Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα. Τριθέκτης (Ἡσαΐας Ε΄ 16-25).

Ησ. 5,16 καὶ ὑψωθήσεται Κύριος σαβαὼθ ἐν κρίματι, καὶ ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος δοξασθήσεται ἐν δικαιοσύνῃ.

Ησ. 5,16 Θα υψωθή όμως και θα δοξασθή ο Κυριος των δυνάμεων με την δικαίαν αυτήν κρίσιν και τιμωρίαν· και ο Θεός ο άγιος θα υψωθή εν τη δικαιοσύνη αυτού.

Ησ. 5,17 καὶ βοσκηθήσονται οἱ διηρπασμένοι ὡς ταῦροι, καὶ τὰς ἐρήμους τῶν ἀπειλημμένων ἄρνες φάγονται.

Ησ. 5,17 Και οι αιχμάλωτοι Ιουδαίοι θα βόσκουν στον τόπον της εξοριας των, όπως τα ζώα, όπως οι ταύροι· εις δε τας ερήμους περιοχάς της πατρίδος των θα βόσκουν αρνιά.

Ησ. 5,18 οὐαὶ οἱ ἐπισπώμενοι τὰς ἁμαρτίας ὡς σχοινίῳ μακρῷ καὶ ὡς ζυγοῦ ἱμάντι δαμάλεως τὰς ἀνομίας,

Ησ. 5,18 Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι σύρουν επάνω των, ως εις ατελείωτον σχοινίον, πολυάριθμους αμαρτίας, εις εκείνους οι οποίοι πολλαπλασιάζουν και εκτείνουν, ως μακρόν λωρίον ζυγού δαμάλεως, τας αμαρτίας των!

Ησ. 5,19 οἱ λέγοντες· τὸ τάχος ἐγγισάτω ἃ ποιήσει, ἵνα ἴδωμεν, καὶ ἐλθάτω ἡ βουλὴ τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ, ἵνα γνῶμεν.

Ησ. 5,19 Αλλοιμονον εις εκείνους, οι οποίοι καταφρονητικώς λέγουν· “ας έλθουν, λοιπόν, σύντομα εκείνα, τα οποία ο Κυριος απειλεί να κάμη, δια να τα ίδωμεν. Ας πραγματοποιηθ η απειλητική απόφασις του αγίου του Ισραήλ, δια ν Α την γνωρίσωμεν”!

Ησ. 5,20 Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν, οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος, οἱ τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρόν.

Ησ. 5,20 Αλλοίμονον εις εκείνους, οι ποίοι λέγουν το κακόν ως καλόν και το καλόν ως κακόν, και οι οποίοι με την ζωήν και την πράξιν των παρουσιάζουν το σκότος ως φως και το φως ως σκότος! Αυτοί οι οποίοι προβάλλουν απατηλώς το πικρόν ως γλυκύ και το γλυκύ ως πικρόν!

Ησ. 5,21 Οὐαὶ οἱ συνετοὶ ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐνώπιον αὐτῶν ἐπιστήμονες.

Ησ. 5,21 Αλλοιμονον εις εκείνους, οι οποίοι φρονούν ότι είναι σοφοί και συνετοί, οι οποίοι αυτοπαρουσιάζονται εις τα μάτια των ως σοφοί και επιστήμονες γνωρίζοντες τάχα ακριβώς τα πάντα!

Ησ. 5,22 οὐαὶ οἱ ἰσχύοντες ὑμῶν, οἱ πίνοντες τὸν οἶνον καὶ οἱ δυνάσται οἱ κεραννύντες τὰ σίκερα,

Ησ. 5,22 Αλλοίμονον στους άρχοντάς, σας, οι οποίοι πίνουν τον οίνον καθ υπερβολήν! Αλλοίμονον εις αυτούς, που κυριαρχούν επάνω σας, και σας καταδυναστεύουν και οι οποίοι κατασκευάζουν και συνθέτουν οινοπνευματώδη μεθυστικά ποτά δια τον εαυτόν των!

Ησ. 5,23 οἱ δικαιοῦντες τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν δώρων καὶ τὸ δίκαιον τοῦ δικαίου αἴροντες.

Ησ. 5,23 Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι κηρύσσουν τον ασεβή και ένοχον ως αθώον, διότι έλαβον δώρα, και έτσι αφαιρούν και καταπατύύν το δίκαιον από τον αθώον και ενάρετον.

Ησ. 5,24 διὰ τοῦτο ὃν τρόπον καυθήσεται καλάμη ὑπὸ ἄνθρακος πυρὸς καὶ συγκαυθήσεται ὑπὸ φλογὸς ἀνειμένης, ἡ ῥίζα αὐτῶν ὡς χνοῦς ἔσται καὶ τὸ ἄνθος αὐτῶν ὡς κονιορτὸς ἀναβήσεται· οὐ γὰρ ἠθέλησαν τὸν νόμον Κυρίου σαβαώθ, ἀλλὰ τὸ λόγιον τοῦ ἁγίου Ἰσραὴλ παρώξυναν.

Ησ. 5,24 Δια τούτο, όπως η καλαμιά κατακαίεται από αναμμένον κάρβουνον, κατακαίεται και γίνεται στάκτη από αναμμένην φλόγα, έτσι θα γίνη χνούδι και θα διασκορπισθή η ρίζα των ανθρώπων αυτών, και το άνθος των θα ανεβή ως κονιορτός στον αέρα και θα εξαφανισθή. Θα πάθουν αυτά, διότι δεν ηγάπησαν και δεν ηθέλησαν τον νόμον Κυρίου του παντοκράτορος, αλλά κατεφρόνησαν τον λόγον του αγίου Θεού του Ισραήλ και προεκάλεσαν έτσι την οργήν του εναντίον των.

Ησ. 5,25 καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ Κύριος σαβαὼθ ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ ἐπέβαλε τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἐπάταξεν αὐτούς, καὶ παρωξύνθη τὰ ὄρη, καὶ ἐγενήθη τὰ θνησιμαῖα αὐτῶν ὡς κοπρία ἐν μέσῳ ὁδοῦ. καὶ ἐν πᾶσι τούτοις οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμὸς αὐτοῦ, ἀλλὰ ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή.

Ησ. 5,25 Και εθύμωσε με μεγάλην οργήν ο Κυριος των δυνάμεων εναντίον του λαού του. Απλωσε την τιμωρόν χείρα του· τους εκτύπησε και συνεκλονίσθησαν τα όρη από τον σεισμόν, τα δε πτώματα των φονευθέντων κατά τον πόλεμον έγιναν ωσάν κοπριά, αποσυντεθειμένα στο μέσον των οδών. Και παρ’ όλας αυτάς τας τιμωρίας, διότι εκείνοι δεν μετενόησαν, δεν απεμακρύνθη ο θυμός του Κυρίου, αλλά είναι ακόμη υψωμένη η παντοδύναμος χειρ του, δια να επιπέση εναντίον των παρανόμων.

Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα. Ἐσπερινοῦ (Γένεσις Ε΄ 16-26).

Γεν. 5,16 καὶ ἔζησε Μαλελεὴλ μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Ἰάρεδ ἔτη τριάκοντα καὶ ἑπτακόσια καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.

Γεν. 5,16 Μετά δε την γέννησιν του Ιάρεδ έζησεν ο Μαλελεήλ επτακόσια τριάκοντα έτη και απέκτησεν υιούς και θυγατέρας.

Γεν. 5,17 καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Μαλελεήλ, ἔτη πέντε καὶ ἐνενήκοντα καὶ ὀκτακόσια, καὶ ἀπέθανε.

Γεν. 5,17 Ολα δε τα έτη της ζωής του Μαλελεήλ ανήλθον εις οκτακόσια ενενήκοντα πέντε, μετά τα οποία και απέθανεν.

Γεν. 5,18 Καὶ ἔζησεν Ἰάρεδ δύο καὶ ἑξήκοντα ἔτη καὶ ἑκατὸν καὶ ἐγέννησε τὸν Ἐνώχ.

Γεν. 5,18 Ο Ιάρεδ, όταν ήτο εκατόν εξήκοντα δύο ετών, απέκτησε τον Ενώχ.

Γεν. 5,19 καὶ ἔζησεν Ἰάρεδ μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Ἐνὼχ ὀκτακόσια ἔτη καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.

Γεν. 5,19 Και έζησε μετά την γέννησιν του Ενώχ οκτακόσια έτη, κατά τα οποία απέκτησεν υιούς και θυγατέρας.

Γεν. 5,20 καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Ἰάρεδ δύο καὶ ἑξήκοντα καὶ ἐννακόσια ἔτη, καὶ ἀπέθανε.

Γεν. 5,20 Ολα τα έτη της ζωής του Ιάρεδ ενήλθον εις εννεακόσια εξήκοντα δύο, οπότε και απέθανεν.

Γεν. 5,21 Καὶ ἔζησεν Ἐνὼχ πέντε καὶ ἑξήκοντα καὶ ἑκατὸν ἔτη καὶ ἐγέννησε τὸν Μαθουσάλα.

Γεν. 5,21 Ο Ενώχ εις ηλικίαν εκατόν εξήκοντα πέντε ετών εγέννησε τον Μαθουσάλα.

Γεν. 5,22 εὐηρέστησε δὲ Ἐνὼχ τῷ Θεῷ μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Μαθουσάλα διακόσια ἔτη καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.

Γεν. 5,22 Μετά την γέννησιν του Μαθουσάλα έζησε ζωήν ευάρεστον στον Θεόν επί διακόσια έτη, κατά τα οποία απέκτησεν υιούς και θυγατέρας.

Γεν. 5,23 καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Ἐνὼχ πέντε καὶ ἑξήκοντα καὶ τριακόσια ἔτη.

Γεν. 5,23 Ολα δε τα έτη, τα οποία έζησεν ο Ενώχ, ανήλθον εις τριακόσια εξήκοντα πέντε.

Γεν. 5,24 καὶ εὐηρέστησεν Ἐνὼχ τῷ Θεῷ καὶ οὐχ εὑρίσκετο, ὅτι μετέθηκεν αὐτὸν ὁ Θεός.

Γεν. 5,24 Ο Ενώχ, δια την ευσέβειαν και την αρετήν αυτού, έγινεν αγαπητός και αρεστός στον Θεόν. Δι’ αυτό και εξηφανίσθη από την γην, διότι ο Θεός τον μετέθεσε ζώντα στους ουρανούς.

Γεν. 5,25 Καὶ ἔζησε Μαθουσάλα ἑπτὰ ἔτη καὶ ἑξήκοντα καὶ ἑκατὸν καὶ ἐγέννησε τὸν Λάμεχ.

Γεν. 5,25 Ο Μαθουσάλα, όταν έφθασεν εις την ηλικίαν των εκατόν εξήκοντα επτά ετών, εγέννησε τον Λαμεχ.

Γεν. 5 ,26 καὶ ἔζησε Μαθουσάλα μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Λάμεχ δύο καὶ ὀκτακόσια ἔτη καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.

Γεν. 5,26 Μετά δε την γέννησιν του Λαμεχ έζησεν ακόμη οκτακόσια δύο έτη και απέκτησεν υιούς και θυγατέρας.

Ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα. Ἐσπερινοῦ (Παροιμίες Ε΄ 15-23, ς΄ 1-3).

Παρ. 5,15 πῖνε ὕδατα ἀπὸ σῶν ἀγγείων καὶ ἀπὸ σῶν φρεάτων πηγῆς.

Παρ. 5,15 Παιδί μου, πίνε νερό από τα ιδικά σου δοχεία και από το νερό, που βγαίνει από το ιδικόν σου φρέαρ. Ζήσε την ζωήν σου με σωφροσύνην με την νόμιμον σύζυγόν σου.

Παρ. 5,16 μὴ ὑπερεκχείσθω σοι ὕδατα ἐκ τῆς σῆς πηγῆς, εἰς δὲ σὰς πλατείας διαπορευέσθω τὰ σὰ ὕδατα·

Παρ. 5,16 Ας μη υπερεκχειλίζουν και χύνωνται τα νερά της ιδικής σου πηγής εις ξένας περιοχάς, αλλά εις τας ιδικάς σου πλατείας ας περνούν και ας ποτίζουν τα νερά σου. Μη τρέχης εις ξένας γυναίκας, αλλά απόλαυσε την χαράν της ζωής σου στο σπίτι σου με την νόμιμον σύζυγόν σου.

Παρ. 5,17 ἔστω σοι μόνῳ ὑπάρχοντα, καὶ μηδεὶς ἀλλότριος μετασχέτω σοι·

Παρ. 5,17 Τα υπάρχοντά σου ας ανήκουν εις σε και μόνον, κανένας δε άλλος ας μη γίνεται μέτοχος των αγαθών της οικογενειακής σου ζωής. Πρόσεχε να μη σε εκμεταλλεύωνται φαύλαι γυναίκες και πονηροί άνθρωποι.

Παρ. 5,18 ἡ πηγή σου τοῦ ὕδατος ἔστω σοι ἰδία, καὶ συνευφραίνου μετὰ γυναικὸς τῆς ἐκ νεότητός σου.

Παρ. 5,18 Η πηγή του νερού σου ας ανήκη εις σε και μόνον και να ευφραίνεσαι με την γυναίκα, που επήρες ως σύζυγον εκ νεότητός σου.

Παρ. 5,19 ἔλαφος φιλίας καὶ πῶλος σῶν χαρίτων ὁμιλείτω σοι· ἡ δὲ ἰδία ἡγείσθω σου καὶ συνέστω σοι ἐν παντὶ καιρῷ, ἐν γὰρ τῇ ταύτης φιλίᾳ συμπεριφερόμενος πολλοστὸς ἔσῃ.

Παρ. 5,19 Ως προς αξιαγάπητον έλαφον και χαριτωμένον πουλαράκι ας είναι η αγάπη σου και η αναστροφή σου προς αυτήν. Αυτήν και μόνην να θεωρής ανωτέραν από οιανδήποτε άλλην και ας είναι μαζή σου εις όλας τας περιστάσστου βίου σου, διότι ζων με τον σύνδεσμον της αγάπης σου προς αυτήν, θα γίνης μέγας και ευτυχής.

Παρ. 5,20 μὴ πολὺς ἴσθι πρὸς ἀλλοτρίαν, μηδὲ συνέχου ἀγκάλαις τῆς μὴ ἰδίας·

Παρ. 5,20 Μη συναναστρέφεσαι και μη υποδουλώνεσαι εις άλλην γυναίκα, μη καταδεχθής να σε σφίγγουν αι αγκάλαι γυναικός, που δεν σου ανήκει.

Παρ. 5,21 ἐνώπιον γάρ εἰσι τῶν τοῦ Θεοῦ ὀφθαλμῶν ὁδοὶ ἀνδρός, εἰς δὲ πάσας τὰς τροχιὰς αὐτοῦ σκοπεύει.

Παρ. 5,21 Διότι όλαι αι πράξεις και οι δρόμοι της ζωής του κάθε ανδρός ευρίσκονται ολοφάνεροι ενώπιον των οφθαλμών του Θεού. Ο Θεός παρατηρεί με ακρίβειαν όλας τας ενεργείας του κάθε ανθρώπου.

Παρ. 5,22 παρανομίαι ἄνδρα ἀγρεύουσι, σειραῖς δὲ τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν ἕκαστος σφίγγεται·

Παρ. 5,22 Αι παρανομίαι παγιδεύουν και συλλαμβάνουν, σαν μέσα σε δίκτυον, τον κακόν άνδρα. Καθε δε πονηρός άνθρωπος περισφίγγεται συνεχώς από τας επαναλαμβανομένας αμαρτίας του, αι οποίαι καταντούν δι’ αυτόν τυραννικόν πάθος.

Παρ. 5,23 οὗτος τελευτᾷ μετὰ ἀπαιδεύτων, ἐκ δὲ πλήθους τῆς ἑαυτοῦ βιότητος ἐξεῤῥίφη καὶ ἀπώλετο δι᾿ ἀφροσύνην.

Παρ. 5,23 Ο ανήθικος θα αποθάνη και θα συγκαταταχθή με τους ακαλλιεργήτους ψυχικώς ανθρώπους. Εξ αιτίας δε του πλήθους των σφαλμάτων της εξάλλου ζωής του ερρίφθη έξω από την μακαρίαν ζωήν και εχάθηκε δια την αφροσύνην του.

Παρ. 6,1 Υἱέ, ἐὰν ἐγγυήσῃ σὸν φίλον, παραδώσεις σὴν χεῖρα ἐχθρῷ·

Παρ. 6,1 Παιδί μου, εάν δώσης εγγύησιν δια κάποιο χρέος φίλου σου η γνωστού σου, θα δώσης το χέρι σου στον εχθρόν σου, δια να σε πιάση.

Παρ. 6,,2 παγὶς γὰρ ἰσχυρὰ ἀνδρὶ τὰ ἴδια χείλη, καὶ ἁλίσκεται χείλεσιν ἰδίου στόματος.

Παρ. 6,2 Διότι παγίδα τρομερά γίνεται στον άνθρωπον το δικό του το στόμα, με το οποίον έδωσε την εγγύησιν. Πιάνεται δε εις την παγίδα αυτήν με τα χείλη του, τα οποία έδωσαν την υπόσχεσιν.

Παρ. 6,3 ποίει, υἱέ, ἃ ἐγώ σοι ἐντέλλομαι, καὶ σώζου· ἥκεις γὰρ εἰς χεῖρας κακῶν διὰ σὸν φίλον. ἴσθι μὴ ἐκλυόμενος, παρόξυνε δὲ καὶ τὸν φίλον σου, ὃν ἐνεγγυήσω.

Παρ. 6,3 Πράττε, παιδί μου, αυτά, που εγώ σου παραγγέλλω, και έτσι θα σώζης τον εαυτόν σου. Διότι άλλως θα έχης πέσει εις τα χέρια κακοποιών εξ αιτίας της εγγυήσεως, που έδωσες δια τον φίλον σου. Μη χάνης όμως το θάρρος σου και μη παραλύης εξ αιτίας της ακρίτου εγγυήσεώς σου, αλλά να ενοχλής διαρκώς δια το χρέος τον φίλον σου, δια τον οποίον συ έδωσες εγγύησιν.

 

http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG%20KeimenoMetafrasi/PD/26.%20Paroimies.htm