συνεπής μ’ αὐτά πού λές. Ἄν τά ἐπαναλάβεις σημαίνει ὅτι δέν πιστεύεις καλά στόν Θεό, κάτι κάνεις λάθος. Βέβαια ἄν τά ἐπαναλάβεις ἀπό ἀδυναμία, ἐντάξει. Ἄν ὅμως δέν τά σκέφτεσαι κἄν καί λές: θά πάω στήν ἐξομολόγηση καί θά τά ξαναπῶ σάν νά μήν συμβαίνει τίποτα, αὐτό εἶναι καταστροφή.
Λέει κάπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἐξέλθετε», δηλαδή βγεῖτε ἔξω ἀπό τόν κόσμο «καί ξεχωριστεῖτε»[2] ἀπό τόν κόσμο, ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα.
– Ξέρετε ποιό εἶναι τό κοσμικό πνεῦμα;
Ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μέ τρία βασικά πράγματα: ἀγάπη στά χρήματα, ἀγάπη στίς ἡδονές, στίς ἀπολαύσεις τίς σαρκικές καί ἀγάπη στήν δόξα, στά μπράβο-μπράβο τῶν ἀνθρώπων. Φιλοδοξία, φιλαργυρία καί φιληδονία τά λέμε στήν γλώσσα τήν ἐκκλησιαστική. Δέν πρέπει νά κάνουμε ὑπακοή στόν κόσμο παιδιά, ἔ; Αὐτό ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος. Δέν λέει νά πάρουμε ὅλοι τά βουνά καί νά γίνουμε ὅλοι ἀσκητές. Μακάρι νά γίνουμε ὅλοι ἀσκητές! Ἀλλά ἴσως μερικοί δέν θέλουν ἤ δέν μποροῦν… ἐπειδή δέν θέλουν δέν μποροῦν. Λέει ὅμως νά ζοῦμε ὄχι ὅπως ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος ζεῖ γιά νά κάνει λεφτά ἤ γιά νά ἔχει καλά φαγητά ἤ γιά νά τοῦ λένε μπράβο οἱ ἄλλοι.
– Ὁ χριστιανός γιατί ζεῖ;
Τό ἔχετε σκεφτεῖ; Ζοῦμε γιά νά ἀρέσουμε στόν κόσμο ἤ σέ κάποιον ἄλλον; Σέ ποιόν πρέπει νά ἀρέσουμε; Στόν Χριστό. Καί ὁ Χριστός τί λέει; Λέει νά κάνουμε τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού λέει ὁ κόσμος. Ἀντί νά ἀγαπᾶμε τά χρήματα καί τά καλά ἀμάξια, τά καλά σπίτια καί τά καλά ροῦχα καί νά κάνουμε ἐπίδειξη, λέει νά εἴμαστε ταπεινοί, νά εἴμαστε φτωχοί, νά ἔχουμε ταπεινά ροῦχα, ταπεινά σπίτια, ὅλα νά εἶναι ταπεινά. Μετά ἀντί νά ἀγαπᾶμε τά μπράβο τοῦ κόσμου, νά ἀγαπᾶμε τά μπράβο τοῦ Θεοῦ.
– Βλέπετε οἱ Ἅγιοι τί ἔχουν ὅλοι γύρω ἀπό τό κεφάλι τους; Πῶς τό λένε αὐτό πού ἔχουν;
– Φωτοστέφανο.
– Τί εἶναι αὐτό τό φωτοστέφανο; Ἔτσι τό ἔβαλε ὁ ἁγιογράφος…;
Εἶναι ἡ ἁγιότητά τους. Εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι -προσέξτε τί θά σᾶς πῶ- ἡ δόξα πού δίνει ὁ Θεός. Θυμᾶστε πού σᾶς ἔλεγα γιά τόν Ἅγιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, πού ἔλαμψε τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο; Ἔτσι εἶναι ὅλοι οἱ Ἅγιοι, γι’ αὐτό ἔχουν γύρω-γύρω αὐτό τό φωτοστέφανο, γιατί λάμπουν σάν τόν ἥλιο. Δέν θέλεις νά ἔχεις τέτοια δόξα; Ὅλοι μποροῦμε νά εἴμαστε ἔτσι. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή δόξα. Ὄχι αὐτό πού κάνουν οἱ ἄνθρωποι, πού πᾶνε καί «μπογιατίζονται» καί προσπαθοῦν νά γίνουν ὄμορφοι ἔτσι μέ μπογιές ἤ μέ μακιγιάζ καί μέ χειρουργεῖα. Εἶσαι ὡραῖος ὅταν ἔχεις τό φῶς τοῦ Θεοῦ.
Ἀκόμα σοῦ λέει ὁ Θεός: πρόσεξε νά μήν κυνηγᾶς τίς ἀπολαύσεις τίς σαρκικές, τοῦ κόσμου αὐτοῦ: τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε, πῶς θά γλεντήσουμε, τί θά δοῦμε… Δέν θά κυνηγᾶς αὐτά, ἀλλά θά κυνηγᾶς τίς ἀπολαύσεις πού δίνει ὁ Θεός.
– Ξέρετε ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση; Ξέρετε ποιά εἶναι;
Νά προσεύχεσαι! Ὅταν προσεύχεσαι σωστά, γεμίζει ἡ ψυχή σου μέ τόν Θεό καί ἔχεις μέσα σου μιά χαρά, ἔχεις μέσα σου μιά εἰρήνη, ἔχεις μέσα σου μιά καλοσύνη γιά ὅλους καί μιά ἀγάπη γιά ὅλους. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή χαρά καί εὐτυχία.
Θυμηθεῖτε τούς ρινόκερους…. Νά μήν γίνουμε κι ἐμεῖς, παιδιά, ρινόκεροι. Ἄς μᾶς κοροϊδεύουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. Δέν πειράζει. Ἐμεῖς ὅμως δέν θά βγάλουμε κέρατο. Δέν θά γίνουμε ὅμοιοι μέ τούς ἄλλους. Συμφωνεῖτε; Δέν σᾶς βλέπω πρόθυμους… Θά δυσκολευτοῦμε…. Ξέρετε τί λέει ὁ Χριστός μας κάπου; «Στόν κόσμο», λέει, «θά σᾶς καταδιώξουν». Γιατί θά σᾶς καταδιώξουν; Γιατί δέν θά μοιάζετε μέ τόν κόσμο. Καί ἐπειδή δέν θά μοιάζεις μέ τόν κόσμο, θά σοῦ λένε: «Γιατί ἐσύ διαφέρεις; Ὅλοι κάνουν αὐτό τό πράγμα. Ἐσύ γιατί δέν τό κάνεις;». Καί ἐσύ θά τούς λές: γιατί ὁ Χριστός τό λέει. Ἀλλά λέει μετά ὁ Χριστός μας, «ἐνῶ θά σᾶς καταδιώξει ὁ κόσμος, νά ἔχετε θάρρος γιατί Ἐγώ νίκησα τόν κόσμο»[3]. Καί τελικά, νά ξέρετε παιδιά μου, οἱ χριστιανοί θά νικήσουν. Δέν θά νικήσει ὁ κόσμος. Γι’ αὐτό μήν παρασύρεστε ἀπ’ τόν κόσμο. Ἡ νίκη τελικά εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Χριστός λέει στήν Ἀποκάλυψη: θά κάνει ἔτσι ἕνα φού… θά φυσήσει καί θά φύγει ὁ διάβολος καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι μέ τόν διάβολο στήν κόλαση. Δέν ἔχει δύναμη ὁ διάβολος νά ξέρετε. Ὅσο κι ἄν φαίνεται σήμερα ὅτι ἔχει κυριεύσει τούς περισσότερους. Οὔτε οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου ἔχουν δύναμη. Γιατί μπροστά στήν ἀλήθεια καί τόν Χριστό, ὅλοι θά ὑποταχθοῦν. Μπορεῖ τώρα ὁ Χριστός νά τούς ἀφήνει λίγο, μήπως καί μετανοήσουν, ἀλλά κάποια στιγμή θά φύγουν ὅλοι αὐτοί ἀπό τήν μέση καί θά μείνει μόνο ὁ Χριστός καί οἱ Ἅγιοί Του. Ὄχι ὅτι ὁ Χριστός δέν θέλει καί τούς ἄλλους. Ὅλους τούς θέλει.. καί τόν διάβολο τόν θέλει. Ἀλλά δέν θέλουν αὐτοί νά εἶναι μαζί Του.
– Πότε θά γίνει ἡ Ἀποκάλυψη;
Ὅταν ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι φύγουμε ἀπ’ τόν Θεό. Τότε θά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος.
– Ἔχετε ἀκούσει γιά τόν Ἀντίχριστο;
Ὁ Ἀντίχριστος θά εἶναι ἕνας ἄνθρωπος. Δέν θά εἶναι ὁ διάβολος. Θά εἶναι ἕνας ἄνθρωπος πού θά ἔχει μέσα του ὅλη τήν δύναμη τοῦ διαβόλου. Αὐτόν τόν Ἀντίχριστο θά τόν ζητήσουν οἱ ἄνθρωποι νά ’ρθεῖ, γιατί θά ἔχουν πέσει πάρα πολύ στήν ἁμαρτία. Καί τότε θά ’ρθεῖ. Τότε θά γίνει ἡ Ἀποκάλυψη. Ὅσο ἐμεῖς ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, δέν θά ’ρθεῖ. Ὁπότε μήν ἀνησυχεῖτε. Ἅμα ζεῖτε καλά, σωστά, δέν θά ’ρθεῖ ἡ Ἀποκάλυψη!
Ἀλλά νά σᾶς πῶ καί ἕνα μυστικό! Ἡ Ἀποκάλυψη γιά καθέναν ἀπό μᾶς εἶναι ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας. Τότε θά κριθοῦμε. Καί πρέπει νά φροντίσουμε νά εἴμαστε μέ μετάνοια. Γιατί ἀπό τόν θάνατό μας καί μετά, ὅταν θά πᾶμε στήν ἄλλη κατάσταση, δέν θά μπορέσουμε νά μετανοήσουμε. Ὁπότε, θά λέγαμε, ὅτι ὁ θάνατος τοῦ καθενός μας εἶναι σάν τήν Δευτέρα Παρουσία πού θά ’ρθεῖ ὁ Χριστός, καί θά γίνει μιά πρώτη κρίση στόν καθένα ἀπό μᾶς τήν ὥρα πού θά πεθάνουμε. Γι’ αὐτό φροντίστε ἀπό τώρα νά εἴμαστε ἕτοιμοι, νά κοιμηθοῦμε μέ μετάνοια.
– …………………………..
Ἐντάξει, σᾶς εἶπα, ὅταν οἱ ἄνθρωποι θά πέσουν στήν ἁμαρτία, θά γίνουν καί αὐτά ὅλα τά σημεῖα. Ἀλλά ὅσο ἐμεῖς ζοῦμε σωστά, δέν θά ’ρθεῖ.
Λοιπόν, ἐλᾶτε οἱ μικροί νά πάρετε μιά εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Καρσλίδη, ἕνας νέος Ἅγιος εἶναι αὐτός…
Θά σᾶς πῶ μιά ἱστορία ἀπό τήν ζωή τοῦ πατέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ξέρει κανείς, θυμᾶται πῶς λεγόταν ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου; Ὁ Κωνστάντιος ὁ Χλωρός. Ὁ Κωνστάντιος ὁ Χλωρός ἦταν εἰδωλολάτρης ἀλλά ἦταν σοβαρός ἄνθρωπος. Λοιπόν, μιά μέρα μάζεψε ὅλους τούς ὑποτακτικούς τους ἄς ποῦμε, τούς αὐλικούς του, τά ὑπεύθυνα πρόσωπα, τῆς Κυβέρνησης ἄς τό ποῦμε ἔτσι.. καί τούς λέει: «Θά δώσω σέ ὅλους σας τά ὕπατα ἀξιώματα ἀρκεῖ νά ἀρνηθεῖτε τήν πίστη σας στόν Θεό». Ὁπότε κάποιοι πού δέν τό εἶχαν καί πολύ σέ περιωπή τό θέμα τῆς πίστεως, δέν τούς ἔνοιαζε καί πολύ καί προκειμένου νά μήν χάσουν τήν δόξα καί τήν εὔνοια τοῦ Αὐτοκράτορα, ἄς πάει περίπατο ἡ πίστη μας. τότε αὐτοί ἔκαναν ἕνα βῆμα μπροστά. Καί λένε «ἐμεῖς εἴμαστε ἕτοιμοι». Ὁπότε ξέρετε τί ἔκανε μετά; Τούς ἔδιωξε ἀμέσως αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἔκαναν αὐτό τό βῆμα.
– Μέ ποιό σκεπτικό; Μπορεῖτε νά σκεφτεῖτε γιατί τό ἔκανε;
Ἐνῶ τούς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὅτι ὅποιος εἶναι ἕτοιμος ν’ ἀρνηθεῖ τήν πίστη του, θά τοῦ δώσω τό ὕπατο ἀξίωμα.
– Ἀφοῦ ἀρνήθηκαν τήν πίστη τους, θά μποροῦσαν νά προδώσουν κι αὐτόν.
– Ἀκριβῶς. Λέει: ἐσεῖς ἀφοῦ ἔτσι ἀρνεῖστε τόν Θεό, τόσο εὔκολα, ἐμένα θά σεβαστεῖτε; Πῶς μπορῶ νά σᾶς ἔχω ἐμπιστοσύνη; Καταλάβατε;
– Ἕνας ἄνθρωπος πού τόσο εὔκολα προδίδει τήν πίστη του στόν Θεό, εἶναι μετά ἄξιος ἐμπιστοσύνης;
Δέν εἶναι ἄξιος ἐμπιστοσύνης. Ὄχι μόνο ἀπέναντι στόν Θεό ἀλλά καί ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους. Βλέπετε, αὐτό πού λέγαμε καί μέ τά μικρότερα παιδιά, πού λένε σήμερα δέν πρέπει νά ξεχωρίζεις. Αὐτό σέ κάνει ἀναξιόπιστο. Ἔτσι δέν εἶναι; Μετά ἕνας σοβαρός ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά σοῦ δώσει ἐμπιστοσύνη. Γιατί; Γιατί λέει, αὐτός πάει ὅπως φυσάει ὁ ἄνεμος. Ταυτίζεται μέ τήν μάζα. Εἶναι σοβαρός αὐτός ὁ ἄνθρωπος, τί λέτε; Δέν εἶναι σοβαρός. Φυσάει ὁ ἄνεμος πρός τά δεξιά, πάει δεξιά. Φυσάει ὁ ἄνεμος ἀριστερά, πάει ἀριστερά. Εἶναι ἕνας ἄνθρωπος χωρίς χαρακτήρα, χωρίς βάση, χωρίς σταθερότητα. Φτερό στόν ἄνεμο.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού ἔχει ὡς φιλοσοφία «μήν ξεχωρίζεις». Γιατί ὅταν δέν ξεχωρίζεις βέβαια, μπορεῖ λίγο νά περνᾶς καλά, ἀφοῦ πᾶς ἐκεῖ πού πάει τό κοπάδι. Ἀλλά τελικά δέν περνᾶς καλά. Θυσιάζεις τήν πίστη σου, θυσιάζεις τίς πεποιθήσεις σου, θυσιάζεις τήν ἀξιοπιστία σου καί θυσιάζεις καί τήν ἐλευθερία σου τελικά, ἔ; Δέν εἶσαι ἐλεύθερος. Εἶσαι δοῦλος τῆς μάζας.
Λέμε τώρα τίς συνέπειες πού ἔχει αὐτή ἡ ἀντίληψη τοῦ νά μήν ξεχωρίζουμε. Εἶστε, ἄς ποῦμε, στό σχολεῖο καί ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν συμμαθητῶν σου κάνουν σχέσεις ἤ θέλουν νά κάνουν σχέσεις. Ἁμαρτωλές σχέσεις, μέ τό ἄλλο φύλο. Τά συζητᾶνε… ὅλα τέτοια πονηρά δέν λένε; Ἐσεῖς πού εἶστε ἀκόμα μικροί, ἴσως δέν τό ἔχετε καταλάβει ἀλλά σιγά-σιγά θά τό καταλάβετε κι ἐσεῖς. Ἄν ἐσύ ἀντιστέκεσαι σ’ αὐτό, θά γίνεις ἀντικείμενο εἰρωνιῶν. Θά σοῦ λένε: «Καλά ἐσύ ἀκόμα δέν ἔχεις σχέση; Δέν ξύπνησες ἀκόμα; Τοῦ κατηχητικοῦ εἶσαι;». Θά σέ εἰρωνεύονται. Τά λένε, δέν τά λένε; Λοιπόν, θά πρέπει ἐσύ νά «κομπλάρεις», ὅπως λέμε στήν γλώσσα τήν λαϊκή; Καθόλου. Ἐσύ θά εἶσαι σταθερός. Καί νά ξέρετε κι αὐτοί πού τά κάνουν ὅλα αὐτά, στό βάθος θά σέ ἐκτιμᾶνε. Θά λένε: «αὐτός ἔχει τό θάρρος καί κάνει αὐτό πού πιστεύει, ἐγώ δέν τό ἔχω, εἶμαι ἕνα ἀνθρωπάκι». Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ὑπάρχουν καί ἀνθρωπάκια. Τά ἀνθρωπάκια εἶναι αὐτά πού κάνουν ὅ,τι κάνει ἡ μάζα. Θέλεις νά εἶσαι ἀνθρωπάκι; Ὄχι, αὐτό πού πιστεύεις νά τό κάνεις. Αὐτό δέν εἶναι ἐλευθερία;
Βλέπεις ὅλοι σήμερα βρίζουν. Ἄν ἕνας δέν βρίζει, τοῦ λένε, γιατί δέν βρίζεις; Ἀφοῦ σήμερα ὅλοι βρίζουνε. Ὄχι, δέν θά βρίσω! Στό βάθος θά σέ ἐκτιμήσουν. Κι ἄν δέν σέ ἐκτιμήσουν, λίγο μᾶς νοιάζει… Ἔχεις τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔχεις τήν εὔνοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό σημαντικό. Ἔχεις τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό νά μήν περάσει αὐτή ἡ φιλοσοφία «νά μήν ξεχωρίζω». Νά ξεχωρίζουμε… ὅταν πρέπει.
Εἴδατε αὐτός ὁ ἄνθρωπος, λέει εἶναι Παρασκευή, δέν θά φάω, νηστεύω. Δέν εἶπε νηστεύω, μετά πού ἀναγκάστηκε, γιατί τόν ρωτοῦσαν. Δέν ἦταν Φαρισαῖος ὑποκριτής νά πεῖ: «φέρε μου ἕνα νηστίσιμο». Ὄχι. «Ἔχετε μιά σαλάτα;». Ἁπλά. Δέν θέλω νά φάω ἀπό αὐτά. Ἀλλά ἐπειδή καί οἱ ἄλλοι ἦταν ὀρθόδοξοι, λίγο ἤξεραν ἀπό νηστεία, εἶχαν ἀκούσει δηλαδή, γιατί δέν ἔκαναν καί ἄρχισαν τίς εἰρωνεῖες. Προσέξτε λοιπόν, παιδιά, θυσιάζουμε τά πάντα τελικά, μέ αὐτή τήν δειλία πού ἔχουμε καί αὐτή τήν ντροπή πού ἔχουμε. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί δέν ἦταν ἔτσι. Τούς ἔπιαναν, καί τότε κινδύνευε ἡ ζωή τους, καί τούς ἔλεγαν: «πήγαινε στόν ἄγαλμα τοῦ αὐτοκράτορα νά θυσιάσεις». Δέν κυνηγοῦσαν ἀπό φανατισμό τούς χριστιανούς. Οἱ χριστιανοί ἦταν παράνομοι. Παρανομοῦσαν, γι’ αὐτό τούς κυνηγοῦσαν. Ὑπῆρχε νόμος τοῦ Κράτους πού ἔλεγε ὅτι ὀφείλει ὁ πολίτης τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους νά πάει στό ἄγαλμα τοῦ Αὐτοκράτορα καί νά κάνει θυσία. Σάν νά λέμε σήμερα, ἄς ποῦμε, νά βγάλει ἕναν νόμο τό Κράτος καί νά λέει: μιά φορά τήν ἑβδομάδα θά πηγαίνετε στήν εἰκόνα τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας καί κάνετε θυμίαμα, θά θυμιάζετε τήν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας. Ἔχουν τόν τρόπο. Μπορεῖ νά βάζουν μιά ὀθόνη… σήμερα μέ τήν τηλεόραση παντοῦ βγαίνει ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας. Ὁ Ἀντιχριστος αὐτό θά κάνει, θά προσπαθήσει νά ἐπιβληθεῖ ὡς θεός, νά λατρευτεῖ ὡς θεός. Κι αὐτοί πού θέλουν τήν παγκοσμιοποίηση αὐτό θέλουν, γιατί ὅλα αὐτά πού γίνονται δέν εἶναι τυχαῖα, πού μᾶς περνᾶνε τήν ὁμοφυλοφιλία, τήν ἀνηθικότητα καί ὅλα αὐτά… εἶναι κατευθυνόμενα γιατί μᾶς θέλουν ὡς πρόβατα. Ὅταν κάνεις τόν ἄλλον ἀνήθικο, μέ ὅλα αὐτά πού μᾶς δείχνουν στήν τηλεόραση καί στό ἴντερνετ μᾶς διαστρεβλώνουν τήν ψυχή καί μᾶς ὑποδουλώνουν. Γιατί ὅταν εἶσαι ἀνήθικος, μετά χάνεις καί τήν βούλησή σου, γίνεσαι δοῦλος. Ὅλα αὐτά λοιπόν τά λέμε γιά νά μήν κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος καί νά μήν ντρεπόμαστε νά ξεχωρίσουμε.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἦταν παράνομοι γιατί δέν πήγαιναν στό ἄγαλμα. Ἦταν βέβαια καί μερικοί «ἐξυπνάκηδες» πού ἔλεγαν: ἔ, τώρα πήγαινε ρίξε δυό σπυριά λιβάνι καί μέσα σου ἐσύ νά πιστεύεις στόν Θεό καί ἄσε αὐτούς τούς βλάκες νά λένε ὅτι ἐσύ ἔκανες θυσία στό ἄγαλμα. Ὑπῆρχαν καί τέτοιοι.
– Τί θά κάνατε σ’ αὐτή τήν περίπτωση ἐσεῖς; Εἶναι σωστό αὐτό; Πειράζει νά δώσεις καί λίγο θυμίαμα στήν εἰκόνα τοῦ Ἀντίχριστου;
– Πειράζει.
– Γιατί πειράζει; Ἀφοῦ μέσα σου πιστεύεις.
– Γιατί ὅταν θυσιάζεις στά εἴδωλα εἶναι σάν νά μήν πιστεύεις.
– Μάλιστα. Εἴδατε τί εἶπε ὁ Χριστός; «Ὅποιος μέ ὁμολογήσει ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»[4]. Τό ἔμπροσθεν τί σημαίνει; Μπροστά στούς ἀνθρώπους! Ὄχι μέσα σου… μέσα σου νά πιστεύεις καί ἀπ’ ἔξω νά πηγαίνεις καί στόν Δία… νά πηγαίνεις καί στόν Ἀντίχριστο… νά πηγαίνεις καί στόν Ἀλλάχ. Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό. Δέν σοῦ λέει ὁ Χριστός μέσα σου. Λέει ἀπ’ ἔξω σου, μπροστά στούς ἀνθρώπους. «Μά θά μέ σφάξουνε..». Νά σέ σφάξουνε! Ἔτσι λέει ὁ Χριστός.
Τούς ἔπιαναν λοιπόν καί ρωτοῦσαν: – Γιατί δέν πήγατε στόν Αὐτοκράτορα; Πῶς σᾶς λένε; Χριστιανούς. – Καλά, ὄνομα δέν ἔχεις; – Χριστιανός. – Ἐπάγγελμα; – Χριστιανός. Ζοῦσαν τόν Χριστό καί γιά τόν Χριστό. Κι ἄς ἦταν μονάδες καί ἄς ξεχωρίζανε κι ἄς εἶχαν, ἄς ποῦμε, τήν γενική κατακραυγή. Γιατί ἔλεγαν καί οἱ ἄλλοι, οἱ ἐξυπνάκηδες: Βρέ τόν χαζό… Πές ἐκεῖ μιά λέξη… βάλε μιά ὑπογραφούλα… Ὑπῆρχαν καί κάποιοι πού εἶχαν κάτι χαρτιά καί ἔγραφαν «Ὁμολογῶ πίστη στόν Δία» καί ὅτι θυσίασες στά εἴδωλα καί ἀπό κάτω ἔπρεπε νά ὑπογράψεις. Τούς ἔλεγαν λοιπόν «ἐντάξει, δέν σοῦ λέμε νά πᾶς νά θυσιάσεις, μιά ὑπογραφή νά βάλετε στό χαρτί», δηλαδή ψεύτικη ὑπογραφή… τυπικά πράγματα, θά λέγαμε σήμερα, εἰκονικά. «Βάλε μιά ὑπογραφή ὅτι θυσίασες καί εἶσαι ἐντάξει». Εἶναι σωστό αὐτό, τί λέτε; Ὄχι, δέν εἶναι σωστό. Γιατί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὑπογράφεις ὅτι θυσίασες.
Νά σᾶς πῶ ἕνα σύγχρονο παράδειγμα; Ὑπάρχουν πάρα πολλοί σήμερα πού δέν κάνουν γάμο, συζοῦνε. Καί ἔρχονται στόν πνευματικό καί λένε: «πάτερ, ἐμεῖς συζοῦμε ἀλλά δέν κάνουμε ἁμαρτία, ἁπλῶς εἴμαστε μαζί». Μπορεῖ νά λένε ἀλήθεια. Εἶναι σωστό;
– Ὄχι.
– Γιατί; Νά μοῦ τό αἰτιολογήσεις.
– ……………
– Γιατί δέν κάνουν αὐτό πού λέει ὁ Θεός. Ἐφόσον δέν εἶσαι στήν ἴδια οἰκογένεια, ἕνας πού θά τούς δεῖ, δέν θά βάλει κακό λογισμό; Θά πεῖ: «Κοίταξε αὐτοί, ζοῦνε μαζί, πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί κοινωνᾶνε κιόλας». Ἄρα τί κάνουν; Σκανδαλίζουν τούς ἄλλους. Καί ὁ Θεός δέν τό θέλει αὐτό. Λέει: «νά ὁμολογεῖς ἐμένα καί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων». Νά εἶσαι καλός ἀλλά νά φαίνεσαι κιόλας ὅτι εἶσαι καλός. Ὄχι νά βάζεις τούς ἀνθρώπους σέ πειρασμό. Γιατί ἕνας ἄσχετος ἄνθρωπος σκέφτεται: αὐτό συζεῖ καί ὁ πνευματικός του τοῦ δίνει εὐλογία νά πάει νά κοινωνήσει. Βλέπετε; Δέν ὁμολογοῦμε σωστά… μπροστά στούς ἀνθρώπους. «Καί ὅποιος Μέ ἀρνηθεῖ μπροστά στούς ἀνθρώπους», τί λέει μετά ὁ Χριστός; «Θά τόν ἀρνηθῶ καί Ἐγώ»! Γι’ αὐτό πολύ προσοχή παιδιά, νά μήν ἀρνούμαστε, νά μήν προδίδουμε τόν Χριστό. Καί τόν ἑαυτό μας ἔτσι ξευτελίζουμε καί ἀποδεικνυόμαστε ἄνθρωποι ἀνερμάτιστοι, χωρίς βάσεις, χωρίς σταθερότητα, χωρίς χαρακτήρα, ἀλλά τό σπουδαιότερο χάνουμε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετά, ὅταν συμβιβαζόμαστε μέ τόν κόσμο. Πᾶνε ὅλοι χορεύουν στήν ντισκοτέκ καί σοῦ λένε «ἔλα κι ἐσύ». Ὄχι, δέν ἔρχομαι. Γιατί νά ἔρθω; Γιά νά μπῶ σέ πειρασμό; Ἤ πᾶνε ὅλοι καί βλέπουν αὐτά τά πορνοβίντεο καί σοῦ λένε «ἔλα κι ἐσύ». Ὄχι, δέν ἔρχομαι. Γιατί νά ἔρθω; Γιά νά βρωμίσω τήν ψυχή μου καί μετά νά ἔχω λογισμούς καί νά μήν μπορῶ νά ἀπαλλαγῶ ἀπό ὅλα αὐτά καί νά μέ βάζει ὁ διάβολος σέ πειρασμό καί σέ ἁμαρτίες;
Καταλάβατε; Θέλει νά ξεχωρίζουμε!

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

 https://hristospanagia3.blogspot.com

[1] Πρβλ. Γ΄ Βασ. 19, 18.
[2] Β΄ Κορ. 6, 17.
[3] Ἰω. 16, 33.
[4] Ματθ. 10, 32.