Στίς 10 Ἰανουαρίου ἐκοιμήθη ὁ μοναχός Λουκᾶς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου. Ὁ γέροντας Λουκᾶς ὑπῆρξε προϊστάμενος καί ἐπίτροπος τῆς Μονῆς, καθώς καί Ἀντιπρόσωπος καί Ἐπιστάτης τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος. Ἦταν μέλος διάφορων Ἐπιτροπῶν τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος πού ἐπιλαμβάνονταν θεμάτων τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Εἶχε συμμετάσχει ὡς κεντρικός ὁμιλητής σέ πολλές ἐκδηλώσεις, κάνοντας γνωστή τήν ἁγιορείτικη παράδοση. Ἀπό τίς μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες του ἔχουμε ἐπιλέξει τρία ἀποσπάσματα μέ διαφορετικό θεματικό περιεχόμενο. Ἡ ἀπομαγνητοφώνηση καί ἡ ἐπιμέλεια πού κάναμε ἔχει σεβαστεῖ σέ μεγάλο βαθμό τό αὐθεντικό πατερικό ὕφος τοῦ προφορικοῦ λόγου τοῦ γέροντα Λουκᾶ. Τά δημοσιεύουμε ὡς ἐλάχιστο φόρο τιμῆς, ἀγάπης καί σεβασμοῦ στή μνήμη του.
Γιά τό χρόνο καί τό χρῆμα
Μοναχός Λουκᾶς Φιλοθεΐτης
– Νά μᾶς πεῖτε κάτι γιά το χρόνο καί τό χρῆμα; Τί σημαίνουν αὐτά;
– Πόσο χρόνο ξοδεύουμε γιά τό Θεό; Δέν τόν δικαιοῦται ὅλον; Ἀφοῦ Αὐτός μας τόν ἔδωσε. Μέσα στό χρόνο Του ὑπάρχουμε. Καί θά… τόν ζητήσει…
– Νομίζουμε, καί ὁ κόσμος ἔξω πιό πολύ, ὅτι ὁ Θεός εἶναι περιεχόμενο. Ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι περιέχων.
– Ναί, πολύ ὡραῖο. Αὐτό ἔχει πολλές διαστάσεις. Ὅταν νιώθει κανείς ὅτι εἶναι περιεχόμενος ἀπό τόν περιέχοντα Θεό, ἔρχεται στήν πραγματικότητα. Ὅταν, ὅμως, μέ τόν ἐγωισμό, μέ τήν ὑπερηφάνεια, ἐκτοπίζει καί θέλει αὐτός νά εἶναι, καταλαβαίνετε, φτιάχνει θεό μικρό, στά μέτρα του. Πολύ ὡραῖο πού τό εἴπατε. Αὐτή εἶναι ἡ μετάνοια. Ξαναβρίσκει κανείς τόν ἑαυτό του στή σχέση τήν ἀληθινή μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός μας περιέχει. Ὁ Προῶν.
– Καί γιά τό χρῆμα;
Τό χρῆμα εἶναι ἡ χρήση τῶν πραγμάτων. Ὅταν φύγει ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό πρός τά πράγματα, γίνεται ἄπληστος. Πλεονεξία, φιλαργυρία – ρίζα πάντων τῶν κακῶν. Γίνεται εἰδωλολατρία. Μετατίθεται ἡ ἀγάπη ἀπό τόν Κτίστη πρός τά κτίσματα. Καί τό χρῆμα δέν εἶναι ὑπηρέτης, ὅπως θά ἔπρεπε νά εἶναι κανονικά. Γίνεται κύριος. Καί εἶναι ὁ πιό βαρύς δυνάστης. Πῶς γίνεται; Μέ τήν ἀγάπη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπῶντας τό χρῆμα, ἔδωσε σέ αὐτό τέτοια δύναμη, ἄδειασε ἡ ἀγάπη του πρός τά ἐκεῖ, καί τό χρῆμα ἔγινε κύριος. Αὐτός πού εἶναι πίσω ἀπό τό χρῆμα, ὁ μαμωνάς, ἔγινε κύριος καί ὁ ἄνθρωπος τώρα εἶναι δοῦλος. Δοῦλος. Γιατί νομίζει ὅτι μέ τό χρῆμα θά τά ἀγοράσει ὅλα. Ναί, τό χρῆμα ἔχει πέραση πάνω στή γῆ. Δέν ἔχει πέραση στόν οὐρανό. Ἔχει πέραση κάτω ἀπό τή γῆ. Ἀπό τή γῆ φυτρώνει, κάτω ἀπό τή γῆ ἔχει δύναμη. Λέγουν ὅτι μέ τό χρῆμα ἀνοίγει κανείς ὅλες τίς πύλες, τίς πόρτες. Ἀλλά, ἀφοῦ ἀνοίξει ὅλες τίς πύλες, ἡ τελευταία πού ἀπομένει εἶναι τοῦ Ἅδου. Μετά πού θά ἀνοίξει τίς πύλες πάνω στή γῆ, τοῦ μένει ἡ πύλη τοῦ Ἅδου. Γιατί ὅλες αὐτές τίς ἄνοιξε μέ τή δύναμη αὐτοῦ πού εἶναι κάτω στόν Ἅδη, καί θά τόν τραβήξει. Ἀφοῦ ἔκανε τό ὀλέθριο ἔργο, θά τόν τραβήξει κάτω γιά νά ὑποστεῖ τά ἐπίχειρα τῆς ἀπάτης του.
Γι΄αυτό, ὁ Κύριος ἀπευθύνει τήν ἐντολή του ἀπαρνησάσθω πού ἔχει ὅλα τά ἄλλα. Καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Δέ λέει μόνο νά ἀπαρνηθεῖς αὐτά πού ἔχουν σχέση μέ τόν ἑαυτό σου, ἀλλά νά ἀπαρνηθεῖς καί τόν ἑαυτό σου, μέσα στόν ὁποῖον ἔχει οἰκοδομήσει δυνατότητα προσβάσεως ὁ πονηρός. Πρέπει νά ἀποτοιχίσουμε αὐτό πού ἔχτιζε ὁ πονηρός, μέσῳ τοῦ παλαιοῦ ἑαυτοῦ μας, τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν, γιά νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τή δυναστεία ἐκείνου. Στό χέρι μας εἶναι. Θά ἀποβάλουμε ἀφύσικα πράγματα γιά νά βροῦμε τή φυσική μας κατάσταση. Αὐτό κάνει ὁ μοναχισμός. Ἀποβάλλει τό ἀφύσικο καί ἐνεργοποιεῖται τό φυσικό.
Γιά τήν ἐλευθερία
– Ὅταν κάποιος ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, τί θά εἶναι;
– Θά εἶναι ζωντανή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Θά φύγουν τά παραμορφώματα καί πῶς εἶναι κάτω… Τούς μαργαρῖτες ποῦ τούς βρίσκουν; Κάτω. Κάτω ἀπό τήν ἄμμο. Αὐτό, ὅμως, εἶναι ἕνα ἀμόρφωτο πρᾶγμα. Ὅπως εἶναι καί ὁ ἄνθρωπος, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἔχει χάσει αὐτό πού εἶχε ἀρχικά. Καί τώρα τό ξαναπαίρνει ὁ Θεός στά χέρια του καί, ὅπως αὐτοί πού κατεργάζονται τούς πολύτιμους λίθους, κόβει ἀπό δῶ, κόβει ἀπό κεῖ, ξύνει καί τά λοιπά, καί ἔπειτα τό κάνει πολυεδρικό. Διαμάντι! Ἕνα λίθο πολύτιμο. Καί ἀπό ὅπου καί νά τό κοιτάξεις θά ἀντανακλᾶ αὐτό πού τό εἶχε μέσα. Ἀλλά, πού ἄν δέν ἀπαλλασσόταν ἀπό τό μόρφωμα τό ἐξωτερικό, τό παραμόρφωμα ἐκεῖνο, πῶς νά τό δώσει; Καί ἄν δέν ὑφίσταντο καί τίς ἐγκοπές ὅλες αὐτές; Νά γίνει πολυεδρικό. Γιά νά φανοῦν ὅλες οἱ ἀρετές μέσα ἑνός ἀνθρώπου. Ἀνάλογα μέ τό πῶς εἶναι κάθε ἄνθρωπος καμωμένος μέσα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε νά, αὐτό κάνει ὁ χριστιανισμός καί ὁ χριστιανισμός τοῦ χριστιανισμοῦ – ὁ μοναχισμός.
Καί ὑπάρχουν κοσμικοί μέ καρδιά μοναχοῦ, οἱ ὁποῖοι μένουν στόν κόσμο, ἀλλά γίνονται ἐλεύθεροι
Εἶναι λάθος νά ποῦμε ὅτι μόνο στόν μοναχισμό ἐνεργεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὄχι. Λάθος καί βαρύ λάθος. Ὄχι. Ἐμπεριχωρούμενα εἶναι. Ὑπάρχουν, ἐξάλλου, μέ αὐτό τό φοβερό σχῆμα, μοναχοί μέ καρδιά κοσμικοῦ. Ὅταν γυρίζουν πρός τόν κόσμο, μέ τό ἔνδυμα, μέ τοῦτα, μέ ἐκεῖνα, πολλά καί διάφορα, χαλοῦν τήν καρδιά τους. Ξαναγίνεται ἡ καρδιά κοσμικοῦ. Καί ὑπάρχουν καί κοσμικοί μέ καρδιά μοναχοῦ, οἱ ὁποῖοι μένουν στόν κόσμο, εἶναι μέσα στά δεσμά τοῦ γάμου κτλ, ἀλλά γίνονται ἐλεύθεροι. Ἐλεύθεροι πολιορκημένοι. Πολιορκοῦνται ἀπό τά ἔξω, ἐλεύθεροι ἀπό μέσα. «Ἐάν οὖν ὁ υἱός ὑμᾶς ἐλευθερώση ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε» (Ἰωάν. 8,34-36). Καί χαίρονται τήν ἐλευθερία. Αὐτοί, παρότι ἄπ΄ ἔξω φαίνεται ὅτι σάν νά χάνονται ἀπό τόν κόσμο, σάν νά τούς χάνει ὁ κόσμος. Ἀλλά ὅσο βρίσκονται μέ τόν Θεό, ἄλλο τόσο ἔχουν καί τήν ἀληθινή σχέση μέ τόν κόσμο. Ἐνῶ, ὅσο χαλάει ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, τόσο μέσα στή θολούρα χαλάει ἡ σχέση του καί μέ τόν κόσμο. Καί ὁ κόσμος, ἀφοῦ τοῦ πάρει τό κακό, καί τοῦ θολώσει τήν εἰκόνα, τελικά τόν κάνει ἄχρηστο. Ὅμοιος ὁμοίῳ.
Ὅποιος θελήσει νά βάλει τόν Θεό μπροστά, ἀντιγράφει τά τοῦ Θεοῦ, μέσα του. Καθαρίζει τόν ἑαυτόν του. Ὅποιος δέ θέλει αὐτό τό σωτήριο ἔργο νά κάνει δι΄εαυτόν καί δια τόν κόσμο, πάντοτε ταπεινοφρονῶν, αὐτός, ἀφηνόμενος στά μηνύματα τοῦ κόσμου, χαλάει καί ἐκεῖνο πού προηγουμένως εἴτε εἶχε κάνει ἤ εἶχε ἀπό Θεοῦ δυνατότητα νά κάνει. Γιατί ὁ καθένας εἶναι πλασμένος νά κάνει κάτι ὡραῖο, κάτι ἄξιο τοῦ Θεοῦ. Καί ἐμεῖς ἀφηνόμαστε στά τιποτένια, στά χαμηλά, σέ αὐτά πού ἔχουν πέραση τώρα. Καί ἀλλοίμονο ὅταν κάποιος κατεβαίνει τόσο πού τόν κόσμο, πού κάποτε τόν ἀρνήθηκε ὁλόκληρο, τώρα νά θέλει νά τόν παίρνει μέ τή δακτυλήθρα. Τόν ἀρνηθήκαμε μέ ὅλο τό εἶναι μας καί τώρα νά θέλουμε μέ μιά δακτυλήθρα, μέ ἕνα κουταλάκι, νά παίρνουμε τή χαρά τοῦ κόσμου. Ντροπή δέν εἶναι; Καί μόνο νά τό σκέπτεται κανείς εἶναι ντροπή αὐτό τό πρᾶγμα. Πόσο μᾶλλον νά ἀφήνεται καί νά τό κάνει. Τί ἔχει νά δώσει ὁ κόσμος; Εἶναι τόσο φτωχός. Ζητιανιά εἶναι ὁ κόσμος. Ζητιανιά καί κλεψιά καί ἀπάτη. Ζητιανεύει ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον καί ἄν δέν μπορεῖ εὐσχήμως, τό παίρνει δυναστικῶς. Ἡ ἀπάτη γίνεται τέχνη καί πλέον δέ μαθαίνει τίποτα ἄλλο κανείς παρά νά κάνει τό κακό. Σέ ὅποιον κύριο δουλεύει κάποιος ἀπό αὐτόν καί θά πληρωθεῖ. Κάνει τό καλό; Τοῦ χρεωστεῖ ὁ Θεός. Τί θά πεῖ κάνει τό καλό; Γίνεται ἱκανός νά δεχτεῖ ό, τί ἔχει ὁ Θεός κατά φύση νά τό δεχτεῖ κατά χάριν. Αὐτό θά πεῖ τό καλό. Μεταμορφώνει τόν ἑαυτό του, μέ τη χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνεται στό κακό; Χαλάει, παίρνει αὐτήν τήν παραμόρφωση, αὐτό πού εἴπαμε γιά τό διαμάντι πού παίρνει τά ἐπικολλήματα αὐτά. Χάνει αὐτό πού εἶχε καί κατεβαίνει στό βυθό, κάτω. Ἔρχεται ὁ Χριστός καί μᾶς ἀνασύρει ἀπό ἐκεῖ. Ἀλλά γιά νά γίνει αὐτό, θά ὑποστεῖ αὐτή τήν παιδαγωγία. «Ὄν ἀγαπᾶ ὁ Θεός παιδεύει». Θά μᾶς παιδεύσει ἀλλά θά μᾶς καθαρίσει. Αὐτό εἶναι μοναχισμός. Θά κοπεῖ ἐτοῦτο, θά κοπεῖ ἐκεῖνο, θά κοπεῖ τό ἄλλο, τό ἄλλο, τό ἄλλο, γιά νά φανεῖ ό, τί τελικά ἔχει ἀπό τη χάρη Του. Γιά νά εἶναι καί μέσῳ αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ὡς «ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα ὑμῶν τον ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Μάτ.5:16).
Κατέβηκε ὁ Χριστός καί δέν ἄφησε εἰκόνες Τοῦ κάτω στή γῆ; Τότε τί ἦταν τό πέρασμά του; Εἰκόνες εἶναι οἱ μεταμορφούμενοι ἄνθρωποι. Ἀλλά ὅσο γίνεται αὐτό, τόσο ταπεινοῦνται αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Καί αὐτό εἶναι τό δῶρο πρός τόν κόσμο. Ὁ κόσμος πάσχει ἀπό ὑπερηφάνεια. Αὐτός πού ταπεινοῦται ἀπό τήν ἴδια τή ζωή, ἀπό τούς πειρασμούς πού ὑπομένει καί γενικῶς ἀπό τήν προσπάθεια νά συναντηθεῖ μέ τόν Θεό, ὅπως ὁ Χριστός ἔπαθε μέχρι πού νά μᾶς συναντήσει, ἐκεῖ κάτω πού εἴμεθα, στόν Ἅδη. Καί ἐμεῖς τώρα θά πάθουμε γιά νά συναντηθοῦμε μέ τόν Χριστό. Ἀνερχόμενοι ἀπό τόν Ἅδη τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν. Αὐτό εἶναι τό ἔργο μας. Θά πάθουμε καί ἔτσι θά μάθουμε. Ὁ παθών μαθαίνει τόν Θεόν. Ὄχι ὁ μανθάνον μέ τή γνώση.
– Νά εὐχόμαστε νά παθαίνουμε γιατί ἄν δέν πάθουμε δέ θά σωθοῦμε κιόλας;
– Νά εὐχόμεθα, ὄχι ἀκριβῶς, ἀλλά μέ τήν ἔννοια του ὅτι νά ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ό, τί θέλει ὁ Θεός, αὐτό νά εἶναι. Ἔτσι νά καταλήγει ἡ εὐχή. Γενικῶς, ἡ προσευχή μας, ἐπειδή το γάρ τί αἰτήσασθε ἤ πῶς νά προσευχόμεθα δέν τό ξέρουμε, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
– Τί νά αἰτούμεθα τότε;
Οἱ Ἅγιοι πατέρες, οἱ μοναχοί εἶχαν φθάσει μέχρι τοῦ σημείου, ἀφοῦ ἔκαναν πόσες καί πόσες προσευχές, στήν τελική συμπύκνωση τῆς ὅλης ἱκεσίας τους στό «Κύριε, ὡς οἴδας καί ὡς θέλεις, σῶσον με». Ὅπως γνωρίζεις καί ὅπως θέλεις, σῶσον με. Ἐγώ δέν ξέρω τίποτα. Καί μέ αὐτήν τήν ἄγνοια φτάνει στή γνώση. Τήν ἀληθινή γνώση. Φτάνει στή γνώση τοῦ Θεοῦ ὡς προσώπου. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου. Νά δεχτεῖ τόν Θεό σάν πρόσωπο. Καί αὐτό πού ἔχει ὁ Θεός σάν πρόσωπο νά περάσει καί στόν ἄνθρωπο. Θά γίνει κι ὁ ἄνθρωπος πρόσωπο. Ἀλλιῶς πολυμερίζεται στά τιποτένια πού ἀγαπάει καί πού ἔχει στό λογισμό. Ἀποπροσωποποιεῖται. Ἐνῶ, ὅταν μέ τή μετάνοια στρέφει πρός τόν Θεό, παραμερίζουν τά πράγματα. Ἡ πίστις, ἡ ἐλπίδα, ἡ ἀγάπη φέρνει σέ κοινωνία τόν Κτίστη μέ τό κτίσμα. Τόν Θεάνθρωπο Κύριο μέ τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος θέλει πράγματι νά ἀλλάξει. Καί ὁ Θεός, αὐτό πού ἀποδέχεται ὁ ἄνθρωπος, τό καλό πού τό φυτεύει πρῶτα ὁ Θεός, καί γι΄αυτό εἴμεθα ὅλοι, ἀνεξαιρέτως, χρεωμένοι μέ το ὅτι ἐφύτευσε ὁ Θεός στόν καθένα τήν ἔφεση τοῦ καλοῦ. Ἀλλά, πρέπει νά τό πάρει κανείς, ὅπως εἴπαμε, ἐκεῖ κρυμμένο πού εἶναι, καί νά ἐπιτρέψει στόν Θεό νά τό καθαρίσει, γιά νά μπορέσει νά φανεῖ τί ἔχει φυτέψει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο. Καί νά τό καταξιώσει ἡ ἐνεργείᾳ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Γέροντας Λουκᾶς Φιλοθεΐτης
Τή συνέντευξη πῆρε ὁ Ἀ̓θανάσιος Ζωϊτάκης τό 2011 γιά τό Ρωσικό ἐκδοτικό οἶκο «святая гора» (Ἅγιο Ὄρος)
Ἀπομαγνητοφώνηση καί ἐπιμέλεια κειμένου γιά τήν ἱστοσελίδα gr.pravoslavie.ru: Ἀναστασία Νταβίντοβα
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2022/02/blog-post_70.html#more