«οὐ βραδύνει ὁ Κυριος τῆς ἐπαγγελίας ὥς τινες βραδυτῆτα
ἡγοῦνται, ἀλλά μακροθυμεῖ εἰς ἡμᾶς, μή βουλόμενός τινας
ἀπολέσθαι, ἀλλά πάντας εἰς μετάνοιαν χωρῆσαι».
(Β΄ Πέτρου 3:9)
Φοβερό κακό καί ἐπικίνδυνη ἀρρώστια τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τήν ἀπονευρώνει μέ δολιότητα καί τήν παραδίνει παράλυτη στήν αἰώνια κόλαση. εἶναι ὅμως κακό πού ἐξαρτᾶται ἀπό τή δική μας θέληση. εἶναι καρπός τῆς δικῆς μας προαιρέσεως.
Φοβερό κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἀλλά ὄχι καί ἀθεράπευτο. Τό θεραπεύει εὔκολα ἡ μετάνοια. Ὅση ὥρα κρατάει κανείς στό χέρι του τή φωτιά, ὁπωσδήποτε καίγεται. Μόλις ὅμως τήν τινάξει, παύει νά καίγεται. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν ἁμαρτία· γιατί εἶναι κι αὐτή μιά φωτιά πού κατακαίει τόν ἄνθρωπο. Γιά ὅσους μάλιστα δέν αἰσθάνονται αὐτό τό κάψιμο, λέει ἡ Γραφή: «Μπορεῖ κανείς νά βάλει φωτιά μέσα στόν κόρφο του, δίχως τά ροῦχα του νά κάψει;» (Παροιμ. 6:27).
Ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι κανένας ἐχθρός πού σέ πολεμάει ἀπ᾿ ἐξω, ἀλλά κακό πού φυτρώνει καί ἀναπτύσσεται μέσα σου. Βλέπε μέ σωφροσύνη» (Παρ. 4:24), καί δέν θά νιώσεις αἰσχρή ἐπιθυμία. Νά θυμᾶσαι τή μέλλουσα κρίση, καί οὔτε πορνεία οὔτε φόνος οὔτε ἄλλη παρανομία θά σέ κυριέψει ποτέ. Ὄταν ὅμως ξεχάσεις τό Θεό, τότε θ᾿ ἀρχίσεις νά σκέφτεσαι πονηρά καί νά ἐνεργεῖς παράνομα.
Στήν ἁμαρτία σέ σπρώχνει ὁ παγκάκιστος διάβολος. Σέ σπρώχνει, μά δέν μπορεῖ νά σέ ἀναγκάσει ν᾿ ἁμαρτήσεις, ἄν ἐσύ ἀντιδράσεις. Δέν μπορεῖ νά σέ βλάψει, ἀκόμα κι ἄν χρόνια σέ σκανδαλίζει, ἄν ἐσύ ἔχεις τήν καρδιά σου κλειστή. Ἄν ὅμως χωρίς ἀντίδραση δεχθεῖς κάποια κακή ἐπιθυμία, πού σοῦ σπέρνει, θά σέ αἰχμαλωτίσει καί θά σέ ρίξει σέ βάραθρο ἁμαρτιῶν.
Ἴσως ὅμως νά πεῖς: “Εἵμαιδυνατός στήν πίστη καί δέν θά μέ κυριέψει ἡ αἰσχρή ἐπιθυμία, ὅσο συχνά κι ἄν τή δεχθῶ”. Ἀγνοεῖς φαίνεται, ὅτι καί τήν πέτρα ἀκόμα τήν κομματιάζει πολλές φορές μιά ρίζα πού εἶναι μέσα στή γῆ. Μή δέχεσαι λοιπόν τό σπόρο τῆς ἁμαρτίας, γιατί θά σοῦ διαλύσει τήν πίστη. Ξερίζωσε τό κακό πρίν ἀνθήσει, μήπως, δείχνοντας στήν ἀρχή ραθυμία, ἀργότερα τιμωρηθεῖς καί δοκιμάσεις τό τσεκούρι καί τή φωτιά. Φρόντισε νά γιατρευτεῖς ἔγκαιρα, ὅταν βρίσκεται στήν ἀρχή ἡ βλάβη τοῦ ματιοῦ, γιά νά μή γυρεύεις ἄσκοπα γιατρούς, ὅταν θά ἔχεις πιά τυφλωθεῖ.
Ὁ διάβολος, πού ἁμάρτησε πρῶτος, δημιουργεῖ ὅλα τά κακά. Αὐτό δέν τό λέω ἐγώ, ἀλλά ὁ Κύριος:«Ὁ διάβολος ἁμαρτάνει ἐξαρχῆς»( Α΄Ἰω. 3:8). Κανείς δέν εἵχε ἁμαρτήσει πρίν ἀπ᾿ αὐτόν. Ἁμάρτησε ὁ διάβολος χωρίς τίποτα νά τόν ἀναγκάσει, γιατί τότε ὑπεύθυνος γιά τήν ἁμαρτία θά ἦταν ὁ Θεός. Ἀπ᾿ Αὐτόν πλάστηκε ἀγαθός. Ἁμάρτησε ὅμως μέ τή δική του προαίρεση, καί, ἀπό τό ἔργο του, ὀνομάστηκε “διάβολος”. Γιατί, ἐνῶ πρῶτα ἦταν ἀρχάγγελος, κατάντησε ὕστερα νά διαβάλει, δηλαδή νά συκοφαντήσει τό Θεό στούς πρωτοπλάστους. Ἐπίσης, ἐνῶ στήν ἀρχή ἦταν πιστός ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ἔπειτα ἔγινε σατανάς, δηλαδή ἐχθρός ἀντίπαλος Του. Γιατί ἡ λέξη “σατανάς” ἑρμηνεύεται “ἀντικείμενος”, δηλαδή αὐτός πού βρίσκεται στήν ἀντίθετη πλευρά, ὁ ἀντίπαλος.
Ὁ διάβολος, μετά τήν πτώση του, ὁδήγησε πολλούς στήν ἀποστασία. Αὐτός σπέρνει τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες σέ ὅσους τόν ἀκολουθοῦν. Ἀπ᾿ αὐτόν προέρχονται ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία καί κάθε ἄλλο κακό. Αὐτός ὁδήγησε τόν προπάτορα στήν παρακοή καί στήν ἐξορία. Ἐξαιτίας του ὁ Ἀδάμ, ἀντί γιά τόν παράδεισο, πού καρποφοροῦσε θεσπέσιους καρπούς, κληρονόμησε τή γῆ, πού ἔβγαζε ἀγκάθια.
Τί θά γίνει τώρα;
Ἀπατηθήκαμε καί χάσαμε τόν παράδεισο. Δέν ὑπάρχει ἄραγε σωτηρία;
Τυφλωθήκαμε. Δέν θά ξαναδοῦμε ἄραγε τό φῶς;
Γίναμε ἀνάπηροι. Δέν θά ξανασταθοῦμε ἄραγε στά πόδια μας;
Μέ μιά λέξη, πεθάναμε. Ἄραγε δέν θ᾿ ἀναστηθοῦμε;
Ἀδελφέ μου, Αὐτός πού ἀνέστησε ἀπό τόν τάφο τόν δίκαιο Λάζαρο, δέν ἔχει τή δύναμη ν᾿ ἀναστήσει πολύ εὐκολότερα ἀσένα, πού εἵσαι ἀκόμα ζωντανός;
Αὐτός πού ἔχυσε τό αἵμα Του γιά μᾶς, δέν θά μᾶς σώσει ἀπό τήν ἁμαρτία;
Ἄς μήν ἀπελπιστοῦμε. Ἄς μή βυθιστοῦμε στήν ἀπόγνωση. εἶναι φοβερό νά χάσουμε τήν ἐλπίδα τῆς συγχωρήσεως. Ὅποιος δέν προσδοκᾶ τή σωτηρία, ἁμαρτάνει ἀσυλλόγιστα. Ὅποιος ὅμως ἐλπίζει σ᾿ αὐτήν, σπεύδει νά μετανοήσει.
«οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες·
οὐκ ἥλθον καλέσαι δικαίος, ἀλλά ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν».
(Μαρκ. β΄17)
Τό φίδι ἐγκαταλείπει τό παλιό του δέρμα. Ἐμεῖς δέν θά ἐγκαταλείψουμε τήν ἁμαρτία; Ἡ ἄκαρπη γῆ, ἄν καλλιεργηθεῖ μέ ἐπιμέλεια, μεταβάλλεται σέ καρποφόρα. Ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά διορθωθοῦμε;
«τούς μέν οὕν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδών ὁ Θεός τανῦν
παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν,
διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾕ μέλλει κρίνειν τήν οἰκουμένῃ
ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν ἀνδρί ᾥ ὥρισε, πίστιν παρασχών πᾶσιν
ἀναστήσας αὐτόν ἐκ νεκρῶν».
(ΠΡΑΞΕΙΣ ΙΖ΄ 30 – 31)
Ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος, ἀπέραντα φιλάνθρωπος. Γι᾿ αὐτό μή λές:Πόρνευσα, μοίχευσα, ἁμάρτησα. Καί μάλιστα ὄχι μιά φορά, ἀλλά πολλές. Ἄραγε θά μέ συγχωρήσει;”. Ἄκουσε τί λέει ὁ ψαλμωδός:«Πόσο μεγάλη, Κύριε, εἶναι ἡ ἀγαθότητά σου!»(Ψαλμ. 30:20).
«ὡς πολύ τό πλῆθος τῆς χρηστότητός σου, Κύριε,
ἥς ἔκρυψας τοῖς φοβουμένοις σε, ἐξειργάσω τοῖς
ἐλπίζουσιν ἐπι σέ ἐναντίον τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων».
(Ψαλμ. 30:20)
Τά Ἁμαρτήματά σου ποτέ δέν νικοῦν τό μέγεθος τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ. Τά τραύματά σου ποτέ δέν ξεπερνοῦν τή θεραπευτική Του δύναμη. Μόνο παραδόσου σ᾿ Αὐτόν μέ πίστη. Ἐξομολογήσου τό πάθος σου. Πές κι ἐσύ μαζί μέ τόν Δαβίδ:«Θά ἐξομολογηθῶ μέ εἰλικρίνεια τήν ἀνομία μου στόν Κύριο».Θ᾿ ἀκολουθήσει τότε αὐτό πού ἀναφέρει στή συνέχεια ὁ ἴδιος στίχος:«Κι ἐσύ, Κύριε, συγχώρεσες τήν ἀσέβεια τῆς καρδιᾶς μου». (Ψαλμ. 31:5).
«τήν ἁμαρτίαν μου ἐγνώρισα καί τήν ἀνομίαν μου οὐκ ἐκάλυψα·
εἵπα · ἐξαγορεύσω κατ᾿ ἐμοῦ τήν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῷ·
καί σύ ἀφῆκας τήν ἀσέβειαν τῆς καρδίας μου.
(Ψαλμ. 31:5)
Θέλεις νά γνωρίσεις τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί τό μέγεθος τῆς μακροθυμίας Του; Ἄκουσε τί ἔγινε μέ τόν Ἀδάμ: Ἔκανε παρακοή ὁ πρωτόπλαστος. Δέν μποροῦσε ὁ Θεός νά τόν παραδώσει ἀμέσως στό θάνατο; Καί βέβαια μποροῦσε. Τί κάνει ὅμως ὁ Φιλάνθρωπος; Τόν ἐξορίζει ἀπό τόν παράδεισο, ἀφοῦ ἦταν ἀνάξιος νά παραμένει πιά ἐκεῖ, ἀλλά τόν βάζει νά κατοικήσει ἀπέναντι, γιά νά βλέπει ἀπό ποῦ ξέπεσε καί τί ἔχασε καί ποῦ κατάντησε, ὥστε νά μετανοήσει καί νά σωθεῖ.
Ὁ Κάιν, ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού γεννήθηκε, ἔγινε ἀδελφοκτόνος, ἐφευρέτης κακῶν, πρόδρομος ὅλων τῶν φθονερῶν καί τῶν φονιάδων. Ἐνῶ ὅμως σκότωσε τόν ἀδελφό του, σέ τί καταδικάστηκε;«Θά ζεῦς πλέον στενάζοντας καί τρέμονας» ( Γέν. 4:12). Φοβερό τό ἔγκλημα. Μικρή ὄμως ἡ καταδίκη.
Πραγματικά, μεγάλη εἶναι ἡ Φιλανθρωπία πού ἔδειξε ὁ Θεός στόν Κάιν. Μεγαλύτερη ὅμως εἶναι τούτη: Θυμίσου τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἁμάρτησαν οἱ γίγαντες καί ἁπλώθηκε στή γῆ ὑπερβολική παρανομία. Τιμωρία της θά ἦταν ὁ κατακλυσμός. Μ᾿ αὐτόν ἀπειλεῖ ὁ Θεός. Τόν ἐξαπολύει ὅμως ὕστερ᾿ ἀπό ἑκατόν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια(Γεν. 6:3).
Βλέπεις τό μέγεθος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ; Αὐτό πού πραγματοποίησε ὕστερ᾿ ἀπό ἑκατόν εἴκοσι χρόνια, δέν μποροῦσε νά τό πραγματοποιήσει ἀμέσως; Παράτεινε ὅμως τόσο πολύ τόν καιρό τῆς τιμωρίας, γιά νά δώσει χρόνο μετάνοιας. Ἄν μετανοοῦσαν οἱ ἁμαρτωλοί, ὁ Θεός δέν θά ἔστελνε τήν τρομερή καί δίκαιη τιμωρία.
Ἄς ἔρθουμε τώρα καί σέ παραδείγματα ἁμαρτωλῶν πού σώθηκαν μέ τή μετάνοια.
Ἴσως κάποια ἀπό τίς γυναῖκες νά πεῖ:“Μόλυνα τήν ψυχή καί τό σῶμα μου μέ κάθε εἴδους ἀκολασίες. Ἄραγε μπορῶ νά σωθῶ;”. Θυμήσου, γυναίκα, τή Ραάβ τήν πόρνη, καί προσδόκησε κι ἐσύ τή σωτηρία. Γιατί ἄν ἐκείνη, πού ἁμάρτηνε φανερά καί μπροστά σέ ὅλους, σώθηκε μέ τή μετάνοια, δέν θά σωθεῖς κι ἐσύ μέ τόν ἴδιο τρόπο;
Ζήτησε νά μάθεις πῶς σώθηκε ἐκείνη. Αὐτό μόνο εἶπε:«Ὁ Θεός σας εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός στόν οὐρανό καί στή γῆ» (Ἰησ. Ναυή 2:11). Ἀπό τή βαθειά συναίσθηση ττῆς ἀκολασίας της, δέν τόλμησε νά πεῖ, “ὁ Θεός μου”, ἀλλά “ὁ Θεός σας”. Ὁλοφάνερη ἔχει τή μαρτυρία τῆς σωτηρίας της στό στίχο τῶν Ψαλμῶν:«Θά θυμηθῶ τή Ραάβ καί τή Βαβυλώνα καί θά τίς συγκαταλέξω ἀνάμεσα σ᾿ ἐκείνους πού μ᾿ ἀναγνωρίζουν» (Ψαλμ. 86:4).
«μνησθήσομαι Ραάβ καί Βαβυλῶνος τοῖς γινώσκουσί με·
καί ἰδού ἀλλόφυλοι καί Τύρος καί λαός τῶν Αἰθιόπων,
οὕτοι ἐγενήθησαν ἐκεῖ.
(Ψαλμ. 86:4).
Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ! Μνημονεύει καί τήν πόρνη μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Καί μάλιστα δέν λέει ἁπλά,«Θά θυμηθῶ τή Ραάβ καί τή Βαβυλώνα»,ἀλλά προσθέτει «πού μ᾿ ἀναγνωρίζουν», οἱ ὁποῖες δηλαδή μέ γνωρίζουν καί μέ λατρεύουν.
Ὑπάρχει λοιπόν σωτηρία καί γιά τούς ἄνδρες καί γιά τίς γυναῖκες. Σωτηρία, τήν ὁποία προκαλεῖ ἡ μετάνοια.
«Τά ἐλέη σου, Κύριε, εἰς τόν αἰῶνα ᾄσομαι, εἰς γενεάν
καί γενεάν ἀπαγγελῶ τήν ἀλήθειαν σου ἐν τῷ στόματί μου».
(Ψαλμ. 88:2)
Ἀλλά κι ἄν ἀκόμα ἕνας ὁλόκληρος λαός ἁμαρτήσει, ἡ ἁμαρτωλότητά του δέν ξεπερνάει τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἰσραηλιτικός λαός στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ λάτρεψέ τό χρυσό μοσχάρι. Ὁ Θεός ὅμως δέν ἔπαψε τίς ἐκδηλώσεις τῆς φιλανθρωπίας Του. Οἱ ἄνθρωποι Τόν ἀρνήθηκαν. Ὁ Ἴδιος ὅμως δέν ἀρνήθηκε τόν ἑαυτό Του. Μολονότι λάτρεψαν τό εἴδωλο, δέν σταμάτησε νά τούς εὐεργετεῖ.
Καί τότε δέν ἁμάρτησε μόνο ὁ λαός. Ἁμάρτησε μαζί του καί ὁ Ἀαρών, ὁ ἀρχιερέας ! Ἀναφέρει ὁ προφήτης Μωϋσῆς: «ἦταν πάρα πολύ ὀργισμένος ὁ Κύριος καί ἐναντίον τοῦ Ἀαρών· τόσο, πού ἤθελε νά τόν ἐξοντώσει. Τότε, στή δύσκολη αὐτή ὥρα, προσευχήθηκα καί γιά τόν Ἀαρών, καί ὁ Θεός τόν συγχώρησε»(πρβλ. Δευτ. 9:20).
Ἔσφαλε ὁ Δαβίδ. Καθώς σηκώθηκε τό δειλινό ἀπό τό κρεβάτι καί βημάτιζε στό δωμάτιο, κοίταζε ἀπρόσεκτα κι ἔπεσε σύντομα στό διπλό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας καί τοῦ φόνου. Δέν νεκρώθηκε ὅμως ἡ καλή του διάθεση ν᾿ ἀναγνωρίσει τό σφάλμα του.
Ἤρθε ὁ προφήτης Νάθαν, γιά νά τόν ἐλέγξει καί νά γιατρέψει τό τραῦμα του. Ὁ ὑπήκοος εἶπε στό βασιλιά πώς ἁμάρτησε βαριά καί ὁ Θεός ἦταν ὀργισμένος μαζί του. Ὁ πορφυροφόρος Δαβίδ δέν ἀγανάκτησε. Δέν στάθηκε στό πρόσωπο τοῦ προφήτη, ἀλλά ὕψωσε τή σκέψη σ᾿ Αὐτόν πού τόν ἔστειλε. Δέν τόν σκλήρυνε ὁ ἐγωισμός τῆς ἐξουσίας πάνω σέ τόσο πλῆθος στρατιωτῶν, πού εἵχε γύρω του, γιατί ἔφερε στό νοῦ του τόν ἀγγελικό στρατό τοῦ Κυρίου. Δοκίμασε ἀγωνία, νιώθοντας σάν ὁρατό τόν Ἀόρατο. Καί ἀπάντησε στόν προφήτη, ἤ μᾶλλον στόν ἴδιο τό Θεό, πού τόν ἔστειλε: «Ἁμάρτησα στόν Κύριο!» (Β΄ Βασ. 12:13).
Βλέπεις τήν ταπεινοφροσύνη τοῦ βασιλιᾶ; Βλέπεις τήν ἐξομολόγησή του; Μήπως εἵχε ποτέ πρίν ἐλεγχθεῖ ἀπό κανένα; Μήπως εἵχαν μάθει τήν ἁμαρτία του πολλοί; Ἁμάρτησε, κι ἀμέσως ὁ προφήτης παρουσιάστηκε. Μόλις τοῦ ἀπήγγειλε τήν κατηγορία, ὁ φταίχτης ὁμολόγησε τό σφάλμα του. Καί ἐπειδή τό ὁμολόγησε μέ εἰλικρινή μετάνοια, γρήγορα ἐκδηλώθηκε καί ἡ θεραπεία, ἡ συγχώρηση.
Ὁ προφήτης Νάθαν παρηγόρησε τόν Δαβίδ μέ τήν ἀναγγελία τῆς συγχωρήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ὅμως δέν ἐγκατέλειψε τή μετάνοια. Ἀντί γιά χρισοστόλιστο θρόνο, κάθησε πάνω σέ χῶμα καί στάχτη. Καί δέν κάθησε μόνο πάνω σέ στάχτη, ἀλλά καί ἔφαγε στάχτη, καθώς ὁ ἴδιος λέει: «Τρώω στάχτη ἀντί γιά ψωμί καί τό νερό πού πίνω τό ἀνακατεύω μέ τά δάκρυά μου» (Ψαλμ. 101:10).
«ὅτι σποδόν ὡσεί ἄρτον ἔφαγον καί τό πόμα μου μετά κλαυθμοῦ ἐκίρνον».
(Ψαλμ. 101:10).
Ἔλιωσε ἀπ᾿ τά δάκρυα τά μάτια του, πού ἔγιναν ἀφορμή νά συλλάβει τήν αἰσχρή ἐπιθυμία:«Κάθε νύχτα λούζω τό κρεβάτι μου καί βρέχω τό στρῶμα μου μέ δάκρυα» (Ψαλμ. 6:7).
Οἱ ἄρχοντες τόν παρακαλοῦσαν νά διακόψει τήν νηστεία. Αὐτός ὅμως δέν ὑποχωροῦσε. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα νήστεψε ἀπό κάθε τροφή. Ἄν λοιπόν ἕνας βασιλιάς μέ τέτοιο τρόπο ἐκδήλωνε τή μετάνοιά του, ἐσύ, ὁ ἁπλός ἄνθρωπος, δέν θά ἐξομολογηθεῖς;
Ἀργότερα πάλι, ὅταν ἐπαναστάτησε ὁ Ἀβεσαλώμ, ἐνῶ ὑπῆρχαν πολλοί ἄλλοι δρόμοι διαφυγῆς, ὁ Δαβίδ προτίμησε νά γλυτώσει φεύγοντας πρός τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Σάν νά προσευχόταν ἔτσι στό Λυτρωτή, πού ἔμελλε ἀπό κεῖ νά ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς. Στή δύσκολη μάλιστα ἐκείνη περίσταση, ὁ Σεμεΐ ἄρχισε νά βρίζει καί νά καταριέται τό βασιλιά. Ὁ Δαβίδ ὅμως τόν ἀντιμετώπιζε μέ ταπείνωση καί μακροθυμία, λέγοντας: «Ἀφῆστε τον! Ὁ Κύριος τοῦ εἶπε νά μέ καταριέται» (Β΄ Βασ. 16:10). Γιατί ἥξερε πώς συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες ἐκείνου πού συγχωρεῖ τούς ἄλλους.
Βλέπεις τήν ὠφέλεια τῆς ἐξομολογήσεως; Βλέπεις ὅτι σώζονται ὅσοι μετανοοῦν;
Ὁ Ἀχαάβ, ὁ βασιλιάς τῆς Σαμάρειας, ὑπῆρξε ὑπερβολικά παράνομος, εἰδωλολάτρης, προφητοκτόνος, ἀσεβής καί ἄδικος. Ὅταν ὅμως μέ τή βασίλισσα Ἰεζάβελ σκότωσε τόν Ναβουθαί καί ἥρθε ὁ προφήτης Ἠλίας καί τόν ἀπείλησε, ἀμέσως ἔδειξε μετάνοια. Ξέσκισε τή βασιλική ἐνδυμασία καί φόρεσε τόν πένθιμο σάκκο. Τί εἶπε τότε ὁ φιλάνθρωπος Θεός στόν Ἠλία;«Βλέπεις τή μετάνοια τοῦ Ἀχαάβ; Δέν θά τόν τιμωρήσω!» (πρβλ. Γ΄ Βασ. 20:29).
Συγχωρεῖ ὁ φιλάνθρωπος Θεός τόν Ἀχαάβ, μολονότι ἔμελλε ἐκεῖνος νά συνεχίσει τίς ἁμαρτίες του. Ὁ Κύριος, βέβαια, δέν ἀγνοοῦσε τό μέλλον του, ἀλλά τώρα, στόν καιρό τῆς μετάνοιας, τοῦ χαρίζει τήν ἀνάλογη συγχώρηση. εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ δίκαιου δικαστῆ νά ἀνταποκρίνεται κατάλληλα σέ κάθε περίσταση πού παρουσιάζεται.
Ὁ βασιλιάς Ἱεροβοάμ τελοῦσε θυσίες στό βωμό τῶν εἰδώλων. Ἐπειδή πρόσταξε νά συλλάβουν τόν προφήτη, πού τόν κατέκρινε γιά τήν εἰδωλολατρία, τό χέρι του ἔμεινε ξερό. Μόλις δοκίμασε τήν τιμωρία τοῦ Θεοῦ, παρακάλεσε τόν προφήτη: «Προσευχήσου στόν Κύριο γιά μένα» (Γ΄Βασ. 13:6). Ἀποτέλεσμα τῆς μετάνοιας ἦταν νά γιατρευτεῖ τό χέρι του. Ἄν ὁ προφήτης γιάτρεψε τόν Ἱεροβοάμ, ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά σώσει ἐσένα, συγχωρώντας τίς ἁμαρτίες σου;
Ὑπερβολικά ἁμαρτωλος ὑπῆρξε καί ὁ Μανασσῆς. Πρόσταξε καί πριόνισαν τόν Ἡσαΐα. Μολύνθηκε μέ τήν εἰδωλολατρία. Πλημμύρισε τήν Ἱερουσαλήμ μέ αἵματα ἀθώων. Ὅταν ὅμως ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτος στή Βαβυλώνα καί δοκίμασε τήν τιμωρία, ἔσπευσε νά θεραπευθεῖ μέ τή μετάνοια. Λέει ἡ Γραφή:«Ταπεινώθηκε βαθιά ὁ Μανασσῆς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων του καί ζήτησε τό ἔλεός Του. Ὁ Κύριος ἄκουσε τή θερμή του προσευχή, τόν ἐπανέφερε στήν Ἱερουσαλήμ καί τοῦ ξαναχάρισε τό θρόνο του»(Παραλ. 33:12-13). Ἄν σώθηκε μέ τή μετάνοια αὐτός πού πριόνισε τόν προφήτη, ἐσύ, πού ἀσφαλῶς δέν ἁμάρτησες τόσο φρικτά, δέν θά σωθεῖς; Πρόσεξε, νά μήν ἀμφιβάλλεις γιά τή δύναμη τῆς μετάνοιας.
Ἡ ἐξομολόγηση μπορεῖ καί τή φωτιά νά σβήσει καί τά θηρία νά ἡμερέψει. Ἄν ἀμφιβάλλεις, θυμήσου τί ἔγινε μέ τόν Ἀνανία, τόν Ἀζαρία καί τόν Μισαήλ μέσα στό καμίνι τῆς Βαβυλώνας. Πόσες βρύσες θά μποροῦσαν νά σβήσουν τή φλώγα πού ἀνέβαινε σέ ὕψος σαράντα ἐννέα πήχεων; Ὅπου ὅμως ὑψωνόταν ἡ τεράστια φλόγα, ἐκεῖ σάν ποτάμι ξεχύθηκε ἡ πίστη τῶν τριῶν νέων καί ἐκεῖ ἀκούστηκε ἡ προσευχή τῆς μετάνοιας: «Δίκαιος εἵσαι, Κύριε, καί γιά ὅλα ὅσα ἐπέτρεψες νά πάθουμε, γιατί ἁμαρτήσαμε καί ἀνομήσαμε» (Δαν., Προσ. Ἀζαρ.:3, 5).
Ἡ μετάνοια διέλυσε τή φλόγα! Βεβαιώσου ἀπ᾿ αὐτό γιά τή δύναμή της νά σβήνει καί τή φλόγα τῆς κολάσεως.
Ἴσως ὅμως νά πεῖ κάποιος προσεκτικός ἀναγνώστης:“Ὁ Θεός ἔσωσε τούς τρεῖς νέους ὄχι γιά τή μετάνοιά τους, ἀλλά γιά τήν πίστη τους”. Ἐπειδή ὑπάρχει κι αὐτό τό ἐνδεχόμενο, θά σᾶς παρουσιάσω καί μιάν ἄλλη περίπτωση.
Τί γνώμη ἔχετε γιά τόν Ναβουχοδονόσορ;
Δέν μάθατε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ὅτι ἦταν ἄγριος, αἱμοβόρος, σκληρόκαρδος;
Δέν ἀκούσατε ὅτι κατέστρεψε τάφους καί ξέθαψε λείψανα βασιλιάδων;
Δέν ἀκούσατε ὅτι ὁλόκληρο λαό ἔσυρε στήν αἰχμαλωσία;
Δέν ἀκούσατε ὅτι τύφλωσε τό βασιλιά, ἀφοῦ πρῶτα τόν ὑποχρέωσε νά δεῖ τή σφαγή τῶν παιδιῶν του;
Δέν ἀκούσατε ὅτι συνέτριψε τά Χερουβείμ; (Δέν ἐννοῶ, βέβαια, τούς ἀγγέλους – μή σκεφτεῖ κανείς τίποτα τέτοιο. Ἐννοῶ τά γλυπτά, πού κάλυπταν τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, ἀπ᾿ ὅπου ἀκουγόταν ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ). Ὁ Ναβουχοδονόσορ βεβήλωσε ἀκόμα καί τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ.Πῆρε τό ἅγιο θυμιατήρι καί τό ἔστειλε σέ εἰδωλεῖο. Ἅρπαξε ὅλες τίς ἱερές προσφορές. Ἔβαλε φωτιά κι ἔκαψε τό Ναό ἀπό τά θεμέλια(Β΄ Παραλ.36:11-21).
Μέ πόσες τιμωρίες ἄξιζε νά τιμωρηθεῖ αὐτός πού σκότωσε βασιλιάδες, πού ἔκαψε ἱερά, πού αἰχμαλώτισε τό λαό, πού τοποθέτησε ἅγια σκεύη τοῦ Ναοῦ ἀνάμεσα στά εἴδωλα; Δέν θά ἦταν ἄξιος νά θανατωθεῖ χίλιες φορές;
Γνωρίσατε ὥς ἐδῶ τό πλῆθος τῶν ἐγκλημάτων τοῦ Ναβουχοδονόσορ. Ἐλᾶτε τώρα νά μάθετε καί τοῦ Θεοῦ τή φιλανθρωπία.
Τιμωρήθηκε ὁ θηριώδης βασιλιάς νά ζεῖ σάν ἄγριο θηρίο μέσα στήν ἔρημο. Τιμωρίθηκε ὅμως μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο γιά νά σωθεῖ. Ἔβγαλε νύχια καί τρίχες σάν αὐτά πού ἔχει τό λιοντάρι, γιατί πρίν σάν λιοντάρι ἅρπαζε τά ἅγια καί οὔρλιαζε. Ἔτρωγε χόρτα σάν τό βόδι, γιατί πρίν σάν βόδι ζοῦσε, ἀγνοώντας τόν ἀληθινό Θεό, πού τοῦ εἵχε χαρίσει τό βασιλικό ἀξίωμα. Ὅταν ὅμως μέ τίς παιδαγωγικές αὐτές τιμωρίες ἀναγνώρισε τόν ὕψιστο Θεό καί προσευχήθηκε καί μετανόησε, τότε Ἐκεῖνος τοῦ χάρισε πάλι τό ἀξίωμά του (Δαν. 4:26-34).
Στόν Ναβουχοδονόσορ, πού ἁμάρτησε τόσο φοβερά καί μετανόησε, χάρισε ὁ Θεός τή συγχώρηση καί τή βασιλεία. Ἄν λοιπόν κι ἐσύ μετανοήσεις καί ζήσεις χριστιανικά, δέν θά σοῦ χαρίσει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν;
Φιλάνθρωπος εἶναι ὁ Κύριος. Γρήγορος στή συγχώρηση. Ἀργός στήν τιμωρία. Κανείς λοιπόν ἄς μήν ἀπελπίζεται γιά τή σωτηρία του.
Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων, φοβήθηκε μιά δούλη κι ἀρνήθηκε τρεῖς φορές τό Χριστό. Μεταμελήθηκε ὅμως κι ἔκλαψε πικρά (Ματθ. 26:69-75). Τό κλάμα φανέρωνε τήν ὁλόψυχή του μετάνοια. Γι᾿ αὐτό δέν ἔλαβε μόνο τή συγχώρηση γιά τήν ἄρνηση, ἀλλά καί τήν ἀποκατάσταση στό ἀποστολικό ἀξίωμα.
Ἔχοντας λοιπόν, ἀδελφοί, τόσα παραδείγματα ἀνθρώπων πού ἁμάρτησαν καί μετανόησαν καί σώθηκαν, πρόθυμα κι ἐσεῖς νά μετανοεῖτε καί νά ἐξομολογεῖσθε. Ἔτσι θά λάβετε τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν σας καί θ᾿ ἀξιωθεῖτε νά κληρονομήσετε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους.
«οὕτω, λέγω ὑμῖν, χαρά γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων
τοῦ Θεοῦ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι».
(Λουκ. ιε΄10).
Φωνή τῶν Πατέρων
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
«ἀναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου καί ἐρῶ αὐτῷ·
πάτερ, ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου·»
(Λουκ. ιε΄18)