31 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Κύρου και Ιωάννου των Αναργύρων και των συν αυτών μαρτύρων, των Αγίων Μαρτύρων Ουικτωρίνου, Ουίκτωρος, Νικηφόρου, Κλαυδίου, Διοδώρου, Σαραπίνου και Παπία των εν Κορίνθω, Τρυφαίνης Μάρτυρος, των Αγίων Μαρτύρων Ταρσιζίου, Ζωτικού, Κυριακού και Σωκίου, των Αγίων Μαρτύρων Σατουρνίνου, Θύρσου και Βίκτωρος, Ιουλίου εξ Αιγίνης, Νικήτα εκ Κιέβου, Ηλία Οσιομάρτυρα, Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου Δακρυρροούσης, Αρσενίου του εν Πάρω
Οι Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και οι συν αυτών Αθανασία, Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία Μάρτυρες

Οι
Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα
Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την
Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της
Μεσοποταμίας.

Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος
πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το
μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα
Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος.
Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες
έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί
του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος,
Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν
τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία
Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της
Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη.
Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την
σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της
γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα
προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν
και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα.Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη
τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της
μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την
ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα
ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα
διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη.

Αυτές δε
έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε
να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού
και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και
διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα
βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη,
το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις
θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο
Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.

Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.Ως
Αθλοφόροι ευκλεείς του Σωτήρος, και ιατήρες των ψυχών και σωμάτων,
Ανάργυροι εκλάμπετε εν πάση τη γη, νόσων μεν ιώμενοι, ανωδύνως τα βάρη,
χάριν δε πορίζαντες, τοις βοώαιν απαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεών,
Κύρε θεόφρον, και Ιωάννη ένδοξε.

Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον

Εκ
της θείας χάριτος, την δωρεάν των θαυμάτων, ειληφότες Άγιοι,
θαυματουργείτε απαύστως, άπαντα ημών τα πάθη, τη χειρουργία, τέμνοντες
τη αοράτω, Κύρε θεόφρον, συν τω θείω Ιωάννη, υμείς γάρ θείοι ιατροί
υπάρχετε.

Οι Άγιοι Ουικτωρίνος, Ουίκτωρ, Νικηφόρος, Κλαύδιος, Διόδωρος, Σαραπίνος και Παπίας οι Μάρτυρες εν Κορίνθω

Οι
Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Κόρινθο και συνελήφθησαν κατά την
περίοδο της βασιλείας του Δεκίου (249-251 μ.Χ.), γιατί ομολόγησαν με
παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Οδηγήθηκαν ενώπιον του ανθύπατου
Τερτίου, ο οποίος ήταν διοικητής της Ελλάδος.

Ο ηγεμόνας υπέβαλλε σε
φρικώδη βασανιστήρια τους αθλητές αυτούς της πίστεως και όλοι τους
έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου. Ο Άγιος Ουικτωρίνος, ο Άγιος Ουίκτωρ
και ο Άγιος Νικηφόρος ρίφθηκαν κάτω από μεγάλη κυλινδρική πέτρα που τους
συνέτριψε. Οι δήμιοι απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του Αγίου Κλαυδίου,
την κεφαλή του Αγίου Σαραπίνου και έριξαν τον Άγιο Διόδωρο σε
πυρακτωμένο καμίνι. Τον Άγιο Παπία τον έπνιξαν στη θάλασσα.

Στον Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου η μνήμη τους αναφέρεται και στις 5 Απριλίου.
 Η Αγία Τρύφαινα η Μάρτυς

Η
Αγία Μάρτυς Τρύφαινα καταγόταν από την Κύζικο του Ελλησπόντου. Ο
πατέρας της ονομαζόταν Αναστάσιος και ήταν συγκλητικός. Η μητέρα της,
Σωκρατία, ήταν Χριστιανή.

Κατά την διάρκεια κάποιας τελετής προς
τιμήν του θεού Διονύσου ενέπαιξε τους ειδωλολάτρες για τα τελούμενα και
δίδασκε την επιστροφή από την πλάνη στην αληθινή πίστη. Μόλις άκουσε
αυτά ο ηγεμόνας Καισάριος, εξοργίσθηκε και διέταξε να συλλάβουν την
Αγία.

Η διαταγή εκτελέσθηκε και άρχισαν τα βασανιστήρια. Πρώτα την
έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, η Αγία όμως διασώθηκε κατά θαυμαστό τρόπο
και στην συνέχεια την κρέμασαν ψηλά και την άφησαν να πέσει πάνω σε
σιδερένια καρφιά.

Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα θηρία. Ένας άγριος
ταύρος όρμησε και διαμέλισε το σώμα αυτής. Έτσι η Αγία έλαβε το ένδοξο
στέφανο του μαρτυρίου.

Λένε ότι στον τόπο που χύθηκε το αίμα της,
ανέβλυσε μία πηγή με καθαρό νερό. Από το νερό αυτό έπαιρναν και έπιναν
οι γυναίκες που μετά τον τοκετό τους δεν είχαν γάλα. Έτσι, αμέσως, ο
οργανισμός τους δημιουργούσε το γάλα που χρειάζονταν, για να θρέψουν τα
νεογέννητα παιδιά τους.
Οι Άγιοι Ταρσίζιος, Ζωτικός, Κυριακός και Σώκιος οι Μάρτυρες

Οι
Άγιοι Ταρσίζιος, Ζωτικός, Κυριακός και Σώκιος μαρτήρησαν στην
Αλεξάνδρεια. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο των Αγίων
Μαρτύρων.
Οι Άγιοι Σατουρνίνος, Θύρσος και Βίκτωρ οι Μάρτυρες

Το μαρτύριο των Αγίων αναφέρεται στο Ρωμαϊκό μαρτυρολόγιο.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο των Αγίων Μαρτύρων.
Ο Άγιο Ιούλιος ο Πρεσβύτερος εξ Αιγίνης

Όπως
αναφέρεται στο Συναξάρι του, ο Άγιος Ιούλιος γεννήθηκε το 330 μ.Χ. στην
Αίγινα από εύπορους και ευσεβείς γονείς που τον ανέθρεψαν με παιδεία
και νουθεσία Κυρίου. Έμαθε τα εγκύκλια γράμματα στην Αίγινα και στην
συνέχεια σπούδασε στην Αθήνα, μαζί με τους Αγίους Βασίλειο και Γρηγόριο.

Αφού επανέκαμψε στην Αίγινα, αποφάσισε μαζί με τον διάκονο
Ιουλιανό, να μιμηθεί τον Απόστολο των εθνών Παύλο και να κηρύξει τον
Χριστό. Έτσι οι δύο Άγιοι πήραν αποστολικές ράβδους και παρέδωσαν τον
εαυτό τους στον Κύριο. Ο Επίσκοπος των Αθηνών χειροτόνησε τον Ιούλιο
Πρεσβύτερο. Κοσμημένος με την χάρη της ιεροσύνης εξήλθε μαζί με τον
διάκονο Ιουλιανό, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο και να βαπτίσει πολλούς
Εθνικούς.

Στα τέλη του βίου του αναχώρησε στο Κούσιον της λίμνης
Όρτα, όπου μετά από άσκηση και προσευχή κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 401
μ.Χ., σε ηλικία 71 ετών.

Ο Όσιος Νικήτας εκ Κιέβου

Ο
Όσιος Νικήτας καταγόταν από την Ρωσία και ήταν κατά σάρκα αδελφός του
Οσίου Νίκωνος (τιμάται 23 Μαρτίου), ηγουμένου της Λαύρας του Κιέβου.
Μόνασε στη μονή των Σπηλαίων του Κιέβου, αλλά το ανυπάκουο του χαρακτήρα
του τον οδήγησε στο να εγκαταλείψει την κοινοβιακή ζωή και τους Πατέρες
και να ζήσει, ως μοναχός, απομονωμένος σε ένα κελί που έφτιαξε για τον
εαυτό του.

Ο Όσιος Νίκων, που δεν έδωσε την ευλογία του για την
απομάκρυνση του μοναχού Νικήτα είδε με θλίψη την πράξη του και περίμενε
με φόβο την τιμωρία της παρακοής του. Πράγματι, η δοκιμασία δεν άργησε
να έλθει. Μια μέρα και ενώ ο Όσιος Νικήτας προσευχόταν,   ο διάβολος
μεταμορφωμένος σε Άγγελο Κυρίου, παρουσιάσθηκε μπροστά του και του είπε
να μην προσεύχεται πλέον, αλλά να μελετά τις Αγίες Γραφές.

Το έργο
της προσευχής θα αναλάμβανε αντί του Οσίου ο ψευτοάγγελος. Ο Όσιος
υπέκυψε στον πειρασμό. Νόμισε ότι κατά θεία παραχώρηση και λόγω των
ασκητικών του αγώνων ο Θεός του χάρισε αυτή τη μεγάλη δωρεά. Έτσι
σταμάτησε την προσευχή και άρχισε τη μελέτη. Μελέτη όμως του λόγου του
Θεού χωρίς προσευχή δεν γίνεται. Έτσι η καρδιά του περιέπεσε σε ακηδία
και πνευματικό λήθαργο, γι’ αυτό δεν κατάφερε να τελειώσει ούτε τη
μελέτη της Αγίας Γραφής.

Ο Όσιος άρχισε ξαφνικά να προφητεύει μόνο τα
μέλλοντα κακά: κλοπές, εγκλήματα, κακές ενέργειες και πράξεις, όλα
δηλαδή εκείνα που κατεργάζεται ο διάβολος, ο πατέρας του ψεύδους και της
κακίας. Η φήμη του απλώθηκε παντού και όλοι τον θαύμαζαν για την ακριβή
εκπλήρωση των προφητικών του λόγων.

Οι Πατέρες της μονής άρχισαν να
καταλαβαίνουν ότι ο Όσιος Νικήτας είχε πέσει σε πλάνη και είχε οδηγηθεί
από τον σατανά σε οδό απωλείας. Έτσι ξεκίνησαν θερμή προσευχή για να
φωτισθεί ο νους του Οσίου και να σωθεί. Χάρη στην προσευχή των
συνασκητών του, των Αγίων εκείνων Πατέρων, που από αγάπη για τον άνθρωπο
προσεύχονταν και για τον αδελφό τους, ο νους του Οσίου φωτίσθηκε και
άρχισε πάλι να προσεύχεται και να βιώνει τους αληθινούς καρπούς της
μοναχικής πολιτείας, της αρετής και της ασκήσεως. Ο Θεός όχι μόνο έκανε
δεκτή τη μετάνοιά του, αλλά και τον αξίωσε του χαρίσματος της
θαυματουργίας.

Λόγω της οσιακής ζωής του ο Άγιος Νικήτας, το έτος
1096, εξελέγη Επίσκοπος Νόβγκοροντ. Αφού ποίμανε αξίως και θεοφιλώς το
ποίμνιό του, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1109 και το ιερό λείψανό του
ενταφιάσθηκε στον ιερό ναό των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και
Άννης του Νόβγκοροντ.
Ο Άγιος Ηλίας ο Νέος Οσιομάρτυρας του Αρδούνη

Ο
Άγιος Οσιομάρτυρας Ηλίας γεννήθηκε στην Καλαμάτα από γονείς ευσεβείς.
Ήταν στο επάγγελμα κουρέας και τύγχανε μεγάλης υπολήψεως από τους
προεστώτες της πόλεως. Κάποτε, απευθυνόμενος προς τους πρόκριτους της
Καλαμάτας, τους προέτρεψε να ενεργήσουν με κάθε τρόπο, για να
ελαφρυνθούν οι Χριστιανοί από την επιβαλλόμενη βαριά φορολογία των
Τούρκων, επειδή υπήρχε ο κίνδυνος να αρνηθούν την πατρογονική πίστη.

Γενομένης
λογομαχίας κατά την συζήτηση αυτή, ο Ηλίας προσήλθε στον κριτή και
απέπτυσε την χριστιανική πίστη. Ήλθε όμως στον εαυτό του και μετανόησε
για το αμάρτημά του.

Ελεγχόμενος από τη συνείδησή του απήλθε στο
Άγιον Όρος, όπου και μόνασε επί οκτώ χρόνια, ασκούμενος με αρετή και
προσευχή για το μαρτύριο. Επανήλθε στην Καλαμάτα και ενώπιον του κριτού
ομολόγησε την πίστη του στον Άγιο Θεό. Μετά τα φρικτά βασανιστήρια οι
Τούρκοι τον έκαψαν ζωντανό το έτος 1686.
Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Κορωνιωτίσσης ή Δακρυρροούσης

Η
εικόνα της Παναγίας της Κορωνιώτισσας ή Δακρυροούσας φυλάσσεται στην
ομώνυμη μονή του Ληξουρίου της νήσου Κεφαλληνίας. Η Παναγία κατά την
ημέρα αυτή διέσωσε τη μονή από τον ισχυρό σεισμό του έτους 1867.
Ο Όσιος Αρσένιος εν Πάρω

Ο
Όσιος Αρσένιος γεννήθηκε στα Ιωάννινα το έτος 1800 και ονομαζόταν
Αθανάσιος. Από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και σε ηλικία εννέα ετών
μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου σπούδασε στην ονομαστική
σχολή της πόλεως έχοντας ως σχολάρχη τον περίφημο διδάσκαλο ιερομόναχο
Γρηγόριο Σαράφη. Κατά τα τελευταία έτη της φοιτήσεώς του συνδέθηκε με
τον πνευματικό Γέροντα Δανιήλ από τη Ζαγορά του Πηλίου, έναν από τους
ονομαστούς πνευματικούς της εποχής εκείνης και έγινε υποτακτικός του.

Το
έτος 1815 ο Άγιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος με τον Γέροντα Δανιήλ και
εκεί εκάρη μοναχός. Αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος παρά τις
αντιδράσεις του, καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο και μετά από
εξαετή παραμονή στο Άγιον Όρος ήλθε και πάλι με τον Γέροντά του, στη
μονή Πεντέλης στην Αθήνα. Όμως και από εδώ αναγκάστηκαν να φύγουν, γιατί
άρχισε η επανάσταση κατά των Τούρκων. Στη συνέχεια μετέβησαν στις
Κυκλάδες, όπου ο Όσιος χειροτονήθηκε το 1817 Πρεσβύτερος.

Ο Όσιος Αρσένιος έδρασε κυρίως στην Πάρο και τη Φολέγανδρο, όπου δίδαξε από το 1829 μέχρι το 1840.

Μετά
την κοίμηση του Γέροντά του Δανιήλ, ο Όσιος ασκήτεψε στη μονή
Λογγοβάρδας της Πάρου. Κοιμόταν και έτρωγε ελάχιστα και συνεχώς
αγρυπνούσε, προσευχόμενος για τα πνευματικά του τέκνα και τη σωτηρία του
κόσμου. Βασική του τροφή ήταν η ανάγνωση των θείων Γραφών και των
συγγραμμάτων των Αγίων Πατέρων. Γι’ αυτό και ο Όσιος θεωρούσε τη μικρή
του βιβλιοθήκη ως κήπο τερπνότατο και ωραιότατο με αγλαόκαρπα δένδρα,
πλήρη από εύχυμους καρπούς.

Ο Όσιος αγαπούσε τους πάντες χωρίς
διακρίσεις. Περισσότερο όμως αγαπούσε τους ασθενείς, τους οποίους
διακονούσε με μεγάλη προθυμία.

Όταν το 1861, κοιμήθηκε ο ηγούμενος
της μονής, ευσεβής ιερομόναχος Ηλίας, οι πατέρες εξέλεξαν ηγούμενο και
προϊστάμενό τους τον Όσιο Αρσένιο, ο οποίος τους ποίμανε με θεοφιλή και
θεάρεστο τρόπο. Λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε, για να ασχοληθεί
απερίσπαστα με το έργο της ιεράς εξομολογήσεως.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με
ειρήνη το έτος 1877. Η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε το έτος 1938 και
εορτάζεται στις 10 Αυγούστου. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται με
ευλάβεια στη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πάρου.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

30 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Των Αγίων Τριών Ιεραρχών, Ιππολύτου Ιερομάρτυρα και των συν αυτώ, Θεοφίλου του Νέου, Ιππολύτου Πρεσβυτέρου, Φελισιανού & Φιλιππιανού Μαρτύρων, Κυριακού Οσίου, Πέτρου Βασιλέως, Ζήνωνος Νηστευτού, Θεοδώρου Μυτιληναίου, Ανάμνηση Θαύματος Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, Ανάμνηση ευρέσεως εικόνας Ευαγγελίστριας
Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες, Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά
τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081-1118), ο
οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη
(1078-1081), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους
και ενάρετους άνδρες.

Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο,
χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι
τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον
Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον
Γρηγόριο τον Θεολόγο, θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους,
δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν
αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν
«Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα
αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός,
κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς
Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε
ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας
κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες
και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι
από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο
καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της
σωτηρίας.

Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να
διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε
συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε
δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο
άλλοι.

Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν
τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς.

Γιατί εμείς, και στην
επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και
φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και
όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι
χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να
συνταχθεί η ιερή ακολουθία.

Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις
μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς
θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας,
γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος
Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων,
συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή
Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της
Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του
Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της
ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους
το Ευαγγέλιο του Χριστού.

Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της
ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να
εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν
είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι
επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της
καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη
ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα
σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.

Απολυτίκιο. Ήχος α’.Τους
τρεις μέγιστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητας, τους την οικουμένην
ακτίσι, δογμάτων θείων πυρσεύσοντας, τους μελιρρύτους ποταμούς της
σοφίας, τους την κτίσιν πόσον, θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας,
Βασίλειον τον Μέγαν, καί τον Θεολόγον Γρηγόριον, συν τω κλεινώ Ιωάννη,
τω την γλώτταν χρυσορρήμονι, πάντες οι των λόγων αυτών ερασταί,
συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν αυτοί γαρ τη Τριάδι, υπέρ ημών αεί
πρεσβεύουσι.
Ο Άγιος Ιππόλυτος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ Μάρτυρες (Εορτή Χρυσή)

(Κενσουρίνος,
Σαβαΐνος, Χρυσή, Φήλιξ, Μάξιμος, Ερκούλιος, Βενέριος, Στυράκιος, Μηνάς,
Κόμοδος, Ερμής, Μαύρος, Ευσέβιος, Ρουστίκιος, Μονάγριος, Αμάνδινος,
Ολύμπινος, Κύπριος, Θεόδωρος ο Τριβούνιος, Μάξιμος Πρεσβύτερος, Αρχέλαος
Διάκονος, Κυριάκος Επίσκοπος και Μάξιμος έτερος Πρεσύτερος)

Οι Άγιοι Μάρτυρες άθλησαν επί της βασιλείας του Κλαυδίου Β’ (268-269 μ.Χ.) και ηγεμονίας Βικαρίου του Ουλπίου Ρωμύλου.

Ο
Άγιος Κενσουρίνος κατείχε το αξίωμα του μαγίστρου και του πρώτου της
συγκλήτου. Μετά από διαβολές, συνελήφθη και κλείσθηκε στη φυλακή. Παρά
τα βασανιστήρια εκείνος ομολογούσε με επιμονή την πίστη του στον Χριστό.
Από τα θαύματα που επιτέλεσε ο Άγιος Κενσουρίνος στη φυλακή, είκοσι
στρατιώτες πίστεψαν στον Χριστό και αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Άγιο.

Η
Αγία Χρυσή υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και στο τέλος την έριξαν
στη θάλασσα. Την υπηρέτη της Μάρτυρος Χρυσής, Άγιο Σαβαΐνο, τον κτύπησαν
με βαριές σφαίρες στον αυχένα, τον κρέμασαν σε ξύλο και του κατέκαψαν
τα σπλάγχνα. Έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο.

Όταν άκουσε
για τα γενόμενα ο Άγιος Ιππόλυτος, Επίσκοπος Ρώμης, παρουσιάσθηκε στον
ηγεμόνα και διαμαρτυρόμενος τον έλεγξε. Εκείνος αμέσως έδωσε εντολή και
συνέλαβαν τον Άγιο Ιππόλυτο μαζί με την ακολουθία του. Μετά από τα
ραπίσματα και τις κακώσεις, τους έδεσαν τα χέρια και τα πόδια και τους
έριξαν στη θάλασσα. Έτσι τελειώθησαν οι Άγιοι και έλαβαν το στέφανο του
μαρτυρίου της δόξης του Θεού.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’.

Ως
των Αποστόλων ομότροποι, και της οικουμένης Διδάσκαλοι, τω Δεσπότη των
όλων πρεσβεύσατε, ειρήνην τη οικουμένη δωρήσασθαι, και ταις ψυχών το
μέγα έλεος.
Κοντάκιον  Ήχος β’. Τους ασφαλείς

Τους
Ιερούς και θεοφθόγγους Κήρυκας, την κορυφήν των Διδασκάλων Κύριε,
προσελάβου εις απόλαυσιν των αγαθών σου και ανάπαυσιν, τους πόνους γάρ
εκείνων και τον κάματον, εδέξω υπέρ πάσαν ολοκάρπωσιν, ο μόνος δοξάζων
τους Αγίους σου.
Ο Άγιος Θεόφιλος ο Νέος

Πολλά παραδείγματα αδελφικών σχέσεων, στενής συνεργασίας κι υπέροχης αυτοθυσίας συναντάμε στην ιστορία και ζωή διαφόρων λαών.

Αυτά όμως που βρίσκουμε στην πορεία του λαού της Ελλάδος και της Κύπρου ξεπερνούν κάθε δυνατή φαντασία και περιγραφή.

Από
τα πανάρχαια χρόνια η ομοφροσύνη και αλληλεγγύη των κατοίκων των δύο
αυτών τμημάτων του Ελληνισμού υπήρξε ενιαία και ζηλευτή.

Κοινή παρουσιάζεται η τύχη τους. Κοινή κι η ιστορία και ο πολιτισμός τους. Και δικαιολογημένα.

Ο
ίδιος λαός είναι που κατοικεί και στα δύο αυτά μέρη. Αυτή την αλήθεια
μαρτυρεί και διακηρύττει τόσον η γλώσσα και Θρησκεία, και ζωή των
κατοίκων τους, όσον κι οι περιπέτειες τους.

Ένα περιστατικό,
εξαιρετικά συγκινητικό μεταξύ τόσων άλλων είναι και τούτο, που συνέβη
στα μεσοβυζαντινά χρόνια (642-1071 μ.Χ.) με ήρωα, μάρτυρα και ομολογητή
τον άγιο Θεόφιλο τον Νέο. Γι’ αυτόν κι οι γραμμές που ακολουθούν.

Ο
ομολογητής Θεόφιλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πάλαι ποτέ βασιλίδα των
πόλεων και πρωτεύουσα της Βυζαντινής μας Αυτοκρατορίας, την
Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του πιστοί και ενάρετοι χριστιανοί φρόντισαν
να δώσουν στο παιδί τους από την βρεφική του ηλικία την ανάλογη
χριστιανική μόρφωση και ανατροφή. Οδηγό τους και σε τούτο το σημείο
έβαλαν οι πιστοί γονείς του θείου αποστόλου τα θεόπνευστα λόγια. “Οι
πατέρες εκτρέφετε τα τέκνα υμών, εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου”. (Έφεσ.
στ’, 4).

Και το αποτέλεσμα των προσπαθειών τους Θαυμαστό.
Μεγαλωμένος ο Θεόφιλος με του Χριστού τα λόγια και με πρότυπο την όλη
ζωή των γονιών του ξεχωρίζει από τους συνομήλικές του από τα παιδικά του
χρόνια. Αυτό γίνεται συχνά. Το παράδειγμα των γονιών παίζει πάντα
βασικό ρόλο στην ανατροφή των παιδιών.

Τι ευλογία θα ήταν, αν την
αλήθεια αυτή είχαν συνέχεια μπροστά στα μάτια τους οι γονείς. Ειδικά
σήμερα που οι ποικίλοι πειρασμοί έχουν αυξηθεί υπερβολικά, η προσεκτική
ζωή των γονιών πολλά κακά θα είχε προλάβει.

Πολλοί φυσικά και τότε οι πειρασμοί και του πονηρού οι παγίδες.

Με
τα όπλα όμως της προσοχής και προσευχής το παιδί μεγάλωνε ανάλογα, ώστε
από πολύ νωρίς να αξιωθεί να ανέλθει και στο αξίωμα του μέλους της
συγκλήτου και να είναι από όλους πρόσωπο σεβαστό.

Αυτό έγινε την
εποχή που στον αυτοκρατορικό θρόνο της βασιλίδος των πόλεων
βρισκόντουσαν οι ορθόδοξοι βασιλείς Κωνσταντίνος και Ειρήνη, η δε
Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν διηρημένη διοικητικά σε επαρχίες που
ονομαζόντουσαν Θέματα. Μια τέτοια Επαρχία -Θέμα- ήταν κι η Επαρχία των
Κιβυρραιωτών από την πόλη της Καρίας τα Κίβυρρα.

Οι κάτοικοι του θέματος αυτού ήταν περίφημοι ναυτικοί κάτω από τις διαταγές και την καθοδήγηση των βυζαντινών αυτοκρατόρων.

Γι’
αυτό και εις τον στόλο των Κιθυρραιωτών είχε ανατεθεί τότε η επιτήρηση
και φύλαξη των θαλασσών της Μεσογείου και ιδιαίτερα της θαλάσσιας οδού
που διέρχεται μεταξύ Κιλικίας και Κύπρου. Οι Άραβες – Σαρακηνοί και το
Ισλάμ τούτο τον καιρό αλώνιζαν κυριολεκτικά αυτά τα μέρη. Ως στρατηγός
των Κιβυρραιωτών είχε ορισθεί την εποχή αύτη ο Θεόφιλος που διακρινόταν
για τον πατριωτισμό και την γενναιότητα του.

Το έτος 800 μ.Χ. όπως
αναφέρει στη χρονογραφία του ο άγιος Θεοφάνης που ήταν ηγούμενος της
μονής του Μεγάλου Αγρού – η μονή βρισκόταν στην περιοχή
Κωνσταντινουπόλεως – η αυτοκράτειρα Ειρήνη στον Θεόφιλο είχε αναθέσει
την ευθύνη να παρακολουθεί τον αραβικό στόλο που έγινε ο κακός δαίμων
της Κύπρου.

Ο Θεόφιλος είχε μαζί του ακόμη δύο στρατηγούς για να τον
βοηθούν. Κι αυτοί είχαν δώσει τον λόγο τους, ότι ποτές δεν θα
εγκατέλειπαν τον αρχηγό, αλλά μαζί του θα ήταν έτοιμοι και να
συναποθάνουν. Πόσον εύκολα μερικές φορές οι άνθρωποι δίνουμε υποσχέσεις.
Αλλά και, πόσο ευκολότερα τις ξεχνούμε.

Ένα πράγμα αξίζει εδώ πολύ
να προσεχθεί. Η χειρονομία της Αυτοκράτειρας Ειρήνης. Σαν υπεύθυνη
αρχόντισσα της μητέρας αυτοκρατορίας φροντίζει με κάθε τρόπο για την
ασφάλεια της θυγατρός Κύπρου, ενός πολύτιμου τμήματος της Βυζαντινής μας
αυτοκρατορίας που κινδύνευε κάθε στιγμή και ώρα από τις επιδρομές των
βαρβάρων Σαρακηνών.

Όταν το Βυζαντινό ναυτικό με αρχηγό τον Θεόφιλο
έφθασε στα Μύρα της Λυκίας, όλοι οι στρατηγοί παρέκαμψαν το ακρωτήριο
των Χελιδονιών και προχώρησαν να εισέλθουν στον κόλπο της Αττάλειας.

Οι
Άραβες, αφού ξεκίνησαν από την Κύπρο, εκμεταλλευόμενοι τον καλό καιρό
και την υπάρχουσα γαλήνη περιφέρονταν ήσυχοι στο πέλαγος μεταξύ Κύπρου
και Μ. Ασίας.

Κάποια στιγμή που οι στρατηγοί των Βυζαντινών τους
είδαν να κινούνται ήσυχοι και ανενόχλητοι παρετάχθησαν και ετοιμάσθηκαν
να τους αντιμετωπίσουν. Ο αρχηγός μάλιστα των Κιβυρραιωτών Θεόφιλος,
άνδρας ρωμαλέος και πολύ ικανός, στο αντίκρισμα των Σαρακηνών, έλαβε το
θάρρος και προχώρησε με το πλοίο του μπροστά από τον στόλο και με όλη τη
δύναμη κτύπησε τον εχθρό. Η επίθεση στην αρχή είχε μεγάλη επιτυχία.

Οι
εχθροί κτυπημένοι από όλες τις πλευρές τα έχασαν και ετοιμάζονταν να
παραδοθούν. Όταν όμως οι στρατηγοί είδαν την ανδρεία του Θεόφιλου και
αντιλήφθησαν τις διαθέσεις των Αράβων, ζήλευσαν τη δόξα του και αφού τον
εγκατέλειψαν έφυγαν από τη ναυμαχία.

Ο Θεόφιλος όμως αλύγιστος
συνέχισε τον αγώνα για πολύ χρόνο και όταν ακόμη έμεινε μόνος με τους
ναύτες που ήταν στον δρόμωνά του. Δυστυχώς επειδή τα πλοία των Σαρακηνών
ήταν πολύ περισσότερα, περικυκλώθηκε από αυτά και στο τέλος συνελήφθηκε
αιχμάλωτος.

Τι μεγάλο κακό αλήθεια η ζήλια! “Φθόνος ουκ είδε
προτιμάν το συμφέρον” λέγει κι ο Μέγας Βασίλειος. Ο γενναίος Θεόφιλος
μετά τη σύλληψη του με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα οδηγήθηκε μπροστά στον
αρχηγό των Σαρακηνών, τον τρομερό Χαλίφη της Βαγδάτης Αρούν Αλ Ρασίντ.

Ο
τρομερός χαλίφης στο αντίκρισμα του παλικαριού θαύμασε τη λεβεντιά που
έβλεπε στην προσωπικότητα του κι αμέσως σκέφθηκε πώς, αν με τον τρόπο
του κατόρθωνε να πείσει το παλικάρι να τον ακολουθήσει θα πετύχαινε την
πιο μεγάλη νίκη. Με προσποιητή λοιπόν ευγένεια, όταν ο Θεόφιλος πλησίασε
άρχισε να του κάνει διάφορες προτάσεις, με την υπόσχεση να του χαρίσει
διάφορες δωρεές.

Σ’ όλες αυτές τις προτάσεις του Βάρβαρου χαλίφη ο πιστός και άκαμπτος χριστιανός επέδειξε όλο το μεγαλείο του χαρακτήρα του.

Στην
πρόταση εξαναγκασμού να εγκαταλείψει τη θρησκεία του και να ασπασθεί
τον μωαμεθανισμό ο πιστός Θεόφιλος όχι μόνο αρνήθηκε αλλά και έφτυσε στο
πρόσωπο των ανθρώπων του Ρασίντ λέγοντας: «Η χριστιανική θρησκεία είναι
η αποκάλυψη Αυτού του Θεού που έγινε δια του Ιησού Χριστού και με την
οποία ο κάθε πιστός επιτυγχάνει όχι μόνο την ευτυχία αλλά και την αιώνια
σωτηρία του».

Στην επιμονή του Αρούν Αλ Ρασίντ, ότι ο μωαμεθανισμός
είναι η θρησκεία που απεκάλυψε ο Θεός στον άνθρωπο δια του προφήτου του
Μωάμεθ, ο Θεόφιλος δεν δυσκολεύθηκε να χλευάσει την άθεη πίστη και να
ειρωνευτεί τους κρατούντες και υβριστές του.

Την άρνηση του ο
ομολογητής πλήρωσε με ένα σωρό ύβρεις και εξευτελισμούς και παραμονή σε
σκοτεινή και πολύ ανθυγιεινή φυλακή επί τετραετία ολόκληρο.

Κατά το
μακρύ αυτό διάστημα παρά τα συχνά και ανείπωτα βασανιστήρια των
κρατούντων ο πιστός χριστιανός και αλύγιστος ομολογητής έμεινε σταθερός
και άκαμπτος. Μπροστά στα μάτια του έχει πάντα τα λόγια Αυτού του Κυρίου
μας. “Μη φοβηθείτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχή μη
δυναμένων αποκτείναι” (Ματθ. Γ’, 28). Αλλά και τα άλλα του μεγάλου
Αποστόλου. “Ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν
αποκαλυφθήναι, εις ημάς” (Ρωμ. η’, 18).

Δηλαδή μη φοβηθείτε από
εκείνους που θανατώνουν το σώμα δεν έχουν όμως τη δύναμη να θανατώσουν
την ψυχή. Αυτά που υποφέρουμε σ’ αυτή τη ζωή δεν είναι τίποτε αν τα
συγκρίνουμε προς τη δόξα που μέλλει να μας φανερωθεί και να δοθεί κάποια
μέρα σε μας.

Με οδηγό τούτα τα λόγια και συντροφιά την προσευχή και
τη βαθιά του πίστη περνά τις ήμερες και τις ώρες του στη φυλακή με το
μυαλό του δοσμένο στην άπειρη αγάπη του Σωτήρα Χριστού που υπόσχεται και
λέγει: “Τέκνον ούδ’ μη σε άνω ου μη σε εγκαταλείπω”. Παιδί μου, δεν θα
σε αφήσω, ποτέ δεν θα σε εγκαταλείψω. Μείνε μόνο κοντά μου. Κοντά μου
και “πιστός μέχρι θανάτου”. Πιστός μέχρι θανάτου περνά κι ο Θεόφιλος τις
ήμερες του στη βρώμικη φυλακή του βάρβαρου Σαρακηνού.

Τέσσερα χρόνια
μαρτυρικής ζωής πέρασε ο αλύγιστος χριστιανός αγωνιστής. Μια μέρα που
οι βάρβαροι είχαν το μπαϊράμι τους έφεραν στη γιορτή τους και τον πιστό
Θεόφιλο κι άρχισαν ένας – ένας να τον προτρέπουν να απαρνηθεί την πίστη
του, να ασπασθεί τη θρησκεία τους και να γιορτάσει μαζί τους. Ο Θεόφιλος
σε όλες τις προτάσεις τους αυτές έδινε μια απάντηση.

– Γεννήθηκα χριστιανός. Μεγάλωσα χριστιανός. Θα πεθάνω χριστιανός.

Στην
απάντηση του αυτή ύβρεις και κτυπήματα δεχόταν από των βαρβάρων τα
πλήθη. Κάποια στιγμή που οι αρχηγοί των βαρβάρων άρχισαν να υβρίζουν και
να βλασφημούν το άγιο όνομα του Λυτρωτή μας, ο Θεόφιλος δεν κρατήθηκε
αλλά ανταπέδωσε την ύβρη για τη θρησκεία τους και τα πιστεύω τους.

Η
θαρραλέα του Θεόφιλου στάση και απάντηση είχε σαν αποτέλεσμα να
οδηγηθεί αυτός στη μέση του διασκεδάζοντος πλήθους και να δεχθεί τον δια
ξίφους θάνατο. Έτσι έκλεισε η ζωή του αδούλωτου χριστιανού. Τούτο
σημειώνει ο άγιος Θεοφάνης: “Την δια ξίφους τιμωρίαν υπομείνας, μάρτυς
άριστος ανεδείχθη”.

Το λείψανο του γενναίου ομολογητού και νέου
μάρτυρος Θεοφίλου οι κατοικούντες εκεί χριστιανοί το παρέλαβαν με βαθύ
σεβασμό και το κήδεψαν με κάθε τιμή και ευλάβεια. Η μνήμη του ακλόνητου
χριστιανού τιμάται από μεν την Ανατολική Εκκλησία την 30ή Ιανουαρίου,
από δε τη Δυτική την 22α Ιουλίου.

Για την αγάπη της μάνας Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας προς τη θυγατέρα Κύπρο επεστρατεύθη ο αθλητής, “Κρίμασιν
οις οίδε Κύριος” η ναυμαχία είχε το θλιβερό αποτέλεσμα. Με μια άρνηση
της πίστης ο Θεόφιλος θα μπορούσε να γλυτώσει τη ζωή του. Ο αλύγιστος
όμως αγωνιστής προτίμησε να εφαρμόσει του θείου Διδασκάλου τα λόγια που
σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής της Αποκαλύψεως. “Γίνου πιστός άχρι
θανάτου και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής”. (Αποκάλυψη Β’ 10). Κι
έμεινε πιστός μέχρι θανάτου.

Τι ευλογία τα λόγια αυτά να γινόντουσαν και για μας και τη σημερινή νεολαία σύνθημα ζωής!

Άγιε Θεόφιλε, πρέσβευε υπέρ ημών.

Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Την
φιλότητα προς τον Δεσπότην, καθυπέγραψας, τω αίματί σου, και την πλάνην
εναπέπνιξας, άγιε, ημισελήνου γενναίω φρονήματι, ανακηρύξας Χριστού την
θεότητα, όθεν είληφας, Θεόφιλε παμμακάριστε, το στέφος των μαρτύρων εκ
Κυρίου σου.

Κοντάκιο. Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.

Θαλάσσης
νοητής, διαπλεύσας το κύτος, λιμένα ουρανού, εις κατάπαυσιν εύρες,
Θεόφιλε ένδοξε, ως περ ναυς χριστοσφράγιστος, πλάνην Άγαρ δε,
εκμυκτηρίσας εμφρόνως, ωμολόγησας, την του Δεσπότου σου πίστιν, μαρτύρων
αγλάισμα
Ο Άγιος Ιππόλυτος ο Ιερομάρτυρας

Ο
Άγιος Ιππόλυτος καταγόταν από την Αντιόχεια και ήταν Πρεσβύτερος.
Μαρτύρησε κατά την περίοδο του σχίσματος των αιρετικών Νοβατιανών.
Οι Άγιοι Φελισιανός, Φιλιππιανός και οι συν αυτώ Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Φελισιανός και Φιλιππιανός μαρτύρησαν μαζί με άλλους στην Αφρική.
Ο Όσιος Κυριακός ο εν τη μονή Αγίου Σάββα Ασκήσαντας

Ο Όσιος Κυριακός έζησε και ασκήτεψε περί τον 7ο – 8ο αιώνα μ.Χ. και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Άγιος Πέτρος Βασιλέας των Βουλγάρων

Ο
Άγιος Πέτρος ήταν τσάρος της Βουλγαρίας (927-967 μ.Χ.) και υιός του
βασιλέως Συμεών. Είχε νυμφευθεί την εγγονή του βασιλέως Ρωμανού
Λεκαπηνού (920-944 μ.Χ.), Μαρία, η οποία μετονομάσθηκε σε Ειρήνη, λόγω
της ειρήνης που επικράτησε μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων. Ο Άγιος
αγωνίσθηκε εναντίον της αιρέσεως των Βογομίλων ακολουθώντας τη
διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου της Ρίλας. Μετά από έναν ανεπιτυχή πόλεμο
με την Ουγγαρία και τη Ρωσία, κοιμήθηκε το έτος 967 μ.Χ.

Ο Όσιος Ζήνων ο Νηστευτής εκ Κιέβου

Ο Όσιος Ζήνων έζησε τον 14ο αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε στ σπήλαια της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου της Ρωσίας. Κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Άγιος Θεόδωρος ο Νεομάρτυρας ο Μυτιληναίος

Ο
Άγιος Θεόδωρος ήταν έγγαμος και πατέρας τέκνων. Κάποια στιγμή που
βρέθηκε σε στιγμή αδυναμίας και οργής, ασπάσθηκε τον Ισλαμισμό. Ήλθε
όμως στον εαυτό του και συναισθανόμενος το αμάρτημά του μετέβη στο Άγιο
Όρος, όπου και παρέμεινε για αρκετό χρόνο.

Αφού κοινώνησε των
Αχράντων Μυστηρίων προετοιμάσθηκε για το μαρτύριο. Επανήλθε στη Μυτιλήνη
και παρουσιάσθηκε στον κριτή στον οποίο με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό,
αφού τον έλεγξε για το κίβδηλο της μουσουλμανικής θρησκείας. Ο κριτής
εξέδωσε απόφαση, για να θανατωθεί δι’ αγχόνης και τον παρέδωσε στον
άρχοντα Ομέρ Αγά, ο οποίος προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να τον
μεταπείσει.

Ο Άγιος Θεόδωρος με πνευματική ανδρεία επέμενε. Μετά
από φρικτά βασανιστήρια τον οδήγησαν στον τόπο της εκτελέσεως. Ο Μάρτυς,
αφού προσευχήθηκε και ασπάσθηκε το σχοινί της αγχόνης, παρέδωσε την
αγία του ψυχή το έτος 1784. Το τίμιο λείψανό του το έριξαν στη θάλασσα
και βρέθηκε αργότερα στην απέναντι πλευρά της Μυτιλήνης, στον Άγιο
Ιωάννη τον Μόθωνα, όπου με την άδεια των Τούρκων ενταφιάσθηκε στον
παραπλήσιο μικρό ναό.
Ανάμνηση θαύματος Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου στη Ζάκυνθο

Ο
Μεγαλομάρτυς του Χριστού Γεώργιος τιμάται ιδιαίτερα την ημέρα αυτή στη
Ζάκυνθο, διότι συνδέθηκε με τη σωτηρία του νησιού από την πανούκλα του
έτους 1688.

Το έτος 1669 πρόσφυγες Κρήτες που ήλθαν στο νησί της
Ζακύνθου, έφεραν μαζί τους αρχαία εικόνα του Αγίου Γεωργίου, την οποία
κατέθεσαν στο ναό του Αγίου Δημητρίου του Κόλα. Ιερόσυλοι όμως,
απογύμνωσαν αυτή από την αργυρή επένδυσή της.

Μετά οκτώ ημέρες όλη η
εκεί συνοικία προσβλήθηκε από λοιμό, που θεωρήθηκε ως θεία τιμωρία για
την γενόμενη ιεροσυλία. Για τον εξιλασμό του ο λαός κατέφυγε σε νηστεία
και προσευχή και αποφάσισε την ανέγερση ναού επ’ ονόματι του Αγίου
Γεωργίου. Ο αναθηματικός αυτός ναός του Αγίου Γεωργίου των Κομούτων ή
Καμαριώτης φέρει το εξής επίγραμμα: «Γεώργιον τε οία ναόν σοι πόλις,
ανατίθησι της ξένης σωτηρίας».

Ανάμνηση ευρέσεως της εν Τήνω Ιεράς εικόνος Ευαγγελιστρίας

Το γεγονός έλαβε χώρα το έτος 1823, χωρίς να έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτό.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

29 Ιανουαρίου Συναξαριστής, Ανακομιδή Λειψάνων Ιγνατίου Θεοφόρου, των Αγίων επτά Μαρτύρων, των Αγίων Σιλουανού Επισκόπου, Λουκά Διακόνου και Μωκίου Αναγνώστου, Σαρβήλου και Βεβαίας, Βαρσιμαίου, Αφραάτου, Χρυσής, Κωνσταντίου Ιερομάρτυρα, Παπίου και Μαύρου Μαρτύρων, Σαβινιανού Μάρτυρα, Ακυλίνου Πρεσβυτέρου, Ακεψιμά Οσίου, Γκίλντας, Ιγνατίου Σιναΐτου, Λαυρεντίου Οσίου, των Αγίων Γερασίμου, Ιωνά και Πιτιρίμ των εκ Ρωσίας, Δημητρίου Χιοπολίτου.
Ανακομιδή Λειψάνων του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου

Ο
Άγιος Ιερομάρτυς Ιγνάτιος (τιμάται 20 Δεκεμβρίου) ήταν διάδοχος των
Αποστόλων και χρημάτισε δεύτερος Επίσκοπος Αντιοχείας. Υπήρξε, μαζί με
τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητής του
Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου.

Μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Τραϊανού (98-117 μ.Χ.) στη Ρώμη, κατασπαραχθείς από τα θηρία.

Μετά
το φρικτό μαρτύριο του Αγίου, κάποιοι Χριστιανοί μάζεψαν από τον
ιππόδρομο τα εναπομείναντα άγια λείψανά του και τα μετέφεραν στην
Αντιόχεια. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στην Μεγάλη Εκκλησία.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.Ως θησαυρόν
πλουτοποιών δωρημάτων, την των λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τη ποίμνη
σου μετήγαγον εκ Ρώμης ευσεβώς, ήσπερ την επάνοδον, εορτάζοντες ποθώ,
χάριν αρυόμεθα, πολλαπλών ιαμάτων, τους σους αγώνας μέλποντες αεί,
Ιερομάρτυς Ιγνάτιε ένδοξε.

Κοντάκιον  Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερονΕξ
Εώας σήμερον εξανατείλας, και την κτίσιν άπασαν, καταλαμπρύνας
διδαχαίς, τω Μαρτυρίω κεκόσμηται, ο Θεοφόρος και θείος Ιγνάτιος.

Των Αγίων Επτά Μαρτύρων των εν Σαμοσάτοις τελειωθέντων

Οι
Άγιοι επτά Μάρτυρες Φιλόθεος, Υπερέχιος, Άβιβος, Ιουλιανός, Ρωμανός,
Ιάκωβος και Παρηγόριος μόλις έγιναν στρατιώτες του Χριστού, με παρρησία
και θάρρος στηλίτευσαν την πλάνη της ειδωλολατρείας. Για τον λόγο αυτό
συνελήφθησαν από τους ειδωλολάτρες και υποβλήθηκαν σε φρικώδη
βασανιστήρια.

Τέλος, τους κρέμασαν και διατρύπησαν τις τίμιες
κεφαλές αυτών με σιδερένια καρφιά, ενώ οι Άγιοι σε κάθε νέο κτύπημα
ομολογούσαν «είμαι Χριστιανός». Έτσι οι Άγιοι επτά Μάρτυρες παρέδωσαν
τις ψυχές τους στον Θεό και έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.
Οι Άγιοι Σιλουανός ο Επίσκοπος, Λουκάς ο Διάκονος και Μώκιος ο Αναγνώστης

Οι
Άγιοι κατάγονταν από την πόλη των Εμεσηνών της Κοίλης Συρίας και
μαρτύρησαν επί αυτοκράτορα Νουμεριανού Μάρκου Αυρηλίου (283-284 μ.Χ.),
δευτερότοκου υιού του αυτοκράτορα της Ρώμης Κάρου. Συνελήφθησαν το έτος
284 μ.Χ., κατά την περίοδο των διωγμών και προκληθέντες να αρνηθούν τον
Χριστό, επανέλαβαν με πνευματική ανδρεία και γενναιότητα την ομολογία
και την πίστη τους στον Άγιο Τριαδικό Θεό.

Τους έριξαν, λοιπόν, στη
φυλακή μετά από σκληρή μαστίγωση και εκεί τους άφησαν στο μαρτύριο της
δίψας και της πείνας. Παρά τις συνεχείς απειλές και τα μαρτύρια η καρδιά
τους διέμενε άσειστη. Τότε έδωσαν εντολή αν τους φέρουν στο αμφιθέατρο,
όπου γίνονταν θηριομαχίες και να τους ρίξουν στα άγρια θηρία. Οι
Μάρτυρες αντιμετώπισαν και τη δοκιμασία αυτή με πλέον θαυμαστή
καρτεροψυχία. Και όταν τα άγρια θηρία εξόρμησαν εναντίων τους, εκείνοι
παρέμειναν άφοβοι και ατάραχοι προσευχόμενοι στον Κύριο.

Έτσι
μαρτύρησαν οι Άγιοι Σιλουανός, Λουκάς και Μώκιος και έλαβαν το
αμαράντινο στέφανο της δόξας της Τριαδικής Θεότητος. Κατά την διάρκεια
της νύχτας, κάποιοι Χριστιανοί πήγαν και πήραν τα ιερά λείψανα των Αγίων
και τα ενταφίασαν με ευλάβεια.
Οι Άγιοι Σάρβηλος και Βεβαία οι εν Εδέσση Μάρτυρες

Οι
Άγιοι Μάρτυρες Σάρβηλος και Βεβαία (ή Βαρβαία) έζησαν κατά την εποχή
του αυτοκράτορα Τραϊανού (98-117 μ.Χ.).  Ο Άγιος Σάρβηλος ήταν
προηγουμένως ιερέας των ειδώλων και προσήλθε στην πίστη του Χριστού
κατηχηθείς και βαπτισθείς από τον Επίσκοπο της Εδέσσης Βαρσιμαίο. Μαζί
δε με εκείνον ασπάσθηκε την αληθινή πίστη και η αδελφή του, η οποία
ονομαζόταν Βεβαία.

Μόλις ο τοπικός άρχοντας Λυσίας πληροφορήθηκε την
μεταστροφή των Αγίων στην πίστη του Χριστού, τους συνέλαβε και τους
υπέβαλε σε φοβερά βασανιστήρια. Τους ράβδισαν ανηλεώς, έπειτα τους
κτύπησαν με σπαθιά, τους ξέσκισαν το πρόσωπο με αιχμηρά όργανα. Τέλος,
οι δήμιοι του έκοψαν τις τίμιες κεφαλές των Αγίων το έτος 110 μ.Χ. Έτσι
οι Άγιοι εισήλθαν στη βασιλεία του Θεού και τη χαρά του Κυρίου τους.
Ο Άγιος Βαρσιμαίος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Εδέσσης

Ο
Άγιος Ιερομάρτυς Βαρσιμαίος ήταν εκείνος που κατήχησε και βάπτισε τον
Άγιο Σάρβηλο και την αδελφή του Αγία Βεβαία. Για τον λόγο αυτό
καταγγέλθηκε στον ηγεμόνα Λυσία. Ενώπιον του ηγεμόνα ομολόγησε με
παρρησία την πίστη του στον Χριστό. Για την ομολογία του αυτή ο ηγεμόνας
έδωσε εντολή στους στρατιώτες να χτυπήσουν ανηλεώς τον Άγιο και να τον
φυλακίσουν.

Λίγο αργότερα, με την προσωρινή κατάπαυση των διωγμών, ο
Άγιος απελευθερώθηκε και επανήλθε στην Εκκλησία του δοξολογώντας το
Όνομα του Αγίου Θεού.

Ο Άγιος Βαρσιμαίος, αφού έζησε θεοφιλώς το υπόλοιπο του βίου του, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 114 μ.Χ.
Ο Όσιος Αφραάτης

Ο
Όσιος καταγόταν από την Περσία και ήταν ειδωλολάτρης. Έγινε Χριστιανός
στην Έδεσσα, από την οποία έφυγε, για να μονάσει σε ένα από τα
ερημητήρια που ήταν έξω από την Αντιόχεια. Όταν, επί του Αρειανού
αυτοκράτορα Ουάλεντος (364-378 μ.Χ.), εξορίσθηκε ο ορθόδοξος κλήρος της
Αντιόχειας και πολλές πιέσεις ανάγκαζαν τους Χριστιανούς να ασπάζονται
τον Αρειανισμό, ο Όσιος άφησε το ερημητήριό του και ήλθε στην πόλη, όπου
άφοβα και με ζήλο ενθάρρυνε και παρηγορούσε τα πλήθη και στήριζε αυτά
στην Ορθόδοξη πίστη.

Κατάπληξε μάλιστα τον Ουάλεντα, τον οποίο
συνάντησε στην αγορά της πόλεως, με τις εύστοχες απαντήσεις του σε
θεολογικά ζητήματα. Αφιέρωσε την ζωή του στη διακονία του Ευαγγελίου και
αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
Η Αγία Χρυσή η Μάρτυς

Η Αγία Χρυσή μαρτύρησε περί το 41-54 μ.Χ. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο της Αγίας.
Ο Άγιος Κωνστάντιος ο Ιερομάρτυρας

Ο
Άγιος Κωνστάντιος ήταν Επίσκοπος στην πόλη Περούντζια της Ιταλίας και
μαρτύρησε για τον Χριστό επί βασιλείας Μάρκου Αυρηλίου (161-180 μ.Χ.).
Οι Άγιοι Παπίας και Μαύρος οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Παπίας και Μαύρος άθλησαν επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.)
Ο Άγιος Σαβινιανός ο Μάρτυρας

Ο Άγιος Σαβινιανός μαρτύρησε για την πίστη του Χριστού επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού (270-275 μ.Χ.)
Ο Άγιος Ακυλίνος ο Πρεσβύτερος

Ο Άγιος Ακυλίνος ήταν Πρεσβύτερος της Εκκλησίας των Μεδιολάνων και μαρτύρησε κατά την περίοδο των αιρετικών Αρειανών.
Ο Όσιος Ακεψιμάς

Ο
Όμηρος Ευστρατιάδης φρονεί ότι πρόκειται για τον Μάρτυρα Ακεψιμά που
συνεορτάζει μετά των Μαρτύρων Ισηδώρου και Λέοντος στις 7 Δεκεμβρίου.

Ο Άγιος Γκίλντας του Γουάις

Ο
Άγιος Γκίλντας γεννήθηκε περί το 500 μ.Χ. στην Ουαλία και μαθήτευσε
κοντά στον Άγιο Ίλτυντ. Ακολούθησε κατ’ αρχήν τον έγγαμο βίο και όταν
πέθανε η σύζυγός του έγινε μοναχός. Ήταν από τους πολύ μορφωμένους
άνδρες της εποχής του, γι’ αυτό και αποκαλείται «σοφός». Θεωρείται ότι
συνέγραψε έργο στο οποίο κατηγορεί τους άρχοντες της εποχής του, τον
κλήρο και τον λαό, για την ασέβεια και την παρανομία τους. Κατά τα
τελευταία έτη της ζωής του έζησε στη Βρετάνη.

Κοιμήθηκε οσίως περί το 570 μ.Χ.
Ο Όσιος Ιγνάτιος ο Σιναΐτης εκ Ρεθύμνης

Ο
Όσιος και Θεοφόρος Ιγνάτιος καταγόταν από την πόλη του Ρεθύμνου της
Κρήτης και ασκήτεψε στο όρος Σινά. Τηρώντας τους όρους της μοναστικής
πολιτείας, παρθενία, υπακοή και ακτημοσύνη, έφθασε σε ύψη πνευματικής
τελειότητας και καθοδήγησε πνευματικά πολλούς ασκητές.

Ο Όσιος
Ιγνάτιος αξιώθηκε να βρει το άφθαρτο και μυροβλύζον λείψανο του
υποτακτικού του Νικάνδρου, το οποίο αφού εναγκαλίσθηκε και ασπάσθηκε,
ευχαρίστησε τον Θεό που τον πληροφόρησε για την δικαίωση του αγώνος του
πνευματικού του τέκνου.

Ο Όσιος Ιγνάτιος κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Όσιος Λαυρέντιος εκ Κιέβου

Ο
Όσιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στη Ρωσία και εκάρη μοναχός στη μονή του
Αγίου Δημητρίου. Αργότερα μόνασε στη Λαύρα του Κιέβου. Στον ασκητικό του
βίο ακολούθησε και τον οσιακό τρόπο βίου των ασκητών Ισαάκ και Νικήτα.
Το 1182 ο Θεός τον αξίωσε να γίνει Επίσκοπος της πόλεως του Τουρώφ της
περιοχής Μινσκ. Έτσι ασκητικά ζούσε και ως ποιμένας στην επαρχία του.

Ό Όσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1194.
Οι Άγιοι Γεράσιμος, Ιωνάς και Πιτιρίμ εκ Ρωσίας

Οι
Άγιοι Γεράσιμος (κοιμήθηκε το 1441), Πιτιρίμ (κοιμήθηκε το 1455) και
Ιωνάς (κοιμήθηκε το 1471) κατάγονταν από τη Ρωσία και έζησαν τον 15ο
αιώνα μ.Χ. Και οι τρεις διετέλεσαν Επίσκοποι της Μεγάλης Περμ και
κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.
Ο Άγιος Δημήτριος ο Νεομάρτυρας ο Χιοπολίτης

Ο
Άγιος Νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε το έτος 1780 στο Παλαιόκαστρο της
Χίου από γονείς ευσεβείς, τον Απόστολο και την Μαρουλού. Σε νεαρή ηλικία
ήρθε στην Κωνσταντινούπολη και εργαζόταν πλησίον του αδελφού του Ζαννή,
που ήταν έμπορος.

Μνηστευθείς όμως με μια νέα, χωρίς να το γνωρίζει
ο αδελφός του, αποπέμφθηκε από την εργασία του. Η φτώχεια τον έκανε να
θυμηθεί ότι ο Τούρκος Σεΐχ – ουλ – ισλάμης όφειλε στον αδελφό του δύο
δηνάρια, από κάποια αγορά υφασμάτων με πίστωση, πήγε στην οικία του, για
να εισπράξει το οφειλόμενο χρέος και να το χρησιμοποιήσει για τον εαυτό
του. Εκεί βρήκε μια Μωαμεθανή που του εκδήλωσε την αγάπη της λέγοντάς
του ότι ή πρέπει να γίνει Μωαμεθανός για να τη νυμφευθεί ή πρέπει να
πεθάνει. Ο Δημήτριος αιφνιδιάστηκε.

Δέχθηκε τις προτάσεις της
γυναίκας και παρέμεινε στην οικία της ως εξωμότης. Ήλθε όμως στον εαυτό
του και κατά την διάρκεια του ραμαζανίου δραπέτευσε και κρύφθηκε από
Χριστιανική οικογένεια στη συνοικία του Σταυροδρομίου. Ο αδελφός του
Ζαννής έτρεξε να τον συναντήσει.

Ο Δημήτριος έγραψε επιστολή στον
πατέρα του με τα συμβάντα και εξομολογήθηκε στον Πνευματικό τι είχε
πράξει. Μέσα στην καρδιά του φούντωσε ο πόθος του μαρτυρίου. Κοινώνησε
των Αχράντων Μυστηρίων και παρουσιάσθηκε στον Τούρκο διοικητή, προς τον
οποίο ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό.

Οι Χιώτες που διέμεναν
στην Κωνσταντινούπολη μάζεψαν χρήματα, με σκοπό να προσφέρουν αυτά στους
Τούρκους για να τον ελευθερώσουν, φοβούμενοι μήπως ο Δημήτριος λυγίσει
μπροστά στα βασανιστήρια. Όταν ο Δημήτριος πληροφορήθηκε την ενέργεια
αυτή τους επετίμησε και τους παρακάλεσε να προσεύχονται, για να
τελειώσει μαρτυρικά τη ζωή του. Έτσι κι έγινε.

Μετά τα φρικτά
βασανιστήρια ο Δημήτριος παρέμεινε ακλόνητος για την αγάπη του Χριστού
και αποκεφαλίσθηκε το έτος 1802. το τίμιο λείψανό του το παρέλαβαν οι
Χριστιανοί και ενταφίασαν αυτό σε κάποιο μοναστήρι στο νησί Πρώτη.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

28 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Εφραίμ του Σύρου, Παλλαδίου Οσίου, Ιακώβου Ασκητού, της Αγίας μητρός και της θυγατρός της, Χάριτος, Γεωργίου Μάρτυρα, Εφραίμ εκ Ρωσίας, Εφραίμ εκ Κιέβου, Θεοδοσίου της Τότμα, Ισαάκ του Σύρου, Μνήμη όλων των Ερημιτών.
Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη
της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου
Κωνσταντίνου (324-337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) και
των διαδόχων αυτού.

Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη
και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309-364 μ.Χ.),
ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει
μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το
φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και
ηθικής οικοδομής.

Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το
κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε
να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την
Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό
Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα
ευσέβεια.

Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο
διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363-364 μ.Χ.), η Νίσιβης
παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και
ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370
μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και
λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373
μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην
περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.

Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Ρείθρον
άυλον, εν τη ψυχή σου, τον ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως
κρατήρ αναδέδειξαι, όθεν ημάς προς ηθών τελειότητα, τοις ιεροίς σου
ρυθμίζεις διδάγμασιν. Εφραίμ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι
ημίν το μέγα έλεος.

Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.

Την
ώραν αεί, προβλέπων της ετάσεως, εθρήνεις πικρώς, Εφραίμ ως φιλήσυχος,
πρακτικός δε γέγονας, εν τοις έργοις διδάσκαλος Όσιε. Όθεν Πάτερ
παγκόσμιε, ραθύμους εγείρεις προς μετάνοιαν.
Ο Όσιος Παλλάδιος

Ο
Όσιος Παλλάδιος καταγόταν από τη Συρία και ασκήτεψε στο όρος Ήμμη (ή
Ίμμαι). Εκεί έκτισε ένα μικρό κελί και κλείσθηκε μέσα με αγρυπνία,
νηστεία και αδιάλειπτη προσευχή.

Έτσι έλαβε από τον Θεό το χάρισμα
της θαυματουργίας. Ένα από τα θαύματά του, το οποίο διηγείται ο
Θεοδώρητος Κύρου, στη Φιλόθεο Ιστορία του, είναι και το εξής:

Κάποιοι
ληστές έριξαν προς της θύρας του Οσίου έναν πλούσιο έμπορο, τον οποίο
αφού λήστεψαν, τον έσφαξαν. Όταν ξημέρωσε και έγινε γνωστό το έγκλημα,
όλοι θεώρησαν ένοχο για την σφαγή του εμπόρου τον Όσιο. Όμως, ο Όσιος
προσευχήθηκε στον Θεό και ανέστησε το νεκρό. Εκείνος, μόλις αναστήθηκε
υπέδειξε τον φονιά και δήλωσε ότι ο Όσιος δεν έχει καμία σχέση με το
προαναφερθέν σε αυτόν έγκλημα.

Έτσι, αφού ο Όσιος Παλλάδιος έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Όσιος Ιάκωβος ο Ασκητής

Ο
Όσιος Ιάκωβος έγινε μοναχός και ασκήτεψε επί δέκα πέντε χρόνια σε ένα
σπήλαιο, κοντά στην κωμόπολη Πορφυρεώνη. Κατά την διάρκεια του
πνευματικού του αγώνα υπέβαλλε τον εαυτό του σε κάθε είδους άσκηση και
κακουχία.

Κάποτε μερικοί ακόλαστοι και φθονεροί άνθρωποι οδήγησαν
στον Όσιο μια πόρνη. Αυτή, αφού με δόλο κατόρθωσε να εισέλθει στο κελί
του, τον προκαλούσε να διαπράξει αμαρτία μαζί της. Εκείνος όμως της
υπενθύμισε την τιμωρία του μέλλοντος πυρός. Έτσι, την έκαμε να
συναισθανθεί την αμαρτωλότητά της, να μετανοήσει, να αλλάξει τρόπο ζωής
και να ακολουθήσει πλέον αναγεννημένη πνευματικά τον Χριστό.

Επειδή
όμως κανένας δεν ξεφεύγει από τις ενέδρες του διαβόλου, συνέβη και ο
Όσιος αυτός να πέσει σε μεγάλο παράπτωμα, για να γίνει παράδειγμα σε
όλους τους αμαρτωλούς και οδηγός προς μετάνοια. Να, λοιπόν, τι συνέβη:
Κάποιος άνθρωπος επιφανής είχε μια θυγατέρα δαιμονισμένη, την οποία πήγε
στον Όσιο να την θεραπεύσει. Εκείνος προσευχήθηκε και αμέσως το
δαιμόνιο έφυγε και άφησε ελεύθερη τη νέα.

Ο πατέρας της όμως, επειδή
φοβόταν μήπως και πάλι το δαιμόνιο ενοχλήσει την θυγατέρα του, την
άφησε στο σπήλαιο του Αγίου. Για συντροφιά της άφησε εκεί και το νεότερο
αδελφό της. Ο ασκητής όμως Ιάκωβος νικήθηκε από την επιθυμία και
διέφθειρε τη νέα. Και στη συνέχεια, για να μη γνωστοποιηθεί η μυσαρή του
πράξη και εξευτελισθεί, φόνευσε και τη νέα και τον αδελφό της και έριξε
τα σώματά τους στο ποτάμι που ήταν εκεί κοντά.

Ύστερα από τα φοβερά
αυτά εγκλήματα που διέπραξε, έχασε κάθε ελπίδα για σωτηρία και του
δημιουργήθηκε η ακατάσχετη επιθυμία να αφήσει την ασκητική ζωή και να
επανέλθει στον κόσμο. Στο δρόμο όμως τον συνάντησε κάποιος ευλαβής
μοναχός, στις παραινέσεις του οποίου πειθάρχησε ο Όσιος, που αποφάσισε
να κλειστεί μέσα σε ένα τάφο και να υπομείνει κάθε σκληραγωγία.

Εκείνο
τον χρόνο σημειώθηκε στη χώρα μεγάλη ξηρασία και ο Θεός κατά θαυμαστό
τρόπο μήνυσε στον Επίσκοπο της πόλεως ότι, αν δεν προσευχηθεί ο Όσιος
Ιάκωβος που διαμένει στον τάφο, δεν θα λάβει τέλος η ανομβρία.

Αμέσως
λοιπόν, τότε ο Επίσκοπος επισκέφθηκε τον Όσιο, μαζί με όλο τον λαό και
τον παρακάλεσε να προσευχηθεί, για να ανοίξουν οι κρουνοί του ουρανού. Ο
Όσιος, μετά από την παράκληση του Επισκόπου, προσευχήθηκε με άκρα
ταπείνωση και βαθιά πίστη στον Θεό. Και ο Θεός άκουσε την προσευχή του,
διότι, αν και είχε διαπράξει βαρύτατα αμαρτήματα, είχε ειλικρινά
μετανοήσει και έστειλε πλούσια την βροχή στη γη.

Το θαύμα αυτό έδωσε
στον Όσιο την ελπίδα αλλά και τη βεβαιότητα ότι ο Θεός τον συγχώρεσε.
Και με την ελπίδα και τη βεβαιότητα αυτή συνέχισε τον επίπονο ασκητικό
του βίο.

Έτσι αγωνιζόμενος κοιμήθηκε με ειρήνη.
Οι Αγίες δύο Μάρτυρες, Μητέρα και Θυγατέρα

Είναι άγνωστο που και πότε μαρτύρησαν διά ξίφους, οι δυο γυναίκες μάρτυρες, η μητέρα με την θυγατέρα της.
Η Αγία Χάρις

Είναι άγνωστο που και πότε μαρτύρησε κόβοντάς της τα πόδια, η Μάρτυς Χάρις.

Ο Άγιος Γεώργιος ο Μάρτυρας

Ο
Άγιος Μάρτυρας Γεώργιος καταγόταν από την Ουγγαρία, αλλά έζησε στην
πόλη Ροστώβ της Ρωσίας και ήταν στην υπηρεσία του πρίγκηπα Βόριδος
Βαλντιμίροβιτς. Μαρτύρησε το έτος 1015.
Ο Όσιος Εφραίμ ο εκ Ρωσίας

Ο
Όσιος Εφραίμ του Νοβοτόρζσκϊυ γεννήθηκε στη Ρωσία και εκάρη μοναχός στη
μονή των Αγίων Βόριδος και Γκλεμπ του Τορζόκ. Ο Όσιος, αφού έζησε
θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1053.

Ο Όσιος Εφραίμ ο εκ Κιέβου

Ο
Όσιος Εφραίμ γεννήθηκε στο Κίεβο και ήταν οικονόμος του πρίγκιπα του
Κιέβου Ιζιασλάβου, υιού του Γιαροσλάβου (1054-1068). Έγινε μοναχός και
ασκήτεψε στη Μεγάλη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Αλλά ο μισόκαλος
διάβολος εφρύαξε βλέποντας να πληθύνεται η οικογένεια των μοναχών.

Έκανε,
λοιπόν, τον ηγεμόνα Ιζιασλάβο να οργισθεί και να προκαλέσει πολλές
θλίψεις στους Πατέρες των Σπηλαίων. Όταν η δοκιμασία πέρασε, ο Όσιος
επιδόθηκε με ιερό ζήλο στην άσκηση και την προσευχή. Η επιθυμία του να
επισκεφθεί αγίους τόπους οδήγησε τα βήματά του στην Κωνσταντινούπολη και
την Παλαιστίνη.

Ήθελε να προσκυνήσει τα μέρη που αγωνίσθηκαν και
έζησαν οι Άγιοι Απόστολοι, οι μεγάλοι Πατέρες και Ασκητές της ερήμου.
Επιστρέφοντας στην Λαύρα του Κιέβου έφερε το μοναστικό τυπικό και την
εκκλησιαστική τάξη των μοναχών της μονής Στουδίου της
Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Όσιος Εφραίμ εξελέγη περί το 1090, Επίσκοπος
της πόλεως Περεγιασλάβ και χειροτονήθηκε από τον Μητροπολίτη Κιέβου
Ιωάννη. Έτσι, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1098 και
ενταφιάσθηκε στη Λαύρα του Αγίου Αντωνίου του Κιέβου.

Ο Όσιος Θεοδόσιος της Τότμα

Ο
Όσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε τον 16ο αιώνα μ.Χ. στην πόλη Βολογκντά της
Ρωσίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιουλιανός. Ασκήτεψε στη μονή της Τότμα
και θεωρείται από τις μεγαλύτερες οσιακές μορφές της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο
Όσιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1568.
Ο Όσιος Ισαάκ ο Σύρος Επίσκοπος Νινευί

Έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ.

Δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες για τον Βίο του Οσίου Ισαάκ.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

27 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Ανακομιδή Λειψάνων Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μαρκιανής Βασιλίσσης, Κλαυδιανού Οσίου, Δημητριανού Θαυματουργού, Άσκιοτ Βασιλέως, Τίτου Οσίου, Δημητρίου νεομάρτυρα, Πέτρου Ζβέρεφ.
Ανακομιδή Λειψάνων Ιωάννου Χρυσοστόμου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

Ο
ιερός Ιωάννης ο Χρυσόστομος, επειδή δεν έκανε διακρίσεις ανάμεσα στα
πρόσωπα στην απόδοση του δικαίου και έλεγχε και την ίδια την βασίλισσα
Ευδοξία για τις παρανομίες και τις αδικίες της, εξορίσθηκε δύο φορές,
αλλά και πάλι ανακλήθηκε από την εξορία. Εξορίστηκε όμως και πάλι για
τρίτη φορά.

Η έκπτωση του ιερού Χρυσοστόμου από τον Πατριαρχικό θρόνο προκάλεσε
σχίσμα μέσα στην Εκκλησία. Οπαδοί του, που καλούνταν «Ιωαννίτες», δεν
αναγνώριζαν τον διάδοχό του, παρά τις επίμονες συστάσεις να υπακούσουν
στους νέους εκκλησιαστικούς άρχοντες και να διαφυλάξουν την ενότητα της
Εκκλησίας.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος οδηγήθηκε στην Κουκουσό και από εκεί στην
Αραβισσό και έπειτα, στιν 10 Ιουνίου του έτους 404 μ.Χ., στην Πιτιούντα
του Πόντου.

Η πορεία του μέχρι εκεί, ήταν όχι μόνο περιπετειώδης, αλλά κυριολεκτικά μαρτυρική, γεμάτη από κακουχίες και δεινοπαθήματα.

Εκεί λοιπόν, στην Πιτιούντα, ο ένσαρκος Άγγελος κλήθηκε από τον πάντων
Δεσπότη στις αιώνιες σκηνές, το έτος 407 μ.Χ., ενώ το άγιο σκήνωμά του
ενταφιάσθηκε στα Κόμανα του Πόντου μαζί με τα άγια λείψανα των Αγίων
Μαρτύρων Βασιλίσκου και Λουκιανού, καθώς είχε αποκαλυφθεί σε αυτόν από
αυτούς τους ίδιους διά νυκτερινής οπτασίας, όταν ακόμη ζούσε.Το σχίσμα των «Ιωαννιτών» αποκαταστάθηκε με την ανακομιδή των ιερών
λειψάνων του Αγίου στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 438 μ.Χ., επί
Πατριάρχου Πρόκλου. Η μεταφορά των ιερών λειψάνων από τα Κόμανα
συνοδεύτηκε από μια επιστολή – διαταγή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β’,
υιού του Αρκαδίου και της Ευδοξίας, η οποία έγραφε:

«Επιστολή Βασιλέως Θεοδοσίου προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, Διδάσκαλο και Πνευματικό Πατέρα Ιωάννη τον Χρυσόστομο.

Επειδή, Πάτερ τίμιε, θεωρήσαμε το σώμα σου νεκρό, όπως συμβαίνει με τα
άλλα, θελήσαμε απλώς να το πάρουμε και να το μεταφέρουμε προς εμάς. Γι’
αυτό και δικαίως αστοχήσαμε στον πόθο μας.

Αλλά συ τουλάχιστον, Πάτερ τιμιότατε, που δίδαξες σε όλους την μετάνοια,
συγχώρησέ μας που σε παρακαλούμε και σαν παιδιά που αγαπάμε τους
πατέρες μας επίδωσέ μας τον εαυτό σου και εύφρανε με την παρουσία σου
αυτούς που σε ποθούν».

Αυτή την επιστολή του αυτοκράτορα την πήγαν στον Άγιο και την
τοποθέτησαν πάνω στην λάρνακά του. Τότε ο Άγιος έδωσε τον εαυτό του
στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα και έτσι αυτοί μετέφεραν την λάρνακα
που περιείχε το άγιο λείψανο στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να κοπιάσουν
καθόλου.

Η υποδοχή των ιερών λειψάνων του Αγίου υπήρξε παλλαϊκή. Σύσσωμος λαός,
κλήρος και μοναχοί, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα, τους αυλικούς, τη
σύγκλητο και όλους τους άρχοντες, υποδέχθηκαν και προσκύνησαν με σεβασμό
τα λείψανά του.

Με πολύ ευλάβεια μετέφεραν αρχικά τη λάρνακα στο ναό του Αποστόλου Θωμά,
στα Αμαντίου, έπειτα δε στο ναό της Αγίας Ειρήνης. Εκεί έβαλαν το άγιο
λείψανο πάνω στο σύνθρονο και άπαντες εβόησαν: «Απόλαβε τον θρόνο σου,
Άγιε».

Στη συνέχεια η λάρνακα τοποθετήθηκε σε αυτοκρατορική άμαξα και
μεταφέρθηκε στο περιώνυμο ναό των Αγίων Αποστόλων. Εκεί έβαλαν το άγιο
λείψανο πάνω στην ιερή καθέδρα και έγινε το θαύμα: ο Άγιος επεφώνησε
προς τον λαό το «Ειρήνη πάσι». Έπειτα το εναπέθεσαν μέσα στο Άγιο Βήμα,
κάτω από την Αγία Τράπεζα.

Η Σύναξη του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ετελείτο στο πάνσεπτο ναό των
Αγίων Αποστόλων. Ιερά λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
αφιέρωσε διά χρυσοβούλλου στη Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους ο
αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (969-976 μ.Χ.) και τεμάχιο της αριστεράς
χειρός ο Ανδρόνικος ο Παλαιολόγος (1282-1328), διά χρυσοβούλλου, τον
Ιούλιο του έτους 1284, στη Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Επίσης,
τμήματα του ιερού λειψάνου φυλάσσονται στις μονές Βατοπαιδίου, Ιβήρων,
Αγίου Διονυσίου και Δοχειαρίου.

Απολυτίκιον  Ήχος πλ. δ’.

Η του στόματός σου καθάπερ πυρσός εκλάμψασα χάρις, την οικουμένην
εφώτισεν, αφιλαργυρίας τω κόσμω θησαυρούς εναπέθετο, το ύψος ημίν της
ταπεινοφροσύνης υπέδειξεν. Αλλά σοις λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ιωάννη
Χρυσόστομε, πρέσβευε τω Λόγω Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος α’. Χορός Αγγελικός

Εφράνθη μυστικώς, η σεπτή Εκκλησία, τη ανακομιδή, του σεπτού σου
λειψάνου, και τούτο κατακρύψασα, ως χρυσίον πολύτιμον, τοις υμνούσί σε,
αδιαλείπτως παρέχει, ταις πρεσβείαις σου, των ιαμάτων την χάριν, Ιωάννη
Χρυσόστομε.

Η Αγία Μαρκιανή η Βασίλισσα

Η Αγία Μαρκιανή ήταν σύζυγος του Ιουστίνου Α’ του Γέροντος (518-527
μ.Χ.). Διακρινόταν για την ευσέβεια, το ασκητικό του βίου της και τη
φιλανθρωπία της. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη και ενταφιάσθηκε στο ναό των
Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Όσιος Κλαυδιανός

Ο Άγιος Κλαυδιανός ήταν μοναχός και κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
Ο Όσιος Πέτρος ο Αιγύπτιος

Ο Άγιος Πέτρος ήταν μοναχός και μαθητής του Αββά Λωτ και κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
Ο Άγιος Δημητριανός ο Θαυματουργός Επίσκοπος Ταμασσού Κύπρου

Από
τις πολύ ολίγες πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτόν μανθάνουμε ότι
γεννήθηκε στην Ταμασσό κι έζησε σ’ αυτήν τα πρώτα χρόνια του
Χριστιανισμού.

Ήταν τότε ακόμη που η ειδωλολατρία κι η ειδωλομανία προέβαλλε δυνατά της Αφροδίτης το άστρο και τη λατρεία.

Το κήρυγμα του Ιησού που έφεραν στην Κύπρο οι τρεις απόστολοι Βαρνάβας
και Παύλος και Μάρκος άρχισε σιγά – σιγά να προχωρεί σ’ όλο το νησί.
Στην Ταμασσό με κέντρο μια σπηλιά που υπάρχει ως σήμερα και που
χρησίμευε στην αρχή ως κατοικία και εκκλησία και επισκοπή αγωνίζονται οι
πρώτες εκείνες μορφές ο Ηρακλείδιος, ο Μύρων, ο Μνάσων κι οι άλλοι
συνεργάτες τους να ανάψουν και να προβάλουν παντού το φως του Χριστού,
το ιλαρόν φως της νέας ζωής.

Σ’ αυτή τη σπηλιά στην οποία οι πρώτοι χριστιανοί όχι μονάχα
παρακολουθούσαν το κήρυγμα για τον Χριστό, αλλά και βαφτίζονταν και
προσεύχονταν και τελούσαν τις διάφορες ακολουθίες τους, σ’ αυτήν ακόμη
βρίσκεται κι ο τάφος του αγίου Ηρακλειδίου.

Κάποια μέρα που ο γηραιός επίσκοπος βρισκόταν άρρωστος στο σπήλαιο του
με πυρετό, μια ομάδα μανιασμένων ειδωλολατρών όρμισαν μέσα στο σπήλαιο,
έσυραν έξω τον άγιο και τον σκότωσαν. Ο άγιος απέθανε προσευχόμενος για
τους δήμιους του στην ηλικία των 60 χρόνων.

Οι χριστιανοί μαθητές με θλίψη βαριά πήραν το άγιο λείψανο και το έθαψαν
μέσα στη σπηλιά. Τα θαύματα που έκανε, όταν ήταν στη ζωή, συνεχίστηκαν
και μετά τον θάνατο του και συνεχίζονται και σήμερα. “Θαυμαστός ο Θεός
εν τοις αγίοις αυτού”.

Η θρησκεία του Ιησού Χριστού, με τις ενέργειες του Ηρακλειδίου, τον ζήλο
του και τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του προχωρούσε καθημερινά. Μετά
τον θάνατο του την ευθύνη του όλου έργου ανέλαβε ο Μνάσωνας.

Αυτόν είχε χειροτονήσει ο Ηρακλείδιος επίσκοπο, όταν ακόμη ζούσε. Αυτός
συνέχισε το έργο του Ηρακλειδίου μέχρι τα βαθιά του γηρατειά. Πολλά
θαύματα έκαμε όσο ζούσε. Πολλά κι όταν απέθανε. Πριν πεθάνει χειροτόνησε
επίσκοπο της Ταμασσού τον Ρόδωνα.

Με γοργά βήματα η διδασκαλία του Χριστού χάρη στον φλογερό ζήλο των
πρώτων χριστιανών προχωρεί με ενθουσιασμό στης Ταμασσού την πόλη. Πολλοί
οι άγιοι που παρουσιάσθηκαν σ’ αυτή, Ένας τέτοιος άγιος είναι κι ο
Δημητριανός.

Πότε ακριβώς γεννήθηκε δεν γνωρίζουμε. Ο πανδαμάτορας χρόνος έσβησε από
της μνήμης το βιβλίο τη σχετική χρονολογία. Αυτό που συμπεραίνουμε από
την όλη ζωή του είναι τούτο: Γνώρισε τον Χριστό, όπως λέγει κι ο
υμνογράφος του, από τη βρεφική του ηλικία. “Εκ βρέφους εγένου του Κυρίου
εραστής”.

Γνώρισε τον Χριστό και τον αγάπησε με όλη την ψυχή του. Μπροστά του ένα
και μόνο πράγμα βλέπει κι ένα ποθεί και θέλει παντού και πάντοτε. Του
Κυρίου το θέλημα. Μ’ αυτό μεγαλώνει. Μ’ αυτό ζει κι αυτό προβάλλει τόσο
με τα λόγια του, όσο και το παράδειγμα του.

Κάποτε που είχε αρρωστήσει ο πνευματικός πατέρας της κοινότητας ο
ιερέας, ο τότε επίσκοπος του οποίου ο Δημητριανός ήταν σε όλα το δεξί
του χέρι, τον κάλεσε και κατά παράκληση των πιστών Χριστιανών τον
χειροτόνησε πρεσβύτερο.

Οι αγνές ψυχές πανηγυρίζουν. Γιατί ο Δημητριανός με ζήλο φλογερό
εργαζόταν πάντοτε για την πνευματική πρόοδο του λαού. Στο πρόσωπο του
βρήκαν οι πιστοί τον πνευματικό πατέρα και καθοδηγητή, τα ορφανά τον
προστάτη, οι άρρωστοι τον στοργικό αδελφό και “οι εν θλίψεσι την
παρηγορίαν”.

Κι όταν μετά από καιρό ο τότε επίσκοπος κοιμήθηκε, ολόκληρος ο λαός και
πάλι κάλεσε και ανέβασε στον επισκοπικό θρόνο της ξακουστής πόλεως τον
άξιο σε όλα Δημητριανό.

Στην καινούργια αύτη θέση η αγία του μορφή προβάλλει παντού, ώστε ο
ιερός υμνογράφος να τον υμνεί: “Της Ταμασσού βλάστημα, καύχημα των
Περάτων, πηγήν των θαυμάτων, ιαμάτων ταμείον

άσυλον και των Κυπρίων αγλάισμα”.

Αλλά και του λαού η παράδοση κι ο σεβασμός μένει ως σήμερα πολύ υψηλά.
Αυτό μαρτυρεί α) η ευρυχωρία του ναού που η ευσέβεια των παλαιοτέρων
κατοίκων των Περάτων αφιέρωσε στ’ όνομα του σε μια μαγευτική θέση και
του οποίου τα ερείπια προβάλλουν επιβλητικά μέχρι σήμερα. Και β) η
χειρόγραφος φυλλάδα που περιέχει την ακολουθία του και στην οποία
αναγράφεται κι η μέρα της μνήμης του, 27 Ιανουαρίου.

Η όλη του πνευματική ζωή συνέβαλε τα μέγιστα στην εξάπλωση του
χριστιανισμού όχι μόνο στην πόλη της Ταμασσού, αλλά και στα γύρω χωριά.
Τύπος υπομονής ο ίδιος και πρότυπο αρετής βοήθησε

στα χρόνια εκείνα στην ειρηνική ζωή του πιστού λαού του και στην πνευματική του άνοδο.

Αλλά και θαύματα πολλά αναφέρεται ότι έκαμε όταν ζούσε, μα και όταν
κοιμήθηκε. Οι γυναίκες των Περάτων τον θεωρούν πολύ θαυματουργό και
συχνά επισκέπτονται τα ερείπια του ναού του, ανάβουν καντήλια στο
βαθούλωμα των ερειπίων και εκζητούν τις πρεσβείες του στα προβλήματα και
τις ανάγκες τους. Ένα τέτοιο θαύμα που έγινε προ καιρού είναι και
τούτο:

Ένας χριστιανός από τα Πέρα, για το κτίσιμο του σπιτιού του πήγε και
πήρε από τα ερείπια του ναού του αγίου τις πελεκητές πέτρες με τις
οποίες ήταν φτιαγμένο το ανώφλι του ναού, για να φτιάξει με αυτές το
ανώφλι του ιδικού του σπιτιού.

Είχε δε στη σκέψη να πάει την επομένη να πάρει και τις άλλες πελεκητές
πέτρες με τις όποιες ήταν κατασκευασμένες οι παραστάδες της θύρας του
ναού για να τις χρησιμοποιήσει κι αυτές για το δικό του σπίτι.

Τη νύχτα όμως παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο άγιος και του έκαμε αυστηρή
παρατήρηση. Αυτός όμως δεν έλαβε υπ’ όψη τη σύσταση του αγίου και την
επόμενη νύχτα πήγε πάλι και κουβάλησε και τις υπόλοιπες πέτρες. Τη νύχτα
παρουσιάστηκε και πάλι ο άγιος στον ύπνο του και του έκανε ξανά αυστηρή
παρατήρηση για την παρακοή του.

Για να μην επαναλάβει δε άλλη φορά την κακή του πράξη, του έδωκε και δύο
μπάτσους· τον ένα από τη δεξιά μεριά και τον άλλο από την αριστερά. Το
αποτέλεσμα της τιμωρίας αυτής ήταν από το βράδυ εκείνο να μείνει κουφός,
καθ’ όλον τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Κι ακόμη τις υπόλοιπες
πέτρες δεν τόλμησε να πάει να τις πάρει.

Γι’ αυτό κι οι πέτρες με τις οποίες κτίστηκαν οι παραστάδες της θύρας
του σπιτιού είναι πολύ διαφορετικές και ξεχωρίζουν ως σήμερα.

Στενή η θύρα και γεμάτος δυσκολίες ο δρόμος που οδηγεί στη χαρούμενη και
ευτυχισμένη ζωή. Αυτή την αλήθεια που ο ίδιος ο Κύριος συνιστά σ’ εμάς
είναι καιρός κι εμείς μιμούμενοι τους αγίους

πατέρες της Εκκλησίας μας να κάνουμε βίωμα και ζωή μας.

Τόπος αμαρτίας ήταν το νησί μας. Σαν χείμαρρος η διαφθορά έσπρωχνε τους
δυστυχισμένους κατοίκους στην καταστροφή. Όταν όμως η θρησκεία του
γλυκύτατου Ιησού με τους ευλογημένους φορείς της, τους τρεις αποστόλους,
τον Βαρνάβα, τον Παύλο και τον Μάρκο έφθασε και κηρύχτηκε στο μαρτυρικό
νησί μας, τα πράγματα άλλαξαν αμέσως.

Πώς ξεκίνησαν οι πρώτοι χριστιανοί! Από μια σπηλιά! Τι δυσκολίες, τι
διωγμούς και τι κινδύνους πέρασαν! Με το θάρρος όμως που εναποθέτει στις
αγνές καρδιές ο Χριστός δυναμωμένοι προχώρησαν.

Το αποτέλεσμα μαρτυρεί και βεβαιώνει η Ιστορία. Σε λίγα χρόνια το νησί
της Αφροδίτης και της διαφθοράς γίνεται νησί της Παναγίας και των αγίων.
Η προσφορά σ’ αυτό του αγίου Λαζάρου, του Ηρακλειδίου, του Μύρωνος και
Μνάσωνος, του αγίου Δημητριανού κι όλων των άλλων εργατών της αρετής
είναι ανυπολόγιστη. Δύσκολοι οι καιροί κι οι κίνδυνοι πολλοί. Όμως δεν
δείλιασαν, πήραν το στενό το μονοπάτι κι έγραψαν την ωραιότερη ιστορία.

Ας τους μιμηθούμε. Μόνον έτσι θα χαρούμε την εδώ ζωή μας, αλλά και θα
αξιωθούμε να ιδούμε την αγαπημένη μας Κύπρο στου Χριστού το φως
λουσμένη, ελεύθερη κι ευτυχισμένη, και από όλους τιμημένη. Αμήν.

Απολυτίκιο. Ήχος α’

Των Κυπρίων το κλέος, Ταμασέων ο Πρόεδρος, φύλαξ και φρουρός των
Περάτων, Δημητριανέ Πατήρ ημών, αναδειχθείς, διό τυφλόν εφώτισας ποτέ,
το φως ενεδίδου τηλαυγώς, και ανέκραξε δε ούτως, τω δια σου με φωτίσαντι
Δόξα σοι. Δόξα τω ούτως ευδοκήσαντι Θεώ, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα
τω ενεργούντι δια σου τοιαύτα τέρατα.

Έτερο Απολυτίκιο. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.

Από βρέφους Κυρίω εκολλήθης, μακάριε Δημητριανέ Ταμασέων, ποιμενάρχα
πανάριστε, συγκλείσας εν ψυχή σου θησαυρόν, της πίστεως Δεσπότου
αληθούς, και ωδήγησας τα τέκνα σου θαυμαστός, προς γνώσιν της θεότητας,
δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω αγιάσαντι, δόξα τω δεδωκότι σοι
ημίν, προστάτην ακαταίσχυντον.

Κοντάκιο . Ήχος δ’. Ο υψωθείς.

Ηρακλειδίου διεδέξω τον θρόνον, και των θαυμάτων ειλη φώς θείαν χάριν,
την Κύπρον κατεφώτισας, ώ Δημητριανέ, θεσπεσίω βίω σου και γλυκύτητι
λόγων, όθεν πλάνην έτρεψας, των ειδώλων γενναίως, και τον Χριστόν
ενώκησας ψυχαίς, ως ιεράρχης φωτί αυγαζόμενος.
Ο Άγιος Άσκιοτ ο Βασιλέας

Ο Άγιος Άσκιοτ γεννήθηκε και βασίλευσε στη Γεωργία τον 9ο αιώνα μ.Χ. Ο
ευσεβής ηγεμόνας ανήγειρε πολλούς ναούς και αρκετές μονές. Φονεύθηκε υπό
των Αράβων μέσα στο ναό του κάστρου του Αρτανούγκι της Γεωργίας, τον
οποίο είχε κτίσει. Στα Γεωργιανά Συναξάρια αναφέρεται και ως
Κουροπαλάτης.

Ο Όσιος Τίτος εκ Κιέβου

Ο Όσιος Τίτος γεννήθηκε στη Ρωσία. Ήταν στρατιώτης αλλά από αγάπη στον
Θεό εγκατέλειψε τον κόσμο και έγινε μοναχός στη Μεγάλη Λαύρα των
σπηλαίων του Κιέβου. Ο Όσιος Τίτος κοιμήθηκε με ειρήνη περί τον 11ο
αιώνα μ.Χ.

Ο Άγιος Δημήτριος ο Νεομάρτυρας

Ο Άγιος Νεομάρτυς Δημήτριος, που διακρινόταν για το κάλλος του προσώπου
του και το ήθος της καρδιάς του, εργαζόταν στο Γαλατά Κωνσταντινουπόλεως
σε κάποιο οινοπωλείο που ανήκε στον Χριστιανό Χατζή Παναγιώτη.

Κάποιοι από τους θαμώνες του οινοπωλείου, Μωαμεθανοί από τον Πόντο,
προσπάθησαν να προσηλυτίσουν τον Δημήτριο. Μια μέρα που αυτοί μέθυσαν,
εκδιώχθηκαν από το οινοπωλείο από τον ιδιοκτήτη και τον Δημήτριο.

Η βίαιη αυτή εκδίωξη εξόργησε τους Μωαμεθανούς που αποφάσισαν να
εκδικηθούν τον Δημήτριο. Τον κατήγγειλαν ψευδώς ως δράστη του
τραυματισμού του Μωαμεθανού συντρόφου τους την ημέρα που μέθυσαν.

Προσαχθείς ο Δημήτριος ενώπιον του βεζύρη δεν κατάφερε να αποδείξει την
αθωότητά του. Έτσι τέθηκε σε αυτόν το δίλλημα της τουρκικής
μισαλλοδοξίας, δηλαδή να διαλέξει μεταξύ εξισλαμισμού και θανάτου. Ο
Μάρτυς δεν αρνήθηκε τον Χριστό, παρά τους εκφοβισμούς, τις υποσχέσεις
και τους δελεασμούς. Μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη το 1784 και
ετελειώθη διά ξίφους.
Ο Άγιος Πέτρος Ζβέρεφ ο Ιερομάρτυρας

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Πέτρος, μαρτύρησε το έτος 1929.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.



Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

26 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Ξενοφώντος και της συμβίας αυτού Μαρίας και των τέκνων αυτού Αρκαδίου και Ιωάννου, Συμεών Παλαιού, των Αγίων Ανανίου Πρεσβυτέρου, Πέτρου δεσμοφύλακος και επτά στρατιωτών, των Αγίων δύο Μαρτύρων, Αμμωνά Οσίου, Μνήμη του μεγάλου σεισμού, Γαβριήλ Οσίου, μνήμη ανακομειδής λειψάνων Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου, Κλήμεντος Οσίου, Δαυίδ Βασιλέως, Αρκαδίου Οσίου, Γαβριήλ Μητροπολίτου, Κυρίλλου Μητροπολίτου.
Ο Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου του Μαρίας και των τέκνων Αρκαδίου και Ιωάννου (Εορτή Ξενοφών)

Ο Όσιος Ξενοφών κατοικούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Ιουστίνου Α’ (518-527 μ.Χ.) και Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.). Ήταν πλούσιος συγκλητικός και διακρινόταν για την βαθιά ευσέβειά του προς τον Θεό.

Είχε δύο παιδιά, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη. Μόλις αυτά τελείωσαν τα εγκύκλια γράμματα, τα έστειλε στη Βηρυτό της Φοινίκης, για να μελετήσουν και να σπουδάσουν τη νομική επιστήμη. Καθ’ οδόν το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν ναυάγησε.

Διασώθηκαν όμως και μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα όπου έγιναν μοναχοί. Οι γονείς τους, Ξενοφών και Μαρία, τους αναζήτησαν και πληροφορήθηκαν ότι διάγουν στην έρημο ασκητικό βίο, δόξασαν τον Θεό και αποταξάμενοι τον κόσμο, ακολούθησαν και αυτοί το μοναχικό βίο.

Ο Ξενοφών, η γυναίκα του και τα παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολύ στην αρετή και στη φιλανθρωπία, ώστε τους αξίωσε ο Θεός να επιτελούν και θαύματα.

Έτσι η θεία αυτή οικογένεια έζησε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη.

Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ.Ως γενεά ευλογητή τω Κυρίω, της ουρανίου ηξιώθησαν δόξης, ασκητικώς δοξάσαντες Χριστόν επί της γης. Ξενοφών ο Όσιος, και η τούτου συμβία, συν τοις αριστεύσασιν, ιεροίς αυτών τέκνοις, ους ευφημούντες είπωμεν φαιδρώς χαίροις Οσίων χορεία τετράριθμε.

Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον

Την του βίου θάλασσαν διεκφυγόντες, Ξενοφών ο δίκαιος, συν τη συζύγω τη σεπτή, εν ουρανοίς συνευφραίνονται, μετά των τέκνων, Χριστόν μεγαλύνοντες.

Ο Όσιος Συμεών ο Παλαιός

Ο Όσιος Συμεών ακολούθησε από την παιδική του ηλικία την ερημική ζωή και ζούσε σε ένα μικρό σπήλαιο στο όρος Αμανόν. Δεν απολάμβανε καμία τροφή από εκείνες που συνηθίζουν να απολαμβάνουν οι άνθρωποι.

Για τροφή του χρησιμοποιούσε χόρτα από τους αγρούς.

Ο Όσιος αισθάνθηκε κάποτε την επιθυμία να επισκεφθεί το όρος Σινά. Όταν έφθασε εκεί, εισήλθε στο σπήλαιο, που άλλοτε είχε κρυφτεί ο Μωυσής και παρέμεινε μέσα σε αυτό πρηνής επί επτά ημέρες προσευχόμενος και κλαίων , ζητώντας σημείο της ευλογίας του Θεού.

Και δεν σηκώθηκε από την θέση αυτή, μέχρι που άκουσε θεία φωνή να τον διατάζει να σηκωθεί και να φάγει τρία μήλα που είχαν τοποθετηθεί μπροστά του. Όταν ικανοποιήθηκε η επιθυμία του, επέστρεψε στον τόπο που ασκήτευε και ίδρυσε δύο μοναστήρια.

Εκεί, αφού προηγουμένως ο Όσιος επιτέλεσε πολλά θαύματα προς δόξαν Θεού, κοιμήθηκε με ειρήνη.

Οι Άγιοι Ανανίας ο Πρεσβύτερος, Πέτρος ο δεσμοφύλακας και οι επτά στρατιώτες μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Την εποχή εκείνη ήταν ηγεμόνας στη Φοινίκη ο Μάξιμος. Ενώπιον αυτού του ηγεμόνος οδηγήθηκε το έτος 303 μ.Χ. ο Άγιος Ανανίας, ο οποίος και ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό και χλεύασε τα είδωλα.

Ο Μάξιμος τότε οργίσθηκε και έδωσε εντολή να υποβάλουν τον Άγιο σε φοβερά βασανιστήρια. Για την πνευματική ανδρεία, την οποία έδειξε κατά τις φρικώδεις βασάνους, κέρδισε στην πίστη του Χριστού επτά στρατιώτες, στη δε φυλακή έκανε Χριστιανό και τον δεσμοφύλακα.

Ο Άγιος με την προσευχή του συντάραξε τον ειδωλολατρικό ναό και έριξε τα είδωλα στο έδαφος. Τότε ο ηγεμόνας Μάξιμος θύμωσε περισσότερο και έπνιξε στη θάλασσα τον Άγιο Ανανία μαζί με τον Πέτρο και τους επτά στρατιώτες.

Οι Άγιοι δύο Μάρτυρες

Οι δύο Άγιοι Μάρτυρες, μαρτύρησαν στη Φρυγία μετά από βασάνους και άγρια χτυπήματα.

Ο Όσιος Αμμωνάς

Ο Όσιος Αμμωνάς έζησε κατά τους χρόνους του Μεγάλου Αντωνίου, τον 4ο αιώνα μ.Χ., ο οποίος έτρεφε προς αυτόν μεγάλη αγάπη και υπόληψη και υπήρξε διάδοχός του στη πνευματική καθοδήγηση των μοναχών του μοναστικού κέντρου Πισπίρ, που βρισκόταν στην αριστερή όχθη του Νείλου.

Σπάνια άνθρωπος έγινε τόσο κύριος του εαυτού του, ώστε να είναι ανώτερος από ύβρεις, ευλογώντας και ευεργετώντας τους υβριστές του.

Ιδιαίτερο δε πνευματικό αγώνα κατέβαλε ο Άγιος για τον φωτισμό και την επιστροφή στην αρετή δυστυχών γυναικών, που είχαν ακολουθήσει τον δρόμο της αμαρτίας. Και ενώ ο κόσμος τον κακολογούσε, αυτός συμβούλευε, παρακαλούσε και προσευχόταν. Έτσι πολλές από αυτές ήλθαν σε μετάνοια και έζησαν με ευσέβεια και σωφροσύνη.

Ο Όσιος Αμμωνάς κοιμήθηκε με ειρήνη προ του έτους 403 μ.Χ. Το συγγραφικό του έργο φανερώνει ασκητή πολύ πεπειραμένο περί τις μυστικές αναβάσεις προς τον Θεό.

Ρώτησαν κάποτε τον Άγιο Αμμωνά, ποια είναι η στενή και τεθλιμμένη οδός. Και εκείνος απάντησε: «Στενή και τεθλιμμένη οδός είναι να πολεμά κανείς τους λογισμούς του και να κόβει για χάρη του Θεού το θέλημά του».

Μνήμη του Μεγάλου Σεισμού

Ο σεισμός αυτός έγινε στην Κωνσταντινούπολη κατά τα τέλη της βασιλείας του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Β’ του Μικρού (408-450 μ.Χ.), υιού του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.) και της Ευδοξίας.

Ο σεισμός συνέβη ημέρα Κυριακή, τη δεύτερη ώρα της ημέρας. Εξαιτίας δε του σεισμού αυτού, κατέπεσαν τα τείχη της πόλεως και ένα μεγάλο μέρος των οικημάτων και κατ’ εξαίρεση από την περιοχή των Τρωαδησίων Εμβόλων μέχρι του Χαλκού Τετραπύλου.

Οι μετασεισμικές δονήσεις συνεχίσθηκαν επί τρεις ολόκληρους μήνες, μέχρι και της 25ης του μηνός Απριλίου, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Όσιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος.

Κατά την περίοδο εκείνη ο βασιλέας έκανε πάνδημες λιτανείες και με δάκρυα στα μάτια προσευχόταν στον Θεό λέγοντας: «Κύριε, μετανοούμε, λύτρωσέ μας από τη δίκαιη οργή Σου και από τα παραπτώματά μας. Έσεισες πράγματι τη γη και την συντάραξες εξαιτίας των αμαρτιών μας, με σκοπό να μας κάνεις να συναισθανθούμε τα παραπτώματά μας και να δοξάζουμε Εσένα τον μόνο αγαθό και φιλάνθρωπο Θεό μας».

Ο Όσιος Γαβριήλ

Ο Όσιος Γαβριήλ ήταν μοναχός και ηγούμενος της μονής Αγίου Στεφάνου Ιεροσολύμων. Κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.

Μνήμη Ανακομιδής Ιερών Λειψάνων του Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου

Κατά την ημέρα αυτή η Εκκλησία εορτάζει την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου (τιμάται 11 Νοεμβρίου) από τη νήσο Πρίγκηπο στη μονή Στουδίου, που έγινε κατά το έτος 844 μ.Χ., επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου Α’ (842-846 μ.Χ.). Το ιερό λείψανο είχε διαφυλαχθεί σώο, ακέραιο και αδιάλυτο σε τέτοιο βαθμό, ώστε ούτε το δέρμα να μην πάθει την παραμικρή αλλοίωση.

Μαζί με το ιερό λείψανο του Οσίου Θεοδώρου μετακομίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη και το ιερό λείψανο του εξορισθέντος αδελφού του, Ιωσήφ του Θεσσαλονίκης (τιμάται 14 Ιουλίου). Και τα δύο ιερά σκηνώματα τα απέθεσαν δίπλα στη σωρό του μακαρίου Πλάτωνος, του ηγουμένου του Οσίου Θεοδώρου.

Ο Όσιος Κλήμης

Ο Όσιος Κλήμης υπήρξε γόνος ευσεβών Χριστιανών που κατάγονταν από την Αθήνα. Ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και από μικρή ηλικία εκκλησιαζόταν και μαθήτευε στο λόγο του Θεού και τις ψαλμωδίες.

Σε ηλικία τριάντα ετών εγκατέλειψε την ματαιότητα του κόσμου αυτού και ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας, ασκητεύοντας στη μονή του Οσίου Μελετίου στον Κιθαιρώνα κοντά σε αυτό το μεγάλο Ασκητή. Εκεί διέλαμψε στη σιωπή, την υπακοή, την άσκηση και την προσευχή. Έλεγε την καρδιακή προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και η καρδία του γέμιζε από παρηγοριά και χάρη. Μέσα στις λίγες αυτές λέξεις συμπύκνωσε ολόκληρη τη θεώρηση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας.

Όταν έβγαινε από τις Ακολουθίες που γίνονταν στο ναό, ήταν μεταμορφωμένος.

Ένας αδελφός της μονής, ο μοναχός Ιάκωβος, κάποιο βράδυ, είδε τον Όσιο να προσεύχεται και να στέκεται υψούμενος στον αέρα.

Ολόκληρος ήταν λουσμένος στο φως. Ο Ιάκωβος κοίταζε και δεν χόρταινε να βλέπει το θείο θέαμα. Ένιωσε τέτοια συγκίνηση, που γύρισε πίσω στη μονή και μίλησε στους άλλους μοναχούς για την εμπειρία του και γι’ αυτό που είδε.

Έτσι ο ισάγγελος Κλήμης, για να αποφύγει την δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων, έφυγε από εκεί και ήρθε στο όρος του Σαγματά, που είναι κοντά στην πόλη των Θηβών και συνέχισε την άσκησή του σε ένα απόκρημνο σπήλαιο.

Μόλις ο Όσιος μπήκε στο σπήλαιο, έκανε το σημείο του Σταυρού και ευχαρίστησε τον Θεό που του χάρισε ένα αχειροποίητο κελί. Ο τόπος αυτός έγινε η γη των ασκητικών παλαισμάτων αυτού, δηλαδή των δακρύων, της ευχής, της νηστείας και της αυστηρής ασκήσεως. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια και συγκέντρωσε γύρω του πλήθος μοναχών, τους οποίους καθοδηγούσε θεοφιλώς.

Έτσι, αφού έζησε κατά Θεόν, ο Όσιος Κλήμης κοιμήθηκε το έτος 1111 με ειρήνη. Λίγο πριν παραδώσει την αγία του ψυχή στον Θεό, κάλεσε τους συμμοναστές του και τους είπε: «Σας χαιρετώ, αδελφοί μου. Σας αφήνω την ευλογία μου.

Θα προσεύχομαι για τον καθένα από εσάς. Και ελπίζω σύντομα να συναντηθούμε. Συγχωρείστε με για ότι σας λύπησα. Προσευχηθείτε να δεχθεί ο Κύριος την ψυχή μου. Και να με αξιώσει να συναντήσω τον Όσιο Γέροντά μου, τον Μελέτιο και να του δώσω το φίλημα της αγάπης».

Δεν μπορούσε να πει περισσότερα. Σήκωσε το χέρι και έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού και βρέθηκε στην ανέσπερη λαμπρότητα της Βασιλείας του Θεού.

Η τίμια κάρα του Οσίου Κλήμεντος, αναβλύζουσα τη Χάρη και την ευωδία του Αγίου Πνεύματος, φυλάσσεται με ευλάβεια στην ιερά μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά Βοιωτίας.

Ο Άγιος Δαυίδ βασιλεύς της Γεωργίας

Ο Άγιος Δαυίδ καταγόταν από τη χώρα της Γεωργίας και βασίλευσε κατά τα έτη 1089-1130. Ήταν υιός του βασιλιά της Γεωργίας, Γεωργίου του Β’ και επονομαζόταν Ισχυρός ή Επανορθωτής. Επί της βασιλείας του η χώρα του είχε κατακλυσθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους.

Ο Άγιος, επωφελούμενος από τις εσωτερικές τους έριδες και διχόνοιες, κάλεσε τον λαό στα όπλα και μετά πολλές μάχες κατέλαβε την Τυφλίδα. Αγωνίσθηκε για την Ορθόδοξη πίστη, ανήγειρε πολλούς ναούς και ανακαίνισε τους παλαιούς και διακρίθηκε για την ευσέβειά του.

Ο Όσιος Αρκάδιος

Ο Όσιος Αρκάδιος του Βγιαζνικόφσκϊυ έζησε τον 16ο αιώνα μ.Χ. στη Ρωσία. Μόνασε στη μονή του Αγίου Γερασίμου της πόλεως Βγιαζνίκι της Ρωσίας και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1592.

Ο Άγιος Γαβριήλ Μητροπολίτης Νόβγκοροντ και Αγίας Πετρούπολης

Ο Άγιος Γαβριήλ, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1801.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Ο Άγιος Κύριλλος Μητροπολίτης Καζάν

Ο Άγιος Κύριλλος μαρτύρησε το έτος 1937.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

25 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Γρηγορίου του Θεολόγου, Πουπλίου Οσίου, Θεοδότου Οσίου, Μάρη Οσίου, Καστίνου Επισκόπου, Μεδούλης, Απολλώ Οσίου, Βρεταννίου, Δημητρίου Σκευοφύλακος, Μωυσέως Θαυματουργού, Βασσιανού Αρχιεπισκόπου, Αυξεντίου Νεομάρτυρα, Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας εν Ρωσία, Ανατολίου της Όπτινα, Γαβριήλ εκ Γεωργίας, Βλαδιμήρου Μητροπολίτου, Ελισάβετ Οσιομάρτυρος.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης (Εορτή Γρηγόριος, Γρηγορία)

Ο
Άγιος Γρηγόριος έζησε κατά την εποχή του βασιλέα Ουάλεντος (364-378
μ.Χ.). Καταγόταν από τον Πόντο και γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της
περιοχής της Ναζιανζού, που λεγόταν Αριανζός, το 330 μ.Χ. Ναζιανζηνός
ονομάσθηκε, επειδή έζησε τον περισσότερο χρόνο της ζωής του στη
Ναζιανζό, όπου ήταν και το πατρικό του σπίτι.

Ο πατέρας του, ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Ναζιανζού, ήταν πριν γίνει
Επίσκοπος, ένας πολύ πλούσιος άρχοντας της Ναζιανζού. Κατείχε μεγάλη
θέση στον δημόσιο βίο και ανήκε σε μια ιουδαίο-εθνική αίρεση που λεγόταν
των «Υψισταρίων».

Η μητέρα του, η Αγία Νόννα, ήταν Ορθόδοξη. Η ευσέβεια και η αρετή της
επηρέασαν τον σύζυγό της και τον έκαναν να μεταστραφεί στην αληθινή
πίστη.

Οι γονείς του, Γρηγόριος και Νόννα, δεν είχαν παιδιά και ικέτευαν τον Θεό να χαρίσει σε αυτούς την χαρά της τεκνοποιίας.

Και πράγματι, η προσευχή τους εισακούσθηκε και η Νόννα γέννησε τον Άγιο
Γρηγόριο, τον οποίο πριν ακόμα αυτός γεννηθεί είχε υποσχεθεί αν τον
αφιερώσει στον Θεό.

Πολλές φορές ο Άγιος Γρηγόριος παραβάλλει τους
γονείς του με τον Αβραάμ και τη Σάρρα, οι οποίοι σε μεγάλη ηλικία
απέκτησαν τον Ισαάκ.Σπουδαίες ήταν οι προσπάθειες των γονέων αυτού να μορφώσουν και να
εμφυσήσουν στον πρωτότοκο υιό τους την αγάπη προς τα γράμματα και την
χριστιανική πίστη.

Από την παιδική ηλικία ενέπνευσαν σε αυτόν έντονη και βαθιά
θρησκευτικότητα, ώστε αυτός από ευσέβεια και πνευματικότητα, υποσχέθηκε
στον εαυτό του να ζήσει με αγνεία και παρθενία.

Ο Άγιος Γρηγόριος, χάρη στην δυνατότητα που είχε ο πατέρας του, έκανε
λαμπρές σπουδές. Σπούδασε σε όλα τα τότε μεγάλα κέντρα πολιτισμού: τη
Ναζιανζό, την Καισάρεια της Καππαδοκίας, την Καισάρεια της Παλαιστίνης,
την Αντιόχεια, την Αλεξάνδρεια, την Αθήνα.

Η Κωνσταντινούπολη δεν είχε γίνει ακόμη κέντρο πολιτισμού και η Ρώμη δεν είχε τότε κάτι αξιόλογο για τους Έλληνες.

Στις πόλεις αυτές μελέτησε τις πλουσιότερες βιβλιοθήκες και άκουσε τους
σοφότερους διδασκάλους, μεταξύ των οποίων τον Δίδυμο τον Τυφλό, που τότε
διηύθυνε τη θεολογική σχολή της Αλεξάνδρειας και τους φιλόσοφους
Θεσπέσιο στην Καισάρεια και Ιμέριο και Προαιρέσιο στην Αθήνα. Για τον
Προαιρέσιο γίνεται δεκτό ότι ήταν Χριστιανός.

Οι σπουδές δεν έκαναν τον Άγιο να επαρθεί. Αντίθετα, κατάλαβε όλη την ματαιότητα του κόσμου και της σοφίας του.

Ένιωσε, ότι η ανθρώπινη γνώση έχει ασήμαντη σημασία μπροστά στην γνώση
της σοφίας του Θεού. Ο ίδιος, ο Άγιος Γρηγόριος, παραλληλίζει τον εαυτό
του με τον Σαούλ που έτρεχε χωρίς να ξέρει. Αυτό που τελικά βρήκε κατά
την διάρκεια των σπουδών του ήταν ένα «Βασίλειο».

Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρει το γεγονός της φιλίας του με τον Άγιο
Βασίλειο, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας, ήταν μεγαλύτερο εύρημα και από ένα
ολόκληρο βασίλειο.

Όταν τελείωσε τις σπουδές του ο Άγιος, ήταν ώριμος άνδρας ηλικίας 30 ετών. Όμως δεν είχε

ακόμη βαπτισθεί.

Και αγωνιούσε να μην πεθάνει, πριν επιστρέψει στον πατέρα του και
βαπτισθεί. Γι’ αυτό και όταν, ενώ μετέβαινε  από την Αλεξάνδρεια στην
Αθήνα, έγινε μεγάλη τρικυμία, φοβήθηκε πολύ και παρακάλεσε να τον
ελεήσει ο Θεός, να βοηθήσει να μην πνιγεί, για να αξιωθεί του ενδύματος
του Αγίου Βαπτίσματος.

Το βάπτισμα του Γρηγορίου το επακολούθησε συνειδητός πνευματικός αγώνας.
Νηστεία, προσευχή, αγρυπνία. Αγώνας για την κάθαρση, την πνευματική
πρόοδο, τη θέωση. Μαζί με τον ομόφρονα, ομότροπο και ομόψυχό του Άγιο
Βασίλειο απομονώθηκαν κάπου στον Πόντο και παραδόθηκαν κυριολεκτικά στην
προσευχή και την άσκηση.

Ο αγώνας τους ευλογήθηκε από Εκείνον που θέλει να γινόμαστε βιαστές της
βασιλείας Του. Αξιώθηκαν και οι δύο μεγάλων πνευματικών χαρισμάτων.
Μάλιστα ο Άγιος Γρηγόριος κάνει επανειλημμένως λόγο για τις πνευματικές
του εμπειρίες και τα ουράνια χαρίσματα που η χάρη του Θεού του χάρισε.

Οι εμπειρίες του αυτές πρέπει να ήταν πολύ υψηλές, αφού ο ίδιος
παραβάλλει αυτά που έβλεπε με αυτά του θεόπτου Προφήτου Μωυσέως και του
Αποστόλου Παύλου, που «πορευόμενος εις Δαμασκόν» είδε τον Κύριο της
Δόξας και ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού και είδε τα άρρητα ρήματα, τη
δόξα της βασιλείας του Θεού.

Γρήγορα κάλεσε ο θεός τον Γρηγόριο στην διακονία Του. Τα τέλη του έτους 360 μ.Χ. επιστρέφει στη Ναζιανζό.

Ο Γέρων, έχοντας ανάγκη από βοηθό και συνεργάτη στη «νυκτομαχία», όπως
χαρακτήριζε την ιεροσύνη, θέλησε να τον χειροτονήσει Πρεσβύτερο, επειδή
έβλεπε στο πρόσωπό του όχι μόνο τον αφοσιωμένο υιό, αλλά και τον ζηλωτή
για την σωτηρία των ψυχών λειτουργό του Κυρίου. Ο Γρηγόριος αρνήθηκε.

Την άρνησή του όμως έκαμψε το βάρος του διπλού αξιώματος του Γέροντος
Γρηγορίου (πατέρας κατά σάρκα και πνευματικός πατέρας), που ο Γρηγόριος
ήξερε μόνο να ευλαβείται. Έκανε υπακοή στην εντολή του Γέροντος
Επισκόπου και χειροτονήθηκε.

Αμέσως μετά την χειροτονία του ζήτησε ανακούφιση στην μόνωση και την
προσευχή. Αποσύρθηκε λοιπόν στο ερημητήριό του, στη γαλήνη της νοεράς
προσευχής. Και βρήκε τη γαλήνη και την πορεία του.

Και επέστρεψε με ειρήνη στην καρδιά να αναλάβει το πνευματικό του έργο,
που το άρχισε με τον περίφημο θεολογικό λόγο περί του Πάσχα και τη
δικαιολόγηση της φυγής του.

Διακονούσε με ιερό ζήλο στο πλευρό του πατέρα του, όταν ο Αρχιεπίσκοπος
Καισαρείας της Καππαδοκίας και έξαρχος Πόντου Βασίλειος τον εξέλεξε
Επίσκοπο της μικρής πόλεως Σάσιμα. Σκοπός του ήταν να περιφρουρήσει τη
δικαιοδοσία της τοπικής του Εκκλησίας από τις διεκδικήσεις ενός νέου
Μητροπολίτη, του Τυάνων Ανθίμου.

Το γεγονός αυτό έθλιψε ακόμη πιο πολύ τον Γρηγόριο. Αντέδρασε. Εξέφρασε
την πικρία του. Τελικά όμως υπάκουσε, αλλά δεν πήγε ποτέ στα Σάσιμα. Ένα
χρονικό διάστημα έμεινε στη Ναζιανζό, ως βοηθός του πατέρα του,
ενδίδοντας στην παράκλησή του.

Και όταν εκείνος κοιμήθηκε, το 374 μ.Χ., ο Θεολόγος συνέχισε να
ποιμαίνει την Εκκλησία των Ναζιανζών, ως τοποτηρητής, χωρίς να παύσει να
τους παρακαλεί να εκλέξουν και να χειροτονήσουν τον κανονικό τους
Επίσκοπο.

Και επειδή αυτό αργούσε, στεναχωρημένος εγκατέλειψε την πόλη

και κατέφυγε στην Σελεύκεια της Ισαυρίας, όπου, κοντά στο ναό της Αγίας
Θέκλας, αναζήτησε την ειρήνη και την ησυχία στην προσευχή και έμεινε
εκεί επί πέντε σχεδόν έτη μελετώντας και συγγράφοντας.

Την άνοιξη του έτους 379 μ.Χ. οι λίγοι Χριστιανοί τον κάλεσαν στην
Κωνσταντινούπολη να αγωνισθεί για την Ορθόδοξη πίστη, αφού στην Πόλη
δέσποζαν οι Αρειανοί.

Ήταν τόση η διάδοση και η επικράτησή τους, ώστε ο Άγιος Γρηγόριος δεν βρήκε ούτε ένα παρεκκλήσι στα χέρια των Ορθοδόξων.

Κατόπιν τούτου άρχισε να λειτουργεί και να κηρύττει σε ένα σπίτι που ο
ίδιος διαμόρφωσε σε ναό και το ονόμασε Αγία Αναστασία, δηλαδή της
Αναστάσεως της Ορθοδοξίας.

Εκεί ο Άγιος εξεφώνησε τα περίφημα θεολογικά κηρύγματά του. Η επίδρασή
τους και ιδίως των πέντε Θεολογικών Λόγων του ήταν τόση, ώστε οι
Αρειανοί φανατικοί, πήραν την απόφαση να τον εξολοθρεύσουν. Τον έβρισαν.
Τον κακολόγησαν.

Τον κτύπησαν. Τον γρονθοκόπησαν. Τον λιθοβόλησαν. Έβαλαν μάλιστα και
κάποιον να τον φονεύσει. Και θα τον σκότωνε. Αλλά νικημένος από την
αγιοσύνη της πραότητάς του, ομολόγησε στον ίδιο την αλήθεια την στιγμή
που είχε πάει να τον σφάξει.

Με όπλο το λόγο του Θεού, τη μάχαιρα του πνεύματος, νικούσε τους εχθρούς
της πίστεως σαν τον Μωυσή. Πράγματι, οι Αρειανοί όλο και λιγόστευαν. Ο
Άγιος Θεοδόσιος, ευχαριστημένος από το έργο του Γρηγορίου, τον κατέστησε
το έτος 380 μ.Χ. Πατριάρχη και τον ενθρόνισε στο ναό των Αγίων
Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως.

Όμως οι Ορθόδοξοι Επίσκοποι δεν είχαν όλοι την ορθή κρίση. Μερικοί
μεθυσμένοι από φθόνο κάκιζαν τον Άγιο, διότι δεν πίεζε τον βασιλέα να
αφαιρέσει τις εκκλησίες από τους αιρετικούς και να τους απαγορεύσει να
τελούν την λατρεία τους.

Σε απάντηση ο Άγιος Γρηγόριος τόνιζε, ότι ο Χριστός δεν έχει ανάγκη τις
λόγχες του Καίσαρος και ότι του είναι αρκετή σαν όπλο η αλήθεια. Και
πράγματι, η αλήθεια νίκησε.

Το έτος 381 μ.Χ. συνήλθε η Β’ Οικουμενική Σύνοδος. Πρόεδρος ήταν ο Άγιος
Μελέτιος Αντιοχείας. Αυτή η Οικουμενική Σύνοδος ολοκλήρωσε το έργο της
Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Καταδίκασε τους Αρειανούς και τους
Πνευματομάχους – Ευνομιανούς και συμπλήρωσε το Σύμβολο της Πίστεως. Το
διαμόρφωσε στην σημερινή του μορφή.

Έτσι έλαμψε η δόξα της Αγίας Τριάδος, του Πατρός και του Υιού και του
Αγίου Πνεύματος. Ακόμη, η Σύνοδος καταδίκασε τον Απολλιναρισμό, που
διαιρούσε τον άνθρωπο σε τρία μέρη (σώμα, ψυχή και νου) και δίδασκε ότι ο
Χριστός δεν έχει λάβει ανθρώπινο πνεύμα, παρουσιάζοντας τον Χριστό
ατελή και όχι τέλειο άνθρωπο.

Έτσι όμως κατέστρεφε το σωτηριολογικό έργο του Κυρίου και την
ανθρωπότητά Του, διότι καθετί που δεν προσλαμβάνεται υπό του Χριστού
μένει αθεράπευτο και ανίατο. Τρίτον, η Β’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε
τον απόλυτο προορισμό, τον οποίο δίδαξαν αργότερα ο Καλβίνος, ο
Αυγουστίνος και ο Λούθηρος και όλος ο Προτεσταντισμός. Τέλος αναγνώρισε
τον Άγιο Γρηγόριο ως κανονικό Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Πρόεδρος της Συνόδου, Άγιος Μελέτιος, κοιμήθηκε ενώ διαρκούσε η Σύνοδος. Η Σύνοδος τον τίμησε ως Απόστολο.

Ο Άγιος Γρηγόριος εξεφώνησε τότε λαμπρό επικήδειο, λόγο που άρχιζε με τα
λόγια: «ηύξησεν ημίν τον αριθμόν των Αποστόλων». Διάδοχός του στην
προεδρία της Συνόδου έγινε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Αλλά μετά
από λίγο το κλίμα άλλαξε.

Έφθασε στην Κωνσταντινούπολη για να συμμετάσχει στην Σύνοδο, ο Πέτρος ο
Β’, ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, με τους Αιγυπτίους και Μακεδόνες
Επισκόπους. Αυτοί ήδη είχαν πάρει θέση εχθρική έναντι του Αγίου
Γρηγορίου.

Δεν τον αναγνώριζαν σαν κανονικό Αρχιεπίσκοπο, επειδή τάχα είχε
μετατεθεί από τα Σάσιμα. Και είχαν εντελώς αντικανονικά και παράνομα
χειροτονήσει Πατριάρχη τον Μάξιμο τον Κυνικό, που ήταν μεν Ορθόδοξος
αλλά έμεινε στην ιστορία σαν ένα αινιγματικό πρόσωπο. Ο Πέτρος έθεσε
στην Σύνοδο το θέμα της κανονικότητας.

Ο Άγιος Γρηγόριος, ενώ είχε την δύναμη να συντρίψει κάθε αντίσταση,
διότι παράλληλα προς την υποστήριξη των Επισκόπων είχε και την
συμπαράσταση του αυτοκράτορα, αηδίασε και παραιτήθηκε με τούτα τα λόγια:
«Δεν είμαι σεμνότερος του Προφήτη Ιωνά. Αν εγώ είμαι αιτία ταραχής στην
Εκκλησία, ρίχνω τον εαυτό μου στη θάλασσα».

Ευθύς μετά την παραίτησή του λειτούργησε στον καθεδρικό ναό της Κωνσταντινουπόλεως, για να αποχαιρετίσει το ποίμνιό του.

Και έφυγε χωρίς να περιμένει να λήξουν οι εργασίες της Συνόδου.
Επέστρεψε στη Ναζιανζό και για λίγο έμεινε απομονωμένος εκεί για να
γαληνεύσει.

Ο Άγιος, σε κείμενά του, διεκτραγωδεί την εκκλησιαστική κατάσταση, όταν
επιχειρεί να κάνει σύγκριση των όσων συμβαίνουν εντός της Εκκλησίας με
τα όσα συμβαίνουν εκτός αυτής. Έτσι λέγει, πρέπει να οδύρεται κανείς,
όταν διαπιστώνει την ύπαρξη ενότητας στους κοσμικούς οργανισμούς, στις
πόλεις, στους οίκους, στο στράτευμα και όμως να απουσιάζει από τον κατ’
εξοχήν κήρυκα και θεματοφύλακα της ειρήνης, την Εκκλησία και τους
πιστούς της.

Βεβαίως η αποχώρησή του δεν σήμαινε ότι θα έπαυε να ενδιαφέρεται για την
επίτευξη ενότητας και για την επικράτηση της ειρήνης στην Εκκλησία, για
τα δύο αυτά υπέρτατα αγαθά.

Το έτος 383 μ.Χ. η υγεία του υπέστη σοβαρό κλονισμό. Πρότεινε ως
Επίσκοπο τον Πρεσβύτερο Ευλάλιο και αποσύρθηκε οριστικά στην ησυχία της
Αριανζού, όπου και κοιμήθηκε με ειρήνη το 390 μ.Χ. Η Σύναξη του Αγίου
Γρηγορίου ετελείτο στην αγιότατη Μεγάλη Εκκλησία και στο μαρτυρικό ναό
της Αγίας Αναστασίας, η οποία βρίσκεται στην είσοδο της τοποθεσίας που
ονομάζεται Δομνίνου, καθώς επίσης και στο ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου ο
φιλόχριστος βασιλέας Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος εναπέθεσε το ιερό
λείψανο του Αγίου, όταν το μετέφερε από τη Ναζιανζό της Καππαδοκίας στην
Κωνσταντινούπολη.

Κατά την δεύτερη μέρα του Πάσχα οι αυτοκράτορες μετέβαιναν, για να
εκκλησιασθούν, στο ναό των Αγίων Αποστόλων και εύχονταν ενώπιον του
ιερού λειψάνου του Αγίου Γρηγορίου.

Τα έργα του Αγίου Γρηγορίου είναι σχετικώς λίγα. Δεν έχουν την έκταση
των έργων άλλων Πατέρων. Παρά ταύτα έχουν βάθος και δύναμη περισσότερο
από κάθε άλλου. Τα έργα του υπήρξαν πάντοτε η μεγαλύτερη πηγή των
δογμάτων. Γι’ αυτό έγινε και ο κατ’ εξοχήν θεολόγος της Εκκλησίας και η
πηγή της εκφράσεως της λατρείας.

Απολυτίκιον. Ήχος α’.

Ο ποιμενικός αυλός της θεολογίας σου, τας των ρητόρων ενίκησε σάλπιγγας,
ως γάρ τα βάθη του Πνεύματος εκζητήσαντι, και τα κάλλη του φθέγματος
προσετέθη σοι. Αλλά πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθήναι τας
ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον

Θεολόγω γλώττη σου, τας συμπλοκάς των ρητόρων, διαλύσας ένδοξε,
ορθοδοξίας χιτώνα, άνωθεν εξυφανθέντα την Εκκλησίαν, εστόλισας, ον και
φορούσα, ισύν ημίν κράζει, τοις σοις τέκνοις. Χαίροις Πάτερ, θεολογίας ο
νους ο ακρότατος.

Ο Όσιος Πούπλιος

Ο Όσιος Πούπλιος καταγόταν από βουλευτικό τάγμα. Πατρίδα του ήταν η πόλη
Ζεύγμα, που ήταν κτισμένη κοντά στην όχθη του Ευφράτη ποταμού.

Ο Άγιος ανέβηκε σε ένα ψηλό όρος, το οποίο δεν απείχε από την παραπάνω
πόλη περισσότερο από τριάντα στάδια και έκτισε εκεί ένα μικρό κελί. Όλη
του την περιουσία, που είχε από πατρική κληρονομιά, την μοίρασε στους
φτωχούς και ο ίδιος ζούσε βίο ασκήσεως, προσευχής και αρετής. Επειδή η
φήμη του έγινε παντού γνωστή, έσπευσαν πολλοί κοντά του να αγωνισθούν
μαζί του και να γίνουν μαθητές του.

Σε αυτούς έδωσε εντολή να κτίσουν μικρά κελιά και τους επισκεπτόταν
συχνά, για να διαπιστώνει μήπως υπάρχει στα κελιά τους κάτι πέρα από
αυτά που έχουν απόλυτα ανάγκη.

Και πραγματικά, ζύγιζε και τον ίδιο τον άρτο και, στην περίπτωση που
έβρισκε σε κάποιον ασκητή ότι ο άρτος ήταν περισσότερος από τον
απαραίτητο, τον αποκαλούσε γαστρίμαργο και υπερβολικά φιλόσαρκο.

Και αν, ακόμη, έβλεπε ότι κάποιος ασκητής είχε χωρίσει το αλεύρι από τα
πίτουρα, του έλεγε ότι απολαμβάνει την τροφή. Αλλά και την νύκτα πήγαινε
ξαφνικά στην πόρτα καθενός ασκητή και, αν τους εύρισκε να προσεύχονται,
έφυγε πάλι σιωπηλά. Αν όμως εύρισκε κάποιον να κοιμάται, του κτυπούσε
την πόρτα και τον επέπληττε.

Ανάμεσα στους μαθητές του Οσίου Πουπλίου, ήταν ο Θεότεκνος και ο
Αφθόνιος, οι οποίοι και ανέλαβαν την προστασία και επιμέλεια των
αδελφών, ύστερα από την κοίμηση του Οσίου. Αφού κατ’ αυτόν τον τρόπο ο
Όσιος Πούπλιος αγωνίσθηκε τον καλό αγώνα της κατά Χριστόν ασκήσεως,
παρέδωσε με ειρήνη την ψυχή του στον Θεό.
Ο Όσιος Θεόδοτος

Ο Άγιος Θεόδοτος ακολούθησε από θείο ζήλο και αγάπη προς τον Θεό, τον
μοναχικό βίο. Ο Θεοδώρητος Κύρου λέγει, ότι έγινε ηγούμενος της μονής
του Οσίου Πουπλίου. Ο Όσιος Θεόδοτος, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με
ειρήνη.
Ο Όσιος Μάρης

Ο Άγιος Μάρης, όντας νέος και ζώντας στον κόσμο, ήταν πολύ ωραίος και
καλλίφωνος. Με την ωραία του φωνή στόλιζε τις πανηγύρεις των Αγίων, ως
καλλιφωνότατος ψάλτης και μύστης της μουσικής. Αγαπούσε τον Θεό και
τηρούσε με προθυμία τις εντολές Του, χωρίς ποτέ να παραβιάζει καμιά από
αυτές. Διατηρούσε το σώμα του καθαρό και ακηλίδωτο, τον ίδιο και την
ψυχή του, αν και εμπορευόταν μέσα σε παγίδες και συναναστρεφόταν
κοσμικούς ανθρώπους.

Ο Όσιος, όμως, θέλησε να αρνηθεί τον κόσμο και πήγε σε μια κωμόπολη, η
οποία ονομαζόταν Ομήρου. Εκεί έκτισε ένα μικρό κελί και κλείσθηκε μέσα
επί τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια. Εκεί υπέφερε πολύ στην υγεία του από
τη μεγάλη υγρασία που δεχόταν από το παρακείμενο όρος.

Παρά ταύτα όμως, δεν ήθελε να αλλάξει αυτό το κελί, αλλά παρέμεινε εκεί μέχρι το τέλος του βίου του.

Ο Όσιος Μάρης αγαπούσε την απλότητα και απεχθανόταν παντελώς τις
διάφορες πανουργίες. Αγαπούσε επίσης, την πενία και την ακτημοσύνη.
Έτσι, στα ενενήντα χρόνια που έζησε, χρησιμοποιούσε ενδύματα
κατασκευασμένα από γιδίσιο μαλλί και την ανάγκη του για τροφή την
ικανοποιούσε με ψωμί και λίγο αλάτι.

Επειδή δε επί πολλά χρόνια βρισκόταν στον έρημο τόπο, αισθάνθηκε τον
πόθο να δει να τελείται η Θεία Λειτουργία. Και η επιθυμία του
ικανοποιήθηκε. Συνέβη, τότε που του δημιουργήθηκε αυτός ο πόθος, να τον
επισκεφθεί ένας ιερέας, ο οποίος και τέλεσε την Θεία Ιερουργία, αφού
χρησιμοποίησε αντί για Αγία Τράπεζα τα χέρια διακόνων.

Η καρδιά του Οσίου πληρώθηκε από απερίγραπτη χαρά και αγαλλίαση και ένιωθε ότι έβλεπε τον ίδιο τον ουράνιο θρόνο του Χριστού.

Έτσι, ο Όσιος Μάρης, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη τον 4ο αιώνα μ.Χ.

Ο Όσιος Καστίνος

Ο Άγιος Καστίνος (ή Κηστίνος ή Κωνσταντίνος) καταγόταν από την Ρώμη,
είχε αξίωμα συγκλητικού και ήταν αρχικά ειδωλολάτρης. Στην Ορθόδοξη
πίστη τον προσέλκυσε ο Επίσκοπος Αργυρουπόλεως Κυριλλιανός, προς τον
οποίο ο Άγιος κατέφυγε, για να τον θεραπεύσει.

Τότε ο Άγιος πούλησε αμέσως τα υπάρχοντά του, μοίρασε τα χρήματα στους φτωχούς και αφοσιώθηκε στην διακονία της Εκκλησίας.

Χρημάτισε Επίσκοπος Αργυρουπόλεως και επί επτά χρόνια Επίσκοπος
Βυζαντίου από το 230 μέχρι το 237 μ.Χ. Μέχρι την εποχή του ο καθεδρικός
ναός του Βυζαντίου ήταν στην παραθαλάσσια περιοχή του Γαλατά. Ο Άγιος
όμως έκτισε νέο ναό προς τιμή της Αγίας Ευφημίας.

Ο Άγιος Καστίνος, αφού χειροτόνησε ως διάδοχό του τον ευλεβέστατο Τίτο, κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.

Η Αγία Μεδούλη και η συνοδεία της

Είναι άγνωστο που και πότε μαρτύρησαν διά πυρός, η Αγία Μάρτυς Μεδούλη και η συνοδεία της.

Ο Όσιος Απολλώς

Ο βίος του Οσίου Απολλώ εγράφη από τον Άγιο Ιερώνυμο. Έζησε κατά τους
χρόνους του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) και από
νεαρή ηλικία ακολούθησε τον μοναχικό βίο στην περιοχή της Αιγύπτου.
Ασκήτεψε στην έρημο και ο Θεός τον αξίωσε να φθάσει σε μεγάλα ύψη
αγιότητας, χαρίζοντάς του το προορατικό χάρισμα και αυτό της
θαυματουργίας.

Ο Όσιος Απολλώ κοιμήθηκε με ειρήνη.

Ο Άγιος Βρετάννιος

Ο Άγιος Βρετάννιος έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. και ήταν Επίσκοπος Τομισού,
της σημερινής πόλεως Κωστάντζας της Ρουμανίας. Υπήρξε ομολογητής της
Ορθοδόξου πίστεως και υπέφερε πολλά από τον αιρετικό αυτοκράτορα και
οπαδό των Αρειανών, Ουάλη (364-378 μ.Χ.).
Ο Όσιος Δημήτριος ο Σκευοφύλαξ

Ο Όσιος Δημήτριος έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Άγιος Μωυσής ο Θαυματουργός Επίσκοπος Νόβγκοροντ

Ο
Όσιος Μωυσής, κατά κόσμο Μητροφάνης, έζησε τον 14ο αιώνα μ.Χ. και
γεννήθηκε στο Νοβγκοροντ της Ρωσίας. Από την παιδική του ηλικία αγάπησε
τον μοναχικό βίο.

Γι’ αυτό εγκατέλειψε κρυφά την πατρική του οικία και εισήλθε στη μονή
Οτρόχ της πόλεως Τβερ, όπου έγινε μοναχός. Οι γονείς του τον αναζητούσαν
παντού. Όταν τον βρήκαν, τον παρακάλεσαν να έρθει κοντά τους και να
μονάσει σε κάποια μονή του Νόβγκοροντ.

Ο Άγιος, με την ευλογία του ηγουμένου, έπραξε σύμφωνα με την επιθυμία
των γονέων του και συνέχισε τον ασκητικό του βίο στη μονή Αγίου Γεωργίου
του Νόβγκοροντ.

Εκεί χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και αργότερα απεστάλη ως Αρχιμανδρίτης στη μονή Γιούρεφ.

Μετά την κοίμηση του Αρχιεπισκόπου του Νόβγκοροντ Δαυίδ (τιμάται 21
Δεκεμβρίου), ο Άγιος Μωυσής εξελέγη, το έτος 1325, Αρχιεπίσκοπος
Νόβγκοροντ. Μετά τέσσερα χρόνια υπέβαλε την παράκληση να αποσυρθεί και
να ζήσει ασκητικά, μέσα στη σιωπή και την ησυχία. Το 1330 εγκαταβίωσε
στη μονή του Κολμώφ, αλλά δεν έμεινε για πολύ.

Βρήκε ένα έρημο τόπο στην περιοχή Ντερεβγιανίτσα, όπου κατέφυγε και ανήγειρε ναό αφιερωμένο στην Ανάσταση του Κυρίου.

Το 1354 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεος (1354-1355, 1364-1376),
από βαθύ σεβασμό προς το πρόσωπο του Αγίου Μωυσέως, του έδωσε το
προνόμιο να φορεί πολυσταύριο.

Ο Άγιος Μωυσής εξακολούθησε το θεάρεστο έργο του.

Ανήγειρε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια. Σε ένα από αυτά, στο μοναστήρι
του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο Σκοβορόντσκ, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος
1362. το ιερό λείψανό του διατηρήθηκε, με την χάρη του Θεού, άφθαρτο.
Ο Άγιος Βασιανός Αρχιεπίσκοπος Ροστώβ Ρωσίας

Ο Άγιος Βασιανός έζησε στην Ρωσία μεταξύ του 14ου και 15ου αιώνα μ.Χ.
Από μικρή ηλικία αγάπησε τον μοναχικό βίο και έγινε μοναχός στη μονή του
Αγίου Πανφουτίου Βορόφσκ. Το 1506 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος της πόλεως
Ροστώβ. Κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1516.
Ο Άγιος Αυξέντιος ο Νεομάρτυρας

Ο
Άγιος Νεομάρτυρας Αυξέντιος, γεννήθηκε το 1690 στην επαρχία Βελλάς από
ευσεβείς γονείς. Σε νεαρή ηλικία μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και
δούλευε την τέχνη των γουναράδων, στο χάνι το λεγόμενο Μαχμούτ – Πασά.
Επιθυμήσας τέρψεις και ηδονές εγκατέλειψε την τέχνη του και προσλήφθηκε
στα βασιλικά καράβια.

Εκεί ξεφαντώνοντας με τους συντρόφους του τους αλλόφυλους, συκοφαντήθηκε
από αυτούς πως αρνήθηκε τον Χριστό και έγινε Μουσουλμάνος. Φοβηθείς
εγκατέλειψε τα καράβια και αφού αγόρασε βάρκα εξασκούσε το επάγγελμα του
βαρκάρη.

Όμως μεταμελήθηκε για τα πρότερα σφάλματά του και καταλήφθηκε ζωηρά από
τον πόθο του μαρτυρίου. Σε τυχαία συνάντηση που είχε με τον Σύγκελλο της
Μεγάλης Εκκλησίας, Γρηγόριο Ξηροποταμηνό, του εξομολογήθηκε τον πόθο
του αυτό. Λίγο αργότερα ο Αυξέντιος αναγνωρίσθηκε από κάποιους ναυτικούς
του τουρκικού στόλου, οι οποίοι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στο
κριτήριο.

Εκεί, παρά τα φρικτά βασανιστήρια, ομολόγησε με παρρησία ότι είναι
Χριστιανός. Στην φυλακή τον επισκέφθηκε ο Σύγκελλος Γρηγόριος και τον
ενθάρρυνε να σταθεί με ανδρείο φρόνημα, για να λάβει λαμπρό το στεφάνι
της νίκης από τον αθλοθέτη Θεό. Ανακρινόμενος και πάλι ο Αυξέντιος είπε:
«Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θέλω να πεθάνω». Με το άκουσμα
των λόγων αυτών ο κριτής εξέδωσε απόφαση να εκτελεσθεί διά ξίφους.

Έτσι ο Μάρτυς Αυξέντιος υπέμεινε το μαρτύριο, αποκεφαλισθείς στην
Κωνσταντινούπολη το έτος 1720. η τιμία κάρα αυτού, σώζεται στη Μονή
Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους.
Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας εν Ρωσία

Η
ιερά εικόνα της Θεομήτορος της Παραμυθίας μεταφέρθηκε στη Μόσχα το έτος
1640 από τους Κοζάκους. Υπάρχει γραπτή μαρτυρία, ότι σε πυρκαγιά που
ξέσπασε στο ναό του Αγίου Νικολάου Ζαμοσκβόρετς, στον οποίο αυτή
φυλασσόταν, η εικόνα δεν έπαθε τίποτα.

Η Παναγία αποκαλύφθηκε σε όραμα μιας άρρωστης γυναίκας κατά το έτος 1760
και όταν εκείνη πήγε να προσκυνήσει, θεραπεύθηκε. Η θαυματουργή εικόνα
φυλάσσεται σήμερα στη Μόσχα.
Ο Όσιος Ανατόλιος της Όπτινα

Ο Όσιος Ανατόλιος, κατά κόσμο Αλέξιος Μοϊσέεβιτς Κοπέβ, γεννήθηκε στο
χωριό Μπόμπυλι της επαρχίας Καλούγκα της Ρωσίας. Το 1832 παρακολούθησε
τα μαθήματα του εκκλησιαστικού σχολείου του Μπορόφσκ και το 1836 του
εκκλησιαστικού σεμιναρίου της Καλούγκα. Το 1853 αποσύρθηκε, για να
μονάσει στην ησυχία και στην σιωπή, στην έρημο της Όπτινα.

Ο Όσιος Ανατόλιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1894.
Ο Άγιος Γαβριήλ εκ Γεωργίας

Ο Άγιος Γαβριήλ, κατά κόσμο Γεράσιμος, γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1825 στο χωριό Βάκχβι της Γεωργίας.

Σπούδασε στο εκκλησιαστικό σεμινάριο της Τυφλίδος και στην εκκλησιαστική
ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως. Συνέχισε τις σπουδές του στην
Ψυχολογία, τη Θεολογία και τη Φιλοσοφία. Εξελέγη Επίσκοπος στην Εκκλησία
της Γεωργίας και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1896.

Ο Άγιος Βλαδίμηρος ο Ιερομάρτυρας Μητροπολίτης Κιέβου

Ο
Άγιος Βλαδίμηρος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1848 στο χωριό Μάλιε
Μορόσκι της επαρχίας του Ταμπώφ της Ρωσίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν
Βασίλειος Νικηφόροβιτς Μπογκογιαβλένσκυ.

Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο εκκλησιαστικό σχολείο και έπειτα σπούδασε
στη θεολογική σχολή του Κιέβου. Όταν το 1874 αποπεράτωσε τις σπουδές
του, διορίσθηκε ως καθηγητής στην εκκλησιαστική σχολή του Ταμπώφ, όπου
και νυμφεύθηκε.

Από μικρό παιδί είχε κλήση προς την ιεροσύνη. Έτσι, το έτος 1882,
χειροτονείται πρεσβύτερος και τοποθετείται στο ναό του Κοζλώφ. Η πρώτη
δοκιμασία δεν άργησε να έλθει.

Στην αρχή της ιερατικής του διακονίας, μαζί με τον σταυρό της ιεροσύνης,
σηκώνει και τον σταυρό της χηρείας. Το 1886 απεβίωσε η πρεσβυτέρα
σύζυγός του και λίγο αργότερα το μονάκριβο παιδί του.

Η υπομονή του Αγίου ήταν όμοια με αυτή του πολύπαθου Ιώβ. Φεύγει πλέον
από τον κόσμο και ακολουθεί τη μοναχική οδό. Εγκαταβιώνει σε μονή του
Κοζλώφ και στις 6 Φεβρουαρίου 1886 κείρεται μοναχός με το όνομα
Βλαδίμηρος.

Το έτος 1888 εκλέγεται Επίσκοπος της πόλεως Σταρορούσκϊυ και καλείται να
διακονήσει το λαό του Θεού. Αφιερώνεται ολόψυχα στο πολύπαθο και
ταλαιπωρημένο ποίμνιό του.

Όλοι αναγνώριζαν στο πρόσωπό του τον αληθινό ποιμένα και πατέρα και του φιλανθρώπου Χριστού τον γνησιότατο μιμητή.

Στις 19 Ιανουαρίου 1891 εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Σαμάρα, το 1892
Αρχιεπίσκοπος Καρτάλιν και Καχεζίας και στις 21 Φεβρουαρίου 1898
Μητροπολίτης Μόσχας. Το ποιμαντικό, φιλανθρωπικό και κοινωνικό του έργο
είναι τεράστιο.

Διακόπτεται, όμως και πάλι, όταν εκλέγεται, στις 23 Νοεμβρίου 1912,
Μητροπολίτης της Αγίας Πετρουπόλεως. Το 1915 η Εκκλησία του αναθέτει τα
καθήκοντα του Μητροπολίτη Κιέβου.

Σε κάθε τόπο που διακονούσε ο Άγιος Βλαδίμηρος άφηνε τα ίχνη της
αγιότητάς του. Κυριολεκτικά δαπανούσε τον εαυτό του για την σωτηρία των
ανθρώπων.

Τα χρόνια ήταν δύσκολα. Το επαναστατικό κίνημα άρχισε να φουντώνει. Ο
Άγιος προβλέποντας τα μέλλοντα, μιλώντας προς τους σπουδαστές του
εκκλησιαστικού σεμιναρίου της Μόσχας, έλεγε: «Ίσως να πιστεύετε ότι ο
Πνευματικός άρτος που δίδει η Εκκλησία στον κόσμο έχει γίνει πολύ
σκληρός, για να φαγωθεί από τους ανθρώπους.

Θα έπρεπε να αναρωτηθούμε για το ποιοι εμείς είμαστε και τι κάνουμε για
τους πτωχούς αδελφούς μας. Οι αδελφοί μας πεινάνε. Είναι στο σκοτάδι.
Και εμείς οφείλουμε να εργασθούμε, για να φωτίσουμε την ζωή τους με το
φως του Χριστού, την πίστη, την ελπίδα».

Τα γεγονότα της Οκτωβριανής επαναστάσεως (1917) αποτέλεσαν, για τους
κατοίκους του Κιέβου, την αφορμή για να επιχειρήσουν την ανεξαρτησία
τους. Το Ουκρανικό συμβούλιο πίεσε τον Άγιο να προβεί σε εκκλησιαστική
αυτονομία. Εκείνος δεν το έπραξε και τον εκθρόνισαν. Έτσι κατέφυγε στη
μονή των Σπηλαίων. Δεν θέλησε να υποχωρήσει παρά τις απειλές.

Τα γεγονότα της επαναστάσεως των Μπολσεβίκων δεν άφησαν ανεπηρέαστο  το
Κίεβο, το οποίο καταλήφθηκε από τον επαναστατικό στρατό. Στις 23
Ιανουαρίου 1918 οι επαναστάτες έφθασαν στη μονή των Σπηλαίων. Τον
συνέλαβαν και τον εκτέλεσαν. Το μόνο που ζήτησε, πριν τον εκτελέσουν,
ήταν να του χαρίσουν λίγη ώρα, για να προσευχηθεί.

Η Αγία Ελισάβετ η Οσιομάρτυς

Η Αγία Ελισάβετ γεννήθηκε στη Δαρμστάτη της Γερμανίας την 1η Νοεμβρίου
1864. Ήταν θυγατέρα του μεγάλου δούκα της Έσσης, Λουδοβίκου Δ’ και
νυμφεύθηκε τον μεγάλο δούκα της Ρωσίας, Σέργιο Αλεξάνδροβιτς, υιό του
τσάρου Νικολάου Β’, στην Πετρούπολη στις 15 Ιουνίου 1884. Κατά το 1901 ο
σύζυγός της διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής της Μόσχας, όπου και
δολοφονήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1905.

Η μεγάλη δούκισσα Ελισάβετ, μετά τον φόνο του συζύγου της, εγκατέλειψε
τον κόσμο και έγινε μοναχή. Αφιέρωσε την ζωή της εξολοκλήρου στη
φιλανθρωπία και εμφανιζόταν σπάνια στην αυλή της Αγίας Πετρουπόλεως, για
να συναντά την νεότερη αδελφή της, αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα.

Κατά την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανέλαβε την διεύθυνση νοσοκομείου τραυματιών και την περίθαλψη αυτών.

Κατά την επακολουθήσασα επανάσταση του 1917 συνελήφθει και μεταφέρθηκε
στο Αικατερινμπούργκ, όπου και φονεύθηκε στις 21 Ιουλίου 1918, τρεις
μέρες μετά την δολοφονία της αυτοκρατορικής οικογένειας.
Η Οσία Μαργαρίτα (Εορτή Μαργαρίτα)

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον Βίο της Οσίας.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)
anavaseis.blogspot.gr

24 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Ξένης, των Αγίων Παύλου, Παυσιρίου και Θεοδοτίωνος αυταδέλφων, Βαβύλα ιερομάρτυρα και των μαθητών αυτού Τιμοθέου και Αγαπίου, Μακεδονίου Οσίου, Ερμογένους και Μηνά, Βαρσίμου μάρτυρος και των συν αυτώ, Χρυσοπλόκης, Φίλωνος Οσίου και Θαυματουργού, Φιλιππικού πρεσβυτέρου, Ελλαδίου του Κομενταρησίου, Ερμογένους και Φιλήμονος, Ανακομιδή Λειψάνων Αναστασίου του Πέρσου, Μνήμη εγκαινίων Ναού Ιωάννου Προδρόμου, Μνήμη εγκαινίων Ναού Αγίου Ζαχαρίου, Ζωσιμά Οσίου, Κάντοκ Οσιομάρτυρα,  Ιωάννου εκ Καζάν, Νεοφύτου του Εγκλείστου, Ξένης Οσίας, Οσίου Διονυσίου του εν Ολύμπω.Η Αγία Ξένη (Εορτή Ξένη, Ξένος)

Η Αγία Ξένη καταγόταν από τη Ρώμη και από γενιά τιμημένη και εύπορη. Οι γονείς της επιθυμούσαν αν την νυμφεύσουν. Ενώ όμως είχαν τα πάντα ετοιμασθεί για τον γάμο, εκείνη εγκατέλειψε τη νυφική παστάδα, παίρνοντας μαζί της και δύο πιστές της θεραπαινίδες και διά θαλάσσης έφθασε στην πόλη των Μυλασών. Στα Μύλασα μάλλον πήγε και εγκαταστάθηκε, ύστερα από συμβουλή του μακαρίου μοναχού Παύλου, ο οποίος εμφανίστηκε στην Οσία μετά από θείο φωτισμό, όταν εκείνη πέρασε από την Αλεξάνδρεια και έγινε ο πνευματικός της καθοδηγητής.

Στην πόλη των Μυλασών, η Οσία Ξένη έκτισε ιερό ναό προς τιμήν του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Εκεί κτίσθηκαν και κελιά όπου διέμεναν η Ξένη, οι δύο θεραπαινίδες και λίγες άλλες παρθένες.

Η Οσία Ξένη, αφού διήλθε την ζωή της θεοφιλώς και οσίως, κοιμήθηκε με ειρήνη. Όταν παρέδωσε την αγία της ψυχή στον Θεό, ενώ ο ήλιος φώτιζε την γη, φάνηκε στον ουρανό Σταυρός, που τον σχημάτιζαν αστέρες. Τουν ουράνιο αυτό Σταυρό τον περιέκλειε χορός αστέρων, σαν να ήταν, καθώς φαίνεται, στεφάνι της Οσίας Ξένης, με το οποίο την επιβράβευε ο Θεός για τις νηστείες της, τις αγρυπνίες της και την αγνότητα του σώματος και της ψυχής.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’

Εν σοί Μήτερ ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα, λαβούσα γαρ τον σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γάρ, επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτoυ, διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, Οσία Ξένη το Πνεύμά σου.

Έτερο Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Ξένην ήνυσας, ζωήν εν κόσμω, ξένην έσχηκας, προσηγορίαν, υπεμφαίνουσαν τη κλήσει τον τρόπον σου, συ γαρ νυμφίον λιπούσα τον πρόσκαιρον, τω αθανάτω οσίως νενύμφευσαι. Ξένη ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Κοντάκιον Ήχος β’. Τοις των αιμάτων σου

Το σον ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, επιτελούντες οι πόθω τιμώντες σε, υμνούμεν Χριστόν τον εν άπασι, σοι παρέχοντα ισχύν των ιάσεων, όν πάντοτε δυσώπει, υπέρ πάντων ημών.
Οι Άγιοι Παύλος, Παυσίριος και Θεοδοτίων οι Αυτάδελφοι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Παύλος, Παυσίριος και Θεοδοτίων έζησαν κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) και Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.), ενώ ηγεμόνας στην Κλεοπάτριδα, το σημερινό Σουέζ, της Αιγύπτου ήταν ο Αρειανός.

Οι Άγιοι αυτοί ήταν αυτάδελφοι κατά σάρκα. Ο Παύλος και ο Παυσίριος έγιναν σε νεαρή ηλικία μοναχοί, ενώ ο Θεοδοτίων παρασύρθηκε από κακούς φίλους, έφυγε στα όρη και ζούσε μαζί με ληστές.

Όταν άρχισε ο διωγμός του Διοκλητιανού εναντίων των Χριστιανών, ο ηγεμόνας της Κλεοπάτριδας Αρειανός, συνέλαβε τον Παύλο και τον Παυσίριο.

Τότε ο Παύλος ήταν τριάντα επτά ετών, ενώ ο Παυσίριος ήταν είκοσι πέντε. Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό ο Θεοδοτίων, ο αδελφός τους, άφησε τα όρη και τους ληστές και κατέβηκε να τους δει και να τους αποχαιρετήσει.

Με την χάρη του Θεού θερμάνθηκε η καρδιά του και ομολόγησε και αυτός ότι πιστεύει στον Χριστό. Στην συνέχεια όρμησε πάνω στον τύραννο και τον έριξε από τον θρόνο του. Αμέσως τότε, με εντολή του Αρειανού, του πέρασαν πυρακτωμένα καρφιά στα πλευρά και στην κοιλιά και τελικά τον αποκεφάλισαν.

Έτσι, λοιπόν, ο Άγιος Θεοδοτίων έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, ενώ τους αδελφούς Παύλο και Παυσίριο τους έριξαν στο ποτάμι, όπου και μαρτήρησαν.
Ο Άγιος Βαβύλας ο εν Σικελία Ιερομάρτυρας και οι μαθητές αυτού Τιμόθεος και Αγάπιος

Ο Άγιος Μάρτυς Βαβύλας καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε από ευγενείς και φιλόθεους γονείς στη Θεούπολη. Στην πόλη αυτή εκπαιδεύτηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και διδάχθηκε με επιμέλεια τα ιερά γράμματα.

Από τη νεανική του ηλικία αγάπησε τον Θεό και περιφρόνησε τα αγαθά της κοσμικής ζωής. Γι αυτό, μόλις πέθαναν οι γονείς του, μοίρασε τον πλούτο του στους φτωχούς, τις χήρε και τα ορφανά.

Έτσι, λοιπόν, αφού απάλλαξε τον εαυτό του από κάθε βιοτική φροντίδα, ανέβηκε στο όρος και ησύχαζε, έχοντας μαζί του και τους δυο μαθητές του, τον Αγάπιο και τον Τιμόθεο. Έγινε μάλιστα και πρεσβύτερος και τίμησε αξίως το αξίωμα της ιεροσύνης.

Επειδή όμως οι ειδωλολάτρες κινούνταν να προδώσουν τον Άγιο στους άρχοντες, άφησε την Ρώμη και πήγε στην Σικελία μαζί με τους δυο μαθητές του.

Εκεί έμεινε αρκετό χρόνο και οδήγησε πολλούς με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού που είχε στην ψυχή του, στην αληθινή θεογνωσία.

Ο άρχοντας της Σικελίας, περί το 310 μ.Χ., συνέλαβε τον Άγιο Βαβύλα και τους δυο μαθητές του, τον Αγάπιο και τον Τιμόθεο και μόλις διαπίστωσε ότι με παρρησία διεκήρυτταν την πίστη τους στον Χριστό ως Θεό Αληθινό, άρχιζε να τους βασανίζει.

Όμως οι Άγιοι Μάρτυρες αντιμετώπιζαν με καρτερία τα βασανιστήρια. Τελικά οι Άγιοι κατεσφάγησαν και τα ιερά λείψανά τους τα έριξαν στη φωτιά για να καούν. Η φωτιά όμως δεν τα έβλαψε καθόλου και διαφυλάχτηκαν σώα και αβλαβή. Έτσι τα ήραν οι πιστοί και τα ενταφίασαν στο νησί της Σικελίας.

Ο Όσιος Μακεδόνιος

Ο Άγιος Μακεδόνιος στους πνευματικούς του αγώνες είχε ως παλαίστρα και στάδιο, τις κορυφές των ορέων. Δεν εγκαταστάθηκε σε έναν τόπο, αλλά συνεχώς μετακινείτο από τον έναν τόπο στον άλλο, στη Φοινίκη, στη Συρία, στην Κιλικία.

Και ασκήτευε κατ αυτόν τον τρόπο, προκειμένου να αποφύγει τις ενοχλήσεις από εκείνους που προσέτρεχαν κοντά του.

Επί σαράντα πέντε χρόνια, λοιπόν, ο Άγιος ασκήτεψε με τον τρόπο αυτό και δεν χρησιμοποίησε ούτε σκηνή ούτε καλύβα, αλλά διέμενε μέσα σε βαθύ λάκκο.

Όταν όμως γέρασε, υποχώρησε σε κάποιους που τον παρακαλούσαν και κατασκεύασε μια καλύβα. Έτσι συνέχισε τον ασκητικό αγώνα για είκοσι πέντε χρόνια.

Ο Όσιος έλαβε από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας και κοιμήθηκε με ειρήνη τον 4ο αιώνα μ.Χ.

Οι Άγιοι Ερμογένης και Μηνάς οι Μάρτυρες

Είναι άγνωστο που και πότε άθλησαν οι Μάρτυρες. Βέβαια σε κάποια αρχαία μηναία αντί του ονόματος Μηνάς υπάρχει και το όνομα Μάμας. Ίσως να πρόκειται για τους Αγίους Μηνά τον Καλλικέλαδο και Ερμογένη, που εορτάζουν στις 10 Δεκεμβρίου.
Ο Άγιος Βάρσιμος και τα δύο αδέλφια του

Και οι τρεις Μάρτυρες ετελειώθησαν διά ξίφους στην Περσία.

Η Αγία Χρυσοπλόκη η Μάρτυς

Είναι άγνωστο που και πότε μαρτύρησε η Αγία Χρυσοπλόκη. Η μνήμη της αναφέρεται στον Πατμιακό Κώδικα μετά της Μάρτυρος Θεοδούλης.

Ο Άγιος Φίλωνας ο Θαυματουργός Επίσκοπος Καρπασίας της Κύπρου

Μορφή εκκλησιαστική από τις πιο σημαντικές των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Προσωπικότητα εξαιρετική με ζήλο ένθεο «υπερβάλλουσα πάντας εις την σοφίαν και την αρετήν». Φιλόσοφος και ιστοριογράφος.

Έτσι χαρακτηρίζεται από τους μελετητές των Πατέρων ο άγιος Φίλων, ο πιο γνωστός επίσκοπος Καρπασίας.

Έζησε στα χρόνια του αγίου Επιφανίου περί τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. και τις αρχές του 5ου αιώνα.

Οι γονείς του μας είναι άγνωστοι.

Άγνωστο μας είναι επίσης και το που και πόθεν απέκτησε τη μεγάλη του μόρφωση.

Εκείνο που ξέρομε, είναι πώς ο άγιος μας νεότατος χειροτονήθηκε διάκονος και διακρίθηκε για τη σοφία και τη σύνεση του.

Επίσης και για τον ιεραποστολικό ζήλο του για τον εκχριστιανισμό της ειδωλολατρικής ακόμη Καρπασίας.

Η πραότητα κι η θεοσέβεια του, τράβηξε απ’ την πρώτη στιγμή την προσοχή κι εκτίμηση του τότε πρωθιεράρχη της Κύπρου του Μεγάλου Επιφανίου.

Ο άγιος αυτός πατήρ κάλεσε αμέσως κοντά του τον νεαρό διάκονο, τον προήγαγε σε ιερομόναχο και του ανέθεσε μ’ εμπιστοσύνη το υψηλό κι υπεύθυνο έργο να εκχριστιανίσει τους Έλληνες κατοίκους της Κύπρου.

Η ειδωλολατρία ήκμαζε ακόμη τότε αρκετά στο νησί μας. Χιλιάδες πρόβατα, μοσχάρια, αγελάδες κι άλλα ζώα προσφέρονταν καθημερινά από τους ειδωλολάτρες προγόνους μας θυσία στους ποικιλώνυμους θεούς, για να έχουν την ευμένεια και τη βοήθεια τους.

Η κνίσα κι ο καπνός των καιόμενων κρεάτων σκορπιόταν μακριά και πολλές φορές θόλωνε τον ουρανό σε αρκετή απόσταση από τον τόπο της θυσίας.

Όλους αυτούς τους πλανεμένους και δούλους της ειδωλολατρίας έπρεπε να καλέσει και να τραβήξει και να κατηχήσει στη θρησκεία του Εσταυρωμένου Ιησού ο άγιος μας. Και το έργο αυτό ο ζηλωτής κι ενθουσιώδης κληρικός το ανέλαβε με την ψυχή του. Τα χωριά κι οι πολιτείες ένοιωσαν πολύ γρήγορα την άγια παρουσία του.

Πολύ συγκινητική μέσα στην απλότητα της είναι μια προσευχή του, όπως μας την παρουσιάζει ο συναξαριστής του στην περίπτωση αυτή.

«Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, όπου δια την σωτηρίαν των ανθρώπων εκατέβης εις την γην, και εφόρησας την σάρκα του δούλου σου, και έπαθες τόσους πειρασμούς από τον κόσμον, όπου εσταυρώθης, ετάφης και ανέστης, έσωσας τον άνθρωπον, έτσι οικονόμησον και τώρα, δια να σωθούν και ετούτοι οι πεπλανημένοι άνθρωποι, όπου τους επλάνεσεν ο διάβολος».

Να σωθούν οι «πεπλανημένοι άνθρωποι». Να ένας από τους κύριους σκοπούς της ζωής του. Σ’ αυτόν έχει στραμμένη όλη του τη σκέψη κι όλη του τη μέριμνα.

Γι’ αυτούς φροντίζει. Γι’ αυτούς κουράζεται. Γι’ αυτούς υποφέρει και κόπους και θλίψεις. Τον εαυτό του δεν τον ξεχωρίζει από το σύνολο του. Στο μυαλό του αδιάκοπα μια σκέψη κυκλοφορεί, η εντολή του Κυρίου για ν’ αγαπάμε τον πλησίον μας. «Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν».

Για τη σωτηρία των «πεπλανημένων» συμπατριωτών του αγωνίζεται ο καλός ποιμήν. Και για την επιτυχία του έργου αυτού δεν περιορίζεται μονάχα στην προσευχή. Ξέρει ο θεοφώτιστος ιεραπόστολος, πώς χρειάζεται και κάτι άλλο.

Το καλό, το εποικοδομητικό, το ζωντανό παράδειγμα. Πρέπει να το πούμε και να το τονίσουμε ξανά αυτό, πού ένας αρχαίος διδάσκαλος της Εκκλησίας λέγει κι επαναλαμβάνει. Ο ιερέας είναι και μένει ένα αντίτυπο του Χριστού μέσα στον κόσμο.

Κανένα κήρυγμα δεν είναι τόσο δυνατό, τόσο επιβλητικό, όσο το καλό παράδειγμα. Ο καλός κι άξιος αντιπρόσωπος του Χριστού πρέπει να μπορεί να επαναλαμβάνει κάθε στιγμή και ώρα στους ανθρώπους, την προτροπή του ακαταπόνητου εργάτη του Ευαγγελίου, του θείου Παύλου: «Μιμηταί μου γίνεσθε καθώς καγώ Χριστού».

Μιμητές του Χριστού καλούνται να είναι όλοι οι ιερείς, κι όλοι οι κληρικοί. Να προσεύχονται θερμά προτού αναλάβουν μία προσπάθεια. Να προσεύχονται για τον εαυτό τους, μα και για το καλό των ανθρώπων, τους οποίους θέλουν να βοηθήσουν.

Αλλά και να προσπαθούν μαζί με την προσευχή τους, να προβάλουν σ’ αυτούς και τον εαυτό τους ως παράδειγμα.

Και για να το επιτύχουν, πρέπει κι οι ίδιοι να ‘ναι υποδειγματικοί τηρητές των εντολών του Κυρίου. Η ζωή τους πρέπει να ‘ναι ζωή αγία. Ζωή που να ελκύει στον Χριστό. Ζωή που να εμπνέει και να οδηγεί σ’ Αυτόν. Χωρίς το καλό παράδειγμα όλες οι άλλες προϋποθέσεις χάνονται και σβήνουν.

Τα γνωρίζει αυτά ο ιερός Φίλων.

Γι’ αυτό μαζί με τις προσευχές του αγωνίζεται να προβάλει παντού και πάντα και τον εαυτό του ως υπόδειγμα μιας ανώτερης ζωής. Κι είναι το παράδειγμα του αυτό το φλογερό, που θερμαίνει και σκλαβώνει τις καρδιές.

Είναι αυτή η αγία κι ενάρετη ζωή του που αιχμαλωτίζει στη θεία σαγήνη κάθε καρδιά που τον γνωρίζει και τον ακούει να της ζητά να αποκοπεί, να ξεχωρίσει από τα δίχτυα της αμαρτίας και να καταταγεί στη σωτήρια στρατιά του Χριστού.

Ο ζηλωτής αυτός εργάτης της ποίμνης του Χριστού δεν διδάσκει μονάχα με τα λόγια και το υπέροχο παράδειγμα του. Αλλά και με τα θαύματα του.

Η αγάπη του Θεού τον έχει πλούσια χαρτώσει και με τούτο το προνομιούχο χάρισμα. Με τις θερμές προσευχές του οι άρρωστοι θεραπεύονται.

Η θάλασσα γαληνεύει. Οι καταρράκτες του ουρανού ανοίγουν και δροσίζουν τη διψασμένη γη και παρηγορούν τις πονεμένες ψυχές.

Οι δαίμονες φυγαδεύονται κι οι νεκροί ανίστανται. Τα θαύματα του ακολουθούν το ένα τ’ άλλο, με αποτέλεσμα οι χθεσινοί ειδωλολάτρες να απαρνούνται ολοπρόθυμα τη θρησκεία των πατέρων τους. Να συντρίβουν οι ίδιοι τα αγάλματα με τα οποία παρίσταναν τους θεούς τους. Να ασπάζονται με λαχτάρα τη νέα πίστη και να βαπτίζονται.

Κοντά στην εκκλησία, που φέρει το όνομα του και τα ερείπια ενός βαπτιστηρίου, βρίσκονται τα λείψανα ενός παλαιού λιμανιού και κοντά εκεί ένα ξέβαθο μέρος που είναι γνωστό σαν «δεξαμενή του Άι Φίλωνα».

Σε τούτο τον τόπο ο άγιος βάπτισε χιλιάδες ειδωλολάτρες. Σ’ αυτό τον τόπο και σήμερα όσοι άρρωστοι πάνε με πίστη και λουστούν θεραπεύονται από τις διάφορες αρρώστιες που τους βασανίζουν.

Στο ιεραποστολικό του έργο φυσικά ο νεαρός επίσκοπος δεν τα βρήκε όλα ρόδινα.

Πολλά εμπόδια συνάντησε. Εμπόδια από τους φανατικούς οπαδούς της παλαιάς θρησκείας. Εμπόδια κι από όλους εκείνους των οποίων τα συμφέροντα θιγόντουσαν από την εξάπλωση της νέας λατρείας. Ο Θεός όμως βοήθησε τον άγιο μας.

Γιατί πάντα ο Κύριος βοηθά εκείνους, που αναλαμβάνουν με αγνότητα προθέσεων κι ανιδιοτέλεια και πίστη να γίνουν οι διαγγελείς του θελήματος Του. Καμιά φορά ο Κύριος μπορεί να φαίνεται πώς αργεί να σπεύσει σε βοήθεια και προστασία των δικών του.

Ο Θεός όμως ποτέ δεν λησμονεί. Και ποτέ δεν εγκαταλείπει κανένα από τους εργάτες του. Το «ου μη σε άνω ουδ’ ου μη σε εγκαταλείπω» είναι βεβαίωση αυτού του Κυρίου αδιάψευστη και πάντα νέα. Απευθύνεται σε όλους τους χριστιανούς όλων των εποχών κι όλων των χρόνων και των καιρών. Δεν θα σε αφήσω, δεν θα σε εγκαταλείψω, λέει και σε σένα και σε μένα.

Ας μην τα χάνουμε λοιπόν στις δυσκολίες και τους πειρασμούς, μα και στα εμπόδια και τους διωγμούς, που οι άνθρωποι του αιώνος τούτου μπορούν να κινήσουν ενάντια μας. Στις περιστάσεις αυτές ας κλίνουμε τα γόνατα της ψυχής και του σώμα τος κι ας λέμε με πίστη στον Παντοδύναμο Αρχηγό και Σωτήρα μας.

Κύριε, βοήθησε μας. Δώσε μας τη δύναμη να μένουμε σταθεροί και πιστοί στο θέλημα σου ως το τέλος. Κύριε, λύτρωσε μας. Ναι! λύτρωσε μας, Κύριε, «ένεκεν της δόξης του ονόματος σου».

Και θα μας βοηθήσει ο Κύριος.

Θα μας λυτρώσει από τις οποιεσδήποτε δυσκολίες. Θα μας λυτρώσει από τις πλεκτάνες του οποιουδήποτε Φαραώ και θα μας βοηθήσει να φτάσουμε νικητές και θριαμβευτές στην πολυφίλητο γη της επαγγελίας, στη γη όπου βασιλεύει η χαρά και η ειρήνη των αγγέλων.

Ναι! θα μας λυτρώσει ο Κύριος και θα μας εξαγάγει εις αναψυχή. Γιατί είναι «πιστός», είναι αξιόπιστος ο Θεός. Μόνο οι άνθρωποι ψεύδονται. Ο Θεός είναι η αλήθεια.

«Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» διακηρύττει με το στόμα του Υιού του, του Σωτήρος μας Χριστού.

Την αλήθεια αυτή βλέπουμε να πραγματώνεται στη ζωή όλων των αγίων. Η αλήθεια αυτή επαληθεύει και τη ζωή του αγίου μας. Με την προσευχή και τους αγώνες του, τα θρησκευτικά κάστρα της ειδωλολατρίας γκρεμίστηκαν το ένα μετά το άλλο, κι η αιματόβρεκτη σημαία του σταυρού υψώθηκε παντού.

Η επιτυχία του ιερού έργου του αγίου πολύ εκτιμήθηκε κι από τον αρχιεπίσκοπο Επιφάνιο, ο οποίος υπακούοντας «εις αποκάλυψιν Θεού», όπως λέει ο Ιστορικός Πολύβιος, έσπευσε να χειροτονήσει τον ζηλωτή ιεραπόστολο, επίσκοπο της Καρπασίας.

Με τη χειρονομία αυτή ο φλογερός κληρικός τοποθετήθηκε «ως λύχνος επί την λυχνίαν». Η δράση του και στη νέα θέση υπήρξε και πάλι υποδειγματική.

Στο πρόσωπο του οι χριστιανοί βρήκαν τον πατέρα, τον προστάτη, τον οδηγό, τον καλό ποιμένα. Τον ποιμένα που δεν ζητά να εκμεταλλεύεται την αγάπη και τον σεβασμό του ποιμνίου του, για να ζει και να απολαμβάνει τα αγαθά του κόσμου τούτου.Αλλά τον ποιμένα που είναι έτοιμος και δεν διστάζει ποτές να θυσιάσει κι αυτή τη ζωή του ακόμη, όπως λέει ο Κύριος, για το καλό του ποιμνίου του.

Τέτοιος υπήρξε ο ιερός και γεραρός επίσκοπος.

«Σκεύος εις τιμήν, ηγιασμένον και εύχρηστον τω Δεσπότη, εις πάν έργον αγαθόν ητοιμασμένον» (Β’ Τιμ. 6′, 21). Δηλαδή σκεύος για τιμητική χρήση, αγιασμένο και εύχρηστο στον Δεσπότη Χριστό, ετοιμασμένο για κάθε αγαθό έργο. Όπως λειώνει η αναμμένη λαμπάδα, έτσι κι αυτός έλειωνε από τον θείο έρωτα που έκαιε στην ψυχή του για το καλό του ποιμνίου του, για τη σωτηρία των χριστιανών του.

Κι ο ζήλος του αυτός, η φλόγα αύτη που έκαιε στην ψυχή του αδιάκοπα, είναι αυτά που έκαμαν τον μεγάλο προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου, τον κλεινό Επιφάνιο, τον Φίλωνα να διαλέξει και ν’ αφήσει τοποτηρητή του θρόνου της Κων/τίας, όταν αυτός χρειάστηκε να ταξιδεύσει στη Ρώμη.Κι όχι μόνο τον αφήκε τοποτηρητή, άλλα του έδωκε και τα δικαίωμα κατά την απουσία του να χειροτονεί κληρικούς όποιους έκρινε άξιους.

Ο άγιος Φίλων εκτός από το κήρυγμα με το οποίο δίδασκε τακτικά τον λαό του κι εκτός από τα πολλά και ποικίλα θαύματα του διακρίθηκε και σαν εκκλησιαστικός συγγραφέας και προ πάντων σαν ερμηνευτής των Γραφών. Το σημαντικότερο από τα έργα του είναι το υπόμνημα του στο Άσμα των Ασμάτων.Εκτός απ’ αυτό ο άγιος επίσκοπος έγραψε και Εκκλησιαστική Ιστορία και μερικά άλλα. Το όνομα του προφέρεται με πολύ σεβασμό από όλους και θεωρείται ένας από τους πιο σπουδαίους άνδρες της Εκκλησίας μας των πρώτων χριστιανικών χρόνων.Η αγαθή του φήμη ξεπέρασε πολύ νωρίς τα στενά όρια του νησιού μας.

Ο μακάριος αυτός πατήρ απέθανε και τάφηκε στην Καρπασία. Κοντά στη θάλασσα, όπως αναφέραμε, βλέπουμε και σήμερα τον ομώνυμο ναό του, δείγμα κι αυτό της θρησκευτικής ευλάβειας των πατέρων μας. Σ’ αυτόν ας πετάμε κι εμείς νοερά. Ας γονατίζουμε μπροστά στην άγια εικόνα του κι ας ψάλλουμε μέσα μας γι αυτόν τον ύμνο της αγάπης και του σεβασμού μας:

Άνθρωπος μεν τη φύσει υπάρχων, αλλ’ ώφθης συμπολίτης αγγέλων ως γαρ άσαρκος επί γης βιοτεύσας, Φίλων πατήρ ημών, τα σαρκός πάθη τελείως απέρριψας, διό και παρ’ ημών ακούεις.

Χαίρε Κυπρίων ευσεβών ο γόνος, χαίρε πολλούς εκ της πλάνης σώσας, χαίρε ο των Κυπρίων φωστήρ και διδάσκαλος χαίρε των Καρπασέων ποιμήν θεοπρόβλητος χαίρε ότι ηκολούθησας εκ νεότητος Χριστώ χαίρε ότι κατεμάρανας της σαρκός τάς ηδονάς χαίρε του πιστού λαού, πρόξενε, σωτηρίας χαίρε των θλιβομένων θεία παραμυθία χαίρε πολλούς των Ελλήνων βαπτίσας, χαίρε κρουνούς ιαμάτων δωρήσας χαίρε πτωχών την φροντίδα ποιήσας χαίρε ημών ο προστάτης και ρύστης, χαίρε, Φίλων θεόσοφε, Καρπασέων ποιμήν.

Ναι! Χαίρε, θεοπρόβλητε ποιμήν. Χαίρε της Καρπασίας, ακούραστε πατέρα. Χαίρε και πρέσβευε για τη σωτηρία της δοκιμαζόμενης ποίμνης σου. Αμήν

Απολυτίκιο. Ήχος α’.

Τον βυθόν της σοφίας ερευνησάμενος και του κόσμου την δόξαν απαρνησάμενος, τω Χριστώ δε προσδραμών, Πάτερ, ηκολούθησας, θαυματουργών, διδάσκων ως κήρυξ της χάριτος, και τοις νοσούσι πάσι την ρώσιν δωρούμενος. Διό πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, Φίλων θεόσοφε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Έτερον απολυτίκιο. Ήχος γ’.

Έργοις έλαμψας ορθοδοξίας πλάνην έσβεσας πολυθεΐας των γαρ ειδώλων την απάτην κατέβαλες, και την σην ποίμνην μεγάλως εκόσμησας. Δια τούτο βοωμέν σοι, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, Φίλων μακάριε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ο Άγιος Φιλιππικός ο Πρεσβύτερος

Ο Άγιος Φιλιππικός ο πρεσβύτερος κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Ο Άγιος Ελλάδιος ο Κομενταρήσιος

Ίσως είναι ο ίδιος με τον Άγιο που εορτάζει στις 18 Ιανουαρίου.
Οι Άγιοι Ερμογένης και Φιλήμων Επίσκοπος Καρπάθου

Η μνήμη τους αναφέρεται στον Πατμιακό Κώδικα.

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον Βίο των Αγίων.

Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Οσιομάρτυρος Αναστασίου του Πέρσου

Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Αναστασίου του Πέρσου στις 22 Ιανουαρίου. Το μαρτύριό του έγινε το 628 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος (610-641 μ.Χ.), αφού νίκησε τους Πέρσες, πήρε τον Τίμιο Σταυρό και κατά το εικοστό έτος της βασιλείας του τον μετέφερε πάλι στην Ιερουσαλήμ.Τότε δε ο Αρχιεπίσκοπος των βυζαντινών περιοχών της Περσίας, έστειλε έναν Επίσκοπο και πήρε τα Τίμια Λείψανα του Αγίου Αναστασίου, τα οποία μετακόμισε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, δέκα έτη μετά από το μαρτυρικό τέλος αυτού.

Εγκαίνεια του Ναού του Αγίου Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, πλησίον του Ταύρου

Πρόκειται περί της εορτής των εγκαινίων του ναού του Προδρόμου στον Ταύρο. Σε άλλα παλαιά μηναία αναγράφεται εσφαλμένα «πλησίον του τάφου».

Εγκαίνια του Ναού του Αγίου Ζαχαρία εν Κωνσταντινούπολη

Η Μονή ανοικοδομήθηκε από την Οσία Δομνίκη (τιμάται 8 Ιανουαρίου), η οποία μόνασε εκεί.
Ο Όσιος Ζωσιμάς

Ο Όσιος Ζωσιμάς ασκήτεψε στην έρημο και διακρίθηκε για την πατερική του σοφία. Κοιμήθηκε με ειρήνη.

Ο Όσιος Κάντοκ ο Οσιομάρτυρας

Ο Άγιος Κάντοκ καταγόταν από ευγενική οικογένεια της Ουαλίας. Οι γονείς του έγιναν μοναχοί. Ίδρυσε την περίφημη μονή Λάνσαρφαν κοντά στο Κάρντιφ, αλλά η ιεραποστολική του δράση επεκτάθηκε μέχρι την Κορνουάλη, τη Σκωτία και την Ιρλανδία.Ήταν σύγχρονος του Αγίου Δαυίδ και διδάσκαλος του Αγίου Φιννιανού. Σώζονται και μερικά αποφθέγματά του μεταξύ των οποίων και τα ακόλουθα:

«Η αλήθεια είναι η πρωτότοκος θυγατέρα του Θεού. Χωρίς το φως τίποτε δεν είναι καλό, χωρίς το φως δεν υπάρχει ευλάβεια, χωρίς το φως δεν υπάρχει πίστη».

«Ο κάλλιστος των τρόπων είναι η ταπείνωση. Η καλλίστη των ασχολιών είναι η εργασία των θείων εντολών. Το κάλλιστο των αισθημάτων είναι η δικαιοσύνη. Η κάλλιστη λύπη είναι η μετάνοια. Το κάλλιστο ιδίωμα η μεγαλοψυχία.Όταν τον ρώτησαν τι είναι αγάπη, απάντησε: Η αγάπη είναι ο παράδεισος. Και τι μίσος: το μίσος είναι η κόλαση. Και η συνείδηση; Η συνείδηση είναι ο οφθαλμός του Θεού εντός της ψυχής».

Μαρτύρησε το έτος 590 μ.Χ. φονευθείς από Αγγλοσάξονες ειδωλολάτρες, ενώ τελούσε την Θεία Λειτουργία. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Αόρατε βασιλεύ, Σώτερ Ιησού, Σε ικετεύω, προστάτευσε τους Χριστιανούς της χώρας μου».

Ο Άγιος Ιωάννης ο Μάρτυρας εκ Καζάν

Ο Άγιος Μάρτυς Ιωάννης ο Θαυματουργός, μαρτύρησε στο Καζάν της Ρωσίας το έτος 1529.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Ο Όσιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος ο εν Κύπρω ασκήσας (Εορτή Νεόφυτος)

Ο Όσιος Νεόφυτος έζησε τον 12ο αιώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στην κωμόπολη Λεύκαρα της Κύπρου το 1134 και σε νεαρή ηλικία, παρά την θέλεηση των γονέων του, Αθανασίου και Ευδοξίας, ακολούθησε τον μοναχικό βίο, φλεγόμενος από θείο ζήλο.

Κατέφυγε κατ΄ αρχάς στη μονή του Αγίου Χρυσοστόμου, στο όρος Κουτσοβέντη, όπου ζήτησε να μείνει και να ασκητέψει. Μετά από πέντε χρόνια στο διακόνημα της καλλιέργειας των αμπελώνων της μονής, στη θέση «Γούπαις», με την ευλογία του ηγουμένου, επισκέπτεται για προσκύνημα τους Αγίους Τόπους.

Εκεί παρέμεινε για σύντομο χρονικό διάστημα και όταν επέστρεψε πάλι στην Κύπρο, μόνασε στη μονή του Χρυσοστόμου (1152-1158 μ.Χ.). Ζήτησε από τον ηγούμενο της μονής να του επιτρέψει να γίνει ερημίτης, χωρίς όμως επιτυχία. Η άρνηση του ηγουμένου, οδηγεί τον Όσιο να εγκαταλείψει τη μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, για να πάει στο όρος Λάτρος της Μικράς Ασίας, που ήταν μεγάλο μοναστικό κέντρο.

Γι΄ αυτό τον σκοπό πήγε στην Πάφο με την ελπίδα να βρει πλοίο που να τον μεταφέρει εκεί. Στο ναύσταθμο όμως της Πάφου συνελήφθη ως φυγάς και φυλακίσθηκε.

Όταν, με την μεσιτεία ευσεβών ανθρώπων, αποφυλακίζεται την επόμενη ημέρα, αναζητά ερημητήριο στα ενδότερα της Μεγαλονήσου.

Τον Σεπτέμβριο του έτους 1159, επέλεξε να λαξεύσει την εγκλείστρα του, στην Πάφο, γνωρίζοντας ότι «ουδέν πλέον τούτου καθέξει, καν και του όλου κόσμου φθάση κρατήσαι». Ο Όσιος παρέμεινε κλεισμένος μέσα στην εγκλείστρα του επί σάράντα ολόκληρα χρόνια.

Εκεί μορφώθηκε κατά την θεία και ανθρώπινη σοφία και μυήθηκε στα μυστικά της πνευματικής ασκήσεως.

Αυτή την εμπειρία τη διαφύλαξε με πολύ προσοχή σε όλη του τη ζωή και με τη χάρη του Θεού την αύξησε και την εφάρμοσε απόλυτα. Η φήμη του διαδόθηκε ευρύτατα και πλήθος Χριστιανών συνέρεε, για να λάβει την ευχή και την ευλογία του.

Για να αποφύγει τον κόσμο λάξευσε μέσα στα βράχια νέα εγκλείστρα και επικοινωνούσε με τον κόσμο μόνο κάθε Κυριακή.

Σε αυτή την απόφασή του συνετέλεσε και η χειροτονία του σε πρεσβύτερο, το έτος 1170, από τον Επίσκοπο Πάφου Βασίλειο Κίνναμο και η σύσταση της πρώτης αδελφότητας προς το τέλος του έτους 1170 ή στις αρχές του 1171. η ύπαρξη πλέον μοναχών διευκόλυνε τον Άγιο να εντείνει τον εγκλεισμό, καθόσον οι υποτακτικοί του θα αναλάμβαναν τις ποικίλες αξωτερικές εργασίες της μονής.

Όμως ο Άγιος δεν ήταν διδάσκαλος μόνο του πληρώματος της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά ήταν διδάσκαλος κυρίως των υποτακτικών του με τον βίο και το παράδειγμά του.

Εν τω μεταξύ είχαν συμβεί διάφορα δραματικά γεγονότα στην Κύπρο, τα οποία την απέκοψαν από το Βυζάντιο και έφερε την δυστυχία στην Εκκλησία και τον λαό.

Η φτώχεια και η δυστυχία του λαού οδήγησε πολλούς να ζητήσουν τροφή στα μοναστήρια, ένα από τα οποία ήταν και η εγκλείστρα του Οσίου Νεοφύτου.

Η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως στα χέρια των Φράγκων τον Απρίλιο του έτους 1204, ήταν ένα συνταρακτικό γεγονός και για τον Όσιο Νεόφυτο.

Θεωρεί την άλωση της Πόλεως, της προστάτιδος των Ορθοδόξων, «αποκαλυπτικό» γεγονός και γι΄ αυτό επιχειρεί την ερμηνεία της Αποκαλύψεως, καταβάλλοντας προσπάθεια να εξηγήσει γιατί κυριάρχησαν οι δυνάμεις του αντίχριστου σε βάρος της Εκκλησίας του Χριστού.

Ο Όσιος κοιμήθηκε σε βαθύτατο γήρας στις 12 Απριλίου. Ο ίδιος ενταφιάσθηκε στον τάφο που είχε ετοιμάσει ο ίδιος, σε ξύλινο φέρετρο από ξύλο πεύκου, κέδρου και κυπαρίσσου το οποίο είχε κατασκευάσει, όταν ζούσε.

Το ιερό λείψανό του φυλάσσεται μέχρι σήμερα στην ομώνυμη μονή της Πάφου, στην Κύπρο, που είναι αφιερωμένη στη μνήμη του.

Αυτή την ημέρα η Εκκλησία εορτάζει και την ανάμνηση της Θεοσημείας, δηλαδή της θαυματουργικής διασώσεως του Αγίου Νεοφύτου κατά την πτώση αυτού από την εγκλείστρα του, όπου ασκήτευε.
Η Οσία Ξένη η Διά Χριστόν Σαλή

Γεννήθηκε στὴν Ἁγία Πετρούπολη τῆς Ρωσίας, τὸ ἔτος 1720, καὶ ὡς νεαρὴ ὄμορφη κοπέλα  παντρεύτηκε τὸν Ἀντρέα Φεοντόροβιτς Πετρὼφ ποὺ εἶχε τὸν βαθμὸ τοῦ συνταγματάρχου καὶ ἦταν πρωτοψάλτης στὴν βασιλικὴ αὐλή. Ἡ θέση αὐτὴ ἦταν μία πολὺ ὑψηλὴ κοινωνικὴ θέση καὶ ἔδινε δόξα καὶ ὑλικὴ ἀπολαβή.

Ἦταν νέοι. Εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὑπηρέτησαν καὶ οἱ δυὸ στὴν βασιλικὴ αὐλή, ὅπου ἔκαναν τὸ γάμο τους. Ζοῦσαν πολὺ εὐτυχισμένοι μαζί. Λόγω τῆς νεότητάς τους, τοὺς ἄρεσε πολὺ νὰ πηγαίνουν σὲ χοροεσπερίδες καὶ σὲ συμπόσια. Καλοῦσαν φιλοξενουμένους στὸ σπίτι τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι πήγαιναν ὡς φιλοξενούμενοι σὲ ἄλλα σπίτια. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι τὰ ὀνομάζουν «καλὴ τύχη» καὶ φαινόταν ὅτι τίποτε στὸ ἀνδρόγυνο αὐτό, τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Ξένια, δὲν θὰ ἔδινε τέλος σ’ αὐτή τους τὴν χαρά.

Ἀλλὰ ξαφνικὰ ἕνα φοβερὸ χτύπημα, σὰν κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ, ὁ ἀναπάντεχος θάνατος τοῦ ἀγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε τὴν Ξένια Γκριγκόριεβνα. Στὰ εἴκοσι ἕξι της χρόνια, ἕνα βράδυ σὲ ἕνα χορὸ ὁ ἄντρας της ἐνῶ ἔπινε μὲ τοὺς φίλους τους, ξαφνικὰ ἔπεσε κάτω νεκρός. Αὐτὸ φυσικὰ ἦταν πολὺ ὀδυνηρὸ γιὰ τὴν Ξένια. Ὁ Ἀντρέας, δὲν εἶχε ποτὲ ἐξομολογηθεῖ καὶ λάβει Θεία Κοινωνία ἕως πρὶν πεθάνει, καὶ ἐκείνη ἀνησυχοῦσε τρομερὰ γιὰ τὴν ψυχή του.

Σύντομα μετὰ τὴν ταφή του, ἡ Ὁσία Ξένια ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη γιὰ ὀκτὼ χρόνια. Πιστεύεται ὅτι αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τὸ πέρασε σὲ ἕνα ἐρημητήριο ἢ σὲ ἕνα μοναστήρι, μαθαίνοντας τὸ δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας εἶχε ἀξιόπιστη πληροφορία ὅτι ἡ μακαρία Ξένια γιὰ τὴν πνευματική της τελείωση δαπάνησε αὐτὰ τὰ χρόνια μεταξὺ τῶν Στάρετς προετοιμάζοντας τὸν ἑαυτό της γιὰ τὸν δύσκολο ἀγώνα τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν καὶ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν πνευματική τους καθοδήγηση.

Ποῦ ἦταν οἱ Στάρετς; Ἴσως ἦταν στὸ Hermitage ἣ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια ποὺ αὐτὸν τὸν καιρὸ εἶχαν Στάρετς, μαθητὲς τοῦ Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ὕστερα ἀπὸ ὀχτὼ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στὴν πατρίδα της, τὴν ἁγία Πετρούπολη, καὶ δὲν τὴν ξανάφησε στὰ ἄλλα τριάντα ἑπτὰ χρόνια τῆς ζωῆς της σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἁγία Πετρούπολη, χάρισε τὰ ὑπάρχοντά της, τὸ σπίτι της, τὰ χρήματά της, τὰ ὄμορφα ροῦχα της. Κατὰ πρώτον ἄρχισε νὰ βεβαιώνει σὲ ὅλους ὅσους τὴν περιτριγύριζαν ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν πέθανε, ἀλλὰ ὅτι πέθανε αὐτή. Φόρεσε τὰ ροῦχα τοῦ νεκροῦ συζύγου της καὶ ἄρχισε νὰ ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ τῆς Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς.

Οἱ συγγενεῖς της τὴν θεώρησαν περισσότερο γιὰ παράφρονα , ὅταν αὐτὴ ἄρχισε νὰ μοιράζει τὴν περιουσία της στοὺς πιὸ φτωχοὺς καὶ ὅταν ἔδωσε τὸ σπίτι της στὴν Παρασκευὴ Ἀτόνοβα. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ τὴν περιουσία της συγγενεῖς της στράφηκαν στὶς ἀρχὲς καὶ ζήτησαν ἀπὸ αὐτὲς νὰ λάβουν μέτρα ἐναντίον μιᾶς τέτοιας διάθεσης τῆς κληρονομιᾶς της ἀπὸ αὐτήν.

Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ τῶν συγγενῶν οἱ ἀρχὲς τὴν κάλεσαν καὶ ἀφοῦ συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ὅτι ἦταν πολὺ καλὰ στὰ λογικά της καὶ εἶχε ἑπομένως κάθε δικαίωμα νὰ κάνει ὅτι ἤθελε τὴν περιουσία της (σημειώνεται τὸ συμβὰν: οἱ συγγενεῖς τῆς Ξένιας τὴν πῆγαν στὸ δικαστήριο ἀλλὰ ὁ δικαστὴς βρῆκε ὅτι ἔχει καλὸ καὶ γερὸ νοῦ ὅσο αὐτὴ συνέχιζε νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχούς.)

Ἀλλὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχουμε ἕνα ὄνομα γιὰ τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους ποὺ οἱ ἄλλοι πιθανὸν νὰ νομίζουν ὅτι εἶναι τρελοί. Ἐμεῖς τοὺς ὀνομάζουμε «διὰ Χριστὸν σαλούς». Αὐτοὶ συχνὰ δὲν εἶναι τρελοί, ἀλλὰ προσποιοῦνται ὅτι εἶναι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ κρύψουν τὰ πνευματικά τους χαρίσματα.

Τί συνέβηκε πράγματι μὲ τὴν Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ἀσφαλῶς συνέβηκε μέσα της μιὰ πλήρης πνευματικὴ ἀντιστροφή, πού, κατὰ τὰ ἴδια της τὰ λόγια, ἡ Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα εἶχε πεθάνει!…Βάζοντας τὰ ροῦχα τοῦ συζύγου της καὶ παίρνοντας τὸ ὄνομά του ἦταν κατὰ τὴ γνώμη της, σὰν νὰ παρατεινόταν ἡ δική του ζωὴ στὸ πρόσωπό της γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες του μὲ τὴ δική της ἀφιερωμένη στὸ Θεὸ ζωή. Τώρα αὐτὴ παρουσίαζε τὸν ἑαυτό της στὸν κόσμο μὲ τὴν δύσκολη ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ ὡς «κατὰ Χριστὸν τρελή».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης λέγει: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μία φαντασία.

Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή! Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυστος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυστη ζωὴ τοῦ πνεύματος» (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, Περὶ τῆς ἐγκοσμίου ζωῆς) .

Ἀπὸ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι τὸ «χτύπημα» ποὺ «χτύπησε» τὴν δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια ἦταν μία ὤθηση ἀπὸ τὴν μὴ πραγματικὴ ζωὴ στὴν ζωὴ τοῦ Πνεύματος.

Ἡ μακαρία Ξένια, ποὺ ἦταν πλούσια πρῶτα, ἔζησε τώρα μιὰ φτωχική, πολὺ φτωχικὴ ζωή. Ζοῦσε χωρὶς σπίτι, περιπλανώμενη στοὺς δρόμους τῆς πόλης ἐμπαιζόμενη καὶ κακομεταχειριζόμενη ἀπὸ πολλούς. Ἡ μόνη τροφή της ἐρχόταν ἀπὸ γεύματα ποὺ μερικὲς φορὲς δεχόταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ γνώριζε. Τὸ βράδυ ἀποσυρόταν σὲ ἕναν ἀγρὸ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ ἐκεῖ γονατιστὴ προσευχόταν ὡς τὸ πρωί.

Δὲν εἶχε πραγματικὰ ποὺ νὰ κλίνη τὴν κεφαλή της. Γιὰ σκέπη της εἶχε τὸν μελαγχολικὸ βροχερὸ οὐρανὸ τῆς ἁγίας Πετρούπολης, ἐνῶ γιὰ κρεβάτι της εἶχε τὸ ὑγρὸ γυμνὸ ἔδαφος. Περνοῦσε τὶς νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στὸ γυμνὸ ἔδαφος τῶν χωραφιῶν. Αὐτὸ τὸ μαρτυροῦσαν ἡ ἀστυνομία καὶ οἱ κάτοικοι, ποὺ τὴν ἀνακάλυψαν, γιατί εἶχαν τὴν περιέργεια νὰ μάθουν ποὺ ἐξαφανιζόταν τὶς νύχτες.

Κάποτε κάποιος ἀστυνομικὸς τὴν παρακολούθησε καὶ τὴν εἶδε νὰ κλίνη τὰ γόνατά της σ’ ἕνα ἀνοιχτὸ χωράφι καὶ νὰ προσεύχεται. Ἄρχισε νὰ προσεύχεται ἀπὸ τὸ βράδυ καὶ δὲν σηκώθηκε μέχρι τὸ πρωί. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν προσευχῶν της ἔκανε μετάνοιες σὲ ὅλες τὶς διευθύνσεις προσευχόμενη γιὰ ὅλους τους ὀρθόδοξους χριστιανούς.

Κατὰ τὴν ἡμέρα συνήθως γύριζε γύρω στοὺς δρόμους τῆς ἁγίας Πετρούπολης. Τὰ κουρελιασμένα ροῦχα της δύσκολα τὴν σκέπαζαν – μιὰ κόκκινη φούστα καὶ τὸ στρατιωτικὸ σακάκι τοῦ ἄντρα της. Στὰ πόδια της εἶχε χαλασμένα παπούτσια καὶ γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι της εἶχε δεμένο ἕνα παλιὸ μαντήλι.

Ἀκόμα καὶ κατὰ τὸν βαρὺ χειμώνα δὲν φοροῦσε ζεστὰ ροῦχα καὶ παπούτσια, ἂν καὶ ἡ καλοσύνη τοῦ λαοῦ τῆς πρόσφερε πολλὰ ἀπ’ αὐτά. Σὲ ὅλες τὶς περιόδους τοῦ ἔτους τὴν ἔβλεπαν ντυμένη στὰ ἴδια κουρέλια. Τὸ κρύο στὴν ἁγία Πετρούπολη ἦταν δυνατὸ καὶ διαπερνοῦσε τὰ κόκαλα.

Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ χύνεται μὲ ἀφθονία στοὺς ἁγίους του Θεοῦ, τοὺς ἔκανε νὰ νικοῦν τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Αὐτὴ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔδινε ζεστασιὰ καὶ δύναμη στὴ μακαρία Ξένη.

Πολλοὶ ἀγαποῦσαν αὐτὴν τὴν ἥσυχη, τὴν ἤρεμη, τὴν ταπεινὴ καὶ τὴν εὐγενικὴ δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια. Ἀρκετοὶ τὴν λυπόντουσαν καὶ τῆς ἔδιναν ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν τὴν ἔπαιρνε. Ἐὰν δεχόταν κανένα μικρὸ κέρμα, ἀμέσως τὸ ἔδινε σὲ κάποιον φτωχὸ ζητιάνο.

Δεχόταν ἐλεημοσύνη ἀπὸ φιλεύσπλαχνους ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀμέσως τὰ χάριζε στοὺς φτωχούς, κάνοντας καλὸ στοὺς ἀνθρώπους στὸ ὄνομα τοῦ Ἀντρέα, ἔτσι ὥστε ἂν ἡ ψυχή του ὑπέφερε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὶς ὁποῖες δὲν εἶχε μετανοήσει, οἱ πράξεις της καὶ οἱ προσευχές της θὰ τὸν βοηθοῦσαν. (Οἱ Χριστιανοὶ συχνὰ δίνουν χρήματα ἢ προσεύχονται γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων.

Αὐτὸ λέγεται ἐλεημοσύνη ἀλλὰ δὲν εἶναι τόσο σύνηθες νὰ ἐγκαταλείπει κάποιος ὅλη του τὴ ζωὴ γιὰ ἕνα ἄνθρωπο, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ἡ Ξένια). Τὸ ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι κάνοντας καλὲς πράξεις καὶ προσφέροντας προσευχὲς γιὰ τοὺς ἄλλους, πλησιάζεις πολὺ τὸ Θεό, καὶ αὐτὸ συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Ξένια. Προσευχόταν τόσο πολὺ γιὰ τὸν ἄντρα της καὶ αὐτὸ τὴν ἔκανε Ἁγία!

Ὁ Κύριος εἶχε δώσει στὴν Ξένια πολλὰ πνευματικὰ δῶρα καὶ αὐτὴ ἄρχισε νὰ κάνει περίεργα πράγματα ὅπως περπατοῦσε ξυπόλυτη στὸ χιόνι καὶ φοροῦσε ἀσυνήθιστα ροῦχα ἔτσι ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν νομίσουν ὅτι ἐκείνη εἶναι κάτι τὸ ἐξαιρετικό. Αὐτὴ μερικὲς φορὲς γνώριζε τί πρόκειται νὰ συμβεῖ πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, ἢ ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἕνα πρόβλημα καὶ δὲν γνώριζαν τί θέλει ὁ Θεὸς νὰ κάνουν, αὐτὴ μποροῦσε νὰ τοὺς τὸ πεῖ. Συχνὰ κοιτάζοντας μὲ μία ματιὰ τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὴ ἤξερε ἂν αὐτοὶ ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ἢ ὄχι.

Σιγὰ σιγά, οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλης παρατήρησαν τὰ σημάδια ἁγιότητας ποὺ ἦταν τὸ ὑπόστρωμα τῆς φαινομενικὰ διαταραγμένης τῆς ζωῆς: παρουσίαζε τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ ἡ ὅλη παρουσία της σχεδὸν πάντα ἐπιβεβαίωνε τὴν εὐλογία της. Τὸ Συναξάρι λέει :

«Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ φαινόταν νὰ τὴ συνοδεύει ὁπουδήποτε ἐκείνη πήγαινε: ὅταν ἔμπαινε σὲ ἕνα μαγαζὶ οἱ εἰσπράξεις τῆς ἡμέρας αὐξάνονταν σημαντικά. Οἱ ἔμποροι τὴν παρακαλοῦσαν νὰ πάρει κάτι ὡς δῶρο ἢ τουλάχιστον νὰ μπεῖ στὸ κατάστημά τους. Ἤξεραν ὅτι ἐκείνη τὴ μέρα οἱ δουλειές τους θὰ πήγαιναν πολὺ καλὰ καὶ τὰ κέρδη τους θὰ ἦταν πολλά. Ὅταν περπατοῦσε στὸν δρόμο, ἀπὸ ὅλες τὶς μεριές, ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμάξια ποὺ περνοῦσαν ἄκουγε νὰ φωνάζουν: «Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα, θέλω νὰ σὲ πάρω στὸ ἁμάξι μου ἔστω καὶ γιὰ λίγα βήματα». καὶ ὅταν ἔμπαινε σὲ κάποιο αὐτοκίνητο, τὸ εἰσόδημα τοῦ αὐτοκινήτου αὐτοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν πολὺ μεγάλο.

Ἡ μακαρία Ξένη προτιμοῦσε νὰ κάθεται σὲ αὐτοκίνητα ἀνθρώπων ποὺ εἶχαν ἀνάγκη βοηθείας. Ἐὰν μιλοῦσε μὲ κανέναν ποὺ ἦταν στενοχωρημένος, ἀμέσως αὐτὸς καταπραϋνόταν καὶ τοῦ ἐρχόταν μία θαυματουργικὴ βοήθεια. Ὅταν ἀγκάλιαζε ἕνα ἄρρωστο παιδί, ἀμέσως αὐτὸ γινόταν καλά. Ἡ πολὺ καὶ μακροχρόνια συμπόνια της, ἄνοιξε τὸ δρόμο τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐλάβειας πρὸς τὸ πρόσωπό της καὶ οἱ ἄνθρωποι γενικὰ ἔφτασαν νὰ τὴν θεωροῦν ὡς τὸ φύλακα ἄγγελο τῆς πόλης.»

Κάποτε, τὸ ἔτος 1764, ταράχτηκε πολὺ καὶ ξέσπαγε κάθε μέρα σὲ δάκρυα. Οἱ ἄνθρωποι τὴν ρωτοῦσαν τὴν αἰτία ποὺ κλαίει καὶ αὐτὴ ἀπαντοῦσε: «Αἷμα, αἷμα, αὐλάκι ἀπὸ αἷμα!». Τότε ὅλοι ἦταν ἀνήσυχοι γιὰ τὸ τί ἄραγε θὰ συνέβαινε. Ἀλλὰ τρεῖς ἑβδομάδες ἀργότερα οἱ πολίτες τῆς ἁγίας Πετρούπολης ἔμαθαν τί σήμαιναν τὰ λόγια της. Ἀπὸ τὴν ρωσικὴ ἱστορία γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀξιωματικοῦ Μίροβιτς νὰ ἐλευθερώσει τὸν αἰχμάλωτο βασιλέα Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς, ποὺ ἦταν φυλακισμένος στὸ φρούριο Schlusselburg, ἀπέτυχε καὶ ὁ Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς φονεύθηκε.

Στὶς 24 Δεκεμβρίου 1761, τὴν παραμονὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ μακαρία Ξένη περιερχόταν τοὺς δρόμους τῆς πρωτεύουσας καὶ ἔλεγε στὸν καθένα νὰ κάνη τηγανίτες. Τὴν ἑπομένη μέρα ἀκούστηκε τὸ φοβερὸ νέο: ἡ αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οἱ τηγανίτες θὰ ἦταν γιὰ τὴν ἀγρυπνία, ποὺ ἡ προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα ὁσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις ποὺ ἐκδηλωνόταν τὸ προορατικὸ χάρισμά της καὶ περιπτώσεις βοηθειῶν ποὺ πρόσφερε στὸν λαὸ μὲ τὸ χάρισμά της αὐτό, ἔχουμε πολλές.

Μερικὲς φορές, ὅταν οἱ Χριστιανοὶ κάνουν καλὲς πράξεις, τὶς κάνουν κρυφὰ ὥστε μόνο ὁ Θεὸς νὰ βλέπει. Αὐτὸ γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴν ἀφήνεις νὰ γνωρίζει ἡ ἀριστερά σου χεὶρ τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» καί, «Κάνε τὶς καλές σου πράξεις μυστικὰ ὥστε ὁ Πατέρας ποὺ σὲ βλέπει μυστικὰ νὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά.» Αὐτὸ εἶναι ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὴν εἰκόνας τῆς Ἁγίας Ξένιας.

Πρὶν πολλὰ χρόνια, ὅταν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἁγίας Πετρούπολης ἔχτιζαν μία ἐκκλησία στὸ κοιμητήριό του Smolensk, ἡ Ἁγία Ξένια συνήθιζε νὰ πηγαίνει κατευθείαν τὸ βράδυ καὶ νὰ κουβαλάει βαριοὺς πλίνθους οἱ ὁποῖοι χρειάζονταν τὴν ἑπόμενη μέρα γιὰ τὸ χτίσιμο τῆς στέγης τῆς ἐκκλησίας.

Ὅταν οἱ τεχνίτες ἔρχονταν κάθε πρωί, ἔβρισκαν τὸ σκληρότερο μέρος τῆς δουλειάς τους ἤδη τελειωμένο καὶ αὐτοὶ ἀναρωτιόνταν ποιὸς νὰ ἦταν ποὺ ἔκανε αὐτὴ τὴν εὐγενικὴ πράξη. Τελικά, δύο ἀπ’ αὐτοὺς ἀποφάσισαν νὰ περάσουν τὸ βράδυ τους στὸ κοιμητήριο. Περίμεναν καὶ περίμεναν, καὶ ὅταν ἔγινε σκοτάδι, ἡ Ἁγία Ξένια ἐμφανίστηκε. Ὅλο τὸ βράδυ, τὴν παρακολουθοῦσαν νὰ ἀνεβαίνει καὶ νὰ κατεβαίνει μὲ τὰ τοῦβλα της, τοὺς τοίχους τῆς μισοτελειωμένης ἐκκλησίας.

Ἡ ἐκκλησία ποὺ ἡ Ἁγία Ξένια βοήθησε στὸ χτίσιμο εἶναι ἀκόμη στὸ κοιμητήριο τοῦ Smolensk καὶ δίπλα της ὑπάρχει ἕνα μικροσκοπικὸ παρεκκλήσιο στὸ ὁποῖο ἔχει ταφή. Προσκυνητὲς ἀπὸ ὅλη τὴ Ρωσία ἀκόμη ἔρχονται ἐκεῖ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ζητήσουν νὰ τοὺς βοηθήσει. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν φρικτὰ δύσκολων χρόνων στὴ Ρωσία, ὅταν οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστὲς λόγω τοῦ ὅτι ὁ Κομουνισμὸς δὲν ἤθελε οἱ ἄνθρωποι νὰ λατρεύουν τὸ Θεό, προσκυνητὲς ἔρχονταν κρυφὰ στὴν Ἁγία Ξένια.

Ἡ πόρτα τοῦ παρεκκλησίου ἦταν κλειδωμένη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ μποῦν μέσα, ἔγραφαν τὶς προσευχές τους σὲ μικρὰ χαρτάκια καὶ τὰ ἄφηναν μέσα στὶς ρωγμὲς τῶν τοίχων. Στὸν Κομουνισμὸ δὲν ἄρεσε αὐτὸ καθόλου, ἀλλὰ σύντομα κατάλαβαν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ σταματήσουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀγαπᾶνε τοὺς Ἁγίους, ἢ νὰ σταματήσουν οἱ Ἅγιοι νὰ τοὺς βοηθοῦν!

Σαράντα πέντε χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἄντρα της, ἡ Ἁγία Ξένια ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ, στὴν ἡλικία τῶν ἑβδομήντα ἐνὸς ἐτῶν, κάπου στὰ 1800. Ὑποθέτουν ὅτι ἀναπαύθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1806 καὶ 1814. Δὲν ὑπάρχει ἀκριβῆς πληροφορία σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν χρόνο καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ καθορίσουμε ἀκριβῶς τὴν χρονολογία τοῦ θανάτου της.

Γνωρίζοντας τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ μὲ τὸν ὁποῖο τὴν περιέβαλε ὁ κόσμος μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε μὲ βεβαιότητα ὅτι ἡ κηδεία της εἶχε μεγάλη ἐπισημότητα καὶ ὅτι πολὺς κόσμος θὰ συγκεντρώθηκε, γιὰ νὰ τῆς δώσει τὸν τελευταῖο χαιρετισμό.

Ὁ τάφος της, ἀμέσως, ἔγινε τόπος προσκυνήματος: ἔτσι πολλοὶ προσκυνητὲς ἔπαιρναν χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο της ὡς εὐλογία καὶ νέο χῶμα ἔπρεπε νὰ τροφοδοτεῖται τακτικά. Τελικὰ τοποθετήθηκε ἐπάνω στὸν τάφο της μιὰ πλάκα ἀπὸ γρανίτη μὲ τὴν ἐπιγραφὴ :

«Εις τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ ἀναπαύεται τὸ σῶμα τῆς δούλης τοῦ Θεοῦ, Ξένης Γκριγκόριεβνα, γυναικὸς τοῦ αὐτοκρατορικοῦ πρωτοψάλτη, συνταγματάρχου Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν, μία προσκυνήτρια γιὰ 45 χρόνια, ἔζησε 71 χρόνια. Ἦταν γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρέα Φεοντόροβιτ».

Αὐτὰ γράφονται στὸ λακωνικὸ ἐπιτύμβιο πάνω στὸν τάφο τῆς μακαρίας Ξένης, γραμμένα ἀπὸ ἕνα ἄγνωστο πρόσωπο.

Ὅμως καὶ αὐτὴ ἡ πλάκα ἐπίσης βαθμιαία χαράσσονταν καὶ φθείρονταν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἔπειτα χτίστηκε στὸν τάφο της ἕνα ἐκκλησάκι μὲ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν. Πολλοὶ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ γράφουν πιὸ τοίχους τοῦ ναϋδρίου διάφορα αἰτήματα, ὥστε ἀναγκάστηκαν νὰ τὸν χρωματίσουν. Οἱ ἱερεῖς ἔκαναν παννυχίδες στὸ ναὸ ἀπὸ νωρὶς τὸ βράδυ μέχρι ἀργὰ τὸ πρωί.

Τὰ χέρια τῶν ἀθεϊστῶν δὲν σεβάστηκαν τὸν τόπο τῆς ἀναπαύσεως τῆς ἁγίας. Γι’ αὐτὸ τὰ παράθυρα ἦταν κλειστὰ μὲ σανίδες καὶ ἡ εἴσοδος ἦταν κλειστή, ἀλλὰ ὁ δρόμος πρὸς τὸ νεκροταφεῖο Σμόλενκ ἦταν πάντοτε ἀνοιχτός. Νέοι καὶ γέροι πήγαιναν στὸ παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τὰ αἰτήματά τους γιὰ βοήθεια καὶ ἔσκυβαν στὸ ἔδαφος κοντὰ στὸν τάφο.

Καὶ ἡ μακαρία Ξένη τοὺς βοηθοῦσε ὅλους.

Θαύματα, θεραπεῖες καὶ ἐμφανίσεις τῆς Ἁγίας Ξένιας συμβαίνουν καὶ σήμερα σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν τάφο της ἣ ποὺ ἁπλὰ ζητᾶνε τὶς πρεσβεῖες της. Ὁ Θεὸς θεραπεύει πολλοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ ἀσθένειες καὶ πάθη μέσω τῶν πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Ξένιας. Αὐτὴ τοὺς βοηθᾶ νὰ βροῦν δουλειά, σπίτι ἢ σύζυγο (ὅλα αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποία ἐκείνη ἀπαρνήθηκε στὴν δική της ζωή). Ἡ Ἁγία Ξένια δὲν εἶχε σπίτι καὶ ἔτσι γνωρίζει πόσο σκληρὸ εἶναι νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἕνα σπίτι καὶ νὰ ζεῖς ἄστεγος. Στὴν ἐκκλησία τὴν ἡμέρα τῆς γιορτῆς της τὴν καλοῦμε «ἄστεγη περιπλανώμενη», γιατί ἐγκατέλειψε νωρὶς τὸ σπίτι της γιὰ τὸν παράδεισο.

Πρόσφατα μία γυναίκα στὴν Ἀγγλία,  νεοφώτιστη στὴν ὀρθοδοξία, ἔψαχνε νὰ βρεῖ σπίτι κοντὰ σὲ ἐκκλησία γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ παρακολουθεῖ καθημερινὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Αὐτὴ καὶ ὁ πνευματικός της προσευχήθηκαν στὴν Ἁγία Ξένια καὶ ὦ τοῦ θαύματος σὲ λίγες μέρες ἡ γυναίκα αὐτὴ βρῆκε ἕνα διαμέρισμα σὲ ἕνα σπίτι ἀκριβῶς δίπλα ἀπὸ τὴν  ἐκκλησία! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ!

Ἕνα εὐσεβὴ ἔθιμο εἶναι ἡ προσφορὰ Τρισάγιου ὑπὲρ ἀναπαύσεως τοῦ συζύγου της Ἀντρέα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐκείνη προσευχόταν πυρετωδῶς ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς της.

Ἡ Ἁγία Ξένια  δοξάστηκε ἐπίσημα πρῶτα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἔξω ἀπὸ τὴν Ρωσία, τὸ 1978 καὶ μετέπειτα τὸ 1988 ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας.

Απολιτίκιο. Ήχος Πλάγιος δ΄.

Σ;  εσένα, ώ περιπλαμένη ξένη, Χριστός ο Κύριος μας έδωσε μια διακαή μεσίτρια για όλους μας. Έχοντας λάβει στη ζωή σου βάσανα και θλίψη , και υπηρετώντας το Θεό και τους ανθρώπους με αγάπη, εσύ απέκτησες μεγάλη παρρησία στο Θεό. Δι;  αυτό, σπεύδουμε θερμά σ;  εσένα πιο πειρασμούς και τη θλίψη, κραυγάζοντας εκ βάθους ψυχής : Μην εγκαταλείψεις την ελπίδα μας στην καταισχύνη, ώ ευλογημένη Ξένια.

Κοντάκιο. Ήχος γ΄.

Περιπλανώμενη ξένη σε μια ξένη γη, αναστενάζοντας πάντα για τη ουράνια πατρίδα γνωστή ως σαλή και άπιστη αλλά για τους πιστούς πολύ σοφή και ιερή , στεφανωμένη από το Θεό με δόξα και τιμή. Ώ Ξένια, γενναία στο μυαλό και θεϊκά σοφή. Γι’ αυτό, κραυγάζουμε σε σένα « Χαίρε εσύ που μετά τη γήινη περιπλάνησή σου ήρθες και κατοικείς στο οίκο του Θεού». 

Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ 

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος γεννήθηκε περὶ τὸ ἔτος 1500 στὸ χωριὸ Σκλάταινα τῆς ἐπαρχίας Φαναρίου Καρδίτσας, ποὺ σήμερα ὀνομάζεται Δρακότρυπα, ἀπὸ γονεῖς πτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς, τὸν Νικόλαο καὶ τὴ Θεοδώρα, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου.

Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του καὶ σὲ νεαρὴ ἡλικία μετέβη στὰ Μετέωρα, ὅπου καὶ ἔγινε Μοναχός. Ἀργότερα κατέφυγε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ χειροτονήθηκε Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος.

Διακατεχόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τὴ ἐρημικῆς ζωῆς ἵδρυσε κοντὰ στὴ Μονὴ Καρακάλλου ἕνα μικρὸ κελί, στὸ ὁποῖο μόναζε καὶ κοντὰ σὲ αὐτὸ ἔκτισε καὶ ἕνα μικρὸ ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Ἁγία Τριάδα.

Στὴν συνέχεια ἐπισκέφθηκε τὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ προσκυνήσει τοὺς Ἁγίους Τόπους.

Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων ἐξετίμησε τόσο πολὺ τὴν πνευματικότητα τοῦ Ἁγίου ἀσκητοῦ, ὥστε τὸν παρότρυνε νὰ μείνει κοντά του γιὰ νὰ τὸν ἀναδείξει διάδοχό του.

Παρὰ τὶς προτροπὲς ὅμως καὶ τὰ δελεάσματα ἐκεῖνος ἐπέστρεψε στὸ ἡσυχαστήριό του. Χρημάτισε δὲ καὶ γιὰ λίγο ἡγούμενος τῆς Μονῆς Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους, πρὸς ἐνίσχυση τῆς ὁποίας δὲν δίστασε νὰ ταξιδέψει μέχρι τὴν Κωνσταντινούπολη.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡγουμενίας του στὴ Μονὴ Φιλοθέου ἄλλαξε τὴν τάξη αὐτῆς ἀπὸ βουλγαρικὴ σὲ ἑλληνική. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δυσαρέστησε κάποιους, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν συνέχεια ἀφορμὲς νὰ δημιουργοῦν ζητήματα καὶ νὰ προκαλοῦν σκάνδαλα.

Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος θεώρησε καλὸ νὰ ἀπέλθει, περὶ τὸ 1524, σὲ σκήτη ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Βέροια, ὅπου καὶ διοργάνωσε τὴ μοναστικὴ ζωή. Ἀνακαίνισε τὸ Ναὸ τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ ἀνέπτυξε πλούσια διδακτικὴ καὶ φιλανθρωπικὴ δράση.

Ἐπισκέφθηκε ὡς προσκυνητὴς καὶ πάλι τὰ Ἱεροσόλυμα, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐκεῖ Σύναξη τῶν Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων καί, ἀφοῦ δέχθηκε τὶς εὐλογίες καὶ παραινέσεις τους, ἐπέστρεψε στὴν Βέροια.

Κατ’ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ κοιμήθηκε ὁ Ἐπίσκοπος Βεροίας, οἱ δὲ πρόκριτοι καὶ κάτοικοι τῆς περιοχῆς προσπάθησαν νὰ πείσουν τὸν Ἅγιο νὰ γίνει Ἐπίσκοπός τους.

Ἐκεῖνος ὅμως, ποθώντας τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἔρημο, ἔφυγε καὶ πῆγε σὲ μία δυσπρόσιτη περιοχὴ τοῦ Ὀλύμπου, ὅπου ἵδρυσε τὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Σὲ κάποιο διωγμὸ τῶν Τούρκων ἐγκατέλειψε γιὰ λίγο τὴ μονὴ καὶ κατέφυγε στὸ Πήλιο, κοντὰ στὴ Ζαγορά. Ἐκεῖ ἔκτισε Ἐκκλησία καὶ κελιά.

Ἀπὸ ἐκεῖ, μὲ τὴν παράκληση τοῦ λαοῦ γιὰ τὴν ἀνομβρία, ποὺ ἀκολούθησε τὴν φυγή του, ὁ Ὅσιος ἐπέστρεψε στὸν Ὄλυμπο, περὶ τὸ 1542, γενόμενος δεκτὸς ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν λαὸ ἀλλὰ καὶ τὸν Τοῦρκο ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος ἐγγράφως τοῦ ἔδωσε τὴν ἄδεια νὰ ἀνεγείρει ναὸ καὶ κελιά.

Ἡ ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου καὶ τὰ παρ’ αὐτοῦ ἐπιτελούμενα θαύματα, διαθρυλούμενα εὐρέως σὲ ὅλη τὴ γύρω περιοχὴ καὶ τὴ Μακεδονία, ὁδηγοῦσαν πολλοὺς μέχρι τῆς ἀπομακρυσμένης μονῆς του, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, νὰ ζητήσουν τὴ συμβουλή του, νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ ἀσθένειες καὶ νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικά.

Καὶ ὁ Ὅσιος στήριζε τὴν πίστη τους, κράτυνε τὴν ὑπομονή τους, θέρμαινε τὴν ἀγάπη τους, ἀνταποκρινόμενος στὶς ἀπαιτήσεις τῆς ψυχῆς τους ἀλλὰ καὶ στὶς ὑλικές τους ἀνάγκες. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος ἔζησε σὰν ἐπίγειος ἄγγελος καὶ γρήγορα συγκέντρωσε γύρω τοῦ πλῆθος μοναχῶν, ποὺ ἔκανε τὴν μονὴ πραγματικὴ Λαύρα.

Ὡστόσο, ὁ ἴδιος προτιμοῦσε νὰ μένει στὰ σπήλαια τῆς περιοχῆς καὶ νὰ ἀσκεῖται στὸ γνόφο τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Κάποιες φορές, ἐνῶ ἐρχόταν ἀπὸ τὰ σπήλαια, τὸν εἶχαν δεῖ νὰ λάμπει ὁλόκληρος, λουσμένος μέσα στὸ ἀναστάσιμο φῶς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.

Ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ ἔκτακτα καὶ ὑπερφυσικὰ χαρίσματα. Ὑπῆρξε προορατικὸς καὶ θαυματουργός, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη στὴ ζωή.

Ὁ Ἅγιος δὲν παρέλειπε νὰ περιέρχεται τὰ γύρω χωριά, γιὰ νὰ κηρύξει, νὰ ἐξομολογήσει καὶ νὰ στηρίξει τοὺς σκλαβωμένους Ἕλληνες.

Ὁ Ὅσιος Διονύσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς  στὸ κάτω μέρος τῆς βόρειας πτέρυγας τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς. Ὁ τάφος του ἀπέπνεε εὐωδία καὶ χάρη καὶ ἀπὸ τότε ἀπέβη πηγὴ δυνάμεως καὶ ἰαμάτων γιὰ τοὺς πιστούς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάϊσμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν σὴν χάριν τοῖς εὐλαβῶς, προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἐγκρατείας σκάμμασι Πάτερ ἐκλάμψας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὤφθης δοχεῖον καθαρόν, Πάτερ σοφὲ Διονύσιε, πταισμάτων λύσιν ἡμῖν ἐξαιτούμενος.

Μεγαλυνάριον.

Λάμψας ἐν Ὀλύμπῳ ἀσκητικῶς, θαυμάτων ἀκτῖσι, καταυγάζεις ὡς ἀληθῶς, πᾶσαν Πιερίαν, πιστῶς ἀνευφημοῦσαν, θεόφρον Διονύσιε, τοὺς ἀγῶνάς σου.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἐγκρατείας σκάμμασι Πάτερ ἐκλάμψας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὤφθης δοχεῖον καθαρόν, Πάτερ σοφὲ Διονύσιε, πταισμάτων λύσιν ἡμῖν ἐξαιτούμενος.

Μεγαλυνάριον.

Λάμψας ἐν Ὀλύμπῳ ἀσκητικῶς, θαυμάτων ἀκτῖσι, καταυγάζεις ὡς ἀληθῶς, πᾶσαν Πιερίαν, πιστῶς ἀνευφημοῦσαν, θεόφρον Διονύσιε, τοὺς ἀγῶνάς σου.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

 anavaseis.blogspot.gr

23 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Κλήμεντος και Αγαθαγγέλου, Μαυσιμά του Σύρου, Σαλαμάνου του Ησυχαστού, Ευσεβίου, των Αγίων Δύο Μαρτύρων, Αχολίου Επισκόπου, Γενναδίου εκ Λιθουανίας, Αλεξάνδρου εκ Ρωσίας, Ανατολίου Επισκόπου, Σύναξη πάντων των εν Κοστρομά Αγίων.
Οι Άγιοι Κλήμης Επίσκοπος Αγκύρας και Αγαθάγγελος οι Μάρτυρες (εορτή Αγαθάγγελος)

Ο
Άγιος Ιερομάρτυρας Κλήμης καταγόταν από την Άγκυρα, από πατέρα Εθνικό
και μητέρα Χριστιανή, που ονομαζόταν Ευφροσύνη. Σε ηλικία δώδεκα ετών
εκάρη μοναχός και σε ηλικία είκοσι ετών χειροτονήθηκε Επίσκοπος Αγκύρας.

Ο μακάριος Ιερομάρτυρας γνώρισε σε όλη του σχεδόν τη ζωή το μαρτύριο.
Υπέστη παντοειδείς και φρικώδεις βασάνους επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού
(284-305 μ.Χ.) και αυτοκράτορα Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.). Πράγματι, ο
αγώνας του προς τους τυράννους κράτησε επί είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια,
χωρίς να διακόπτεται.

Στη φυλακή της Ρώμης τον κρέμασαν σε ένα ξύλο και του ξέσκισαν το σώμα
με σιδερένια νύχια, τον κτύπησαν με πέτρες, τον έδεσαν σε τροχό που
γυρίζοντας του συνέτριψε το σώμα, του συνέτριψαν τα σαγόνια και του
έβγαλαν τα δόντια.

Έτσι λοιπόν, ο Ιερομάρτυς Κλήμης, αφού γνώρισε κάθε
μορφή μαρτυρίου, αφού έλεγξε με τους λόγους του και το άγιο παράδειγμά
του τους δυσεβείς και αφού με την υπομονή και καρτερία του κατέπληξε και
αυτούς τους Αγγέλους, έλαβε το στέφανο της ουράνιας δόξας.

Ο Άγιος Μάρτυς Αγαθάγγελος καταγόταν από την Ρώμη.

Όταν ο Άγιος Κλήμης
ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη, πρώτος ο Άγιος Αγαθάγγελος και έπειτα άλλοι,
που πίστεψαν στον Χριστό, προσήλθαν στη φυλακή και τους βάπτισε. Όλους
αυτούς που βαπτίσθηκαν, ο ειδωλολάτρης αυτοκράτορας τους αποκεφάλισε.

Μόνο ο Άγιος Αγαθάγγελος δραπέτευσε και ανέβηκε κρυφά στο πλοίο, στο
οποίο οι στρατιώτες του Μαξιμιανού θα έβαζαν τον Άγιο Κλήμεντα, για να
τον στείλουν δέσμιο στη Νικομήδεια. Μόλις μπήκε στο πλοίο ο Ιερομάρτυς
Κλήμης, ο Άγιος Αγαθάγγελος έπεσε στα πόδια του.

Ο Κλήμης χάρηκε που
είδε τον Αγαθάγγελο εκεί και θεώρησε τον πόθο του να μαρτυρήσει για τον
Χριστό ως ευλογία Θεού.

Επάνω στο πλοίο και οι δύο Άγιοι υπέστησαν φοβερά βασανιστήρια, ώσπου
έφθασαν στην Άγκυρα και παρεδόθησαν στον Λούκιο, τον τοπικό άρχοντα. Τα
φρικώδη βασανιστήρια άρχισαν.

Τους κρέμασαν σε ξύλο, τους έκαψαν με
αναμμένες λαμπάδες τα πλευρά, τους τρύπησαν με πυρακτωμένα σουβλιά τα
χέρια ανάμεσα στα δάκτυλα, τους έριξαν σε ασβέστη επί δύο ημέρες, τους
κτύπησαν με ράβδους, έμπηξαν στη γη ακόντια με τις αιχμές τους προς τα
πάνω και τους ξάπλωσαν απάνω στις αιχμές, με αποτέλεσμα να κατατρυπηθούν
τα σώματά τους και να τους προκληθούν αφόρητοι πόνοι.

Ιδιαίτερα του
Αγίου Αγαθαγγέλου περιέλουσαν το κεφάλι με λιωμένο μολύβι. Στην συνέχεια
τους έδεσαν στο λαιμό

μυλόπετρες και τους έσυραν στους δρόμους της πόλεως.

Ύστερα από εντολή του Λουκίου και οι δύο Άγιοι αποκεφαλίσθηκαν. Μαζί
τους αποκεφαλίσθηκαν και οι υπόλοιποι άνδρες, γυναίκες και παιδιά που
είχαν πιστέψει στον Χριστό.

Η Σύναξή τους τελείται στο Μαρτύριο, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή
Ευδοξίου, πέραν του Ανάπλου και στην Εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, της
παλαιάς και της νέας.

Ναό του Αγίου Κλήμεντος ανήγειρε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ (976-1025
μ.Χ.) στα ανάκτορα, εντός του οποίου φυλασσόταν η κάρα του Αγίου με άλλα
ιερά λείψανα. Από τις αρχές του 10ου αιώνα μ.Χ. η σύναξη των Αγίων
άρχισε να τελείται στη μονή του Πατριάρχη Ευθυμίου (907-912 μ.Χ.), που
βρισκόταν στην περιοχή των Υψωμαθείων Κωνσταντινουπόλεως, στην οποία, το
έτος 907 μ.Χ., ο Μητροπολίτης Αγκύρας Γαβριήλ δώρισε το ωμοφόριό του
Αγίου Κλήμεντος και λείψανα του Αγίου Αγαθαγγέλου.

Απολυτίκιο. Του Αγίου Κλήμεντος. Ηχος δ’.

Κλήμα οσιότητος, και στέλεχος αθλήσεως, άνθος ιερώτατον, και καρπός ως
θεόσδοτος, τοις πιστοίς πανίερε, ηδύτατος εβλάστησας. Αλλ’ ως Μαρτύρων
σύναθλος, και Ιεραρχών σύνθρονος, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας
ψυχάς ημών.

Του Αγίου Αγαθαγγέλου. Ηχος δ . Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Ως αγαθών αγγελιών προμηθέα, της προς ημάς του Ιησού ευσπλαχνίας,
χαρμονικώς υμνούμεν σε Μαρτύρων στέρρεσυ γαρ Αγαθάγγελε, εναθλήσας
νομίμως, στάσεως ηξίωσαι της Αγγέλων αζίως, μεθ’ ων πρεσβεύοις πάντοτε
Χριστώ, πάσης ρυσθήναι, ημάς περιστάσεως.

Κοντάκιον Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον

Της αμπέλου γέγονας, τίμιον κλήμα, του Χριστού πανεύφημε, Κλήμη
πολύαθλος οφθείς, συν τοις συνάθλοις τε έκραζες, Χριστέ, Μαρτύρων
φαιδρόν αγαλλίαμα.

Ο Όσιος Μαυσιμάς ο Σύρος

Ο Όσιος Μαυσιμάς ή Μαϊουμάς κατοικούσε στην Κύρρο, κωμόπολη της Συρίας,
κοντά στην Αντιόχεια. Ήταν πολύ μέτριος στην κατά κόσμον παιδεία, αλλά
διακρίθηκε στην ενάρετη ζωή και την κατά Θεόν σοφία.

Ακολούθησε τον
μοναχικό βίο και το κελί του έμενε πάντα ανοιχτό για τους φτωχούς και
τους ξένους. Ποτέ δεν κρατούσε τίποτε για τον εαυτό του. Το ψωμί και το
λάδι που του πρόσφεραν, εκείνος τα μοίραζε σε όσους είχαν ανάγκη.

Στο Συναξάρι αναφέρεται ότι είχε δύο πιθάρια. Το ένα ήταν γεμάτο σιτάρι
και το άλλο γεμάτο λάδι. Και τα αγαθά αυτά είχαν ευλογηθεί από τον Θεό,
ώστε, ενώ ο Όσιος συνεχώς προσέφερε, τα πιθάρια παρέμεναν γεμάτα, όπως
τα δοχεία της χήρας από τα Σάρεπτα, που έτρεφε με το αλεύρι και το λάδι
τον Προφήτη Ηλία.

Ο Όσιος Μαυσιμάς είχε σε όλη τη ζωή μόνο ένα ένδυμα.
Όταν το ένδυμά του τρυπούσε σε κάποιο μέρος, έραβε πάνω στις τρύπες άλλα
μπαλώματα.

Τα φιλάνθρωπα όμως έργα του ήτα πολλά καθημερινά. Όταν
μάλιστα κάποτε πληροφορήθηκε ότι ο άρχοντας της πόλεως καταπίεζε τους
φτωχούς γεωργούς, εκείνος δεν δίστασε να παρουσιασθεί ενώπιόν του με τα
πτωχικά του ράκη και να του δώσει μαθήματα δικαιοσύνης και φιλανθρωπίας.

Ο Όσιος Μαυσιμάς, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη.

Ο Όσιος Σαλαμάνης ο Ησυχαστής

Ο Όσιος Σαλαμάνης καταγόταν από μια κωμόπολη, που ήταν χτισμένη στη
δυτική όχθη του ποταμού Ευφράτη και ονομαζόταν Καπερσανά.

Επειδή αγάπησε
την ερημική ζωή, ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας και έστησε
το κελί του κοντά στον ποταμό Ευφράτη.

Ο Επίσκοπος της πόλεως, που πληροφορήθηκε την αρετή του Οσίου, πήγε ο
ίδιος να τον συναντήσει, για να τον πείσει να δεχθεί την ιεροσύνη, αλλά
εκείνος αρνήθηκε και αρκέσθηκε στην ησυχία, την προσευχή και την μελέτη
του θείου λόγου. Έτσι παρηγορούσε κατά Θεόν και οδηγούσε τις ψυχές των
ανθρώπων στον Χριστό.

Στο Συναξάρι αναφέρεται ότι μια φορά πήγαν εκεί οι άνθρωποι από την
κωμόπολη της καταγωγής του, που τον ήθελαν κοντά τους και χωρίς εκείνος
να αντισταθεί ή να συγκατατεθεί, τον ήραν και τον έφεραν στην κωμόπολή
τους, όπου έκτισαν ένα κελί και τον έκλεισαν εκεί.

Και στο κελί αυτό ο
Όσιος διέμενε με ησυχία και προσευχή. Ύστερα όμως από λίγες ημέρες
έφθασαν εκεί νύχτα άνθρωποι από την αντίπερα κωμόπολη, που πήραν τον
Όσιο και τον μετέφεραν στην δική τους κωμόπολη.

Εκείνος ούτε αντίρρηση
έφερε, ούτε κατέβαλε προσπάθεια να μην τον πάρουν, ούτε, πάλι, έδωσε την
συγκατάθεσή του για την πράξη αυτή.

Έτσι, λοιπόν, ο Όσιος Σαλαμάνης κατέστησε τον εαυτό του τελείως νεκρό
στην παρούσα ζωή και αγωνιζόταν μόνο να τηρήσει το θέλημα του Θεού, ο
Οποίος τόσο αγάπησε τον άνθρωπο και παρέδωκε τον εαυτό Του για τη
σωτηρία του.

Έτσι έζησε θεοφιλώς ο Όσιος Σαλαμάνης και κοιμήθηκε με ειρήνη.

Ο Όσιος Ευσέβιος

Ο Όσιος Ευσέβιος ακολούθησε το μοναχικό βίο και ασκήτευε σε σκοτεινό και
αφεγγές κελί. Μετά από παράκληση του Οσίου Αμμωνίου κοινοβίασε στο
μοναστήρι του, στη Συρία, όπου και έγινε ηγούμενος. Διήλθε το βίο του με
σκληρά πνευματικά αγωνίσματα, φορώντας σιδερένια ζώνη, στη μέση και
σιδερένιο κλοιό στον αυχένα.

Ο Όσιος Ευσέβιος κοιμήθηκε με ειρήνη κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.

Οι Άγιοι Δύο Μάρτυρες

Οι δύο Άγιοι Μάρτυρες μαρτύρησαν «εν τω Παρίω», πόλη που ήταν κοντά στην
Κύζικο και τη Λάμψακο της Μικράς Ασίας βληθέντες σε λάκκο.

Ο Άγιος Αχόλιος Επίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ο Άγιος Αχόλιος (ή Ασχόλιος) έζησε και έδρασε κατά τα έτη 360-383 μ.Χ.
Καταγόταν από την Καισάρεια, αλλά δεν αποκλείεται, σύμφωνα με άλλες
μαρτυρίες, να καταγόταν από την Αχαΐα, αφού σε αυτές αναφέρεται ως
μοναχός στην Αχαΐα.

Αν οι πληροφορίες αυτές είναι ακριβείς, τότε πρέπει
να δεχθούμε ότι ήδη τον 4ο αιώνα μ.Χ. ο μοναχισμός είχε εμφανισθεί στην
Πελοπόννησο.

Η εκλογή του Αγίου ως Επισκόπου Θεσσαλονίκης έγινε, για την ειρήνευση
του λαού της πόλεως και ολόκληρης της Μακεδονίας. Η εποχή ήταν ταραγμένη
εξαιτίας των αιρέσεων.

Οι Αρειανοί, οι Πνευματομάχοι, οι οπαδοί του
Απολλιναρίου και άλλοι, μείωναν την αγάπη και την πίστη. Ο Άγιος Αχόλιος
προτιμούσε τους χρόνους των διωγμών, γιατί τότε έλαμπε η πίστη των
Χριστιανών, ενώ λυπόταν για την ύπαρξη των αιρέσεων.

Γι αυτό και έτρεφε
θαυμασμό προς τους Μάρτυρες και προς τον στύλο της Ορθοδοξίας, τον Μέγα
Αθανάσιο.

Εκτός από τις αιρέσεις που δημιουργούσαν προβλήματα στην αυτοκρατορία,
προβλήματα σοβαρά και μάλιστα οξύτατα, δημιουργούσαν και οι επιδρομές
των βαρβαρικών φυλών.

Οι βασιλείς Γρατιανός και Θεοδόσιος πέτυχαν
λαμπρές νίκες, αφού αντιμετώπισαν με επιτυχία, ο μεν πρώτος τους
Αλαμανούς, που παρείχαν πράγματα στην Γαλλία, ο δε δεύτερος τους Γότθους
και τους Ούννους. Ιδιαίτερα αναφερόμαστε στους αγώνες κατά των Γότθων
και Ούννων, διότι κατά τους αγώνες αυτούς διακρίθηκε ο Θεοδόσιος.

Τον
βασιλέα Θεοδόσιο τότε παρότρυνε και ενίσχυσε ηθικά ο Επίσκοπος
Θεσσαλονίκης Αχόλιος. Οι βάρβαροι λαοί, που λυμαίνονταν τις γύρω από τη
Θεσσαλονίκη πόλεις, δεν μπόρεσαν να διατρυπήσουν με τις βολές τους τον
Άγιο Αχόλιο.

Ο Θεοδόσιος, μετά από τον θρίαμβό του εναντίων «των αμφί τον Ίστρον
βαρβάρων», ήλθε στη Θεσσαλονίκη. Τον θριαμβευτή αυτοκράτορα υποδέχθηκε ο
Άγιος, του οποίου η επίδραση στον βασιλέα για θέματα εκκλησιαστικά ήταν
αποφασιστική.

Ο Θεοδόσιος στη Θεσσαλονίκη, το 380 μ.Χ., ασθένησε βαριά. Ο Άγιος
Αχόλιος «μυσταγωγήσας τον Θεοδόσιον» συνετέλεσε στην επιβολή της
Ορθοδοξίας σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Ο αυτοκράτορας εμπνεόμενος από
το δόγμα της Νίκαιας, όχι μόνο δήλωσε επίσημα της αφοσίωσή του στο
Σύμβολο της Νίκαιας, αλλά και εξέδωσε την 28η Φεβρουαρίου του 380 μ.Χ.
το περίφημο διάταγμα της Θεσσαλονίκης. Με το διάταγμα αυτό ο Θεοδόσιος
καλούσε τους αιρετικούς «μη μετασχείν της Αρείου δόξης».

Ο Άγιος βρισκόταν σε αλληλογραφία με τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος
γράφοντας προς αυτόν τον αποκαλεί φωστήρα της Εκκλησίας και τον επαινεί.
Έλαβε μέρος στην Β Οικουμενική Σύνοδο και διακρίθηκε για την αγιότητα
του βίου του και την ορθόδοξη πνευματικότητά του.

Ο Άγιος Αχόλιος κοιμήθηκε με ειρήνη μεταξύ των ετών 383 και 384 μ.Χ.

 

 
O Όσιος Γεννάδιος εκ Λιθουανίας

Ο Όσιος Γεννάδιος γεννήθηκε στην πόλη Κοστρόμα της Λιθουανίας και ήταν
υιός ευσεβούς και ευγενούς οικογενείας. Το όνομά του ήταν Γρηγόριος και
από την παιδική ηλικίας έδειξε μεγάλη αγάπη προς την λειτουργική ζωή της
Εκκλησίας.

Επειδή στην περιοχή που μεγάλωσε, πλεόναζε το ρωμαιοκαθολικό στοιχείο,
ηθέλησε να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του και να πάει να ζήσει στη
γειτονική Ρωσία. Έτσι έφτασε στη Μόσχα, όπου γνώρισε έναν άλλο νέο, τον
Θεόδωρο, με την ίδια φλογερή αγάπη για το μοναχικό βίο.

Μαζί πήγαν να
συμβουλευτούν τον Άγιο Αλέξανδρο του Σβερ, ο οποίος τον μεν Γρηγόριο
έστειλε στη μονή του Κομέλση, ενώ τον Θεόδωρο πίσω στον κόσμο.

Στη μονή του Κομέλση ο Γρηγόριος έγινε ο πιο αφοσιωμένος μαθητής του
Αγίου Κορνηλίου και εκάρη μοναχός με το όνομα Γεννάδιος. Τα χαρίσματα
του Αγίου Πνεύματος στόλιζαν την ύπαρξη του νέου μοναχού.

Προς το τέλος του βίου του ο Άγιος Κορνήλιος πήρε μαζί του τον Όσιο
Γεννάδιο και ίδρυσαν μια νέα μονή στην Κοστρόμα, τη μονή Λιουμπεμώφ.
Εκεί έζησε ο Όσιος τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του με ειρήνη και άσκηση.
Ο Θεός τον αξίωσε να κάνει θαύματα και να έχει το προορατικό χάρισμα. Ο
Τσάρος Ιβάν τον ευλαβείτο πολύ και τον έκανε παιδαγωγό της θυγατέρας
του.

Ο Όσιος Γεννάδιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1565.

Ο Όσιος Αλέξανδρος εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Αλέξανδρος του Βόσκυ έζησε μεταξύ του 15ου και 16ου αιώνα μ.Χ. και ασκήτεψε σε μονή κοντά στην Καστρόμα.

Ο Άγιος Ανατόλιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Οδησσού

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ανατόλιος γεννήθηκε το έτος 1880 στην πόλη Κοβέλ της
Βολυνίας. Σπούδασε στη θεολογική ακαδημία του Κιέβου και συνέχισε τις
σπουδές του στην ιστορία και στην μελέτη των αρχαίων χειρογράφων της
Βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

Το 1913 εξελέγη
Επίσκοπος του Σιστοπόλ και το 1927 μετετέθη στην Επισκοπή της Οδησσού.

Ο Άγιος Ανατόλιος εκδιώχθηκε και φυλακίσθηκε από το σοβιετικό καθεστώς,
γιατί δεν συμφωνούσε με αυτά που προσπαθούσαν να επιβάλλουν στη διοίκηση
και την ζωή της Εκκλησίας.

Οι κακουχίες τον ταλαιπώρησαν και
κατέστρεψαν την κλονισμένη υγεία του. Έτσι η καρδιά του δεν άντεξε και ο
Άγιος Ανατόλιος κοιμήθηκε το έτος 1938.

Η Σύναξη πάντων των εν Καστρομά της Ρωσίας διαλαμψάντων Αγίων

Η εορτή καθιερώθηκε το έτος 1981. οι Άγιοι που εορτάζουν είναι : ο
Ιερομάρτυς Νικόδημος της Καστρομά, οι Επίσκοποι Ιωνάς της Μόσχας,
Διονύσιος του Σουζντάλ, Μητροφάνης του Βορονέζ, οι μοναχοί Αβραάμ του
Κουκχλόμα, Ιακώβ του Ζελεζνομπορόφσκιϋ, Μακάριος του Πισέμσκιϋ, Παύλος
του Ομπνόρσκιϋ, Κύριλλος του Μπελοζέρο, Γεννάδιος της Κοστρομά και
Λγιουμπίμογκραντ, Κύριλλος του Νοβοεζέρσκιϋ, Αδριανός του Μονζέσκιϋ,
Θεράπων του Μονζέσκιϋ, Ιακώβ του Μπρυλίνσκιϋ, Παΐσιος του Γκαλίτς,
Αλέξανδρος του Βόσκιϋ, Μακάριος του Ουνζένσκιϋ, Βαρνάβας του ποταμού
Βετολούγκα, Γρηγόριος του Πελσέμσκιϋ και Παχώμιος του Νερέχτσκιϋ.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

22 Ιανουαρίου Συναξαριστής.    Τιμοθέου Αποστόλου, Αναστασίου του Πέρσου, Βικεντίου Διακόνου, των Αγίων Μαρτύρων Μανουήλ Επισκόπου, Γεωργίου Επισκόπου, Πέτρου, Λέοντος Επισκόπου, Σιωνίου, Γαβριήλ, Ιωάννου, Λέοντος, Παρόδου πρεσβυτέρου και των λοιπών 377, Αναστασίου Διακόνου, Ιωσήφ Ηγιασμένου, Μακαρίου εκ Ρωσίας, Ιωάσαφ Φωτιστού, Ανάμνηση ευρέσεως εικόνος Παναγίας Ελεηστρίας.Ο Άγιος Τιμόθεος ο Απόστολος (Εορτή Τιμόθεος)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας παρέχουν οι Πράξεις των
Αποστόλων και οι Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, ο Τιμόθεος ήταν ο πιο
αγαπητός μαθητής του και ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του
Αποστόλου Παύλου. Το όνομά του είναι ελληνικό και σημαίνει αυτός που
τιμά τον Θεό, αλλά και αυτόν που τιμά ο Θεός.

Ο
Άγιος Απόστολος Τιμόθεος γεννήθηκε μάλλον στα Λύστρα της Λυκαονίας ή
πιθανών στη Δέρβη, από πατέρα Έλληνα Εθνικό και μητέρα πιστή Ιουδαία,
προφανώς εκ γενετής και πιθανόν προσήλυτη, που ονομαζόταν Ευνίκη.

Κατά
την μαρτυρία του Αποστόλου Παύλου, ήταν ευσεβής, όπως και η μαμή του, εκ
μητρός, Λωίς.

Ο Τιμόθεος δέχθηκε από τις ευσεβείς αυτές γυναίκες την
πρώτη θρησκευτική αγωγή και διδάχθηκε από βρέφος τα ιερά γράμματα. Με
τον τρόπο αυτό προετοιμάσθηκε κατάλληλα να αποδεχθεί στη συνέχεια την
Χριστιανική πίστη.

Η οριστική μεταστροφή του στον Χριστιανισμό φαίνεται να έγινε κατά την
Α΄ Αποστολική περιοδεία, όταν ο Απόστολος Παύλος μαζί με τον Βαρνάβα
επισκέφθηκαν τα Λύστρα της Λυκαονίας και πιθανόν φιλοξενήθηκαν από την
οικογένεια του Τιμοθέου.Όταν ο Απόστολος Παύλος κήρυττε το Ευαγγέλιο
στα Λύστρα, είναι επίσης βέβαιο ότι ο Τιμόθεος παρακολούθησε το κήρυγμά
του και έγινε μάρτυρας των διωγμών και των παθημάτων που υπέστη ο
Απόστολος εκεί.

Η εμπειρία των γεγονότων αυτών φαίνεται ότι επηρέασε
έντονα τον Απόστολο Τιμόθεο και τον προετοίμασε εσωτερικά να δεχθεί την
διδασκαλία του Ιησού Χριστού και να πιστέψει σε Αυτόν.

Μετά τα γεγονότα στη Δέρβη και στα Λύστρα της Λυκίας, ο Απόστολος Παύλος
παρέλαβε μαζί του τον πιστό και αχώριστο συνοδό του τον Τιμόθεο.

Έκτοτε
ο Τιμόθεος έγινε ο πιο προσφιλής και αφοσιωμένος μαθητής και συνεργός
του Αποστόλου Παύλου στο έργο της ιδρύσεως των Εκκλησιών στις διάφορες
περιοχές της Μικράς Ασίας και της Ελλάδος αργότερα και της στηρίξεως της
πίστεως των διωκομένων Χριστιανών.

Ανέλαβε πολλές σημαντικές και
εμπιστευτικές αποστολές για σπουδαία Εκκλησιαστικά ζητήματα, παρά το
νεαρό της ηλικίας και την απειρία του.

Συγκεκριμένα, συνεχίζοντας την Β΄ Αποστολική περιοδεία διελθόντες διά
μέσου της Φρυγίας και της Γαλατίας, έφθασαν στην Μοισία και Τρωάδα και
διαπλεύσαντες τη Σαμοθράκη ήλθαν στη Νεάπολη και από εκεί στους
Φιλίππους της Μακεδονίας.

Από εκεί, οδοιπορούντες , πέρασαν από την
Αμφίπολη και Απολλωνία και κατέληξαν στη Θεσσαλονίκη.

Στη Θεσσαλονίκη ο
Τιμόθεος εργάσθηκε αθόρυβα και αποδοτικά, συνέβαλε ουσιαστικά στο έργο
του Αποστόλου Παύλου τόσο για την ίδρυση της Χριστιανικής Κοινότητας,
όσο και για την στήριξη της πίστεως των Χριστιανών της Θεσσαλονίκης.

Όμως το έργο του ευαγγελισμού των Θεσσαλονικέων από τον Απόστολο Παύλο
και τους συνεργάτες του Τιμόθεο και Σίλα, διεκόπη από την αντίδραση
φθονερών Ιουδαίων, που δεν πίστεψαν στο κήρυγμά τους και τους
εξανάγκασαν να εγκαταλείψουν την Θεσσαλονίκη και να καταφύγουν στην
Βέροια.

Από την Αθήνα, ο Απόστολος Παύλος, αγωνιώντας για την κατάσταση των Χριστιανών της

Θεσσαλονίκης, απέστειλε τον Τιμόθεο, προκειμένου να
στηρίξει τους χειμαζόμενους πιστούς της εκκλησιαστικής κοινότητας της
Θεσσαλονίκης και να τους παρηγορήσει στις θλίψεις τους.

Αργότερα, όταν ο Απόστολος Τιμόθεος ακολούθησε το Παύλο στην Κόρινθο, παρέμεινε κοντά του, αγωνιζόμενος μαζί του.

Κοντά στην Γ΄ Αποστολική περιοδεία, όταν ο Απόστολος Παύλος πέρασε από
τα μέρη της Μικράς Ασίας και κατέληξε στην Έφεσο, παρέμεινε εκεί για μια
τριετία έχοντας μαζί του τον Τιμόθεο, τον οποίο απέστειλε σε ειδικές
εμπιστευτικές αποστολές στη Μακεδονία μαζί με τον Έραστο και ίσως με
άλλους αδελφούς στην Κόρινθο.

Λίγο αργότερα, ο Τιμόθεος με τον Απόστολο
Παύλο επέστρεψαν από την Κόρινθο στη Μακεδονία και στη συνέχεια
αποβιβάσθηκαν στην Τρωάδα και διαπλέοντες το ανατολικό Αιγαίο, πέρασαν
από την Μίλητο. Από την Μίλητο διήλθαν από τα νησιά Κω, Ρόδο, έφθασαν
στα Πάταρα και από εκεί στην Τύρο, την Πτολεμαΐδα και την Καισάρεια και
κατέληξαν στα Ιεροσόλυμα.

Στα Ιεροσόλυμα ο Απόστολος Τιμόθεος παρέμεινε κοντά στον Απόστολο Παύλο
κατά την εκεί φυλάκισή του και κατόπιν τον συνόδευσε στη φυλακή στη
Ρώμη.

Είναι βέβαιο, ότι κατά την τελευταία μετάβαση του Αποστόλου Παύλου
στα Ιεροσόλυμα, μετά την πρώτη αποφυλάκισή του από τη Ρώμη, συνοδευόταν
από τον Απόστολο Τιμόθεο, τον οποίο μάλιστα άφησε στην Έφεσο ως
Επίσκοπο μέχρι και του επισυμβάντος μαρτυρικού θανάτου του.

Ο Απόστολος
Παύλος απέστειλε προς τον Άγιο Τιμόθεο, ως Επίσκοπο Εφέσου, δύο
Επιστολές, που εμπεριέχονται στον κανόνα των βιβλίων της Καινής
Διαθήκης, και οι οποίες λόγω του ποιμαντικού περιεχομένου αυτών
καλούνται ποιμαντικές.

Κατά παλαιά παράδοση ο Απόστολος Τιμόθεος μαρτύρησε στην Έφεσο επί
Δομετιανού ή Νερούα, όταν πήγε στα καταγώγια των ειδωλολατρών, για να
τους αποτρέψει από απάνθρωπες τελετές και θυσίες και γεμάτος από Θείο
ζήλο, επειδή δεν ανεχόταν να βλέπει αυτά τα ατοπήματα, τους συνέστησε να
μην συνεχίσουν τις αισχρές τους πράξεις.

Τότε εκείνοι εξοργίσθηκαν και
όρμησαν εναντίων του Αγίου, τον οποίο φόνευσαν με ρόπαλα.

Το τίμιο λείψανο αυτού μετακομίσθηκε το έτος 356 μ.Χ. επί Κωνσταντίου
στην Κωνσταντινούπολη και εναποτέθηκε εντός της Αγίας Τραπέζης του ναού
των Αγίων Αποστόλων, όπου ετελείτο και η Σύναξή του.

Στην ίδια Αγία
Τράπεζα είχαν εναποτεθεί τα ιερά λείψανα των Αγίων Αποστόλων Ανδρέου και
Λουκά. Όταν ο Ιουστινιανός ανοικοδόμησε και μετασκεύασε το ναό των
Αγίων Αποστόλων, που είχε ανεγείρει ο Μέγας Κωνσταντίνος, άφησε την Αγία
Τράπεζα ως είχε, αδιασάλευτη, περιορισθείς μόνο στην κατασκευή αργυρού
καλύμματος.

Η Σύναξη του Αποστόλου Τιμοθέου ετελείτο τον 6ο αιώνα μ.Χ. στην Ορμίσδα.

Απολυτίκιο. Ήχος δ΄.

Χρηστότητα εκδιδαχθείς, και νήφων εν πάσιν, αγαθήν συνείδησιν ιεροπρεπώς
ενδυσάμενος, ήντλησας εκ του σκεύους της εκλογής τα απόρρητα και την
πίστιν τηρήσας, τον ίσον δρόμον τετέλεκας, ιερομάρτυς Απόστολε Τιμόθεε.
Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος α΄. Χορός αγγελικός.

Τον θείον Μαθητήν, και συνέκδημον Παύλου, Τιμόθεον πιστοί, ανυμνήσωμεν
πάντες, συν τούτω γεραίροντες, τον σοφόν Αναστάσιον, τον εκλάμψαντα, εκ
της Περσίδος ως άστρον, και ελαύνοντα, τα ψυχικά ημών πάθη, και νόσους
του σώματος.
Ο Άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης ο Οσιομάρτυρας (εορτή Αναστάσιος)

Ο
Άγιος Αναστάσιος γεννήθηκε στο χωριό Ραχήζ της Περσίας, της επαρχίας
Ρασνουνί. Ονομαζόταν Μαγουνδάτ, ήταν υιός του μάγου Μαβ και υπηρέτησε
στο στρατό επί των ημερών του βασιλέως Χοσρόη του Β (590-628 μ.Χ.), ο
οποίος κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και μετέφερε στη χώρα του τον Τίμιο Σταυρό
(614 μ.Χ.).

Τότε ο Μαγουνδάτ θέλησε να μάθει, αφού άκουσε περί αυτού
και των επιτελουμένων θαυμάτων, γιατί οι Χριστιανοί τιμούσαν αυτόν.

Έτσι, αφού διδάχθηκε από κάποιον πιστό ότι με τον σταυρικό θάνατο του
Κυρίου λυτρώθηκε το γένος των ανθρώπων, πίστεψε στον Χριστό. Έπειτα,
συμμετέχοντας στην εκστρατεία των Περσών κατά της Κωνσταντινουπόλεως,
βρέθηκε στη Χαλκηδόνα. Κατά την διαμονή του εκεί, αφού πληροφορήθηκε ότι
ο Ηράκλειος κατατρόπωσε τους Πέρσες, πήγε στην Ιεράπολη και από εκεί
στα Ιεροσόλυμα όπου βαπτίσθηκε υπό του Πατριάρχη Μοδέστου, προς τον
οποίο τον οδήγησε ο ιερεύς του πανίερου Ναού της Αναστάσεως και έλαβε το
όνομα Αναστάσιος.

Στην συνέχεια εκάρη μοναχός στη μονή του Αββά
Ιουστίνου ή κατ άλλους στη μονή του Αγίου Σάββα. Μετά από επταετή
άσκηση και διαβάζοντας καθημερινά τους βίους των Αγίων και τα μαρτύριά
τους, τους ζήλεψε και προσευχόταν να αξιωθεί το μαρτυρικό τέλος αυτών.

Έτσι, όταν κατά την παραχώρηση του Κυρίου, είδε σε όνειρο ότι ανέβηκε
στο όρος Κυρίου και στάθηκε στον άγιο τόπο Αυτού και εκεί ήπιε ένα χρυσό
ποτήρι γεμάτο κρασί, θεώρησε ότι σκιαγραφόταν το μέλλον και το μαρτύριό
του.

Γι αυτό, γονυπετής και ένδακρυς, ζήτησε την ευχή του προεστώτος
ιερέως της μονής για τη μακάρια αποδημία του, δηλαδή την πορεία του προς
το μαρτύριο. Αφού κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων κατευθύνθηκε προς
την Διόσπολη, για να προσευχηθεί στον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο και
έφθασε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης.

Εκεί, όταν είδε κάποιους μάγους
ομοεθνείς του, έλεγξε και χλεύασε τα σοφίσματα και την ασέβειά τους.
Τότε εκείνοι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον άρχοντα Μαρζαβανά. Ο
άρχοντας διέταξε να αφεθεί ελεύθερος, αρκεί να αρνηθεί τον Χριστό
ενώπιον ενός μόνο προσώπου.

Όμως ο Αναστάσιος με πνευματική ανδρεία
απάντησε: «Μη δώη μοι ο Θεός της αγαπήσεως εκπεσείν του Χριστού μου».

Ο
Μαρζαβανάς θύμωσε και έδωσε εντολή να μεταφέρει βαριές πέτρες χωρίς
καμιά ανάπαυλα. Τα βασανιστήρια συνεχίστηκαν μέχρι που οδηγήθηκε ενώπιον
του βασιλέως των Περσών Χοσρόη. Αλλά και μπροστά στον βασιλιά δεν
φοβήθηκε.

Τον κτύπησαν αλύπητα, μέχρι θανάτου, με ραβδιά. Το μαρτύριο
ήταν καθημερινό. Στο τέλος τον κρέμασαν από το ένα χέρι και διά βρόχου
τον έπνιξαν και απέκοψαν την κεφαλή αυτού.

Το μαρτύριό του έγινε το 628
μ.Χ. με άλλους 70 Χριστιανούς Μάρτυρες. Η Σύναξη του Αγίου ετελείτο στο
Μαρτύριό του, που βρισκόταν εντός του Αγίου Φιλήμονος, στο Στρατήγιο.

Απολυτίκιο. Ηχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Την πλάνην αφέμενος, την των Περσών νουνεχώς, τη πίστει προσέδραμες, τη
του Χρίστου ευσεβώς, σοφέ Αναστάσιε, όθεν και εν ασκήσει, διαπρέψας
ενθέως, ήθλησας υπέρ φύσιν, και τον όφιν καθείλες διό διπλώ στεφάνω,
θεόθεν εστεφάνωσαι.

Κοντάκιον. Ήχος α . Χορός αγγελικός.

Τον θείον Μαθητήν, και συνέκδημον Παύλου, Τιμόθεον πιστοί, ανυμνήσωμεν
πάντες, συν τούτω γεραίροντες, τον σοφόν Αναστάσιον, τον εκλάμψαντα, εκ
της Περσίδος ως άστρον, και ελαύνοντα, τα ψυχικά ημών πάθη, και νόσους
του σώματος.
Ο Άγιος Βικέντιος ο Διάκονος

Ο Άγιος Μάρτυς Βικέντιος έζησε κατά τα έτη της βασιλείας των ηγεμόνων
Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.) και Δατιανού και καταγόταν από την
Αυγουστόπολη.

Συνελήφθη μαζί με τον Επίσκοπο Ουαλλέριο στην πόλη
Βαλεντία και φυλακίσθηκε. Μετά από πολλά βασανιστήρια τελείωσε τον δρόμο
του μαρτυρίου, παραδίδοντας την αγία του ψυχή στο Θεό.
Οι Άγιοι Μανουήλ Επίσκοπος, Γεώργιος Επίσκοπος Δεβελτού, Πέτρος, Λέων
Επίσκοπος Νικαίας, Σιώνιος, Γαβριήλ, Ιωάννης, Λέων, Πάροδος Πρεσβύτερος
και άλλοι τριακόσιοι εβδομήντα επτά Μάρτυρες

Οι Άγιοι κατάγονταν από διάφορες επαρχίες και κατοικούσαν στην
Αδριανούπολη επί αυτοκράτορα Λέοντος του Αρμενίου (813-820 μ.Χ.). Τότε
οι Βούλγαροι, με αρχηγό τον Κρούμο επιτέθηκαν εναντίων της Βυζαντινής
αυτοκρατορίας και έφθασαν μέχρι την Αδριανούπολη, την οποία κυρίευσαν το
έτος 813 μ.Χ.

Επί τρεις ημέρες οι αιμοχαρείς, έσφαζαν τους Χριστιανούς.

Όταν πέθανε ο Κρούμος, έγινε ηγεμόνας των Βουλγάρων ο Δούκουμος. Επειδή
όμως και αυτός πέθανε αμέσως, ηγεμόνας των Βουλγάρων έγινε ο Δίτζευγος,
που επέδειξε θηριώδη συμπεριφορά κατά των Χριστιανών.

Τον Δίτζευγο διαδέχθηκε στην εξουσία ο Μουρτάγων (Ομουρτάγ). Ο διωγμός
συνεχίστηκε και έγινε σκληρότερος.

Ο Άγιος Γεώργιος, Επίσκοπος Δεβελτού,
ο Επίσκοπος Πέτρος και πολλοί άλλοι Χριστιανοί συνελήφθησαν και
μαρτύρησαν. Ο ίδιος, ο Μουρτάγων, συνέλαβε τον Επίσκοπο Μανουήλ και τον
υπέβαλε σε φρικώδη βασανιστήρια.

Με τα ίδια του τα χέρια τον κατασπάραξε
και αφού έκοψε από του ώμους τα τίμια χέρια του Αγίου, τον έριξε στα
σκυλιά. Ακόμη, ο σκληρός αυτός ηγεμόνας, θανάτωσε τους στρατηγούς των
Χριστιανών Λέοντα και Ιωάννης, τον Επίσκοπο Νικαίας Λέοντα, τον Γαβριήλ
και τον Σιώνιο και διά λιθοβολισμού, τον Πρεσβύτερο Πάροδο.

Ο Όσιος Αναστάσιος ο Διάκονος

Ο Όσιος Αναστάσιος ασκήτεψε στη Μεγάλη Λαύρα του Κιέβου και μαρτύρησε στη Ρωσία κατά το 12ο αιώνα μ.Χ.

Ο Όσιος Ιωσήφ ο Ηγιασμένος ο εν Κρήτη

Ο Όσιος Ιωσήφ, ο επονομαζόμενος Σαμάκος, γεννήθηκε στην πόλη των
Κεράμων, το σημερινό Αζωκέραμο Σητείας της Κρήτης λίγο πριν την άλωση
(1440).

Υπήρξε πνευματικό γέννημα και θρέμμα της μονής του Αγίου Ιωάννου
του Θεολόγου, γνωστής ως Δερματάνου, πλησίον του Χάνδακος (Ηρακλείου),
όπου έζησε και έδρασε από την παιδική του ηλικία μέχρι την κοίμησή του.

Έζησε σε μια πολύ κρίσιμη ιστορική περίοδο για το Γένος. Η Βυζαντινή
αυτοκρατορία έπεφτε στα χέρια των Οθωμανών και η πατρίδα του Κρήτη
βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Ενετών.

Ο Όσιος μετά το θάνατο των γονέων του, διένειμε την περιουσία του στους
φτωχούς και εκάρη μοναχός στη μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
Δερματάνου.

Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και μετά την κοίμηση του ηγουμένου
ανέλαβε την ηγουμενία της μονής. Διακρίθηκε για την αρετή της
φιλανθρωπίας και θα μπορούσε δικαιολογημένα να του αποδοθεί ο
χαρακτηρισμός του ελεήμονος. Αναγνωρίσθηκε επίσης, ως θαυματουργός, αφού
αναφέρονται πολλά θαύματά του.

Μετά από εβδομήντα χρόνια αδιάλειπτης οσιακής και φιλανθρωπικής δράσεως,
κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1511 και ενταφιάσθηκε στην μονή του.

Με την
ανακομιδή των λειψάνων του διαπιστώθηκε η αγιότητά του, διότι το ιερό
λείψανο βρέθηκε ακέραιο και εξέπεμπε ευωδία.

Το ιερό σκήνωμά του
κατατέθηκε στο καθολικό της μονής. Η συνεχής θεραπεία πλήθους ασθενών,
τυφλών και δαιμονισμένων και μετά την κοίμησή του, καθιέρωσε ευρύτατα
την φήμη του ως θαυματουργού.

Το 1669 οι Οθωμανοί κυρίευσαν το Χάνδακα (Ηράκλειο) και ο ευλαβής
κληρικός Αντώνιος Αρμάκης, μετέφερε το ιερό λείψανο στη Ζάκυνθο, όπου
στις 29 Αυγούστου 1669 το κατέθεσε στη μονή του Αγίου Ιωάννου του
Μαντινειού στα Ξεροβούνια. Εκεί παρέμεινε ως το 1915, οπότε τοποθετήθηκε
στον ενοριακό ναό του Παντοκράτορος Γαϊτανίου.

Απολυτίκιον. Ήχος α΄

Των Κρητών τε τον γόνον και Ζακύνθου το καύχημα, των πατέρων κλέος και
δόξα Ιωσήφ τον αοίδημον τιμήσωμεν εν ύμνοις οι πιστοί ου δόξη αρρήτω η
Τριάς ετιμήσατο το σκήνος διασώσασα άφθορον. Δόξα τω αγιάσαντι αυτόν,
δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω αναδείξαντι φρουρόν και άμισθον πιστοίς
ιατρόν τοις κάμνουσι.

Κοντάκιον. Ήχος δ΄

Των πιστών προΐστασαι και απαλλάττεις, από πάσης θλίψεως ταις σαις
πρεσβείες προς θεόν ω Ιωσήφ παναοίδιμε κλέος και δόξα οσίων καύχημα.
Ο Όσιος Μακάριος εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Μακάριος του Ζαμπίνσκιϋ, κατά κόσμον Ονούφριος, καταγόταν
από τη Ρωσία και γεννήθηκε το έτος 1539. Μόνασε στη μονή των Εισοδίων
της Θεοτόκου της πόλεως Ζαμπύν που βρίσκεται στην επαρχία του Ταμπώφ. Ο
Θεός τον αξίωσε του θαυματουργικού χαρίσματος, γι αυτό και επονομάζεται
Θαυματουργός.

Ο Όσιος Μακάριος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1623.
Ο Άγιος Ιωάσαφ Φωτιστής της Αλάσκας

Ο Άγιος Ιωάσαφ (Μπολότωφ) γεννήθηκε στη Ρωσία τον 18ο αιώνα μ.Χ. Από
αγάπη στον Θεό έγινε ιερέας και εργάσθηκε ιεραποστολικά στην Αλάσκα.

Έφθασε στη νήσο Κόντιακ στις 24 Σεπτεμβρίου 1794. εκεί, παρά τις
τεράστιες και αφάνταστες δυσκολίες, διακονεί το κήρυγμα του Ευαγγελίου
με όλες του τις δυνάμεις.

Τον Ιούλιο του έτους 1796 η Σύνοδος της
Ρώσικης Εκκλησίας ανακήρυξε την Αλάσκα σε Επισκοπή του Ιρκούτσκ της
Σιβηρίας και ο Άγιος Ιωάσαφ εξελέγη επίσκοπος.

Σε μια ιεραποστολική
περιοδεία το πλοίο ναυάγησε στα παγωμένα νερά του ωκεανού, παρασύροντας
στον βυθό τον Άγιο Ιωάσαφ μαζί με όλο το πλήρωμα.

Εύρεση της Ιεράς Εικόνας της Παναγίας Ελεηστρίας Κορώνης

Αυτή την ημέρα τελείται η ανάμνηση της ευρέσεως της ιεράς εικόνας της
Υπεραγίας Θεοτόκου Ελεηστρίας Κορώνης η οποία βρέθηκε το 1897 στην
Κορώνη Μεσσηνίας.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

21 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Μαξίμου Ομολογητού, Αναστασίου Μάρτυρος, Νεοφύτου Μάρτυρος, Ζωσίμου Επισκόπου, των Αγίων Μαρτύρων Ευγενίου, Ουαλεριανού, Κανδίδου και Ακύλα, Αγνής Μάρτυρος, των Αγίων Τεσσάρων Αγίων, Πατρόκλου Μάρτυρος, των Αγίων Πάντων Μαρτύρων, Απολλωνίου Οσίου, Εγκαίνια Ναού Αγίας Ειρήνης, Νεοφύτου Οσίου, Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας, Γαβριήλ και Σιωνίου Μαρτύρων, Μαξίμου Γραικού, Τίμωνος Οσίου.
Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής (Εορτή Μάξιμος)

Ο
Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής καταγόταν από επιφανή οικογένεια και
γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 580 μ.Χ. Έλαβε τη συνήθη
εγκυκλοπαιδική μόρφωση και επιδόθηκε ιδιαίτερα στη σπουδή της
φιλοσοφίας.

Υπό του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.) προσελήφθη ως
αρχιγραμματεύς αυτού. Παρέμεινε στη θέση αυτή για λίγα μόνο χρόνια, αλλά
διατήρησε τις σχέσεις του και αλληλογραφία με πρόσωπα του δημόσιου
βίου.

Αφού παραιτήθηκε, το 614 μ.Χ., από το αξίωμα του αρχιγραμματέως,
εγκατέλειψε τον κόσμο και ακολούθησε τον μοναχικό βίο. Ασκήτεψε σε μονή
της Χρυσουπόλεως, που βρισκόταν έναντι της Κωνσταντινουπόλεως και
διετέλεσε ηγούμενος αυτής. Εκεί απέκτησε ως μαθητή τον Αναστάσιο, ο
οποίος τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή.

Σύμφωνα με την διδασκαλία του Αγίου Μαξίμου η εργασία των εντολών του
Θεού και η συμμόρφωση του βίου του ανθρώπου προς την Θεία διδασκαλία
αποτελούν βάση στερεά, επί της οποία θα οικοδομηθεί η πνευματική ανύψωση
του νου.

Πρώτο βήμα για τον σκοπό αυτό αποτελεί η απόδυση από το νου όλων των
παθών που τον ενοχλούν, τα οποία έχουν την βάση και την αφορμή τους στο
σώμα.

Καλείται δηλαδή ο άνθρωπος να μην ακολουθήσει την κίνηση των αισθητών,
να μην γίνει δούλος των φυσικών του ορμών και παθών, αλλά να ακολουθήσει
τα υπέρ φύσιν.

Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται ανάλογα προς την εκλογή. Εκείνος που
ακολουθεί την κίνηση των αισθητών υφίσταται και την φυσική φθορά αυτών
και συναλλοιώνεται με αυτά, ενώ ο αναστάς «της εμπαθούς περί τα
φαινόμενα διαθέσεως, την των φαινομένων έθυσε κίνησιν και την πρακτικήν
κατορθώσας έφαγεν αρετήν».

Η πράξη της αρετής είναι έργο της ανθρώπινης και της θείας δυνάμεως.
Κανένα χάρισμα δεν μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος μόνο με την φυσική του
δύναμη.

Η επιμονή του Αγίου Μαξίμου στο σημείο αυτό είναι φανερή σε όλη του τη
διδασκαλία, διότι φοβάται μήπως ο άνθρωπος περιπέσει στο πάθος της
υπερηφάνειας. Ο Θεός, παρατηρεί, έδωσε στον άνθρωπο δύναμη, για να
πράττει τις αρετές.

Έτσι, λοιπόν, ασκήτευε ο μακάριος Ομολογητής. Αλλά η περσική απειλή, που
είχε δημιουργήσει για την Βυζαντινή Αυτοκρατορία κρίσιμη κατάσταση,
έσπασε την ησυχία του και τον αγώνα του για την κατάκτηση των αρετών από
τον τόπο της ασκήσεώς του.

Για πολλά χρόνια οι Πέρσες εμφανίζονταν στην ακτή απέναντι από την
Κωνσταντινούπολη. Φαίνετε δε, ότι κατά την διάρκεια μιας εισβολής τους
στη Χρυσούπολη, το 624 μ.Χ., ο Άγιος Μάξιμος αναγκάστηκε να αποσυρθεί με
τους μαθητές του νοτιότερα, στην Κύζικο.

Εκεί διέμεινε για δύο περίπου χρόνια στη μονή του Αγίου Γεωργίου και
συναναστρεφόταν με τον Επίσκοπο Ιωάννη μετά του οποίου αντήλλαξε
αργότερα επιστολές.

Ίσως να είχε αρχίσει νωρίτερα την συγγραφική του δράση, αλλά ήδη από την εποχή αυτή επιδίδεται εντατικά στο έργο της συγγραφής.

Λόγω συνεχίσεως των Περσικών καταδρομών ο Άγιος υποχρεώνεται να φύγει,
το 626 μ.Χ., και από την Κύζικο. Έρχεται για λίγο στην Κρήτη και στην
συνέχεια μεταβαίνει στην Αφρική. Θεωρείται δε πιθανό να πέρασε και από
την Κύπρο.

Στην Καρχηδόνα εμφανίζεται την Πεντηκοστή του έτους 632 μ.Χ., αλλά είχε
φθάσει εκεί νωρίτερα. Κατά τα χρόνια αυτά συγγράφει δύο από τα
σπουδαιότερα έργα του, το «Προς Θαλάσσιον» και «Περί Αποριών».

Εγκαταβίωσε στην μονή Ευκρατά της Καρχηδόνας, όπου ήταν εγκατεστημένος και άλλος φυγάς, από την Παλαιστίνη, ο Σωφρόνιος.

Εκεί έμαθε τις ενέργειες του νέου Πατριάρχη Αλεξανδρείας Κύρου, οι
οποίες απέληξαν το 633 μ.Χ. στην ενωτική συμφωνία που διαμόρφωσε την
αίρεση του Μονοενεργητισμού.

Ο Σωφρόνιος τάχθηκε αμέσως εναντίων της νέας αυτής μορφής της
χριστολογικής αιρέσεως. Στην θέση του αυτή τον ακολούθησε ο Άγιος
Μάξιμος.

Έτσι συμμετείχε στη σύνοδο του Λατερανού, η οποία συγκλήθηκε το έτος
649 μ.Χ. επί Πάπα Ρώμης Μαρτίνου Α΄, όπου καταδικάσθηκε ο Μονοθελητισμός
και αναθεματίσθηκαν εκείνοι που ανοήτως δογμάτιζαν ότι ο Χριστός έχει
μία μόνο θέληση, τη θεία, σε αντίθεση προς την Ορθόδοξη διδασκαλία, κατά
την οποία ο Χριστός έχει δύο θελήσεις, τη θεία και την ανθρώπινη, ως
Θεάνθρωπος.

Στην ίδια Σύνοδο αποδοκιμάσθηκε διάταγμα του τότε αυτοκράτορα
Κώνσταντος, διά του οποίου δεν επιτρεπόταν η συζήτηση περί
Μονοθελητισμού.

Ο αυτοκράτορας Κώνστας (641-668 μ.Χ.) οργίσθηκε γι΄ αυτό. Ο Άγιος
συνελήφθη από τον έξαρχο και βασιλικό επίτροπο της Ιταλίας Θεοδόσιο και
οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους δύο φίλους του Αναστασίους.

Ο αυτοκράτορας εξόρισε τον Άγιο Μάξιμο, το 655 μ.Χ. στη Βιζύη, μέσα στο
Ρήγιο και στην συνέχεια στην πόλη Πέρβερα. Μετά από έξι χρόνια
ανακλήθηκε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη, όπως και οι συμμοναστές του,
για μια Τρίτη προσπάθεια προσεταιρισμού του. Ο Άγιος αρνήθηκε.
Αναθεματίσθηκε, κακοποιήθηκε και διαπομπεύθηκε. Η κακοποίηση του Αγίου
έδωσε αφορμή για τη διαμόρφωση παραδόσεως περί αποκοπής της γλώσσας και
της δεξιάς χειρός αυτού.

Μετά από αυτά εξορίσθηκε στη Λαζική του Πόντου, στο φρούριο Σχίμαρις,
όπου και κοιμήθηκε οσίως στις 13 Αυγούστου του έτους 662 μ.Χ.

Το τίμιο λείψανό του ενταφιάσθηκε στη μονή του Αγίου Αρσενίου, στη χώρα
των Λαζών. Από τον τάφο του έβγαινε φως κάθε νύχτα και φώτιζε την
περιοχή, γεγονός που πιστοποιούσε την αγιότητά του.

Απολυτίκιο. Ήχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τη Εκκλησία, υπερκοσμίων
δογμάτων πανεύφημε, θεολόγων δε του Λόγου την κένωσιν, ομολογίας αγώσι
διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το
μέγα έλεος.

Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ΄.

Ορθοδοξίας οδηγέ, ευσεβείας Διδάσκαλε και σεμνότητος, της Εκκλησίας ο
φωστήρ, των Μοναζόντων θεόπνευστον εγκαλλώπισμα, Μάξιμε σοφέ, ταις
διδαχαίς σου πάντας εφώτισας, λύρα του Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστώ τω
Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω

Τον της Τριάδος εραστήν και Μέγαν Μάξιμον, τον εκδιδάξαντα τρανώς πίστιν
την ένθεον, του δοξάζειν τον Χριστόν, φύσεσιν εν δύω, ενεργείαις τε
διτταίς ως και θελήσεσιν, επαξίως οι πιστοί ανευφημήσωμεν, ανακράζοντες.
Χαίρε κήρυξ της Πίστεως.
Ο Άγιος Αναστάσιος ο Μάρτυρας

Ο Άγιος Μάρτυς Αναστάσιος ήταν μαθητής του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού και μαρτύρησε τον 7ο αιώνα μ.Χ.
Ο Άγιος Νεόφυτος ο Μάρτυρας

Ο
Άγιος Μάρτυς Νεόφυτος καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας της Μικράς
Ασίας και γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς, τον Θεόδωρο και την Φλωρεντία.
Έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.).

Από μικρή ηλικία κατέφυγε στον Όλυμπο, όπου ασκήτευε σε ένα σπήλαιο.
Λίγο αργότερα κατεβαίνει από το όρος, ύστερα από θεία εντολή, για να
χαιρετίσει τους γονείς του. Με την ευκαιρία αυτή προσφέρει στους φτωχούς
της γενέτειράς του ένα μέρος από την περιουσία των γονέων του και
επιστρέφει πάλι στο σπήλαιο του Ολύμπου.

Κατά το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, συνοδευόμενος και
βοηθούμενος από Αγγέλους, παρουσιάσθηκε ενώπιον του ηγεμόνα Δεκίου.

Παρά το νεαρό της ηλικίας του, δεν δείλιασε μπροστά στον ηγεμόνα, αλλά ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό.

Τότε εκείνος τον παρέδωσε στους δημίους, οι οποίοι για το απροσδόκητο
θάρρος του τον έθεσαν σε κλίβανο. Η χάρη του Θεού όμως τον διέσωσε. Στην
συνέχεια τον έριξαν στα θηρία, αλλά και αυτά δεν τόλμησαν να τον
πλησιάσουν. Τέλος, τον σκότωσαν διά ξίφους.
Απολυτίκιο. Ήχος πλ. α . Τον συνάναρχον Λόγον.

Εκ σπάργανων επλήσθης της θείας χάριτος, ώσπερ νεόφυτοι έρνος χαριτωθείς
την ψυχήν, και θαυμάτων αυτουργός ξένων γενόμενος, ηνδρανάθησας
στερρώς, δι αγώνων Ιερών, Νεόφυτε Αθλοφόρε. Αλλά μη παύση πρεσβεύων,
ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.
Έτερον Απολυτίκιοv. Ήχος δ . Ταχύ προκατάλαβε.

Ο Μάρτυς σου, Κύριε, εν τη αθλήσει αυτού, το στέφος εκομίσατο της
αφθαρσίας, εκ σου του Θεού ημών, έχων γαρ την ισχύν σου, τους τυράννους
καθείλεν, έθραυσε και δαιμόνων, τα ανίσχυρα θράση. Αυτού ταις ικεσίαις,
Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.
Ο Όσιος Ζώσιμος

Ο Όσιος Ζώσιμος καταγόταν από την Σικελία και γεννήθηκε από γονείς
ευσεβείς και εύπορους, οι οποίοι τον αφιέρωσαν στη μονή Αγίας Λουκίας.

Εκεί στο μοναστήρι ο Άγιος Ζώσιμος ανατράφηκε σύμφωνα με την διδασκαλία του Χριστού και τις παραδόσεις της Εκκλησίας μας.

Επειδή έφθασε σε υψηλό βαθμό ηθικής τελειότητας, του ανέθεσαν το
διακόνημα του προσμοναρίου και του φύλακος του ιερού λειψάνου της Αγίας
Λουκίας.

Μετά τον θάνατο του ηγουμένου, για την αρετή και οσιότητα του βίου του,
τον εξέλεξαν ηγούμενο της μονής και από αυτή τη θέση, με ομόφωνη γνώμη
του λαού της Συρακούσης και την ευλογία του Επισκόπου Ρώμης Θεοδώρου,
χειροτονήθηκε Επίσκοπος, διαπρέψας στην αρετή και τα θαύματα.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη και με την ελπίδα των αιωνίων αγαθών σε ηλικία 50 ετών.
Οι Άγιοι Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας οι Μάρτυρες

Οι
Άγιοι Μάρτυρες Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας μαρτύρησαν
κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.)και Μαξιμιανού (285-305
μ.Χ.), στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ.

Ο Ευγένιος καταγόταν από την Τραπεζούντα, ο Ουαλεριανός από την Εδίσκη, ο
Κάνδιδος από τη Σολωχαίνη και ο Ακύλας από τη Γορδαίνη.

Αυτοί λοιπόν οι Άγιοι, όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των Χριστιανών, κρύβονταν στα όρη της Τραπεζούντας.

Ένα βράδυ, μετά από προσευχή και επικαλούμενοι την βοήθεια του Θεού,
πήγαν στο ναό των Εθνικών και κατέστρεψαν το είδωλο του ψεύτικου θεού
Μίθρα.

Ο έπαρχος Σατάλων Λυσίας, τους καταδίωξε και κατόρθωσε να συλλάβει τους
τρεις, τον Ουαλεριανό, τον Κάνδιδο και τον Ακύλα. Μετά τη σύλληψη, τους
διέταξε να αρνηθούν τον Χριστό. Εκείνοι όμως έμειναν ακλόνητοι στην
πίστη τους και με παρρησία δήλωσαν την αφοσίωσή τους στον Κύριο.

Τότε ο έπαρχος τους εξόρισε σε ένα στενό φρούριο της χώρας των Λαζών, το οποίο ονομαζόταν Πιττυούς.

Αλλά και μέσα στην φυλακή έμειναν σταθεροί στην πίστη τους. Γι αυτό τους
μετέφεραν στην Τραπεζούντα και κατά την διαταγή του Λυσία τους υπέβαλαν
σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά τους ξέσχισαν τις σάρκες με βούνευρα.

Στη συνέχεια, αφού τους κρέμασαν, τους άνοιξαν με σιδερένια νύχια βαθιές
πληγές στα σώματά τους και τις έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες.

Ύστερα από λίγες ημέρες συνελήφθη και ο Άγιος Ευγένιος, που προσευχόταν
σε σπήλαιο των ακάνθων. Και αυτός ομολόγησε με παρρησία την πίστη του
στον Άγιο Θεό. Τότε οι ειδωλολάτρες τον έδειραν ανηλεώς.

Έπειτα τον οδήγησαν μαζί με τον άρχοντα του τόπου, τον Λυσία, στο ναό
των ειδώλων. Εκεί προσευχήθηκε στον Χριστό και έκανε όλα τα είδωλα να
πέσουν κάτω, να συντριβούν και να κονιορτοποιηθούν.

Μετά από το γεγονός αυτό, υπέβαλαν τον Άγιο σε φοβερά βασανιστήρια.
Αρχικά του τέντωσαν το σώμα με σχοινιά και τον κτύπησαν με ρόπαλα.

Στην συνέχεια τον κρέμασαν, του άνοιξαν με σιδερένια νύχια βαθιές πληγές στα πλευρά και τον κατέκαψαν με αναμμένες λαμπάδες.

Έπειτα έριξαν μέσα στις πληγές του αλατόνερο και δριμύτατο ξύδι.
Ακολούθως έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι και τους τέσσερις Αγίους μαζί.
Επειδή όμως όλοι τους έμειναν αβλαβείς, τους αποκεφάλισαν διά ξίφους.

Ο μέχρι σήμερα σωζόμενος ναός, ανήκει στον τύπο της ανατολικής άνευ
υπερώων βασιλικής μετά τρούλου. Στο ναό φυλάσσονταν τα λείψανα του Αγίου
Ευγενίου και των συναθλητών του εναποτεθειμένα σε αργυρές λάρνακες, ενώ
οι κεφαλές των μαρτύρων ήταν στολισμένες με χρυσό και λίθους και πλήθος
από μαργαριτάρια.

Ο ναός του Αγίου Ευγενίου μαζί με αυτόν της Χρυσοκεφάλου αποτελούσαν το
κέντρο της εκκλησιαστικής και εθνικής ζωής της Τραπεζούντας.

Η τιμή και η ευλάβεια των Τραπεζουντίων προς τον πολιούχο Άγιο υπήρξε
μεγάλη και τα πλήθη συνέρρεαν από παντού κατά τις δύο πανηγύρεις, στις
21 Ιανουαρίου ημέρα του μαρτυρίου του και στις 24 Ιουνίου, ημέρα των
γενεθλίων του Μάρτυρος, που διά θαύματος καθιερώθηκε κατά το διάστημα
της βασιλείας του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασιλείου (867-886 μ.Χ.).

Έτσι οι Άγιοι Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας, έλαβαν τα αμάραντα στεφάνια του μαρτυρίου.

Η Αγία Αγνή η Μάρτυς (Εορτή Αγνή)

Η
Αγία Μάρτυς Αγνή καταγόταν από τη Ρώμη και από γενεά λαμπρ η και
ένδοξη. Επειδή ζούσε μια ζωή αγνή και καθαρή, δηλαδή ήταν πραγματικά
αυτό που δήλωνε το όνομά της, αγνή, πολλές γυναίκες την θαύμαζαν και
πήγαιναν κοντά της.

Τότε η Αγία εύρισκε την ευκαιρία και τις δίδασκε την Χριστιανική
αλήθεια και τις προέτρεπε να πιστέψουν στον Χριστό, ως τον μόνο Αληθινό
Θεό και Αυτόν μόνο να λατρεύουν.

Οι δραστηριότητες αυτές της Αγίας Αγνής έφθασαν στα αυτιά του ειδωλολάτρη άρχοντα.

Εκείνος εξοργίσθηκε πολύ και διέταξε να τη συλλάβουν αμέσως. Μόλις την
οδήγησαν μπροστά του, την προέτρεψε να θυσιάσει στα είδωλα, αλλιώς θα
την παραδώσει σε πορνείο.

Εκείνη όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά, λέγοντάς του : «Ούτε στους θεούς
σου θα θυσιάσω, ούτε με ενδιαφέρει το αν θα με παραδώσεις σε πορνείο.
Πιστεύω με βεβαιότητα ότι ο Θεός μου θα με διασώσει από μια τέτοια
ατίμωση».

Όταν άκουσε αυτά ο άρχοντας, κάλεσε κάποιον και του παρέδωσε την Αγία Αγνή με εντολή να την διαπομπεύσει στην πόλη.

Εκείνος εκτέλεσε την εντολή του άρχοντα κατά γράμμα και στην συνέχεια οδήγησε την Αγία στο εργαστήριο του Σατανά, στο πορνείο.

Οποιοσδήποτε όμως πλησίαζε έχανε αμέσως την σαρκική επιθυμία και
γινόταν τόσο ψυχρός, λες και ήταν νεκρός. Αλλά και οι βλέποντες εκείνο
το θέαμα, εβόησαν όλοι τους με μια φωνή: «Μεγάλη η δύναμη του Χριστού».

Τότε ο άρχοντας την ρώτησε πως συνέβη αυτό. Η Αγία του απάντησε: «Ο
Κύριός μου και Θεός μου απέστειλε τον Άγγελό Του και με προστάτευσε από
την ατίμωση».

Τότε ο άρχοντας διέταξε να κάψουν στο πυρ την Αγία. Αφού, λοιπόν, η Αγνή
σφράγισε πρώτα τον εαυτό της με το σχήμα του Σταυρού, μπήκε με θάρρος
στη μέση της φωτιάς.

Και προσευχόμενη μαρτύρησε για τον Χριστό (303-305 μ.Χ.). Μόλις έσβησε η
φωτιά, κάποιοι Χριστιανοί πήραν κρυφά το τίμιο λείψανό της και το
ενταφίασαν με τιμές, δοξάζοντας τον Θεό.

Οι Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες

Οι Άγιοι Τέσσερις Μάρτυρες, μαρτύρησαν στην Τύρο διά ξίφους.
Ο Άγιος Πάτροκλος

Ο Άγιος Μάρτυρας Πάτροκλος μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού (270-275
μ.Χ.). Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Οι Άγιοι Πάντες Μάρτυρες από του Πρωτομάρτυρα Στέφανου μέχρι σήμερα

Η μνήμη αυτών εορτάζεται την ημέρα αυτή κατά το Τυπικό της Εκκλησίας των
Ιεροσολύμων. Η Σύναξη ετελείτο στο ναό του Αγίου Στεφάνου Ιεροσολύμων,
τον οποίο έκτισε η βασίλισσα Ευδοκία (460 μ.Χ.), σύζυγος του αυτοκράτορα
Θεοδοσίου του Μικρού.

Ο Όσιος Απολλώνιος

Ο Όσιος Απολλώνιος έζησε περί τον 4ο αιώνα μ.Χ. στην Αίγυπτο και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ανάμνηση Εγκαινίων του ναού της Αγίας Ειρήνης

Κατά αυτή την ημέρα ετελείτο η ανάμνηση των εγκαινίων του ναού της Αγίας
Ειρήνης. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός.
Ο Όσιος Νεόφυτος

Ο Όσιος Νεόφυτος ήταν μοναχός και προσμονάριος της Μεγίστης Μονής
Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους και αξιώθηκε να ακούσει την φωνή της
Θεοτόκου που προήλθε από την αγία εικόνα Αυτής. Κοιμήθηκε Οσίως με
ειρήνη.

Η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παραμυθίας

Το
έτος 807 μ.Χ. κατά την ημέρα αυτή και ενώ ο ηγούμενος της Μονής
Βατοπαιδίου ήταν μέσα στο ναό, άκουσε ξαφνικά μέσα από την εικόνα τη
φωνή της Θεοτόκου, που του είπε να μην ανοίξουν εκείνη την ημέρα τις
πύλες της μονής, επειδή παραμόνευαν οι πειρατές.

Έκπληκτος ο ηγούμενος είδε αμέσως ότι το πρόσωπο της Θεοτόκου έγινε
ζωντανό, ομοίως και του βασταζόμενου στην αγκαλιά της Ιησού Χριστού, ο
οποίος σήκωσε το δεξί του χέρι και πήγε με αυτό να καλύψει το στόμα της
Παναγίας.

Αλλά αμέσως η Παντάνασσα κράτησε το χέρι του Μονογενούς Υιού της και
προς τούτο έκλινε δεξιότερα το πρόσωπό της και σχδόν είπε τους ίδιους
λόγους.

Ο ηγούμενος αμέσως κάλεσε τους μοναχούς, οι οποίοι θαύμασαν το γεγονός
και διαπίστωσαν ότι η εικόνα είχε λάβει άλλη μορφή και σχηματισμό
διαφορετικό.
Οι Άγιοι Γαβριήλ και Σιώνιος οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Γαβριήλ και Σιώνιος μαρτύρησαν μαζί με άλλους κατά την
περίοδο του ηγεμόνα των Βουλγάρων Μουρτάγονος κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ.
Ο Όσιος Μάξιμος ο Γραικός

Ο
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός γεννήθηκε στην Άρτα περί το έτος 1470. το κατά
κόσμο όνομά του ήταν Μιχαήλ Τριβώλης και ανήκε στη μεγάλη οικογένεια των
Τριβωλών, που οι ρίζες της έφταναν μέχρι τους Παλαιολόγους.

Η οικογένειά του, η οποία ζούσε αρχικά στη Λακεδαιμόνα, πήγε στην Κέρκυρα και από εκεί στην Άρτα, όπου εγκαταστάθηκε.

Ο Όσιος έμαθε τα πρώτα του γράμματα στην Άρτα και στην Κέρκυρα, με τη
φροντίδα του πατέρα του Μανουήλ και συνέχισε τις σπουδές του σε γνωστά
ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, όπως της Πάδοβας, της Φλωρεντίας, των Παρισίων
και αλλού.

Στις αρχές του 16ου αιώνα μ.Χ. έρχεται στη Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου
Όρους, κείρεται μοναχός, με το όνομα Μάξιμος, και επιδίδεται στη μελέτη
και στην άσκηση. Στη μονή εγκαταβιούσε και ο λόγιος πρώην Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως Νήφων ο Β΄ (1486-1489, 1497-1498, 1502).

Οι συζητήσεις του με τον Άγιο Νήφωνα (τιμάται 11 Αυγούστου) τον βοήθησαν
να κατανοήσει βαθύτερα το οξύ αντιλατινικό πνεύμα του Ορθόδοξου
μοναχισμού.

Η προσωπικότητα του Αγίου Μαξίμου ολοκληρώθηκε πράγματι στη Ρωσία, η
οποία μετά την αποτίναξη του μογγολικού ζυγού, αναζητούσε τον
ανακαθορισμό της πολιτικής και εκκλησιαστικής της ταυτότητας.

Η ανακάθαρση των πηγών του πνευματικού βίου του Ρωσικού λαού θεωρείτο
προφανώς επιτακτική ανάγκη, διότι είχαν διαπιστωθεί νοθεύσεις,
παραφθορές και σφάλματα και σε αυτά ακόμη τα λειτουργικά βιβλία.

Έτσι, το έτος 1518, φθάνει στο Άγιο Όρος επίσημη αντιπροσωπεία του
τσάρου της Μοσχοβίας, Βασιλείου Ιβάνοβιτς και συνοδεύει τον Άγιο Μάξιμο
στη Μόσχα.

Είχε προηγηθεί πρόταση του τσάρου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στο
Πατριάρχη Θεόληπτο Α΄1513-1522), το οποίο τελικά έκαμψε την αρχική
άρνηση του Αγίου στην πρόσκληση του τσάρου. Σκοπός της προσκλήσεως ήταν η
αποκατάσταση των εκκλησιαστικών βιβλίων από ανορθόδοξες επεμβάσεις και
αιρετικές δοξασίες.

Ο Άγιος Μάξιμος δεν είχε μόνο τεράστια μόρφωση, αλλά ήταν και γλωσσομαθέστατος.

Ο Άγιος έφερε με επιτυχία σε πέρας το έργο του. Ο τσάρος όμως αθέτησε
την υπόσχεσή του ότι θα του επέτρεπε να επιστρέψει στη μονή της
μετάνοιάς του, το Βατοπαίδι, και έτσι ο Άγιος κατακρατείται στη Μόσχα ως
φιλοξενούμενος.

Εκεί δημιουργεί σχολή. Η παραμονή του στη Μόσχα του δίνει την
δυνατότητα να γνωρίσει βαθύτερα την ζωή στη Μοσχοβία, την απερίγραπτη
αθλιότητά της, την άκρατη θρησκοληψία και τυπολατρία. Τα μοναστήρια
είχαν γίνει κέντρα πλουτισμού.

Ο Άγιος, μαζί με άλλους Ρώσους αδελφούς, βρίσκεται στο κέντρο της
θύελλας που ξεσπάει. Επιζητεί με τους τολμηρούς αγώνες του την
αναγέννηση της εκκλησιαστικής και κοινωνικής ζωής. Η χριστοκεντρική
θεώρηση του Ορθόδοξου εκκλησιαστικού σώματος, απέκλειε κάθε
ανθρωποκεντρική, κοσμοκεντρική ή ιεροκρατική αυτονόμηση και προέβαλε την
εν Χριστώ οργανική και λειτουργική ενότητα του όλου σώματος, ήτοι
κλήρου και λαού σε μια θεοκεντρική βίωση της ιστορίας.

Παράλληλα ο Άγιος Μάξιμος αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την παπική προπαγάνδα, που απειλεί την Ορθόδοξη Ρωσία.

Οι αγώνες του Αγίου Μάξιμου προκαλούν τους αντιπάλους, το ιερατικό κατεστημένο, αλλά και την τσαρική αυλή.

Η έριδα μεταξύ των «Ιωσηφιτών» μοναχών, που υποστήριζαν το κανονικό
δικαίωμα κτήσεως περιουσίας των μοναστηριών και των «Ζαβολγείων»
μοναχών, που εναντιώνονταν στην απόκτηση περιουσίας των μοναστηριών,
ανέδειξε τις βαθύτερες ρίζες των εσωτερικών αντιφάσεων του πνευματικού
βίου της Ρωσίας.

Το ζήτημα αφορούσε ουσιαστικά στην διαφορετική κατανόηση του σκοπού
κτήσεως μεγάλης περιουσίας από τα μοναστήρια. Ο Άγιος βρισκόταν
πλησιέστερα προς τις θέσεις των «Ζαβολγείων» μοναχών και υπήρξε
διακριτικός υποστηρικτής τους.

Διαβάλλεται ως αιρετικός και αντίπαλος της δυναστείας. Οι συνωμοτικοί
μηχανισμοί ολοκληρώνουν το καταχθόνιο έργο τους και ο Μάξιμος
συλλαμβάνεται. Καταδικάζεται σε 25 χρόνια φυλάκιση. Το φρικτό του
μαρτύριο αρχίζει.

Τον ρίχνουν σε σκοτεινό κελί. Του στερούν ακόμη και τη Θεία Μετάληψη.
Ακόμη και τα μέσα να γράφει. Γράφει με κάρβουνο στους τοίχους της
φυλακής, για να δώσει διέξοδο στους λογισμούς του. Εκεί έγραψε τον
περίφημο «Κανόνα εις το Άγιον Πνεύμα».

Οι εχθροί του δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στις θέσεις του Αγίου Μαξίμου για
τις κανονικές εκκλησιαστικές σχέσεις της Ρωσίας προς το Οικουμενικό
Πατριαρχείο.

Ο αγιορείτης μοναχός υπερασπιζόταν όχι απλές διεκδικήσεις του
Οικουμενικού Πατριαρχείου επί της Εκκλησίας της Ρωσίας, αλλά κύρια και
πρώτιστα τον υπ΄ αυτής οφειλόμενο σεβασμό στην καθιερωμένη Ορθόδοξη
κανονική τάξη.

Υπό το πνεύμα αυτό πρέπει να κατανοηθεί και η αντίρρηση του Αγίου
Μαξίμου στη θεωρία της «Τρίτης Ρώμης», η οποία θεμελιωνόταν στην
αυθαίρετη παραδοχή της δήθεν εκτροπής του Οικουμενικού θρόνου από την
Ορθόδοξη παράδοση.

Η φωνή του, από τη μονή Ότροτυ της Επισκοπής Τβερ της Ρωσίας, όπου ήταν
φυλακισμένος, φθάνει ως τις εσχατιές της αχανούς χώρας. Γίνεται ο
διδάσκαλος, ο αναμορφωτής. Όλα τα Πατριαρχεία επεμβαίνουν για την
απελευθέρωσή του.

Ολόκληρη η Ανατολή συγκλονίζεται από το μαρτύριό του.

Το έτος 1551 ο Ιβάν Δ ο Τρομερός απελευθερώνει τον Άγιο και τον
μεταφέρει, με πρωτοβουλία του ηγουμένου Αρτεμίου, στη Λαύρα της μονής
του Αγίου Σεργίου. Εκεί ο Όσιος πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του
και κοιμήθηκε οσίως το 1556.

Το έργο του Αγίου Μαξίμου, παρά τον διωγμό και την άδικη καταδίκη αυτού,
επέζησε και αποτέλεσε την βάση των αποφάσεων της συγκληθείσης το έτος
1551 Συνόδου των Εκατό Κεφαλαίων, δικαιωθέντος έτσι του έργου αυτού, το
οποίο συνετέλεσε στη λειτουργική αναγέννηση, ιδιαίτερα διά της
διορθώσεως των λειτουργικών βιβλίων, την ανάπτηξη του θεολογικού λόγου,
την προώθηση θεμάτων του ιερού κλήρου και του μοναχισμού και την
προστασία της Εκκλησίας από αυθαίρετες επεμβάσεις της εκάστοτε εξουσίας.

Ο ηγέτης των Ζαβολγείων μοναχών και φίλος του Αγίου Μαξίμου, ομολογούσε
ότι «μόνο τώρα, διά του Μαξίμου, εγνωρίσαμε τον Θεό», ενώ τα έργα του
αντιγράφονταν και διαδίδονταν ταχύτατα χαρακτηριζόμενα ως «θεία και
άγια».

Απολυτίκιο. Ήχος α

Του λίθου σφραγισθέντος Λακεδαιμονίων τον γόνον, και της Άρτης το
καύχημα, τον φωστήρα των Ρώσων και του Άθω αγλάισμα, τιμήσωμεν συμφώνως
οι πιστοί, βοώντες προς αυτόν ειλικρινώς, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν,
δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα των Ορθοδόξων το νέον καύχημα.

Ο Όσιος Τίμων εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Τίμων, ο ένοικος της ερήμου, ασκήτεψε στο Ναδέγεβ της Ρωσίας και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1840.

Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

20 Ιανουαρίου Συναξαριστής. Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, Ευθυμίου του Μεγάλου, των Αγίων Μαρτύρων Βάσσου, Ευσεβίου, Ευτυχίου και Βασιλείδου, των Αγίων Μαρτύρων Ιννά, Πιννά και Ριμμά, Πέτρου του Τελώνου, Θύρσου και Αγνής, Ευσεβίου Μάρτυρος, Άννης Μάρτυρος, Λέοντος του Μεγάλου, των Οσίων Ευθυμίου Ησυχαστού και Λαυρεντίου Εγκλείστου, Ευθυμίου Αρχιεπισκόπου, Ευθυμίου εκ Ρωσίας, Ζαχαρίου Νεομάρτυρος, Θεοδώρου Δικαίου, Ιωάννου Ιερομάρτυρος. Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου

Η
πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του
Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να
διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:

«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι,
καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο
ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος
τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός,
εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες,
ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου,
ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ
τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ
λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.

 Λέγω ὑμῖν,
κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ
ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται».
(Λουκ.18,10-14).

Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική
αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη
ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της
ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους.

Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της
αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν
αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και
γι’ αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός.

Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές
τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος
ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη,
στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές
του, οι οποίες ήταν πραγματικές.

Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον
επιβραβεύσει γι’ αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη
σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό
του τελώνη.

Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού.

Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η
προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο
δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο
κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή
του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να
συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα
του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη
του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής
πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν
στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε.
Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας (Εορτή Ευθύμιος, Ευθυμία)

Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας το έτος 377
μ.Χ. κατά τους χρόνους της βασιλείας του Γρατιανού (375-383 μ.Χ.). Οι
γονείς του Παύλος και Διονυσία, ανήκαν σε επίσημη γενιά.

Άτεκνοι όντες, αξιώθηκαν να αποκτήσουν παιδί, το οποίο αφιέρωσαν στη
διακονία του Θεού στο οποίο και κατά θεία επιταγή έδωσαν το όνομα
Ευθύμιος, αφού με την γέννησή του τους χάρισε την ευθυμία, τη χαρά και
την αγαλλίαση.

Σε ηλικία μόλις τριών ετών ο Ευθύμιος έχασε τον πατέρα του. Τότε η χήρα
μητέρα του τον παρέδωσε στον ευλαβή Επίσκοπο της Μελιτηνής Ευτρώιο, ο
οποίος, μαζί με τους αναγνώστες Ακάκιο και Συνόδιο που έγιναν αργότερα
Επίσκοποι Μελιτηνής, τον εκπαίδευσε καλώς και, αφού τον κατέταξε στον
ιερό κλήρο, τον τοποθέτησε έξαρχο των μοναστηρίων.

Από τη Μελιτηνή ο Όσιος μετέβη, περί το 406 μ.Χ., στα Ιεροσόλυμα και
κλείσθηκε στο σπήλαιο του Αγίου Θεοκτίστου, όπου και ασκήτευε με
αυστηρότητα και αναδείχθηκε μοναζόντων κανόνας και καύχημα.

Τόσο δε πολύ πρόκοψε στην αρετή, ώστε πολλοί από τους Σαρακηνούς πίστεψαν στον Χριστό.

Τα μεγάλα πνευματικά του χαρίσματα γρήγορα τον ανέδειξαν και η φήμη του ως Αγίου απλώθηκε παντού.

Γύρω του συγκεντρώθηκαν πάμπολλοι μοναχοί, οι οποίοι τον εξέλεξαν ηγούμενό τους.

Ο Μέγας Ευθύμιος με την αγιότητα του βίου του συνετέλεσε στο να επιστρέψουν στην πατρώα

ευσέβεια πολυάριθμοι αιρετικοί, όπως Μανιχαίοι, Νεστοριανοί και
Ευτυχιανοί, που απέρριπταν τις αποφάσεις της Δ Οικουμενικής Συνόδου.
Παντού, στην Αίγυπτο και τη Συρία, επικρατούσαν οι Μονοφυσίτες.

Στην Παλαιστίνη όμως, χάρη στην παρουσία του Αγίου Ευθυμίου και των
μαθητών του, επικράτησε η Ορθοδοξία. Και όταν ο Όσιος συνάντησε την
βασίλισσα Ευδοκία, η οποία είχε περιπλακεί στα δίκτυα της αιρέσεως των
Μονοφυσιτών, τόσο πειστικά και ακαταμάχητα μίλησε προς αυτήν, ώστε την
απέδωκε στα ορθόδοξα δόγματα.

Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας είχε λάβει από τον Θεό το προορατικό χάρισμα
και τη δύναμη της θαυματουργίας. Με ελάχιστα ψωμιά κατόρθωσε να χορτάσει
τετρακόσιους ανθρώπους, που κάποτε την ίδια μέρα τον επισκέφθηκαν στο
κελί του.

Πολλές γυναίκες που ήταν στείρες, όπως και η δική του μητέρα, με τις
προσευχές του Αγίου απέκτησαν παιδί και έζησαν την χαρά της τεκνογονίας.

Και όπως ο Προφήτης Ηλίας, έτσι και αυτός προσευχήθηκε στον Θεό και
άνοιξε τις πύλες του ουρανού και πότισε με πολύ βροχή τη διψασμένη γη, η
οποία και αναζωογονήθηκε και έδωσε πλούσιους τους καρπούς της.

Ενώ κάποτε τελούσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, οι πιστοί είδαν
μία δέσμη φωτός που ξεκινούσε από τον ουρανό και κατερχόταν μέχρι τον
Άγιο.

Το ουράνιο αυτό φως, παρέμεινε μέχρι που τελείωσε η Θεία Λειτουργία και
δήλωνε την εσωτερική καθαρότητα και λαμπρότητα του Αγίου. Επίσης, σημάδι
της αγνότητας και της αγιότητάς του αποτελούσε και το γεγονός ότι ήταν
σε θέση να γνωρίζει ποιος προσερχόταν να κοινωνήσει με καθαρή ή
σπιλωμένη συνείδηση.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 473 μ.Χ., σε ηλικία 97 ετών, επί βασιλείας Λέοντος του

Μεγάλου (457-474 μ.Χ.).

Η Σύναξή του ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.

Απολυτίκιο. Ηχος δ’.

Ευφραίνου έρημος η ου τίκτουσα, ευθύμησον η ουκ ωδίνουσα ότι επλήθυνέ
σοι τέκνα, ονήρ επιθυμιών των του Πνεύματος,ευσεβείς φυτεύσας,
εγκράτεια, εκθρέψας, εις αρετών τελειότητα. Ταις αυτού ικεσίας, Χριστέ ο
Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον Ήχος πλ. δ . Ως απαρχάς της φύσεως

Εν τη σεπτή γεννήσει σου, χαράν η κτίσις εύρατο, και εν τη θεία μνήμη
σου Όσιε, την ευθυμίαν έλαβε των πολλών σου θαυμάτων, εξ ων παράσχου
πλουσίως ταις ψυχαίς ημών, και αποκάθαρον αμαρτημάτων κηλίδας, όπως
ψάλλωμεν, Αλληλούια.
Οι Άγιοι Βάσσος, Ευσέβιος, Ευτύχιος και Βασιλείδης οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Βάσσος, Ευσέβιος, Ευτύχιος και Βασιλείδης έζησαν κατά
τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), περί τα τέλη
του 3ου μ.Χ. αιώνος.

Ήταν πλούσιοι και μέλη της Συγκλήτου. Προσήλθαν στον Χριστό και
βαπτίσθηκαν, όταν παραστάθηκαν στο μαρτύριο του Επισκόπου Θεοπέμπτου
(τιμάται 5 Ιανουαρίου), ο οποίος υπέμεινε με πνευματική ανδρεία τα
φρικώδη βασανηστήρια που τον είχαν υποβάλει οι ειδωλολάτρες.

Οι ειδωλολάτρες τους κατήγγειλαν ως Χριστιανούς. Αμέσως τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν μπροστά στον αυτοκράτορα.

Οι Άγιοι δεν δείλιασαν καθόλου, αλλά διακήρυξαν με παρρησία την πίστη
τους στον Χριστό και πρόθυμα βάδισαν την οδό του μαρτυρίου.

Στο Συναξάρι αναφέρεται, ότι πρώτα τους αφαίρεσαν τις ζώνες, τα
διακριτικά δηλαδή του αξιώματός τους και έπειτα υπέβαλαν τον καθένα σε
σκληρά βασανιστήρια.

Τον Άγιο Βάσσο τον έριξαν μέχρι τους μηρούς σε βόθρο, του έκοψαν τα
χέρια και ακολούθως του κομμάτιασαν όλο το σώμα. Έτσι ο Άγιος παρέδωσε
την ψυχή του στον Κύριο.

Τον Άγιο Ευσέβιο τον κρέμασαν από το κεφάλι και του τεμάχισαν το σώμα με τσεκούρια.

Τον Άγιο Ευτύχιο τον έβαλαν σε τέσσερις πασσάλους, τέντωσαν με δύναμη το σώμα του και τον χώρισαν σε κομμάτια.

Του Αγίου Βασιλείδου του ξέσκισαν την κοιλιά.

Έτσι και οι Άγιοι αυτοί Μάρτυρες έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.
Οι Άγιοι Ιννάς, Πιννάς, Ριμμάς οι Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Ιννάς, Πιννάς και Ριμμάς κατάγονταν από την περιοχή της Σκυθίας και ονομάζονταν «οι κρυστάλλινοι».

Συνελήφθησαν από βαρβάρους ειδωλολάτρες και οδηγήθηκαν στον άρχοντα της χώρας τους.

Τους έδεσαν, λοιπόν, σε περίοδο τρομερού ψύχους σε ξύλα μέσα σε παγωμένο ποτάμι.

Εκεί τελείωσε η ζωή τους με ανυπόφορους πόνους, λόγω του ψύχους και παρέδωσαν τις μακάριες ψυχές τους στα χέρια του Θεού.

 Ο Άγιος Πέτρος ο Τελώνης

Ο Άγιος Πέτρος είχε το αξίωμα του πατρικίου κατά τους χρόνους του
αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.) και ήταν διοικητής της Αφρικής.
Δυστυχώς ήταν άνθρωπος άσπλαχνος, ανελεήμων, πλεονέκτης και φιλάργυρος.

Κάποτε προσήλθε σε αυτόν ένας φτωχός, για να τον δοκιμάσει και του
ζητούσε ελεημοσύνη. Τότε εκείνος άρπαξε έναν άρτο, από εκείνους που
εκείνη την στιγμή του είχε φέρει ο αρτοποιός και σαν πέτρα τον πέταξε
κατά του φτωχού ανθρώπου.

Με την χάρη του Θεού, κάποια στιγμή κράτησε στα χέρια του το Ιερό
Ευαγγέλιο. Από περιέργεια το άνοιξε, αλλά η ανάγνωσή του δεν τον άφησε
αδιάφορο. Τότε άνοιξαν τα μάτια του. Και με ειλικρίνεια είδε τον
πραγματικό του εαυτό.

Με θλίψη είδε την αληθινή εικόνα της ψυχικής του καταστάσεως. Αμέσως
ήλθε στον εαυτό του εφαρμόζοντας τον λόγο των Πατέρων: «Είσελθε στον
εαυτό σου.

Εκεί η χαρά και η βασιλεία». Στη μνήμη του και στη συνείδησή του
έρχονταν οι φυσιογνωμίες των τελώνων του Ευαγγελίου, τους οποίους ο
Χριστός έσωσε. Και, όπως εκείνοι, μετανόησε.

Τότε, σε ώρα ασθένειας, είδε όνειρο.

Του φάνηκε ότι παρίστατο στην κρίση του Θεού, ο Οποίος άλλου δικαίωνε
και άλλους καταδίκαζε. Εκείνη την ώρα της κρίσεως είδε κοντά του μια
ζυγαριά.

Στο αριστερό μέρος της ζυγαριάς έβλεπε να συγκεντρώνονται δαίμονες και
να εναποθέτουν πολλές κακές του πράξεις, ενώ στο δεξιό του έβλεπε
Αγγέλους να μην βρίσκουν κάποιο άλλο καλό να εναποθέσουν προς ισορροπία
της ζυγαριάς, παρά μόνο τον άρτο εκείνο που πέταξε με θυμό κατά του
φτωχού.

Αφού ξύπνησε, έλαβε τη μεγάλη και σωτήρια απόφασή του. Μοίρασε την
περιουσία του στους φτωχούς και έκανε έργο του να ανευρίσκει τους
πάσχοντες και τους ενδεείς.

Αλλά η χαρακτηριστικότερη απόδειξη της τέλειας και καλής αλλοιώσεώς του
και της αυταπαρνήσεώς του είναι, ότι πούλησε σαν δούλο τον ίδιο του τον
εαυτό και έδωσε τα χρήματα που πήρε στους φτωχούς.

Αφού ανέκτησε την ελευθερία του πήγε στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει
τους Άγιους Τόπους, όπου σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου.

Και τέλος, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και οσίως κοιμήθηκε και
ενταφιάσθηκε στην τοποθεσία του Βοός, στο πατρικό του σπίτι, πτωχός
κατά κόσμον, αλλά πλούσιος σε αιώνιους θησαυρούς.

Οι Άγιοι Θύρσος και Αγνή οι Μάρτυρες

Είναι άγνωστο που και πότε μαρτύρησαν οι Άγιοι Θύσρος και Αγνή. Η Σύναξη
αυτών ετελείτο πλησίον των Ελενιανών, μεταξύ των Υψωμαθείων και του
Ξηρολόφου Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Άγιος Ευσέβιος ο Μάρτυρας

Ο Άγιος Μάρτυς Ευσέβιος ζούσε στα χρόνια του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.)
και έφερε το αξίωμα του Συγκλητικού. Ασπάστηκε τον Χριστιανισμό κατά το
μαρτύριο του Επισκόπου Θεοπέμπτου στη Ρώμη (τιμάται 5 Ιανουαρίου), όταν
είδε την πνευματική ανδρεία του Αγίου κατά την διάρκεια των
βασανιστηρίων και τα θαύματα που αυτός επιτελούσε.

Επειδή έγινε Χριστιανός τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν ενώπιον του
αυτοκράτορα, όπου και ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Μαρτύρησε με
φρικτά βασανιστήρια και διαμελίσθηκε με πέλεκυ το έτος 298 μ.Χ.

Η Αγία Άννα η Μάρτυς

Η Αγία Μαρτυς Άννα, μαρτύρησε στην Ρώμη.

Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο της Αγίας.

Ο Άγιος Λέων Μακέλλης ο Μέγας

Ο Άγιος Λέων καταγόταν από την Θράκη και βασίλευσε περί το 457 μ.Χ.
μέχρι το 474 μ.Χ. Διαδέχθηκε στον θρόνο του Βυζαντίου τον Μαρκιανό
(450-457 μ.Χ.). ο Λέων ο Α αναγορεύτηκε αυτοκράτορας στις 7 Φεβρουαρίου
του 457 μ.Χ. στο Έβδομο, με την παρουσία του Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν ευσεβέστατος και προασπίστηκε την Ορθόδοξη
πίστη κατά των αιρετικών.

Στην Αντιόχεια, όπου οι Μονοφυσίτες αποκτούσαν πάλι σιγά-σιγά την παλαιά
τους δύναμη, ένας πρεσβύτερος, γνωστός ως Πέτρος ο Γναφεύς, είχε
κατορθώσει να γίνει Πατριάρχης το 469 ή 470 μ.Χ., χάρη στην υποστήριξη
του Ζήνωνος, κόμητος των δομεστίκων, που στο μεταξύ είχε γίνει
στρατηλάτης της Ανατολής και ευνοούσε τους Μονοφυσίτες.

Ο νέος Πατριάρχης Αντιοχείας άρχισε αμέσως τον αγώνα εναντίων των
αποφάσεων της Συνόδου της Χαλκηδόνος. Στο Τρισάγιο της Θείας Λειτουργίας
ο Γναφεύς πρόσθεσε μετά το «άγιος, άγιος, άγιος Κύριος», τη φράση «ο
σταυρωθείς δι ημάς».

Αυτό θεωρήθηκε ότι ήταν μια νέα έκφραση του Μονοφυσιτισμού και ο
αυτοκράτορας Λέων και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος (458-471
μ.Χ.) αντέδρασαν. Ο Γναφεύς εξορίσθηκε στη Θηβαΐδα της Αιγύπτου, όπου
είχε περάσει τα τελευταία του χρόνια ο Νεστόριος.

Από τις 31 Μαρτίου 465 μ.Χ. ένα αυτοκρατορικό διάταγμα όριζε ότι, στο
εξής μόνο οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα μπορούσαν να εργαστούν στις
κρατικές και στις δικαστικές υπηρεσίες.

Παρ όλες τις δυσκολίες, τα μέτρα του ευσεβούς αυτοκράτορα απέβλεπαν στην
υπεράσπιση της Ορθοδοξίας και την ενότητα της αυτοκρατορίας. Κατά την
παράδοση ανήγειρε το ναό της Ζωοδόχου Πηγής.

Ο Άγιος Λέων κοιμήθηκε από ασθένεια στις 18 Ιανουαρίου του 474 μ.Χ.
Οι Όσιοι Ευθύμιος ο Ησυχαστής και Λαυρέντιος ο Έγκλειστος

Οι Όσιοι έζησαν θεοφιλώς, με άσκηση και προσευχή, στη Λαύρα του Κιέβου. Ο
Άγιος Ευθύμιος ασκήτεψε κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. στη μονή του Αγίου
Θεοδοσίου της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου και ο Άγιος Λαυρέντιος μεταξύ
13ου και 14ου αιώνα μ.Χ. στη μονή του Αγίου Δημητρίου, όπου έζησε
έγκλειστος.

Κάποτε έφεραν στον Όσιο Λαυρέντιο έναν δαιμονισμένο από το Κίεβο. Ο
μακάριος Λαυρέντιος από ταπείνωση, ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να
θεραπεύσει τον άνθρωπο.

Για να αποκαλυφθεί σε όλους η Χάρη του Θεού, που αναπαυόταν στη μονή των
Σπηλαίων του Κιέβου, είπε να οδηγήσουν εκεί τον δαιμονισμένο, που
φώναζε έντρομος στο άκουσμα και μόνο της μονής και των Οσίων Πατέρων
αυτής. Έτσι κι έγινε. Ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος έγινε καλά και απηλλάγη
οριστικά από τη δαιμονική τυραννία.
Ο Άγιος Ευθύμιος Αρχιεπίσκοπος Τυρνόβου

Ο Άγιος Ευθύμιος έζησε μεταξύ 14ου και 15ου αιώνα μ.Χ. στη Βουλγαρία.
Γεννήθηκε περί το 1325-1330 στην τότε Βουλγαρική πρωτεύουσα Τύρνοβο από
ευγενή οικογένεια, ίσως εκείνη των Καμπλάκ.

Είχε την τύχη να έχει εκείνον που θα ήταν ο καλός του βιογράφος, έναν
από την οικογένειά του, τον Γρηγόριο Καμπλάκ, που μετέπειτα έγινε
Μητροπολίτης του Κιέβου και έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Κοστάντζας
(1414-1417).

Σε αρκετά νεαρή ηλικία έλαβε το μοναχικό σχήμα στη μονή της Παναγίας της Οδηγήτριας, στα προάστια της Βουλγαρικής πρωτεύουσας.

Το 1350 εισήχθη στο μοναστήρι που είχε ιδρύσει ο Άγιος Θεοδόσιος του
Τυρνόβου στο Καλιφάρεβο, το οποίο βρισκόταν στα ίδια περίχωρα. Από τον
ίδιος τον Άγιο Θεοδόσιο εισάγεται στην πνευματική και ησυχαστική ζωή και
προκόπτει κατά Χριστόν. Εκείνη την εποχή, ο Άγιος Θεοδόσιος,
προφητεύοντας το μέλλον του υποτακτικού του, αποκαλύπτει ότι κάποια μέρα
ο Άγιος Ευθύμιος θα δεθεί με αλυσίδες και θα σταλεί στην εξορία.

Το έτος 1363, ο Άγιος Ευθύμιος συνόδεψε τον δάσκαλό του, μαζί με άλλους τρεις μαθητές, στην Κωνσταντινούπολη.

Μετά την κοίμηση του Αγίου Θεοδοσίου παρέμεινε για κάποιο χρονικό
διάστημα στη μονή του Αγίου Ιωάννου του Στουδίτου, ένα από τα μεγαλύτερα
πολιτιστικά και πνευματικά βυζαντινά κέντρα. Εκεί, πιθανότατα, συνέταξε
την βιογραφία του Αγίου Θεοδοσίου, την οποία ο Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος αντέγραψε πιστά.

Το έτος 1365 επισκέφθηκε το Άγιον Όρος. Αρχικά μετέβη στη Μεγίστη Λάυρα και στη συνέχεια στη μονή Ζωγράφου.

Τότε ήταν που κατηγορήθηκε ενώπιον του αυτοκράτορα Ιωάννου του Ε του
Παλαιολόγου (1341-1391), ότι δεν τηρούσε καθόλου την μοναχική υπόσχεση
της ακτημοσύνης. Γι αυτό εξορίσθηκε και ξαναβρέθηκε στο Άγιον Όρος μόνο
όταν ο αυτοκράτορας διαπίστωσε την αλήθεια μετά από ένα όραμα.

Περί το 1371 ο Άγιος Ευθύμιος επέστρεψε στην πατρίδα του και ίδρυσε στην
πρωτεύουσα τη μονή της Αγίας Τριάδος, που αναδείχθηκε σε ένα από τα
μεγαλύτερα κέντρα ακτινοβολίας του σλαβικού πολιτισμού.

Πράγματι, εκεί πραγματοποιήθηκε η ορθογραφική και γραμματική
μεταρρύθμιση της γραφής, της επονομαζόμενης «ευθυμιανής», που οδήγησε σε
μια γενική αναθεώρηση όλων των έργων που ήταν γραμμένα στα σλαβικά.

Η μεταρρύθμιση του Αγίου Ευθυμίου, βασιζόμενη στην ενοποίηση της
ορθογραφίας και στην πιστότητα στα αυθεντικά ελληνικά κείμενα,
χαρακτήρισε τα λειτουργικά κείμενα ολόκληρου του σλαβο-ορθόδοξου κόσμου
μέχρι τον Μέγα Πέτρο, ο οποίος εισήγαγε πιο σύγχρονους κανόνες.

Το έτος 1375, με το θάνατο του Πατριάρχη Ιωακείμ, ο Άγιος Ευθύμιος εκλέγεται Πατριάρχης του Τύρνοβο.

Από τον Πατριαρχικό θρόνο συνέχισε το έργο της αναθεωρήσεως των
κειμένων, έγραψε επιστολές σε διάφορες προσωπικότητες του ορθόδοξου
κόσμου, που απετέλεσαν ποιμαντικά και διδακτικά κείμενα, και συνέθεσε
βίους Αγίων.

Ο Άγιος Ευθύμιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1402.

Ο Όσιος Ευθύμιος εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Ευθύμιος του Αρχαγγέλσκ, έζησε μεταξύ του 15ου και 16ου αιώνα
μ.Χ. Ασκήτεψε θεοφιλώς και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1523.

Την ύπαρξή του αγνοούσαν μέχρι τις 7 Ιουλίου 1643, ημέρα κατά την οποία ο
τεχνίτης Οσταφέι Τρόφιμωφ, ανακάλυψε τυχαία τα λείψανά του σκάβοντας
ένα χαντάκι στην αυλή του αφεντικού του, ευγενούς Γεωργίου Πέτροβιτς
Μπουγνόσωφ Ροστόφσκυϊ, στην περιοχή του Αρχαγγέλσκ.

Ο Όσιος Ευθύμιος παρουσιάστηκε στον ύπνο πολλών πιστών στους οποίους
αποκάλυψε την ύπαρξή του και την ημερομηνία της κοιμήσεώς του.

Το 1683, όμως, ο Αρχιεπίσκοπος του Χολμόγκορυ Αθανάσιος έγραψε μία
επιστολή προς τον ηγούμενο της μονής Αντώνεφ-Σίσκιϋ, στην οποία ανέφερε
ότι στο Αρχαγγέλσκ είχε δει τον τάφο και την εικόνα του Οσίου Ευθυμίου,
αλλά και ότι δεν είχε καμία απόδειξη της αγιότητός του.

Ζήτησε, παρ όλα αυτά, από τον ηγούμενο να του αποστείλει όλα τα
διαθέσιμα έγγραφα σχετικά με τον Όσιο Ευθύμιο. Το έτος 1829 η Εκκλησία
καθιέρωσε την λειτουργική μνήμη του Οσίου Ευθυμίου την 20η Ιανουαρίου,
εορτή του Αγίου Ευθυμίου του Μεγάλου.

Ο Άγιος Ζαχαρίας ο Νεομάρτυρας

Ο Νεομάρτυς Ζαχαρίας καταγόταν από τα μέρη της Άρτας. Σε μικρή ηλικία
εξισλαμίσθηκε και ήρθε στις Παλαιές Πάτρες όπου εξασκούσε την τέχνη του
γουναρά.

Όμως μετανόησε που αλλαξοπίστησε. Έτσι, αφού ήλθε σε μετάνοια, βρήκε
κάποιο πνευματικό στον οποίο εξομολογήθηκε το αμάρτημα της εξωμοσίας του
και ζήτησε την ευλογία να πορευθεί προς το μαρτύριο.

Ο πνευματικός, φοβούμενος μήπως ο Μάρτυρας δειλιάσει κατά την διάρκεια
των βασανιστηρίων, τον απέτρεπε. Τότε ο Άγιος αποκρίθηκε στον πνευματικό
και του είπε: «Έχω τόση δίψα να βασανισθώ για τον Χριστό, όπου επιθυμώ
να λάβω, αν ήταν δυνατόν, και περισσότερα βασανιστήρια, από αυτά που μου
ανέφερες».

Προ των λόγων αυτών της δυνάμεως της πίστεως και της αγάπης στον Χριστό,
πνευματικός μετέδωσε τα Άχραντα Μυστήρια στον Άγιο και τον ευλόγησε.

Ο Άγιος πήγε στο εργαστήριό του, πούλησε όλα του τα υπάρχοντα τα οποία
έδωσε ελεημοσύνη στους πτωχούς και παρουσιάσθηκε στον κριτή, ενώπιον του
οποίου ομολόγησε στην πίστη του στον Χριστό. Παρά τις κολακείες,
εκείνος επέμενε σθεναρά στην ομολογία του.

Έτσι τον έκλεισαν στην φυλακή και τον βασάνισαν επί πολλές ημέρες.
Εκείνος υπέμεινε τα φρικτά μαρτύρια με πνευματική ανδρεία και
αξιοθαύμαστη καρτερία, για να παραδώσει το πνεύμα του το 1782 μ.Χ. Η
τοπική Εκκλησία της Άρτας εορτάζει την μνήμη του και εικόνα του
φυλάσσεται στην ιερά μονή Κάτω Παναγιάς Άρτας. Την μνήμη του πανηγυρίζει
επίσης και η τοπική Εκκλησία των Πατρών, αφού ο Άγιος εργάσθηκε εκεί.

Απολυτίκιο. Ηχος δ .

Ταχύ προκατάλαβε Της Άρτης αγλάισμα, και Νεομάρτυς κλεινός, εν Πάτραις
ως ήθλησας, υπέρ Χριστού του Θεού, εδείχθης μακάριε, ου γαρ τον τρώσοντά
σε, καθελών δι αγώνων, γέρας εδέξω θείον, Αθλητά Ζαχαρία, πρεσβεύων
υπέρ πάντων ημών των ευφημούντων σε.

Ο Όσιος Θεόδωρος ο Δίκαιος εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Θεόδωρος του Τομσκ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1864.

Δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες για τον Βίο του Οσίου.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ιερομάρτυρας

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιωάννης Πεττάι, τιμάται υπό της Εκκλησίας της Ταλλίνης και Εσθονίας.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr)

anavaseis.blogspot.gr

17 Iανουαρίου Συναξαριστής. Αντωνίου του Μεγάλου, Αντωνίου του Νέου, Ιουνίλλας και Τουρβώνος, Μάρτυρος, Αχιλλά Οσίου, Θεοδοσίου Μεγάλου, Αντωνίου Αρχιεπισκόπου, Αντωνίου εκ Ρωσίας, Αντωνίου Οσίου, Αντωνίου Οσίου, Φιλοθέου Οσίου, Αντωνίου Επισκόπου, Γεωργίου εξ Ιωαννίνων.Ο Όσιος Αντώνιος ο ΜέγαςΟ Μέγας Αντώνιος γεννήθηκε περί το 251 μ.Χ. στην πόλη Κομά της Άνω Αιγύπτου, κοντά στη Μέμφιδα, από γονείς ευλαβείς και εύπορους. Έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) και Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.) μέχρι και την εποχή του ευσεβούς αυτοκράτορα Κωνσταντίνου και των παιδιών του.

Από την παιδική του ηλικία ήταν ολιγαρκής και αυτάρκης, «μόνοις δε οις εύρισκεν ηρκείτο και πλέον ουδέν εζήτει». Σε νεαρή ηλικία, περίπου 20 ετών, έχασε τους γονείς του. Έξι μήνες μετά την κοίμηση των γονέων του, άκουσε στην εκκλησία την Ευαγγελική περικοπή του πλουσίου νεανίσκου, στην οποία αναφέρεται, ότι ο Χριστός είπε στον πλούσιο νέο : «πώλησον τα υπάρχοντά σου και δος πτωχοίς».

Τόση μεγάλη εντύπωση προξένησε η Ευαγγελική αυτή προτροπή στην ψυχή του Αντωνίου, ώστε αμέσως διένειμε τα υπάρχοντά του στους πτωχούς και ενδεείς, αφού φύλαξε τα απολύτως αναγκαία για την συντήρηση αυτού και της μικρής του αδελφής, την οποία φρόντισε να παραδώσει σε Χριστιανές νέες παρθένους που είχαν αφιερωθεί στη χριστιανική αρετή, βέβαιος ότι κοντά τους θα είναι κατά πάντα ασφαλής.

Από τότε ο Άγιος Αντώνιος άρχισε να ζει ασκητικό βίο, εργαζόμενος αδιάκοπα και υποβαλλόμενος σε αυστηρή νηστεία, για να κατανικήσει τους πειρασμούς της σάρκας, αγρυπνώντας ολόκληρη τη νύχτα και τρώγοντας ελάχιστα.Στη συνέχεια απήλθε σε τόπο έρημο και μακρινό όπου υπήρχαν μνήματα και αφού εισήλθε σε ένα από αυτά έκλεισε τη θύρα. Η τροφή του ήταν ελάχιστη και του την πήγαινε σε καθορισμένες ημέρες ένας συνασκητής του. Εκεί υπερνίκησε, με τη χάρη του Θεού, νέους πειρασμούς. Αργότερα πήγε κοντά στα ερείπια ενός φρουρίου και κατοίκησε σε σπήλαιο χωρίς να τον βλέπει κανένας και χωρίς να δέχεται κανένα παρά μόνο έναν γνωστό του, ο οποίος του έφερνε κάθε έξι μήνες ψωμί για ολόκληρο το εξάμηνο.

Μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια ασκήσεως και αφού έφθασε σε ύψη πνευματικής τελειώσεως, εμφανίσθηκε στον κόσμο και τότε άρχισαν να συρρέουν περί αυτόν πολλοί που τον θαύμαζαν ως ασκητή και θαυματουργό. Μαρτυρείται ότι, ενώ ο Άγιος βρισκόταν ακόμα στη ζωή, έβλεπε τις ψυχές των ανθρώπων που εξέρχονταν από το σώμα τους, καθώς και τους δαίμονες που τις οδηγούσαν. Το γεγονός αυτό είναι πολύ θαυμαστό, αφού μια τέτοια δυνατότητα είναι γνώρισμα μόνο νοερής και ασώματης φύσεως.

Το έτος 311 μ.Χ., κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Μαξιμίνου (307-313 μ.Χ.), κατήλθε στην Αλεξάνδρεια, για να ενθαρρύνει και να βοηθήσει τους πιστούς, τους Ομολογητές και τους Μάρτυρες. Όταν έπαυσε ο διωγμός, ο Όσιος επανήλθε στην έρημο, αλλά επειδή αισθανόταν ενοχλημένος από την παρουσία πολλών, που πήγαιναν για να τον συναντήσουν, έφυγε από εκεί και ήλθε σε τόπο έρημο, ο οποίος βρισκόταν σε όρος ψηλό, κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα.

Και εκεί όμως προσέρχονταν πολλοί για να λάβουν την ευλογία του, να διδαχθούν και να θεραπευθούν. Θεράπευσε δε τους ασθενείς «ου προστάζων, αλλ’ ευχόμενος και τον Χριστόν ονομάζων».

Η φήμη του Οσίου Αντωνίου έφθασε μέχρι τους βασιλείς, τόσο ώστε ο Μέγας Κωνσταντίνος και οι υιοί του, Κωνστάντιος και Κώνστας, έγραφαν σε αυτόν, σαν να ήταν πατέρας τους και τον παρακαλούσαν να τους απαντήσει.

Κατά την διάρκεια του ασκητικού του βίου ποτέ δεν άλλαξε ένδυμα και ποτέ δεν ένιψε το σώμα ή τα πόδια του με νερό. Ο Όσιος, αν και αγράμματος στην ανθρώπινη σοφία, ήταν σοφός κατά Θεόν. Είχε λόγο «ηρτυμένον τω θείω άλατι και χαρίεντα».

Δίδασκε στους μαθητές του να μην θεωρούν τίποτε ανώτερο από την αγάπη του Χριστού και να μη νομίζουν ότι, επειδή απέχουν από τα κοσμικά αγαθά, στερούνται κάτι αξιόλογο. Το να αφήνει κανείς τα επίγεια αγαθά είναι σαν να καταφρονεί μια δραχμή από χαλκό, για να κερδίσει εκατό χρυσές. Δεν πρέπει, έλεγε, να λησμονάμε ότι ο ανθρώπινος βίος είναι πρόσκαιρος, συγκρινόμενος προς το μέλλοντα αιώνα.

Γι’ αυτό δεν πρέπει να κοπιάζουμε για την απόκτηση πρόσκαιρων αγαθών, τα οποία δεν μπορούμε να πάρουμε μαζί μας, αλλά για την απόκτηση αιώνιων αγαθών, δηλαδή της φρονήσεως, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης, της ανδρείας, της συνέσεως, της αγάπης.

Ο Μέγας Αντώνιος, αφού έζησε εκατόν πέντε έτη, κοιμήθηκε οσίως το 356 μ.Χ. Αν και, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου Αντωνίου ήταν να μείνει κρυφός ο τόπος της ταφής του, οι μοναχοί που μόναζαν κοντά του έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.

Η Σύναξή του ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.

Απολυτίκιο. Ήχος δ’.

Τον ζηλωτήν Ηλίαν τοις τρόποις μιμούμενος, τω Βαπτιστή ευθείαις ταις τρίβοις επόμενος, Πάτερ Αντώνιε, της ερήμου γέγονας οικιστής, και την οικουμένην εστήριξας ευχαίς σου. Διό πρέσβευε Χριστώ τω θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον  Ήχος β’. Τα άνω ζητών

Τους βιωτικούς θορύβους απωσάμενος, ησυχαστικώς τον βίον εξετέλεσας, τον Βαπτιστήν μιμούμενος, κατά πάντα τρόπον Οσιώτατε, συν αυτώ ουν σε γεραίρομεν, Πατέρων Πάτερ Αντώνιε.
Ο Όσιος Αντώνιος ο Νέος ο Θαυματουργός

Ο Όσιος Αντώνιος καταγόταν από ευσεβείς και πλούσιους γονείς και έζησε στο τέλος του 10ου ή στις αρχές του 11ου αιώνα μ.Χ. Νέος ακόμη, έγινε μοναχός στην σκήτη της Βέροιας, κοντά στην κοιλάδα του ποταμού Αλιάκμονα. Οι πνευματικοί του αγώνες κράτησαν εκεί είκοσι χρόνια.

Πνευματικά ώριμος, με την ευχή του ηγουμένου της Σκήτης, αποσύρθηκε σε σπήλαιο, %C