Ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ κοσμοθεωρητική τοποθέτηση πολύ γνωστή. Πολλοί ἄνθρωποι ἔχουν, ὅπως νομίζουν, μιὰ κατασταλαγμένη ἀντίληψη περί τοῦ κόσμου καί τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως πού κεντρικό χαρακτηριστικό της ἔχει τήν ἀπόρριψη τῆς ἰδέας, ὅτι ὑπάρχει ἕνα ὄν ἤ μία λογική δύναμη ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἀθεϊσμός, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔχει μιὰ πολύ παλιά ἱστορία, τόσο παλιά ὅσο σχεδόν καί ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Καί εἶναι γεγονός ὅτι ἡ πνευματική γενικά ἀτμόσφαιρα κάθε ἐποχῆς παίζει τό ρόλο της στή κάμψη ἤ τήν ὕψωση τοῦ δείκτου τοῦ βαθμοῦ τῆς ἀθεΐας. Τά θρησκευτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά καί ἄλλα ἰδεολογικά συστήματα καί κινήματα κάθε ἐποχῆς ἐπηρεάζουν ἀναλόγως τούς ἀνθρώπους καί αὐξάνουν ἤ μειώνουν τόν ἀριθμό τῶν ἀθέων. Λ.χ. ἡ ἐποχή μας μέ δύο ἀπό τά πολλά χαρακτηριστικά της, δηλ. τήν ἁλματώδη τεχνολογική ἀνάπτυξη καί τήν ἐξωστρέφεια, εὐνοεῖ ἀθεϊστικὰς ἀντιλήψεις, ὅπου ὑπάρχουν βέβαια προδιαθέσεις ὀφειλόμεναι καί εἰς ἄλλους λόγους.
Ἡ τεχνολογική ἀνάπτυξη δημιουργεῖ τήν ἐντύπωση, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι παντοδύναμος. Ἡ συνεχής κατάκτηση ἀπό τόν ἄνθρωπο τῶν φυσικῶν δυνάμεων πού κυριαρχοῦν στόν κόσμο καί εἰδικότερα στό σύμπαν, ἐνισχύουν μέσα στό πνεῦμα του τήν ἰδέα ὅτι εἶναι ἱκανός γιά ὅλα.Ἐξ ἄλλου τά καταπληκτικά ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστημονικῆς φαντασίας καί ἱκανότητος τοῦ ἀνθρώπου δικαιώνουν σέ πολλές περιπτώσεις τήν αἰσιοδοξία του γιά ἕνα μέλλον πού θά ἀνήκει ἐξ ὁλοκλήρου στόν ἄνθρωπο.
Συγχρόνως ἡ ψυχολογική τάση τῆς ἐξωστρέφειας προσανατολίζει τόν ἄνθρωπο συνεχῶς πέρα ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ἡ κατά τά ἄλλα ἡρωική ἔξοδος τοῦ ἄνθρωπου αὐτοῦ στό χῶρο τοῦ διαστήματος ἐκφράζει ψυχολογικά τή διάθεση καί τήν τάση τοῦ ἀνθρώπου νά ἀπομακρύνεται ἀπό τόν ἑαυτό του. Ἡ ἀπομάκρυνση καί ἀποξένωση αὐτή συντελεῖ στή μεταφυσική ἀφυδάτωση τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου πού εὐνοεῖ τή δημιουργία καί ἐνίσχυση τῶν ἀθεϊστικῶν ἀντιλήψεων.
Στούς βασικούς αὐτούς λόγους, τήν τεχνολογική δηλ. ἀνάπτυξη καί τήν ἐξωστρέφεια, θά μποροῦσε κανείς νά προσθέσει καί πολλούς ἄλλους, ὅπως λ.χ. τήν ἀποθέωση τοῦ Sex, τή λατρεία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, τήν κρίση τῆς ταυτότητος πού βιώνει τό ἄτομο, λόγω τῆς μεγάλης ἐντάσεως καί τῆς ταχύτητος μέ τήν ὁποίαν ἐναλλάσσονται αἱ καθημεριναί ἐμπειρίαι καί ἄλλους.
Ἔτσι καί σήμερα οἱ ψυχολογικές καί πνευματικές συνθῆκες τῆς ζωῆς εὐνοοῦν ἀθεϊστικές τάσεις καί ἀντιλήψεις καί γι’ αὐτό σήμερα τό πρόβλημα τῆς ἀθεΐας εἶναι ἐπίκαιρο. Καί σήμερα ὑπάρχουν ἄθεοι καί μάλιστα, ὅπως νομίζουν, μέ θεμελιωμένη θεωρητικά καί πρακτικά τήν ἀθεΐα τους μέ τρόπο πού δέν μπορεῖ κανείς νά ἀμφισβήτησει.
Ἐν τούτοις, ἀπ’ ὅ,τι τουλάχιστον εἰσηγεῖται ἡ ψυχολογία τοῦ βάθους, σήμερα περισσότερο ἀπό ἄλλοτε τίθεται σέ πλήρη ἀμφισβήτηση ἡ ψυχολογική βάση τοῦ ἀθεϊσμοῦ. Γιατί κι’ ὁ ἀθεϊσμός, σάν ψυχολογική καί πνευματική ἔκφραση τῆς προσωπικότητος, τοποθετεῖται ἀναπόφευκτα, ἰδιαιτέρως σήμερα, κάτω ἀπό τό πρίσμα τοῦ ἀσυνειδήτου.
Ὅταν ἀλήθεια χαρακτηρίζει κανείς τήν ἀποκάλυψη τοῦ ἀσυνειδήτου καί τῆς λειτουργίας του καί κυρίως τή μεγάλη ἐπίδρασή του στή ζωή τῆς προσωπικότητος σάν ἐπανάσταση, ὑπογραμμίζει ἀκριβῶς τή δημιουργία ἑνός νέου καθεστῶτος θεωρήσεως τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο λοιπόν δέν λαμβάναμε ὑπ’ ὄψη, (γιατί τό ἀγνοούσαμε) τό ἀσυνείδητο, τή σκοτεινή μά τόσο δραστική πλευρά τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, ὁρισμένα προβλήματα μᾶς ἐφαίνοντο πράγματι σάν καταστάσεις ἀμετάβλητες καί παγιωμένες. Ὁ ἀθεϊσμός, ἐάν θεωρηθεῖ σάν μία τελείως συνειδητή λειτουργία τῆς προσωπικότητας, εἶναι ἀσφαλῶς κάτι πέρα γιά πέρα ἀληθινό, ἀφοῦ, σύμφωνα μέ τό κριτήριο αὐτό, ὅ,τι εἶναι συνειδητό εἶναι καί τό μόνο πραγματικό.
Ἀλλά ἀτυχῶς γιά τόν ἀθεϊσμό, ὅπως καί γιά παρόμοιες ἐμπειρίες καί ἀντιλήψεις τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀνακάλυψη τοῦ ἀσυνειδήτου ἀπέδειξε μέχρι σήμερα, ὅτι δέν εἶναι πάντοτε αὐθεντικό καί γνήσιο ὅ,τι βιώνει κανείς σάν συνειδητή ἐμπειρία. Ἡ ἀποκάλυψη τῆς λειτουργίας τοῦ ἀσυνειδήτου ἀπέδειξε ἐσφαλμένες πολλές ἰδέες μας καί ἀντιλήψεις γιά βασικά προβλήματα τῆς ζωῆς. Καί ἐδῶ πού τά λέμε, ἀπό τή σύγχρονη αὐτή ἐπιστημονική πραγματικότητα, δέν μπορεῖ νά ἑξαιρεθεῖ ὄχι μόνο ὁ ἄθεος ἀλλά οὔτε καί ὁ σύγχρονος χριστιανός. Γιατί, ὅπως φαίνεται, πολλοί ἀπό μᾶς πού νομίζουμε ὅτι εἴμαστε καλοί χριστιανοί, δέν ἀποκλείεται νά συμπεριφερώμεθα σάν ἄθεοι, ἀφοῦ μόνη ἡ θεωρητική πίστη δέν κάνει τόν ἄνθρωπο καλό χριστιανό, ἄν (στό κάτω-κάτω), ὅπως λέει καί ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσι» (στ. 2, 19) χωρίς ὅμως νά μποροῦν νά εἶναι καί καλοί χριστιανοί.
Ἔτσι καί ὁ ἀθεϊσμός, σέ πολλές συγκεκριμένες περιπτώσεις, μπορεῖ νά μή εἶναι μιὰ γνήσια καί αὐθεντική ἐκδήλωση τῆς προσωπικότητος. Γιατί σέ κάθε περίπτωση πού ἀκοῦμε ἕνα ἄνθρωπο νά ἰσχυρίζεται, ὅτι εἶναι ἄθεος, πρέπει νά διερωτηθοῦμε τί λέγει ἆραγε καί τό ἀσυνείδητό του. Πρόκειται περί πραγματικοῦ ἀθέου ἤ ἁπλῶς περί ἑνός ἀνθρώπου ποὺ βασανίζεται ἀσυνείδητα ἀπό τό θρησκευτικό πρόβλημα; Ἡ ψυχολογία τοῦ βάθους, μέ τά πορίσματά της πού ἀναφέρονται στή λειτουργία καί τή δραστηριότητα τοῦ ἀσυνειδήτου, ἀποδεικνύει πειστικά ὅτι ἕνας ἄθεος, ὅσο πιό μαχητικός εἶναι στήν ὑποστήριξη τῶν ἀντιλήψεών του, τόσο πιό ἔντονα προβάλλει τό θρησκευτικό του προβληματισμό, δηλ. τή βαθειά μά ἀπωθούμενη στό ἀσυνείδητο πίστη του.
Ὁ Γιούνγκ μετέφερε τήν ἀρχή τῆς ἐναντιοδρομίας τοῦ Ἠρακλείτου στή ψυχολογία καί ὑπεγράμμισε ὅτι, ὅταν μία ψυχική λειτουργία ἤ δραστηριότης φθάσει στό ἄκρο της, ἡ μεταστροφή της στήν ἀντίθετη ροή εἶναι ἡ πιό πιθανή συνέχεια τῆς πορείας της. Ὅσο πιό πολύ μάχεται κανείς τό Θεό, κι ὅσο πιό πολύ ὑποστηρίζει, ὅτι δέν πιστεύει στό Θεό, τόσο πιό γρήγορα πορεύεται πρός συνάντηση τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ ἔντονη ἀθεϊστική ἀντίδραση δείχνει καθαρά ὅτι τό κύριο πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ τό ἀσυνείδητο εἶναι τό θρησκευτικό πρόβλημα. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἀμερικανός ψυχολόγος Allport στό βιβλίο του «Τό ἄτομο καί ἡ θρησκεία του», «ἀντιδρῶν τόσον βιαίως ἐναντίον τῆς θρησκείας ὁ ἔνθερμος ἄθεος, προδίδει εἰς τήν πραγματικότητα ἕνα βαθύ ἐνδιαφέρον πρός τόν θρησκευτικόν τρόπον ζωῆς». Ὁ δέ ἐπίσης ἀμερικανός ποιμαντικοψυχολόγος Waterhouse ὑποστηρίζει ὅτι «Ὡς ἐπί τό πλεῖστον οἱ ἀντιδραστικοί ἄθεοι καί ἀγνωστικισταί εἶναι παραδείγματα μιᾶς διαδικασίας ἐπιστροφῆς εἰς τόν Θεόν, ἡ ὁποία κατέστη συγκεχυμένη ἤδη κατά τήν ἐκκόλαψιν».
Ἔτσι ἕνας ἄθεος καί μάλιστα μαχητικός πρέπει νά ἀντιλαμβάνεται εὔκολα, ὕστερα ἀπό τήν ἀποκάλυψη τῆς λειτουργίας τοῦ ἀσυνειδήτου ἀπό τή ψυχολογία τοῦ βάθους, ὅτι ὁ ἀθεϊστικός του ἀγώνας δέν ἐκφράζει αὐτά πού πράγματι πιστεύει καί κατά βάθος ἀποδέχεται ἄλλα στό δραματικό του διάλογο μέ τόν «ἄγνωστο Θεό». Εἶναι γεγονός ὅτι ἕνας ἄθεος ἀπορρίπτει, ἔστω μέ μία πλούσια ἐπιχειρηματολογία, τήν ὕπαρξη καί τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα στά πλαίσια μιᾶς δραματικῆς πάλης μέ τόν ἑαυτό του καί τό Θεό. Γιατί ἄλλωστε εἶναι ἀλήθεια ὅτι, στή περίπτωση πού εἶναι κανείς βέβαιος γιά κάτι πού πιστεύει, δέν ἀγωνίζεται μέ φανατισμό γιά νά τό ἀποδείξει. Δέν ἀγωνίζεται μέ τόν τρόπο πού θεμελιώνει ἀδιάσειστα τήν ὑποψία, ὅτι ὑποστηρίζει κάτι στό ὁποῖο δέν πιστεύει. Κι οἱ πιό πολλοί ἄθεοι μᾶς δίνουν κατά τρόπο πληθωρικό τήν ὑποψία ὅτι δέν πιστεύουν σ’ αὐτό πού ὑποστηρίζουν. Ἡ ἀθεΐα τους δέν εἶναι αὐθεντική, δέν εἶναι ἀληθινή. Ὅταν λ.χ. οἱ ἄθεοι ὀργανώνουν καί ἱδρύουν «Λέσχη Ἀθέων», ὑπογραμμίζουν ὅτι θέλουν νά ἀσχολοῦνται μέ ἕνα πρόβλημα πού δέν τό ἔχουν λύσει. Οἱ συνάξεις στή λέσχη αὐτή καί οἱ συζητήσεις τονίζουν χαρακτηριστικά, ὅτι ὁ ἀγώνας τῶν ἀθέων εἶναι ἕνας διάλογος μέ τό Θεό, πού τούς ἔχει τυλίξει τρυφερά στά δίχτυα τῆς ἀγάπης Του.
Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπῆγε γιά πρώτη φορά στήν Ἀθήνα, ἐντυπωσιάστηκε, ὅπως γνωρίζουμε, ἀπό τό πλῆθος τῶν βωμῶν καί τῶν ἀγαλμάτων τῶν διαφόρων θεῶν μέ τά ὁποῖα οἱ Ἀθηναῖοι εἶχαν γεμίσει τούς δρόμους τῆς πόλεώς τους. Καί ὁ Γερμανός βιογράφος τοῦ Παύλου Holzner, σχολιάζων στό βιβλίο του τήν ἐντύπωση αὐτή τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, σημειώνει ὅτι τήν ἐποχή αὐτή, ὅταν ἔβγαινες ἀπό ἕνα ἀθηναϊκό σπίτι, δέν ἐσήμαινε ὅτι ἔβγαινες στό δρόμο, ἄλλα ὅτι ἔμπαινες στή περιοχή ἑνός Θεοῦ. Κατά τόν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο καί σήμερα καί πάντοτε, ὅταν ἕνας ἄθεος βγαίνει ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του γιά νά πολεμήσει τό Θεό, σημαίνει αὐτό ὅτι εἰσέρχεται στή περιοχή τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ πού τόν περιμένει νά διαλεχθοῦν μέ ἀγάπη καί εἰρήνη.
Κατά τόν ψαλμωδό, μόνο ἕνας ἄφρων, ἕνας ἄμυαλος μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός. «Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ οὐκ ἔστι Θεός». Κάθε ἄλλος ἄνθρωπος, πού παίρνει τή θέση τοῦ ἀθέου, προβάλλει ἁπλῶς τήν ὀξύτητα τοῦ θρησκευτικοῦ του προβληματισμοῦ. Δέν εἶναι πράγματι ἕνας ἄθεος ἀλλά ἕνας παρεξηγημένος ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του πιστός. Ἡ πληροφορία αὐτή τῆς ψυχολογίας τοῦ βάθους εἶναι ἀσφαλῶς πολύ χρήσιμη στό σύγχρονο ἄθεο πού θά ἤθελε νά ἐπωφεληθεῖ καλόπιστα ἀπό τά πορίσματα τῆς ψυχολογίας αὐτῆς γιά νά συνάντηση τό Θεό πού τόσο βαθειά παραδέχεται καί πιστεύει!
http://www.agiazoni.gr